Βιβλιοκριτική
Τάσος Τρίκκας. ΕΔΑ 1951-1967: Το νέο πρόσωπο της αριστεράς

Εξώφυλλο του τευχους 87

Ρεφορμιστική στρατηγική

Φέτος συμπληρώνονται 60 χρόνια από την ίδρυση της ΕΔΑ. Η πορεία της αριστεράς μετά τον εμφύλιο εξακολουθεί να αποτελεί ζήτημα συζήτησης, η οποία ανατροφοδοτήθηκε πρόσφατα από μελέτες όπως το δίτομο έργο του Τάσου Τρίκκα, παλαίμαχου στελέχους της ΕΔΑ και των Λαμπράκηδων.

Μετά τη βαριά ήττα του εμφυλίου, το κίνημα άρχισε να ανασυγκροτείται. Η δημιουργία της ΕΔΑ τον Αύγουστο του 1951 ήταν ένα βήμα μπροστά και ο κόσμος τη χρησιμοποίησε ως πολιτική του έκφραση για να παλέψει ενάντια στις κυβερνήσεις του Κέντρου και, από το 1952, της Δεξιάς. Λίγο μετά ιδρύθηκε η νεολαία της, η ΕΔΝΕ, που εξέδιδε την εφημερίδα «Φρουροί της Ειρήνης» την οποία τα μέλη της προσπαθούσαν να τη διαδώσουν χέρι-χέρι παρά την κρατική τρομοκρατία. Όπως γράφει ο Τρίκκας, «αυτό το ιδιόμορφο κίνημα της νεολαίας, που δρομολογήθηκε από τα πάνω αλλά ανάβλυσε με δυναμισμό από τα κάτω, ξεπέρασε τα προκαθορισμένα όρια» (σελ. 147). Φτιάχτηκε από το κίνημα και του έδωσε ένα εργαλείο για να δράσει και να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του.

Για τον Τρίκκα, μεγάλη τομή στην πορεία της αριστεράς στην Ελλάδα αποτέλεσε η 6η Ολομέλεια του ΚΚΕ που ακολούθησε τη γραμμή της «αποσταλινοποίησης» την οποία είχε χαράξει το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ. Ο συγγραφέας εκτιμά πως αυτή η αλλαγή ήταν μια θετική εξέλιξη, που άνοιξε το δρόμο στην «αποδογματοποίηση» της αριστεράς και στο άνοιγμα της πολιτικής συμμαχιών της (σελ. 379). Αυτή βρήκε την αντανάκλαση της στην Α΄ Συνδιάσκεψη της ΕΔΑ την ίδια χρονιά με τη στρατηγική της «Εθνικής Δημοκρατικής Αλλαγής», σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα ήταν χώρα εξαρτημένη από τον ιμπεριαλισμό, και άρα συμφέρον για την αποδέσμευσή της από αυτόν είχαν από τους εργάτες και τους αγρότες ως τους πατριώτες βιομηχάνους. Στην πραγματικότητα, όμως, η «αποδογματοποίηση» σήμαινε δεξιά στροφή και υιοθέτηση μιας λανθασμένης εκτίμησης για την ήττα του Εμφυλίου: ευθυνόταν η «τυχοδιωκτική γραμμή», όχι οι διαρκείς συμβιβασμοί που έδωσαν τη δυνατότητα στην κυρίαρχη τάξη να πνίξει στο αίμα το μεγαλύτερο κίνημα Αντίστασης στην Ευρώπη. Όσο για την «ανοιχτή πολιτική συμμαχιών», αυτή υλοποιήθηκε στις εκλογές του 1956 όταν η ΕΔΑ συμμετείχε σ’ ένα αντικαραμανλικό μέτωπο μαζί με το Κέντρο και δυνάμεις της δεξιάς.

Σημείο καμπής υπήρξε το αποτέλεσμα των εκλογών του 1958, στις οποίες η ΕΔΑ αναδείχθηκε σε αξιωματική αντιπολίτευση με 24,43%. Η εργατική τάξη και η νεολαία είχαν ανακτήσει την αυτοπεποίθησή τους και διεκδικούσαν δημοκρατικά δικαιώματα, αυξήσεις, 15% για την παιδεία. Το Δεκέμβρη του ’60, η απεργία των οικοδόμων και οι συγκρούσεις τους με την αστυνομία, έδειξαν αυτή τη δυναμική. Η ΕΡΕ απάντησε το 1961 με τις εκλογές «βίας και νοθείας». Ακολούθησε ο «ανένδοτος αγώνας», η κλιμάκωση των απεργιών και η συγκρότηση της «κίνησης των 115» σωματείων. Ωστόσο, η ηγεσία της ΕΔΑ ήταν σταθερά προσανατολισμένη στη διατήρηση της ομαλότητας και θεωρούσε το κίνημα μοχλό για την εκλογική της άνοδο και όχι πρωταγωνιστή των εξελίξεων. Ο Τρίκκας επισημαίνει ότι όντως «στο πλαίσιο της οπτικής της ΕΔΑ, στην πολιτική βαθμίδα δεν εμφανίζεται το αποτύπωμα του κοινωνικού ζητήματος» (σελ. 722), αλλά και ο ίδιος αφιερώνει ελάχιστο χώρο στις πρωτοβουλίες του κόσμου που άνοιγαν τους δρόμους της αντίστασης μετά από τη συντριπτική ήττα του εμφυλίου.

Το Φλεβάρη του 1964 η Ένωση Κέντρου κέρδισε τις εκλογές με 52,72%, ενώ η ΕΔΑ περιορίστηκε στο 11,8%. Στο βιβλίο του Τρίκκα παρουσιάζονται πολλές λεπτομέρειες για τις συγκρούσεις και τη γκρίνια στο εσωτερικό της ηγεσίας της ΕΔΑ μετά τα αποτελέσματα, αλλά η κριτική του προσανατολίζεται στη λάθος κατεύθυνση, ότι η ΕΔΑ διεκδικούσε διαρκώς τον πρωταγωνιστικό ρόλο και δεν καταλάβαινε πλήρως τη σημασία μιας κυβερνητικής αλλαγής. Όμως το Κέντρο κατάφερε να ξεπεράσει τη μακροχρόνια κρίση του, ακριβώς επειδή η ΕΔΑ του παρέδωσε αμαχητί την ηγεσία του κινήματος, διότι δεν έβλεπε πέρα από τα όρια της κυβερνητικής αλλαγής.

Ο πρώιμος «ελληνικός Μάης» ήρθε με τα Ιουλιανά του 1965, όταν σε σαράντα μέρες έγιναν τετρακόσιες λαϊκές συγκεντρώσεις σε ανοιχτό χώρο. Ανάμεσα σ’ αυτές η κηδεία του δολοφονημένου από την αστυνομία Σωτήρη Πέτρουλα με τη συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων και η γενική πολιτική απεργία στις 27 Ιουλίου. Ωστόσο, αυτά τα γεγονότα καταλαμβάνουν ελάχιστη έκταση στο βιβλίο, όση περίπου και το κεφάλαιο για τη στροφή της ΕΣΣΔ στο Κυπριακό, και αναλύονται με γνώμονα την άποψη ότι καλώς η ΕΔΑ επιδίωξε ένα συμβιβασμό όλων των κομμάτων για την εκτόνωση της κρίσης (σελ. 1237). Ωστόσο, το μόνο που κατάφερε η ΕΔΑ ήταν να απογοητεύσει τους εργάτες και τη νεολαία που αμφισβητούσαν το Παλάτι και το μετεμφυλιακό κράτος.

Σε όλο το βιβλίο ο Τρίκκας επιμένει πως το πρόβλημα της μετεμφυλιακής αριστεράς ήταν ο «δυισμός», δηλαδή η συνύπαρξη ΕΔΑ και ΚΚΕ και η προσπάθεια του δεύτερου να την καπελώσει, ενώ η ΕΔΑ ήταν η ενωτική έκφραση της αριστεράς πέρα από «ξεπερασμένα τριτοδιεθνιστικά μοντέλα», παρότι μάλιστα αποδέχεται ότι η πολιτική της ΕΔΑ έλκει την καταγωγή της από την πολιτική των Λαϊκών Μετώπων της σταλινοποιημένης Κομιντέρν (σελ. 1372). Αυτή η στροφή όμως την οποία τόσο πολύ υπερθεματίζει ήταν ακριβώς η αιτία που το κίνημα δεν έφτασε στη νίκη. Η ήττα των Ιουλιανών που άνοιξε το δρόμο για την επιβολή της χούντας εντάσσεται στην αλυσίδα ηττών που κόστισε στο κίνημα η επικράτηση του σταλινισμού και άνοιξε με την εξέγερση του Μάη του ’36. Η τραγωδία της ΕΔΑ ήταν ότι ενώ στις γραμμές της συσπειρώνονταν οι πιο πρωτοπόροι αγωνιστές, οι οικοδόμοι που κέρδισαν το 7ωρο με τον τσαμπουκά, οι Λαμπράκηδες, οι διαδηλωτές των Ιουλιανών, η ηγεσία της επέμενε πεισματικά στον «ειρηνικό δρόμο», φοβόταν τη δυναμική των αγώνων και επικεντρωνόταν στις κοινοβουλευτικές μανούβρες. Ενώ το βιβλίο προσφέρει πλήθος στοιχείων και τεκμηρίων, ιδιαίτερα για το τι συνέβαινε στις κορυφές της ΕΔΑ, η αποδοχή από το συγγραφέα της ρεφορμιστικής στρατηγικής της δεν βοηθά στην εξαγωγή των αναγκαίων συμπερασμάτων για την αριστερά του 21ου αιώνα.

Τιμή 63,90€, 2 τόμοι Εκδόσεις Θεμέλιο, 2009