Πικρη γεύση
O Λεονάρντο Παδούρα ζει και γράφει στην Αβάνα της Κούβας. Γεννήθηκε το 1955, συνεπώς ανήκει στη γενιά των ανθρώπων που γεννήθηκε ουσιαστικά με την Επανάσταση του 1959 και έχει βιώσει από πρώτο χέρι την πορεία της κουβανέζικης κοινωνίας όλες αυτές τις δεκαετίες της «οικοδόμησης του σοσιαλισμού». Άλλωστε, ήταν για χρόνια δημοσιογράφος –και παραμένει- ώστε να έχει πολύ καλά ακονισμένη την αίσθηση της παρατήρησης.
Ο Παδούρα είναι ίσως ο πιο διαβασμένος Κουβανός συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων στο κόσμο –και δίκαια. Η πόλη στην οποία επικεντρώνονται οι ιστορίες του, η Αβάνα, δεν θυμίζει την ακρόπολη ενός πολιορκημένου κάστρου της επανάστασης. Είναι μια πόλη φορτωμένη ιστορία είναι αλήθεια, που όμως πια τα βασικά γνωρίσματα σήμερα, ιδιαίτερα μετά τις καταρρεύσεις του 1989, είναι άλλα: ατομικός αγώνας για επιβίωση,
φτώχεια, διαφθορά, και μπόλικος κυνισμός. Ο πρωταγωνιστής των ιστοριών του Παδούρα, όπως ετούτης εδώ, είναι η επιτομή αυτής της πραγματικότητας, με εξαίρεση ίσως τον κυνισμό.
Ο Μάριο Κόντε είναι πρώην αστυνομικός που παραιτήθηκε απογοητευμένος από την υπηρεσία, τώρα κάνει το μεσάζοντα στο «γκρι» εμπόριο παλιών βιβλίων. Είναι επίσης σκληρός πότης, γεμάτος από πικρή ειρωνεία. Αντί να κυνηγά πράκτορες της CIA, όπως παλιότεροι «ήρωες» σε μυθιστορήματα του είδους στη Κούβα, τα βάζει με διεφθαρμένους αξιωματούχους, απατεώνες κάθε λογής που ευδοκιμούν σε μια Αβάνα με ετοιμόρροπα κτίρια, ναρκωτικά και πόρνες.
Ο Γιόγι, πρώην λαμπρός πολιτικός μηχανικός, νυν δαιμόνιος μαυραγορίτης και συνεργάτης του Κόντε, του εξηγεί τη στάση του:
«Χάσατε το χρόνο σας και τη μισή ζωή σας, αλλά η λύση υπάρχει Κόντε: αυτή που θα αναζητήσεις εσύ για τον ίδιο σου τον εαυτό, για τους ανθρώπους που είναι κοντά σου, για την οικογένειά σου, τους φίλους σου. Κι αυτό δεν είναι εγωισμός… Κοίτα, μόνο σήμερα: μ’ αυτή τη δουλειά, χωρίς να κουνηθώ από το σπίτι μου, ενόσω κοιμάμαι μεσημεριάτικα με τον κλιματισμό μου και χωρίς να ληστέψω κανέναν, κερδίζω πιο πολλά λεφτά απ’ ότι αν δούλευα έναν ολόκληρο μήνα ως μηχανικός, στο πόδι από τις έξι το πρωί για να στριμωχτώ σε ένα γουάγουα [αστικό λεωφορείο] κι άμα τύχει να περάσει το γαμημένο το γουάγουα, τρώγοντας τα σκουπίδια που δίνουν στην καντίνα και υπομένοντας έναν προϊστάμενο που είναι αποφασισμένος να διαπρέψει πατώντας στις πλάτες των υπολοίπων, μπας και τσιμπήσει καμιά καλή θεσούλα χάρη στην οποία θα μπορεί να ταξιδεύει στο εξωτερικό…και για να κερδίσει πόντους ασχολείται με το να πηδάει τη ζωή των άλλων με το τροπάρι της άμιλλας, εθελοντικής εργασίας και των πλάνων παραγωγής. Η σούμα είναι ξεκάθαρη μεγάλε».
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ο Κόντε σκοντάφτει στην ιστορία που ξετυλίγεται στο βιβλίο. Ανακαλύπτει μια «φλέβα» πολύτιμων βιβλίων σε ένα παλιό αρχοντικό και μέσω αυτής το μυστήριο της εξαφάνισης μιας τραγουδίστριας των μπολέρο, στην Αβάνα τις παραμονές της Επανάστασης. Ο Παδούρα δεν κάνει το λάθος να «ζωγραφίσει» μια ειδυλλιακή εικόνα για την προεπαναστατική Κούβα, κάθε άλλο. Και μέσα από τις ιστορίες που ξετυλίγονται αφήνει να διαφανεί η σύντομη αίσθηση του ενθουσιασμού που γέννησε η επανάσταση του 1959. Αλλά τι πήγε στραβά; Σε αυτό το ερώτημα δεν έχει απάντηση, και
μάλλον θα ήταν υπερβολικό να απαιτούσαμε κάτι τέτοιο από ένα αστυνομικό μυθιστόρημα.
Σε μια συνέντευξη που έδωσε το 2008, ο Παδούρα είπε το μυθιστόρημα που ετοιμάζει βασίζεται στη ζωή του Λέον Τρότσκι και του Ραμόν Μερκαντέρ –του δολοφόνου του. Ισως πρέπει να περιμένουμε τη δημοσίευσή του για να κρίνουμε τις απαντήσεις που δίνει ο συγγραφέας.
Λέανδρος Μπόλαρης
Δώδεκα
όπλα
Η καπιταλιστική κρίση έχει σημάνει, εκτός των άλλων, έναν τεράστιο ιδεολογικό σεισμό. Η αμφισβήτηση του συστήματος έρχεται πλέον όχι μόνο από τους επαναστάτες μαρξιστές, αλλά και από τους ίδιους τους ιδεολόγους του που μέχρι ένα προηγούμενο διάστημα προσπαθούσαν να μας πείσουν για τη μοναδικότητα του καπιταλισμού και της αγοράς ως τρόπους οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας. Γι’ αυτό και σήμερα, είναι η καλύτερη ευκαιρία να επιστρέψουμε στην κλασσική μαρξιστική κριτική του καπιταλισμού και τις σοσιαλιστικές ιδέες που προτείνουν την ανατροπή του. Για όποιον θέλει να τις γνωρίσει, προτείνουμε δώδεκα βιβλία απαραίτητα για κάθε ακτιβιστή και ακτιβίστρια του κινήματος.
Το πρώτο βιβλίο είναι σίγουρα το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», το βιβλίο που έγραψαν οι Καρλ Μαρξ και Φρήντριχ Ένγκελς το 1848, κυριολεκτικά μέσα στην φωτιά των επαναστάσεων εκείνης της χρονιάς. Είναι η συντομότερη και καλύτερη περιγραφή του τρόπου που λειτουργεί ο καπιταλισμός, αλλά και της δύναμης εκείνης, της εργατικής τάξης, που μπορεί να τον ανατρέψει. Τις ίδιες ιδέες, εμπλουτισμένες από τη δράση του εργατικού κινήματος και τις αντιπαραθέσεις ανάμεσα στους σοσιαλιστές της εποχής, θα αναπτύξει τριάντα χρόνια αργότερα και ο Φρήντριχ Ένγκελς στο βιβλίο του «Σοσιαλισμός Ουτοπικός και Επιστημονικός». Ο Μαρξ αποκάλεσε τα κείμενα αυτά «εισαγωγή στον επιστημονικό σοσιαλισμό» και όχι άδικα.
Το ζήτημα του κράτους απασχολεί όλους όσους θέλουν να αλλάξουν την κοινωνία. Είναι το κράτος σύμμαχος ή εχθρός στην υπόθεση της κοινωνικής αλλαγής; Θα υπάρχει κράτος στη μελλοντική σοσιαλιστική κοινωνία; Είμαστε καταδικασμένοι να υπάρχει κράτος για πάντα; Ο Λένιν έγραψε το «Κράτος και Επανάσταση» για να απαντήσει στα ερωτήματα που αντιμετώπιζε η Ρώσικη Επανάσταση το 1917. Οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες όλης της Ευρώπης τον καταγγείλανε για «αναρχικό». Όμως ο Λένιν πατούσε γερά πάνω στη μαρξιστική παράδοση. Το ίδιο έκανε και η Ρόζα Λούξεμπουργκ που με το έργο της «Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση» ξεκαθάρισε από αρκετά νωρίς, ήδη από το 1900, ότι ο ρόλος των σοσιαλιστών στην καπιταλιστική κοινωνία δεν είναι να μεταρρυθμίζουν το αστικό κράτος με τη συμμετοχή τους σε αστικές κυβερνήσεις, αλλά να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή για την ανατροπή του.
Οι καθημερινές μάχες που δίνει η εργατική τάξη έχουν κομβική σημασία στην πάλη για την αλλαγή της κοινωνίας. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ έγραψε το βιβλίο «Μαζική Απεργία, Κόμμα, Συνδικάτα» ενάντια στη γραφειοκρατικοποίηση των συνδικάτων στην πιο εξελιγμένη καπιταλιστική χώρα της εποχής της, την Γερμανία. Όμως, αυτό δεν σήμαινε ότι η Ρόζα υποτιμούσε τις συνδικαλιστικές μάχες. Η δράση των εργατών για τη βελτίωση της ζωής τους είναι η γέφυρα για το χτίσιμο μιας κοινωνίας όπου οι εργάτες δεν θα πουλάνε την εργατική τους δύναμη στα αφεντικά, αλλά θα ελέγχουν όλες τις πτυχές της ζωής τους. Ο Αντόνιο Γκράμσι, στο έργο του «Τα εργοστασιακά συμβούλια και το κράτος της εργατικής τάξης», εμπνευσμένος από το απεργιακό κύμα που συγκλόνισε την Ιταλία μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μας δίνει τα πρώτα δείγματα αυτού του νέου τύπου κράτους που μπορεί να φτιάξει η εργατική τάξη μέσα από τους αγώνες της.
Ο καπιταλισμός σημαίνει πόλεμο. Η σκέψη αυτή είναι σήμερα κτήμα εκατομμυρίων ανθρώπων, κι όμως δεν ήταν ούτε είναι πάντοτε αυτονόητη. Πώς συνδέεται το κυνήγι για το κέρδος με τους πολέμους που ξεσπάσανε στον εικοστό αιώνα και τις επεμβάσεις που εξακολουθούμε να βλέπουμε μέχρι και σήμερα; Ο Λένιν με το βιβλίο του «Ο Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» και ο Μπουχάριν με το «Ιμπεριαλισμός και Παγκόσμια Οικονομία» ήταν οι πρώτοι μαρξιστές που ανέλυσαν την τάση του συστήματος για άνοιγμα των αγορών και διεθνοποίηση, την ίδια στιγμή που η συγκέντρωση του πλούτου και των κεφαλαίων τα μετατρέπει σε τεράστια εθνικά τραστ. Τα βιβλία αυτά θεωρούνται μέχρι και σήμερα βασικά εγχειρίδια για την κατανόηση της «παγκοσμιοποίησης» που αν και φαντάζει πρόσφατη έννοια, συζητιέται από τους μαρξιστές εδώ και δεκαετίες. Στο ερώτημα τι κοινό έχει η πάλη των εργατών στις εξελιγμένες καπιταλιστικά χώρες με εκείνη των λαών των οικονομικά καθυστερημένων χωρών και του Τρίτου Κόσμου απάντησε ο Λέον Τρότσκι με το βιβλίο του «Διαρκής Επανάσταση».
Πλάι στα ζητήματα της εκμετάλλευσης στον χώρο δουλειάς, τα κινήματα βάζουν στο στόχαστρό τους την καταπίεση που βιώνουν στο σημερινό σύστημα οι γυναίκες, οι μειονότητες, οι ομοφυλόφιλοι, κλπ. Από πού πηγάζει η καταπίεση; Στο βιβλίο του «Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας, του Κράτους», ο Ένγκελς εξηγεί πως η δομή της οικογένειας και της κοινωνίας δεν ήταν πάντοτε έτσι. Η εμφάνιση της ατομικής ιδιοκτησίας σήμανε την υποταγή της γυναίκας και μαζί της διαδικασίας αναπαραγωγής και της ανθρώπινης σεξουαλικότητας στις ανάγκες του πλούτου.
Αν και είναι δύσκολο να κλείσει κανείς τη λίστα των δώδεκα κλασικών μαρξιστικών βιβλίων, αξίζει να βάλουμε στον κατάλογο μας για το καλοκαιρινό διάβασμα δύο ακόμα επαναστάτες μαρξιστές. Ο ένας είναι ο Γκέοργκ Λούκατς, που το 1924 έγραψε τη «Σκέψη του Λένιν», μια από τις διαυγέστερες μελέτες για τη συμβολή του ηγέτη του 1917 στο επαναστατικό κίνημα συνολικά, μια μελέτη εξαιρετικά επίκαιρη και σήμερα. Ο άλλος είναι ο Τόνι Κλιφ, που πατώντας στους ώμους του Τρότσκι περιέγραψε τα σταλινικά καθεστώτα ως καθεστώτα «κρατικού καπιταλισμού» ήδη από το 1948. Το βιβλίο του «Κρατικός Καπιταλισμός στη Ρωσία – Μια μαρξιστική ανάλυση των σταλινικών καθεστώτων» είναι απαραίτητο για να καταλάβει κανείς τι κατέρρευσε το 1989, αλλά και για να θυμηθούμε τις γνήσιες παραδόσεις του σοσιαλισμού από τα κάτω, για τον οποίο παλεύουμε.
Στα επόμενα τεύχη του ΣΑΚ, θα υπάρχουν χωριστές βιβλιοκριτικές και των δώδεκα βιβλίων που παρουσιάσαμε. Όπως και να ‘χει όμως, το καλοκαίρι δίνει μια πρώτη μικρή ευκαιρία για ξεκούραση, διάβασμα και γνωριμία με όλον αυτόν τον πλούτο των μαρξιστικών ιδεών.
Τιμή 19 €, 364 σελίδες, Εκδόσεις Καστανιώτη