Βιβλιοκριτική
Πώς να διαβάσουμε τον Αντόνιο Γκράμσι;

Εξώφυλλο του τευχους 83

Ο Θανάσης Καμπαγιάννης δίνει με το άρθρο αυτό έναν οδηγό για τα κείμενα του Γκράμσι με τρόπο που διατηρεί το επαναστατικό νήμα τους.

Το έργο και η σκέψη του Αντόνιο Γκράμσι κάνουν ξανά την εμφάνισή τους. Οι συνθήκες της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης και της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης στην οποία βρίσκεται η ελληνική κοινωνία με την εφαρμογή του Μνημονίου ΕΕ-ΔΝΤ-ΕΚΤ ξαναφέρνουν στο προσκήνιο τα μεγάλα ερωτήματα: πώς είναι εφικτός ο ριζικός μετασχηματισμός μίας κοινωνίας σε κρίση, πώς μπορεί η εργατική τάξη να οικοδομήσει την δική της εναλλακτική λύση ως ηγέτιδα τάξη του αντικαπιταλιστικού μετώπου, ποιός ο ρόλος της Αριστεράς. Η επανέκδοση του συνόλου σχεδόν του γκραμσιανού έργου που ήταν διαθέσιμο στα ελληνικά από το 2005 και μετά δείχνει πως υπάρχει πλέον τόσο το ενδιαφέρον όσο και η δυνατότητα για ένα νέο κύμα ανάγνωσης και εξοικείωσης με τη σκέψη του σημαντικού αυτού επαναστάτη μαρξιστή.

Όμως, τα προβλήματα ενός τέτοιου μαζικού διαβήματος προκύπτουν από την πρώτη κιόλας στιγμή. Ενώ η προσέγγιση του Λένιν συνεπάγεται την ανάγνωση έργων τόσο κλασικών και αυτονόητων όσο το Κράτος και Επανάσταση και ο Ιμπεριαλισμός, ενώ η γνωριμία με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ ξεκινά με το Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση και του Τρότσκι με την Προδομένη ή τη Διαρκή, τα πράγματα δεν είναι το ίδιο αυτονόητα στην περίπτωση του Γκράμσι. Τι έχουμε να προτείνουμε στους νέους αγωνιστές του αντικαπιταλιστικού κινήματος ή σε παλιότερους που δεν εντρύφησαν ποτέ στο Γκράμσι ως αφετηρία μελέτης και γνωριμίας του; Αυτό το άρθρο θα επιχειρήσει να δώσει μια απάντηση στο ερώτημα αυτό, αφού πρώτα εξηγήσει τις αιτίες των δυσκολιών που εμπεριέχει η περίπτωση Γκράμσι.

Λάθος ερώτημα;

Η συνηθέστερη απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι αυτή που δόθηκε στον προηγούμενο γύρο ανάγνωσης και γνωριμίας με τη σκέψη του Γκράμσι: το ίδιο το ερώτημα είναι, κατά την άποψη αυτή, λανθασμένο γιατί θέτει τον Γκράμσι σε μια συνάφεια στην οποία ποτέ δεν ανήκε. Ο Γκράμσι δεν ανήκει στον κύκλο των επαναστατών μαρξιστών που προαναφέρθηκαν, γι’ αυτό και δεν μπορεί να προσεγγιστεί με τον ίδιο τρόπο. Σε αντίθεση με τον Λένιν και τον Τρότσκι, ο Γκράμσι ανοίγει, υποτίθεται, έναν καινούργιο κύκλο μαρξιστών που υπερβαίνει τα πολιτικά και στρατηγικά όρια της Τρίτης Διεθνούς (είτε της λενινιστικής είτε της σταλινικής). Έτσι, ο Γκράμσι χρησιμοποιήθηκε και προβλήθηκε τις δεκαετίες του 1970 και 1980 ως ο θεωρητικός της ευρωκομμουνιστικής στρατηγικής, μιας στρατηγικής που απορρίπτει την κατά Λένιν «συντριβή του κρατικού μηχανισμού» και προκρίνει μια στρατηγική ηγεμονίας που περνάει μέσα από την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας στα πλαίσια του καπιταλισμού, ως σταθμού στη διαδικασία του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.

Σε ένα από τα πιο σημαντικά και με επιρροή έργα για τη θεωρία του Γκράμσι για το κράτος, η Κριστίν-Μπυσί Γκλυκσμάν, μέλος του Γαλλικού ΚΚ, αποδίδει στον Γκράμσι το ερώτημα: «πώς μπορούμε, όταν διαθέτουμε ένα μέρος της εξουσίας (την κυβέρνηση), να κατακτήσουμε όλη την εξουσία, το κράτος στην ολότητά του;».1 Το γεγονός ότι το ερώτημα αυτό δεν τίθεται ποτέ στο έργο του Γκράμσι, αλλά μάλλον απαντάει στα στρατηγικά διλήμματα του κυβερνητισμού του Γαλλικού ΚΚ στη συγκυρία της δεκαετίας του ’70 δεν σήμαινε και πολλά: η προηγούμενη ανάγνωση του Γκράμσι σημαδεύτηκε από τον ευρωκομμουνισμό, σε σημείο που ακόμα και αυτή η επαναστατική Αριστερά τον θεώρησε (ρητά ή υπόρρητα) ένα χαράκωμα κατειλημμένο από τις δυνάμεις του αντιπάλου. Κι όμως το ξεδίπλωμα της ευρωκομμουνιστικής στρατηγικής σήμανε την εγκατάλειψη της σκέψης του Γκράμσι που σωστά θεωρήθηκε ότι την αντιβαίνει.

Έτσι, λέει ο Νίκος Πουλαντζάς το 1977: «Στο βάθος πιστεύω ότι σήμερα δεν μπορούμε να επαναλάβουμε την επανάσταση του Οκτώβρη με οποιαδήποτε μορφή. Το υπόβαθρο της επανάστασης του Οκτώβρη δεν είναι μόνο η αντίθεση που εντόπισε ο Γκράμσι ανάμεσα στον πόλεμο κινήσεων και τον πόλεμο θέσεων. Πιστεύω ότι και ο ίδιος ο Γκράμσι παραμένει στο βάθος μέσα στο πλαίσιο και το πρότυπο της επανάστασης του Οκτώβρη... Τι σημαίνει για τον Γκράμσι πόλεμος θέσεων: Ο πόλεμος θέσεων είναι η περικύκλωση του οχυρού Κράτος από το εξωτερικό του, από τις δομές της λαϊκής εξουσίας. Αλλά στο βάθος είναι η ίδια πάντα ιστορία, πρόκειται για το οχυρό, κατάλαβες; Ή θα επιτεθούμε μονομιάς – πόλεμος κινήσεων – ή θα το πολιορκήσουμε – πόλεμος θέσεων. Αλλά επιτέλους, δεν υπάρχει στον Γκράμσι η αντίληψη ότι μια πραγματική επαναστατική ρήξη μπορεί, σε συνδυασμό με μια εσωτερική πάλη, να τοποθετείται σ' αυτό ή το άλλο σημείο του ίδιου του κρατικού μηχανισμού».2 Η παραδοχή αυτή, ωστόσο, όσο εντυπωσιακή και αν είναι, δεν αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο γενικότερα προσλήφθηκε τη δεκαετία του ’70 και του ’80 το γκραμσιανό έργο.

Μια διαδρομή μετ’ εμποδίων

Στην πραγματικότητα, για να φτάσει στον δέκτη του, το έργο του Γκράμσι έχει να ξεπεράσει ένα διάδρομο πολλαπλών εμποδίων που μπορούμε να τα κωδικοποιήσουμε σε τρία σημεία: στο πώς γράφτηκε, στο πώς διαβάστηκε και στο πώς εκδόθηκε. Λίγα πράγματα για το καθένα.

Πώς γράφτηκε: τα γραπτά του Γκράμσι χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες.

Α) Σε αυτά που γράφτηκαν πριν τη φυλάκισή του το 1926, κατά κύριο λόγο στις εφημερίδες και τα περιοδικά του Σοσιαλιστικού και Κομμουνιστικού Κόμματος, και αποτελούν ένα ογκώδες σώμα (κατ’ εκτίμηση του ίδιου θα μπορούσαν να πιάνουν 15 ή 20 τόμους από 400 σελίδες ο καθένας!).

Β) Σε αυτά που γράφτηκαν μετά τη φυλάκισή του (γνωστά και ως Τετράδια της Φυλακής, 29 τον αριθμό) από το 1929 (όταν του δόθηκε η δυνατότητα να γράφει) μέχρι το 1936. Από αυτή την άποψη, ο Γκράμσι αποτελεί μια εξαίρεση στους κόλπους των επαναστατών μαρξιστών του Μεσοπολέμου, γιατί κανείς άλλος δεν γνώρισε μια τόσο μακροχρόνια αποκοπή από την ενεργό δράση στο επαναστατικό κίνημα. Έχει γραφτεί επανειλημμένα ότι η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Γκράμσι είναι «κωδική», μιας και τα κείμενα και η αλληλογραφία του τελούν υπό τη διαρκή επιτήρηση των φασιστών δεσμοφυλάκων του. Το γεγονός αυτό δεν αμφισβητείται, πρώτα και κύρια από τον ίδιο τον Γκράμσι.

Ωστόσο, το βασικό εμπόδιο που βίωνε ο φυλακισμένος Γκράμσι ήταν άλλο. Το συμπέρασμα που πρέπει να βγάλουμε, για παράδειγμα, από την απόδοση του μαρξισμού με τον όρο «φιλοσοφία της πράξης» στα Τετράδια της Φυλακής δεν είναι τόσο αυτό της λογοκρισίας, όσο μιας συγκλονιστικής, βιωματικής αντίφασης: ο μαρξιστής Γκράμσι θεωρούσε μέτρο του μαρξισμού την πράξη, από την οποία όμως ήταν ολοκληρωτικά αποκομμένος. Και ως πράξη δεν εννοούσε βέβαια την θεωρητική ανάπτυξη του μαρξισμού, όσο και αν αυτός ήταν ο τρόπος του να συνδέεται με το επαναστατικό κίνημα στις δεδομένες συνθήκες, αλλά την πρακτική υλοποίησή του, που για αυτόν δεν σήμαινε τίποτε άλλο από την οικοδόμηση του κομμουνιστικού κόμματος. Το γεγονός αυτό έχει βαθιές επιπτώσεις στα κείμενα των Τετραδίων της Φυλακής: στη θεματολογία τους, στον εσωτερικό τρόπο με τον οποίο είναι γραμμένα, στη σύνδεση τους με τη ζωντανή πραγματικότητα. Ο Γκράμσι είχε βαθιά συναίσθηση αυτών των δυσκολιών τις οποίες ποτέ δεν απέκρυψε.

Πώς διαβάστηκε: το έργο του Γκράμσι διαβάστηκε υπό το πρίσμα του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος και των στρατηγικών του επιλογών. Το Ιταλικό ΚΚ κατέλαβε σημαίνοντα ρόλο στην πολιτική σκηνή μετά την εμπειρία της Αντίστασης στο φασισμό τη δεκαετία του ’40. Η συμμετοχή του στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας μετά το τέλος του Πολέμου σήμανε και μια αντίστοιχη ιδεολογική προσπάθεια ένταξής του στην «εθνική ζωή».3 Κομμάτι αυτής της προσπάθειας ήταν και η προβολή του Γκράμσι ως ενός εθνικού διανοουμένου από τη σκοπιά της Αριστεράς. Πάνω σε αυτή την προβολή, και με δεδομένη την αλλαγή που συνέβη στους κόλπους του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος το 1956 με την αποκαθήλωση του Στάλιν από τον Χρουστσόφ στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, άρχισε να οικοδομείται ο «ιταλικός δρόμος για τον σοσιαλισμό» και να θεμελιώνεται ο ευρωκομμουνισμός. Το έργο του Γκράμσι αξιοποιήθηκε από την ηγεσία του ΙΚΚ (με πρώτο τον Τολιάτι) για την ευόδωση αυτής της στρατηγικής τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.

Πώς εκδόθηκε: ως συνέπεια των παραπάνω η έκδοση του έργου του Γκράμσι φέρει τα ίχνη αυτής της στρατηγικής. Καταρχάς στην Ιταλία, η έκδοση επιλεγμένων αποσπασμάτων των Τετραδίων της Φυλακής (υπό την επίβλεψη του Τολιάτι) γίνεται την τριετία 1948-1951. Τις εκδόσεις αυτές (από τον οίκο Einaudi) ακολουθούν στη συνέχεια και οι μεταφραστικές απόπειρες σε άλλες χώρες. Παντού, η έκδοση των Τετραδίων προηγείται της έκδοσης των πολιτικών κειμένων του Γκράμσι πριν την φυλάκισή του. Η αγγλόφωνη έκδοση των Τετραδίων της Φυλακής (που είναι σημαντική για την διεθνή εξάπλωση της σκέψης του Γκράμσι), με επιμέλεια του Κουίντιν Χόαρ, γίνεται το 1971, ενώ η έκδοση τμήματος των πολιτικών του κειμένων πριν την φυλακή γίνεται το 1977 και 1978.

Ο Γκράμσι στην Ελλάδα

Ανάλογη είναι η πορεία της έκδοσης του Γκράμσι στην Ελλάδα. Οι μεταφράσεις έγιναν απευθείας από τα ιταλικά (ακολουθώντας έτσι και τον ιταλικό μπούσουλα, σε τίτλους, σειρά, κοκ), μάλιστα – ειρωνία της ιστορίας – από συντρόφους εξόριστους ή κλεισμένους στις φυλακές της Χούντας. Το μεγαλύτερο βάρος της εκδοτικής παραγωγής το έφερε ο Στοχαστής, καθώς και οι εκδόσεις Οδυσσέας και Ηριδανός.4 Όπως και αλλού, εκδόθηκαν πρώτα (1972-1974) τα διαθέσιμα Τετράδια της Φυλακής (Οι διανοούμενοι, Ιστορικός υλισμός, Η οργάνωση της κουλτούρας, Παρελθόν και Παρόν, Για το Μακιαβέλι) και στη συνέχεια (1975-1976) εκδόθηκαν κείμενα του Γκράμσι από την ενεργό δράση (Εργοστασιακά Συμβούλια, Πολιτικά Κείμενα). Η έκδοση Γκράμσι συνεχίστηκε τη δεκαετία του ’80 πάλι με κείμενα των Τετραδίων της Φυλακής (Λογοτεχνία και Εθνική Ζωή, Risorgimento). Εξαίρεση αποτέλεσε μια συλλογή πολιτικών του κειμένων απο το 1914 ως το 1920 με τον τίτλο Σοσιαλισμός και Κουλτούρα.

Ένα γενικότερο σχόλιο που μπορεί να γίνει εδώ για την ελληνική εκδοτική παραγωγή του Γκράμσι είναι ότι ενώ η γνωριμία με τα – διαθέσιμα έστω – Τετράδια της Φυλακής έγινε σχετικά νωρίς και εκτενώς, τα Πολιτικά Κείμενα του Γκράμσι σχεδόν αποσιωπήθηκαν. Αν εξαιρέσει κανείς τα κείμενα του 1919-1920 (που περιλαμβάνονται επαρκώς στον τόμο των Εργοστασιακών Συμβουλίων), τα υπόλοιπα έμειναν άγνωστα: αφενός τα κείμενα του 1920-1926 που αποτελούν τη συγκροτημένη προσπάθεια του Γκράμσι να μεταλαμπαδεύσει την εμπειρία της Κόκκινης Διετίας στο νεοσύστατο Κομμουνιστικό Κόμμα είναι στην πλειοψηφία τους αμετάφραστα. Η συλλογή Πολιτικά Κείμενα των εκδόσεων Οδυσσέας (1976) περιέχει μικρό μόνο κομμάτι από τα γραπτά του Γκράμσι, εξαντλήθηκε δε σχετικά νωρίς μέσα στην πλημμυρίδα της Μεταπολίτευσης. Από τη συλλογή αυτή λείπουν όλα τα κείμενα των ετών 1920-1924, αλλά και κείμενα-ορόσημα όπως οι Θέσεις της Λυών του 1926. Αφετέρου, τα κείμενα του 1914-1920 που είναι διαθέσιμα στα ελληνικά (λόγω και της επιλογής τίτλου – Σοσιαλισμός και Κουλτούρα) σπάνια γίνεται κατανοητό ότι ανήκουν σε αυτή την περίοδο. Η αγγλική έκδοση που περιέχει τα αντίστοιχα άρθρα είναι πολύ πιο ρητή: έχει τίτλο Selections from Political Writings 1910-1920.

Αλλά και πέρα από αυτό, πρέπει να έχουμε συναίσθηση πόσο μικρό είναι το κομμάτι των γραπτών του Γκράμσι εκείνης της περιόδου που μας είναι διαθέσιμο: τα χρόνια 1980-1984 οι εκδόσεις Einaudi με επιμέλεια του Sergio Caprioglio εξέδωσαν τρεις τόμους κειμένων των ετών 1910-1919 που αθροιστικά ξεπερνάνε τις 2.500 σελίδες. Η ανάγνωσή τους έχει πλέον καταστήσει καθαρό ότι η θεματολογία και το περιεχόμενο των Τετραδίων της Φυλακής αποτελεί συνέχεια επεξεργασιών που ο Γκράμσι είχε ξεκινήσει στη διάρκεια της πολιτικής του δράσης και πρέπει να αναγνωστούν μέσα από αυτό το πρίσμα.

Ένα αναγνωστικό πλάνο

Με δεδομένες τις εκδοτικές διαθεσιμότητες, η πρόταση ανάγνωσης του έργου του Γκράμσι που κάνουμε έχει το ακόλουθο σχήμα:

1. Η προσέγγιση του έργου του Γκράμσι καλό είναι να ξεκινάει με κάποια βιβλία που το θέτουν στο ιστορικό του πλαίσιο, παρέχοντας κάποιες πρώτες, αναγκαίες πληροφορίες. Τα δύο βιβλία που μπορούν να παίξουν αυτό το ρόλο σήμερα είναι η έκδοση των Chris Bambery και Chris Harman με τίτλο Αντόνιο Γκράμσι: η ζωή και οι ιδέες ενός επαναστάτη από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο και το βιβλίο των Χόαρ και Σμιθ με τίτλο Για το Γκράμσι από τον Στοχαστή. Παρόμοιο ρόλο παλιότερα είχαν παίξει η βιογραφία του Γκράμσι από τον Φιόρι και η μελέτη του Τρικούκη, αλλά και τα δύο αυτά βιβλία έχουν εξαντληθεί από καιρό.

2. Όπως έχει ήδη γίνει κατανοητό, η πρόταση αυτού του άρθρου είναι η ανάγνωση των πολιτικών κειμένων του Γκράμσι πριν την ανάγνωση των Τετραδίων, ως αφετηρία για την προσέγγιση του έργου του. Έτσι, δύο έργα του πρέπει να διαβαστούν πρώτα και μαζί: τα Εργοστασιακά Συμβούλια, που είναι τα κείμενά του στις εφημερίδες Avanti και Ordine Nuovo, την περίοδο του μεγάλου κύματος εργατικών καταλήψεων τα χρόνια 1919-1920. Και η συλλογή Πολιτικά Κείμενα, που παρόλες τις ελλείψεις της είναι απαραίτητο συμπλήρωμα στα Εργοστασιακά Συμβούλια, γιατί – πέρα από το Σοβιέτ και το Συνδικάτο – βάζει την παράμετρο του Κόμματος που γίνεται μετέπειτα κομβική στη σκέψη και τη δράση του Γκράμσι. Για μια ολοκληρωμένη εικόνα, προτείνεται περαιτέρω το διάβασμα του τόμου Σοσιαλισμός και Κουλτούρα (κείμενα 1914-1920).

3. Τα Τετράδια της Φυλακής είναι ένας τεράστιος πλούτος όχι μόνο για το γκραμσιανό έργο, αλλά και για τον ίδιο τον μαρξισμό. Διακρίνονται ωστόσο από έλλειψη συστηματικότητας, λόγω των συνθηκών κάτω από τις οποίες γράφτηκαν.

Η πρότασή μας είναι ο αναγνώστης να ξεκινήσει από τα πιο πολιτικά τους κομμάτια. Είναι αυτά στα οποία ο Γκράμσι ορίζει το Κόμμα ως τον Σύγχρονο Ηγεμόνα, επεκτείνει τις επεξεργασίες του Λένιν για την πολιτική ως ειδικό πεδίο της ταξικής πάλης, διατυπώνει τη θεωρία του για το κράτος και την κοινωνία των πολιτών, καθώς και τις συνέπειές που αυτή έχει στην επαναστατική δράση στις χώρες της Δύσης. Τα κείμενα αυτά βρίσκονται κατά βάση στο βιβλίο Για το Μακιαβέλι από τις εκδόσεις Ηριδανός (πρόκειται για τα κείμενα που είναι γνωστά ως ο Σύγχρονος Ηγεμόνας). Μια αντιπαραβολή με την αγγλική έκδοση (Selection from the Prison Notebooks), δείχνει ότι στο υποκεφάλαιο Notes on Politics περιέχονται κείμενα που δεν υπάρχουν στο Για το Μακιαβέλι, κάποια από αυτά σημαντικά όπως τα αποσπάσματα για τον πόλεμο κινήσεων και τον πόλεμο θέσεων, για το αυθόρμητο και τη συνειδητή ηγεσία, για τη ζύμωση και την προπαγάνδα και ούτω καθεξής. Τα αποσπάσματα αυτά υπάρχουν στα ελληνικά στη συλλογή Παρελθόν και Παρόν. Η ανάγνωση αυτών των δύο βιβλίων δίνει μια πρώτη, βασική εικόνα των θεωρητικοποιήσεων του Γκράμσι.

4. Κεντρικές έννοιες στο έργο του Γκράμσι είναι οι διανοούμενοι και η κουλτούρα. Και οι δύο έχουν πολιτική αφετηρία: αφενός την ανάδειξη από πλευράς της εργατικής τάξης οργανικών διανοουμένων που να ενισχύουν την ηγεμονική της στρατηγική στο δρόμο για την κατάκτηση της εξουσίας, αφετέρου την οργάνωση και τη διάχυση μιας νέας συστηματικής κουλτούρας στις υποτελείς τάξεις (η οργάνωση μιας κομματικής σχολής ανάδειξης στελεχών ήταν μόνιμα στα ενδιαφέροντα του Γκράμσι πριν φυλακιστεί, μονάχα που στα Τετράδια οι αναφορές γενικεύονται προς την κατεύθυνση του εκπαιδευτικού συστήματος και του Τύπου). Οι σκέψεις αυτές περιέχονται στα βιβλία Οι διανοούμενοι (πιο συστηματικά στις σελίδες 53-77) και Η οργάνωση της κουλτούρας (ιδιαίτερα στις σελίδες 9-36).

5. Η σημαντικότερη φιλοσοφική παρέμβαση του Γκράμσι βρίσκεται συγκεντρωμένη στα κείμενά του για τον ιστορικό υλισμό. Ο τίτλος της ιταλικής έκδοσης είναι Ο ιστορικός υλισμός και η φιλοσοφία του Μπενεντέτο Κρότσε και περιέχει εκτός των άλλων και μια αντίκρουση του Μπουχάριν που είναι κατά τον Γκράμσι εκφραστής ενός μηχανιστικού υλισμού. Στα ελληνικά η έκδοση έχει τίτλο Ιστορικός υλισμός και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οδυσσέας.

6. Ολοκληρώνοντας τον κύκλο των Τετραδίων, μπορεί όποιος το επιθυμεί να προχωρήσει στα κείμενα του Γκράμσι για την ιταλική ιστορία και τη λογοτεχνία (Risorgimento και Λογοτεχνία και Εθνική Ζωή). Επίσης, κυκλοφορεί τμήμα της αλληλογραφίας του Γκράμσι με τα συγγενικά του πρόσωπα (Γράμματα από τη Φυλακή), που θυμίζει τις σκληρές συνθήκες απομόνωσης που βίωνε ο φυλακισμένος επαναστάτης και κάτω από τις οποίες έγραφε τα Τετράδια της Φυλακής.

Ακόμα και αν δεν ολοκληρώσει κανείς το διάβασμα του συνόλου του διαθέσιμου έργου του Γκράμσι, η προσέγγισή του με αυτό δικαιώνει την εκτίμηση ότι τα έργα που συνέγραψαν οι επαναστάτες μαρξιστές του Μεσοπολέμου εξακολουθούν μέχρι και σήμερα να αποτελούν την υψηλότερη κορυφή των στρατηγικών συζητήσεων για την υπέρβαση του καπιταλισμού. Η επιστροφή στο έργο τους και η αξιοποίηση της πείρας που αυτό προσφέρει στο επαναστατικό κίνημα παίρνουν έτσι έναν χαρακτηρα όχι νοσταλγίας, αλλά μιας επείγουσας αναγκαιότητας για να ανταποκριθούμε με επιτυχία στα πιεστικά ζητήματα που μας θέτει η σημερινή, βαθιά καπιταλιστική κρίση. 

  1. Κριστίν Μπυσί-Γκλυκσμάν, Ο Γκράμσι και το Κράτος, Θεμέλιο, Αθήνα 1984, σελ. 346.
  2. Νίκος Πουλαντζάς (συνέντευξη στον Henri Weber), «Το κράτος και η μετάβαση στον σοσιαλισμό», Θέσεις, τεύχος 27, Απρίλιος-Ιούνιος 1989.
  3. Για μια ανάλυση της στρατηγικής του ΙΚΚ, βλέπε το όγδοο κεφάλαιο του βιβλίου: Λέανδρος Μπόλαρης, Επανάσταση και Αντεπανάσταση στην Ελλάδα – Ο εμφύλιος πόλεμος 1946-1949, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, Αθήνα 2010.
  4. Ο Λουκάς Αξελός του Στοχαστή σήκωσε αναμφισβήτητα το μεγαλύτερο βάρος της έκδοσης του Γκράμσι στην Ελλάδα. Δική του είναι και η καλύτερη επισκόπηση της εκδοτικής αυτής περιπέτειας, μαζί με μια αναλυτική βιβλιογραφία, στο: Λουκάς Αξελός, «Οι εκδόσεις του Γκράμσι στα Ελληνικά», Τετράδια Πολιτικού Διαλόγου, Έρευνας και Κριτικής, τεύχος 17-18 (1987), σελ. 107-116.