Άρθρο
Μια κυβέρνηση πανικόβλητη

Εξώφυλλο του τευχους 83

Το εργατικό κίνημα αποδεικνύεται σκληρός αντίπαλος για τους τραπεζίτες και την κυβέρνηση, όπως γράφει η Μαρία Στύλλου.

Όταν τον Οκτώβρη του 2009 το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές με 10 μονάδες πάνω από τη Ν.Δ. υπήρξαν δύο ειδών αντιδράσεις. Από τη μια τα επιτελεία της κυρίαρχης τάξης και του τύπου τους που θριαμβολογούσαν για τα αποτελέσματα και έλπιζαν ότι η νέα κυβέρνηση θα μπορούσε επιτέλους να βάλει φρένο στις απεργίες και στους ξεσηκωμούς της νεολαίας. Ήταν άλλωστε μόλις δέκα μήνες από την εξέγερση του Δεκέμβρη. Από την άλλη ήταν οι σχολιασμοί των αριστερών κομμάτων που με απαισιοδοξία μιλούσαν για μια υποχώρηση του κινήματος. Ο «Ριζοσπάστης» πιο συγκεκριμένα σχολίαζε ότι η οικονομική ύφεση έχει δημιουργήσει φόβο μέσα σε εργατικά κομμάτια με αποτέλεσμα να ρίχνουν ψήφο στο ΠΑΣΟΚ και όχι στο ΚΚΕ. Φέτος, ένα χρόνο μετά, οι εξελίξεις έχουν διαψεύσει και τους δύο. Επτά γενικές απεργίες μέσα σε ένα εξάμηνο – πρωτάκουστο για το εργατικό κίνημα από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης – είναι δύσκολο να τα χαρακτηρίσεις «υποχώρηση», ενώ από την άλλη η εικόνα της κυβέρνησης παραμονές των δημοτικών εκλογών δύσκολα δείχνει ότι ελέγχει τις εξελίξεις. Στο τεύχος του ΣΑΚ που κυκλοφόρησε αμέσως μετά τις περσινές εκλογές η εικόνα που έμπαινε για τις εξελίξεις ήταν ότι: «Με το καλημέρα το ΠΑΣΟΚ βρίσκει μπροστά του το κίνημα που έστειλε στον Καιάδα τη Νέα Δημοκρατία» και ότι «η πλειοψηφία των 10 μονάδων πάνω από τη Ν.Δ. και οι 160 βουλευτές δεν εξασφαλίζουν στη νέα κυβέρνηση ούτε σταθερότητα ούτε ανοχή… Στη νέα χρονιά δεν μπαίνουμε σε μια φάση σταθερότητας ούτε της οικονομίας ούτε της πολιτικής» (ΣΑΚ Νο 77, άρθρο «Ένα φάντασμα ακολουθεί το ΠΑΣΟΚ»).

Αυτό το άρθρο γράφεται πριν από τις εκλογές του Καλλικράτη και γι’ αυτό δεν μπορεί να γνωρίζει τα αποτελέσματα. Όμως ο πανικός της κυρίαρχης τάξης και του ΓΑΠ παραμονές των εκλογών επιβεβαιώνει ότι έχουν χάσει το παιχνίδι. Ότι ακόμα κι αν προχωρήσει γρήγορα σε νέες βουλευτικές εκλογές, ούτε τον έλεγχο των αντιδράσεων μπορεί να εξασφαλίσει, ούτε την προοπτική της πτώχευσης μπορεί να σταματήσει.

Μνημόνιο δεν σημαίνει η κρίση κάτω από έλεγχο

Η κυβέρνηση έλπιζε πέρσι ότι θα μπορούσε να βγάλει την ελληνική οικονομία από την ύφεση. Υπολόγιζε ότι με κάποια κίνητρα και ενέσεις από την «πράσινη ανάπτυξη» και το τέταρτο πακέτο της Ε.Ε., θα ξαναζωντάνευε την οικοδομή και τον τουρισμό. Όμως τα πράγματα εξελίχτηκαν με γρήγορους ρυθμούς προς την αντίθετη μεριά. Η πτώχευση της Dubai World και ο κίνδυνος να τραβήξει μαζί της το ίδιο το Εμιράτο, έκανε τους τραπεζίτες της γης να τρέξουν. Εάν αυτό μπορούσε να συμβεί σε μια χώρα-θαύμα όπως το Ντουμπάι που η χρεοκοπία άφησε μια μαύρη τρύπα 35 δις δολάρια, αυτό θα μπορούσε να συμβεί πιο εύκολα στους χρεωκοπημένους προϋπολογισμούς των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα της περιφέρειας.

Το έλλειμμα της Ελλάδας, σύμφωνα με τις τότε εκτιμήσεις, έφτανε στο 8% του ΑΕΠ, σήμερα μιλάνε για αναθεώρηση που θα φτάσει το 15%-16% σύμφωνα με την Eurostat. Της Ιρλανδίας σύμφωνα με τα καινούργια στοιχεία φτάνει στο 35% του ΑΕΠ. Οι τραπεζίτες μαζί με την Μέρκελ και τον Σαρκοζί σφύριξαν το παρασύνθημα: ο στόχος στα κράτη μέλη της Ευρωζώνης είναι ο έλεγχος των ελλειμμάτων και όχι η έξοδος από την ύφεση. Από κει και πέρα οι εξελίξεις πήραν τη μορφή της χιονοστιβάδας. Το ΠΑΣΟΚ, από το κόμμα της ανάπτυξης και του «λεφτά υπάρχουν», πέρασε τον Φλεβάρη το νέο «Πρόγραμμα σταθερότητας», τον Απρίλη προχώρησε σε συμφωνία ώστε η ελληνική οικονομία να υπαχθεί στον έλεγχο του ΔΝΤ, της Ε.Ε., και της Ε.Κ.Τ. και στη συνέχεια υπέγραψε το Μνημόνιο.

Οι κωλοτούμπες, ιδιαίτερα όταν γίνονται τόσο γρήγορα έχουν τεράστιο πολιτικό κόστος. Το ΠΑΣΟΚ έχασε τρεις βουλευτές, για να κυβερνήσει έχει ανάγκη συνεργασιών που δεν είναι χωρίς κόστος, μέσα στον κόσμο που το στήριζε έχει χάσει κάθε έλεγχο και εκτίμηση και έτσι έχει φτάσει παραμονές των «αυτοδιοικητικών» εκλογών με τις δυνάμεις του συρρικνωμένες και τον κόσμο του να κοιτάει προς τα αριστερά. Είναι η πρώτη φορά που κατεβαίνουν τόσα αντάρτικα ψηφοδέλτια, με απαιτήσεις μάλιστα να πάρουν την πρωτιά απέναντι στον επίσημο υποψήφιο του ΠΑΣΟΚ.

Κοινωνική έκρηξη

«Η οικονομική εξέλιξη δεν είναι αυτόματη διαδικασία. Το ζήτημα δεν περιορίζεται μόνο στις παραγωγικές βάσεις της κοινωνίας. Πάνω σ’ αυτή τη βάση, ζουν και δουλεύουν άνθρωποι και οι εξελίξεις συμβαίνουν μέσα απ’ αυτές τις ανθρώπινες υπάρξεις. Τι έχει λοιπόν συμβεί στο επίπεδο των σχέσεων ανάμεσα σ’ αυτούς τους ανθρώπους, ή πιο επακριβώς ανάμεσα στις τάξεις; Έχουμε δει ότι η Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες επίσης έχουν γυρίσει πίσω κατά 20 με 30 χρόνια σε επίπεδο οικονομικό. Έχουν μήπως πισωγυρίσει ταυτόχρονα και στο ταξικό επίπεδο; Καθόλου. Ο εθνικός πλούτος και το εθνικό εισόδημα πέφτει, αλλά η εξέλιξη των τάξεων συνεχίζει να προοδεύει και όχι να υποχωρεί. Περισσότερος κόσμος προλεταριοποιείται, το κεφάλαιο συγκεντροποιείται, οι τράπεζες συνενώνονται, οι επιχειρήσεις γίνονται τράστ. Σαν αποτέλεσμα, η ταξική πάλη οξύνεται, όσο το εθνικό εισόδημα συρρικνώνεται. Δεν πρέπει να χάσουμε αυτές τις εξελίξεις ούτε για ένα λεπτό. Ενώ η Ευρώπη γυρίζει πίσω κατά 30 χρόνια όσον αφορά τον εθνικό πλούτο, αυτό δεν σημαίνει ότι έχει γίνει νεότερη κατά 30 χρόνια. Όχι, με ταξικούς όρους, έχει γίνει μεγαλύτερη κατά 30 χρόνια».

Έτσι περιγράφει ο Τρότσκι μιλώντας στο Τρίτο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς την κατάσταση που επικρατούσε στην Ευρώπη μετά το τέλος του Α’ Π.Π. και την οικονομική κρίση που ακολούθησε. (Εισήγηση για την Παγκόσμια οικονομική κρίση και νέα καθήκοντα της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Από το βιβλίο: The first 5 years of the Communist International, τμ. 1, έκδοση Pathfinder 1972, δεύτερη έκδοση).

Στο κείμενο αυτό ο Τρότσκι υποστηρίζει ότι η συνείδηση και οι αγώνες της εργατικής τάξης δεν καθορίζονται μόνο από την άμεση συγκυρία αλλά και από το τι προηγήθηκε: τις εμπειρίες, τους αγώνες, την πολιτικοποίηση, και τις οργανώσεις πολιτικές και συνδικαλιστικές της εργατικής τάξης. Ποια είναι τα εμπόδια που μπαίνουν στην τάξη την κρίσιμη περίοδο και πώς μπορεί να τα αντιμετωπίσει.

Το εργατικό κίνημα στην Ελλάδα έχει δώσει τεράστιες μάχες. Έχει μια εμπειρία αγώνων όλη την τελευταία δεκαετία, έχει νίκες και ήττες. Καμιά όμως από τις ήττες δεν μπόρεσε να το τσακίσει. Σ’ αυτό βοήθησε η δύναμη και η έμπνευση που έδωσαν οι παγκόσμιες εξελίξεις. Η εμφάνιση του νέου αντικαπιταλιστικού κινήματος που ξαναθύμισε ότι το σύνθημα «Οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη» όχι μόνο είναι επίκαιρο, αλλά υπάρχει η δύναμη να το παλέψει. Η Πρωτοβουλία Γένοβα στην Ελλάδα έγινε σημείο αναφοράς μέσα στα σχολεία, στις σχολές και στους εργατικούς χώρους. Ακόμα και σήμερα ψηφοδέλτια με αυτό το όνομα, συμμετέχουν και εκλέγουν συνδικαλιστές στα σωματεία. Εκατοντάδες χιλιάδες νεολαίοι και μαχητικοί εργάτες συγκρούστηκαν με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, έβαλαν φραγμό στα σχέδια της ελληνικής κυβέρνησης να στείλει στρατό στο Ιράκ, περιόρισαν τις προθέσεις της για συμμετοχή στο Αφγανιστάν και επηρέασαν τις πολιτικές εξελίξεις όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παντού.

Η κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερς δεν βρήκε αυτό το κίνημα σε υποχώρηση, αλλά στις επάλξεις. Γι’ αυτό και στην ολομέτωπη επίθεση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, δεν επικράτησε η υποχώρηση, αλλά η εφόρμηση. Το πρόβλημα που είχε και έχει να αντιμετωπίσει αυτό το κίνημα, είναι τα εμπόδια της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και ο συντηρητισμός της ρεφορμιστικής αριστεράς. Η ηγεσία της ΓΣΕΕ έκανε και κάνει ό,τι μπορεί για να εμποδίσει τις απεργίες. Ακόμα και στις παραμονές της πρώτης από τα κάτω Πανεργατικής στις 17 Δεκέμβρη, οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ απείχαν. Και την ημέρα που η Πανεργατική και το συλλαλητήριο στις 5 Μάη έγραφε ιστορία, το ΚΚΕ κομπορρημονεί ότι ήταν αυτό που εμπόδισε το οργισμένο πλήθος των απεργών να μπει μέσα στη Βουλή (δηλώσεις του υποψήφιου Δημάρχου Αθήνας Σοφιανού στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Mega).

Αυτά τα εμπόδια δεν έχουν εξαφανιστεί και δεν εξαφανίζονται αυτόματα. Μέσα στις συνθήκες που διαμορφώνονται υπάρχει ανάγκη για μια αριστερά που βρίσκεται μπροστά από τις εξελίξεις και τις ανάγκες της τάξης.

Η Αριστερά

Η ηγεμονία της Αριστεράς δεν έρχεται με συγκολλήσεις, και με επικλήσεις στην ενότητα. Χρειάζεται μια Αριστερά που συντονίζεται με την κίνηση της τάξης και ανταποκρίνεται στις στρατηγικές ανάγκες της. Όταν η Τρίτη Διεθνής έδωσε μάχες για να βοηθήσει τα καινούργια επαναστατικά κόμματα να συνδεθούν με την εργατική τάξη και να ανταποκριθούν σε συνθήκες κρίσης του καπιταλισμού μετά τον Α’ Π.Π. και αμέσως μετά τη Ρώσικη Επανάσταση, τόνιζε την ανάγκη σύνδεσης ανάμεσα στις άμεσες μάχες που δίνει η τάξη και την προοπτική αυτών των αγώνων. Υποστήριζε ότι «την κρίση να πληρώσουν οι καπιταλιστές» μπορούσε να μετατραπεί από σύνθημα σε πρόγραμμα δράσης της εργατικής τάξης. Απέναντι στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που μιλούσαν για μίνιμουμ και μάξιμουμ πρόγραμμα, η Τρίτη Διεθνής μιλούσε για την ανάγκη μιας διαλεκτικής σχέσης ανάμεσα στις άμεσες μάχες και την προοπτική της εργατικής επανάστασης.

«Οι επαναστάτες χρειάζεται να παίρνουν κάθε ανάγκη των μαζών, σαν σημείο εκκίνησης των εργατικών αγώνων που στο σύνολο τους μπορούν να αποτελέσουν ένα δυνατό ρεύμα της κοινωνικής επανάστασης. Τα Κομμουνιστικά Κόμματα δεν βάζουν κανένα μίνιμουμ πρόγραμμα που έχει σαν τάση να δυναμώσει και να διορθώσει το οικοδόμημα του καπιταλισμού που κλυδωνίζεται. Η κατάρρευση αυτού του οικοδομήματος είναι άμεσος στόχος τους, το άμεσο στίγμα τους. Αλλά για να φτάσουν σ’ αυτόν τον στόχο, τα Κομμουνιστικά Κόμματα, χρειάζεται να προβάλουν διεκδικήσεις που η πραγματοποίηση τους αποτελεί μια άμεση και επείγουσα ανάγκη για την εργατική τάξη και χρειάζεται να στηρίξουν αυτές τις διεκδικήσεις μέσα στη μαζική πάλη, χωρίς να ανησυχούν εάν αυτές μπορούν να συνυπάρξουν ή όχι με την εκμετάλλευση των εργατών από τους καπιταλιστές…

Τα Κομμουνιστικά Κόμματα πρέπει να πάρουν υπόψη τους, όχι τις ανάγκες της καπιταλιστικής βιομηχανίας, ούτε τη δύναμη αντίστασης του χρηματιστικού κεφαλαίου, αλλά τη διάσταση της δυστυχίας που το προλεταριάτο δεν μπορεί ούτε πρέπει να αντέξει. Εάν αυτές οι διεκδικήσεις ανταποκρίνονται στις ζωτικές ανάγκες των πλατιών προλεταριακών μαζών, εάν αυτές οι μάζες αισθάνονται ότι χωρίς την πραγματοποίηση αυτών των διεκδικήσεων η ύπαρξη τους είναι αδύνατη, τότε η μάχη γι’ αυτές τις διεκδικήσεις θα αποτελέσει το ξεκίνημα της πάλης για την εξουσία…

…. Στο βαθμό που αυτές οι διεκδικήσεις αγκαλιάζουν και κινητοποιούν τις μάζες όλο και πιο πολύ, στο βαθμό που αυτή η μάχη έρχεται σε αντιπαράθεση με τα ζωτικά συμφέροντα των καπιταλιστών, η εργατική τάξη συνειδητοποιεί ότι εάν αυτή θέλει να ζήσει, ο καπιταλισμός πρέπει να πεθάνει»… (Μανιφέστα, θέσεις και αποφάσεις των πρώτων τεσσάρων συνεδρίων της Κομμουνιστικής Διεθνούς 1919-1923, έκδοση Francois Maspero 1971).­

Μετά τις εκλογές

Η κυβέρνηση μετά τις εκλογές δεν θα βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση. Μπροστά της θα είναι ανοιχτό το δίλημμα: «ελεγχόμενη» πτώχευση για δεκαετίες ή άμεση πτώχευση. Στη Σύνοδο κορυφής του Δεκέμβρη η Ε.Ε. προετοιμάζει νέο κουστούμι για τα κράτη της Ευρωζώνης με μεγάλα ελλείμματα. Το σχέδιο της Μέρκελ είναι να δημιουργηθεί ένας νέος κανονισμός με πολύ πιο σκληρούς όρους για την Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ισπανία, την Ιρλανδία και όσους δεν εφαρμόζουν τη σκληρή δημοσιονομική πολιτική που επιβάλει η σταθερότητα του Ευρώ.

Αυτός είναι ένας φαύλος κύκλος επιλογών, «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα» και προκαλεί συγκρούσεις μέσα στην ίδια την κυβέρνηση. Οι διαφωνίες της Κατσέλη, του Ρέππα και μιας σειράς υπουργών δεν έχουν να κάνουν με τις εργατικές διεκδικήσεις, αλλά με το αδιέξοδο. Ούτε αυτοί έχουν καμιά πρόταση, απλά αποφεύγουν να δέσουν την τύχη τους με ένα καράβι που βουλιάζει.

Μετά τις εκλογές θα μεγαλώσουν τις αντιδράσεις γιατί όλοι ξέρουν ότι τα αποτελέσματα δεν θα καταγράφουν μια απλή δυσαρέσκεια μετά από ένα χρόνο κυβέρνησης, αλλά τους συσχετισμούς μπροστά στο νέο γύρο της σύγκρουσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και την εργατική αντίσταση.

Η «μεταρρύθμιση» της Διαμαντοπούλου στην εκπαίδευση θα συγκρουστεί με τα καλύτερα οργανωμένα συνδικάτα των εκπαιδευτικών και με το φοιτητικό κίνημα. Τα αποτελέσματα των εκπαιδευτικών στις εκλογές για τα ΚΥΣΔΕ και ΚΥΣΠΕ (υπηρεσιακά συμβούλια στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση) έδωσαν μεγάλα ποσοστά στην αριστερά και κατέγραψαν πτώση και του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. Οι Παρεμβάσεις, η παράταξη της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, είχαν μεγάλη άνοδο σε σύγκριση με το 2008.

Δεν είναι το μόνο μέτωπο που ανοίγει. Η διάλυση και η συνένωση μιας σειράς νοσοκομείων του ΕΣΥ που οργανώνει ο Λοβέρδος, η εφαρμογή του Καλλικράτη στους Δήμους, έχουν βγάλει όλα τα εργατικά κομμάτια έξω.

Ήδη η ΠΟΕ ΟΤΑ αποφάσισε να καλέσει 24ωρη απεργία στις 19 Νοέμβρη, λίγες μέρες μετά το δεύτερο γύρο, και απειλεί ότι θα την μετατρέψει σε διαρκείας. Στις ΔΕΚΟ και ιδιαίτερα στις συγκοινωνίες έχουν ανοίξει μεγάλες μάχες.

Αυτή η εικόνα δείχνει ότι ακόμα και πριν να έρθουν καινούργια μέτρα και νέο Μνημόνιο, η εργατική τάξη και η νεολαία βρίσκεται επί ποδός πολέμου.

Μέσα σε τέτοιες συνθήκες, είναι καθαρό ότι μια ήττα του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. στις εκλογές, θα δώσει νέο αέρα στην εργατική αντίσταση και θα βάλει την Αριστερά μπροστά σε νέα καθήκοντα.