Άρθρο
Κινήματα & Αριστερά

Εξώφυλλο του τευχους 75

Οι συζητήσεις της επομένης των εκλογών αποκάλυψαν γλαφυρά αυτό που οι μελετητές των κοινωνικών κινημάτων γνωρίζουν καλά από τη γενεαλογία του αντικειμένου τους.

Τα κοινωνικά κινήματα υπήρξαν επί δεκαετίες αποδιοπομπαίος τράγος της θεσμικής πολιτικής (όπως και των κοινωνικών επιστημών), έννοια κατά βάση συνώνυμη με την παραβατικότητα και την «αποκλίνουσα συμπεριφορά». Κοινωνικοί αγώνες και ενσυνείδητες θεωρητικές παρεμβάσεις ενός μικρού αριθμού προικισμένων μελετητών σταδιακά άλλαξαν την κατάσταση αυτή, όμως οι παλιές εμπεδωμένες αγκυλώσεις παραμένουν. Πώς ακριβώς εμφανίζεται το φαινόμενο;

Πάμπολλοι πολιτικοί και διανοούμενοι, προπαντός στο χώρο της συστημικής και «ορθοφρονούσης» Αριστεράς, συχνά-πυκνά αποτίουν λεκτικούς φόρους τιμής στη νεολαία, στις συλλογικές δράσεις, στα κινήματα. Όμως το πνεύμα που πρυτάνευσε μετά τις εκλογές (όπως, τηρουμένων των αναλογιών, και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η εξέγερση του περασμένου Δεκέμβρη) έδειξαν πως πρόκειται κατά κανόνα για λεκτικές και μόνο παραχωρήσεις. Το «ναι στα κινήματα» λέγεται εύκολα, όμως οι σημασίες που του αποδίδονται κάθε άλλο παρά... κινηματικές είναι. Οι εν λόγω πολιτικοί και διανοούμενοι αποδέχονται τα κινήματα, αλλά μόνο στο βαθμό που αυτά είναι διατεθειμένα να κινηθούν εντός των ορίων που προδιαγράφουν οι υφιστάμενοι θεσμικοί διακανονισμοί. Όμως τα κινήματα ανακύπτουν ακριβώς επειδή οι θεσμοί αποδεικνύονται ανεπαρκείς για να επεξεργαστούν -πολλώ μάλλον να ανταποκριθούν- στα αιτήματα της κοινωνίας. Ως εκ τούτου, τα κινήματα είναι εξ ορισμού υπερ-θεσμικά: δεν βολεύονται με την πραγματικότητα που τα περιβάλλει, οραματίζονται μιαν άλλη. Ή, με άλλον τρόπο, «κινήματα» που παραμένουν εγκλωβισμένα στις στενές διεκδικητικές προδιαγραφές του συστήματος πολύ απλά δεν είναι κινήματα. Αυτό μπορεί να ακούγεται παράδοξο, όμως εκεί ακριβώς κατατείνει η πολιτική φαντασίωση γραφειοκρατών και συστημικών διανοούμενων: «κινήματα» μόνο στα λόγια, «κινήματα» που στην πραγματικότητα δεν θα είναι κινήματα.

Όταν η αντιφατική παραδοξολογία επισημανθεί, δεν είναι βέβαια λίγοι εκείνοι που σπεύδουν να την αναγνωρίσουν, ανασκευάζοντας ή και ρητά απεμπολώντας τον πρότερο «κινηματικό» τους ενθουσιασμό. Μπαίνει τότε σε λειτουργία ένα δεύτερο επίπεδο ανάλυσης, που αποκαλύπτει και τις θεωρητικές αγκυλώσεις που παραπάνω επεσήμανα: των κινημάτων ως κατά βάση παραβατικών και ατελέσφορων σκιρτημάτων που στην πραγματικότητα τίποτα χρήσιμο δεν έχουν να συνεισφέρουν στην υπόθεση της κοινωνικής δικαιοσύνης και του εκδημοκρατισμού. Στο πλαίσιο αυτό η ενατένιση του προβλήματος σε ιστορική προοπτική αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Όλοι όσοι σήμερα χρεώνουν τα πενιχρά αποτελέσματα της Αριστεράς στη σχέση που (υποτίθεται ότι) σύνηψε με το ριζοσπαστικό κίνημα της προηγούμενης περιόδου, αναλογίζονται άραγε ότι βασικά πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα που σήμερα θεωρούμε δεδομένα (όπως, π.χ., το δικαίωμα στην ψήφο) υπήρξαν το αποτέλεσμα σύντονων κινηματικών αγώνων που τη στιγμή της ανάληψής τους ήταν υπερ-θεσμικοί (αν όχι ευθέως έκνομοι); Αναλογίζονται ότι χωρίς κινηματικές συλλογικές, δράσεις κατοχυρωμένες ελευθερίες και δικαιώματα δεν θα υπήρχαν και η πολιτική θα παρέμενε προνόμιο των λίγων; Και ούτω καθεξής...

Από τα παραπάνω προκύπτει ένα σαφές συμπέρασμα. Ότι προϋπόθεση για προοδευτικές απαντήσεις στα πολλαπλά αδιέξοδα του καπιταλισμού και της καταστροφής που σήμερα βιώνουμε είναι η κινηματική εγρήγορση: η δυναμική παρενόχληση (και παρακώλυση) των εμπεδωμένων συστημικών λειτουργιών με στόχο τη μέγιστη δυνατή λαϊκή συμμετοχή και παρέμβαση. Πάγιο αιτούμενο είναι βέβαια οι νέες καταφάσεις. Αυτό που οι εργαζόμενοι (προπαντός οι επισφαλώς εργαζόμενοι) και οι άνεργοι, οι κοινωνικά αποκλεισμένοι, οι μετανάστες, κτλ επιζητούν από την Αριστερά είναι η πρόταξη μιας ριζικής εναλλακτικής που να μπορεί -με κινηματικό τρόπο- να οραματιστεί και να προτείνει το ώριμα καινοφανές. Οι καιροί απαιτούν ριζικές προγραμματικές και διεκδικητικές ρήξεις. Αν η Αριστερά αποτύχει να συναγάγει αυτό το συμπέρασμα από τις εκλογές και την καθημερινή πολιτική της πραγματικότητα, θα βλέπει διαρκώς την επιρροή της να συρρικνώνεται με ισόποση διεύρυνση του «πολιτικού κενού» (που βέβαια θα τείνει να καλυφθεί από δυνάμεις στην καλύτερη περίπτωση φαιδρές και στη χειρότερη απολύτως αντιδραστικές). Ο εκδημοκρατισμός με την ευρεία έννοια, ως γενική διαδικασία ενδυνάμωσης των απλών ανθρώπων πάντοτε υπήρξε συνάρτηση κινηματικών δράσεων. Αυτό ισχύει σήμερα περισσότερο ίσως από ποτέ...