Άρθρο
Αϊτή

Εξώφυλλο του τευχους 79

Ο Σωτήρης Κοντογιάννης γράφει για την πατρίδα των Μαύρων Γιακοβίνων.

Τον Αυγουστο του 1791, ο Αγιος Δομίνικος, το δυτικό τμήμα της νήσου Ισπανιόλα, η σημερινή Αϊτή δηλαδή, πέρασε στην επανάσταση. Ο Αγιος Δομίνικος ήταν την εποχή εκείνη γαλλική αποικία. Και όχι μόνο αυτό: ήταν η λαμπρότερη αποικία του κόσμου, το διαμάντι της γαλλικής αποικιοκρατίας και ο φθόνος όλων των άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της εποχής.

Τον Ιούλη του 1789, όμως, ο “όχλος” του Παρισιού ξεσηκώθηκε, γκρέμισε το μισητό κάστρο της Βαστίλης και μαζί του ολόκληρο το παλιό καθεστώς των ευγενών, των κληρικών και των βασιλιάδων. Τα νέα από τη μητρόπολη, όπου η “Τρίτη Τάξη” είχε σηκώσει τη σημαία της Ελευθερίας, της Ισότητας και της Αδελφότητας, έβαλαν φωτιά στις καρδιές των καταπιεσμένων σε κάθε γωνιά της γαλλικής επικράτειας.

Ο Αγιος Δομίνικος ξεσηκώθηκε. Αλλά αυτοί που κατέβηκαν στους δρόμους, οπλισμένοι συχνά μόνο με το μίσος τους για το καθεστώς και την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής, δεν ήταν κάποια τοπική “Τρίτη Τάξη” – μια “τάξη” που ξεκινούσε από τους αγρότες και τους φτωχούς των πόλεων και έφτανε μέχρι τους εφοπλιστές και τους τραπεζίτες. Αυτοί που ξεσηκώθηκαν στον Αγιο Δομίνικο ήταν σκλάβοι. Ενα μεγάλο κομμάτι από αυτούς είχε φθάσει μόλις πριν από λίγα χρόνια στο νησί, αλυσοδεμένο στα αμπάρια κάποιου δουλεμπορικού που έφερνε τους άτυχους “Νέγρους” που είχαν αιχμαλωτιστεί στην Αφρική από τις Ακτές της Γουϊνέας στο Πορτ-ο-Πρενς και τα άλλα λιμάνια της αποικίας. Κάποιοι άλλοι, όπως ο Τουσέν Λ'Ουβερτίρ, ο ηγέτης της επανάστασης, είχαν γεννηθεί στον Αγιο Δομίνικο. Οι γονείς τους ήταν σκλάβοι. Και αυτοί ήταν σκλάβοι. Και τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους προορίζονταν να γίνουν σκλάβοι. Η επανάσταση έκοψε αυτό το βρώμικο νήμα για πάντα.

“Ο αγώνας κράτησε 12 ολόκληρα χρόνια”, γράφει στο κλασσικό του βιβλίο Οι Μαύροι Γιακωβίνοι ο CLR James (1901-1989), ο ιστορικός της αϊτινής επανάστασης. “Οι σκλάβοι νίκησαν τους τοπικούς λευκούς γαιοκτήμονες και τον στρατό της γαλλικής μοναρχίας, τους Ισπανούς εισβολείς, μια Βρετανική αποστολή 60.000 ανδρών και τέλος μια ανάλογη Γαλλική απόπειρα υπό τον γαμπρό του Βοναπάρτη αντίστοιχου μεγέθους. Η ήττα της εκστρατείας του Βοναπάρτη το 1803 είχε σαν αποτέλεσμα την ίδρυση της Αϊτής, ενός κράτους που συνεχίζει να υπάρχει μέχρι σήμερα”.

Η επανάσταση στον Αγιο Δομίνικο είναι η μοναδική επανάσταση σκλάβων στην ιστορία της ανθρωπότητας που έχει καταφέρει να νικήσει. “Η μεταμόρφωση των τρομοκρατημένων σκλάβων, που έτρεμαν μέχρι τότε ακόμα και στη θέα ενός λευκού”, γράφει ο CLR James, “σε έναν λαό ικανό να αυτοοργανωθεί και να νικήσει τα πιο ισχυρά κράτη της Ευρώπης αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα έπη του επαναστατικού αγώνα όλων των εποχών”.

Το δουλεμπόριο

Για τη Γαλλική αστική τάξη, ο Αγιος Δομίνικος ήταν μια μόνιμη πηγή τρομαχτικού πλούτου. Το 1789, τη χρονιά που ξεσηκώθηκαν οι “αβράκωτοι” στο Παρίσι, το σύνολο του εξωτερικού εμπορίου της Γαλλίας ήταν 17 εκατομμύρια λίρες. Από αυτά τα 11 περίπου αντιστοιχούσαν στον Αγιο Δομίνικο. Την χρονιά εκείνη κατάπλευσαν στο Πορτ-ο-Πρένς και τα άλλα λιμάνια της αποικίας πάνω από 1500 πλοία – περισσότερα από όσα είχαν καταπλεύσει στο λιμάνι της Μασαλίας.

Ο Αγιος Δομίνικος έστελνε ζάχαρη, καφέ, κακάο, ξύλο, λουλάκι και δέρματα – χιλιάδες τόνους κάθε χρόνο – στη Γαλλία. Το “Αποκλειστικό”, όπως ονόμαζαν το σύστημα που απαγόρευε στις αποικίες οποιαδήποτε εμπορική συναλλαγή με οποιαδήποτε άλλη χώρα πέρα από την ίδια τη μητρόπολη, εξασφάλιζε ότι τα προϊόντα αυτά θα κατέληγαν στα μεγάλα λιμάνια της Γαλλίας. Η Μασαλία, η Νάντη, το Μπορντό έγιναν το κέντρο του αποικιακού εμπόριου.

Η Γαλλία έστελνε στις αποικίες φτηνά τρόφιμα και υφάσματα για τους σκλάβους αλλά και παστά κρέατα, μπράντυ, μηχανήματα και ρούχα πολυτελείας για τους πλούσιους γαιοκτήμονες και τους “μικρούς λευκούς” – τους μικροεμπόρους, τους παρηκμασμένους ευγενείς που έψαχναν την τύχη τους στις αποικίες, τους απατεώνες που είχαν εγκαταλείψει τη Γαλλία για να αποφύγουν τη δικαιοσύνη, τους απόστρατους αξιωματικούς και τους κάθε λογής τυχοδιώκτες που αν και δεν ήταν πλούσιοι απολάμβαναν στον Αγιο Δομίνικο τα προνόμια του λευκού τους δέρματος.

Πάνω απ' όλα, όμως, η Γαλλία εξήγαγε στον Αγιο Δομίνικο σκλάβους. “Η Νάντη”, γράφει ο CLR James, “ήταν το κέντρο του δουλεμπόριου. Ηδη το 1666, 108 πλοία πήγαν στις ακτές της Γουινέας, επιβίβασαν 37.430 σκλάβους, συνολικής αξίας πάνω από 37 εκατομμύρια με μια απόδοση 15-20% για τους αστούς της Νάντης... Ολες σχεδόν οι βιομηχανίες που αναπτύχθηκαν στη διάρκεια του 18ου αιώνα στη Γαλλία είχαν τις ρίζες τους στα αγαθά και τα εμπορεύματα με προορισμό είτε τις ακτές της Γουινέας είτε την Αμερική. Το κεφάλαιο από το δουλεμπόριο ήταν το λίπασμά τους: παρόλο που η αστική τάξη εμπορευόταν και άλλα είδη εκτός από σκλάβους, από τις επιτυχίες ή τις αποτυχίες αυτού του κύκλου, εξαρτόνταν όλα τα άλλα...”.

Το δουλεμπόριο και οι σκλάβοι ήταν η βάση της Γαλλικής Επανάστασης. “Θλιβερή ειρωνία της ανθρώπινης ιστορίας”, έγραφε στο βιβλίο του Σοσιαλιστική Ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης ο Ζαν Ζορές, ένας διάσημος Γάλλος σοσιαλιστής των αρχών του 20ου αιώνα. “Οι περιουσίες που δημιουργήθηκαν από το δουλεμπόριο στο Μπορντό και τη Νάντη έδωσαν στην αστική τάξη αυτή την υπερηφάνεια που απαιτούσε ελευθερία και συνέβαλε στην ανθρώπινη χειραφέτηση...”.

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν υπήρχαν ανάμεσα στους επαναστάτες φωνές που ζητούσαν την απαγόρευση του δουλεμπόριου. Το 1788 ιδρύθηκε στο Παρίσι η ένωση “Οι Φίλοι του Νέγρου”. Ανάμεσα σε αυτούς που υπέγραφαν τη διακήρυξη ήταν μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της επανάστασης που επρόκειτο να ξεσπάσει τον επόμενο χρόνο: ο Μπρισό, ο Μιραμπό, ο Κοντορσέ. Παρά τα μεγάλα ονόματα, όμως, και την στήριξη της Βρετανίας (που μετά την απώλεια της Αμερικής που την άφησε πρακτικά χωρίς σκλάβους είχε ξεκινήσει διεθνή εκστρατεία ενάντια στο δουλεμπόριο) αλλά και την απήχηση στον κόσμο, οι Φίλοι του Νέγρου είχαν ελάχιστη επιρροή πριν ξεσπάσει η επανάσταση.

Μαύροι Σκλάβοι, Λευκοί Γαιοκτήμονες και Μιγάδες

“Ο ξένος αφυπνιζόταν στον Αγιο Δομίνικο από τον ήχο του μαστίγιου, τις πνιγμένες κραυγές και τα βαριά βογκητά των Νέγρων που έβλεπαν τον ήλιο να ξημερώνει μόνο για να τον καταραστούν για τη επιστροφή στη δουλειά και τον πόνο”. Οι σκλάβοι δούλευαν σαν τα ζώα και ζούσαν σαν τα ζώα στον Αγιο Δομί­νικο. Ενας Ελβετός που είχε ταξιδέψει σε διάφορες αποικίες περιέγραφε με αυτόν τον τρόπο στα απομνημονεύματά του μια ομάδα σκλάβων την ώρα της δουλειάς:

“Ηταν καμιά εκατοστή άντρες και γυναίκες, όλων των ηλικιών, όλοι απασχολημένοι να σκάβουν χαντάκια σε ένα χωράφι με ζαχαροκάλαμα, η πλειοψηφία τους ήταν γυμνοί ή σκεπασμένοι με κάποια κουρέλια... Μια πένθιμη σιωπή κυριαρχούσε. Η εξάντληση ήταν αποτυπωμένη σε κάθε πρόσωπο, αλλά το διάλειμμα δεν είχε έρθει ακόμα. Το άσπλαχνο μάτι του Διευθυντή περιπολούσε την ομάδα και διάφοροι επιστάτες, οπλισμένοι με μακρυά μαστίγια, κινούνταν περιοδικά ανάμεσά τους, δίνοντας τσουχτερές ραβδιές σε όλους – άντρες και γυναίκες, νέους και γέρους – όσοι εξοντωμένοι από την κούραση αναγκάζονταν να σταματήσουν για μια ανάσα...”.

Οταν δεν δούλευαν οι σκλάβοι στοιβάζονταν σε καλύβες – σε κάτι κουτιά με δάπεδο το χώμα, χωρίς παράθυρα, χωρισμένες σε δυο ή τρια δωμάτια η καθεμιά, ένα δωμάτιο για κάθε οικογένεια στο οποίο υπήρχε μόνο ένα αχυρένιο στρώμα πεταμένο στο πάτωμα πάνω στο οποίο κοιμούνταν όλοι μαζί – πατέρας, μητέρα και παιδιά. Ο υποσιτισμός και η πείνα ήταν μόνιμος συνοδός τους στην άθλια αυτή ζωή.

Στην άλλη όχθη στέκονταν οι λευκοί γαιοκτήμονες, οι ιδιοκτήτες των φυτειών. “Οι ιδιοκτήτες μισούσαν τη ζωή τους στην αποικία”, γράφει ο CLR James, “και το μόνο που ήθελαν ήταν να μαζέψουν αρκετά λεφτά για αποσυρθούν στη Γαλλία ή τουλάχιστον να περάσουν μερικούς μήνες στο Παρίσι... Προσπαθώντας να ξεπεράσουν την πλήξη της αφθονίας και την βαρεμάρα τους με το φαϊ, το ποτό, τα χαρτιά και τις μαύρες γυναίκες, είχαν χάσει πολύ πριν το 1789 την απλότητα της ζωής και την ενεργητικότητα αυτών των ανώνυμων ανδρών που είχαν κάποτε ιδρύσει την αποικία...”.

Ανάμεσα σε αυτά τα δυο άκρα δεν υπήρχαν μόνο οι “Μικροί Λευκοί”, παράσιτα που δεν έπαιζαν κανένα ρόλο στην οικονομία και την κοινωνική οργάνωση της αποικίας. Υπήρχαν και κάποιοι ελεύθεροι Μαύροι, σκλάβοι που κάποιο φιλεύσπλαχνο αφεντικό είχε απελευθερώσει ή κάποιος πλούσιος συγγενής τους είχε εξαγοράσει για λογαριασμό τους την ελευθερία τους.

Και ύστερα υπήρχαν και οι Μιγάδες, τα παιδιά που γεννιούνταν από την (κάθε άλλο παρά ελεύθερη) συνένωση των Λευκών γαιοκτημόνων με τις σκλάβες τους. Οι Μιγάδες – σαν παιδιά των Λευκών – δεν ήταν σκλάβοι. Πολλοί από αυτούς κατάφεραν όχι μόνο να αποκτήσουν δική τους γη αλλά και να πλουτίσουν – προκαλώντας συστηματικά τον φθόνο των Λευκών. Παρόλα αυτά οι Μιγάδες παρέμεναν πολίτες δεύτερης κατηγορίας: κανένας δεν είχε το δικαίωμα να πάρει το επίθετο του Λευκού πατέρα του. Και τα παιδιά τους είχαν πάντα το στίγμα του μαύρου χρώματος – ακόμα και αν είχαν μια γιαγιά ή προγιαγια Μαύρη θεωρούντο κατώτεροι από τους Λευκούς. Οπως γράφει ο CLR James:

“Χώριζαν τους απογόνους των Λευκών και των Μαύρων και των ενδιάμεσων αποχρώσεων σε 128 διαφορετικές κατηγορίες. Ο πραγματικός Μιγάδας ήταν το παιδί ενός καθαρού Λευκού και μιας καθαρής Μαύρης. Το παιδί ενός Λευκού και μιας Μιγάδας ήταν ένας Κουάρτερον, με 96 μέρη λευκού και 32 μέρη μαύρου. Ενας Κουάρτερον, όμως, μπορούσε να παραχθεί και σε αναλογίες 88 προς 40 από έναν Λευκό και μια γυναίκα Μαραμπού ή από έναν Λευκό και μια Σακάτρα σε αναλογία 72 προς 56 και ούτω καθ' εξής. Ομως ο Σανγκ-μελέ με 127 λευκά μέρη και ένα μαύρο μέρος θεωρείτο έγχρωμος”.

Ο ρατσισμός ήταν συστατικό στοιχείο της κοινωνικής οργάνωσης της αποικίας. Ο Κώδικας του 1685 αναγνώριζε στους Μαύρους απελεύθερους και τους Μιγάδες ίσα δικαιώματα με τους Λευκούς. Αλλά ο Κώδικας έμεινε στα χαρτιά και όσο μεγάλωνε η δύναμη και η σήψη των Λευκών γαιοκτημόνων τόσο μεγάλωναν και ο ρατσισμός και οι περιορισμοί και οι διακρίσεις.

Κανένας Λευκός δεν γινόταν υπηρέτης. Κανένας Λευκός δεν έκανε ποτέ κάποια από τις δουλειές που έκαναν, κατά παράδοση, οι σκλάβοι. Και οι Μιγάδες έπεφταν θύματα των πιο απίθανων ταπεινώσεων, που γίνονταν όλο και χειρότερες όσο μεγάλωνε ο πλούτος τους. Οι Μιγάδες απαγορευόταν να φοράνε Ευρωπαϊκά ρούχα. Απαγορευόταν να συγκεντρώνονται με “πρόσχημα” γάμους, χορούς και γιορτές. Απαγορευόταν να μένουν στη Γαλλία. Απαγορευόταν να παίζουν Ευρωπαϊκά παιχνίδια. Απαγορρευόταν να κάθονται στο ίδιο τραπέζι με έναν Λευκό, ακόμα και στο ίδιο τους το σπίτι.

Μόνο ένας τρόπος υπήρχε για να λυθεί αυτή η κατάσταση: η βία. Οταν όμως ήρθε η επανάσταση, Λευκοί γαιοκτήμονες, “Μικροί Λευκοί”, απελεύθεροι Μαύροι και Μιγάδες βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα μεγάλο δίλημμα: θα έπρεπε να διαλέξουν στρατόπεδο με βάση το χρώμα του δέρματός τους ή με βάση την οικονομική τους θέση και την περιουσία τους; Πολλοί ταλαντεύτηκαν αλλά στο τέλος σχεδόν κανένας δεν δυσκολεύτηκε να αποφασίσει.

Η Επανάσταση

Οι σκλάβοι ήξεραν από την ίδια τους την εμπειρία ότι κάθε μεμονωμένη ενέργεια ήταν καταδικασμένη. Η ιστορία τους ήταν γεμάτη από τέτοιες εξεγέρσεις – που είχαν καταλήξει όλες στην ήττα και την παραδειγματική τιμωρία των εξεγερμένων. Οι γαιοκτήμονες ήταν αδίστακτοι στις τιμωρίες τους. Η θηριωδία τους αντανακλούσε τον βαθύ φόβο που έτρεφαν απέναντι σε αυτούς τους “υπανθρώπους” από την Αφρική που αντί να λατρεύουν τον ένα και μοναδικό θεό είχαν τη δική τους υπόγεια και σκοτεινή θρησκεία – το Βουντού.

Τα νέα από την πτώση της Βαστίλης έφεραν μεγάλη αναταραχή στον Αγιο Δομίνικο. Οι “Μικροί Λευκοί” ταυτίστηκαν αμέσως με την επανάσταση. Οι γαιοκτήμονες, καταχρεωμένοι λόγω του “Αποκλειστικού” στη Γαλλία βρήκαν την ευκαιρία να σηκώσουν κεφάλι. Η Γαλλική διοίκηση – ο Αγιος Δομίνικος κυβερνιόταν από έναν Γάλλο Κυβερνήτη – πιστή ακόμα στον Βασιλιά (που μέχρι το 1793 δεν είχε ακόμα εκθρονιστεί και αποκεφαλιστεί) και στο παλιό καθεστώς, πάλευε μάταια να διατηρήσει την κυριαρχία της. Μόνο μια ελπίδα υπήρχε πιά για τους γραφειοκράτες – οι Μιγάδες. “Εχει γίνει πάνω από απαραίτητο σε αυτές τις περιστάσεις”, έγραφε ο Ντε Πεϊνιέρ, ο κυβερνήτης, στους αξιωματούχους της διοίκησής του, “να μην τους δίνουμε καμιά αφορμή για αντίδραση και να τους αντιμετωπίζουμε σαν φίλους και Λευκούς”.

Το σχέδιο πέτυχε απόλυτα και οι Μιγάδες, τρομοκρατημένοι από τις αγριότητες των “Μικρών Λευκών”, υποστήριξαν τη βασιλική διοίκηση και τον στρατό. Αλλά αυτό δεν έχει και μεγάλη σημασία. Μέσα στις βδομάδες, τους μήνες και τα χρόνια που θα ακολουθούσαν, οι συμμαχίες ανάμεσα στις διάφορες ομάδες στα ανώτερα στρώματα της κοινωνίας άλλαξαν και ξαναάλλαξαν πολλές φορές. Αλλά οι συγκρούσεις τους – που πήραν βίαιες διαστάσεις το 1790 – έφεραν τον Μάρτη του 1791 τον γαλλικό στρατό στο Πορτ-ο-Πρενς. Και αυτό που έκαναν οι Γάλλοι στρατιώτες ήταν να αγκαλιάσουν Μιγάδες και Μαύρους, ελεύθερους και σκλάβους, λέγοντας τους ότι η Συντακτική Συνέλευση στη Γαλλία είχε διακηρύξει ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι και ίσοι. Το νέο απλώθηκε σαν αστραπή.

Γύρω από το Πορτ-ο-Πρενς, οι σκλάβοι ξεσηκώθηκαν. Σε πολλά σημεία άρχισαν να αρπάζουν όπλα. Οι γαιοκτήμονες άνοιξαν πυρ αλλά οι σκλάβοι δεν υποχωρούσαν μέχρι να πέσουν οι ηγέτες τους. “Με λίγους απαγχονισμούς θα ρυθμιστούν όλα”, έλεγε ο Μαρκήσιος του Καραντό, ένας πλούσιος γαιοκτήμονας που ήταν ο αρχηγός της Εθνικής Φρουράς στο Πορτ-ο-Πρενς. Στο αγρόκτημα του Ομπρί ο Καραντό, σύμφωνα με τις φήμες της εποχής, είχε αποκεφαλίσει πενήντα επαναστατημένους σκλάβους. Και ύστερα είχε καρφώσει τα κομμένα κεφάλια τους σε πασάλους στημένους γύρω από το αγρόκτημα. Αλλά τίποτα δεν ρυθμίστηκε ούτε με τους απαγχονισμούς ούτε με τους αποκεφαλισμούς. Το αντίθετο έγινε. Οι σκλάβοι δεν θα έκαναν πιά πίσω. Αντί για αυτό άρχισαν να οργανώνονται.

“Οι σκλάβοι δούλευαν στη γη και όπως οι επαναστατημένοι αγρότες παντού είχαν σαν στόχο την εξόντωση των καταπιεστών τους”, γράφει ο CLR James. “Αλλά δουλεύοντας και ζώντας μαζί σε ομάδες των εκατό και (δουλεύοντας) στα τεράστια εργοστάσια επεξεργασίας ζάχαρης που κάλυπταν τη Βόρεια Πεδιάδα, ήταν πιο κοντά στο σύγχρονο προλεταριάτο από ό,τι οποιαδήποτε άλλη ομάδα εργατών εκείνης της εποχής. Η εξέγερση τους ήταν έτσι ένα καλά προετοιμασμένο και οργανωμένο μαζικό κίνημα”.

Το βράδυ της 22ας Αυγούστου του 1791, οι αρχηγοί των σκλάβων συναντήθηκαν στο δάσος του Μορν Ρουζ, σε ένα βουνό πάνω από την Λε Καπ, την έδρα της γαλλικής διοίκησης. Εκεί ο Μπούκμαν, ένας γιγάντιος Μαύρος Παπαλόι, ανώτατος ιερέας δηλαδή, έδωσε το σύνθημα της εξέγερσης με μια ομιλία που έμεινε στην ιστορία: “Ο Θεός του Λευκού Ανθρώπου τον ενθαρρύνει στο έγκλημα αλλά ο δικός μας μας καθοδηγεί στις καλές πράξεις. Ο Θεός μας που είναι καλός απέναντί μας μας καλεί να πάρουμε εκδίκηση για τα δεινά μας. Θα κατευθύνει τα όπλα μας και θα μας βοηθήσει. Πετάξτε τα σύμβολα του Θεού των λευκών που μας έχει προκαλέσει τόσο πόνο και ακούστε τη φωνή της ελευθερίας, που μιλάει στις καρδιές όλων μας”.

Η εξέγερση ξεκίνησε το ίδιο βράδυ. Οι σκλάβοι, αγρόκτημα το αγρόκτημα, επιτίθονταν στα αφεντικά τους, τους σκότωναν και ύστερα παρέδιδαν τα πάντα στις φλόγες. Για τρεις σχεδόν βδομάδες, οι κάτοικοι της Λε Καπ μπορούσαν με δυσκολία να ξεχωρίσουν τη μέρα από τη νύχτα – τόσο πολύς ήταν ο καπνός. Πολλοί απελεύθεροι Μαύροι και κάποιοι νέοι Μιγάδες ενώθηκαν μαζί τους. Υστερα από μερικές βίαιες βδομάδες όπου δεν άφηναν τίποτα όρθιο στο πέρασμά τους, έκαναν μια παύση για να οργανωθούν. Σε αυτό το διάλειμμα ήταν που ο Τουσέν Μπρεντά – που θα υιοθετούσε αργότερα το επίθετο Λ'Ουβερτίρ – ενώθηκε με τους επαναστάτες.

Τουσέν Λ'Ουβερτίρ

Ο Τουσέν ήταν ήδη 45 χρονών όταν ξέσπασε η επανάσταση. Με τα δεδομένα της εποχής ήταν ήδη γέρος. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ήταν σκλάβος. Μέσα στο χάος που ακολούθησε την πρώτη αυτή εξέγερση, ο Τουσέν έπαιξε τον πιο καθοριστικό ρόλο για τη νίκη αυτής της επανάστασης. “Με εξαίρεση τον ίδιο τον Βοναπάρτη”, γράφει ο CLR James εκθειάζοντας το μεγαλείο του Τουσέν Λ'Ουβερτίρ, “κανένας άνθρωπος δεν παρουσιάστηκε στην πολιτική σκηνή περισσότερο προικισμένος από αυτόν τον Νέγρο... Ο Τουσέν, όμως, δεν έκανε την επανάσταση. Ηταν η επανάσταση αυτή που έκανε τον Τουσέν...”.

Η ιστορία δεν γράφεται από τους Μεγάλους Ανδρες, όπως μας μάθαιναν στο σχολείο. “Οι άνθρωποι κάνουν την ιστορία”, έλεγε ο Μαρξ, “αλλά σε συνθήκες που οι ίδιοι δεν ελέγχουν”. Η ηγεσία όμως παίζει μέσα σε αυτές τις στιγμές πάντα πολύ κρίσιμο ρόλο. Η Γαλλική Επανάσταση δεν θα είχε νικήσει ποτέ, παρά την αυτοθυσία και τον ηρωϊσμό του Παρισινού “όχλου” χωρίς τον Ροβεσπιέρο. Ούτε η Ρωσική επανάσταση θα είχε νικήσει χωρίς τον Λένιν. Ο Τουσέν Λ'Ουβερτίρ ήταν ο Ροβεσπιέρος και ο Λένιν της επανάστασης των Μαύρων Σκλάβων της Αϊτής.

Η επανάσταση πέρασε κυριολεκτικά από χίλια κύματα μέσα στα επόμενα χρόνια. Η Γαλλία είχε αναγνωρίσει την ισότητα όλων των ανθρώπων, αλλά οι σκλάβοι εξαιρούνταν από αυτή την ισότητα. Ο Τουσέν οδήγησε τον στρατό του στο στρατόπεδο της αντιδραστικής Ισπανίας, που είχε κηρύξει τον πόλεμο στη Γαλλία για να σώσει την επανάσταση. Και μόνο όταν το Παρίσι αποφάσισε τελικά να καταργήσει τη δουλεία γύρισε πίσω – για να γίνει λίγο αργότερα ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός του γαλλικού στρατού στον Αγιο Δομίνικο. Από αυτή τη θέση χρειάστηκε να δώσει σκληρές μάχες όχι μόνο για να διώξει τους Βρετανούς και τους Ισπανούς, αλλά και να συντρίψει τις απόπειρες των Μιγάδων και των Λευκών Γαιοκτημόνων να γυρίσουν το ρολόι της ιστορίας προς τα πίσω. Και στο τέλος της ζωής του χρειάστηκε να πολεμήσει για μια ακόμα φορά ενάντια στην ίδια τη Γαλλία που, τώρα, κάτω από την ηγεσία του Ναπολέοντα έστειλε τον στρατό της να υποτάξει την εξεγερμένη της αποικία. Ο ίδιος ο Τουσέν συνελήφθη από τους Γάλλους, μεταφέρθηκε στη Γαλλία όπου πέθανε στη φυλακή. Πίσω στον Αγιο Δομίνικο, όμως, οι στρατηγοί του έδιωξαν τελικά τους Γάλλους. Από αυτή τη νίκη γεννήθηκε η Αϊτή. Ηταν η δεύτερη, μετά της ΗΠΑ, ελεύθερη δημοκρατία της Αμερικής και η νίκη των σκλάβων έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην μάχη για την κατάργηση της δουλείας σε όλο τον κόσμο.

Η Γαλλία δεν συγχώρεσε ποτέ τους σκλάβους για την ατίμωση αυτή. Ούτε οι άλλες Μεγάλες Δυνάμεις τους συγχώρεσαν ποτέ. Η επανάσταση είναι σήμερα πιά έγκλημα ακόμα και για αυτή την ίδια την αστική τάξη που ύψωσε το 1789 το λάβαρο τής Ελευθερίας, της Ισότητας και της Αδελφότητας. Και οι εγκληματίες πρέπει να πληρώνουν – και αυτοί και τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους. Μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν η Αϊτή αναγκάστηκε να “αγοράσει” ξανά από τη Γαλλία την ανεξαρτησία της που είχε κερδίσει με τόσους αγώνες. Το χρέος από εκείνη την “εξαγορά” συνέχισε να καταδυναστεύει τα δισέγγονα και τα τρισέγγονα των εξεγερμένων σκλάβων του 18ου αιώνα μέχρι τις μέρες μας.

Υστερα ήρθαν οι Αμερικάνοι, η CIA, τα πραξικοπήματα, οι χούντες, οι Ντουβαλιέ (πατέρας και γιός), οι στρατιωτικές επεμβάσεις. Η βιβλική καταστροφή που άφησε πίσω του ο σεισμός της 12ης Ιανουαρίου 2010 δεν ήταν αποτέλεσμα ούτε της αγριότητας της φύσης, ούτε της μοίρας και του πεπρωμένου: ήταν το αποτέλεσμα αυτής της εκδικητικής, δολοφονικής μανίας των Μεγάλων Δυνάμεων.

Οσο για την ύβρη της αποστολής στρατιωτικών δυνάμεων στο κατεστραμμένο Πορτ-ο-Πρενς στο όνομα της ανθρωπιστικής βοήθειας – αυτό είναι ένα έγκλημα που δείχνει ανάγλυφα το μέγεθος της σήψης του σημερινού συστήματος. Δυο αιώνες μετά τη Γαλλική Επανάσταση ο καπιταλισμός δεν έχει να προσφέρει στην ανθρωπότητα τίποτα άλλο πέρα από τον θάνατο και την καταστροφή.