Εξώφυλλο του τευχους 85
Οπως κάθε επανάσταση στην ιστορία της ανθρωπότητας που άλλαξε την κοινωνία, οι επαναστάσεις στην Αίγυπτο, στην Τυνησία, στη Λιβύη δεν θα μπορούσαν να είχαν φέρει τέτοιες κοσμοϊστορικές αλλαγές αν οι γυναίκες, το πιο καταπιεσμένο κομμάτι της κοινωνίας σε Ανατολή και Δύση, δεν είχαν βγει στην πρώτη γραμμή.
Παρά την λογοκρισία και την προπαγάνδα κανείς δεν μπόρεσε να κρύψει την παρουσία των γυναικών. Οι εικόνες που πλημμύρισαν τα κανάλια και τις εφημερίδες ήταν γεμάτες από γυναίκες, νεαρά κορίτσια, ηλικιωμένες, ολόκληρες οικογένειες που βρισκόταν από τις πρώτες μέρες και νύχτες στην πλατεία Ταχρίρ της Αιγύπτου, που πανηγυρίζοντας και τραγουδώντας ζητούσαν την άμεση παραίτηση του Μουμπάρακ. Οι γυναίκες όλων των ηλικιών ξενυχτούσαν στην πλατεία δίπλα στους άνδρες, συμμετείχαν στις συζητήσεις, κρατούσαν οδοφράγματα, πάλευαν με την αστυνομία.
Οι εκατοντάδες εικόνες των γυναικών της Αιγύπτου που πρωτοστατούν στην επανάσταση που έδιωξε τον Μουμπάρακ καταρρίπτουν την στερεότυπη εικόνα για τη γυναίκα στον αραβικό κόσμο, που θέλει να την παρουσιάζει υποταγμένη, κρυμμένη πίσω από τη μαντίλα της, παθητικό υποχείριο του Ισλάμ. Οι γυναίκες της Αιγύπτου απέδειξαν για άλλη μία φορά ότι δεν είναι μόνο τα θύματα της δικτατορίας του Μουμπάρακ και της κρίσης αλλά και υποκείμενα αλλαγής της κοινωνίας.
Αυτή η εικόνα δεν έπεσε από τον ουρανό. Είναι αποτέλεσμα μίας μακράς περιόδου ανυπακοής που ξέσπασε είτε με αφορμή τον πόλεμο στο Ιράκ είτε με αφορμή τη μάχη για αυξήσεις και για τη δημιουργία ελεύθερου συνδικαλισμού κόντρα στα ελεγχόμενα από το Μουμπάρακ συνδικάτα.
Οι γυναίκες αποτελούν το 20% του εργατικού δυναμικού της Αιγύπτου. Απασχολούνται κυρίως στη γεωργία, στην εκπαίδευση, στο δημόσιο τομέα. Το 5% των εργαζόμενων γυναικών απασχολούνται στη βιομηχανία. Οι μισθοί τους είναι αισθητά πιο χαμηλοί, ιδιαίτερα στην υφαντουργία που απασχολεί μεγάλο αριθμό γυναικών. Περισσότερες γυναίκες συγκεντρώνονται στις πιο κακοπληρωμένες και ανειδίκευτες θέσεις εργασίας. Οι εργαζόμενες στην υφαντουργία Μανσούρα Εσπάνα έπαιρναν λιγότερο από 11 λίρες το μήνα. Αυτό ήταν το τίμημα που πλήρωσε η εργατική τάξη της Αιγύπτου για το «οικονομικό θαύμα» που έφτασε την κερδοφορία των καπιταλιστών στο 180%, την ίδια στιγμή που βύθισε την πλειοψηφία των κατοίκων της χώρας στη φτώχεια, με μεγαλύτερα θύματα τις γυναίκες.
Γυναίκες και απεργιακό κίνημα
Ο Μουμπάρακ είχε βρεθεί αντιμέτωπος με ένα εκρηκτικό απεργιακό κίνημα τα τελευταία χρόνια, όπου η συμμετοχή των γυναικών ήταν εντυπωσιακά μεγάλη. Το Δεκέμβρη του 2006 έγινε μία μεγάλη απεργία στο κρατικό εργοστάσιο υφαντουργίας, το μεγαλύτερο εργοστάσιο της Αιγύπτου που βρίσκεται στη Μαχάλλα αλ-Κούμπρα, μια κωμόπολη στο Δέλτα του Νείλου. Ο πρωθυπουργός Αχμάντ Ναζίφ, οπαδός των ιδιωτικοποιήσεων, είχε υποσχεθεί την καταβολή ενός μπόνους που ισοδυναμούσε με μισθό δύο μηνών. Μόλις οι εργαζόμενοι αντιλήφθηκαν στο τέλος της χρονιάς ότι δεν τους είχε καταβληθεί έκαναν απεργία. Περίπου 3.000 γυναίκες όρμησαν στο κεντρικό νηματοστάσιο και απαίτησαν από τους άντρες συναδέλφους τους να σταματήσουν τη δουλειά. “Που είναι οι άντρες; Οι γυναίκες είμαστε εδώ”, φώναζαν με συνθήματα. Στη συνέχεια, 10.000 εργάτες συγκεντρώθηκαν στην αυλή του κτιρίου. Η απεργία έκλεισε με μια μεγάλη νίκη που ανάγκασε την εταιρεία να υποσχεθεί μια ολόκληρη σειρά από μεταρρυθμίσεις. Τον Σεπτέμβρη, όταν η εργοδοσία προσπάθησε να αθετήσει τις υποσχέσεις της αυτές, οι εργάτριες και οι εργάτες κατέλαβαν το εργοστάσιο – μια κατάληψη που κράτησε μια ολόκληρη βδομάδα. Όπως είπε ένας εργάτης στους δημοσιογράφους σοσιαλιστικής εφημερίδας της Αιγύπτου στη διάρκεια της δεύτερης απεργίας “Η κάθε γυναίκα του εργοστασίου μας είναι πιο γενναία από μία εκατοντάδα άντρες”.
Το απεργιακό κύμα έχει καταφέρει να συμπαρασύρει ακόμα και τους πιο μικρούς και αδύναμους εργατικούς χώρους. Για παράδειγμα μία απεργία που ξέσπασε σε μία μικρή βιομηχανία τσιγάρων, είχε στην ηγεσία της μία γυναίκα συνδικαλίστρια που φορούσε μαντίλα, την Χάγκα Αΐσα. Οι εργάτες σε αυτό το εργοστάσιο αντιμετώπιζαν εξοντωτικές συνθήκες εργασίας. 30-40 νέες γυναίκες πακετάριζαν τσιγάρα για 12 ώρες τη μέρα, 7 ημέρες την εβδομάδα και έπαιρναν 4 Αιγυπτιακές λίρες τη μέρα. Η επιρροή της μεγάλης απεργίας στο Μαχάλλα αλ-Κούμπρα οδήγησε τους εργάτες να ξεκινήσουν απεργία, προχώρησαν σε κατάληψη, μπήκαν σε λεωφορεία και πήγαν στο Κάιρο όπου έκαναν διαδήλωση στο Υπουργείο Εργασίας και στην Γενική Συνομοσπονδία συνδικάτων της Αιγύπτου στο Κάιρο. Οι γυναίκες έφεραν μαζί τους ψωμί και φρούτα από το σπίτι τους για να βοηθήσουν τους συναδέλφους τους να αντέξουν. Η Αΐσα είχε κερδίσει σε τέτοιο βαθμό την εμπιστοσύνη των συναδέλφων της που συμμετείχε στην εργατική αντιπροσωπεία η οποία συνάντησε τους κυβερνητικούς εκπροσώπους. Ήταν μία εντυπωσιακή εξέλιξη για το συνδικαλιστικό κίνημα της Αιγύπτου. Όπως δήλωσε η ίδια, “δεν κάνει καμία διαφορά το γεγονός ότι είμαι γυναίκα. Αυτό είναι δευτερεύον. Το βασικό είναι ότι όλοι, άντρες και γυναίκες αντιμετωπίζουμε τις ίδιες συνθήκες εργασίας”. Ο υπουργός Εργασίας αναγκάστηκε να δεχτεί τα αιτήματα της αντιπροσωπείας και η απεργία κατάφερε να νικήσει.
Χαρακτηριστικό επίσης παράδειγμα είναι και η απεργία που ξέσπασε τον Απρίλη του 2007 στη κλωστοϋφαντουργία που βρίσκεται στην πόλη Τάλκχα. Η απεργία πυροδοτήθηκε από τις φήμες ότι τα αφεντικά ετοιμάζονται να το κλείσουν. Αντιμέτωπες με τον κίνδυνο του λοκ-άουτ οι εργάτριες που ήταν τα τρία τέταρτα των εργαζόμενων αποφάσισαν να καταλάβουν το κτίριο. Εγκαταστάθηκαν σε έναν όροφο, έστρωσαν στρώματα στο πάτωμα για να κοιμούνται τα βράδια ανάμεσα στα μηχανήματα και παρέμειναν στο εργοστάσιο αγνοώντας τη βρώμικη εκστρατεία των εφημερίδων του Μουμπάρακ που τις κατηγορούσε για “πορνεία” (αφού κοιμόντουσαν στο πάτωμα του εργοστασίου στον ίδιο χώρο άνδρες και γυναίκες). Τον Απρίλιο πέντε ακτιβίστριες και ένας ακτιβιστής απολύθηκαν και η αστυνομία τους απήγγειλε την κατηγορία της υποκίνησης απεργίας. Παρά τις πιέσεις της αστυνομίας και της εργοδοσίας, οι εργάτες κράτησαν την κατάληψη για δύο μήνες και έκλεισε μόνο όταν η εργοδοσία υπέγραψε συμφωνία με την οποία δεσμευόταν ότι δεν πρόκειται να κλείσει το εργοστάσιο, ενώ εργοδοσία και κυβέρνηση αποδέχτηκαν κάποια από τα αιτήματα όπως την πληρωμή κάποιων επιδομάτων και την πληρωμή των μεροκάματων που χάθηκαν στη διάρκεια της απεργίας.
Η κατάληψη στο Μανσούρα Εσπάνα έδειξε πώς η συλλογική δύναμη των εργατών μπορεί να παραμερίσει την καταπίεση που καλλιεργεί το ίδιο το σύστημα για δεκαετίες. Ξαφνικά η ιδέα του να κοιμηθεί μία γυναίκα έξω από το σπίτι, του να κοιμάται στο πάτωμα ενός εργοστασίου μαζί με τους άντρες συναδέλφους της, έγινε η καθημερινότητα των εργατριών.
Το ξέσπασμα του εργατικού κινήματος στην Αίγυπτο τροφοδοτήθηκε από το αντιπολεμικό κίνημα ενάντια στον πόλεμο των ΗΠΑ στο Ιράκ και το κίνημα αλληλεγγύης στην παλαιστινιακή Ιντιφάντα. Στις 20 Μάρτη 2003, την ημέρα που ξεκίνησε ο πόλεμος στο Ιράκ έγινε η μεγαλύτερη διαδήλωση στην ιστορία της Αιγύπτου μετά το 1977. Ήταν η πρώτη μη ελεγχόμενη από το καθεστώς μαζική διαδήλωση μετά από πολλά χρόνια. Μέσα σε αυτή την ευκαιρία του 2004 στήθηκαν δίκτυα όπως το “Κιφάγια” (Αρκετά) που συσπείρωνε αγωνιστές της Αριστεράς, των Νασερικών και των ισλαμιστών και έφερε το αίτημα για δημοκρατία στην πρώτη γραμμή.
Ένα χρόνο πριν το 2002 έγινε για πρώτη φορά το διεθνές συνέδριο του Καϊρου. Στην αίθουσα του συνδικάτου των δημοσιογράφων μπόρεσαν να ακουστούν για πρώτη φορά σε δημόσιο χώρο φωνές ενάντια στη δικτατορία, παρόλο που το κτίριο ήταν πολιορκημένο από την αστυνομία και το στρατό. Οι γυναίκες πρωτοστάτησαν στα συνέδρια του Καϊρου οργανώνοντας φόρουμ γυναικών με τίτλο «Οι γυναίκες κατά του πολέμου». Ο στόχος ήταν να αναδείξουν τους τρόπους που μπορούν να παλέψουν κάθε είδους σεξιστικής διάκρισης στη δουλειά, στο δημόσιο βίο, στην εκπαίδευση. Το καθεστώς χρησιμοποίησε όλα αυτά τα χρόνια τους βιασμούς γυναικών σαν μέσο καταστολής και σαν πρακτική βασανιστηρίων. Το 50% των γυναικών που συλλαμβάνονται στην Αίγυπτο υφίστανται σεξουαλική βία για να αποσπαστεί η ομολογία τους.
Καταστολή
Tο Mάη του 2005 μια ειρηνική διαμαρτυρία του “Κιφάγια” ενάντια στο στημένο δημοψήφισμα του Μουμπάρακ για τις αλλαγές στο Σύνταγμα δέχτηκε βάρβαρη επίθεση από τραμπούκους του κυβερνητικού κόμματος, αστυνομικούς και ασφαλίτες. Μία οργάνωση για τα ανθρώπινα δικαιώματα δημοσίευσε μία σειρά επώνυμες καταγγελίες για τη βία που άσκησε το καθεστώς. “Πήγα για να συμμετέχω στη διαδήλωση του Κιφάγια στο συνδικάτο των δημοσιογράφων”, δήλωσε η Ραμπί Φαχμύ. “Φορούσα την κονκάρδα του Κιφάγια και στεκόμουν σε ένα τοίχο γιατί είχα εγχειριστεί στο λαιμό. Αυτοί οι άντρες μου επιτέθηκαν και με χτύπησαν βάναυσα και μου έσκισαν τα ρούχα και τα εσώρουχα μέχρι που με άφησαν τελείως γυμνή. Η αστυνομία καθόταν και κοιτούσε. Αυτό που συνέβη ήταν μία μεγάλη βιαιοπραγία, μία βιαιοπραγία μίας γυναίκας στους δρόμους του Καΐρου. Οι δρόμοι μετατράπηκαν σε φυλακή του Αμπού Γράιμπ. Ήταν καθαρό ότι αυτές ήταν οι διαταγές της αστυνομίας. Έπιασα τον ασφαλίτη που μου έσκισε τα ρούχα αλλά φυγαδεύτηκε από την αστυνομία. Θυμάμαι πως μοιάζει και σκοπεύω να τον καταγγείλω δημοσίως”.
Ο Χόσνι Μουμπάρακ, ο πιο στενός άραβας σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών, την ίδια στιγμή που καταπατούσε βάναυσα τα ανθρώπινα δικαιώματα και καταδίκαζε ένα λαό 80 εκατομμυρίων στη φτώχεια και την εξαθλίωση, προσπαθούσε να φτιάξει τη βιτρίνα του προοδευτικού ηγέτη με στόχο να διατηρεί καλές διπλωματικές σχέσεις με τη Δύση. Σε αυτή του την προσπάθεια προσπάθησε να το παίξει “προστάτης” των γυναικών. Το 2000 ανακοίνωσε την επίσημη έναρξη της λειτουργίας του “Εθνικού Συμβουλίου για τις γυναίκες”. Πρόεδρος του 30μελούς σώματος ήταν η πρώτη κυρία της Αιγύπτου, Σουζάν Μουμπάρακ. Η Σ. Μουμπάρακ σε δηλώσεις της τότε στο BBC, είχε χαρακτηρίσει την ίδρυση του συμβουλίου ως ιστορική στιγμή για τις Αιγύπτιες γυναίκες καλώντας τις να αποκτήσουν και εκείνες “φωνή στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων”. Η κυρία Μουμπάρακ ανέπτυξε μάλιστα και διεθνή δράση.
Είναι εξοργιστικό το γεγονός την ώρα που η αστυνομία και οι πληρωμένοι δολοφόνοι του Μουμπάρακ εφάρμοζαν τα πιο εξευτελιστικά βασανιστήρια σε βάρος των γυναικών, η κυρία Μουμπάρακ, είχε ανακηρυχθεί πρόεδρος της “Διεθνούς Κίνησης Γυναικών για την Ειρήνη”. Μάλιστα σε επίσκεψή της στην Ελλάδα είχε παρασημοφορηθεί από τον ίδιο τον Κάρολο Παπούλια, σε μια “σεμνή τελετή”, με τον “Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Φοίνικος” για τους “αγώνες της” για την ειρήνη και την βοήθεια στα θύματα του πολέμου.
Το νέο κύμα επαναστάσεων στην Βόρεια Αφρική και την Μέση Ανατολή ανοίγει σήμερα νέους δρόμους για την απελευθέρωση των γυναικών στον Αραβικό Κόσμο. Με τον ίδιο τρόπο που το μεγάλο κίνημα των επαναστάσεων του 19ου αιώνα έφεραν τις πρώτες κατακτήσεις των γυναικών στην εργασία και άνοιξαν το δρόμο για τη γυναικεία χειραφέτηση, με τον ίδιο τρόπο που τα κινήματα του Μάη του '68 άλλαξαν συνολικά τη θέση της γυναίκας, στον ίδιο δρόμο και σήμερα οι νέες επαναστάσεις του 21ου αιώνα μπορούν να αποδεσμεύσουν όχι μόνο τις γυναίκες αλλά συνολικά όλη την εργατική τάξη από τα δεσμά της καταπίεσης, της φτώχειας, του πολέμου και του ρατσισμού.