Άρθρο
Συλλαλητήριο σταθμός

Εξώφυλλο του τευχους 94

Η Κατερίνα Θωίδου εξηγεί πώς φτάσαμε στον αντιρατσιστικό σεισμό της 24ης Αυγούστου ενάντια στα πογκρόμ του Δένδια και της Χρυσής Αυγής.

Το συλλαλητήριο της Παρασκευής 24 Αυγούστου ήταν μια ηχηρή απάντηση στη ρατσιστική εκστρατεία του Δένδια, την επιχείρηση σκούπας «Ξένιος Δίας», τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, την πολιτική που άνοιξε το δρόμο για δολοφονικές επιθέσεις από τους νεοναζί της Χρυσής Αυγής. Εικοσιπέντε χιλιάδες διαδηλωτές έδειξαν ότι κυριαρχεί η οργή και όχι ο φόβος.

Ο “Ξένιος Δίας” ξεκίνησε στις 4 Αυγούστου, την ημέρα της επετείου της δικτατορίας του Μεταξά. Η κυβέρνηση έλπιζε ότι μέσα στον Αύγουστο δεν θα υπήρχαν αντιδράσεις και έτσι οι μπάτσοι και οι Χρυσαυγίτες νόμιζαν ότι είχαν την άνεση να οργιάζουν σε βάρος των μεταναστών και των προσφύγων στο κέντρο της Αθήνας και στις γειτονιές. Η επίθεση που έγινε από Χρυσαυγίτες στις 11 Αυγούστου σε τζαμιά στο Ρέντη και στα Καμίνια και μάλιστα πριν το τέλος του Ραμαζανιού, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Αμέσως την επόμενη κιόλας μέρα, με πρωτοβουλία Πακιστανών μεταναστών που ζουν στην περιοχή και του προέδρου της Πακιστανικής Κοινότητας Τζαβέντ Ασλάμ, έγινε σύσκεψη σε τζαμί της Νίκαιας, όπου αποφασίστηκε το συλλαλητήριο στις 24/8.

Η ΚΕΕΡΦΑ έδωσε αμέσως πολιτική και οργανωτική στήριξη σε αυτή την πρωτοβουλία. Κυκλοφόρησε αφίσα και προκήρυξη που άρχισε να μοιράζεται σε γειτονιές και εργατικούς χώρους, ενώ κάλεσε στις 21/8 συνέντευξη τύπου όπου ανακοινώθηκε και επίσημα το κάλεσμα της συγκέντρωσης, σαν μια απάντηση στη ρατσιστική σκούπα του Δένδια και τα εγκλήματα της Χρυσής Αυγής. Στη διάρκεια της συνέντευξης έγιναν επώνυμες καταγγελίες του βασανισμού Πακιστανού μετανάστη, εργαζόμενου στα Ελληνικά Πετρέλαια, σε αστυνομικό τμήμα του Αιγάλεω, καθώς και της εισβολής της αστυνομίας και το ξυλοδαρμό μεταναστών σε σπίτι στο Περιστέρι.

Η στήριξη που έδωσε η ΚΕΕΡΦΑ σε αυτή την πρωτοβουλία, ενθάρρυνε τα πιο αγωνιστικά κομμάτια της Πακιστανικής Κοινότητας να ξεπεράσουν πιέσεις και απόψεις που υπάρχουν στο εσωτερικό της, που εκτιμούσαν ότι πρόκειται για επίθεση στο ισλάμ και επιθυμούσαν μια θρησκευτική κινητοποίηση μόνο των μουσουλμάνων, χωρίς καν να μπαίνει στο στόχαστρο η κυβέρνηση και η Χρυσή Αυγή. Αυτή η πολιτική μάχη κερδήθηκε σε σύσκεψη που κάλεσε η ΚΕΕΡΦΑ και η Πακιστανική Κοινότητα το απόγευμα της 21ης Αυγούστου. Την επόμενη μέρα σε νέα σύσκεψη της Πακιστανικής Κοινότητας αποφασίστηκε το οργανωτικό κομμάτι της διαδήλωσης. Ορίστηκε η περιφρούρηση, τα συνθήματα που θα γράφονταν στα πανώ και στις πικέτες, η διάταξη της πορείας, οι ομιλίες. Ανάλογα μαζέματα έγιναν σε δεκάδες γειτονιές και πόλεις της Αττικής. Με αποτέλεσμα την ίδια τη μέρα να ξεκινήσουν πούλμαν από τη Θήβα, την Οινόη, τα Μέγαρα, το Μενίδι. Έτσι κατάφεραν χιλιάδες Πακιστανοί μετανάστες να φτάσουν στην Ομόνοια παρά την προσπάθεια της αστυνομίας να τους σταματήσει, με σκούπες που έκανε τόσο στα σημεία των προσυγκεντρώσεων, όσο και στο κέντρο της Αθήνας από το πρωί. 35 τουλάχιστον πούλμαν από διάφορα σημεία της Αττικής δεν έφτασαν ποτέ στην Ομόνοια καθώς παρεμποδίστηκαν από την ίδια την αστυνομία. Παρόλα αυτά εκατοντάδες Πακιστανοί μετανάστες από τις γειτονιές άρχισαν να καταφθάνουν με προσυγκεντρώσεις στην Ομόνοια, μαζί με μία σειρά τοπικές κινήσεις της ΚΕΕΡΦΑ από το Περιστέρι, τη Νίκαια, τη Ν. Ιωνία, του Ζωγράφου, την Καλλιθέα. Το συλλαλητήριο έφτασε να έχει τη στήριξη ενός μεγάλου κομματιού της αριστεράς. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΜΑΑ έβγαλαν επίσημο κάλεσμα, ενώ βασικός ομιλητής στην Ομόνοια ήταν ο Δ. Τσουκαλάς Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. Συμμετείχαν το ΚΚΕ-μλ και το ΕΕΚ.

Το συλλαλητήριο της 24ης Αυγούστου ήταν αποτέλεσμα μίας ολόκληρης προσπάθειας που έγινε μέσα στους τελευταίους μήνες – την περίοδο πριν και μετά τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις – να δοθεί σε κάθε γειτονιά απάντηση στις θηριωδίες της Χρυσής Αυγής.

Σταθμός σε αυτή τη μάχη ήταν το αντιφασιστικό συλλαλητήριο στη Νίκαια που έγινε στις 5 του Ιούλη, όπου 2.000 ντόπιοι και μετανάστες πλημμύρισαν την πόλη, με τη συμμετοχή όλης της αριστεράς, την ίδια στιγμή που οι φασίστες της Χρυσής Αυγής, ύστερα από επιτακτική έκκληση για “πανκινητοποίηση”, κατάφεραν να μαζέψουν μόλις 100 άτομα για να περιφρουρήσουν τα τοπικά τους γραφεία.

Μετά την επιτυχία της Νίκαιας η ΚΕΕΡΦΑ κάλεσε συνελεύσεις μέσα στον Ιούλη σε 20 γειτονιές σε όλη την Αθήνα και τον Πειραιά, που συσπείρωσαν 1.000 περίπου άτομα, ντόπιους και μετανάστες, εκπαιδευτικούς, μαθητές, μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όπου συζητήθηκε η εμπειρία από την επιτυχία της Νίκαιας και η συνέχεια σε κάθε γειτονιά. Αυτές οι συνελεύσεις λειτούργησαν μέσα στον Αύγουστο σαν οργανωτικός ιστός για την οργάνωση του μεγάλου συλλαλητηρίου.

Έτσι φτάσαμε στα τέλη Αυγούστου να οργανώσουμε το πιο μαζικό αντιρατσιστικό αντιφασιστικό συλλαλητήριο των τελευταίων χρόνων. Ηταν αποτέλεσμα όχι μόνο της οργής των μεταναστών για την κλιμάκωση της επίθεσης, αλλά ήταν κυρίως αποτέλεσμα μιας συσσωρευμένης πολιτικής εμπειρίας που έχουν αποχτήσει μέσα από την κοινή δράση με τους ντόπιους εργαζόμενους και τη νεολαία κόντρα στα ρατσιστικά μέτρα των μνημονιακών κυβερνήσεων και τους φασίστες της Χρυσής Αυγής.

Ρατσιστική ατζέντα

Το βάθεμα της οικονομικής κρίσης και τα απανωτά μνημόνια των τριών τελευταίων κυβερνήσεων (Παπανδρέου-Παπαδήμου-Σαμαρά) συνοδεύτηκαν από μία ρατσιστική ατζέντα μέτρων με σκοπό να αποπροσανατολίσουν τους εργαζόμενους, τη νεολαία, τους ανέργους από τα πραγματικά αίτια της φτώχειας και της ανεργίας, δηλαδή την κρίση του συστήματος και την προσπάθεια των κυβερνήσεων και της τρόικας να τη φορτώσουν στις πλάτες των εργαζόμενων.

Οι εξαγγελίες για φράχτες στον Έβρο, ίδρυση στρατοπέδων συγκέντρωσης μεταναστών, οι σκούπες στο κέντρο της Αθήνας και οι εισβολές της αστυνομίας σε σπίτια και γειτονιές, τα κηρύγματα του Λοβέρδου για σπίτια -υγειονομικές βόμβες στο κέντρο της Αθήνας, ήταν μερικά από τα όπλα των κυβερνήσεων προκειμένου να δημιουργήσουν κλίμα μίσους κατά των μεταναστών και να δώσουν πολιτική κάλυψη στην αστυνομική καταστολή σε βάρος των μεταναστών και συνολικά της εργατικής τάξης. Οι προτροπές του Σαμαρά “για ανακατάληψη των πόλεων” που έχουν “καταληφθεί από τους λαθρομετανάστες”, άνοιξαν στη Χρυσή Αυγή το δρόμο για τη Βουλή αλλά και για ανοιχτή πια δολοφονική δράση αυτής της συμμορίας, προσπαθώντας να στήσουν τάγματα εφόδου κατά των μεταναστών, της αριστεράς και των κινημάτων.

Η ΚΕΕΡΦΑ από την ίδρυσή της, τον Ιούλιο του 2009, έβαλε σαν κεντρικό στόχο να χτίσει την ενότητα ντόπιων και μεταναστών μέσα από κοινές πρωτοβουλίες που έβαζαν στο στόχαστρο τις ρατσιστικές κυβερνητικές επιθέσεις και την άνοδο της φασιστικής απειλής. Βάζοντας στο κέντρο της πολιτικής της την διεκδίκηση ανοιχτών συνόρων, νομιμοποίησης των μεταναστών και άσυλο στους πρόσφυγες και δίνοντας τη μάχη για να γίνει υπόθεση όλου του εργατικού κινήματος και της αριστεράς η σύγκρουση με το ρατσισμό και τη φασιστική απειλή.

Είχε καθαρό από την αρχή ότι επειδή η μάχη ενάντια στους φασίστες έχει απέναντί της ένα ολόκληρο σύστημα που τους στηρίζει, από την κυβέρνηση, τα ΜΜΕ, την αστυνομία, τα δικαστήρια, χρειάζεται ενιαιομετωπική αντιμετώπιση και δράση που να συσπειρώνει την πλειοψηφία του κόσμου που σιχαίνεται τη φασιστική βαρβαρότητα. Αυτό σήμανε την επιλογή να μπουν στο αντιφασιστικό κίνημα τα συνδικάτα, οι μαθητές, οι φοιτητές, οι δημοτικές κινήσεις ακόμα και πολιτιστικές ομάδες, ανεξάρτητα από την ηγεσία που έχουν. Τα χτυπήματα απέναντι σε έναν μετανάστη σε μία γειτονιά, αντιμετωπίστηκαν με συλλογική και οργανωμένη απάντηση όλων των δυνάμεων της αριστεράς, των συνδικάτων, των ίδιων των μεταναστών. Η δυναμική της ενιαιομετωπικής δράσης φάνηκε με μία σειρά αντιφασιστικές πρωτοβουλίες που πήρε η ΚΕΕΡΦΑ σε κάθε γειτονιά. Από τη Νίκαια και το Περιστέρι, μέχρι το Μενίδι, τον Ασπρόπυργο, το Ν. Κόσμο, τη Ν. Ιωνία, αλλά και σε όλη την Ελλάδα, το Ηράκλειο, το Ρέθυμνο, τα Χανιά, την Πάτρα, τα Γιάννενα, τη Θεσσαλονίκη.

Έτσι όταν η κυβέρνηση Παπανδρέου, ξέχασε με το καλημέρα τις αντιρατσιστικές της ρητορείες και άρχισε να παίζει ανοιχτά το χαρτί του ρατσισμού ανακοινώνοντας την ίδρυση στρατοπέδων συγκέντρωσης μεταναστών στη Ριτσώνα και στον Ασπρόπυργο, η ΚΕΕΡΦΑ σε συνεργασία με τα Εργατικά Κέντρα της Χαλκίδας και της Ελευσίνας και τα χιλιάδες μέλη της Πακιστανικής Κοινότητας σε αυτές της περιοχές, πήρε την πρωτοβουλία να οργανώσει την απάντηση στη ρατσιστική υστερία της κυβέρνησης, απαιτώντας να ανοίξουν τα κλειστά εργοστάσια και όχι στρατόπεδα συγκέντρωσης και κατάφερε να κάνει εκείνες τις εξαγγελίες να μείνουν στα χαρτιά.

Και ξανά όταν η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ψήφισε το νόμο για την ιθαγένεια, δίνοντας το αυτονόητο δικαίωμα της ιθαγένειας σε ένα απειροελάχιστο αριθμό μεταναστών δεύτερης γενιάς που γεννιούνται στην Ελλάδα, η ΚΕΕΡΦΑ έδωσε την απάντηση με μία σειρά συλλαλητήρια που οργανώθηκαν σε δεκάδες πόλεις σε όλη την Ελλάδα, απαιτώντας ιθαγένεια για όλα τα παιδιά, δίνοντας ταυτόχρονα την κόντρα με το ΛΑΟΣ και τη Χρυσή Αυγή, που επιχείρησαν να στήσουν μία ολόκληρη ρατσιστική καμπάνια πάνω στο ζήτημα της ιθαγένειας.

Ταυτόχρονα η ΚΕΕΡΦΑ έδωσε τη μάχη να εντάξει μέσα στο απεργιακό κίνημα που έριξε την κυβέρνηση Παπανδρέου και τους μετανάστες. Τα μπλοκ της Ένωσης Μεταναστών Εργατών που κατέβαιναν μαζί με τους ντόπιους εργαζόμενους και τη νεολαία στις μεγάλες πανεργατικές απεργίες των τελευταίων χρόνων, έδειξαν στην πράξη ότι οι μετανάστες είναι αναπόσπαστο κομμάτι της εργατικής τάξης και ταυτόχρονα η αποδοχή του κόσμου και τα χειροκροτήματα που εισέπρατταν οι ίδιοι οι μετανάστες, έδιναν τεράστια αυτοπεποίθηση στους ίδιους. Με αυτόν τον τρόπο μπήκε στην ατζέντα του κινήματος ενάντια στα μνημόνια και η μάχη ενάντια στο ρατσισμό και το φασισμό.

Η ΚΕΕΡΦΑ έδωσε από την αρχή τη μάχη για να σπάσει η συνεργασία της αστυνομίας και της Χρυσής Αυγής, παίρνοντας την πρωτοβουλία για την οργάνωση αντιφασιστικού συλλαλητηρίου στο γκέτο του Αγίου Παντελεήμονα. Έχοντας ξεκάθαρο ότι τα εγκλήματα των νεοναζί δεν γίνονται γιατί η τοπική κοινωνία έχει εκφασιστεί, αλλά γιατί είναι αποτέλεσμα αυτού του είδους της συνεργασίας, που στη συνέχεια σε όλη τη προεκλογική περίοδο προσπάθησαν ΕΛΑΣ και Χρυσή Αυγή να στήσουν μέσα στις γειτονιές.

Συνέχεια

Το αντιρατσιστικό-αντιφασιστικό κίνημα χρειάζεται να συνεχίσει, στη νέα περίοδο που ανοίγεται. Από την αποτελεσματικότητα αυτής της μάχης κρίνεται όχι μόνο η δυνατότητα των μεταναστών να ζουν και να δουλεύουν δίπλα στους ντόπιους, αλλά και το μέλλον της εργατικής αντίστασης που μπορεί να τσακίσει τις επιθέσεις που ετοιμάζει η νέα κυβέρνηση απέναντι στους μισθούς, τα σχολεία, τα νοσοκομεία τις κοινωνικές υπηρεσίες. Οι δολοφονικές επιθέσεις απέναντι στους μετανάστες δεν έχουν σαν στόχο να τρομοκρατήσουν μόνο τους ίδιους αλλά να σπείρουν τον τρόμο και την απελπισία μέσα σε όλη την εργατική τάξη. Είναι στην ουσία προάγγελος των επιθέσεων στην αριστερά, στους απεργούς και στους διαδηλωτές.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια κάθε απόπειρα να μπει σε εφαρμογή ένα μνημονιακό μέτρο, συνοδεύτηκε από μια σειρά ρατσιστικά επιχειρήματα που έριχναν τα βάρη στους μετανάστες. Ο Λοβέρδος υποστήριξε ότι οι μετανάστες βουλιάζουν το ΕΣΥ, γιατί κουβαλάνε μολυσματικές ασθένειες, ο Σαμαράς δήλωσε προεκλογικά ότι οι μετανάστες έχουν γεμίσει τα νηπιαγωγεία. Την ίδια ώρα οι περικοπές στη Παιδεία, την υγεία, τους παιδικούς σταθμούς σήμαναν συγχωνεύσεις και κλεισίματα.

Αλλά και συνολικότερα τα δελτία ειδήσεων και οι εφημερίδες αναπαράγουν σχεδόν σαν θέσφατο ότι οι μετανάστες φταίνε για την ανεργία, ότι είναι φορείς της εγκληματικότητας, ότι είναι πολλοί και δεν χωράνε άλλοι, ή ακόμα και ότι η αυξημένη τους παρουσία ευθύνεται για την άνοδο του φασισμού και του ρατσισμού. Οι ίδιοι που απολύουν και σπέρνουν τη φτώχεια τινάζοντας στα ύψη την ανεργία και με την πείνα σπρώχνουν στην εγκληματικότητα για την επιβίωση, επιστρατεύουν τα ρατσιστικά ψέματα.

Οι δηλώσεις του Κασιδιάρη μέσα στη βουλή ότι “οι μετανάστες είναι σκουπίδια”, είναι η πιο ωμή και κυνική, εκδοχή αυτής της ρατσιστικής ιδεολογίας. Γι’ αυτό οι αντιρατσιστικές απαντήσεις απέναντι στην προπαγάνδα του Δένδια και της Χρυσής Αυγής, χρειάζεται να μπολιάσουν κάθε μαχητικό αγωνιστή που παλεύει για να μην περάσουν οι επιθέσεις και οι περικοπές, γιατί έτσι δυναμώνει ακόμα περισσότερο η πάλη της εργατικής τάξης και της νεολαίας για να σώσουν τα κοινωνικά αγαθά, την υγεία και την παιδεία από τη διάλυση και το ξεπούλημα.

Το μεγάλο φεστιβάλ που οργανώνει η ΚΕΕΡΦΑ στις 14 Οκτώβρη στο Γκάζι, φιλοδοξεί να παίξει αυτό το ρόλο. Δεν θα είναι μόνο μια αντιρατσιστική γιορτή με συναυλίες και θεατρικά δρώμενα, αλλά στο κέντρο του φεστιβάλ θα βρίσκεται μία μεγάλη πανελλαδική αντιρατσιστική αντιφασιστική συνέλευση, όπου αγωνιστές που συμμετείχαν σε όλες αυτές τις πρωτοβουλίες θα μεταφέρουν τον πλούτο των εμπειριών τους. Ο στόχος που μπαίνει είναι στη συνέλευση να συμμετέχουν αντιπροσωπείες ντόπιων και μεταναστών αγωνιστών όχι μόνο από τις γειτονιές αλλά και από τους εργατικούς χώρους, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια. Θα είναι μια μεγάλη συνάντηση που θα δώσει έμπνευση και αυτοπεποίθηση για τη συνέχεια της μάχης, κόντρα στην κυβέρνηση της φτώχειας και του ρατσισμού, δυναμώνοντας ακόμα περισσότερο την ενότητα μέσα στο κίνημα και άρα τη δύναμη που μπορεί να τσακίσει την κυβέρνηση.

Σήμερα, είμαστε πολύ πιο δυνατοί σε αυτή τη μάχη. Πρώτο γιατί όλο και μεγαλύτερα κομμάτια της αριστεράς φαίνεται να αντιλαμβάνονται την ανάγκη αντιφασιστικής δράσης και γιατί μέσα από τις μάχες της προηγούμενης περιόδου έχουν αναδειχτεί μετανάστες αγωνιστές που είναι αποφασισμένοι να δώσουν με αυτοπεποίθηση τις νέες μάχες. Να κλιμακώσουμε τη δράση μας μέχρι να στείλουμε τους φασίστες πίσω στις τρύπες τους, μέχρι τη νομιμοποίηση όλων των μεταναστών, μέχρι να δοθεί άσυλο σε όλους τους πρόσφυγες, το άνοιγμα των συνόρων για όλους τους εργάτες, την κατάργηση της συνθήκης Σέγκεν και του Δουβλίνο ΙΙ.

Κόντρα στην απελπισία, τη φτώχεια και την ανεργία που φέρνουν τα μνημόνια, μπορούμε να χτίσουμε ένα δυνατό κίνημα χωρίς διαχωρισμούς, που θα βάλει μπροστά να χτίσει τις δικές του εναλλακτικές λύσεις κόντρα στην κρίση του καπιταλισμού. Και σε αυτή τη μάχη χωράνε όλοι όσοι παράγουν τον πλούτο της κοινωνίας ανεξάρτητα από χρώμα, καταγωγή και φύλο. Το Φεστιβάλ της ΚΕΕΡΦΑ θα είναι η γιορτή της ελπίδας κόντρα στην απελπισία που φέρνει η κρίση και η εξαθλίωση του ΔΝΤ, μια γιορτή διεθνισμού και αντίστασης που θα βάλει μπροστά να χτίσει τα επόμενα βήματα του κινήματος μέχρι τη νίκη.