Βιβλιοκριτική
Κατερίνα Θωίδου, Γιώργος Πίττας: Φάκελος Χρυσή Αυγή. Τα εγκλήματα των νεοναζί και πώς να τους σταματήσουμε

Εξώφυλλο του τευχους 102

Αντιφασιστικό εγχειρίδιο

Την πιο κατάλληλη στιγμή κυκλοφόρησε το βιβλίο «Φάκελος Χρυσή Αυγή: τα εγκλήματα των νεοναζί και πώς να τους σταματήσουμε». Οι δημοσιογράφοι της εφημερίδας Εργατική Αλληλεγγγύη, Κατερίνα Θωίδου και Γιώργος Πίττας μέσα σε 120 σελίδες εξηγούν πως ενισχύθηκε η ναζιστική οργάνωση, πως το αντιφασιστικό κίνημα την έχει αντιμετωπίσει και τι χρειάζεται να γίνει για να την στείλουμε στους υπονόμους της ιστορίας όπου ανήκει.

Το βιβλίο, το οποίο αποτελεί μια συνεργασία του Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου με την Κίνηση Ενωμένοι Ενάντια στο Ρατσισμό και τη Φασιστική Απειλή (ΚΕΕΡΦΑ), χωρίζεται ουσιαστικά σε τρία τμήματα.

Το πρώτο κομμάτι θυμίζει τις ρίζες της Χρυσής Αυγής, μια «εγκληματική φασιστική οργάνωση από την κούνια της». Ο φυλακισμένος πλέον αρχηγός της, Μιχαλολιάκος ήταν μέλος της φασιστικής οργάνωσης «4η Αυγούστου» στην περίοδο της Χούντας, ενώ μετά τη μεταπολίτευση πέρασε έντεκα μήνες στον Κορυδαλλό λόγω της καταδίκης του για τοποθέτηση βομβών σε σινεμά που έπαιζαν ρώσικες ταινίες. Εκεί γνώρισε τον δικτάτορα Παπαδόπουλο, μια γνωριμία που θα του εξασφάλιζε τον διορισμό του ως αρχηγό της χουντικής ΕΠΕΝ το 1984. Από το 1980 ο Μιχαλολιάκος είχε ξεκινήσει προσπάθειες να εκδίδει την «εθνικοσοσιαλιστική περιοδική έκδοση» Χρυσή Αυγή, με συνεργάτη ανάμεσα σε άλλους τον επίσης φυλακισμένο τώρα, Παππά.

Το 1985 παραιτείται από την ΕΠΕΝ και το 1987 αρχίζει να χτίζει τον «Λαϊκό Σύνδεσμο-Χρυσή Αυγή». Οι νεοναζί προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τις συγκυρίες σε όλη την δεκαετία του ’90 για να ξεμυτίσουν. Η πρώτη τους ευκαιρία ήρθε με τον εθνικιστικό παροξυσμό της κυβέρνησης Μητσοτάκη για την Μακεδονία. Οι νεοναζί φοράνε την προβιά του «πατριώτη» και αρχίζουν τις επιθέσεις σε όποιον αντιστέκεται στην εθνικιστική υστερία, με κλασικό στόχο τα μέλη της ΟΣΕ. Η γειτονιά της Κυψέλης είναι το μέρος που επιχειρούν να στήσουν ναζιστικό πυρήνα, ενώ μετά τις επιθέσεις σε αριστερούς έρχονται οι επιθέσεις σε μετανάστες και πρόσφυγες.

Η δολοφονία δυο μεταναστών και ο σοβαρός τραυματισμός άλλων 7 από τον φασίστα Καζάκο το 1999 δεν συνδέεται με τη Χρυσή Αυγή παρόλο που ο δολοφόνος είχε φωτογραφηθεί να κρατά πανό της σε φασιστοσύναξη. Το καλοκαίρι του ’98 είχε προηγηθεί η δολοφονική απόπειρα κατά του Δημήτρη Κουσουρή έξω από τα Δικαστήρια για την οποία ο τότε υπαρχηγός της Χρυσής Αυγής, «Περίανδρος» έμεινε στη φυλακή μόνο 6 χρόνια.

Αυτό το κομμάτι του βιβλίου περιέχει ένα κεφάλαιο με τον τίτλο «Εγκλήματα με ονοματεπώνυμο» όπου υπάρχουν στοιχεία για τις δολοφονίες των Τζαβέντ Μπασίρ, Αλίμ Αμντούλ Μανάν, Αλί Ροχαμί και του Μαροκινού πρόσφυγα που δολοφονήθηκε στην οδό Αναξαγόρα λίγες μέρες μετά την έναρξη της ρατσιστικής επιχείρησης της ΕΛΑΣ «Ξένιος Δίας». Είναι υποθέσεις παρόμοιες με εκείνες των Σαχζάτ Λουκμάν και Παύλου Φύσσα. Οι νεοναζί θα έπρεπε να δικαστούν και για αυτές.

Η εξήγηση για το λόγο που δεν έχει γίνει έρχεται από το κομμάτι του βιβλίου που αποκαλύπτει τις υψηλά ιστάμενες πλάτες που είχαν και έχουν οι νεοναζί. Πλούσια είναι τα στοιχεία για την δράση των αστυνομικών των ΑΤ Αγίου Παντελεήμονα και Νίκαιας, για τον Δένδια που ανοίγει το δρόμο στους νεοναζί, για τους προκατόχους του που συνομιλούσαν με τους Χρυσαυγίτες του Αγίου Παντελεήμονα, για τις σχέσεις τους με υψηλόβαθμα στελέχη της ΕΥΠ, ενώ στις σελίδες 17-31 υπάρχει χρονολόγιο της εγκληματικής δράσης των νεοναζί.

Μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα κάποια από τα παραπάνω έγιναν γνωστά, αλλά όπως υποστήρίζει το δεύτερο τμήμα του βιβλίου τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχε γίνει αν το αντιφασιστικό κίνημα δεν ήταν «δύναμη αποκάλυψης».

Η Κ. Θωίδου και ο Γ. Πίττας θυμίζουν πώς απομονώθηκε η Χρυσή Αυγή όλα τα προηγούμενα χρόνια πριν να μπει στη Βουλή, ενώ στέκονται στο ρόλο της ΚΕΕΡΦΑ από το 2009 που δεν υποτίμησε τη φασιστική απειλή, όπως άλλα κομμάτια του κινήματος. Περιγράφουν τη δράση που αναπτύχθηκε για να αντιμετωπιστεί η προσπάθεια που έκανε η Χρυσή Αυγή πατώντας πάνω στις ρατσιστικές πολιτικές των κυβερνήσεων, την απελπισία που έφεραν τα Μνημόνια σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, στην διάλυση των κομμάτων των Μνημονίων(κυρίως του ΠΑΣΟΚ).

Η Ρόζα Λούξεμπουργκ έλεγε ότι «η πιο επαναστατική πράξη που μπορεί να κάνει κανείς είναι να φωνάξει δυνατά αυτό που συμβαίνει». Το αντιφασιστικό κίνημα απλώθηκε σαν ασπίδα προστασίας στους μετανάστες. Ήταν εκεί κάθε φορά που οι νεοναζί επιχείρησαν να βγουν στο δρόμο με τις πλάτες της ΕΛ.ΑΣ για να επιβάλλουν τη φασιστική τρομομοκρατία. Δύο από τους μεγαλύτερους σταθμούς σε αυτό τον αγώνα ήταν η Μανωλάδα και η 19 Γενάρη.

Οι εμπειρίες και οι αγώνες ενάντια στους νεοναζί τα προηγούμενα χρόνια έφεραν την έκρηξη μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα που έκανε το αντιφασιστικό κίνημα από δύναμη αποκάλυψης, δύναμη κάθαρσης.

Η κυβέρνηση Σαμαρά ειδικά μετά την αντιφασιστική απεργία στις 25 Σεπτέμβρη του 2012 δεν μπορούσε να κάνει τίποτα άλλο από να πάρει αποστάσεις από τους Χρυσαυγίτες και να φυλακίσει τον Μιχαλολιάκο και δύο υπαρχηγούς του. Το τελευταίο τμήμα του βιβλίου τονίζει ότι τίποτα δεν έγινε τυχαία ή αυτόματα, αλλά χρειάζεται συνέχεια.

Να καταδικαστούν οι νεοναζί για τις δολοφονίες και όλα τα υπόλοιπα εγκλήματα που έχουν κάνει, να αθωωθούν οι αντιφασίστες που οδηγούνται στα δικαστήρια μέσα από χρυσαυγίτικες μηνύσεις, να πετύχει η παγκόσμια αντιφασιστική ημέρα δράσης στις 22 Μάρτη 2013. Όπως κλείνει το βιβλίο, χρειάζεται «Να αποκαλύπτουμε τον αντιδραστικό ρόλο των νεοναζί και τι εξυπηρετεί. Κινητοποιώντας το μαζικό κίνημα, τις γειτονιές, τα συνδικάτα, να εμποδίσουμε τα τάγματα εφόδου να ελέγξουν τους δρόμους. Να δώσουμε τη μάχη ανοιχτά ενάντια στο ρατσισμό που καλλιεργεί συστηματικά η άρχουσα τάξη και θρέφει τους φασίστες. Να ανατρέψουμε Μνημόνια και κυβερνήσεις που ενώ γεννάνε λιτότητα και ρατσισμό μετά μιλάνε για “συνταγματικά τόξα”. Να οργανώσουμε τη δική μας αντικαπιταλιστική διέξοδο από την κρίση».

Τιμή 5€, 119 σελίδες

Εκδόσεις Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2013