Βιβλιοκριτική
Έμμα Γκόλντμαν: Η απογοήτευσή μου στη Ρωσία

Εξώφυλλο του τευχους 79

Μια κριτική ολότελα απογοητευτική

Μια μαρτυρία της Ρώσικης επανάστασης από την Έμμα Γκόλντμαν δε μπορεί να περάσει απαρατήρητη. Η Γκόλντμαν υπήρξε σημαντική φιγούρα του Αμερικανικού και του παγκόσμιου αναρχικού κινήματος. Στις ΗΠΑ φυλακίστηκε επανειλημμένα για την αντιπολεμική της δράση. Από τις στήλες του περιοδικού της, «Mother Earth» είχε ταχθεί υπέρ της υπεράσπισης της Ρώσικης επανάστασης και των Μπολσεβίκων. Το πώς η αφήγησή της για τα 2 χρόνια (1920-21) που πέρασε στην επαναστατημένη Ρωσία καταλήγει ένα ντοκουμέντο γεμάτο συγχύσεις, αντιφάσεις και συναισθηματική θρηνολογία είναι απογοητευτικό, όχι όμως ανεξήγητο.

Η Γκόλντμαν και ο σύντροφός της Αλεξάντερ Μπέρκμαν έφτασαν στην Πετρούπολη το Γενάρη του 1920, μαζί με άλλους αγωνιστές που απελάθηκαν από τις ΗΠΑ. Η κυβέρνηση των Μπολσεβίκων τους καλοδέχτηκε προτείνοντας να αναλάβουν συγκεκριμένες θέσεις στην προσπάθεια της ανοικοδόμησης . Βρισκόμαστε στα 1920, προς το τέλος της περιόδου που έμεινε γνωστή σαν «Πολεμικός κομμουνισμός», το σοβιετικό καθεστώς είχε καταφέρει να επιβιώσει από την συντονισμένη ιμπεριαλιστική επιδρομή που είχε δεχτεί από τους Δυτικούς και τους Ρώσους υποστηρικτές του παλιού καθεστώτος, ήταν όμως μια νίκη πύρρεια. Η παραγωγή είχε καταρρεύσει, οι πόλεις ερήμωναν, τα τρόφιμα έφταναν με το δελτίο από τις επιτάξεις που είχε επιβάλει η κυβέρνηση στους αγρότες, κρύο και λιμός απειλούσαν τα αστικά κέντρα και το χειρότερο, τα σοβιέτ, τα κύτταρα της εργατικής εξουσίας είχαν παραλύσει, μαζί με τα ίδια τα εργοστάσια και τη βιομηχανική παραγωγή. Τα πιο πρωτοπόρα κομμάτια της εργατικής τάξης, αυτά που πρωταγωνίστησαν στη νίκη της Οκτωβριανής επανάστασης είχαν αποδεκατιστεί, είτε φυσικά στο πολεμικό μέτωπο είτε πολιτικά, απομονωμένα μέσα σε πόλεις όπου τα σοβιέτ υπολειτουργούσαν κι ο κόσμος αγανακτούσε από τις κακουχίες. Οι Μπολσεβίκοι κρατούσαν την διακυβέρνηση, όχι χωρίς κόστος. Η αστική τάξη είχε ηττηθεί, όμως διάφορα κομμάτια της περίμεναν στη γωνία κάθε ευκαιρία για να επανέλθουν, η συμμαχία με τους αγρότες είχε σπάσει λόγω ακριβώς των επιτάξεων, το ίδιο και η συνεργασίες με διάφορα αριστερά κομμάτια.

Σ’αυτές τις σκληρές συνθήκες έφτασε η Έμμα Γκόλντμαν, σίγουρα με καλές προθέσεις, όμως όπως αποδείχτηκε με μια εντελώς αφηρημένη αντίληψη της πάλης για τη σοβιετική εξουσία και την ελευθερία. Η Γκόλντμαν πίστευε ότι ξαφνικά θα συναντούσε το πρόπλασμα της αταξικής κοινωνίας. Οι εικόνες γραφειοκρατίας, ανισότητας και κυρίως λαϊκής δυσαρέσκειας την σόκαραν. Οι σκληρές πολιτικές αντιπαραθέσεις ανάμεσα στους Μπολσεβίκους που έλεγχαν την κυβέρνηση και τα υπόλοιπα κόμματα κλόνισαν την ιδεαλιστική εικόνα που κουβαλούσε. Αρνείται να αναλάβει θέση με πολιτική υπευθυνότητα ούτε καν στον τομέα της παιδείας, είναι καθαρό ότι δεν θέλει να ταυτιστεί με τους Μπολσεβίκους και προτιμά να δουλέψει σε μια ομάδα εργασίας για το μουσείο της επανάστασης. Έτσι, αντί για την ενεργή συμμετοχή στις πολιτικές διαδικασίες αναζητά (και βρίσκει) τις εξηγήσεις σε μεμονωμένες μαρτυρίες που απλά δικαίωναν την αναρχική της αντίληψη, από τον παλαίμαχο αναρχικό θεωρητικό Κροπότκιν που δεν είχε καν υποστηρίξει την Οχτωβριανή επανάσταση ως τους οπαδούς του Μάχνο, του Ουκρανού αντάρτη που οργάνωνε ένοπλες συμμορίες αγροτών με απώτερο στόχο να φτιάξει ένα ουκρανικό αυτόνομο κράτος. Στον πυρήνα αυτού του τύπου των επικριτών βρίσκεται η ιδιωτική αντίληψη για την ατομική ιδιοκτησία και την ελευθερία, στοιχεία που πράγματι καταπιέστηκαν στον πολεμικό κομμουνισμό.

Μπορούσε όμως να γίνει διαφορετικά; Η Γκόλντμαν πίστευε ότι ναι, μπορούσε να συνδυαστεί μια ευγενική παραίνεση για συλλογική δράση και κολεχτιβισμό με την εργατική δημοκρατία, αρνιόταν να δεχτεί ότι η συλλογική δύναμη των εργατών να προτείνουν και να εφαρμόζουν τις λύσεις τους διαλύθηκε από αντικειμενικούς παράγοντες και όχι γιατί «οι Μπολσεβίκοι γλυκάθηκαν στη σέλα της εξουσίας» και την σφετερίστηκαν. Η Γκόλντμαν θεωρούσε τον ρωσικό λαό «αγνό και πολιτικά αφελή», δεν εξαγοράστηκε από τα αστικά κόμματα, τραβήχτηκε προς την επανάσταση από το πάθος για την ελευθερία, που κατά τη γνώμη της βρίσκεται στην ψυχολογία των Σλάβων και εξαπατήθηκαν από τους Μπολσεβίκους και το πολιτικό τους σχέδιο για συγκεντρωτικό κράτος. Για τον αναρχισμό άλλωστε κάθε είδος εξουσίας διαφθείρει.

Πέρα από τις ψυχολογικού τύπου ερμηνείες, η εμπάθειά της την εμπόδισε να δει ότι και ο Λένιν και ο Τρότσκι παραδέχονταν ανοιχτά τις γραφειοκρατικές παραμορφώσεις μέσα στον κρατικό μηχανισμό και το ίδιο τους το κόμμα, επειδή όμως λειτουργούσαν από την υλιστική σκοπιά της ιστορίας υπεράσπιζαν το γραφειοκρατικό εργατικό κράτος από τις απειλές από δεξιά, ώσπου να ξαναδημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για ξαναζωντάνεμα της επανάστασης και της προοπτικής των εργατών από τα κάτω. Αυτή η προοπτική ήταν τότε ακόμη ανοιχτή και παιζόμενη και την υπηρέτησαν και οι δύο μέχρι τέλους.

Η κρίση κορυφώθηκε στα γεγονότα της Κροστάνδης, το Μάρτη του 1921, όταν η Γκόλντμαν και ο Μπέρκμαν προσπάθησαν να μεσολαβήσουν ανάμεσα στους αναρχικούς που είχαν καταλάβει το συνοριακό φρούριο και τον Κόκκινο στρατό. Δεν ήταν όμως οι διακηρύξεις των εξεγερμένων που καθόριζαν την ιστορική κρισιμότητα της Κροστάνδης αλλά η στρατηγική της θέση δίπλα σε μια Πετρούπολη που ταρασσόταν από αντικαθεστωτικές εκδηλώσεις, με τη Ρωσία ακόμη περικυκλωμένη από εισβολείς. Ο Τρότσκι έχει απαντήσει πολύ εύστοχα στο μικρό βιβλίο «Για τον Αναρχισμό», αναλαμβάνοντας όλη την ευθύνη για την καταστολή της εξέγερσης. Το 10ο συνέδριο του κόμματος των Μπολσεβίκων πραγματοποιήθηκε στη σκιά της Κροστάνδης και αποφάσισε τη στροφή στην αγορά με τη Νέα Οικονομική Πολιτική. Έτσι τερματίστηκαν οι πιέσεις από τους «ελευθεριακούς» αγρότες.

Η Γκόλντμαν και ο Μπέρκμαν εγκατέλειψαν για πάντα τη Ρωσία στο τέλος εκείνης της χρονιάς, θεωρητικοποιώντας ακόμη περισσότερο την αντίθεσή τους στον «μαρξιστικό κρατισμό». Η Γκόλντμαν έζησε για να δει τον Αναρχισμό να δοκιμάζεται στην Ισπανική επανάσταση, παίρνοντας μέρος στη δημοκρατική κυβέρνηση με το Κ.Κ. και με αστικά κόμματα. Είναι κρίμα που τότε δεν διαμαρτυρήθηκε για τη συμμετοχή σε αστική κυβέρνηση, αλλά για το γεγονός ότι οι Αναρχικοί συνεργάστηκαν με τους Σταλινικούς. Σε κάθε περίπτωση το βιβλίο αυτό αδικεί την θέση και την προσφορά της στο παγκόσμιο κίνημα. Για μια μαρξιστική ερμηνεία της νεαρής Σοβιετικής Ρωσίας, θα πρέπει κανείς να ανατρέξει στα γραπτά του Τρότσκι και του Τόνι Κλιφ.

Τιμή 19€, 288 σελίδες

Εκδόσεις: Απόπειρα