Εξώφυλλο του τευχους 83
Στα μονοπάτια του Αντόνιο Γκράμσι
Σε αυτό το βιβλίο είναι συγκεντρωμένα δοκίμια τα οποία, σύμφωνα με τον πρόλογο των επιμελητών, έχουν «ενοποιητικό στοιχείο» την «αναζήτηση των γκραμσιανών επιρροών στα σύγχρονα θεωρητικά ρεύματα των κοινωνικών επιστημών, ιδίως από την δεκαετία του ’70 και ύστερα». Από αυτό καταλαβαίνει κανείς ότι είναι μια σειρά κειμένων που προορίζονται για ένα σχετικά στενό κύκλο ανθρώπων. Αυτό από μόνο του δεν θα ήταν κακό, αν οι γκραμσιανές επιρροές στις οποίες αναφέρεται η έκδοση, δεν επισκίαζαν τον ίδιο τον Γκράμσι.
Σ’ αυτό το τεύχος του περιοδικού μας δημοσιεύεται ένα πολύ καλό άρθρο του Θ. Καμπαγιάννη για τις «αναγνώσεις» του Γκράμσι ή για την ακρίβεια για τις αναγνώσεις που έχει υποστεί το έργο του Γκράμσι. Γι’ αυτό τον λόγο, δεν χρειάζεται να επεκταθούμε πολύ στο είδος της ανάγνωσης που κάνουν τα δοκίμια που περιλαμβάνονται εδώ.
Το πρόβλημα είναι πολύ πιο ριζικό. Οι «γκραμσιανές επιρροές», δηλαδή έννοιες που έχουν αποσπαθεί από τα «Τετράδια της Φυλακής» και έχουν μεταλλαχθεί μέχρι να μην αναγνωρίζονται, δεν είναι καθόλου γόνιμες ούτε για την κατανόηση ενός πυκνού, πολυεπίπεδου αλλά και ηθελημένα αποσπασματικού έργου όπως αυτό που άφησε ο Γκράμσι στα «Τετράδια» ούτε για τη μελέτη του σύγχρονου καπιταλισμού. (Έστω του «ψηφιακού» όπως αναφέρει το οπισθόφυλλο, χωρίς να κάνει τον κόπο να μας διαφωτίζει για αυτή τη κοσμογονική εξέλιξη).
Ο Γκράμσι ήταν ιδρυτικό μέλος και από ένα σημείο και μετά ηγέτης του Ιταλικού Κ.Κ. Το έργο του, πριν και κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του, ηταν αφιερωμένο στην οικοδόμηση του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης. Προφανώς, οι ένοιες που χρησιμοποίησε μπορούν να αξιοποιηθούν στην κατανόηση ενός καπιταλισμού πολύ διαφορετικού απ’ της Ιταλίας και της Δ. Ευρώπης της εποχής του. Αλλά δεν μπορούν να το κάνουν, αν τις “αδειάσουμε” απ’ το περιεχόμενο που τους έδινε ο ίδιος ο Γκράμσι.
Αντίθετα, αυτό που διαβάζουμε είναι οι διαθέσεις, προτιμήσεις, ενίοτε και προκαταλήψεις των συγγραφέων. Για λόγους χώρου, ας περιοριστούμε σε μερικά σημεία από τα κείμενα των δυο επιμελητών.
Ο Γιάννης Βούλγαρης ξεκινάει να μας παρουσιάσει τις διαδοχικές «αναγνώσεις» του Γκράμσι, μας θυμίζει μέχρι και τον ακροδεξιό Μπενουά, αλλά ξεχνάει τον Πέρι Αντερσον για παράδειγμα (για να μην αναφερθούμε σε ιερόσυλους τύπου Χάρμαν). Όταν φτάνει να μιλήσει για το θέμα που έχει επιλέξει ώς τίτλο της συλλογής, έχει να μας πει τούτο: «...το ερώτημα που τίθεται με γκραμσιανούς όρους είναι: πως τα εμπειρικά κοινωνικο-πολιτικά υποκείμενα ή κινήματα που γεννώνται από τον ανταγωνιστικό χαρακτήρα της παγκοσμιοποίησης μπορούν να συσταθούν σε πολιτικά υποκείμενα και να αρθούν στον πολιτικό ορίζοντα που φωτίζει ο γενικός στόχος της δημοκρατικής διεύθυνσης της παγκοσμιοποίησης;». Οι γκραμσιανοί όροι δεν χρησιμεύουν καθόλου σε αυτή την αναζήτηση, για ένα απλό λόγο: είναι φτιαγμένοι για να ερευνήσουν τις διαδρομές με τις οποίες η εργατική τάξη στη Δύση μπορεί να συγκροτήσει θεσμούς και οργανώσεις για την ανατροπή της αστικής κοινωνίας και όχι απλά την αλλαγή της μορφής διακυβέρνησης. Πάει πολύ να παρουσιάζεται σαν εξημερωμένος μεταρρυθμιστής ο επαναστάτης που έθετε σαν στόχο της εργατικής επανάστασης την εγκαθίδρυση ενός «συστήματος αρχών που να προσδιορίζουν σα σκοπό του κράτους το ίδιο του το τέλος, την ίδια του την εξαφάνιση δηλαδή την απορρόφηση της πολιτικής κοινωνίας μέσα στην κοινωνία των πολιτών».
Ο Λουδοβίκος Κωτσονόπουλος πραγματεύεται τις «’Γκραμσιανές στιγμές’ στις νεομαρξιστικές θεωρίες του κράτους». Πριν ανοίξει τον καλπασμό του βέβαια στις λεγόμενες ‘νεομαρξιστικές’ προσεγγίσεις, θα έπρεπε να βασανίσει λίγο περισσότερο τη σκέψη του για τη μαρξιστική θεωρία του κράτους. Ο Γκράμσι στα «Τετράδια» σε αυτή τη θεωρία βασίζεται, αυτή την θεωρία προσπαθεί να εμπλουτίσει. «Πατάει» πάνω στον Μαρξ και τον Λένιν (και τον Ένγκελς) για να κάνει πρωτότυπες συνεισφορές όπως με την έννοια του stato integralle (ολοκληρωμένου κράτους).
Μια χαρακτηριστική φράση από το συγκεκριμένο δοκίμιο αναφέρεται στη: «...μαρξιστική νοηματοδότηση του κράτους ως απλού οργάνου μιας κοινωνικής τάξης. Αυτή εδράζεται στην αυστηρή διάκριση βάσης-εποικοδομήματος, γνωστότερης ως οικονομισμός, και βρίσκει την έκφρασή της στη θεωρία του Λένιν περί μαρασμού του κράτους». Βέβαια, η «θεωρία» δεν ήταν του Λένιν αλλά των Μαρξ και Ενγκελς. Κι όπως είδαμε από το απόσπασμα του Γκράμσι παραπάνω, την υιοθετούσε ολόψυχα. Επίσης ποτέ οι κλασσικοί του μαρξισμού δεν θεώρησαν το κράτος «απλό όργανο» μιας τάξης, όμως, είναι βέβαιο ότι θεωρούσαν ότι κάθε άρχουσα τάξη οργανώνεται με βάση το κράτος της. Έχει διαβάσει ποτέ ο Λ. Κωτσονόπουλος την 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη του Μαρξ; Τέλος, η διάκριση βάση-εποικοδομήματος, δεν είναι «οικονομισμός» και σίγουρα δεν είναι «οικονομισμός» με την έννοια που χρησιμοποιεί τον όρο ο Γκράμσι. Όσο για τη σχέση βάσης-εποικοδομήματος, ο Γκράμσι ήταν ο άνθρωπος που μετέφρασε στα ιταλικά στη φυλακή την Εισαγωγή στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας, το κείμενο του Μαρξ το 1859 που εισάγει αυτή την διάκριση. Είναι επίσης ο άνθρωπος που επέμενε ότι πρόκειται για «το βασικό κριτήριο της ιστορικο-πολιτικής έρευνας» και ως «κρίσιμο ζήτημα του ιστορικού υλισμού». Μετά από τέτοια περιποίηση στον Μαρξ και τον Γκράμσι η ανάλυση της λεγόμενης «κεϊνσιανής συναίνεσης» που ακολουθεί δεν πάει και πολύ μακριά.
Το έργο του Γκράμσι είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να μένει στα χέρια τέτοιων «γκραμσοφιλολογούντων». Υπάρχει ένας πλούτος μελετών και αντιπαράθεσεων γύρω από το έργο του στην αγγλόφωνη κυρίως φιλολογία. (Στο άρθρο του Θ. Καμπαγιάννη περιλαμβάνεται και ένας καλός βιβλιογραφικός οδηγός έργων του Γκράμσι και για τον Γκράμσι στα ελληνικά).
Επιμελεια: Γιάννης Βούλγαρης, Λουδοβίκος Κωτσονόπουλος
Τιμή 13€, 214 σελίδες
Εκδόσεις Θεμέλιο