Εξώφυλλο του τευχους 87
Δύο τακτικές που δεν οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα, όπως εξηγεί ο Πέτρος Κωνσταντίνου.
Σε περίοδο κρίσης που βαθαίνει οικονομικά, πολιτικά και ιδεολογικά και με ανοικτό το ενδεχόμενο ακόμη και μιας ανοιχτής χρεωκοπίας ανοίγει η συζήτηση μέσα στην αριστερά για τις εναλλακτικές λύσεις και για την στρατηγική που μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλες κοινωνικές αλλαγές. Ένας τεράστιος αριθμός εργαζόμενων και νεολαίας που στήριξε το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται στις απεργίες και στους δρόμους, ενώ η κρίση της ΠΑΣΚΕ στους εργασιακούς χώρους αποσταθεροποιεί τον έλεγχο των γραφειοκρατών των συνδικάτων πάνω στην εργατική βάση. ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ προτείνουν εκλογές και συγκροτούν «μέτωπα» για την ανατροπή των συσχετισμών μέσα από τα κάλπες. Υπάρχει η δυνατότητα να περάσει το κίνημα σε άλλες απαντήσεις;
Η αντικαπιταλιστική αριστερά χρειάζεται να προβάλει μια ριζικά διαφορετική στρατηγική λύνοντας το βασικό ζήτημα της σχέσης με τον κόσμο που αποδεσμεύεται από την επιρροή της σοσιαλδημοκρατίας. Αυτός ο κόσμος που ψήφισε τον Παπανδρέου με αυταπάτες ότι κάτι καλύτερο μπορεί να κάνει απέναντι στην ΝΔ, δεν άφησε την κυβέρνηση σε χλωρό κλαρί με τις 11 γενικές Απεργίες σε ένα χρόνο και τώρα τη ρήξη μέσα στην ΠΑΣΚΕ. Δεν πρόκειται για κόσμο προσκολλημένο στο ΠΑΣΟΚ εξ αιτίας του ρουσφετιού, αλλά κόσμο με ρεφορμιστικές ιδέες και αυταπάτες ότι λύσεις στα προβλήματα μπορούν να δοθούν χωρίς ριζική αλλαγή, χωρίς ανατροπή του καπιταλισμού αλλά μέσα από ρεαλιστικές λύσεις.
Το βασικό ζήτημα που έχουμε να λύσουμε είναι το πώς οι επαναστάτες, που είναι σήμερα μειοψηφία μπορούν να κερδίσουν την πλειοψηφία των εργαζόμενων στις ιδέες της ανατροπής του καπιταλισμού. Για αυτό χρειάζεται να αναφερθούμε στη στρατηγική του ενιαίου μετώπου. Δεν πρόκειται για συνταγή που μπορούμε να αντιγράψουμε από τους κλασσικούς του μαρξισμού αλλά για ζωντανή τέχνη που ένα υπαρκτό επαναστατικό κόμμα είναι υποχρεωμένο να «εξασκεί» στη διαρκή προσπάθεια να κερδηθούν οι εργάτες που επηρεάζονται από τις ρεφορμιστικές ιδέες στις πρακτικές και τις ιδέες της επαναστατικής αλλαγής της κοινωνίας, ξεκινώντας από τον κοινό αγώνα για την υπεράσπιση των συμφερόντων των εργαζόμενων απέναντι στις επιθέσεις των καπιταλιστών.
Η Γ΄ Διεθνής και το ενιαίο μέτωπο
Να πως συνοψίζει το Τέταρτο Παγκόσμιο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς το ζήτημα αυτό: « Η ύπαρξη αυτόνομων Κομμουνιστικών Κομμάτων και η απόλυτη ανεξαρτησία της δράσης τους σε σχέση με την αστική τάξη και την αντεπαναστατική σοσιαλδημοκρατία, αποτελεί το πιο σημαντικό επίτευγμα του προλεταριάτου, το οποίο οι κομμουνιστές σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να αποκηρύσσουν. Μόνο τα ΚΚ παλεύουν για τα συμφέροντα του προλεταριάτου στο σύνολο του. Η τακτική του ενιαίου μετώπου δεν σημαίνει «εκλογικές συμμαχίες» κορυφής που αποσκοπούσαν στον ένα η τον άλλο κοινοβουλευτικό στόχο. Η τακτική του ενιαίου μετώπου είναι η πρόταση που κάνουν οι κομμουνιστές για κοινό αγώνα με όλους τους εργάτες που ανήκουν σε άλλα κόμματα ή ομάδες ή που δεν ανήκουν σε κανένα κόμμα, για την υπεράσπιση των ζωτικών συμφερόντων της εργατικής τάξης ενάντια στην μπουρζουαζία…Το πιο σημαντικό στοιχείο της τακτικής του ενιαίου μετώπου είναι και παραμένει η ζύμωση και η οργάνωση των εργαζόμενων. Η πραγματική υλοποίησή του μπορεί να έρθει μόνο «από τα κάτω», από τα βάθη των ίδιων των εργατικών μαζών. Οι κομμουνιστές δεν πρέπει – κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες – να αρνούνται να διαπραγματευτούν με τους ηγέτες των εχθρικών εργατικών κομμάτων, αλλά οι μάζες πρέπει να έχουν πλήρη και συνεχή πληροφόρηση για την πορεία και το περιεχόμενο αυτών των διαπραγματεύσεων. Ούτε βέβαια, πρέπει να μπαίνουν όρια στην ελευθερία των κομμουνιστικών κομμάτων να κάνουν τη δική τους ζύμωση και προπαγάνδα στη διάρκεια αυτών των διαπραγματεύσεων με τους άλλους ηγέτες».1
Αυτόνομη και ανεξάρτητη δράση του επαναστατικού κόμματος, κοινή δράση για την υπεράσπιση των εργατών απέναντι στις επιθέσεις των καπιταλιστών, όχι εκλογικές συμμαχίες για κοινοβουλευτικούς στόχους, σχέση τόσο με τη βάση όσο και με την ηγεσία των ρεφορμιστικών κομμάτων. Οι μορφές που μπορεί να πάρει το ενιαίο μέτωπο είναι πολλές: συνδικάτα, σοβιέτ, μέτωπα κατά του πολέμου και του φασισμού, κ.α. Τα ίδια τα εργατικά συνδικάτα αποτελούν μορφές ενιαίου μετώπου στο βαθμό που συσπειρώνουν τους εργαζόμενους στο αγώνα για την υπεράσπιση των συμφερόντων των εργατών απέναντι στην εκμεταλλεύτρια τάξη που απαιτεί εργασιακή πειθαρχία και επιχειρεί να εντείνει τους ρυθμούς εκμετάλλευσης. Για αυτό κάθε διάσπασή τους αποτελεί πισωγύρισμα και όχι προχώρημα.
Το ενιαίο μέτωπο το 1917
Το 1917 οι μπολσεβίκοι του Λένιν βρέθηκαν μπροστά στην έκρηξη της επανάστασης του Φλεβάρη, τη δημιουργία σοβιέτ εργατών, αγροτών και στρατιωτών όπου την πλειοψηφία δεν την είχαν οι επαναστάτες αλλά υποστηρικτές της κυβέρνησης Κερένσκι. Ο κόσμος ζητούσε «Γη, Ψωμί και Ειρήνη», ενώ ο Κερένσκι συνέχισε το πόλεμο και έφτασε να βγάλει εκτός νόμου το κόμμα των μπολσεβίκων. Όταν τον Αύγουστο, ο στρατηγός Κορνίλοφ προχώρησε σε πραξικόπημα απειλώντας τις καταχτήσεις της επανάστασης, ο Κερένσκι ζήτησε στήριξη από τους Ναύτες του θωρηκτού «Αουρόρα» που βρίσκονταν στο πλευρό των μπολσεβίκων. Η στάση των επαναστατών ήταν να δώσουν τη μάχη κατά του Κορνίλοφ, να την κερδίσουν, αποδεικνύοντας ταυτόχρονα πόσο ανίκανος ήταν ο Κερένσκι να υπερασπίσει τη επανάσταση και τη συνέχεια της. Σε αυτή την κρίσιμη μάχη είναι που οι επαναστάτες κέρδισαν τη πλειοψηφία των εργατών στο σύνθημα «Όλη η εξουσία στα σοβιέτ».2 Δεν βιάστηκαν όμως να καταλάβουν οι ίδιοι την εξουσία. Ο Τρότσκι πρότεινε να καταστρωθούν σχέδια κατάληψης της εξουσίας με συμμετοχή των σοβιέτ και όχι αποκλειστικά από το κόμμα. Με αυτό τον τρόπο, εξηγούσε ο Τρότσκι, θα υπήρχε η πιο πλατειά στήριξη από τη πλειοψηφία των εργατών, διότι ένα σημαντικό τμήμα στα σοβιέτ θα ακολουθούσε την έφοδο στα Χειμερινά Ανάκτορα που έγινε τελικά τον Οκτώβρη από την στιγμή που θα ήταν απόφαση δικιά του και σε αυτή μάλιστα θα πειθαρχούσε και το πιο αργοπορημένο κομμάτι της τάξης. Αντίθετα, αν το κόμμα έπαιρνε και υλοποιούσε μονομερώς την απόφαση αυτή, κινδύνευε να απομονωθεί η ακόμη να έρθει ση ρήξη με τα υπόλοιπα κομμάτια, έστω και αν είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη τους στο κοινό αγώνα κατά του πραξικοπήματος Κορνίλοφ.3
Η άρνηση αυτής της τακτικής είχε αρνητικές συνέπειες με τραγικά αποτελέσματα στην Γερμανία. Το Μάρτη του 1921, το νεαρό ΓΚΚ χωρίς ιστορικούς δεσμούς με την μεγάλη μάζα της εργατικής τάξης απαντά σε προβοκάτσιες της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης με κάλεσμα μετατροπής μιας τοπικής απεργίας σε Γενική απεργία και εξέγερση. Ένοπλες ομάδες του ΓΚΚ καταλαμβάνουν εργοστάσια για να αποτρέψουν την πλειοψηφία των εργατών που διαφωνούσε να μπει σε αυτά με αποτέλεσμα αιματηρές συγκρούσεις. Το ΓΚΚ βγαίνει εκτός νόμου αλλά και με απώλεια 150 χιλιάδων μελών.
Ο Τρότσκι και η άνοδος του φασισμού
Όμως η πιο καταστροφική στροφή γίνεται το 1928 όταν το ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσης βρίσκει το Στάλιν στη Ρωσία να κηρύσσει την έναρξη της «Τρίτης περιόδου». Σύμφωνα με το Στάλιν, που είχε κάτω από τον απόλυτο έλεγχο την Γ’ Διεθνή, δεν χρειάζονταν κοινά μέτωπα των ΚΚ με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, αντίθετα έπρεπε να φύγουν από τα συνδικάτα και να φτιάξουν κόκκινα. Νούμερο ένα εχθρός, πιο επικίνδυνος και από τον φασισμό, θεωρήθηκε η σοσιαλδημοκρατία που την αποκαλούσαν «σοσιαλφασισμό.»4 Η σοσιαλδημοκρατία με τη πολιτική της άνοιξε το δρόμο στο Χίτλερ, όμως στην πράξη το ΚΚ δεν έκανε τίποτα για να κερδίσει τη βάση του SPD, του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Όταν το Μάρτη του 1930 παραιτήθηκε η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση Μύλλερ με την ανεργία να έχει πάρει σαρωτικές διαστάσεις, τα δάνεια των Τραπεζιτών να έχουν σταματήσει, οι εκλογές έφεραν στο προσκήνιο μια άνοδο του ΚΚ κατά 40%, αλλά επίσης μια άνοδο κατά 800% των Ναζί φέρνοντας τους στη δεύτερη θέση στη Βουλή. Ο ηγέτης του ΚΚ δήλωνε ότι στη Γερμανία υπάρχει ήδη φασισμός με την κυβέρνηση σοσιαλδημοκρατών. Ακόμη πιο τραγικά διακήρυσσαν «πρώτα ο Χίτλερ, μετά εμείς», εμφανίζοντας την άνοδο του Χίτλερ ως ένα εφήμερο επεισόδιο που νομοτελειακά οδηγούσε στην νίκη της επανάστασης! Το αποτέλεσμα ήταν ο αποπροσανατολισμός των μελών που έδιναν ηρωικές μάχες στους δρόμους κατά των φασιστών.
Η πολιτική αυτή απομόνωσε το ΚΚ από τα εκατομμύρια των εργατών που βρίσκονταν στη βάση του σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Έφτιαξε δικά του συνδικάτα στα οποία συσπειρώθηκαν γύρω στις 150 χιλιάδες, όταν 5 εκατομμύρια παρέμεναν μέλη στα συνδικάτα των σοσιαλδημοκρατών, οι οποίοι άλλωστε είχαν ένα εκατομμύριο μέλη. Έτσι όχι μόνο εγκατέλειψε το πιο δυνατό κομμάτι ως δηλητηριασμένο από το ρεφορμισμό, αλλά στράφηκε σε κομμάτι άνεργο που δεν είχε ρίζες στα εργοστάσια και τη συλλογικότητα στους χώρους δουλειάς. Αυτό το κομμάτι εγκατέλειψε το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και ένα μέρος του στράφηκε στο ΚΚ. Ήταν ένα κομμάτι που έδινε μάχες στις γειτονιές, τους δρόμους και τα καφενεία κατά των ναζί, όμως δεν μπόρεσε να επηρεάσει τα δυνατά εργατικά κομμάτια στα εργοστάσια και έτσι απομονώθηκε και ηττήθηκε. Ένα άλλο κομμάτι ανέργων, απογοητευμένο, στράφηκε μαζικά το 1932 προς τους Ναζί.
Το 1931 όταν οι Ναζί προκάλεσαν δημοψήφισμα για την ανατροπή της κυβέρνησης των σοσιαλδημοκρατών στη Πρωσία, το ΚΚ έφτασε να στηρίζει αυτή την καμπάνια προπαγανδίζοντας ότι θα την μετατρέψει σε «κόκκινο δημοψήφισμα». Οι εργάτες δεν ακολούθησαν αυτή την τακτική και εκατομμύρια απείχαν από τις εκλογές.
Ο Τρότσκι πίστευε ότι ακόμη και τότε μπορούσε να αποτραπεί η άνοδος του Χίτλερ αρκεί το ΚΚ να συγκροτούσε ενιαίο μέτωπο με τους σοσιαλδημοκράτες ενάντια στους φασίστες, εγκαταλείποντας τα τελεσίγραφα που έστελνε κάθε τόσο η ηγεσία του. Επέμενε ότι οι ψήφοι των φασιστών που στηρίζονταν κυρίως σε μικροαστούς δεν συγκρίνονταν με την δύναμη των οργανωμένων εργατών στα εργοστάσια. Τους χαραχτήριζε μάλιστα «ανθρώπινη σκόνη». Για τον Τρότσκι το ενιαίο μέτωπο θα έδινε τη δυνατότητα μιας νίκης απέναντι στους Ναζί και την ίδια ώρα θα κέρδιζε εκατομμύρια εργάτες από τη σοσιαλδημοκρατία που στα μάτια τους ήταν ανίκανη να πετύχει αυτό το στόχο. «Όχι κοινή πλατφόρμα με την Σοσιαλδημοκρατία, ούτε με τους ηγέτες των γερμανικών συνδικάτων, ούτε κοινά συνθήματα, ούτε κοινά πανό… Το μόνο που χρειάζεται να συμφωνήσετε είναι ποιόν, πότε και πως θα χτυπήσετε…». Όμως η προτεραιότητα της σύγκρουσης με τους σοσιαλδημοκράτες δεν άφησε τέτοια περιθώρια με καταστροφικά αποτελέσματα.
Τα λαϊκά μέτωπα
Η απαίτηση των εργατών για ενότητα στη δράση κατά του φασισμού μετά τις αρνητικές εμπειρίες στη Γερμανία ανάγκασε σε αρκετές περιπτώσεις τα κόμματα και τα συνδικάτα να βρεθούν στον κοινό αγώνα. Στη Γαλλία, η απόπειρα μιας φασιστικής διαδήλωσης να καταλάβει το κοινοβούλιο στις 6 Φλεβάρη 1934 σήμανε ένα συναγερμό. Η Γενική Απεργία στις 12 Φλεβάρη, καλεσμένη από τη CGT, όπου συμμετείχαν οι σοσιαλιστές και με τη συμμετοχή του ΚΚ, κινητοποιεί εκατομμύρια. Παρά τα καλέσματα για ξέχωρες διαδηλώσεις (όπως και στις μέρες μας), οι εργάτες ενώνονται στο δρόμο φωνάζοντας «ενότητα, ενότητα!»
Για δύο ολόκληρα χρόνια οι εργάτες πέρασαν στην αντεπίθεση τσακίζοντας την άνοδο των φασιστών και κερδίζοντας σημαντικές νίκες στα εργοστάσια. Έτσι άνοιξε ο δρόμος για την σαρωτική νίκη του Λαϊκού Μετώπου το 1936.5
Ξαφνικά, το 1934, εκεί που τα ΚΚ κατάγγελλαν ως σοσιαλφασίστες τους σοσιαλδημοκράτες, τώρα προωθούσαν τη συμμαχία μαζί τους, προσθέτοντας σε αυτή ακόμη και κομμάτια της φιλελεύθερης αστικής τάξης. Τι άλλαξε; Ο Στάλιν μπροστά στη απειλή επέκτασης του Χίτλερ προς Ανατολάς ανακαλύπτει στη Δύση συμμάχους στην Αγγλία και την Γαλλία. Στη Γαλλία αυτό σήμανε ότι το ΓΚΚ στήριξε τη συγκρότηση μιας εκλογικής συμμαχίας που εκτός από το ΣΚ θα περιλάμβανε και το Ριζοσπαστικό, ένα αστικό κόμμα, “προοδευτικό” και το κυριότερο, αντιγερμανικό τη δεδομένη στιγμή. Αυτό το “Λαϊκό Μέτωπο” κέρδισε τις εκλογές του Απρίλη 1936. Τα Λαϊκά Μέτωπα, σύμφωνα με τον Τρότσκι, δεν ήταν παρά «κυβερνήσεις ταξικής συνεργασίας» που στην προοπτική τους δεν υπήρχε η ανατροπή του καπιταλισμού αλλά η σταθεροποίηση του. Η εργατική τάξη υποδέχτηκε τη νίκη του Λαϊκού Μετώπου με ένα ισχυρό και μαζικό κίνημα καταλήψεων στα εργοστάσια ενάντια στις προκλήσεις των βιομηχάνων. Αυτό το κίνημα το εμπόδισε η συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Ο ηγέτης του ΚΚ Μορίζ Τορέζ έλεγε στους εξεγερμένους εργάτες και στα μέλη του ΚΚ ότι «είναι αναγκαίο να ξέρουμε πότε να σταματάμε μια απεργία!». Μέσα σε μια θυελλώδη τετραετία από άποψη αγώνων των εργατών, το ΚΚΓ κατέληξε πολιτικά να στηρίζει ένα «Γαλλικό Μέτωπο» υποκύπτοντας στον εθνικισμό. Αυτό δεν εμπόδισε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία του Λαϊκού Μετώπου να φτάσει στο σημείο να βγάλει εκτός νόμου το ΚΚΓ και ακόμη χειρότερα να παραδώσει την εξουσία σε μια ημιφασιστική κυβέρνηση Πεταίν-Λαβάλ.
Η πολιτική των συμβιβασμών και της ταξικής συνεργασίας, του Λαϊκού Μετώπου, οδήγησε στην ήττα και στην Ισπανία, όπου η επανάσταση ύψωσε το ανάστημα της απέναντι στον Φράνκο, αλλά αντιμετώπισε τα χτυπήματα στις καταχτήσεις της από την ίδια την κυβέρνηση. Οι μάχες που χάθηκαν κάτω από τις καταστροφικές επιλογές των σταλινικών ηγεσιών, ήταν και οι τελευταίες ευκαιρίες για να κλείσει ο δρόμος στην άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη. Χάθηκαν γιατί αντί για την στήριξη της δυναμικής της εργατικής τάξης, τα ΚΚ προτίμησαν να δώσουν σωσίβιο στο σύστημα στηρίζοντας «αριστερές κυβερνήσεις».
Στην Ελλάδα, ο Μάης του 36, με τον εργατικό ξεσηκωμό στη Θεσσαλονίκη, θυσιάστηκε στο βωμό της πολιτικής του ΚΚΕ που με το Σύμφωνο Σοφούλη-Σκλάβαινα προωθούσε μια κοινή κυβέρνηση με τους φιλελευθέρους. Έτσι το ΚΚΕ, πρωτοστάτησε στο να κλείσει η Γενική Απεργία αφήνοντας την πρωτοβουλία στην άρχουσα τάξη να ανασυντάξει τις δυνάμεις της και να επιβάλει τη δικτατορία του Μεταξά.
Ενιαίο η λαϊκό μέτωπο;
Τα σταλινικά κόμματα παρουσίαζαν το “Λαϊκό Μέτωπο” σαν μια προέκταση του “ενιαίου μετώπου” προς τα μεσαία στρώματα. Για παράδειγμα το Γαλλικό ΚΚ υποστήριζε ότι η συμμετοχή του Ριζοσπαστικού Κόμματος στη συμμαχία έχει στόχο να αγκαλιάσει τα μεσαία στρώματα, τις classes moyenes και να τα θωρακίσει από τον φασιστικό πειρασμό. Το ίδιο έλεγε και το ΚΚΕ στις απέλπιδες προσπάθειές του να προσεταιρισθεί τους Φιλελεύθερους στην Ελλάδα. Όπως συνήθως, ήταν μια εκ των υστέρων θεωρητικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής του Στάλιν για να πεισθεί η βάση των κομμάτων που δεν μπορούσε να χωνέψει εύκολα πώς από τον “ταξικό πόλεμο” των αρχών της δεκαετίας του '30, οι ηγεσίες τους κήρυτταν την εθνική ενότητα στα μέσα της δεκαετίας.
Τόσο ο Τρότσκι όσο και ο Παντελής Πουλιόπουλος στην Ελλάδα τόνιζαν τις διαφορές του ενιαίου με το Λαϊκό Μέτωπο. Το πρώτο, ήταν μια συμφωνία των εργατικών κομμάτων για κοινή δράση και αντίσταση στις επιθέσεις των καπιταλιστών, το δεύτερο μια ταξική συνεργασία εργατικών και αστικών κομμάτων για την κατάχτηση της κυβερνητικής εξουσίας μέσω εκλογών στο έδαφος πάντα του καπιταλισμού. Ο Τρότσκι αναφέρει: «Το Λαϊκό Μέτωπο αντιπροσωπεύει μια συμμαχία του προλεταριάτου με την ιμπεριαλιστική αστική τάξη με τη μορφή του Ριζοσπαστικού Κόμματος και των άλλων μικρότερων κομμάτων αυτού του είδους.Η συμμαχία επεκτείνεται τόσο στο κοινοβουλευτικό όσο και στο εξωκοινοβουλευτικό επίπεδο. Και στις δύο σφαίρες το Ριζοσπαστικό Κόμμα κρατάει για τον εαυτό του την πλήρη ελευθερία δράσης και άγρια επιβάλλει περιορισμούς στην ελευθερία δράσης του προλεταριάτου».6
Ο Πουλιόπουλος ξεκινάει από την διαπίστωση ότι τα ΚΚ έχουν εγκαταλείψει τον κεντρικό ρόλο της εργατικής τάξης και της ταξικής πάλης για την κοινωνική αλλαγή αντικαθιστώντας τα με την πολιτική του Λαϊκού Μετώπου. «Τα συνθήματα του Λαϊκού Μετώπου είναι καινούργια στη μορφή, αλλά πολύ παλιά στην ουσία τους. Αντιπροσωπεύουν απλά και μόνο την κλασική πολιτική και τις μέθοδες της συνεργασίας των τάξεων και μάλιστα στην πιο γνήσια και ολοκάθαρη μορφή της την κυβέρνηση συνασπισμού αστικών και εργατικών κομμάτων. Το Λαϊκό Μέτωπο, όπως και κάθε άλλη μορφή ταξικής συνεργασίας, είναι απάρνηση της ανεξάρτητης ταξικής πάλης των εργατών. Με το Λαϊκό Μέτωπο η εργατική τάξη εγκαταλείπει το δικό της πρόγραμμα, δηλαδή το πρόγραμμα της κατάληψης της εξουσίας και το πρόγραμμα του σοσιαλισμού, και δέχεται το πρόγραμμα της «δημοκρατικής» μπουρζουαζίας, δηλαδή το πρόγραμμα της υπεράσπισης τον καθεστώτος».7
Σήμερα η νίκη της εργατικής αντίστασης και οι πολιτικοί αγώνες ενάντια στο ρατσισμό, την φασιστική απειλή και την επίθεση στις δημοκρατικές ελευθερίες μπορεί να ανοίξει το δρόμο για την εναλλακτική λύση, για την ανατροπή από τα κάτω. Αυτό σημαίνει πολιτική ανεξαρτησία των επαναστατών και των αντικαπιταλιστών από τους εκλογικούς συνασπισμούς των ρεφορμιστικών κομμάτων που υποτάσσουν την ανάπτυξη των αγώνων στις κοινοβουλευτικές προτεραιότητες. Το Μπλόκο της Αριστεράς στην Πορτογαλία έπεσε θύμα αυτής της τακτικής. Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ την ώρα της κατάρρευσης της κυβέρνησης Παπανδρέου εμφανίστηκαν υπεύθυνα κοινοβουλευτικά κόμματα που ζήταγαν εκλογές εδώ και τώρα αντί να ρίξουν το βάρος τους στη στήριξη των αγώνων, την κλιμάκωση των απεργιών σε διαρκείας, τη πολιτική στήριξη του κόσμου που πλημμυρίζει τις πλατείες, το άνοιγμα της σύγκρουσης με τα φασιστικά και ρατσιστικά πογκρόμ.
Πιο τολμηρά χρειάζεται να δούμε τις ανταρσίες στη ΠΑΣΚΕ σαν μια ευκαιρία για να δυναμώσει ένα δίκτυο εργαζόμενων και συνδικαλιστών της βάσης που θα εμποδίζει τα ξεπουλήματα των γραφειοκρατών και θα δώσει τη δυνατότητα να νικάνε οι αγώνες. Αντίστοιχα στα πολιτικά μέτωπα μια τέτοια προσπάθεια κάνει η Κίνηση Ενωμένοι Ενάντια στο Ρατσισμό και τη Φασιστική απειλή με τις πρωτοβουλίες της όπου βάζει μπροστά τη μάχη για να διώξουμε τους νεοναζί από τους δρόμους και να ενώσουμε την εργατική τάξη εμποδίζοντας την κυβέρνηση να παίζει το χαρτί του ρατσισμού για να αποπροσανατολίσει τη οργή από τα μέτρα.
Οι επαναστάτες με το ενιαίο μέτωπο μπορούν να βοηθήσουν χιλιάδες αγωνιστές να οργανώνουν νικηφόρους αγώνες και να τραβάνε όλη την εργατική τάξη στο δρόμο της ανατροπής.
1. Ν. Χάλλας, Κομιντέρν. Η Τρίτη Διεθνής, Εκδόσεις Εργατική Δημοκρατία, σελ.75.
2. Τ. Κλιφ, Λένιν, 1914-1917: Όλη η εξουσία στα σοβιέτ, Εργατική Δημοκρατία.
3. J. Choonara, “The united front”, ISJ 117.
4. Μ. Στύλλου, “Ο Τρότσκι το ’30. Οι επαναστάτες και η κρίση της σοσιαλδημοκρατίας”, Σοσιαλισμός από τα κάτω, Μάης-Ιούλης 1999.
5. Τ. Κλιφ, Τρότσκι, 4ος τόμος, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο. Δες επίσης τα βιβλία Ισπανία 1936 και Γαλλία - Ιούνης ’36 από τις ίδιες εκδόσεις.
6. Λ. Τρότσκι, Που βαδίζει η Γαλλία, εκδόσεις Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη.
7. Παντελής Πουλιόπουλος, “Τα λαϊκά μέτωπα και η προλεταριακή πολιτική”, http://www.marxists.org/ellinika/archive/pouliop/works/1937/06/popfront.htm.