Άρθρο
Τα εκλογικά αποτελέσματα στην Ευρώπη - Νίκη της Δεξιάς ή κρίση της ΕΕ;

Εξώφυλλο του τευχους 75

Ο Σωτήρης Κοντογιάννης αναλύει τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών και αναδεικνύει μια πολύ διαφορετική εικόνα της ΕΕ.

Η Νέα Δημοκρατία βγήκε βαριά λαβωμένη από τις Ευρωεκλογές. Το πρόβλημα δεν είναι απλά και μόνο ότι βρέθηκε, με το 32,3% σχεδόν τεσσερισήμιση μονάδες πίσω από το ΠΑΣΟΚ. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι το κόμμα που βρίσκεται εδώ και πέντε χρόνια στην κυβέρνηση έχει χάσει μέσα σε αυτό το διάστημα πάνω από ένα εκατομμύριο ψήφους.

Η εικόνα αυτή μοιάζει να έρχεται σε αντίθεση με τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Στις έξι μεγάλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης -τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Βρετανία, την Ισπανία και την Πολωνία- οι εκλογές έφεραν τα κόμματα της δεξιάς στην πρώτη θέση. Η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία κυριολεκτικά καταποντίστηκε. Και στην υπόλοιπη Ευρώπη η εικόνα δεν είναι πολύ διαφορετική: με εξαίρεση τη Σουηδία, τη Δανία, τη Ρουμανία και την Ελλάδα, ο χάρτης της Ευρωπαϊκής Ενωσης βάφτηκε μπλε στις 7 Ιούνη.

“Τα κεντροδεξιά κόμματα της Ευρώπης γιόρτασαν τη Δευτέρα μια μεγάλη νίκη”, έγραφε χαρακτηριστικά η βρετανική εφημερίδα Financal Times στις 8 Ιούνη. “Η κεντροδεξιά αναδύθηκε σε καθαρό νικήτη στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατακτώντας, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία, τις 263 από τις 736 έδρες, έναντι 163 για τους σοσιαλιστές, 80 για τους κεντρώους-φιλελεύθερους και 52 για τους Πράσινους...”

Ο δεύτερος μεγάλος νικητής των φετινών Ευρωεκλογών, σύμφωνα με τους αναλυτές των ΜΜΕ, ήταν η “ακροδεξιά” -τα διάφορα ρατσιστικά και φασιστικά κόμματα σαν το ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη εδώ στην Ελλάδα, το φανατικά αντι-ισλαμικό Κόμμα της Ελευθερίας του Γκέερτ Βίλντερς στην Ολλανδία ή το σχεδόν ανοιχτά νεοναζιστικό Γιόμπικ του Γκαμπόρ Βόνα στην Ουγγαρία. Συνολικά τα διάφορα κόμματα της “εξτρεμιστικής δεξιάς” κατάφεραν να εκλέξουν πάνω από 35 ευρωβουλευτές -ένα ανατριχιαστικό αποτέλεσμα από κάθε άποψη.

Το συμπέρασμα που έτρεξαν να βγάλουν από τα αποτελέσματα αυτά οι περισσότεροι “σοβαροί” αναλυτές ήταν απλό: η Ευρώπη βαδίζει προς τα δεξιά. Μέσα στις συνθήκες της ανασφάλειας που γεννάει η κρίση, είναι η συνηθισμένη ερμηνεία, οι ψηφοφόροι στρέφονται αυθόρμητα προς τον συντηρητισμό -κύρια προς τα μεγάλα κόμματα της κεντροδεξιάς, αλλά και προς τα μικρότερα κόμματα της ακροδεξιάς διαμαρτυρίας που προτείνουν εθνικές “λύσεις” (μηδενική ανοχή στην μετανάστευση, επιβολή του νόμου και της τάξης, κλπ) που “μιλάνε” άμεσα στις ανησυχίες του “πολίτη”.

Αυτός που έκφρασε με τον καλύτερο τρόπο αυτή τη θεωρία εδώ στην Ελλάδα ήταν -ποιός άλλος;- ο Γιάννης Πρετεντέρης. “Oλα δείχνουν ότι, για πρώτη φορά από το 1974, οι επόμενες βουλευτικές εκλογές δεν θα κριθούν στο κέντρο. Θα κριθούν στα δεξιά”, έγραφε στο Βήμα μια βδομάδα μετά τις Ευρωεκλογές. “Οι εξελίξεις αυτές δεν με εκπλήσσουν. Εχουμε σημειώσει πολλές φορές εδώ, ότι τα 'γεγονότα του Δεκεμβρίου' δεν ήταν η 'αριστερή στροφή' που διαλαλούσαν διάφοροι χαζοχαρούμενοι, αλλά το προοίμιο της μεγαλύτερης ίσως συντηρητικής αναδίπλωσης που έχει γνωρίσει η ελληνική κοινωνία”.

Και μια και τα απογοητευτικά αποτελέσματα της Νέας Δημοκρατίας εδώ στην Ελλάδα δεν προσφέρονταν για συντηρητικές θριαμβολογίες, ο Πρετεντέρης δεν δίστασε να γίνει απολογητής ακόμα και του ΛΑΟΣ: “Λυπάμαι που το λέω, αλλά ο Καρατζαφέρης μίλησε για αυτά που δεν μιλούν οι άλλοι. Η περίφημη 'ατζέντα Καρατζαφέρη' δεν είναι παρά η αυτονόητη ατζέντα της καθημερινότητας του έλληνα πολίτη. Δεν θα είχε καν κομματικό πρόσημο αν τα κόμματα άφηναν λίγο την ίντριγκα για να ασχοληθούν και με τη ζωή των ψηφοφόρων τους. Είναι κρίμα να χαρίζουμε στον Καρατζαφέρη το αυτονόητο”. Ο ρατσισμός, τα πογκρόμ σε βάρος των μεταναστών και οι φασιστικές συμμορίες που παίρνουν αυτόκλητα “το νόμο και την τάξη” στα χέρια τους έχουν γίνει ξαφνικά “το αυτονόητο” για τον Πρετεντέρη και τους ομοίους του. Δεν είναι καθόλου παράξενο ότι ονειρεύεται τώρα μια “συντηρητική αναδίπλωση”...

Αντιδημοκρατική Ένωση

Στην πραγματικότητα, όμως, τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών δεν καταγράφουν κάποια δεξιά στροφή, αλλά μια μεγάλη κρίση για ολόκληρο το πολιτικό σύστημα.

Πρώτα απ' όλα καταγράφουν μια αδιαφορία για το Ευρωκοινοβούλιο -για μια “βουλή” που έχει σχεδόν διακοσμητικό χαρακτήρα μέσα σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση βαθειά αντιδημοκρατική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Ευρωσύνταγμα: η Γαλλία και η Ολλανδία το καταψήφισαν, αλλά αντί να αποσυρθεί επέστρεψε με τη μορφή της Συνθήκης της Λισαβώνας. Υστερα ήρθε η Ιρλανδία -που το καταψήφισε και αυτή. Η απάντηση των ηγετών της ΕΕ: ένα νεο δημοψήφισμα, μέχρι να μάθουν οι “Ευρωπαίοι Πολίτες” να ψηφίζουν σωστά... Δεν είναι καθόλου παράξενο ότι η συμμετοχή στις Ευρωεκλογές μειώνεται σταθερά με κάθε εκλογική αναμέτρηση. Στις 7 Ιούνη, η αποχή έφτασε στο 57% -στο υψηλότερο ποσοστό στην ιστορία των Ευρωεκλογών.

Αλλά δεν ήταν μόνο η αδιαφορία απέναντι στο ίδιο το Ευρωκοινοβούλιο υπεύθυνη για τη μικρή συμμετοχή. Παντού αυτά που καθόρισαν τις Ευρωεκλογές δεν ήταν τα ζητήματα των Βρυξελλών αλλά κύρια τα πολιτικά αδιέξοδα μέσα στα ίδια τα 27 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο πλανήτης βρίσκεται στο μέσο της χειρότερης οικονομικής κρίσης εδώ και 70 χρόνια, αλλά το μόνο που κάνουν οι κυβερνήσεις και τα κόμματα της εξουσίας είναι να προστατεύουν τον πλούτο και τα προνόμια των ισχυρών και να περιμένουν -μέχρι η κρίση να περάσει.

Στη Βρετανία, τα αποτελέσματα ήταν κυριολεκτικά πανωλεθρία για το “Νέο Εργατικό Κόμμα” του Γκόρντον Μπράουν: βρέθηκε στην τρίτη θέση, πίσω όχι μόνο από τους Συντηρητικούς αλλά και από το -ουσιαστικά ανύπαρκτο στις εθνικές εκλογές- ευρωσκεπτικιστικό “Κόμμα Ανεξαρτησίας”. Αλλά κανένας δεν τόλμησε να ερμηνεύσει το αποτέλεσμα αυτό σαν “δεξιά στροφή”: το Νέο Εργατικό Κόμμα ήταν, τα δώδεκα χρόνια που βρίσκεται στην εξουσία, κυριολεκτικά το υπόδειγμα του νεοφιλελευθερισμού και της πολεμοκαπηλείας. Και σαν να μην έφτανε αυτό οι υπουργοί και οι βουλευτές του βρίσκονται βουτηγμένοι μέχρι το λαιμό στα σκάνδαλα και τη διαφθορά. Διόλου παράξενο, όποιοι μπήκαν στον κόπο να πάνε στις κάλπες, πήγαν για να το μαυρίσουν.

Στη Γερμανία ο μεγάλος ηττημένος ήταν, σύμφωνα με τις εφημερίδες, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD). Η Χριστιανοδημοκρατική Ενωση (CDU) της Άνγκελα Μέρκελ έμεινε σταθερά στην πρώτη θέση. Στη Γερμανία, όμως, το SPD -αφού πρωτοστάτησε όλα τα προηγούμενα χρόνια, κάτω από την ηγεσία του Γκέρχαρντ Σρέντερ στην επιβολή ενός άγριου καπιταλισμού της αγοράς και στη διάλυση του κράτους-πρόνοιας- συμμετέχει εδώ και τέσσερα χρόνια στον Μεγάλο Συνασπισμό της Άνγκελα Μέρκελ που κυβερνάει τη χώρα. Στις Ευρωεκλογές του 2004, ο κόσμος είχε, δίκαια, μαυρίσει το SPD. Στις 7 Ιούνη έχασε άλλες 100.000 ψήφους, παραμένοντας 10 μονάδες πίσω από το CDU. Αλλά και η Μέρκελ δύσκολα μπορεί να θριαμβολογεί: το κόμμα της έχασε μέσα σε αυτά τα τέσσερα χρόνια 6 μονάδες και πάνω από ενάμιση εκατομμύριο ψήφους.

Στις μόνες χώρες όπου θα μπορούσε να πανηγυρίσει για τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών η δεξιά είναι η Γαλλία και η Ιταλία. Αλλά και εκεί οι νίκες της οφείλονται πολύ περισσότερο στην διάλυση της κεντραριστεράς παρά στην ίδια. Στη Γαλλία, το Σοσιαλιστικό Κόμμα που είχε πάρει το 28,9% των ψήφων το 2004, έπεσε φέτος στο 16,8% -ένα δύσκολο επίτευγμα αν σκεφτεί κανείς πόσο αντιδημοφιλής είναι ο Νικολά Σαρκοζί. Στην Ιταλία, ο Ντάριο Φραντσεσίνι, ο ηγέτης του Δημοκρατικού Κόμματος, έριξε τις ευθύνες για την αποτυχία του στο μονοπώλιο των ΜΜΕ -που ελέγχονται από τον Σύλβιο Μπρελουσκόνι. Η δικαιολογία είναι ανεπαρκής. Μπορεί ο Φραντσεσίνι να έχει ξεχάσει την καταστροφική εμπειρία της κυβέρνησης του Πρόντι -αλλά ο κόσμος είναι προφανές ότι δεν την έχει ξεχάσει.

Η “κεντραριστερά” και η “κεντροδεξιά” μοιάζουν στα μάτια του κόσμου όσο και δυο σταγόνες νερό. Η σοσιαλδημοκρατία έχει επιδοθεί, όλα τα τελευταία χρόνια σε μια προσπάθεια να γίνει ίδια και απαράλλαχτη με την παραδοσιακή δεξιά.

“Σε μια εποχή όπου το 'τέλος του καπιταλισμού' προβάλλει σαν μια σοβαρή προοπτική”, αναγκάστηκε να γράψει ακόμα και η εφημερίδα Financial Times που τόσο πανηγύριζε για τη νίκη της δεξιάς, “τα κόμματα που είχαν σαν ιστορική αποστολή να αντικαταστήσουν τον καπιταλισμό με τον σοσιαλισμό δεν έχουν να προσφέρουν καμιά φιλοσοφία διακυβέρνησης. Οι πολιτικές τους αντιμετώπισης της κρίσης μόλις και μετά βίας μπορούν να διακριθούν από αυτές των αντιπάλων τους”.

Το χάλκινο μετάλλιο των φετινών Ευρωεκλογών το κέρδισαν, σύμφωνα με τις αναλύσεις των ΜΜΕ, οι Πράσινοι. Δεν ήταν μόνο στην Ελλάδα όπου οι Οικολόγοι-Πράσινοι κατάφεραν να εκφράσουν ένα κομμάτι της ριζοσπαστικοποίησης: στη Γαλλία, οι “Ευρωπαϊοι Οικολόγοι”, που κατέβαιναν για πρώτη φορά στις εκλογές κατάφεραν να πάρουν ένα ενυπωσιακό 16,2% -μόλις μισή μονάδα πίσω από το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Ακόμα και στη Γερμανία, όπου οι Πράσινοι είναι στιγματισμένοι από την συμμετοχή τους στις κυβερνήσεις του Σρέντερ, κατάφεραν να διατηρήσουν τα ποσοστά τους, κύρια χάρη στην ψήφο των νέων, ψηφοφόρων - ψηφοφόρων που δεν θυμούνται ούτε τον Γιόσκα Φίσερ, τον υπουργό Εξωτερικών του Σρέντερ, ούτε τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία, ούτε τις πεταγμένες στα σκουπίδια υποσχέσεις για την προστασία του περιβάλλοντος.

Η Αριστερά

Η αριστερά δεν κατάφερε, με εξαίρεση σε ένα βαθμό το “Αριστερό Μπλόκο” στην Πορτογαλία που πήρε 10,7%, να δημιουργήσει κάποιο ρεύμα που να εκφράζει δυναμικά αυτή την ριζοσπαστικοποίηση. Στη Γερμανία, η Die Linke δεν κατάφερε να πάρει ούτε το 8,7% που είχε πάρει στις βουλευτικές εκλογές του 2005. Στη Γαλλία, το “Μέτωπο της Αριστεράς”, ο συνασπισμός του παλιού Κομμουνιστικού Κόμματος με ένα κομμάτι που έφυγε από το Σοσιαλιστικό Κόμμα, κέρδισε με ένα 6% τέσσερις έδρες. Στην Ιταλία, η “Αντικαπιταλιστική Λίστα” -το σχήμα με το οποίο κατέβηκε η “Κομμουνιστική Επανίδρυση” στις εκλογές δεν έπιασε ούτε το 2%. Η “Κομμουνιστική Επανίδρυση”, για όσους το έχουν ξεχάσει, συμμετείχε τα προηγούμενα χρόνια στην καταστροφική κυβέρνηση της κεντροαριστεράς του Πρόντι.

Ενα κομμάτι της ίδιας της Αριστεράς προσπάθησε να δικαιολογήσει αυτό το αποτέλεσμα με βάση τις ίδιες τις επίσημες αναλύσεις των ΜΜΕ: συντηρητικοποίηση, στροφή δεξιά -φταίει ο κόσμος με άλλα λόγια για τις αποτυχίες μας. Στην Ελλάδα της εξέγερσης του Δεκέμβρη,

των κινητοποιήσεων του Λαναρά, των διαδηλώσεων συμπαράστασης στην Κούνεβα, των αντιρατσιστικών συλλαλητηρίων και των γενικών απεργιών -για να θυμηθούμε μόνο τα πολύ τελευταία- το ΚΚΕ ανακάλυψε ξαφνικά ότι το “επίπεδο του κινήματος” είναι χαμηλό, γι’ αυτό το ΚΚΕ δεν ανέβηκε στις Ευρωεκλογές. Την ίδια άποψη έκφρασε πρακτικά και ο ΣΥΡΙΖΑ: πληρώσαμε, λένε, για την ανυποχώρητη στάση που κρατήσαμε τον Δεκέμβρη. Στη Γερμανία τα ΜΜΕ έτρεξαν να ερμηνεύσουν την καθήλωση της Die Linke με ανάλογα επιχειρήματα: η προεκλογική καμπάνια της Die Linke, λένε, ήταν πολύ ριζοσπαστική, γι’ αυτό της έστρεψε ο κόσμος την πλάτη.

Αυτές είναι ερμηνείες που εκφράζουν πολιτικές σκοπιμοτητες και πιέσεις απο τα δεξιά, αλλά δεν ταιριάζουν με την πραγματικότητα. Στη Γαλλία, το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα (NPA), που έχει πολυ πιο αριστερές θέσεις απο την παραδοσιακή αριστερά, πήρε σχεδόν το ίδιο ποσοστό με το “Μέτωπο της Αριστεράς”. Η πιο γνωστή φιγούρα του ΝΡΑ, ο Ολιβιέ Μπεζανσενό, υποστήριζε ανοιχτά τις εργατικές καταλήψεις που κλείδωναν τα αφεντικά στα γραφεία τους ενάντια στις απολύσεις. Αν τέτοιες τοποθετήσεις “τρόμαζαν” τους ψηφοφόρους, ο Μπεζανσενό δεν θα ήταν ο πιο δημοφιλής εκπρόσωπος της Αριστεράς. Αντίστοιχα στην Ιρλανδία, η άκρα αριστερά κέρδισε έδρα στην Ευρωβουλή για πρώτη φορά. Ο Τζο Χίγκινς του Σοσιαλιστικού Κόμματος εκλέχτηκε με ποσοστό 12,4% στο Δουβλίνο. Και στις δημοτικές εκλογές που γίνονταν ταυτόχρονα η ριζοσπαστική αριστερά τα πήγε καλά. Ο Ρίτσαρντ Μπόιντ Μπάρετ απο την κίνηση “Οι άνθρωποι πάνω απο τα κέρδη” (και μελος του SWP Ιρλανδίας) εκλέχτηκε στο Δημοτικό Συμβούλιο με ποσοστό 22,8%. Η Αριστερά στην Ευρώπη πρέπει να απορρίψει τις εύκολες δικαιολογίες ότι ο κόσμος “συντηρητικοποιείται” ενώ η ίδια κινήθηκε “υπερβολικα” αριστερά. Η αλήθεια είναι ότι έχει μείνει πίσω απο τις εξελίξεις.

Τα επίσημα αριστερά κόμματα που κατέβηκαν στις εκλογές στις 7 Ιούνη είχαν κάνει σημαία τους την πάλη ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό -αρνούμενα συχνά πεισματικά να ανοίξουν ακόμα και ζητήματα σαν του πολέμου ή του ρατσισμού. Αλλά ο νεοφιλελευθερισμός ανήκει πιά στο παρελθόν: σήμερα ακόμα και ο Σαρκοζί, η Μέρκελ και ο Γκόρντον Μπράουν κατακεραυνώνουν το μοντέλο της ανεξέλεγκτης ελεύθερης αγοράς.

Ο καπιταλισμός βρίσκεται στη μεγαλύτερη οικονομική, πολιτική και ιδεολογική κρίση όλης της μεταπολεμικής του ιστορίας. Οι Ευρωεκλογές -με τη μεγάλη αποχή, το μαύρισμα των κυβερνητικών κομμάτων, το γύρισμα της πλάτης απέναντι σε μια Σοσιαλδημοκρατία που προσπαθεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη της άρχουσας τάξης αντιγράφοντας τη δεξιά και την ενίσχυση κομμάτων σαν τους Πράσινους- δεν προσφέρει καμιά εύκολη διέξοδο για τους καπιταλιστές.

Οι κυβερνήσεις της Ευρώπης -κεντροδεξιές και κεντροαριστερές- προσπαθούν να αντιμετωπίσουν με τον ρατσισμό την απογοήτευση και την οργή του κόσμου απέναντι σε ένα σύστημα που δεν δουλεύει -καλλιεργώντας την ιδέα ότι για την ανεργία, τη φτώχεια και ό,τι άλλο κουβαλάνε αυτά μαζί τους φταίνε οι μετανάστες, οι πρόσφυγες, οι μειονότητες. Ο Σαρκοζί ετοιμάζει νόμους που θα κάνουν την Ευρώπη ακόμα πιο απόρθητο φρούριο για τους φτωχούς εργάτες από τις χώρες της Αφρικής και της Ασίας που προσπαθούν να αναζητήσουν εδώ καταφύγιο από την πείνα και τον πόλεμο που μαστίζει τις πατρίδες τους. Ο Μπερλουσκόνι και ο Μπόσι -ο ηγέτης της ρατσιστικής Λέγκας του Βορρά που συμμετέχει στην κυβέρνηση της Ιταλίας- υπόσχονται να “επαναπροωθήσουν” όλους τους μετανάστες που φτάνουν στην Ιταλία από τη θάλασσα στη Λιβύη. Ο Καραμανλής και ο Μαρκογιαννάκης ετοιμάζουν στρατόπεδα συγκέντρωσης -”υποδοχής” τα λένε επίσημα- για τους “λαθρο”μετανάστες. Το παραπροϊόν αυτής της πολιτικής ήταν η άνθιση των φασιστικών και ακροδεξιών κομμάτων σαν το ΛΑΟΣ ή το Γιόμπικ.

Η κρίση βρίσκεται ακόμα μπροστά μας. Η εργατική τάξη, οι φτωχοί και οι νεολαία θα βγούνε πολλές φορές στους δρόμους για να διεκδικήσουν τα πραγματικά αυτονόητα (θέσεις εργασίας, αξιοπρεπή μεροκάματα, αξιοπρεπείς συνθήκες ζωής και δουλειάς, δημόσια και δωρεάν παιδεία και υγεία για όλους) μέσα στους μήνες και τα χρόνια που έρχονται. Ο ελληνικός Δεκέμβρης έρχεται από το μέλλον, όχι από το παρελθόν.

Το βάρος πέφτει στις πλάτες της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Στο επίπεδο των εκλογών μπορεί να είμαστε ακόμα πολύ μικροί. Το βάρος μας, όμως, στην ίδια την κοινωνία είναι πολύ-πολύ μεγαλύτερο. Στο χέρι μας είναι να το αξιοποιήσουμε. Το μέλλον βρίσκεται κυριολεκτικά στα χέρια μας.