Άρθρο
Οι απεργίες στην Κίνα

Εξώφυλλο του τευχους 82

Νίκος Λούντος παρουσιάζει τον γίγαντα πίσω από το κύμα των εργατικών απεργιών που σαρώνουν την Κίνα: την κινέζικη εργατική τάξη.

Η συνηθισμένη εικόνα για τους κινέζους εργάτες είναι ως θύματα ενός αυταρχικού καθεστώτος, ως μετακινούμενες μάζες στο κυνήγι του μεροκάματου, που πληρώνονται λίγο πάνω από το όριο επιβίωσης και παραμένουν ανοργάνωτοι και χωρίς αντίσταση. Δεν είναι αθώα αυτή η διαρκής παρουσίασή τους σαν άβουλα εξαρτήματα του κινέζικου καπιταλισμού. Την τελευταία δεκαετία η Κίνα χρησιμοποιείται σαν επιχείρημα για το χτύπημα των εργατικών δικαιωμάτων σε όλο τον κόσμο. Αν η άνοδος του άστρου της Κίνας οφείλεται στο φτηνό εργατικό κόστος, σημαίνει πως στον ανταγωνισμό με τον ευρωπαϊκό και τον αμερικάνικο καπιταλισμό όλοι μας πρέπει να κάνουμε θυσίες γιατί οι Κινέζοι παράγουν φτηνότερα. 

Ετσι εξηγείται γιατί μια σειρά από δυνατές απεργίες που ξέσπασαν με επίκεντρο τη Χόντα τον Ιούνη που μας περασε, προκάλεσαν πάταγο διεθνώς. Εφημερίδες σαν τους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς ή τους Τάιμς της Νέας Υόρκης αναγκάστηκαν να κάνουν κάτι που συνήθως αποφεύγουν: εργατικό ρεπορτάζ.

Το κύμα ξεκίνησε στις 21 Μάη με την απεργία στο εργοστάσιο της Χόντα στην πόλη Φοσάν, όπου κατασκευάζονται σανζμάν. 1900 εργάτες σταμάτησαν τη δουλειά απαιτώντας αυξήσεις 40%. Μέσα σε μια βδομάδα, η απεργία είχε καταφέρει να μπλοκάρει την παραγωγή και σε άλλα εργοστάσια της Χόντα. Τα εξαρτήματα από το εργοστάσιο στο Φοσάν ήταν απαραίτητα. Η εργοδοσία άρχισε να υποχωρεί προτείνοντας αυξήσεις 24%. Η τελική συμφωνία προβλέπει αυξήσεις από 24 ως 33%. Η μάχη όμως είχε ήδη δώσει έμπνευση και σε άλλα εργοστάσια. Λίγες μέρες αργότερα ξεκίνησε απεργία στο εργοστάσιο Honda Lock που φτιάχνει κλειδαριές. Το αίτημα ήταν για 70% αυξήσεις και δικαίωμα εκλογής των αντιπροσώπων των εργατών στο χώρο δουλειάς. Μέσα στον Ιούνη έγινε απεργία σε άλλο εργοστάσιο της εταιρείας στην πόλη Ουχάν.

Δεν ήταν υπόθεση μόνο της Χόντα. Στην πόλη Τιαντσίν του Βορρά, απέργησαν δύο εργοστάσια της Τογιότα, ένα που φτιάχνει τιμόνια και το άλλο πλαστικά. Στις 6 Ιούνη απέργησε το εργοστάσιο Merry Electronics στην Σεντσέν. Εκαναν απεργιακή φρουρά και κέρδισαν 10% αύξηση. Στο Πουντόνγκ απέργησαν 2000 εργάτες που φτιάχνουν εξαρτήματα ηλεκτρονικών υπολογιστών, στο Σιάν ένα εργοστάσιο που φτιάχνει ραπτομηχανές και στο Κουνσάν ένα εργοστάσιο πλαστικών. Το κύμα συνεχίστηκε και τον Ιούλη. Οι εργάτες της Ατσουμιτέκ στη Φοσάν, που παράγει εξαρτήματα επίσης για την Χόντα, κέρδισαν 45% αύξηση και επιπλέον επιδόματα μετά από μια βδομάδα απεργία. Τις μέρες που τελείωνε η απεργία στην Ατσουμιτέκ, περίπου 500 εργάτες της Ομρον στην Καντόνα βγήκαν σε απεργία.

Νικηφόρες μάχες

Παρά τη σχετική μυθολογία, οι απεργίες στην Κίνα δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Ωστόσο, οι αγώνες αυτού του καλοκαιριού είχαν σημαντικές διαφορές. Το παραδέχονται όλοι, από αφεντικά που κάνουν δηλώσεις στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς πως μετά την απεργία στην Χόντα «είμαστε πολύ ανήσυχοι», μέχρι τους ακτιβιστές του China Labour Bulletin (Εργατικό Δελτίο της Κίνας)1 που παρακολουθεί τις εργασιακές σχέσεις και τους εργατικούς αγώνες συστηματικά εδώ και δεκαπέντε χρόνια. Μια σημαντική διαφορά είναι η διάρκεια και η επιμονή. Μόνο στην περιφέρεια Γκουανγκντόνγκ (όπου βρίσκεται η Καντόνα και η Σεντσέν) καταγράφηκαν επίσημα 36 απεργίες μέσα σε 48 μέρες.

Η πιο σημαντική διαφορά είναι ότι αυτές οι απεργίες κέρδισαν. Ανάγκασαν την εργοδοσία να υποχωρήσει και να δώσει αυξήσεις. Ανάγκασαν ακόμη και τους ελεγχόμενους συνδικαλιστές να αναγνωρίσουν αρκετές οργανώσεις βάσης των εργατών. Ολες οι απεργίες ξέσπασαν αφενός αυθόρμητα, μιας και δεν υπήρχε κάποιο δίκτυο που να συντονίζει τα εργοστάσια μεταξύ τους, όμως παντού ξεπήδησαν επιτροπές εργατών που μπήκαν μπροστά, παραμερίζοντας τα επίσημα κρατικά συνδικάτα. Καινούργιο στοιχείο ήταν και ότι τα αιτήματα ήταν επιθετικά. Δεν είχαν αφορμή κάποια επίθεση της εργοδοσίας, αλλά ένα αίτημα εξίσωσης και γενικής αύξησης των μισθών και των δικαιωμάτων.

Υπήρξε ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό των αιτημάτων που βοήθησε να υπάρξει αυτή η διάχυση στα διάφορα εργοστάσια. Οι περισσότερες (αν και όχι όλες) οι απεργίες έγιναν σε εργοστάσια ξένων πολυεθνικών, μάλιστα κάποιες από αυτές, όπως η Χόντα, είναι γιαπωνέζικες. Ετσι το αίτημα των εργατών ήταν να πληρώνονται οι κινέζοι εργάτες όσο και οι Ιάπωνες που εργάζονται στην ίδια εταιρεία. Αντίστοιχα αιτήματα υπήρχαν στις ταϊβανέζικες, τις νοτιοκορεάτικες και τις αμερικάνικες εταιρείες. Οι τοπικές κυβερνήσεις, όπως και η κεντρική κυβέρνηση της Κίνας, έπρεπε στα λόγια τουλάχιστον να υποστηρίξουν ότι το αίτημα είναι δίκαιο.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι απεργίες ήταν εύκολες. Κάποιοι βιάστηκαν2 να πουν ότι η κινέζικη κυβέρνηση στήριξε τα «εθνικιστικά αιτήματα» είτε για λόγους πολιτικούς, είτε γιατί για οικονομικούς λόγους θέλει να αυξηθούν οι μισθοί. Ομως οι εργάτριες σαν την 20χρονη Λι Σιάο-Τσουάν που ηγήθηκε στην πρώτη απεργία της Χόντα χρειάστηκε να παίξουν το κεφάλι τους κορώνα-γράμματα και δεν είδαν το κινέζικο κράτος να τις υποστηρίζει όταν έτρωγαν ξύλο. Οι πρώτες συγκρούσεις έγιναν με τους «συνδικαλιστές» της επίσημης Παγκινέζικης Ομοσπονδίας Συνδικάτων, που στάλθηκαν να ελέγξουν την απεργία και να ξαναβάλουν τους εργάτες στη δουλειά. Στις απεργιακές φρουρές έπρεπε να εμποδίζουν με τα σώματά τους τα λεωφορεία που ήθελαν να ανοίξουν την πύλη. Στην απεργία της Ατσουμιτέκ, το αφεντικό προσέλαβε 100 απεργοσπάστες. Ενας από τους ηγέτες της απεργίας στη Χόντα του Φοσάν, απολύθηκε στο μέσο του αγώνα. Οι εργάτες στην ταϊβανέζικη εταιρεία ΚΟΚ στο Κουνσάν συγκρούστηκαν με την αστυνομία στις 7 Ιούνη και αναφέρονται 50 τραυματίες.

Παρόλο που τα καινούργια στοιχεία που έφερε αυτός ο κύκλος αγώνων είναι πολύ σημαντικά, υπάρχει συνέχεια με τους αγώνες των τελευταίων ετών. Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης της Κίνας είχε ανακοινώσει ότι το 2004 έγιναν 74 χιλιάδες διαδηλώσεις ή «μαζικά περιστατικά» όπως καταγράφονται επίσημα, με τη συμμετοχή 3,76 εκατομμυρίων ανθρώπων. Το 2000 είχαν γίνει 20 χιλιάδες διαδηλώσεις και το 1994 10 χιλιάδες.3 Η Λαϊκή Ημερησία, η εφημερίδα του κυβερνώντος Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, ανέφερε αύξηση 30% στις απεργίες που έγιναν το 2009 σε σχέση με το 2008. Η ίδια πηγή ανέφερε ότι το 2008 έφτασαν στα δικαστήρια 280 χιλιάδες εργατικές αντιπαραθέσεις.

Αυτές οι εικόνες συνήθως λείπουν από τις αναλύσεις που κάνουν εύκολα λόγο για τις δυνατότητες της Κίνας να κατακτήσει τον κόσμο. Αν μέχρι πρόσφατα ο ισχυρισμός ήταν πως η Κίνα μπορεί να γίνει η νέα υπερδύναμη, τώρα η Κίνα εμφανίζεται ως η οικονομία που μπορεί να βγάλει τον πλανήτη από την κρίση. Το επιχείρημα ενισχύθηκε στα μέσα Αυγούστου, όταν η Κίνα έγινε επίσημα η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη. Η αλλαγή ήταν αναμενόμενη, αλλά ο συμβολισμός έντονος. Το ΑΕΠ της Κίνας ξεπέρασε το ΑΕΠ της Ιαπωνίας, η οποία βρισκόταν στη 2η θέση για 40 χρόνια.

Από το χωράφι στο εργοστάσιο

Η κινέζικη ανάπτυξη είναι εντυπωσιακή και πρωτοφανής ιστορικά: 10% ετήσια ανάπτυξη τα τελευταία τριάντα χρόνια. Διένυσε μέσα σε λίγες δεκαετίες την απόσταση ανάμεσα σε μια ασήμαντη οικονομικά χώρα του Τρίτου Κόσμου και σε έναν οικονομικό γίγαντα. Η προβολή με τους σημερινούς ρυθμούς φέρνει την Κίνα να ξεπερνάει τις ΗΠΑ το 2040. Το 2009 η Κίνα έγινε ο μεγαλύτερος εξαγωγέας του κόσμου ξεπερνώντας τη Γερμανία, ενώ πλέον είναι και ο δεύτερος μεγαλύτερος εισαγωγέας τους κόσμου. Η μετακίνηση της Κίνας από το περιθώριο στο επίκεντρο της παγκόσμιας οικονομίας έγινε με άλματα και όχι με μικρά βήματα. Ο για χρόνια επικεφαλής του κινέζικου γραφείου των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, Τζέιμς Κίντζ λέει πως επινόησε την έκφραση «συμπίεση του αναπτυξιακού χρόνου»4 για να περιγράψει πόσο γρήγορα μια κοπέλα από την κινέζικη επαρχία που ζει σε πέτρινο σπίτι μαζί με πάπιες και γουρούνια μπορεί να μετακινείται στην πόλη για να δουλέψει σε εργοστάσιο που παράγει υπερσύγχρονα εξαρτήματα για κομπιούτερ. Πρόκειται για μια διαδικασία που 100 χρόνια πριν τον Κιντζ, είχε περιγράψει ο ρώσος επαναστάτης Λέον Τρότσκι αποκαλώντας την «συνδυασμένη και ανισόμερη ανάπτυξη» .

Ομως οι δυνατότητες μιας καπιταλιστικής οικονομίας να κάνει άλματα πάνω από τα αναπτυξιακά στάδια κάθε άλλο παρά σημαίνουν πως αποκτά ανοσία απέναντι στην κρίση. Το αντίθετο μάλιστα, η πορεία της παγκόσμιας οικονομίας τα τελευταία τρία χρόνια έχει αναδείξει ακόμη περισσότερο αυτό που ένας κινέζος αξιωματούχος διατύπωσε ως εξής: «Η Κίνα είναι σαν ένας ελέφαντας πάνω σε ποδήλατο. Αν μειώσει ταχύτητα μπορεί να πέσει και να ταρακουνήσει όλο τον κόσμο». Ομως το σημαντικότερο αποτέλεσμα της «συμπίεσης του αναπτυξιακού χρόνου» είναι η ταχύτητα με την οποία μαζί με τον καπιταλισμό αναπτύσσεται και ο νεκροθάφτης του, η εργατική τάξη. Η κινέζικη εργατική τάξη είναι ένας πραγματικός γίγαντας. Περίπου 130 εκατομμύρια εργάτες είναι μόνο αυτοί που μετακινούνται πίσω μπρος από την ύπαιθρο στις πόλεις ως εσωτερικοί μετανάστες. Τα κρατικά συνδικάτα, τα οποία ελάχιστη σχέση έχουν με τους εσωτερικούς μετανάστες, δηλώνουν ότι έχουν 200 εκατομμύρια μέλη. Πάνω από 110 εκατομμύρια είναι μόνο αυτοί που δουλεύουν σε βιομηχανίες.

Η δύναμή των κινέζων εργατών δεν είναι μόνο το πλήθος τους. Μέσα στις δεκαετίες της ανάπτυξης έχουν δυναμώσει πολιτικά και οργανωτικά. Αντίθετα με την εικόνα της εξατομικοποιήσης, οι «καινούργιοι» κινέζοι εργάτες δίνουν αγώνες ως τάξη, ακόμη και όταν οι ίδιοι δεν το διατυπώνουν με αυτόν τον τρόπο. Η ερευνήτρια Ching Kwan Lee δημοσίευσε το 2007 ένα βιβλίο όπου κατέγραψε την πραγματικότητα χιλιάδων απεργιών, διαδηλώσεων και άλλων κινητοποιήσεων τόσο στις παλιές βιομηχανίες του κινέζικου Βορρά, όσο και στις καινούργιες. Οι εργάτες δεν πάνε στις πόλεις σαν άτομα, αλλά σαν ολόκληρες κοινότητες από τα χωριά τους. Ακόμη και όταν δεν γνωρίζονται από πριν, οι ανάγκες της ίδιας της παραγωγής τους μετατρέπει σε ενιαίο υποκείμενο - τουλάχιστον σε επίπεδο εργοστασιακής μονάδας. Οι βιομηχανίες εκπαιδεύουν και καταρτίζουν τους εργάτες όλους μαζί. Στη συνέχεια οι εργάτες συνήθως ζουν και κοιμούνται όλοι μαζί ανά εργοστάσιο: «Στις μεγάλες πόλεις, το 70 ως 80% των μεταναστών εργατών ζουν σε κοιτώνες που τους παρέχονται. Η μεγάλη πλειονότητα των ιδιωτικών και των ξένων εργοστασίων προτιμούν αυτό το σύστημα γιατί επιτρέπει στους εργοδότες την ευκολία να έχουν εργατικά χέρια διαθέσιμα όποτε τα χρειαστούν, κάνει πιο εύκολη την επέκταση της εργάσιμης μέρας [...] Οι κοιτώνες έχουν διευκολύνει την επικοινωνία, τον συντονισμό και την ενοποίηση συμφερόντων και αιτημάτων».5

Ετσι οι αγώνες έχουν δοθεί με αξιοπρέπεια και αυτοπεποίθηση. Οταν τα αφεντικά παραβαίνουν όσα έχουν συμφωνηθεί ή φέρονται άσχημα, πολύ γρήγορα μπορούσε να σταματήσει τη δουλειά όλο το εργοστάσιο. Συνήθως η μέθοδος που ακολουθείται τα τελευταία χρόνια είναι η απεύθυνση στη δικαιοσύνη και η προσπάθεια να αξιοποιηθεί η επίσημη ρητορική του καθεστώτος και η εργατική νομοθεσία. Οταν η καταγγελία πήγαινε στο δικαστήριο, όλοι οι εργάτες του εργοστασίου, κάποιες φορές πολλές χιλιάδες, περίμεναν την απόφαση έξω από την αίθουσα. Αυτό σημαίνει χιλιάδες μαζικές εργατικές διαδηλώσεις κάθε χρόνο από εργάτες που με τη συνηθισμένη ορολογία θα τους αποκαλούσαμε ανοργάνωτους, μιας και δεν έχουν συνδικάτο. Τα στατιστικά στοιχεία μάλιστα δείχνουν ότι στις περισσότερες περιπτώσεις οι δικαστικές αποφάσεις δικαίωναν τους εργάτες και όχι την εργοδοσία, προσφέροντας ακόμη μεγαλύτερα επιχειρήματα για το πόσο σημαντικό είναι να κινείσαι οργανωμένα.

Αυξήσεις και αυτοπεποίθηση

Η συνεχής ανάπτυξη πρόσφερε ακόμη ένα όπλο στους εργάτες: να μην φοβούνται την απόλυση. Ακόμη και στο πρόσφατο κύμα απεργιών, οι επικεφαλής των αγώνων έλεγαν ανοιχτά ότι δεν φοβούνται αφού μπορούν να βρουν κι αλλού δουλειά. Αυτές οι δυνατότητες οδήγησαν και σε σημαντικές αυξήσεις των μισθών, κάτι που συνήθως δεν μας λένε όσοι προβάλλουν την Κίνα σαν τον βυθό της φτηνής εργασίας. Οι πόλεις νοτιοανατολικών παραλίων όμως έγιναν η ατμομηχανή επειδή μπορούν να προσελκύουν εργάτες από την ενδοχώρα χάρη στους μισθούς που ξεπερνούν το αγροτικό εισόδημα. Οι συγκρίσεις γίνονται συνήθως με τις διεθνείς ισοτιμίες και έτσι δεν φαίνεται, για παράδειγμα, ότι οι πραγματικοί μισθοί επταπλασιάστηκαν από το 1978 ως το 2007.6 Από πέρσι ως φέτος καταγράφονται αυξήσεις 17%. Ο λόγος που πολλές βιομηχανίες ψάχνουν «καινούργιες Κίνες» σε χώρες της Νότιοανατολικής Ασίας, όπως για παράδειγμα το Βιετνάμ, είναι ότι το εργατικό κόστος της κινέζικης εργασίας δεν βρίσκεται πλέον στις τελευταίες θέσεις της λίστας.

Το συνολικό εργατικό κόστος ανά κινέζο εργάτη τριπλασιάστηκε από το ´95 ως το 2004. Ανά μονάδα προϊόντος, το εργατικό κόστος έπεσε κατά 43%, επειδή ταυτόχρονα πενταπλασιάστηκε η παραγωγικότητα. Για να συνεχιστεί η διαδικασία μετακίνησης πληθυσμού, οι μισθοί πρέπει να ανέβουν κι άλλο. Το ζήτημα είναι ότι τα τελευταία πέντε χρόνια, όπως καταγράφει η Παγκόσμια Τράπεζα, η παραγωγικότητα δεν έχει ακολουθήσει τους ίδιους ρυθμούς. Από το 2006 ως το 2008 η μέση τιμή του κινέζικου προϊόντος όπως φτάνει στους αμερικάνους καταναλωτές στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 6%. Αρα, με τα σημερινά δεδομένα, δεν φαίνεται εφικτό να μπορέσουν να αυξάνονται οι μισθοί ώστε να μεταναστεύουν και άλλοι εργάτες αλλά να παραμένει και το κόστος παραγωγής χαμηλό.7

Αυτό είναι ένα κρίσιμο όριο που έχει καταγραφεί σε πολλές πρόσφατες μελέτες και σε ένα βαθμό ερμηνεύει και την κλιμάκωση των απεργιών. Δεν υπάρχει διαθέσιμος πληθυσμός στην ύπαιθρο για να συνεχιστεί το ρεύμα μετανάστευσης προς τις πόλεις. Γίνεται όλο και δυσκολότερο να βρεθούν εργατικά χέρια. Το πρόβλημα εν μέρει είναι δημογραφικό. Το 2011 για πρώτη φορά θα μειωθεί ο πληθυσμός των Κινέζων από 15 ως 29 ετών. Οσοι υπολογίζουν το ΑΕΠ της Κίνας να αυξάνεται με τους ίδιους ρυθμούς ως το 2040, θα πρέπει να λάβουν υπόψιν ότι με τα σημερινά δεδομένα, το 2040 το 1/3 του κινέζικου πληθυσμού, δηλαδή 400 εκατομμύρια θα είναι πάνω από 60 ετών. Ομως οι διαθέσιμοι εργάτες δεν είναι μόνο αριθμητικά λιγότεροι, είναι και λιγότερο πρόθυμοι να δουλέψουν στις πόλεις. Ο Economist λέει ότι «μοιάζουν όλο και λιγότερο πρόθυμοι να ´τρώνε πίκρα´ αδιαμαρτύρητα, όπως λέει μια κινέζικη έκφραση».

Μια έρευνα έδειξε ότι οι εσωτερικοί μετανάστες της δεκαετίας του ´80 δήλωναν κατά 27% ευχαριστημένοι από την επιλογή τους. Οσοι έφυγαν από τα χωριά τους στη δεκαετία του ´90 είναι ευχαριστημένοι μόνο κατά 12%.8 Αυτές οι μοριακές διαδικασίες εκφράστηκαν πρακτικά ήδη το 2006, όταν για πρώτη φορά έφτασαν στις πόλεις λιγότεροι εργάτες από όσους περίμεναν και ήθελαν τα αφεντικά στα εργοστάσια. Αυτή η έλλειψη χεριών έδωσε δυνατότητες για σημαντικές αυξήσεις. Οι επιχειρήσεις έπρεπε να ανεβάσουν τους μισθούς για να προσελκύσουν κι άλλους εργάτες. Οι εργάτες από τη μεριά τους είχαν περισσότερη ασφάλεια για νικηφόρες διεκδικήσεις.

Η αναφορά του China Labour Bulletin για τη διετία 2007-2008 είναι πολύ πυκνή9 και περιλαμβάνει περιγραφή 100 σημαντικών εργατικών κινητοποιήσεων. Στην εισαγωγή αναφέρει: «Στις αρχές Νοέμβρη 2008, οι καθηγητές και οι δάσκαλοι στην αγροτική περιοχή Τσονγκκίνγκ, αγανακτισμένοι με τις τοπικές αρχές που δεν τους είχαν πληρώσει, προχώρησαν σε μια σειρά από απεργίες και επισχέσεις εργασίας σε όλη την περιοχή. Ο αντίκτυπος ήταν κάτι που πριν λίγα χρόνια θα ήταν αδιανόητο. Οι τοπικές αρχές συμφώνησαν να συναντήσουν εκπροσώπους των εκπαιδευτικών για να διαπραγματευτούν πρόσωπο με πρόσωπο ώστε να λυθεί το ζήτημα.

Δεν ήταν το μοναδικό περιστατικό. Το 2007 και το 2008, αξιωματούχοι σε ολόκληρη την Κίνα αναγκάστηκαν να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσων όχι μόνο για ζητήματα των δικών τους υπαλλήλων, αλλά και για υπαλλήλους ιδιωτικών εταιρειών. Οι κινέζοι εργάτες [...] οργάνωσαν απεργίες και διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα [...] και στις περισσότερες περιπτώσεις κέρδισαν». Οι οδηγοί ταξί ανάγκασαν την κυβέρνηση να μειώσει το ποσοστό του κόμιστρου που παίρνει η εταιρεία. Δεκάδες χιλιάδες απολυμένοι εργάτες πληρώθηκαν τους μισθούς που τους χρωστούσαν οι εταιρείες μετά από μαζικές διαδηλώσεις μπροστά στα κτίρια των τοπικών αρχών. «Η Παγκινέζικη Ομοσπονδία Συνδικάτων, το μόνο νόμιμο σωματείο, αντιμετωπίζεται πλέον από την πλειονότητα των εργατών ως άσχετη με τις ανάγκες τους και όλο και περισσότερο παίρνουν τα πράγματα στα χέρια τους». Αυτή η κλιμάκωση των αγώνων ξεκίνησε το 2006, τη χρονιά της μειωμένης μετανάστευσης και έφτασε μέχρι ένα σημείο μετά το ξέσπασμα της κρίσης, όταν πλέον η ανεργία είχε φτάσει σε σημείο που περιόρισε τις δυνατότητες. Ετσι γίνεται πιο καθαρά ότι το ξέσπασμα των απεργιών του φετινού καλοκαιριού πιάνει και αναβαθμίζει το νήμα του 2006-2008 που έσπασε μόνο προσωρινά από το ταρακούνημα της κρίσης.

Μπροστά στην κρίση

Η κινέζικη οικονομία ξανάπιασε τους ψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης χάρη στη μαζική παρέμβαση του κινέζικου κράτους. Οι τράπεζες δανείζουν αφειδώς στις επιχειρήσεις για να κρατάνε αμείωτη την παραγωγή. Δεν υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία για το πόσο μεγάλο υπήρξε το κινέζικο πακέτο στήριξης. Υπολογίζεται ότι 588 δισεκατομμύρια δολάρια πήγαν σε καινούργιους αυτοκινητόδρομους, σιδηρόδρομους και άλλα μεγάλα έργα.10 Η λογική όμως αυτών των πακέτων είναι πως η παγκόσμια οικονομία θα βγει από την κρίση και έτσι οι κινέζικες εξαγωγές θα ανακάμψουν. Οι εξελίξεις στην ευρωπαϊκή και κυρίως την αμερικάνικη οικονομία απειλούν να μετατρέψουν τις κρατικές επενδύσεις της Κίνας στη μεγαλύτερη φούσκα της τρέχουσας κρίσης. Η κινέζικη οικονομία είναι τόσο εξαρτημένη από τις εξαγωγές αλλά και από την εισαγωγή πρώτων υλών, που οι αξιωματούχοι της δεν θέλουν ούτε καν να σκεφτούν τι θα σημάνει μια νέα παγκόσμια ύφεση που θα βυθίσει το διεθνές εμπόριο. Το μόνο σχέδιο που μπορεί να χαράξει είναι να κρατάει την οικονομία όρθια μέχρι να ξαναγίνουν όλα όπως πριν. Στο μεταξύ, η κρατική στήριξη εντείνει όλα τα προβληματικά στοιχεία του κινέζικου καπιταλισμού. Εταιρείες που παράγουν μηδενικά ή αρνητικά κέρδη παραμένουν τεχνητά στη ζωή μόνο για να κρατήσουν τον έλεγχο στο μερίδιο της αγοράς.

Πριν από 20 χρόνια, την τελευταία φορά που η κινέζικη οικονομία μπήκε σε κρίση, ξέσπασε η εξέγερση στην πλατεία Τιενανμέν. Το καθεστώς κλονίστηκε τόσο πολύ που χρειάστηκε να καταφύγει σε σφαγή για να καταστείλει το κίνημα. Οι εργάτες όμως δεν είχαν καταφέρει να μπουν στο κέντρο του αγώνα. Οπως λέει ένας κινέζος διανοούμενος: «Η αποτυχία [εκείνου] του κινήματος συνδέεται [...] με το γεγονός ότι δεν κατάφερε να συνθέσει το αίτημα για δημοκρατία με τις κοινωνικές διεκδικήσεις». Το απεργιακό κύμα που ξέσπασε το καλοκαίρι έδειξε στους πάντες πως το εργατικό κίνημα της Κίνας έχει σήμερα τη δύναμη και την αυτοπεποίθηση να παρέμβει πολύ πιο δυναμικά στις εξελίξεις και να μην αφήσει την εξέγερση στα μισά του δρόμου.


  1. www.clb.org.hk.
  2. Αυτό λέει για παράδειγμα σε πολλά άρθρα του το περιοδικό Economist. Αυτό ισχυρίστηκε και ο φιλόσοφος Σλαβόι Ζίζεκ σε αποστροφές της φετινής ομιλίας του στο Μαρξισμό 2010 στο Λονδίνο.
  3. Martine Bulard, «Τα κοινωνικά παράδοξα του θαύματος», στο Ignacio Ramonet (επιμ.), Κίνα, Κομφούκιος, Μάο, Αγορά, εκδόσεις Σαββάλα, σ. 139.
  4. James Kynge, Η Κίνα κατακτά τον κόσμο. Η άνοδος ενός φιλόδοξου Εθνους, εκδ. Νίκας, σ. 48.
  5. Ching Kwan Lee, Against The Law, Labor Protests in China´s Rustbelt and Sunbelt, University of California Press, σ. 192.
  6. Dennis Tao Yang, Vivian Chen, Ryan Monarch, «Rising Wages: Has China Lost Its Global Labor Advantage?», Discussion Paper, No5008, Ινστιτούτο Μελέτης της Εργασίας, Βόνη, Ιούνης 2010.
  7. Το γράφημα της παραγωγικότητας και τα στοιχεία για το εργατικό κόστος παρατίθενται στο «The next China», Economist, 31 Ιούλη 2010, σ. 46-48.
  8. Leslie T. Chang, «More mobile, less content», New York Times, 13 Ιούνη 2010.
  9. «Going it Alone. The Workers´ Movement in China (2007-2008), China Labour Bulletin, 9 Ιούλη 2009.
  10. «China Fortifies State Businesses to Fuel Growth», New York Times, 29 Αυγούστου 2010.