Άρθρο
Η «ελληνική τραγωδία»

Εξώφυλλο του τευχους 79

Πόσο “ελληνική” είναι η τραγωδία της κρίσης; Πόσο “ευρωπαϊκή” είναι η απάντηση; Ο Πάνος Γκαργκάνας τοποθετεί την ελληνική περίπτωση στο πλαίσιο της παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού.

Αυτό που ονομάστηκε από το διεθνή τύπο «ελληνική τραγωδία» βρίσκεται ήδη στον πέμπτο μήνα και δεν λέει να σταματήσει. Πρόκειται σίγουρα για ένα από τα πιο υποκριτικά σίριαλ με παγκόσμιο ακροατήριο. Μεγαλόσχημοι αρχισυντάκτες, σοβαροφανείς αναλυτές και πολιτικοί ηγέτες «ανακάλυψαν» ξαφνικά ότι οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα «μαγείρευαν» τα στατιστικά στοιχεία και εξασφάλιζαν δάνεια τα οποία δεν ήταν σε θέση να ξεπληρώσουν. «Άβγαλτοι» – για να μην πούμε μωροί παρθένοι – τραπεζίτες ξεμυαλίστηκαν από τα μεσογειακά θέλγητρα μιας χώρας απατεώνων που έκανε πάρτι με δανεικά!

Μα ποιον νομίζουν ότι κοροϊδεύουν με όλα αυτά; Θέλουν να πιστέψουμε ότι όταν μόλις πριν ένα χρόνο η κυβέρνηση του Καραμανλή αντλούσε 60 δις ευρώ από τους ίδιους αυτούς τραπεζικούς κύκλους και ανακοίνωνε πακέτο στήριξης του τραπεζικού συστήματος ύψους 28 δις με τις ευλογίες όλης της χορωδίας που τώρα φρίττει για την «ελληνική απερισκεψία», κανένας δεν υποψιαζόταν τίποτα; Πρόκειται για τυφλούς ή για υποκριτές σαν αυτόν που αποθανάτισε στον ελληνικό κινηματογράφο ο μεγάλος Αυλωνίτης όταν ύψωνε το δάχτυλο και αναφωνούσε: «Πνεύμα και Ηθική»;

Το ερώτημα είναι ρητορικό. Προφανώς οι ιθύνοντες αυτού του συστήματος και οι παρατρεχάμενοί τους πάσχουν από πλήρη ανικανότητα να κατανοήσουν τις εξελίξεις του καπιταλισμού μέσα στην πιο βαθιά κρίση του εδώ και 80 χρόνια. Πρόκειται για την ίδια τάξη ανθρώπων που δεν κατάφερε να δει έγκαιρα ούτε το πρόβλημα με την αγορά subprime των ΗΠΑ, ούτε την επιδείνωση της κρίσης που έφερε η χρεοκοπία της Lehman Brothers. Μπορεί το ελληνικό δημόσιο να είναι εξίσου αφερέγγυος δανειολήπτης όσο και μια φτωχή αφρο-αμερικανική οικογένεια. Αλλά ούτε το ένα ούτε η άλλη δεν είναι οι υπαίτιοι για τα προβλήματα του διεθνούς τραπεζικού συστήματος. Και σίγουρα δεν θα φταίνε οι εργάτες του ευρωπαϊκού ή του αμερικάνικου νότου αν μια ελληνική χρεοκοπία προκαλέσει μια νέα έξαρση της παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού.

Είναι επίσης σαφές ότι η τύφλα και η υποκρισία δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο του εξωτερικού. Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ συμπεριλαμβάνεται σε αυτούς που είδαν «ξαφνικά» το πρόβλημα μετά τις εκλογές. Είναι εξίσου σαφές ότι η υποκρισία της κυβέρνησης κοστίζει πολύ ακριβά στους εργαζόμενους. Εδώ και μήνες, τώρα πια, οι αρμόδιοι υπουργοί ισχυρίζονται ότι η υποχώρηση των spread είναι θέμα χρόνου καθώς τα επώδυνα μέτρα λιτότητας θα πείθουν τις αγορές για την αποκατάσταση της ελληνικής αξιοπιστίας. Στην πραγματικότητα, όμως, όσο πιο επώδυνα γίνονται τα μέτρα, τόσο χειροτερεύει η απόκλιση ανάμεσα στα ελληνικά και στα γερμανικά επιτόκια. Μια ματιά στο διάγραμμα που δημοσίευσαν οι Financial Times στις 26 Φλεβάρη είναι αποκαλυπτική.

Παραμονές της επίσκεψης Όλι Ρεν στην Αθήνα, οι ελεγκτές της ΕΕ και του ΔΝΤ έφτασαν στο σημείο να επικαλούνται το εξής επιχείρημα για να ζητήσουν έξτρα μέτρα: τα υψηλότερα επιτόκια θα σας κοστίσουν 1 δις ευρώ επιπλέον το 2010, άρα για να πετύχετε τους στόχους του Προγράμματος Σταθερότητας πρέπει να κόψετε ακόμα περισσότερο τους μισθούς. Ένας πλήρης φαύλος κύκλος δηλαδή…

Έστω κι αν είναι τόσο εξόφθαλμος ο παραλογισμός, χρειάζεται να σταθούμε πιο αναλυτικά στις κυρίαρχες θεωρίες που προσπαθούν να ερμηνεύσουν τις αιτίες της «ελληνικής τραγωδίας» και να υπαγορεύσουν αντίστοιχες πολιτικές «διεξόδου». Γιατί οι πιο πολλές χρησιμοποιούν στοιχεία αλήθειας για να καλύψουν την πραγματική αδυναμία τους.

Κυρίαρχες θεωρίες

Μια πρώτη θεωρία είναι αυτή που εντοπίζει τη ρίζα των προβλημάτων στην χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Σύμφωνα με αυτή την άποψη το πρόβλημα είναι «ελληνικό» και αναμενόμενο αφού για χρόνια η παραγωγικότητα στην Ελλάδα υστερεί σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Μπορεί να έχουμε το ίδιο νόμισμα, αλλά δεν δουλεύουμε εξίσου παραγωγικά με τους εταίρους «μας», άρα αργά ή γρήγορα θα φτάναμε σε αδιέξοδο. Η διεθνής συγκυρία απλά μας έφερε προ των ευθυνών μας.

Τέτοιες απόψεις, που προβάλλονταν εδώ και πολλά χρόνια από τις εκάστοτε ηγεσίες της Τράπεζας της Ελλάδος για να νομιμοποιούν τις πολιτικές συμπίεσης του εργατικού κόστους, έχουν να παρουσιάσουν πλήθος από στατιστικούς δείκτες υπέρ τους. Ωστόσο πάσχουν από πολλές πλευρές.

Ένα πρώτο πρόβλημα είναι αυτό που επισημαίνει ο Δημήτρης Λιβιεράτος στο μηνιαίο δελτίο «Ενότητα». Οι χώρες δεν είναι επιχειρήσεις που πουλάνε συγκρίσιμα προϊόντα ώστε να μπορεί να μετρηθεί με ακρίβεια η σχετική «ανταγωνιστικότητά» τους. Δεν υπάρχει σύγκριση ανάμεσα στη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία και την ανύπαρκτη ελληνική, ούτε έχει νόημα η σύγκριση της «παραγωγικότητας» στην ελληνική τουριστική βιομηχανία με την γερμανική. Πρόκειται για επιστημονικοφανή «κριτήρια» που συγκαλύπτουν τους πραγματικούς παράγοντες που οδηγούν ολόκληρες εθνικές οικονομίες σε κρίση.

Ένας τρόπος για να γίνει κατανοητό αυτό το ζήτημα είναι να θυμηθούμε τις κρίσεις των λεγόμενων «Τίγρεων» της Ασίας το 1998. ΄Ηταν χώρες που θεωρούνταν οικονομικά θαύματα, ανερχόμενες δυνάμεις του διεθνούς καπιταλισμού και όχι «βραδυπορούντες» στον παγκόσμιο αγώνα δρόμου της ανταγωνιστικότητας. Αυτό δεν τις έσωσε όταν ξεκίνησε μαζική φυγή κεφαλαίων. Για την ακρίβεια, όσο πιο προχωρημένες ήταν οι «μεταρρυθμίσεις» που απελευθερώνουν την κίνηση κεφαλαίων (και βελτιώνουν υποτίθεται την ανταγωνιστικότητα των εθνικών οικονομιών), τόσο πιο βίαιη ήταν η κρίση.

Είναι μύθος ότι η κίνηση των κεφαλαίων στον καπιταλισμό ακολουθεί ομαλές, προβλέψιμες πορείες με κριτήριο μια μεταβλητή ή ένα δείκτη. Είναι απαραίτητο πάντοτε να λαμβάνεται υπόψη μια ευρύτερη εικόνα. Για τη σημερινή ελληνική περίπτωση, η επιδείνωση της κρίσης δεν μπορεί να ερμηνευτεί με την αργή συσσώρευση προβλημάτων λόγω χαμηλής ανταγωνιστικότητας. Τα 60 δις του περσινού δανεισμού που έγινε μέσα στα πλαίσια της παγκόσμιας συντονισμένης επιχείρησης κρατικής διάσωσης των τραπεζών αποτελούν ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του ελληνικού δημόσιου χρέους, κυριολεκτικά ένα άλμα. Οι μακρόσυρτες ερμηνείες θυμίζουν το ανέκδοτο με τον επιχειρηματία που τον ρωτούν πώς έγινε πλούσιος και εκείνος απαντάει: «Αρχισα με ένα τελάρο μήλα, κατάφερα να τα πουλήσω, ανέβηκα στα δυο τελάρα, ύστερα στα τέσσερα κλπ. Έπειτα πέθανε μια θεία μου και κληρονόμησα μια αλυσίδα μανάβικα». Μόνο που σε αυτή την περίπτωση το φιλμ ξετυλίγεται ανάποδα. Οι κυβερνήσεις δανείστηκαν επί πολλά χρόνια και διαχειρίστηκαν επί δεκαετίες την άνοδο του χρέους. Η κρίση του 2008-09 έκανε το πρόβλημα εκρηκτικό, ασυμμάζευτο με τα παραδοσιακά αστικά εργαλεία της «βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας».

Ποιο είναι το ευρύτερο πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να ειδωθεί η ελληνική περίπτωση; Πολλοί απαντούν «το πρόβλημα είναι ευρωπαϊκό», και εννοούν ότι το πρόβλημα ξεκινάει από το ευρώ και τους θεσμούς που το διαχειρίζονται. Ίσως η πιο ξεκάθαρη διατύπωση δόθηκε από τον Μπιλ Κλίντον που είπε ότι «το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας πηγάζει από το γεγονός ότι η ΕΕ ενοποιήθηκε πρώτα σε νομισματικό επίπεδο πριν ενοποιηθεί στο οικονομικό και στο πολιτικό».

Και αυτή η θεωρία έχει στοιχεία αλήθειας. Μια εκδοχή (π.χ. αυτή που προβάλλεται από βρετανούς ευρωσκεπτικιστές) υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι αδύνατες οικονομίες του ευρωπαϊκού νότου έχουν εγκλωβιστεί μέσα στο ισχυρό ευρώ, έχουν χάσει τη δυνατότητα να προχωρούν σε ελεγχόμενη διολίσθηση του νομίσματός τους και έτσι καταλήγουν σε προβληματικές καταστάσεις. Μια άλλη εκδοχή υποστηρίζει ότι το ευρώ φορτώθηκε στις πλάτες του τις χώρες – γουρούνια (PIGS, από τα αρχικά της Πορτογα­λίας, της Ιρλανδίας, της Ελλάδας και της Ισπανίας). Αυτή η δεύτερη άποψη είναι προφανώς πιο δημοφιλής στους υποστηρικτές της ΟΝΕ στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο. Όμως και οι δυο εκδοχές συγκλίνουν προς το συμπέρασμα ότι η λύση είναι η έξοδος των «γουρουνιών» από την Ευρωζώνη. Μάλιστα, πολλοί (και διάσημοι, όπως ο καθηγητής Ρουμπίνι) αναλυτές έχουν τη γνώμη ότι μια αποχώρηση αυτών των χωρών από το ευρώ μπορεί να είναι προς αμοιβαίο όφελος και των αδύνατων του νότου και των ισχυρών της Ευρωζώνης. Υπάρχει και η εκδοχή που προτείνει μια περίοδο «διακοπών» των PIGS από τη συμμετοχή στο ευρώ, σε μια εμφανή προσπάθεια συμβιβασμού.

Ωστόσο, οι θεωρίες για τις «ατέλειες» του ευρώ σαν ρίζα των προβλημάτων πάσχουν. Για να θεμελιώσουν την άποψη ότι το ευρώ μπαίνει σε κρίση λόγω κακής «αρχιτεκτονικής», συγκρίνουν την ΕΕ με τις ΗΠΑ, το ευρώ με το δολάριο. Ισχυρίζονται, λοιπόν, ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Κομισιόν της ΕΕ δεν διαθέτουν αρμοδιότητες αντίστοιχες της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τρά­πεζας (Fed) και της Ομοσπονδιακής Κυβέρνη­σης των ΗΠΑ και ότι αυτό δυσκολεύει τη διαχείριση των ελλειμμάτων που εμφανίζουν πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Έτσι, ισχυρίζονται, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας ή της Πορτογαλίας μπορεί να γίνεται «αχίλλειος πτέρνα» του ευρώ.

Όμως, όσο κι αν προσπαθούν να προβάλουν ότι στις ΗΠΑ τα προβλήματα π.χ. της Πολιτείας της Φλόριντα καλύπτονται από την Ομοσπονδιακή κυβέρνηση, ενώ στην Ε.Ε. δεν υπάρχουν αντίστοιχοι μηχανισμοί και αυτό μετατρέπει το κοινό νόμισμα σε «αδύναμο κρίκο», χάνουν από τα μάτια τους το συνολικότερο πρόβλημα. Ούτε το δολάριο δεν είναι θωρακισμένο από τη σημερινή κρίση. Κάθε άλλο. Στους Financial Times της 11 Φλεβάρη, ο καθηγητής Niall Ferguson έγραφε σε άρθρο του με τίτλο «Μια ελληνική κρίση έρχεται στην Αμερική»:

«Η ιδέα ότι οι ΗΠΑ αποτελούν “ασφαλές καταφύγιο” είναι ανόητη. Το δημόσιο χρέος τους είναι τόσο ασφαλές καταφύγιο όσο ήταν το Περλ Χάρμπορ το 1941». Και μέσα στο κείμενο ανέφερε ότι: «Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δημοσίευσε πρόσφατα τις εκτιμήσεις του για τη δημοσιονομική προσαρμογή που θα χρειαστεί να κάνουν οι αναπτυγμένες οικονομίες για να αποκαταστήσουν τη δημοσιονομική σταθερότητα στην επόμενη δεκαετία. Οι χειρότερες ήταν η Ιαπωνία και η Βρετανία (με σφίξιμο του ζωναριού κατά 13 μονάδες του ΑΕΠ). Ακολουθούν η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Ελλάδα (με 9 μονάδες). Και στην έκτη θέση; Η ίδια η Αμερική που θα χρειαζόταν δημοσιονομική λιτότητα ύψους 8,8 μονάδων σύμφωνα με το ΔΝΤ».

Αυτή είναι η ωμή πραγματικότητα μέσα στις σημερινές συνθήκες. Οι εργάτες του μεγαλύτερου καπιταλισμού στον κόσμο αντιμετωπίζουν αναλογικά την ίδια σε έκταση επίθεση «δημοσιονομικής προσαρμογής» με τους εργάτες της «ψωροκώσταινας». Και σίγουρα δεν μπορεί κανένας να ισχυριστεί ότι φταίει η χαμηλή παραγωγικότητά τους ή ο «παραφουσκωμένος» αμερικάνικος δημόσιος τομέας ή η αδυναμία της Κεντρικής Τράπεζας να ελέγχει τις «σπατάλες» των Πολιτειών ή να εκδίδει ομόλογα (όπως λένε διάφοροι για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα).

Aτέλειες;

Το πρόβλημα δεν είναι οι «ατέλειες» στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, όπως κι αν τις εννοούν οι διάφορες πλευρές που προβάλουν τέτοιες απόψεις. Μια «αποβολή» των PIGS, ώστε στη ζώνη του ευρώ να μείνουν μόνο οι ισχυρότεροι καπιταλισμοί, δεν θα ήταν λύση αλλά επιδείνωση της κρίσης στην Ευρώπη καθώς θα γεννούσε πολλές «Αργεντινές» μέσα στην ίδια την ΕΕ. Ούτε η δημιουργία μιας «οικονομικής υπερκυβέρνησης» της ΕΕ (ώστε να ελέγχει πιο αυστηρά τους προϋπολογισμούς των κρατών μελών και να εκδίδει ευρωομόλογα για λογαριασμό όλων) θα σταματούσε την κρίση. Θα σήμαινε μόνο τη γενίκευση της επίθεσης των καπιταλιστών ώστε τα βάρη της «ανταγωνιστικότητας» του ευρώ να πέσουν στις πλάτες των εργατών σε όλη την Ευρώπη.

Απομένει μια άλλη κατηγορία θεωριών που πρέπει να εξετάσουμε πριν περάσουμε στην αναζήτηση των πραγματικών εξηγήσεων για τη σημερινή μορφή της κρίσης. Πρόκειται για τις θεωρίες συνωμοσίας.

Σύμφωνα με αυτές, η Ελλάδα είναι το πειραματόζωο που επέλεξαν οι κερδοσκόποι για να ξεδιπλώσουν την επίθεσή τους ενάντια στο Ευρώ. Αγγλοσαξονικά ΜΜΕ και αμερικάνικα hedge funds συνωμοτούν για να χτυπήσουν την Ελλάδα και κατά προέκταση το ευρώ.

Και σε αυτή την περίπτωση υπάρχουν στοιχεία αλήθειας. Η υπουργός Οικονο­μικών του Σαρκοζί, η κ. Λαγκάρντ, έκανε δηλώσεις ότι έχουν εντοπιστεί τουλάχιστον έξι αμερικανικές τράπεζες να παίζουν κερδοσκοπικά παιχνίδια σε βάρος του Ευρώ. Σύμφωνα με το Βήμα της Κυριακής (28 Φλεβάρη), ο επικεφαλής της αμερικανικής χρηματιστηριακής εταιρίας Paulson & Co έχει στοιχηματίσει 4 δις ευρώ υπολογίζοντας σε ελληνική χρεοκοπία. Υπάρχουν επίσης αποκαλύψεις ότι η Goldman Sachs, ο αμερικανικός τραπεζικός κολοσσός που βοήθησε τις ελληνικές κυβερνήσεις να «μαγειρέψουν» τα στοιχεία για το δημόσιο χρέος, έχει τη συνήθεια να «παίζει» και τις δυο άκρες, δηλαδή να δημιουργεί χρηματιστικά παράγωγα και ταυτόχρονα να στοιχηματίζει σε βάρος τους.

Σύμφωνα με την εφημερίδα Financial Times, οι επικεφαλής των κερδοσκοπικών hedge funds έχουν αρχίσει να φοβούνται ότι θα ληφθούν μέτρα σε βάρος τους καθώς μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου της Ευρώπης θεωρεί ότι έχουν ξεπεράσει τα όρια.

Πραγματικά, ο Σαρκοζί, η Μέρκελ και ο Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ εμφανίζονται τώρα ως «τιμωροί» των κερδοσκόπων και φίλοι της Ελλάδας που δίνει μάχη παίρνοντας σκληρά μέτρα κατά των …εργαζόμενων. Είναι τόσο προκλητική η κοροϊδία της πάταξης της κερδοσκοπίας μέσα από ακόμα πιο αυστηρή επιτήρηση των προγραμμάτων λιτότητας, ώστε θα ήταν ίσως περιττό να σταθούμε περισσότερο σε αυτό το σημείο, έστω και αν ο Παπανδρέου αυτοπροβάλεται σαν ο πατέρας αυτής της πρωτοβουλίας με τα ταξίδια του στο Βερολίνο, το Παρίσι και την Ουάσινγκτον. Ωστόσο πέρα από τις δημαγωγίες των ηγετών της ΕΕ, χρειάζεται να βάλουμε στις σωστές διαστάσεις το ρόλο των κερδοσκόπων.

Tα κερδοσκοπικά παιχνίδια στην αγορά ασφάλισης κατά των κινδύνων χρεοκοπίας έχουν τρελλαθεί. Υποτίθεται ότι τα λεγόμενα Credit Default Swaps (CDS) δίνουν τη δυνατότητα στους επενδυτές να προβλέπoυν τους κινδύνους χρεοκοπίας ολόκληρων κρατών και να τους προλαβαίνουν χρεώνοντας όλο και υψηλότερα ασφάλιστρα. Στην πράξη, αυτοί οι μηχανισμοί δίνουν τη δυνατότητα σε κερδοσκοπικά κεφάλαια να πιέζουν τα επιτόκια δανεισμού π.χ. της Ελλάδας προς τα πάνω και ταυτόχρονα να στοιχηματίζουν ότι στο τέλος η συγκεκριμένη χώρα θα χρεοκοπήσει. Στήνουν έναν φαύλο κύκλο που οξύνει την κρίση και προσδοκούν κέρδη και από την πορεία και από την κατάληξη αυτού του «παιχνιδιού».

Παρόλα αυτά, οι κινήσεις των κερδοσκόπων δεν μπορούν από μόνες τους να δημιουργήσουν τις συνθήκες κρίσης για το ευρώ. Μπορούν να τζογάρουν πάνω σε εξελίξεις που εκτιμούν ότι θα τους φέρουν κέρδη, αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να δημιουργούν μόνοι τους τις εξελίξεις. Αν υπάρχει πόλεμος νομισμάτων, αν υπάρχει σύγκρουση τραπεζών για την ηγεμονία στο διεθνές τραπεζικό σύστημα, αν υπάρχουν ανταγωνιστικά προγράμματα «σταθερότητας», αν υπάρχει ένα τέτοιο τοπίο που δίνει ευκαιρίες για κερδοσκοπικά στοιχήματα, οι αιτίες βρίσκονται πιο βαθιά από τα σχέδια του οποιουδήποτε παίκτη των διεθνών αγορών. Ο Τζορτζ Σόρος μπορεί να έγινε διάσημος επειδή κέρδισε αμύθητα ποσά στοιχηματίζοντας πάνω στην υποτίμηση της βρετανικής λίρας στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αλλά ούτε αυτός ο πιο πετυχημένος των κερδοσκόπων δεν έχει τη δύναμη να κατευθύνει τις τύχες του καπιταλισμού στην Ευρώπη. Υπάρχουν ισχυρότερες, τυφλές, ανεξέλεγκτες δυνάμεις στα έγκατα αυτού του συστήματος που σπρώχνουν προς την κρίση.

Το κόστος της «διάσωσης»

Κοντεύει ένα χρόνος από τότε που οι ηγέτες των G-20, των παραδοσιακών πλουσιότερων χωρών του πλανήτη πλαισιωμένοι από τους ηγέτες της Ρωσίας, της Κίνας αλλά και των αναδυόμενων δυνάμεων της Βραζιλίας, της Ινδίας κλπ, συναντήθηκαν στο Λονδίνο και συντόνισαν τις κρατικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης που κάλπαζε μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers το φθινόπωρο του 2008.

Μόλις τώρα γίνεται αντιληπτό το πόσο τεράστιες διστάσεις πήρε αυτή η συντονισμένη παρέμβαση. Υπολογίζεται από την κεντρική τράπεζα της Αγγλίας ότι δαπανήθηκαν από τις κυβερνήσεις ΗΠΑ, Βρετανίας και Ευρωζώνης περίπου 14.000 δισεκατομμύρια δολάρια, ποσό που ισοδυναμεί με το ένα τέταρτο του παγκόσμιου ΑΕΠ! Χάρη σε αυτό το τρομακτικό «πακέτο» ανακόπηκε η πορεία προς την παγκόσμια ύφεση που είχε αρχίσει να παίρνει ρυθμούς αντίστοιχους με την ύφεση που ακολούθησε το Κραχ του 1929. Και πάνω σε αυτή την πραγματικότητα άνθισε η φιλολογία για τα διαφαινόμενα «βλαστάρια» της ανάκαμψης.

Η συνέχεια, όμως, έφερε στην επιφάνεια τις αντιφάσεις αυτής της πρωτοφανούς «διάσωσης», σε τέσσερα διαφορετικά επίπεδα.

Πρώτο, η «διάσωση» έφερε ανάκαμψη στα κέρδη των μεγάλων τραπεζών που επιβίωσαν, ανέβασε τις μετοχές τους και τα χρηματιστήρια, αλλά όχι και την πραγματική οικονομία. Σε μεγάλο βαθμό οι αμερικάνικες και ευρωπαϊκές τράπεζες προτίμησαν να ρίξουν το φθηνό χρήμα που τους εξασφάλιζε η πολιτική των κεντρικών τραπεζών τους σε «επενδύσεις» σε μετοχές και συμβόλαια πρώτων υλών στις αναδυόμενες αγορές παρά σε δάνεια προς τις επιχειρήσεις των εσωτερικών αγορών τους. Πρόκειται για το λεγόμενο carry trade.

Με άλλα λόγια αναζήτησαν μια νέα μεγαλύτερη φούσκα, που δίνει γρήγορα κέρδη αλλά δεν είναι διατηρήσιμη. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους. Ο πρώτος είναι το γεγονός ότι είναι πολύ πιο επικερδές αυτή τη στιγμή να δανείζεσαι σε δολάρια (που η ισοτιμία του πέφτει) με ελάχιστο επιτόκιο και να επενδύεις σε ανερχόμενες μετοχές π.χ. στην Ασία, παρά να περιμένεις πότε θα αποδώσει μια επένδυση σε ένα νέο εργοστάσιο μέσα στις ΗΠΑ. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών είναι γεμάτα χρηματιστηριακές «αξίες» που συνδέονται με δείκτες όπως οι τιμές των πρώτων υλών. Έτσι, ελπίζουν ότι η νέα φούσκα «εξυγιαίνει» την κεφαλαιακή βάση τους. Ταυτόχρονα, όμως, ρισκάρουν ότι η στασιμότητα ή μια νέα ύφεση της πραγματικής οικονομίας θα οδηγήσει σε σκάσιμο και της νέας φούσκας με καταστροφικά αποτελέσματα.

Δεύτερο, οι κινέζικες τράπεζες υπό κρατική καθοδήγηση συμμετείχαν με το δικό τους τρόπο στο διεθνή συντονισμό των «πακέτων στήριξης». Χρηματο­δότησαν πέρυσι με ρυθμό 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων επενδύσεις στις εξαγωγικές βιομηχανίες της Κίνας. Αυτό έφερε την κινέζικη οικονομία στη θέση του σημαντικότερου τμήματος της παγκόσμιας οικονομίας που ανακάμπτει, αλλά προκάλεσε δυο αντιδράσεις. Η ίδια η κινέζικη κυβέρνηση αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι αυτή η ανάπτυξη δεν είναι διατηρήσιμη. Πού θα πάνε οι αυξημένες εξαγωγές της Κίνας από τη στιγμή που η υπόλοιπη παγκόσμια οικονομία δεν ανακάμπτει; Με κυβερνητική εντολή, οι τράπεζες φρενάρησαν φέτος το Γενάρη τη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων. Ταυτόχρονα, ΗΠΑ και ΕΕ απαίτησαν από την Κίνα να ανατιμήσει το νόμισμά της γιατί ανταγωνίζεται «αθέμιτα» τις δικές τους εξαγωγές. Οι εντάσεις στο διεθνές νομισματικό σύστημα αυξήθηκαν.

Τρίτο, οι ίδιες οι κεντρικές τράπεζες ΗΠΑ και ΕΕ άρχισαν να ανησυχούν ότι η πολιτική των κολοσσιαίων πακέτων διάσωσης δεν μπορεί να συνεχιστεί. Για τις ανησυχίες αυτές έπαιξαν ρόλο και οι φόβοι για το σκάσιμο της νέας φούσκας και οι φόβοι ότι πριμοδοτούν την κινέζικη ανάκαμψη περισσότερο από τη δική τους, αλλά και οι φόβοι για την αντοχή των κρατικών προϋπολογισμών να σηκώνουν τα βάρη των «κινήτρων». Από το καλοκαίρι του 2009 άνοιξε μια συζήτηση για τις λεγόμενες «στρατηγικές εξόδου» από το καθεστώς των έκτακτων μέτρων στήριξης. Η ΕΚΤ τάχθηκε υπέρ μιας γρήγορης «εξόδου» με τερματισμό της πολιτικής του φθηνού χρήματος, ενώ το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποίησε ότι οι κίνδυνοι από έναν πρόωρο τερματισμό των κινήτρων στήριξης είναι μεγαλύτεροι από τους κινδύνους παράτασης των μέτρων. Οι διαφωνίες μεταφράστηκαν και σε ένταση δολαρίου – ευρώ.

Τέταρτο, πριν μπορέσουν να καταλήξουν για το τι είναι πιο επίφοβο, το μπρός γκρεμός ή το πίσω ρέμα, αναδείχθηκε η απειλή νέων χρεοκοπιών όταν έσκασε το κανόνι στο Ντουμπάι. Αυτό όξυνε όλα τα προβλήματα και οδηγεί στην αναζήτηση ανταγωνιστικών «προγραμμάτων σταθεροποίησης». Αντί για την αναζήτηση μιας συντονισμένης στρατηγικής εξόδου από την πολιτική «διάσωσης» των G-20 της περασμένης άνοιξης, φτάνουμε στο «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» έστω και πατώντας στο πτώμα του γείτονα.

Σύμφωνα με το περιοδικό New Left Review (όπως αναφέρεται και στο περιοδικό International Socialism Journal), κινέζοι αξιωματούχοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η πολιτική των πακέτων στήριξης είναι «σαν να πίνεις δηλητήριο για να ξεδιψάσεις». Με άλλα λόγια, όσοι υπολογίζουν σε μια σινο-αμερικανική ατμομηχανή ανάκαμψης θα απογοητευθούν. Στο μεταξύ η κυρία Μέρκελ προχωράει μονομερώς σε «θωράκιση» του Ευρώ έστω και αν βυθίσει την Ευρώπη στην ύφεση και θυσιάσει τις PIGS στο βωμό αυτής της προσπάθειας. Ενώ οι αμερικάνικες τράπεζες βλέπουν τη δυνατότητα να οδηγηθούν χώρες της Ευρώπης πίσω στην αγκαλιά του δολάριου για σωτηρία. Σε τέτοιες συνθήκες μπορούμε να καταλάβουμε γιατί καπιταλισμοί όπως ο ελληνικός βρίσκονται από τη θαλπωρή της αναμενόμενης «ανάκαμψης» στην παγωνιά της κατεπείγουσας «σταθεροποίησης».

Το υπόβαθρο για αυτά τα σκαμπανεβάσματα της κρίσης είναι το συνολικότερο πρόβλημα του γερασμένου σύγχρονου καπιταλισμού. Στα νιάτα του, η κρίση μπορούσε να λειτουργήσει σαν «κάθαρση» του συστήματος έστω και με παράλογο κόστος. Η κρίση κατάστρεφε ανθρώπινες ζωές με τη μαζική ανεργία, κατάστρεφε επενδυμένο πλούτο κλείνοντας ολόκληρα εργοστάσια και επιχειρήσεις, αλλά ταυτόχρονα εξασφάλιζε ένα νέο κύκλο κερδοφόρας ανάπτυξης για τα κεφάλαια που επιβίωναν. Σήμερα, η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφάλαιου έχει φτάσει σε τέτοια επίπεδα ώστε το κλείσιμο ενός κολοσσού δεν ανοίγει νέες ευκαιρίες για τους ανταγωνιστές του, αντίθετα απειλεί να δημιουργήσει μια μαύρη τρύπα που θα συμπαρασύρει τους πάντες και τα πάντα. Οι «εθνικοί πρωταθλητές» έχουν γίνει πολύ μεγάλοι για να αφεθούν να φαλιρίσουν.

Αυτό το διαπίστωσε το αμερικάνικο κράτος με οδυνηρό τρόπο μετά την πτώχευση της Lehman Brothers. Ήταν μια πτώχευση που αντί να ανακουφίσει τους ανταγωνιστές της συγκλόνισε το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα. Κάτω από αυτή την πίεση ο Ομπάμα όχι μόνο συνέχισε το «Πακέτο Πόλσον» του Μπους αλλά και το συντόνισε και το διόγκωσε σε επίπεδο G20. Τα «τοξικά ομόλογα» που έπρεπε να γίνουν κουρελόχαρτα επιβίωσαν και δίπλα τους άρχισαν να μετατρέπονται σε «τοξικά» και τα ομόλογα του δημοσίου όλων των κρατών που συμμετείχαν στη «διάσωση» Για να διατηρούν την «αξία» του όλα αυτά τα χρεώγραφα απαιτούν τεράστιες μεταφορές πλούτου προς τη μερια τους. Αυτό είναι το πραγματικό νόημα των «Προγραμμάτων Σταθε­ρότητας» που εγκαινιάζουν οι κυβερνήσεις παντού και μάλιστα με τρόπο ανταγωνιστικό μεταξύ τους.

Αλλά όσο κρατιούνται στη ζωή με καπιταλιστικά κριτήρια αυτά τα «ζόμπι» απομυζούν την ικμάδα και των γύρω τους με τις απαιτήσεις τους. Η παγκόσμια οικονομία δεν αντέχει να ξεφύγει από την κρίση όντας φορτωμένη με τις υποχρεώσεις που δημιούργησαν οι πλασματικές «επενδύσεις» στις φούσκες που έσκασαν. Το σύστημα δεν αντέχει να τις παραγράψει με το δικό του τρόπο. Θα χρειαστεί μια άλλη «παραγραφή» που θα την επιβάλει η εργατική τάξη με τους αγώνες της.

Γιατί να πληρώνει το ελληνικό δημόσιο 13 δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο σε τόκους για την «εξυπηρέτηση» δανείων από τράπεζες με χαρτοφυλάκια γεμάτα τοξικά ομόλογα και επισφαλείς τοποθετήσεις; Γιατί να μειωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις εκατομμυρίων ανθρώπων για να κρατάνε την «αξία» τους αυτά τα παλιόχαρτα; Γιατί να υποστούν το ίδιο και οι Πορτογάλοι και οι Ιρλανδοί και τόσοι άλλοι; Δεν είναι πιο λογικό να παγώσουμε αυτές τις πληρωμές και να κρατικοποιήσουμε τις τράπεζες χωρίς αποζημίωση για τους μετόχους που πλούτιζαν από τις φούσκες; Δεν είναι πιο λογικό να πάρουμε πίσω σε δημόσιο έλεγχο τον ΟΤΕ από τη Deutsche Telekom, την Ολυμπιακή-Aegean από την Lufthansa, το αεροδρόμιο από την Hochtief, τον Σκαραμαγκά από την Thyssen αντί να παζαρεύουμε με την Deutsche Bank αν θα μας δανείσει με τρελά επιτόκια και αντάλλαγμα νέες ιδιωτικοποιήσεις;

Δεν είναι πιο λογικό να κόψουμε τις παραγγελίες για νέες φρεγάτες αντί να παρακαλάμε τον Σαρκοζί να τις δεχτεί σαν αντάλλαγμα για μια πιθανή γαλλική εγγύηση για την έκδοση κάποιου ευρωομόλογου;

Η κρίση παίρνει τέτοιες διαστάσεις ώστε οι αντικαπιταλιστικές λύσεις που έμοιαζαν εξορισμένες στις μέρες του 1917 γίνονται ξανά επίκαιρες. Όσο πιο γρήγορα και όσο πιο πολλοί το συνειδητοποιήσουμε αυτό, τόσο το καλύτερο για όλους τους εργαζόμενους σε όλο τον πλανήτη.