Βιβλιοκριτική
Τόνι Κλιφ. Τρότσκι 1923-1927. Η πάλη ενάντια στην ανερχόμενη σταλινική γραφειοκρατία

Εξώφυλλο του τευχους 81

Κρίσιμη μάχη για την επανάσταση

Οι ζωές των μεγάλων επαναστατών, συχνά χαρακτηρίζονται από μια συνύφανση ηρωικών και τραγικών στοιχείων. Μια τέτοια περίοδος στη ζωή του Τρότσκι ήταν τα μέσα της δεκαετίας του 1920. Ο τρίτος τόμος της βιογραφίας του από τον Τόνι Κλιφ «Τρότσκι 1923-1927: Η πάλη ενάντια στην ανερχόμενη σταλινική γραφειοκρατία», που κυκλοφόρησε το Μάη από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, περιγράφει και αναλύει τα χρόνια που ο Τρότσκι ξεκίνησε τη σύγκρουσή του με τον Στάλιν, μια σύγκρουση που σημάδεψε όλη την υπόλοιπη ζωή του μέχρι τη δολοφονία του το 1940.

Ο ηρωισμός του Τρότσκι έγκειται στις ακαταπόνητες προσπάθειές του να υπερασπιστεί τις αρχές και την παράδοση της Οκτωβριανής Επανάστασης – την εργατική εξουσία, την εργατική δημοκρατία, τον διεθνισμό. Ένας στόχος «τεράστιας ιστορικής σημασίας», όπως γράφει ο Κλιφ. Η τραγική πλευρά αυτής της προσπάθειας ήταν ότι ο Τρότσκι, αντιμέτωπος με τις μεγαλύτερες δυσκολίες, δεν διέθετε παρά ελάχιστες δυνάμεις σε αυτή την πολιτική σύγκρουση και δεν μπόρεσε να αλλάξει την πορεία των γεγονότων που οδήγησαν στην ανατροπή των κατακτήσεων του Οκτώβρη και τη νίκη της σταλινικής γραφειοκρατίας.

Συχνά υποστηρίζεται πως ο Τρότσκι κι ο Στάλιν αποτελούν τις δυο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Πως, όποιος κι αν είχε επικρατήσει, η πορεία της Ρωσίας θα ήταν η ίδια. Στον τρίτο τόμο της βιογραφίας ο Κλιφ αποδεικνύει πόσο ανόητες και ανιστορικές είναι τέτοιες απόψεις. Αξιοποιώντας μια πληθώρα ιστορικών στοιχείων δείχνει ότι η εξέλιξη στη Ρωσία ήταν αποτέλεσμα όχι μόνο «αντικειμενικών» συνθηκών, αλλά και της έκβασης μιας γιγαντιαίας πολιτικής μάχης.

Στις αρχές της δεκαετίας του ‘20, η επαναστατική παλίρροια που σάρωνε την Ευρώπη τα προηγούμενα χρόνια, υποχωρούσε αφήνοντας απομονωμένο το εργατικό κράτος στη Ρωσία. Μέσα στην ίδια τη Ρωσία αναπτυσσόταν μια γραφειοκρατία που κυβερνούσε στο όνομα μιας εργατικής τάξης κατεστραμένης από τον εμφύλιο πόλεμο, την πείνα και τις αρρώστιες – μιας τάξης που δεν ήταν σε θέση να κυβερνήσει η ίδια την κοινωνία για τον εαυτό της. Μέσα στο ίδιο το Κομμουνιστικό Κόμμα ο εκφυλισμός είχε ήδη κάνει τα πρώτα του, πολύ γρήγορα, βήματα.

Το Δεκέμβρη του 1923, ένα μήνα μετά το χάσιμο της τρίτης και μεγαλύτερης επαναστατικής ευκαιρίας στη Γερμανία, ο Τρότσκι ξεκίνησε την πρώτη ανοικτή κριτική του ενάντια στην γραφειοκρατία που επικεφαλής είχε την «Τρόικα» των Στάλιν, Ζινόβιεφ και Κάμενεφ. Υποστήριξε ότι ο «γραφειοκρατικός εκφυλισμός» δεν ήταν ούτε τυχαίος, ούτε αναπόφευκτος. Σκιαγράφησε το πώς θα μπορούσε να ξεπεραστεί: μέσα στο κόμμα αυτό που χρειαζόταν ήταν η πάλη για δημοκρατία – εκλογές αντί για διορισμούς και ζωντανή συζήτηση αντί για διαταγές. Στη χώρα έπρεπε να ξεκινήσει μια προσπάθεια για να ξεπεραστεί η οικονομική καθυστέρηση – ενίσχυση του κρατικού σχεδιασμού για την ανάπτυξη της βιομηχανία με στόχο την αναβίωση της εργατικής τάξης και των σοβιέτ, υποστήριξη των φτωχών αγροτών και των αγρεργατών και σύγκρουση με τους πλούσιους αγρότες, τους κουλάκους. Και – το σημαντικότερο – ο Τρότσκι επέμεινε πως η επανάσταση θα μπορούσε να διατηρηθεί μόνο αν εξαπλωνόταν διεθνώς (όπως εξηγούσε με τη θεωρία της διαρκούς επανάστασης).

Η αντίδραση του Στάλιν και της γραφειοκρατίας γύρω του ήταν ακαριαία και χωρίς έλεος. Έχοντας τον πλήρη οργανωτικό έλεγχο του κόμματος τσάκισε κάθε φωνή αντιπολίτευσης. Εφηύρε τον «τροτσκισμό», ένα ιδεολόγημα που συνίστατο στη διαστρέβλωση όλων των απόψεων του Τρότσκι. Συνέχισε την πολιτική που ενίσχυε τους πλούσιους αγρότες και απόρριψε κάθε σχεδιασμό στη βιομηχανία. Επινόησε τη στρατηγική του «σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα» που σαν πρακτική συνέπεια είχε το ξεπούλημα κάθε επαναστατικής ευκαιρίας στο εξωτερικό για χάρη των συμμαχιών με «προοδευτικές» πτέρυγες αστικών κομμάτων και αρχουσών τάξεων.

Ο Κλιφ παρακολουθεί βήμα προς βήμα όλη την ιστορική πορεία και τις πολιτικές μάχες, αλλά αξίζει να τονίσουμε την έμφαση που δίνει στα κεφάλαια για τη χαμένη επαναστατική ευκαιρία στη Γερμανία τον Οκτώβρη 1923, τη γενική απεργία στην Αγγλία το 1926 και την επανάσταση στην Κίνα το 1925-27 (όπου η πολιτική συμβιβασμών με το εθνικιστικό κόμμα Κουομιντάγκ την οποία ο Στάλιν επέβαλε στο Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας, κατέληξε στη σφαγή 30.000 εργατών στην Σαγκάη).

Ο Τρότσκι προέβλεψε τις καταστροφικές συνέπειες μιας τέτοιας πολιτικής στο διεθνές κίνημα, εκθέτοντας συγκεκριμένα τις αντιρρήσεις του σε άρθρα και βιβλία που σπανίως έβλεπαν το φως της δημοσιότητας στον ελεγχόμενο από τη γραφειοκρατία ρωσικό τύπο. Οι ήττες στην Βρετανία και πάνω απ’ όλα στην Κίνα, αλλά και η οικονομική πολιτική της γραφειοκρατίας στο εσωτερικό, δημιούργησαν χάος μέσα στην ίδια τη Ρωσία. Αλλά, την ίδια ώρα αυτές οι ήττες απομόνωσαν ακόμα περισσότερο την Αντιπολίτευση. Η εξάπλωση της επανάστασης έμοιαζε πιο δύσκολη από ποτέ άλλοτε και το να προβλέπεις τις ήττες δεν αρκούσε για να συσπειρώσει κανείς μια εργατική τάξη χτυπημένη και κουρασμένη – πολύ περισσότερο αφού ο μηχανισμός καταστολής εμπόδιζε κάθε επαφή του Τρότσκι με τα απλά μέλη και τους εργάτες. Όπως γράφει ο Κλιφ στην εισαγωγή του βιβλίου: «Για να νικήσει ο Τρότσκι δεν αρκούσε η απλή υποστήριξη μιας μειοψηφίας της εργατικής τάξης. Αυτό που χρειαζόταν ήταν η ενεργητική και συνειδητή συμμετοχή της πλειοψηφίας στη μάχη που έδινε. Αντίθετα, στον Στάλιν αρκούσε η υποστήριξη μιας μειοψηφίας, στο βαθμό που η πλειοψηφία παρέμενε παθητική και ενδοτική».

Από πολλές πλευρές το βιβλίο του Κλιφ είναι πολύ περισσότερο κριτικό απέναντι στον Τρότσκι σε σύγκριση με αντίστοιχες βιογραφίες άλλων συγγραφέων που έχουν αναφορά στην τροτσκιστική παράδοση. Ένα από τα σημεία στα οποία ο Κλιφ επανέρχεται συχνά με διάφορες αφορμές είναι η κριτική που ασκεί στον Τρότσκι για «διστακτικότητα» και «τάσεις συμφιλιωτισμού» σε διάφορες κρίσιμες στιγμές της μεγάλης σύγκρουσης που εξελισσόταν ανάμεσα στο 1923 και το 1927 στη Ρωσία. (Όπως, για παράδειγμα, η άρνησή του να ακολουθήσει τις οδηγίες του Λένιν και να συγκρουστεί με τον Στάλιν από πολύ νωρίς στο 12ο Συνέδριο του κόμματος ή οι συμβιβασμοί του απέναντι στους Ζινόβιεφ-Κάμενεφ, όταν αυτοί ήλθαν σε ρήξη με τον Στάλιν και συγκρότησαν μαζί με τον Τρότσκι την Ενωμένη Αντιπολίτευση το 1926). Όμως, στην πραγματικότητα, μια ουσιαστική μαρξιστική ανάλυση των αδυναμιών του Τρότσκι αποκαλύπτει ακόμα πιο ξεκάθαρα τη δύναμη των ιδεών και της δράσης του μεγάλου αυτού επαναστάτη. Όπως γράφει ο Κλιφ: «Στο τέλος του 1927 ο Τρότσκι... αποκάλεσε τον Στάλιν “νεκροθάφτη της επανάστασης”. Από κει και πέρα τήρησε μια απόλυτα ασυμβίβαστη στάση».

Ο Λέον Τρότσκι έδωσε μια τιτάνια μάχη τη δεκαετία του ‘20: ήταν αυτός που μπόρεσε να διατηρήσει ζωντανή την επαναστατική παράδοση του 1917, την παράδοση του Λένιν και των μπολσεβίκων. Αυτή τη μάχη τη συνέχισε – κάτω από ακόμα πιο δύσκολες συνθήκες – τη δεκαετία του 1930, μέχρι το τέλος της ζωής του. Αυτό θα είναι το περιεχόμενο του τέταρτου και τελευταίου τόμου της βιογραφίας του που θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο.

Τιμή 15€, 400 σελίδες

Εκδόσεις: Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο