Άρθρο
Από τον Νάσερ στον Μουμπάρακ

Εξώφυλλο του τευχους 85

Ο Λέανδρος Μπόλαρης περιγράφει πώς έφτασε το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα στην Αίγυπτο από τις νίκες του 1956 στις προδοσίες του Σαντάτ που άνοιξαν το δρόμο για τα τριάντα χρόνια του Μουμπάρακ.

Στο νου εκατομμυρίων Αιγυπτίων και Αράβων γενικότερα, η σύγκριση ανάμεσα στον Νάσερ και στους σημερινούς ηγέτες του αραβικού κόσμου, όπως ο κυνηγημένος πλέον Μουμπάρακ, είναι συντριπτική. Ο Νάσερ ήταν επικεφαλής ενός καθεστώτος που συγκρούστηκε με τον ιμπεριαλισμό, ενώ οι σημερινοί ηγέτες τον υπηρετούν επικερδώς. Ο Νάσερ έκανε εθνικοποιήσεις, με κυριότερη τη Διώρυγα του Σουέζ, πήρε μέτρα που ανέβασαν το βιοτικό επίπεδο των εργατών και των φτωχών. Οι σημερινοί ηγέτες εφαρμόζουν τα «μνημόνια» του ΔΝΤ που σκορπάνε τη φτώχεια.

Τα καθεστώτα του Χόσνι Μουμπάρακ και του Ανουάρ Σαντάτ σηματοδότησαν μια στροφή 180 μοιρών από τη πολιτική του Νάσερ. Ο Σαντάτ ήταν αυτός που έκανε την Αίγυπτο σύμμαχο του Ισραήλ με τις Συμφωνίες του Καμπ Ντέηβιντ το 1978. Όμως, η άνοδός του στην εξουσία δεν ήταν αποτέλεσμα ούτε εξωτερικής επέμβασης ούτε κάποιου εμφυλίου πολέμου ή πραξικοπήματος. Ο Σαντάτ βγήκε από τα σπλάχνα του καθεστώτος του Νάσερ. Ήταν από τους ιδρυτές μαζί με τον Νάσερ της ομάδας των «Ελεύθερων Αξιωματικών» που ανέτρεψαν τη μοναρχία το 1952 και όταν ο τελευταίος πέθανε ο Σαντάτ ήταν αντιπρόεδρός του.

Για να κατανοήσουμε πώς η Αίγυπτος έφτασε σε αυτό το σημείο θα πρέπει να λάβουμε υπόψη το πώς ήρθαν στην εξουσία οι «Ελεύθεροι Αξιωματικοί» το 1952, τι είδους καθεστώς εδραίωσαν, ποιες σχέσεις είχε με την αιγυπτιακή κοινωνία και το διεθνές περιβάλλον και γιατί μπήκε σε κρίση που είχε τη συγκεκριμένη έκβαση. Τα συμπεράσματα έχουν αξία για τη συζήτηση που ανοίγει γύρω από το ποιος είναι ο δρόμος προς τα εμπρός για την αιγυπτιακή επανάσταση, τον αντιμπεριαλιστικό αγώνα στη Μέση Ανατολή και για την Αριστερά διεθνώς.

Η ανατροπή

Από το 1922 η Αίγυπτος ήταν τυπικά ένα ανεξάρτητο κράτος, αλλά στην ουσία ήταν μια μισο-αποικία της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Η Διώρυγα του Σουέζ ήταν ιδιοκτησία μιας γαλλο-αγγλικής εταιρείας. Η Βρετανία διατηρούσε τον έλεγχο στην «άμυνα» της χώρας, κατοχύρωνε την «ασφάλεια» των γραμμών επικοινωνίας της, αναλάμβανε την προστασία των ξένων συμφερόντων στη χώρα, όπως και τη διοίκηση του Σουδάν (τότε ήταν τμήμα της Αιγύπτου). Επίσης, οι αγγλικές τράπεζες απομυζούσαν με τα δάνειά τους ένα μεγάλο κομμάτι του πλούτου της Αιγύπτου.

Η Αίγυπτος ήταν μοναρχία, ο τελευταίος βασιλιάς ήταν ο Φαρούκ, διάσημος για το πάχος, τη διαφθορά και τη τεράστια συλλογή πορνογραφίας που κατείχε. Ήταν ο τυπικός εκπρόσωπος μιας τάξης μεγάλων γαιοκτημόνων που θύμιζαν τους παλιούς φεουδάρχες και μεγάλων τραπεζιτών και βιομηχάνων, όλοι τους δεμένοι με τη Βρετανία. Το κυρίαρχο εθνικιστικό κόμμα ήταν το Βάφντ – χωρισμένο σε ριζοσπαστικές και μετριοπαθείς πτέρυγες. «Βαφντ» σημαίνει «αντιπροσωπεία». Πρόκειται για την αντιπροσωπεία προσωπικοτήτων που προσπάθησε να πάει στις διαπραγματεύσεις στις Βερσαλλίες το 1919 για να ζητήσει ανεξαρτησία για την Αίγυπτο. Η αγγλική κυβέρνηση την συνέλαβε, πυροδοτώντας μια μεγάλη εξέγερση στην Αίγυπτο.

Το αντιαποικιακό κίνημα είχε μεγάλη παράδοση. Ο μεγάλος λογοτέχνης Στρατής Τσίρκας έχει γράψει μαγικές σελίδες για αυτούς τους ξεσηκωμούς, τόσο στο «Νουρεντίν Μπόμπα» όσο και στις «Ακυβέρνητες Πολιτείες». Στη δεκαετία του ’40, η αιχμή του δόρατος της κινητοποίησης ενάντια στην αποικιοκρατία ήταν η εργατική τάξη, οι απεργίες της μαζί με τη νεολαία. Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο το εργατικό κίνημα παίρνει νέα ώθηση. Η αντιμετώπιση της ανεργίας που προκάλεσε η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας μετά το τέλος του πολέμου ήταν το κέντρο των αιτημάτων των εργατών.

Οι αγώνες των εργατών τροφοδοτούσαν την πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τη φεουδαρχία και αντιστρόφως το μίσος για τους αποικιοκράτες και τα τσιράκια τους έδινε ακόμα πιο εκρηκτικό χαρακτήρα στις απεργίες και τις διαδηλώσεις. Στις 21 Φλεβάρη του 1946 για παράδειγμα η απεργία και η διαδήλωση που κάλεσε η «Επιτροπή Φοιτητών και Εργατών» κατέληξε σε σκληρές συγκρούσεις με βρετανικές δυνάμεις στο Κάιρο με 23 νεκρούς και 123 τραυματίες. Η 4 Μάρτη, η «μέρα των μαρτύρων», ήταν η μεγαλύτερη απεργία που είχε γνωρίσει η Αίγυπτος και μια από τις πιο αιματοβαμμένες: στην Αλεξάνδρεια η αστυνομία άνοιξε πυρ δολοφονώντας 28 διαδηλωτές.

Αυτές οι αναμετρήσεις ανάγκασαν τους Βρετανούς να περιορίσουν την στρατιωτική τους παρουσία στη Διώρυγα. Εκεί στο τέλος του ’50 και στις αρχές του ’51 βρέθηκαν αντιμέτωποι με αντάρτικες ομάδες – κάποιες από αυτές τις είχε οργανώσει η Μουσουλμανική Αδελφότητα.

Στις 23 Ιούλη 1952, μια ομάδα αξιωματικών με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Νάσερ και τον στρατηγό Μοχάμεντ Ναγκίμπ, οι «Ελεύθεροι Αξιωματικοί», ανέτρεψαν την κυβέρνηση και έδιωξαν τον Φαρούκ. Οι «Ελεύθεροι Αξιωματικοί» είχαν αρχίσει να οργανώνονται από τα τέλη της δεκαετίας του ’40. Είχαν μερικά κοινά χαρακτηριστικά. Η απέχθεια για την υποταγή της Αιγύπτου στους Βρετανούς ήταν το ένα. Το δεύτερο ήταν η αίσθηση ταπείνωσης από την ήττα στον πόλεμο του 1948 με το Ισραήλ. Ο Νάσερ είχε τραυματισθεί στο στήθος στη διάρκεια των επιχειρήσεων και ο Ναγκίμπ θεωρούταν ήρωας του πολέμου. Όμως ο αιγυπτιακός στρατός απέτυχε παταγωδώς. Ένα τρίτο κοινό στοιχείο ήταν η κοινωνική τους καταγωγή. Η καριέρα στο στρατό ήταν μια από τις λίγες διεξόδους για τους γόνους των κατώτερων μεσοαστικών και εύπορων αγροτικών οικογενειών, τους “εφεντίγια” όπως τους αποκαλούσαν. Αυτά τα στρώματα μισούσαν τους Βρετανούς, την ανώτερη γραφειοκρατία, τους μεγάλους γαιοκτήμονες. Αλλά δεν είχαν καμιά εμπιστοσύνη στους «από κάτω», στα εκατομμύρια των άκληρων αγροτών, τους εργάτες. Αυτό το χαρακτηριστικό σημάδεψε την πορεία του καθεστώτος στα επόμενα χρόνια, ακόμα και στις πιο ριζοσπαστικές φάσεις του.

Σύγκρουση με τον ιμπεριαλισμό και ριζοσπαστικοποίηση

Τα μέλη των «Ελεύθερων Αξιωματικών» και του «Επαναστατικού Συμβουλίου Διοίκησης» που κατείχε την εξουσία, είχαν διαφορετικές πολιτικές αναφορές και σχέσεις. Κάποιοι, λιγοστοί, ήταν μέλη ή συμπαθούντες κομμουνιστικών οργανώσεων (εκείνη την εποχή δεν υπήρχε ενιαίο κομμουνιστικό κόμμα στην Αίγυπτο). Ο ίδιος ο Νάσερ είχε εξασφαλίσει την εκτύπωση των προκηρύξεων και των μανιφέστων των «Ελεύθερων Αξιωματικών» από το παράνομο τυπογραφείο μιας τέτοιας οργάνωσης. Άλλοι συμπαθούσαν τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Οι περισσότεροι δήλωναν απλά «εθνικιστές». Αυτό που επεδίωκαν ήταν η εφαρμογή μιας πολιτικής που θα έκανε την Αίγυπτο σύγχρονη βιομηχανική χώρα, ανεξάρτητη από τις Μεγάλες Δυνάμεις.

Το πρόγραμμα των Ελεύθερων Αξιωματικών ήταν μετριοπαθές. Εφάρμοσαν μια αγροτική μεταρρύθμιση, που πράγματι διέλυσε τους μεγάλους γαιοκτήμονες και έδωσε γη σε εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες (όχι σε όλους όμως). Δεν ήταν ριζοσπαστική αγροτική μεταρρύθμιση: οι γαιοκτήμονες πήραν αποζημίωση κρατικά ομόλογα που το καθεστώς έλπιζε ότι θα τα ρευστοποιήσουν σε επενδύσεις στη βιομηχανία. Το κράτος, θα έπαιζε σημαντικό ρόλο, αλλά σε συνεργασία με το ιδιωτικό κεφάλαιο.

Για τον Νάσερ και τους συνεργάτες του, ο ρόλος των εργατών ήταν να δουλεύουν περισσότερο για το καλό της πατρίδας και να περιμένουν καλύτερες μέρες. Οι εργάτες στην υφαντουργία Μισρ στο Καφρ-αλ-Νταβάρ είχαν πανηγυρίσει όταν οι Ελεύθεροι Αξιωματικοί κατέλαβαν την εξουσία. Στη συνέχεια κατέβηκαν σε απεργία στις 12 Αυγούστου 1952. Όταν την επόμενη μέρα χιλιάδες εργάτες διαδήλωσαν απαιτώντας ελεύθερο συνδικάτο και απόλυση τυραννικών διευθυντών και εργοδηγών, βρέθηκαν αντιμέτωποι με στρατό και την αστυνομία που άνοιξαν πυρ. Στις συγκρούσεις σκοτώθηκαν δυο στρατιώτες, ένας αστυνομικός και τέσσερις εργάτες. Ο στρατός παρενέβη, και συνέλαβε την ηγεσία των απεργών. Τους πέρασε από στρατοδικείο και δυο από αυτούς, ο Μουσταφά Χαμίς και ο Μοχάμεντ αλ Μπάκρι καταδικάσθηκαν σε θάνατο και απαγχονίστηκαν. Το 1954 οι απεργίες απαγορεύτηκαν δια νόμου.

Όμως, το καθεστώς δεν ήταν με κανένα τρόπο η συνέχεια του προηγούμενου. Καταρχήν, εξόργιζε τι ευρωπαϊκές μεγάλες δυνάμεις της εποχής, την Γαλλία και την Βρετανία. Ο Νάσερ πρόσφερε μεγάλη βοήθεια, σε οπλισμό, χρήμα και πολλά άλλα, στον αγώνα του FLN της Αλγερίας ενάντια στην γαλλική αποικιοκρατία. Είχε προκαλέσει την οργή της Βρετανίας γιατί είχε αντιταχθεί ενεργητικά και ανοιχτά στο λεγόμενο «Σύμφωνο της Βαγδάτης» – μια «συμμαχία» που θα έδενε ακόμα περισσότερο τις αραβικές χώρες στο άρμα της Βρετανίας και της Δύσης. Το σιωνιστικό κράτος του Ισραήλ μπορεί να είχε νικήσει στον πόλεμο του ’48 αρπάζοντας τη γη των Παλαιστίνιων, αλλά δεν ένιωθε καθόλου ασφαλές με το νέο καθεστώς της Αιγύπτου.

Η σύγκρουση με τους ιμπεριαλιστές

Η κατασκευή του «Μεγάλου Φράγματος» στο Ασουάν ήταν για το καθεστώς το έργο που θα εξασφάλιζε φτηνή ενέργεια για την εκβιομηχάνιση της χώρας και θα εξασφάλιζε την αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων κατά το 1/3. Όταν οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να χρηματοδοτήσουν το έργο μέσω της Παγκόσμιας Τράπεζας, ο Νάσερ στράφηκε στη Ρωσία. Κι όταν οι εκβιασμοί συνεχίστηκαν, ανακοίνωσε στις 26 Ιούλη του 1956 την εθνικοποίηση της Διώρυγας του Σουέζ μπροστά σε ένα εκστατικό πλήθος στην Αλεξάνδρεια.

Η εθνικοποίηση του Σουέζ προκάλεσε ένα κύμα ενθουσιασμού στην Αίγυπτο, ρίγη συγκίνησης σε όλο τον αραβικό κόσμο και λύσσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Ο Νάσερ έγινε ήρωας για όσους πάλευαν ενάντια στην αποικιοκρατία και τον ιμπεριαλισμό στην Αφρική, τη Μέση Ανατολή και την Ασία.

Τον Οκτώβρη ήρθε η απάντηση: μετά από μυστικές συνεννοήσεις και συμφωνίες, το Ισραήλ εισέβαλε στο Σινά και ακολούθησε η «ειρηνευτική» επέμβαση των γαλλικών και βρετανικών στρατευμάτων στο Σουέζ. Ο αιγυπτιακός στρατός πολέμησε στην αρχή καλά, αλλά σύντομα άρχισε να υποχωρεί.

Οταν οι Βρετανοί εισέβαλαν στο Πορτ Σάιντ βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια μαζική αντίσταση από τον πληθυσμό της πόλης. Ακόμα και γυναίκες και παιδιά έβγαιναν να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς με κατσαρόλες, πέτρες, καδρόνια, μολότοφ. Ο βομβαρδισμός μετέτρεψε τις φτωχές συνοικίες των Αράβων σε συντρίμια, όμως η αντίσταση συνεχιζόταν. Οι κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Βρετανίας δεν περίμεναν κάτι τέτοιο. Πίστευαν την προπαγάνδα τους ότι ο Νάσερ ήταν δικτάτορας, ο «Χίτλερ του Νείλου», άρα θα κατέρρεε από την επέμβαση των «απελευθερωτών».

Στην πραγματικότητα, ο Νάσερ στράφηκε στη δύναμη που μπορούσε να νικήσει τους ιμπεριαλιστές, στους εργάτες, τους αγρότες, τη φτωχολογιά. Παντού ιδρύονταν λαϊκές επιτροπές αντίστασης και εξοπλίζονταν. Ο Νάσερ έβγαλε τους κομμουνιστές από τη φυλακή και αυτοί πήγαν κατευθείαν στα εργοστάσια και τις γειτονιές να οργανώσουν την αντίσταση. Ακόμα και μέλη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας που είχε κι αυτή κηρυχτεί παράνομη έστειλαν γράμμα από τη φυλακή δηλώνοντας ότι απέναντι στους Βρετανούς είναι διαταθειμένοι «να υπερασπίσουμε ακόμα και τη φυλακή που είμαστε κλεισμένοι».

Η «Κρίση του Σουέζ» όπως έμεινε γνωστή στη Δύση ή η «Τριμερής Επιδρομή» όπως – πολύ πιο σωστά – έμεινε γνωστή στην Αίγυπτο κατέληξε σε ένα φιάσκο για τους παλιούς ιμπεριαλιστές της Βρετανίας και της Γαλλίας και μια πελώρια νίκη για όλα τα αντιμπεριαλιστικά κινήματα στον κόσμο. Τα πορτραίτα και οι φωτογραφίες του Νάσερ έκαναν την εμφάνισή τους από τη βόρειο Αφρική μέχρι την Ασία. Ήταν η πιο ένδοξη, η πιο «μεγάλη» στιγμή του αραβικού εθνικισμού, που σε ένα μεγάλο μέρος ταυτίστηκε με το όνομα του Νάσερ.

Για το καθεστώς της Αιγύπτου, ήταν ένα σημείο καμπής επίσης για την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων. Το κράτος άρχισε να παίζει ένα όλο και πιο σημαντικό ρόλο στην οικονομία. Στην αρχή το καθεστώς προσπάθησε να αποσπάσει τη συναίνεση μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων όπως ο όμιλος Μισρ. Όταν αυτό δεν έγινε δυνατό, προχώρησε ακόμα πιο επιθετικά. Το «πεντάχρονο πλάνο» του 1960 έβαζε στόχο το διπλασιασμό του εθνικού εισοδήματος σε δέκα χρόνια. Το 1952-3 το κράτος ήταν υπεύθυνο για το 30% των επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου. Το 1960 αυτό το πoσοστό είχε φτάσει στο 70%. Και από εκείνη τη χρονιά, το καθεστώς προχώρησε στην εθνικοποίηση ή «αιγυπτιοποίηση» εκατοντάδων επιχειρήσεων. Παράλληλα με τη λειτουργία συνεταιρισμών που εξασφάλιζαν φτηνά λιπάσματα και εργαλεία στους φτωχούς αγρότες, την επιδότηση βασικών καταναλωτικών αγαθών για τους εργαζόμενους, η Αίγυπτος φαινόταν να βαδίζει στο δρόμο του «σοσιαλιστικού μετασχηματισμού» όπως διακήρυξε ο ίδιος ο Νάσερ το 1961.

Παράλληλα, οι σχέσεις με την ΕΣΣΔ γίνονταν στενότερες, ιδιαίτερα στο στρατιωτικό επίπεδο και η Αίγυπτος διαδραμάτιζε ενεργό ρόλο στο «Κίνημα των Αδεσμεύτων».

Τα όρια

Όμως, υπήρχαν όρια τα οποία το συγκεκριμένο καθεστώς δεν μπορούσε ούτε ήθελε να παραβιάσει. Η παλιά άρχουσα τάξη των μεγάλων γαιοκτημόνων, των μεγάλων τραπεζιτών, εμπόρων και βιομηχάνων είχε δεχτεί ένα ισχυρότατο πλήγμα (χωρίς να έχει εξαφανιστεί ολοκληρωτικά). Είχαν χάσει την πολιτική εξουσία και την κυρίαρχη οικονομική τους θέση. Όμως, η εξουσία δεν ήταν στα χέρια της εργατικής τάξης ούτε των φτωχών χωρικών. Ήταν στα χέρια της νέας «τεχνοκρατικής τάξης» με κέντρο τον στρατό: η κάστα των αξιωματικών έπαιρνε όλες τις σημαντικές αποφάσεις για την πολιτική της χώρας και ταυτόχρονα διέθετε μια τεράστια οικονομική ισχύ (που συνεχίζει να υπάρχει και σήμερα). Αξιωματικοί που αποστρατεύονταν αναλάμβαναν τον έλεγχο σημαντικών επιχειρήσεων και δημόσιων οργανισμών, 1.500 ανάμεσα στο 1952 και το 1964 μετρούσε μια μελέτη της εποχής. Ήταν ένας κρατικός καπιταλισμός χωρίς τις αναφορές στο μαρξισμό των καθεστώτων της Ρωσίας και της Ανατολικής Ευρώπης.

Η εργατική τάξη που τόσο σημαντικό ρόλο είχε παίξει στους αγώνες του ’40 και του ’50 έμενε φιμωμένη. Όταν επιτέλους το καθεστώς έδωσε την άδεια για την συγκρότηση μιας πανεθνικής συνομοσπονδίας συνδικάτων το 1957, και τα 17 μέλη του κεντρικού της συμβουλίου ορίστηκαν από την κυβέρνηση και «εγκρίθηκαν» από το συνέδριο ομοφωνα. Οι απεργίες ήταν παράνομες και στα χρόνια μέχρι το 1961 οι εργοδότες έβρισκαν χίλιους τρόπους να παραβιάζουν τη φιλεργατική νομοθεσία και να απολύουν κατά το δοκούν. Χωρίς το όπλο της απεργίας, ακόμα και ο πιο φιλεργατικός νόμος μένει στα χαρτιά. Και η αριστερά συνέχισε να είναι παράνομη: οι αγωνιστές και οι οργανώσεις της είχαν να επιλέξουν ανάμεσα στη φυλακή και την ατομική ένταξη στο κόμμα του καθεστώτος (από το 1965 την Αραβική Σοσιαλιστική Ενωση). Συχνά, επέλεγαν το δεύτερο αλλά δεν απέφευγαν το πρώτο.

Το καθεστώς του Νάσερ βρέθηκε μπροστά σε κρίση σε δυο επίπεδα. Πρώτον, το οικονομικό. Οι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης δεν ήταν εκείνοι που θα επέτρεπαν τη μετατροπή της Αιγύπτου σε μια ανεξάρτητη οικονομική δύναμη με ισχυρή βιομηχανία. Η ΕΣΣΔ και οι ΗΠΑ έδιναν δάνεια (με 2,5% επιτόκιο η πρώτη 4% η δεύτερη). Υπολογίζεται ότι χωρίς αυτές τις εισροές η μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ θα έμενε στο 3,2% αντί στο 4,4% που ήταν. Αλλά η αποπληρωμή τους προκαλούσε ένα όλο και αυξανόμενο έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών. Αρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια ελλείψεων σε τρόφιμα.

Δεύτερον, η προσπάθεια του Νάσερ να κάνει την Αίγυπτο ηγέτιδα του αραβικού κόσμου αντιμετώπισε προβλήματα. Για να νικηθεί ο χωροφύλακας του ιμπεριαλισμού στην περιοχή, το Ισραήλ, απαιτούνταν οι συντονισμένες προσπάθειες όλων των αραβικών χωρών. Όμως, τα καθεστώτα αυτών των χωρών δεν είχαν την ικανότητα για κάτι τέτοιο. Όχι μόνο τα αντιδραστικά κράτη του Κόλπου που ήταν και είναι δεμένα με τη Δύση. Αλλά και τα ριζοσπαστικά καθεστώτα σε χώρες όπως η Συρία ή το Ιράκ. Ήταν καθεστώτα που μοιράζονταν τις αδυναμίες του αιγυπτιακού. Η προτεραιότητά τους ήταν η εξασφάλιση του ελέγχου του κράτους τους και της συσσώρευσης κεφαλαίου στα πλαίσιά του και όχι η αραβική επανάσταση. Ετσι για παράδειγμα οδηγήθηκε σε ναυάγια η βραχύβια Ενωμένη Αραβική Δημοκρατία (η «ένωση» της Αιγύπτου με τη Συρία από το 1958 μέχρι το 1961).

Το 1967 ήρθε η ώρα της κρίσης και ήταν ο «Πόλεμος των Έξι Ημερών». Το Ισραήλ, με την ενεργό συνεργασία των ΗΠΑ (και τη βοήθεια της ελληνικής χούντας) ενορχήστρωσε τον πόλεμο και μέσα σε λίγες μέρες συνέτριψε κυριολεκτικά τους στρατούς των αραβικών χωρών και της Αιγύπτου. Ήταν ένα πλήγμα από το οποίο ο Νάσερ δεν συνήλθε ποτέ. Τα επόμενα τρία χρόνια μέχρι το θάνατό του η Αίγυπτος αντιμετώπιζε όλο και σοβαρότερα οικονομικά προβλήματα και ο ίδιος αναζητούσε όλο και περισσότερο συμβιβασμούς με τους σεϊχηδες της Σαουδικής Αραβίας και τους σουλτάνους των Εμιράτων.

Ο Σαντάτ και το «άνοιγμα»

Όταν ορκίστηκε πρόεδρος της Αιγύπτου ο Ανουάρ Σαντάτ, όλοι περίμεναν ότι θα ήταν «μεταβατικός», μιας και θεωριόταν μια απλή μαριονέτα του Νάσερ. Όμως, τα πράγματα δεν κύλησαν έτσι. Με την «Διορθωτική Επανάσταση» του 1971, ο Σαντάτ εκκαθάρισε όλους τους «σκληρούς νασσερικούς» από τις θέσεις με επιρροή στο καθεστώς και άρχισε να ακολουθεί μια δική του πορεία. Δεν ήταν προσωπική επιλογή του Σαντάτ. Ενα ολόκληρο κομμάτι του καθεστώτος, της άρχουσας τάξης, επιθυμούσε να απαγκιστρωθεί από τα «σοσιαλιστικά πειράματα» του Νάσερ και να εξασφαλίσει τη θέση του στο διεθνές σύστημα. Επιχειρηματίες, γραφειοκράτες, στρατηγοί, ήταν αυτοί που εκπροσωπούσε ο Σαντάτ. Η εκδίωξη των σοβιετικών στρατιωτικών συμβούλων (κάμποσες χιλιάδες) το 1972 ήταν ένα πρώτο δείγμα της μετατόπισης του καθεστώτος.

Ακολούθησε το διάλειμμα του «Πολέμου του Γιομ Κιπούρ» τον Οκτώβρη του 1973. Ονομάστηκε έτσι γιατί συνέπεσε με μια εβραϊκή θρησκευτική γιορτή. Ο στρατός της Αιγύπτου και της Συρίας επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά και τις πρώτες μέρες κατάφεραν ισχυρά πλήγματα στον ισραηλινό στρατό. Όμως, δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν το πλεονέκτημα και υποχώρησαν όταν ο ισραηλινός στρατός αντεπιτέθηκε.

Αυτό που ακολούθησε ήταν η «ινφιτάχ», η πολιτική των «ανοιχτών θυρών». Σε πολιτικό επίπεδο, η ινφιτάχ σήμαινε επαναπροσέγγιση με τη Δύση. Σε οικονομικό, άνοιγμα στο ιδιωτικό κεφάλαιο, πρώτα στο ξένο και μετά στο αιγυπτιακό.

Στο πρώτο επίπεδο, ο Σαντάτ αρχικά δήλωνε – χωρίς να πείθει και πολλούς – ότι θα έπειθε τις ΗΠΑ να βάλουν μυαλό στο Ισραήλ. Στο τέλος, το 1978, κατέληξε να υπογράφει τη Συμφωνία του Καμπ Ντέηβιντ. Από κει ξεκίνησε η διαδρομή που έφερε το καθεστώς του Μουμπάρακ να παίζει το ρόλο του δεσμοφύλακα για τους Παλαιστίνιους της Γάζας για λογαριασμό του Ισραήλ.

Στην οικονομία, οι «ανοιχτές θύρες» σήμαιναν πρώτα τη κατάργηση κάθε ελέγχου στη λειτουργία των τραπεζών, τη φοροαπαλλαγή για όσες ξένες επιχειρήσεις θα επένδυαν στην Αίγυπτο και την κατάργηση κάθε είδους επιδότησης και κοινωνικών παροχών που είχε καθιερώσει ο Νάσερ.

Η Παγκόσμια Τράπεζα έθεσε όρο για τη παροχή δανείων για την εξυπηρέτηση του εκρηκτικού δημόσιου χρέους, την κατάργηση της επιδότησης στη τιμή βασικών καταναλωτικών αγαθών, ανάμεσά τους και στο ψωμί. Ηδη από τους προηγούμενους μήνες είχε ξεσπάσει ένα κύμα απεργιών και διαδηλώσεων, που είχε συναντήσει τη σκληρή καταστολή. Στις 18 και 19 Γενάρη, εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες και φτωχοί σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Αιγύπτου ξεσηκώθηκαν αυθόρμητα, καίγοντας κυβερνητικά κτίρια, τράπεζες, καταστήματα ειδών πολυτελείας συγκρουόμενοι με την αστυνομία και τον στρατό. «Κλέφτες της Ινφιτάχ, ο λαός λιμοκτονεί», ήταν ένα από τα συνθήματα.

Εκατοντάδες ήταν οι νεκροί και ο Σαντάτ υποχρεώθηκε προσωρινά να αναστείλει αυτά τα μέτρα. Αλλά τα επόμενα χρόνια, η πολιτική συνεχίστηκε με ένα τεράστιο κύμα ιδιωτικοποιήσεων, αρπαγής της γης από τους αγρότες – που πλούτισε την άρχουσα τάξη χωρίς να λύνει κανένα από τα μεγάλα προβλήματα. Αρκετά πριν λέξεις όπως «θατσερισμός», «ρηγκανισμός», «νεοφιλευθερισμός» γίνουν γνωστές στην Ευρώπη, η Αίγυπτος είχε γίνει το πεδίο εφαρμογής αυτών των ταξικών πολιτικών (μαζί με τη Χιλή του Πινοτσέτ).

Όταν ξέσπασε η επανάσταση με τις διαδηλώσεις και τις συγκρούσεις στην πλατεία Ταχρίρ στις 25 Γενάρη, πολλοί σχολιαστές έκαναν τη σύγκριση με τις «Ταραχές του Ψωμιού» του 1977, για να βγάλουν το συμπέρασμα ότι και αυτές οι «ταραχές» δεν θα μπορέσουν να κλονίσουν τον Μουμπάρακ. Διαψεύστηκαν. Το ζήτημα τώρα είναι η εργατική τάξη να πάει ακόμα πιο μπροστά στους αγώνες και την προοπτική της.

Βιβλιογραφία

Στοιχεία για το άρθρο από:

Α. Ann Alexander, “Suez and the high tide of Arab nationalism”, International Socialism, 112, Autumn 2006. http://www.isj.org.uk/index.php4?id=249&

issue=112

Β. J Beinin and Z Lockman, Workers on the Nile: Nationalism, Communism, Islam and the Egyptian Working Class, 1882—1954, The American University in Cairo Press, 1998.

Γ. Anouar Abdel-Malek “Nasserism and Socialism”, Socialist Register, 1964, http://socialistregister.com/index.php/srv/

article/view/5927/2823

Δ. Anouar Abdel-Malek, “The Crisis in Nasser’s Egypt”, New Left Review, I-45, September-October 1967.

Ε. Nazem Abdalla “The Role of Foreign Capital in Egypt's Economic Development: 1960-1972”, International Journal of Middle East Studies, Vol. 14, No. 1 (Feb., 1982), pp. 87-97.