Άρθρο
Ιράν

Εξώφυλλο του τευχους 76

Τρία εκατομμύρια διαδηλωτές βγήκαν στους δρόμους της Τεχεράνης και των άλλων πόλεων. Αυτό το κίνημα είναι η ελπίδα των εργατών, των γυναικών, των καταπιεσμένων και πρέπει να το προστατεύσουμε από τις πολεμικές απειλές ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, Ισραήλ. Ο Νίκος Λούντος δίνει την εικόνα.

Το κύμα διαδηλώσεων που ξέσπασε στο Ιράν μετά τις πρόσφατες προεδρικές εκλογές της 12ης Ιούνη είναι η σημαντικότερη κοινωνική έκρηξη στη χώρα μετά την επανάσταση του 1979. Αφορμή υπήρξε η ανακοίνωση του εκλογικού αποτελέσματος που έφερε τον Αχμαντινετζάντ νικητή από τον πρώτο γύρο με περισσότερο από 62%. Υποψήφιοι της αντιπολίτευσης κατήγγειλαν νοθεία και μέσα σε λίγη ώρα οργανώθηκαν οι πρώτες κινητοποιήσεις. Τις επόμενες μέρες περισσότεροι από τρία εκατομμύρια άνθρωποι βρέθηκαν στους δρόμους της Τεχεράνης. Η 27χρονη Νέντα Σολτάν που δολοφονήθηκε στις 20 Ιούνη έγινε σύμβολο της ηρωικότητας του κινήματος, όμως συνολικά οι νεκροί υπολογίζονται περισσότεροι από 100. Οι κηδείες έδιναν αφορμή για νέες διαδηλώσεις ενώ τα ιρανικά σώματα ασφαλείας οργάνωναν επιθέσεις ακόμη και μέσα στα νεκροταφεία. Μέχρι τις 6 Αυγούστου, οπότε ο Αχμαντινετζάντ ορκίστηκε πρόεδρος για δεύτερη φορά, είχαν μεσολαβήσει εκατοντάδες διαδηλώσεις σε όλες τις πόλεις, άγρια καταστολή και τεράστιες συγκρούσεις με την αστυνομία και τα παραστρατιωτικά σώματα. Αυτός ο πρώτος κύκλος κάθε άλλο παρά έκλεισε την κρίση στο Ιράν. Μέσα στον ίδιο τον κρατικό μηχανισμό, το ρήγμα ανάμεσα στους υποστηρικτές του Αχμαντινετζάντ και τους αντιπάλους του, θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε καινούργιες αναμετρήσεις.

Οι ταμπέλες που χρησιμοποιούνται συνήθως για το Ιράν μπερδεύουν περισσότερο από ό,τι βοηθάνε για να καταλάβουμε τι συμβαίνει. Το Ιράν δεν είναι ενιαίο “καθεστώς”, ούτε απλώς “Θεοκρατία”. Αντίθετα, η αντιπαλότητα συμφερόντων μεταξύ των διαφορετικών ομαδοποιήσεων στην πολιτική ζωή αλλά και στην ιεραρχία του κλήρου βρίσκεται στην καρδιά των εξελίξεων. Ούτε ο διαχωρισμός “μεταρρυθμιστές” έναντι “συντηρητικών” ή “κοσμικών” έναντι “φανατικών ισλαμιστών” βοηθά στην αποτύπωση της διαμάχης. Ας σκεφτούμε μόνο ότι ο Μουσαβί, ο υποψήφιος των “μεταρρυθμιστών” ήταν πρωθυπουργός του Ιράν σχεδόν σε όλη τη δεκαετία του '80, υπό τον Αγιατολάχ Χομεϊνί, στα σκληρά χρόνια του πολέμου με το Ιράκ. Ο Ραφσαντζανί, που χρεώνεται πλέον στους “μεταρρυθμιστές” ήταν πρόεδρος της Βουλής την ίδια περίοδο και στη συνέχεια πρόεδρος της χώρας. Αυτοί οι πολιτικοί δεν είναι λιγότερο “καθεστωτικοί” από τον Αχμαντινετζάντ. Το κίνημα στο Ιράν συνδέθηκε κάποιες στιγμές με την πτέρυγα των “μεταρρυθμιστών”, αλλά οι εργάτες και οι εργάτριες, οι φοιτητές και οι φοιτήτριες που αγωνίζονται είναι κάτι πολύ περισσότερο από οπαδοί του ενός ή του άλλου “μεταρρυθμιστή”.

Ενα δεύτερο λάθος που πρέπει κανείς να αποφύγει είναι να δει τα γεγονότα μόνο με βάση την αφορμή της εκλογικής νοθείας. Χρειάζεται να δούμε την έκρηξη ως αποτέλεσμα δύο πιο μακροπρόθεσμων διαδικασιών: της διάσπασης στο εσωτερικό της ιρανικής ηγεσίας από τη μια μεριά και της ανόδου των κινημάτων αντίστασης από την άλλη.

Οι στρατηγικές διαφωνίες ανάμεσα σε πτέρυγες της άρχουσας τάξης έχουν τις ρίζες τους στην επανάσταση του '79. Ο Αγιατολάχ Χομεϊνί πήρε την ηγεσία της χώρας το Γενάρη του '79, όμως το νέο καθεστώς σταθεροποιήθηκε την επόμενη χρονιά. Για να το καταφέρει αυτό κινήθηκε σε δύο κατευθύνσεις. Από τη μια μεριά προχώρησε σε καταστολή των πιο ζωντανών τμημάτων της επανάστασης, του εργατικού κινήματος και των γυναικών, απομονώνοντας παράλληλα την Αριστερά. Από την άλλη, το ισλαμικό καθεστώς ριζοσπαστικοποιήθηκε, καταφέρνοντας να γίνει πόλος συσπείρωσης των πολύ φτωχών στρωμάτων της πόλης, αλλά και μεγάλου μέρους των αντι-ιμπεριαλιστών φοιτητών. Η υποστήριξη του Χομεϊνί στην κατάληψη της αμερικάνικης πρεσβείας στην Τεχεράνη, που οδήγησε σε τελική ρήξη με τις ΗΠΑ, ηταν η συμβολική κορύφωση αυτών των επιλογών.

Σόρας

Η ισλαμιστική πτέρυγα του Χομεϊνί ήταν μία μόνο από τις εκφάνσεις της επανάστασης. Αρχικά, κοινωνική βάση του χομεϊνισμού ήταν οι έμποροι του παζαριού που έβλεπαν τον εαυτό τους να συντρίβεται από τον τρόπο με τον οποίο το καθεστώς του Σάχη προωθούσε τον εκσυγχρονισμό της χώρας. Οπως παρατηρούσε κάποιος πριν από την επανάσταση: “Με τον ερχομό του εργοστασίου της Pepsi Cola, όλα τα εργαστήρια λεμονάδας εξαφανίστηκαν. Με την αύξηση των εργοστασίων που παρήγαν αγαθά για το σπίτι, οι επιπλάδες και οι άλλοι μάστορες έκλεισαν. Με την ίδρυση υποδηματοβιομηχανίας, όλοι οι παπουτσήδες έχασαν τη δουλειά τους”. Ομως, το '79 ήταν κάτι πολύ περισσότερο.

Με την πτώση του Σάχη, τα παλιά αφεντικά και πολλά στελέχη του κράτους εγκατέλειψαν τη χώρα. Οι εργάτες επέστρεψαν στη δουλειά τους νιώθοντας ότι πλέον η χώρα τους ανήκει. Πήραν στα χέρια τους την παραγωγή οργανώνοντας συμβούλια (Σόρας, στην περσική γλώσσα) σχεδόν σε κάθε χώρο δουλειάς. Οι ίδιοι οι εργάτες αποφάσιζαν να ξαναπροσλάβουν όσους είχαν διωχθεί, να πετάξουν έξω τους χαφιέδες, να κάνουν αλλαγές στην παραγωγή. Το Σόρα της General Motors αποφάσισε να παράγει περισσότερα λεωφορεία παρά ιδιωτικά αυτοκίνητα. Ιδρύθηκαν παιδικοί σταθμοί μέσα στα μεγάλα εργοστάσια για να απαλλαγούν οι εργάτριες από το πρόσθετο βάρος των παιδιών. Το κίνημα των Σόρας απλώθηκε παντού και έδωσε παράδειγμα για το πώς μπορεί να οργανωθεί η κοινωνία σε μια πολύ διαφορετική βάση, με δημοκρατία από τα κάτω. Άστεγοι έκαναν κατάληψη σε πολυτελείς βίλες και σε ξενοδοχεία, οργανωνόμενοι σε αυτοδιαχειριζόμενα σόρας. Γειτονιές, ακόμη και ολόκληρες πόλεις, οργανώθηκαν με παρόμοιο δημοκρατικό τρόπο.

Η Αριστερά ήταν παρούσα στο κίνημα των Σόρας, αλλά ο δρόμος που ακολούθησε ήταν αυτοκτονικός. Η παράδοση του σταλινισμού, είτε στη φιλο-σοβιετική του εκδοχή με το κόμμα Τουντέχ, είτε στις πιο μαχητικές μαοϊκές εκδοχές, των Φενταγίν ή των Μουτζαχεντίν του Λαού, δεν άφηνε ούτε περιθώριο σκέψης ότι τα Σόρας μπορούσαν να πάρουν τον έλεγχο ολόκληρης της κοινωνίας. Η θεωρία των σταδίων και της εξάρτησης επέβαλε ότι το μέλλον του Ιράν έπρεπε να είναι η απεξάρτηση και η δημοκρατία, όχι ο σοσιαλισμός. Δεν έγιναν προσπάθειες τα Σόρας να συντονιστούν μεταξύ τους, να μετατραπούν σε σοβιέτ που παίρνουν τον έλεγχο της χώρας και της πολιτικής.

Αυτό το κενό κάλυψε ο Χομεϊνί, κάνοντας πολύ επιτυχημένους ελιγμούς. Ξεκινώντας μια εκστρατεία ενάντια στους λακέδες του Σάχη και κλιμακώνοντας παράλληλα τη ρητορεία ενάντια στους ιμπεριαλιστές έβαλε σχεδόν όλη την Αριστερά να τον στηρίζει ως αναμφισβήτητη ηγεσία της Επανάστασης. Ταυτόχρονα έκανε άνοιγμα στα πολύ φτωχά στρώματα της πόλης, προσφέροντας ανακούφιση αλλά και δυνατότητες οργάνωσης μέσα από σώματα όπως οι “Φρουροί της Επανάστασης”. Όποιος διαφωνούσε με την ισλαμική κατεύθυνση της επανάστασης κηρυσσόταν πράκτορας του ιμπεριαλισμού και οι Φρουροί της Επανάστασης αναλάμβαναν την καταστολή. Τα εργατικά σόρας και οι γυναικείες οργανώσεις δέχθηκαν επίθεση μέχρι διάλυσης, ενώ η Αριστερά σιωπούσε. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Τουντέχ πήρε ενεργό μέρος στην εκστρατεία κατά των σόρας, βρίσκοντας ευκαιρία να χτυπήσει την επαναστατική Αριστερά.

Το νέο καθεστώς είχε από την αρχή να διαχειριστεί δύο κληρονομιές. Ηταν ταυτόχρονα και κομμάτι της επανάστασης αλλά και ο νεκροθάφτης της. Είχε καταφέρει να γίνει ο εκφραστής των “μοσταφαζίν”, των “καταφρονεμένων”, στρέφοντας ένα μέρος από τον πλούτο της χώρας προς όφελος των πολύ φτωχών. Ενώ παράλληλα προσπαθούσε να ξαναβάλει μπρος την παραγωγή, μεγιστοποιώντας τα κέρδη προς όφελος της νέας άρχουσας τάξης.

Μια ακόμη αντίφαση είχε να κάνει με τη διάσταση ανάμεσα στην ιδεολογία και την πραγματικότητα. Το καθεστώς είχε καταφέρει να συσπειρώσει μικροαστούς, κομμάτι του κλήρου, φοιτητές και φτωχούς στη βάση μιας ισλαμικής λύσης στα προβλήματα της ανάπτυξης του καπιταλισμού. Άτοκα δάνεια, δικαιοσύνη, προστασία των αδύναμων, ενίσχυση της οικογένειας και των παραδόσεων, σύγκρουση με τις πολυεθνικές και τους ιμπεριαλιστές. Πόσα από όλα αυτά μπορούσαν να συνδυαστούν με τις πραγματικές ανάγκες της συσσώρευσης κεφαλαίου;

Η κληρονομιά του πολέμου

Ο πόλεμος με το Ιράκ που ξεκίνησε στα τέλη του 1980 και κράτησε οχτώ χρόνια τίναξε όλους τους σχεδιασμούς στον αέρα. Ο Σαντάμ εισέβαλε στο Ιράν, με την υποστήριξη των Αμερικάνων, δίνοντας την ευκαιρία στο καθεστώς να τελειώσει μια και καλή με την αριστερή αντιπολίτευση. Όμως, σε λίγο οι πολεμικές ανάγκες θα έφερναν τα πάνω κάτω. Υπήρχε ολοένα και μεγαλύτερη ανάγκη για γυναικεία εργατικά χέρια και για γυναικεία συμμετοχή στον πόλεμο. Ο αρχικός στόχος για επιστροφή της γυναίκας στο σπίτι ξεχάστηκε.1 Το 1984 ο Χομεϊνί αναγκάστηκε επίσημα να αναιρέσει τον εαυτό του καλώντας τις γυναίκες σε συμμετοχή στην οικονομική ζωή. Όσο και να προσπαθούσαν να κρατήσουν την γυναικεία εργασία χωριστά από την ανδρική, το αποτέλεσμα ήταν ακόμη μεγαλύτερη ανάγκη για εργάτριες. Σχολεία θηλέων σήμαινε μεγαλύτερη ανάγκη για δασκάλες και αυτό με τη σειρά του περισσότερες φοιτήτριες. Σήμερα ο γυναικείος πληθυσμός στα Πανεπιστήμια είναι σχεδόν 60%.

Στη βιομηχανία, οι αντιπαραθέσεις ήταν ακόμη πιο πιεστικές. Οι πολυεθνικές μπορεί να έφυγαν, αλλά η ανάγκη για τεχνογνωσία και για υλικά συνεχιζόταν. Το πρόβλημα λυνόταν με εισαγωγή ενδιάμεσων υλικών (π.χ. εξαρτήματα) από ευρωπαϊκές βιομηχανίες που βαφτίζονταν ιρανικά. Ομως οι περιορισμοί συνέχιζαν να προκαλούν προβλήματα. Το 1989 θεωρείται έτος καμπής. Ο Χομεϊνί πέθανε τον Ιούνη και το ρόλο του Ανώτατου ηγέτη ανέλαβε ο Χαμενεϊ, ο οποίος άφησε την προεδρία της χώρας στον Ραφσαντζανί. Το δίδυμο πήρε αποστάσεις από τις υποχρεώσεις προς τους “καταφρονεμένους”, με τον Ραφσαντζανί να ζητάει από τους πλούσιους να σταματήσουν να ντρέπονται για την περιουσία τους. Το χρηματιστήριο ξανάνοιξε και ξεκίνησε ένας κύκλος ιδιωτικοποιήσεων. Η ιρανική αυτοκινητοβιομηχανία συνεργαζόταν όλο και πιο πολύ με τη Χιουντάι, την Πεζό και τη Ρενό.

Η στροφή αυτή συνδυάστηκε με ένα πολιτικό άνοιγμα. Ο Χαμενεϊ δεν ήταν πλέον “ελέω Θεού”, καθώς η Συνέλευση των Εμπειρογνωμώνων που εκλέγεται με άμεση ψηφοφορία κάθε οκτώ χρόνια έχει δικαίωμα να τον παύσει. Η κριτική εναντίον του δεν ήταν πλέον “βλασφημία”.2 Ο Ανώτατος ηγέτης δεν παρουσιαζόταν πλέον υπεράνω των πολιτικών φραξιών, αλλά ήταν κομμάτι τους. Στις εφημερίδες άρχισε να γίνεται ζωντανός διάλογος για όλα τα ζητήματα, οικονομικά, πολιτικά, θεολογικά.

Η ιρανική άρχουσα τάξη είχε βγει ζωντανή από έναν δύσκολο πόλεμο και μάλιστα η ανάπτυξη του ιρανικού καπιταλισμού είχε πραγματικά δείγματα επιτυχίας. Το 1977 το Ιράν παρήγε 60% καταναλωτικά αγαθά. Τριάντα χρόνια αργότερα, παρήγε 63% ενδιάμεσα αγαθά. Ενας ισχυρός κρατικός καπιταλισμός που διαχειριζόταν τα έσοδα από το πετρέλαιο και μέσω των κρατικών τραπεζών τα διοχέτευε στις βιομηχανίες, είχε καταφέρει να αναπτύξει πολλούς τομείς, παρά το αμερικάνικο εμπάργκο. Η αυτοκινητοβιομηχανία Ιράν Χόντρο τοποθετεί τον εαυτό της στην 11η θέση του κόσμου. Τα κρατικά ιδρύματα “Μπονιάντ” που διαχειρίζονται το χρήμα από το πετρέλαιο συνέχισαν να αποτελούν κορμό της ανάπτυξης. Σήμερα έχουν περίπου 20% του ΑΕΠ της χώρας. Τα Μπονιάντ είναι επισήμως “φιλανθρωπικά” και όντως διοχετεύουν ένα μέρος των εσόδων προς τους πολύ φτωχούς. Παράλληλα μοιράζουν τα έσοδα στο εσωτερικό της άρχουσας τάξης που είτε τα μετατρέπει σε επενδύσεις, είτε τα βάζει στην τσέπη της. Οι μεταρρυθμίσεις του Ραφσαντζανί είχαν στόχο να περιορίσουν το φιλανθρωπικό κομμάτι και να επιταχύνουν τη συσσώρευση. Ακόμη και οι ιδιωτικοποιήσεις γίνονταν με προσεκτικά βήματα, για να καταλήξουν πολλές φορές σε μέλη της οικογένειας του ίδιου του τότε προέδρου.

Οι ξεχασμένοι όλης αυτής της ιστορίας -εργάτες, γυναίκες, φοιτητές- άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους στα μέσα της δεκαετίας του '90. Είχαν πληρώσει τον πόλεμο, είχαν κάνει θυσίες και τώρα έβλεπαν το πιο αρπαχτικό κομμάτι της άρχουσας τάξης να συμμαχεί με την ηγεσία του κλήρου για να πλουτίσει ακόμη περισσότερο. Το 1992 και το 1995 ξέσπασαν ταραχές στην Τεχεράνη. Η οργή πήρε τελικά τη μορφή μιας πολιτικής ανατροπής. Στις εκλογές του 1997, ο Μοχάμεντ Χαταμί, υποψήψιος των μεταρρυθμιστών, σάρωσε παίρνοντας 70% στον πρώτο γύρο. Είχε υποσχεθεί χαλάρωση των ενδυματολογικών πιέσεων πάνω στις γυναίκες, περιορισμό του ηθικολογικού ρόλου του κράτους, μεγαλύτερη αποσύνδεση του κλήρου από την διακυβέρνηση. Στην εκλογή του Χαταμί ο κόσμος είχε επενδύσει περισσότερες ελπίδες για χτύπημα της διαφθοράς και της φτώχειας.

Ομως ο Χαταμί δεν υλοποίησε τίποτα από ολα αυτά. Στο επίπεδο της οικονομίας, συνέχισε τις πολιτικές του Ραφσαντζανί, προωθώντας ακόμη πιο γρήγορες ιδιωτικοποιήσεις. Οσον αφορά τις ελευθερίες και τη δημοκρατία, παρά τις σημαντικές διαφορές στα λόγια, ποτέ δεν συγκρούστηκε πραγματικά με τα σώματα του κράτους που ελέγχονταν από τους συντηρητικούς. Τον Ιούλη του 1999 ξέσπασε ένα μεγάλο κίνημα με κέντρο τους φοιτητές, με αφορμή το κλείσιμο απο δικαστήριο μιας μεταρρυθμιστικής εφημερίδας.3 Πολλοί φοιτητές κατέβαιναν στις διαδηλώσεις με τη φωτογραφία του προέδρου Χαταμί, αλλά ο Χαταμί δεν έβγαλε κουβέντα όταν η αστυνομία και τα “εθελοντικά” σώματα των Μπασίτζι άρχισαν να σκοτώνουν.

Κίνημα

Τον Γενάρη του 2004, 250 από του 1500 οικοδόμους που έχτιζαν ένα εργοστάσιο στην περιοχή Χατοναμπάντ απολύθηκαν. Όλοι οι εργάτες μαζί με τις οικογένειές τους ξεκίνησαν απεργία και κατάληψη. Η απάντηση του κράτους ήρθε με πραγματικά πυρά που σκότωσαν τέσσερις εργάτες και τραυμάτισαν πάνω από 300.

Στις προεδρικές εκλογές του 2005 καταγράφηκε η κατάρρευση της σχέσης των μεταρρυθμιστών με τον κόσμο. Ενας συντηρητικός υποψήφιος, ο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, πήρε 62% στον πρώτο γύρο. Ομως δεν ήταν έκφραση της “συντηρητικοποίησης”. Αντίπαλος του Αχμαντινετζάντ ήταν ο Ραφσαντζανί που τώρα προσπαθούσε να αναβαπτιστεί ως “μεταρρυθμιστής”. Ο Ραφσαντζανί όμως είναι ο πιο πλούσιος άνθρωπος στο Ιράν και η προεδρία του ήταν το πανηγύρι των εκατομμυριούχων. Ο Αχμαντινετζάντ έκανε προεκλογική εκστρατεία οδηγώντας ένα Πεζό 30 ετών και φορώντας ένα φτωχικό κοστούμι. Οι συντηρητικές του θέσεις συνδυάζονταν με την υπόσχεση ότι τα κέρδη από το πετρέλαιο θα πάνε για τις ανάγκες των φτωχών. Η ραγδαία άνοδος της τιμής του πετρελαίου από την αρχή της δεκαετίας έδινε όντως τέτοιες δυνατότητες. Οι απειλές του Μπους κατά του Ιράν και ο πόλεμος κατά του Ιράκ ενίσχυσαν περισσότερο το προφίλ του υποψηφίου που ξεσπάθωνε κατά του σιωνισμού και υποσχόταν πιο γρήγορη προώθηση της πυρηνικής ενέργειας.

Ο Αχμαντινετζάντ έκανε πράξη κάποιες από τις υποσχέσεις του. Εκτός από την ενίσχυση των φιλανθρωπικών προγραμμάτων, σχεδόν 10 εκατομμύρια δολάρια παραδόθηκαν σε μετρητά σε φτωχές οικογένειες. Το υποτιθέμενο χτύπημα της φτώχειας με αυτό τον τρόπο, όχι βάζοντάς τα με τους πλούσιους αλλά μοιράζοντας τα πετρελαϊκά έσοδα, μπορεί να συσπείρωνε την εκλογική βάση του Αχμαντινετζάντ αλλά αύξησε παράλληλα τον πληθωρισμό. Οι εργάτες και οι φτωχοί των πόλεων είδαν τη ζωή τους να γίνεται ακόμη πιο δύσκολη.

Ενα στοιχείο που χαρακτήρισε τη θητεία του Αχμαντινετζάντ, αλλά λείπει συνήθως από τις περιγραφές, είναι η εκρηκτική άνοδος του εργατικού κινήματος. Ολες οι “φιλολαϊκές” κορώνες του Αχμαντινετζάντ αποδεικνύονται ψεύτικες αν κοιτάξει κανείς πόσο βάρβαρα προσπάθησε να τσακίσει την αυθόρμητη δράση των εργατών.

Η μάχη των οικοδόμων στο Χατοναμπάντ έδωσε μήνυμα σε όλη την εργατική τάξη του Ιράν ότι μπορεί να δράσει. Το Μάη του 2005, μετά από το θάνατο ενός εργάτη στην Ιράν Χόντρο, άρχισαν απεργίες. Παρά το διαρκές κυνηγητό των χαφιέδων, αγώνες ξαναέγιναν το Δεκέμβρη της ίδιας χρονιάς. Το Μάη του 2006 ένα τμήμα του εργοστασίου προχώρησε σε απεργία με συνθήματα “Εργατική Ενότητα” και “Θάνατος στον Ντανεσιγιάν” (έναν προϊστάμενο). Το Μάρτη του 2004 έκαναν απεργία οι εκπαιδευτικοί. Ήταν η μεγαλύτερη κινητοποίηση εργατριών στην ιστορία του Ιράν, αν κανείς λάβει υπόψη ότι 80% των εκπαιδευτικών είναι γυναίκες. Επίσης 80% είναι το ποσοστό των καθηγητών που ζει κάτω από το όριο της φτώχειας και αναγκάζονται να κάνουν δεύτερη δουλειά.

Οι νοσοκόμες στις απεργίες του 2004 και του 2005 εφάρμοσαν μια πιο μαχητική μέθοδο. Ναύλωσαν πούλμαν και πήγαιναν όλες μαζί μπροστά στα υπουργεία ή στο μέγαρο του Χαμενεϊ. Η φυσική σύγκρουση με τους φρουρούς του κτιρίου δυσκόλευε τη μεγάλη χρήση βίας και ανάγκαζε τους “επισήμους” να αποδέχονται κάποια από τα αιτήματα. Η υφαντουργία Asia Wool Spinning στο Κερμάν στις αρχές του 2005 μετά από απεργίες και κατάληψη πέρασε για ένα διάστημα σε εργατικό έλεγχο. Τον Οκτώβρη του 2005 έγιναν συνολικά 140 απεργίες, τον Νοέμβρη 120 απεργίες. Η πιο μεγάλη σε διάρκεια μάχη ήταν αυτή των οδηγών λεωφορείων της Τεχεράνης. Ξεκίνησε επί Χαταμί και συνεχίστηκε επί Αχμαντινετζάντ. Οι ηγέτες του συνδικάτου βρέθηκαν στη φυλακή, αλλά ο αγώνας συνεχίστηκε προκαλώντας εκδηλώσεις αλληλεγγύης σε όλους τους εργατικούς χώρους της χώρας που είχαν κινητοποιηθεί τα τελευταία χρόνια.4

Οι τρόποι που έχουν ανακαλύψει οι εργάτες για να οργανώνονται είναι εντυπωσιακοί. Κάποια από τα πρώτα παράνομα σωματεία στην επαρχία φτιάχτηκαν μέσα από “περιπατητικούς συλλόγους”. Πρωτοπόροι εργάτες δήλωναν ότι ιδρύουν τέτοιες συλλογικότητες για να περπατούν στα βουνά συζητώντας πώς θα οργανώσουν το χώρο τους. Σε εργοστάσια οι εργάτες έκαναν χρήση της νομοθεσίας για τη φιλανθρωπία συστήνοντας ταμεία αλληλοβοήθειας που στη συνέχεια γίνονταν απεργιακά ταμεία. Είναι σημαντικό ότι σε όλους τους εργατικούς αγώνες τα οικονομικά συνθήματα αλληλοδιαδέχονταν τα πολιτικά με κυρίαρχο το “Κάτω η δικτατορία”. Αυτή η σύντομη αναδρομή στο εργατικό κίνημα των τελευταίων ετών κάνει πιο κατανοητό το ξέσπασμα του 2009. Οι διαδηλωτές της Τεχεράνης, του Ισπαχάν και του Ταμπρίζ δεν έπεσαν από τον ουρανό ούτε είναι απλώς “οπαδοί του Μουσαβί”. Εχουν εμπειρίες αγώνων στα εργοστάσια, στα σχολεία και στα Πανεπιστήμια και έχουν λόγους να μην εμπιστεύονται το κράτος και τα επίσημα αποτελέσματα των εκλογών.5 Η εξάρτηση του κινήματος με τους “μεταρρυθμιστές” έχει σπάσει εδώ και πολλά χρόνια, από την εποχή του Χαταμί.

Οι δίκες των αντιφρονούντων συνεχίζονται στο Ιράν. Το κύρος του Χαμενεϊ ως ανώτατου ηγέτη έχει δεχθεί ανεπανόρθωτο πλήγμα. Ο Αχμαντινετζάντ την ίδια ώρα που χτυπάει την αντιπολίτευση έχει να αντιμετωπίσει και το βαρύ χέρι των υπερ-συντηρητικών που θεωρούν ότι είναι ώρα να ασκήσουν ακόμη μεγαλύτερο έλεγχο πάνω του. Όλα αυτά είναι συνταγή προετοιμασίας ενός επόμενου γύρου σύγκρουσης στο εσωτερικό της άρχουσας τάξης. Το ζήτημα είναι πόσο έτοιμη θα είναι η εργατική τάξη να αναλάβει ακόμη πιο ανεξάρτητη δράση.

Αν οι ιμπεριαλιστές κάνουν πράξη τις απειλές τους κατά του Ιράν, οι πρώτοι που θα πληρώσουν το κόστος θα είναι οι απλοί άνθρωποι που βγήκαν στους δρόμους τους τελευταίους μήνες. Ενα ισραηλινό σχέδιο για επίθεση στο Ιράν προέβλεπε μαζικά χτυπήματα στα Πανεπιστήμια για να διαλυθεί η επιστημονική υποδομή της χώρας -όχι μόνο η υλική, αλλά και η ανθρώπινη.

Γι'αυτό πρέπει να είναι προφανές για το αντιπολεμικό κίνημα και την Αριστερά, ότι παρά την αμέριστη συμπαράστασή μας στο κίνημα του Ιράν, δεν πρέπει να κάνουμε ούτε βήμα πίσω στη μάχη μας ενάντια στις απειλές πολέμου. Οι υποκριτές του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν νοιάζονται για τα δημοκρατικά δικαιώματα ούτε για τις γυναίκες του Ιράν. Ο Ομπάμα πρόσφατα ζήτησε συγγνώμη για το αμερικανοκίνητο πραξικόπημα που ανέτρεψε τον δημοκρατικά εκλεγμένο πρόεδρο Μοσαντέκ το 1953. Το Ιράν όμως παραμένει η χώρα με τα δεύτερα μεγαλύτερα προσβάσιμα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο και αυτός είναι ο λόγος που συνεχίζει να προκαλεί το ενδιαφέρον των ιμπεριαλιστών. Το αντιπολεμικό κίνημα στη Δύση πρέπει να συνεχίσει να λέει όχι στις απειλές επέμβασης στο Ιράν, για να δίνει ασπίδα προστασίας στο κίνημα μέσα στη χώρα.

  1. Maryam Poya, Women, Work & Islamism, Pluto Press, 1999, σ. 77-93.
  2. Azadeh Kian Thiébaut, Η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν, εκδ. Κριτική, 2006, σ. 40
  3. Ρότζερ Χάουαρντ, Ιραν και κρίση. Πυρηνικές Φιλοδοξίες και η αμερικάνικη απάντηση, εκδ. ΚΨΜ (μτφ. Ελένη Αστερίου), σ. 202-204.
  4. Οι πληροφορίες για το πρόσφατο κύμα εργατικών αγώνων στο Ιράν είναι από το βιβλίο: Andreas Malm & Shora Esmailian, Iran on the Brink. Rising Workers & Threats of War, Pluto Press, 2007.
  5. Το άρθρο του γνωστού αριστερού διανοούμενου James Petras που υποστηρίζει ότι οι διαδηλωτές ήταν οι πλέον καλοπληρωμένοι της μεσαίας τάξης και όργανα των ιμπεριαλιστών για αποσταθεροποίηση της χώ­ρας μοιάζει να αγνοεί (ή να μην ενδιαφέρεται) για όλον αυτό τον κύκλο εργατικών αγώνων. Καταλήγει μια απολογία υπέρ του Αχμαντινετζάντ, μπερδεύοντας την ταξική πολιτική με τη βοήθεια προς τους φτωχούς, διαγράφοντας την αυτενέργεια των εργατών (“Iranian Elections: The 'Stolen Elections' Hoax”, The Rebel, 19 Ιούνη 2009)