Άρθρο
Πολιτιστική Eπανάσταση στην Kίνα

Εργατική πολιτοφυλακή στην Σαγκάη τo 1927.

H Kίνα του Mάο στα τέλη της δεκαετίας του ‘60, για πολλούς αγωνιστές της επαναστατικής αριστεράς, έδειχνε το δρόμο για το χτίσιμο μιας πραγματικής σοσιαλιστικής κοινωνίας. O Kώστας Πίττας παρουσιάζει τον πραγματικό χαρακτήρα της “Πολιτιστικής Eπανάστασης” στην Kίνα.

Φέτος κλείνουν σαράντα χρόνια από την Κομμούνα της Σαγκάης, την κορυφαία στιγμή της Πολιτιστικής Επανάστασης στην Κίνα. Για τη νέα αριστερά που γεννήθηκε στην έκρηξη του Μάη του ’68, η Πολιτιστική Επανάσταση ήταν αναπόσπαστο κομμάτι των συγκρούσεων που σάρωσαν όλο τον κόσμο στα τέλη της δεκαετίας ’60 και στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Οι φοιτητές στη Σαγκάη και στο Πεκίνο διαδήλωναν όπως οι συνάδελφοί τους στο Παρίσι, τη Ρώμη, το Βερολίνο, τη Νέα Υόρκη ενάντια στο συντηρητισμό και τη γραφειοκρατία. Και ταυτόχρονα έμοιαζε ότι με την Πολιτιστική Επανάσταση είχε βρεθεί ο τρόπος για να αποφευχθεί ο εκφυλισμός της επανάστασης. Η Κίνα – που η συντριπτική πλειοψηφία των αριστερών αγωνιστών στη Δύση και τον Τρίτο Κόσμο τη θεωρούσε ότι ήταν σοσιαλιστική κοινωνία - θα μπορούσε να αποφύγει να καταντήσει σαν τη Ρωσία.

Όμως η αλήθεια ήταν εντελώς διαφορετική. Ούτε στην Κίνα επικρατούσε κανενός είδους σοσιαλισμός, ούτε η Πολιτιστική Επανάσταση είχε να κάνει σε τίποτα με την εικόνα που είχαν στο μυαλό τους οι αγωνιστές της γενιάς του ’68. Αυτό που συνέβαινε στην πολυπληθέστερη χώρα της γης ήταν μια βίαιη και αιματηρή σύγκρουση για τον έλεγχο και τον καταμερισμό της εξουσίας μέσα στην ίδια την κινέζικη άρχουσα τάξη. Είναι αλήθεια ότι μέσα στο χάος και το χαλάρωμα του ασφυκτικού ελέγχου από τα πάνω που δημιούργησε αυτή η σύγκρουση, βρήκαν περιθώριο να δράσουν από τα κάτω σημαντικά  κομμάτια της νεολαίας και της εργατικής τάξης, αμφισβητώντας συνολικά την κυριαρχία του καθεστώτος. Αλλά ο χαρακτήρας της ίδιας της «Μεγάλης Προλεταριακής Πολιτιστικής Επανάστασης» (όπως ήταν η επίσημη ονομασία της) δεν ήταν ούτε προλεταριακός, ούτε επαναστατικός..

Η μόνη πραγματική εργατική επανάσταση που έγινε στην Κίνα ήταν τη διετία 1925-27. Στο αποκορύφωμα ενός μακρόχρονου αντιαποικιακού αγώνα ενάντια στην κυριαρχία των Μεγάλων Δυτικών Δυνάμεων και της Ιαπωνίας, εκατομμύρια εργάτες κι εργάτριες ξεσηκώθηκαν με γενική απεργία στην Σαγκάη και την Καντόνα, έφτιαξαν ένοπλες πολιτοφυλακές και κατέλαβαν τις δυο μεγαλύτερες πόλεις της χώρας - στις περισσότερες περιπτώσεις έχοντας σαν ηγεσία μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος. Όμως, με εντολές του Στάλιν η ηγεσία του ΚΚ Κίνας κάλεσε τους εξεγερμένους εργάτες να παραδώσουν την εξουσία στο αστικό εθνικιστικό κόμμα – το Κουομιντάνγκ. Το αποτέλεσμα ήταν μια από τις μεγαλύτερες σφαγές. Όχι μόνο χάθηκε μια τεράστια επαναστατική ευκαιρία, αλλά χιλιάδες εργάτες, κομμουνιστές και μη, δολοφονήθηκαν. Παρόλα αυτά, η σταλινική ηγεσία της Τρίτης Διεθνούς θεώρησε ότι δεν υπήρξε καμιά ήττα και έδωσε εντολή στο Κομμουνιστικό Κόμμα να οργανώσει αλλεπάλληλες εξεγέρσεις καταδικασμένες σε αποτυχία. Το αποτέλεσμα ήταν η διάλυση του Κόμματος.

Η άνοδος του Μάο Τσε Τουνγκ στηρίχθηκε στην ήττα αυτής της επανάστασης. Μέχρι το 1927 ο Μάο ήταν ένα δευτεροκλασάτο στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος που ανήκε «μάλλον στην δεξιά του πτέρυγα», σύμφωνα με τον Μ Ν Ρόι που ήταν ο υπεύθυνος της Τρίτης Διεθνούς για την Κίνα. Μετά το 1930, με τα υπολείμματα του ΚΚΚ  και χιλιάδες αγρότες ξεκίνησε μια επική πορεία από τη μια στην άλλη άκρη της Κίνας για να αποφύγει τις επιθέσεις του Κουομιντάνγκ. Το πέτυχε, αλλά με απίστευτες απώλειες. Μετά το 1934 κατέφυγε στις ορεινές αγροτικές περιοχές της βορειοδυτικής Κίνας όπου δημιούργησε «κόκκινες βάσεις» και ανασυντάχθηκε.

Η γενική πολιτική του Μάο διαμορφώθηκε σε αυτή την περίοδο. Το πρώτο χαρακτηριστικό της ήταν ότι κάθε στρατηγική υποτάχθηκε στην αποκλειστική ανάγκη να διατηρήσει και να ισχυροποιήσει τις στρατιωτικές του βάσεις. Εγκαταλείφθηκε κάθε αναφορά σε αγροτική μεταρρύθμιση για να μη συγκρουστεί με τους γαιοκτήμονες των περιοχών που έλεγχε ο αντάρτικος στρατός του. Σε ένα γράμμα του το 1936 έγραφε: «Έχουμε ήδη αποδεχθεί ότι δεν πρόκειται να απαλλοτριώσουμε τη γη των πλούσιων αγροτών. Ούτε την περιουσία και τα εργοστάσια των μικρών και μεγάλων εμπόρων και καπιταλιστών». Οι εργάτες «δεν θα πρέπει να έχουν υπερβολικά αιτήματα για μισθούς και συνθήκες δουλειάς, ούτε κι εμείς θα πρέπει να προβάλλουμε τέτοια αιτήματα εκ μέρους τους» (Μάο, Διαλεχτά Έργα, τ. 2, σελ. 406). Η προοπτική για τον Μάο ήταν να σχηματιστεί «ένα μπλοκ των τεσσάρων τάξεων» [αγρότες, εργάτες, μικροαστοί και πατριώτες αστοί] που θα διεκδικούσε την εξουσία μετά την ήττα των ιαπώνων ιμπεριαλιστών. Η τακτική θα ήταν η περικύκλωση των πόλεων από έναν αγροτικό στρατό που στην ηγεσία του θα ήταν το Κομμουνιστικό Κόμμα. Για την εργατική τάξη δεν υπήρχε κανένας ανεξάρτητος ρόλος σε αυτό το σενάριο, πέρα από το να χειροκροτήσει την επέλαση του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού.

Κρατικός Καπιταλισμός

Μπροστά στην ανικανότητα της Κουομιντάνγκ να δώσει αποτελεσματικά τη σύγκρουση με τους ιάπωνες κατακτητές, το ΚΚΚ  έγινε η κυρίαρχη πολιτική και στρατιωτική δύναμη. Το 1949 ο αγροτικός στρατός κατέλαβε τις μεγάλες πόλεις και ο ίδιος ο Μάο κήρυξε την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

Το 1949 ήταν μια γνήσια επανάσταση. Ο στρατός των χιλιάδων αγροτών τσάκισε τον ιμπεριαλισμό και ανέτρεψε μια παλιά άρχουσα τάξη. Όμως δεν ήταν με τίποτα μια σοσιαλιστική επανάσταση. Η εργατική τάξη δεν έπαιξε κανένα απολύτως ρόλο, παρά μόνο σαν παθητικός θεατής. Για τον Μάο και την ηγεσία του ΚΚΚ η επανάσταση ήταν «εθνική» και ο στόχος που έβαλε ήταν να κτίσει μια δυνατή και ανεξάρτητη εθνική οικονομία ανταγωνιστική σε παγκόσμιο επίπεδο.

Αρχικά ο Μάο επιδίωξε να χτίσει έναν κρατικό καπιταλισμό, ακολουθώντας κατά γράμμα τα Πεντάχρονα Πλάνα με τα οποία ο Στάλιν πέτυχε την γρήγορη εκβιομηχάνιση της Ρωσίας τη δεκαετία του ’30. Όμως, η Κίνα ήταν πολύ περισσότερο καθυστερημένη από τη Ρωσία. Η κινέζικη γραφειοκρατία αποφάσισε να αυξήσει απότομα και εντατικά το ρυθμό της οικονομικής ανάπτυξης. Ο Μάο επέβαλε το «Μεγάλο Άλμα Προς Τα Μπρος». Η εκμετάλλευση των εργατών και των εργατριών στα εργοστάσια κλιμακώθηκε σε σημεία τραγικά ενώ τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά. Αν στις πόλεις το Μεγάλο Άλμα ήταν φιάσκο, στην επαρχία ήταν τραγωδία. Οι αναγκαστικές κολεκτιβοποιήσεις και η επιβολή στις αγροτικές «κομμούνες» να παράγουν μόνες τους ακόμα και το χάλυβα που θα χρησιμοποιούσαν, το μόνο που πέτυχαν ήταν ακόμα μεγαλύτερη φτώχεια. Το 1961 ξέσπασε λιμός που οδήγησε ακόμα και σε αγροτικές εξεγέρσεις. Την ίδια χρονιά ξεκίνησε και η ρήξη ανάμεσα σε Ρωσία και Κίνα που – παρά τη φιλολογία που αναπτύχθηκε εκ των υστέρων – είχε τις ρίζες της στις διαφορετικές φιλοδοξίες των γραφειοκρατικών αρχουσών τάξεων των δυο κρατικών καπιταλισμών.

 Η Πολιτιστική Επανάσταση

Ο Μάο θεωρήθηκε υπεύθυνος μέσα στην γραφειοκρατία για τις αποτυχίες. Παραιτήθηκε από Πρόεδρος της Λαϊκής Δημοκρατίας, αλλά διατήρησε τις κομματικές του θέσεις. Οι αντίπαλοί του (κύρια ο επίσημος «διάδοχός» του, Λιου Σιαο Σι και ο γραμματέας του Κόμματος, Ντενγκ Χσιάο Πινγκ) άρχισαν να εφαρμόζουν κάποια μέτρα φιλελευθεροποίησης της οικονομίας. Τα αποτελέσματα ήταν ασήμαντα και δεν κατόρθωσαν να κάνουν την Κίνα να πλησιάσει έστω και λίγο τους παγκόσμιους ανταγωνιστές της. Αντίθετα, το χάσμα διευρύνθηκε, ενώ η απειλή μια εισβολής από τη Ρωσία μεγάλωνε. Ο Μάο αποφάσισε να αντεπιτεθεί και να ξαναπάρει τον έλεγχο μέσα στην άρχουσα τάξη. Έγραψε ένα άρθρο και ανακάλυψε ότι ούτε μια εφημερίδα του Πεκίνου δεν ήθελε να το δημοσιεύσει. Τελικά, το άρθρο εμφανίστηκε σε ένα λογοτεχνικό περιοδικό της Σαγκάης. Χωρίς να προτείνει κάποια διέξοδο από την κρίση, ζητούσε το ξεκίνημα μιας εκστρατείας με στόχο «το βάθεμα του κομμουνισμού στην Κίνα». Τον Μάη του 1966, ο Μάο κατάγγειλε τους εχθρούς του στην ηγεσία ότι «ακολουθούν τον καπιταλιστικό δρόμο» και κάλεσε  τα μέλη του Κόμματος να τους αποκηρύξουν.

Στο Πεκίνο ο Μάο πέτυχε σχεδόν αμέσως να απομακρύνει τους βασικούς αντιπάλους του από τις ηγετικές τους θέσεις. Για να το επαναλάβει όμως αυτό στο σύνολο της χώρας χρειαζόταν κάτι περισσότερο από τον στενό ανώτερο κομματικό μηχανισμό. Ήταν αναγκασμένος να κινητοποιήσει πιο μαζικές δυνάμεις. Να μεταφέρει τη σύγκρουση από τα κεντρικά κομματικά γραφεία στους δρόμους. 

Το πιο πρόσφορο ακροατήριο ήταν η νεολαία – και ειδικότερα οι φοιτητές και οι μαθητές. Ένα τέτοιο ακροατήριο ήταν σίγουρο ότι δεν θα μπορούσε να κινητοποιηθεί με στόχο την επιστροφή στις τραγικές μέρες του «Μεγάλου Άλματος». Κάθε αναφορά στις πραγματικές  οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν στην Κίνα ήταν υποχρεωμένη να απαντήσει στο ερώτημα των οικονομικών αποτυχιών, της φτώχειας, της εκμετάλλευσης, της ταξικής φύσης της Κίνας. Γι’ αυτό, ο Μάο διακήρυξε ότι τέτοιες αντιλήψεις είναι «οικονομισμός» και ότι αυτό που έχει σημασία είναι να αλλάξουν οι νοοτροπίες και οι συνειδήσεις. Μόνο έτσι «μπορούν να ξεπεραστούν τα οικονομικά προβλήματα, αλλά και οι διακρίσεις πόλης και χωριού, πνευματικής και χειρονακτικής εργασίας, διευθυντών και εργατών». Τα ζητήματα της συνείδησης, του ηθικού, της επαναστατικής θέλησης και της κομμουνιστικής αυτοθυσίας,  αυτά ήταν που αποτελούσαν σύμφωνα με τον Μάο τον αποφασιστικό ιστορικό παράγοντα, και όχι η αντίθεση ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις και τις κοινωνικές σχέσεις της παραγωγής. Με απλά λόγια, για τις προηγούμενες αποτυχίες έφταιγε το γεγονός ότι ο κινέζικος λαός δεν ήταν αρκετά «κόκκινος» και επέτρεψε στους αντίπαλους του Μάο να πάρουν τον καπιταλιστικό δρόμο.

Μια τέτοια ιδεαλιστική αντίληψη μπορεί να μην είχε καμιά σχέση με μαρξιστική ανάλυση και να ήταν μόνο άλλοθι για την κινέζικη γραφειοκρατική άρχουσα τάξη, αλλά για τη νεολαία που ένοιωθε ασφυκτικά σε ένα υποβαθμισμένο και αποπνικτικό σύστημα εκπαίδευσης το κάλεσμα του Μάο για μια Πολιτιστική Επανάσταση άγγιξε μια ευαίσθητη χορδή της.

Από τον Αύγουστο του 1966 άρχισαν να φτιάχνονται ομάδες «ερυθροφρουρών» από φοιτητές και μαθητές. Αρχικά στο στόχαστρο των επιθέσεών τους βρέθηκαν οι καθηγητές  και οι εκπαιδευτικές αρχές. Αλλά γρήγορα άρχισαν να συγκρούονται με τις τοπικές γραφειοκρατίες. Οι αντιπαθείς στο λαό αξιωματούχοι σύρθηκαν έξω από τα γραφεία τους και στήθηκαν μπροστά σε δίκες παρωδίες όπου αναγκάζονταν να παραδεχθούν δημοσίως τα «εγκλήματά» τους.

 Ό,τι μπορούσε να θεωρηθεί «αστική» ή «φεουδαρχική» κουλτούρα καταστρεφόταν. Απαγορεύθηκαν ο Σέξπηρ, ο Μολιέρος και ο Ιπσεν. Κάηκαν βιβλιοθήκες και λεηλατήθηκαν μουσεία που περιείχαν ανεκτίμητα έργα.

Όλα αυτά βέβαια συνοδεύονταν από μια κατευθυνόμενη προσωπολατρεία στο Μάο. Παντού εγκαταστάθηκαν γιγάντια πορτραίτα του «Μεγάλου Τιμονιέρη». Το να μην μπορείς να απαγγείλεις απέξω κομμάτια από το «Κόκκινο Βιβλιαράκι» - ένα ανθολόγιο από φράσεις του Μάο που θεωρείτο το Α και το Ω της διαλεκτικής σκέψης - ήταν απόδειξη απειθαρχίας. Σε μια μοναδική επίδειξη “επαναστατικής θέλησης”, ο Μάο κολύμπησε στον ποταμό Γιανγκτσέ, υποτίθεται τέσσερις φορές πιο γρήγορα απ’ όσο το παγκόσμιο ρεκόρ για τη συγκεκριμένη απόσταση.

Εργάτες

Αν σύμφωνα με τον Μαρξ το στοιχείο που καθορίζει περισσότερο από κάθε άλλο τον χαρακτήρα μιας προλεταριακής επανάστασης είναι η ανεξάρτητη πρωτοβουλία των εργατών («η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας»), τότε σίγουρα όσον αφορά τις επιδιώξεις του Μάο, η Πολιτιστική Επανάσταση μόνο «Προλεταριακή» δεν ήταν. Από την αρχή ο Μάο έκανε σαφές ότι η Πολιτιστική Επανάσταση απαγορευόταν να περάσει τις πύλες των εργοστασίων.

«Η επανάστασή μας αφορά τη νεολαία και δεν πρέπει με κανένα τρόπο να επηρεάσει την παραγωγική διαδικασία με τρόπο που θα επιβράδυνε την οικονομική ανάπτυξη της χώρας», επανέλαβε πολλές φορές. «Οι εργάτες θα πρέπει να παραμένουν σταθερά στο πόστο της δουλειάς τους, να τηρούν σταθερά το οκτάωρό τους και να κάνουν επανάσταση μόνο στον ελεύθερο χρόνο τους εκτός ωραρίου εργασίας», έλεγε η ανακοίνωση του Πρακτορείου Νέα Κίνα στις 10 Φλεβάρη 1968. Το  Συνέδριο του ΚΚΚ αποφάσισε ότι στους χώρους δουλειάς θα έμπαινε σε εφαρμογή «ένα πρόγραμμα Σοσιαλιστικής Εκπαίδευσης, ενώ η Πολιτιστική Επανάσταση θα περιοριζόταν στους χώρους της εκπαίδευσης και του πολιτισμού καθώς και στα ηγετικά κλιμάκια του κόμματος και της κυβέρνησης». Με μια πιο συγκεκριμένη απόφαση απαγορεύθηκε στους ερυθροφρουρούς να πηγαίνουν στα εργοστάσια και να ενοχλούν τους διευθυντές και άλλους αξιωματούχους της παραγωγής.

Όμως από τα τέλη του 1966 το χάος σε ολόκληρη τη χώρα και το σύστημα είχε φτάσει σε τέτοιο βαθμό,  που ο Μάο αναγκάστηκε να επέμβει για να κόψει τα φτερά του κινήματος που ο ίδιος είχε προκαλέσει. Αποδείχθηκε αδύνατο. Η κατάσταση είχε ξεφύγει εντελώς από τα χέρια της γραφειοκρατίας.

Ένα πρώτο ζήτημα είναι ότι αρκετοί τοπικοί αξιωματούχοι δεν ήταν καθόλου διατεθειμένοι να υπακούσουν στους ερυθροφρουρούς. Οι περισσότεροι βέβαια διακήρυξαν την αιώνια πίστη τους στον πρόεδρο Μάο. Αλλά άρχισαν να οργανώνουν τις δικές τους ελεγχόμενες ομάδες ερυθροφρουρών κατηγορώντας για «αντεπαναστάτες» όσους γραφειοκράτες στρέφονταν εναντίον τους. Ετσι άρχισαν να εμφανίζονται και να πολλαπλασιάζονται αλματωδώς ένοπλες συμμορίες με δεκάδες χιλιάδες μέλη η κάθε μια. Αυτές οι συμμορίες συγκρούονταν μεταξύ τους κάνοντας χρήση ακόμα και ολμοβόλων και αντιαεροπορικών ρουκετών. Το καλοκαίρι του 1967 στην Κίνα επικρατούσε μια κατάσταση που λίγο απείχε από εμφύλιο πόλεμο, όπως παραδέχονταν ηγετικά μέλη του στρατού και του κόμματος. Η άρχουσα τάξη βρέθηκε σε αδιέξοδο.

Η Κομμούνα της Σαγκάης

Όμως, για την άρχουσα τάξη είχε προκύψει και μια απειλή πολύ βαθύτερη: η επανεμφάνιση της εργατικής τάξης σαν μια ανεξάρτητη δύναμη. Παρά τις απαγορεύσεις, πολλές από τις ομάδες ερυθροφρουρών είχαν πλαισιωθεί από εργοστασιακούς εργάτες. Από τα τέλη του 1966 αυτοί οι εργάτες άρχισαν να οργανώνουν απεργίες και διαδηλώσεις για να προβάλουν τα δικά τους αιτήματα. Η μεγάλη έκρηξη ήλθε στη Σαγκάη  τον Γενάρη του 1967. Ξεκινώντας από τους σιδηροδρομικούς  οι απεργίες απλώθηκαν στα περισσότερα εργοστάσια της μεγαλύτερης βιομηχανικής πόλης της Κίνας. Στους δρόμους οι διαδηλώσεις ήταν καθημερινές. Τα αιτήματα που έβαζαν οι εργάτες δεν ήταν καθόλου «πολιτιστικά»: ζητούσαν αυξήσεις, καλύτερες συνθήκες δουλειάς και το δικαίωμα για ανεξάρτητα συνδικάτα – έβαζαν δηλαδή όλα τα ζητήματα που αποκήρυσσε ο Μάο σαν «οικονομίστικα». Στα τέλη του Γενάρη κατέλαβαν το Δημαρχείο της πόλης και κήρυξαν «τη νέα εξουσία στην Σαγκάη που βασίζεται στα πρότυπα της Παρισινής Κομμούνας, γι’ αυτό την ονομάζουμε Λαϊκή Κομμούνα της Σαγκάης». Οι αντιπρόσωποι των εργατών έστειλαν μήνυμα στο Πεκίνο όπου ζητούσαν από τον Πρόεδρο Μάο την αναγνώριση της Κομμούνας και ανέβαλαν την επίσημη κήρυξη της νέας μορφής εξουσίας μέχρι τις 4 Φλεβάρη περιμένοντας την απάντηση. Η Σαγκάη ήταν το καμπανάκι για τον Μάο. Αυτό που είχε μπροστά του ήταν το ενδεχόμενο μιας πραγματικής εργατικής επανάστασης. Πολύ περισσότερο αφού το νέο της Σαγκάης το άπλωσαν οι σιδηροδρομικοί γρήγορα σε όλη την Κίνα, έτσι ώστε στις αρχές Φλεβάρη γινόντουσαν απεργίες σε όλη τη χώρα. Δεν συντονίζονταν, ήταν μικρής διάρκειας, συνήθως αφορούσαν μόνο ένα χώρο δουλειάς ή μια πόλη, αλλά παρόλα αυτά σήμαναν συναγερμό για την άρχουσα τάξη.

Έχοντας το κόμμα και την κρατική μηχανή σε κατάσταση παράλυσης ο Μάο μπορούσε να στηριχθεί μόνο στο στρατό. Οι επιθέσεις του ενάντια στους «οπαδούς του καπιταλιστικού δρόμου» σταμάτησαν, ο στρατός άρχισε να παίρνει στα χέρια του τις τοπικές κυβερνήσεις, τα πανεπιστήμια, τα εργοστάσια ξεκινώντας βέβαια από τη Σαγκάη. Με διαταγή του Μάο, μόλις ο στρατός έπαιρνε τον έλεγχο σε κάθε επαρχία εγκαθιστούσε μια «Επαναστατική Επιτροπή» που αναλάμβανε την εξουσία. Στις Επιτροπές κυριαρχούσαν οι στρατιωτικοί και κομματικά στελέχη, αλλά στη σύνθεσή τους βρίσκονταν και πολλοί αξιωματούχοι που μόλις πριν ένα χρόνο σέρνονταν στους δρόμους σαν «αντεπαναστάτες». Η ανάγκη για να αποκατασταθεί η τάξη ήταν πολύ μεγαλύτερη από την ανάγκη να ξεκαθαρίσει ο Μάο τους αντιπάλους του μέσα στην άρχουσα τάξη.

Όμως, η τάξη άργησε πολύ να αποκατασταθεί. Για μια μειοψηφία φοιτητών και εργατών η απογοήτευση από τον Μάο σήμανε στροφή τους προς τα αριστερά. Τουλάχιστον μια από αυτές τις ομάδες, η Σενγκ Βου Λιεν, ανάπτυξε μια επαναστατική μαρξιστική ανάλυση για την Κίνα. Το πρόβλημα δεν ήταν θέμα προσώπων αλλά η ύπαρξη μιας «κόκκινης καπιταλιστικής τάξης». Το Μανιφέστο της «Πού βαδίζει η Κίνα;» κυκλοφόρησε στις 12 Γενάρη του 1968. Ανάμεσα σε άλλα έγραφε:

«Στον αγώνα για την κατάληψη της εξουσίας πρέπει να εφαρμοστεί η μαρξιστική αρχή του τσακίσματος της παλιάς κρατικής μηχανής. Το σύστημα της εκμετάλλευσης και της γραφειοκρατίας πρέπει να διαλυθεί ολοκληρωτικά… Η πραγματική επανάσταση δεν έχει αρχίσει ακόμα… Το προλεταριάτο μπορεί να χάσει σε αυτή την επανάσταση μόνο τις αλυσίδες του, αλλά μπορεί να κερδίσει τον κόσμο ολόκληρο. Η Κίνα του αύριο να είναι ο κόσμος της Κομμούνας».

Η τελική απάντηση του Μάο ήταν η κλιμάκωση της καταστολής. Από το τέλος του 1968 οι ερυθροφρουροί στέλνονταν μαζικά εξορία. Η τυπική δικαιολογία ήταν ότι στέλνονται εκεί για διαπαιδαγώγηση μαζί με τους αγρότες. Η Πολιτιστική Επανάσταση έληξε (αν και επίσημα κηρύχθηκε το τέλος της το 1977).

Τα χρόνια που ακολούθησαν η άρχουσα τάξη στην Κίνα βρέθηκε αντιμέτωπη με δυο προβλήματα. Το ένα ήταν να ξαναχτίσει το κόμμα και την κρατική μηχανή. Το δεύτερο, η οικονομία. Το πρώτο το έλύσε, το δεύτερο όχι. Ο θάνατος του Μάο τον Σεπτέμβρη του 1976 άνοιξε μια περίοδο συγκρούσεων στην ηγεσία του ΚΚΚ που κατέληξε στη νίκη της μερίδας που υποστήριζε την στροφή στην αγορά και το άνοιγμα στον δυτικό και τον γιαπωνέζικο καπιταλισμό.  Όμως, η στροφή από τον κρατικό καπιταλισμό στον καπιταλισμό της αγοράς, όχι μόνο δεν έλυσε τα προβλήματα για τους εργάτες, τους αγρότες και τη νεολαία, αλλά τα βάθυνε. Η νέα έκρηξη ήλθε με την εξέγερση της πλατείας Τιεν Ανμεν το 1989. Η επόμενη είναι μπροστά μας.