Βιβλιοκριτική
Το δίκιο είναι ζόρικο πολύ

Εξώφυλλο του τευχους 84

Η αληθινή ιστορία

 

Στον τόπο καταγωγής της, τα Χανιά, επιστρέφει η Μάρω Δούκα με το νέο της μυθιστόρημα, «Το δίκιο είναι ζόρικο πολύ», χρησιμοποιώντας και πάλι ως βάση της αφήγησής της την ιστορία, που μοιάζει να είναι αγαπημένη ενασχόληση για την ίδια. Έτσι, ενώ στο προηγούμενο μυθιστόρημά της, το «Αθώοι και φταίχτες», η υπόθεση περιστρεφόταν γύρω από την περίοδο δίωξης των τουρκοκρητικών από την Κρήτη, τώρα το θέμα της είναι η περίοδος της κατοχής στην Κρήτη και ιδίως στα Χανιά, καθώς και οι λόγοι παραμονής των Γερμανών στην περιοχή ως τον Ιούλη του ’45, αρκετούς μήνες μετά την αποχώρησή τους από την Αθήνα και δύο μήνες μετά την πτώση του Βερολίνου! Ασχολείται, δηλαδή, μ’ ένα θέμα πιο σύγχρονο από πολλές απόψεις, αφού και πιο κοντινό ιστορικά είναι αλλά κυρίως γιατί πολλοί από τους πρωταγωνιστές του ζουν και «μεγαλουργούν» ακόμα.

 

Μια εγγονή, φοιτήτρια στην Αθήνα, που επιστρέφει στα Χανιά, για να ξεφύγει από μια οδυνηρή εμπειρία που έζησε, κι ένας κατάκοιτος παππούς, μέλος του εφεδρικού ΕΛΑΣ την περίοδο της κατοχής, είναι τα βασικά πρόσωπα της ιστορίας. Στα χέρια της εγγονής πέφτουν τα χειρόγραφα του παππού, όπου έχει καταγράψει τις εμπειρίες του και την άποψή του για τα γεγονότα της περιόδου ’41-’45 στα Χανιά κι από εκεί ξετυλίγεται το κουβάρι της μυθοπλασίας, αλλά κυρίως της ιστορίας. Ένας Γερμανός φίλος, με τον οποίο συνομιλεί η αφηγήτρια, γίνεται ο αποδέκτης της κριτικής της για τις θηριωδίες των Γερμανών.

Το βασικό πλεονέκτημα της Δούκα δεν είναι απλώς η μελέτη της ιστορίας, αλλά το γεγονός ότι είναι αυστηρή κριτής των γεγονότων και των ανθρώπων όποιοι κι αν είναι αυτοί, όσο «ιεροί» κι αν θεωρούνται από την επίσημη ιστορία. Έτσι, δεν ξεφεύγει από την κριτική της ούτε ο Βενιζέλος, ούτε η επίσημη Εκκλησία της Κρήτης και ο βρώμικος ρόλος των εκπροσώπων της κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, ούτε οι Βρετανοί «σύμμαχοί» μας, που αν και γνώριζαν για την επικείμενη επίθεση των Γερμανών στην Κρήτη την άφησαν να εξελιχθεί, ούτε βέβαια η περίφημη οργάνωση ΕΟΚ (Εθνική Οργάνωση Κρήτης) με «ιδεολογικούς στυλοβάτες» τους Μητσοτάκη και Μποτωνάκη, οι οποίοι πλασάρονταν ως αντιστασιακή οργάνωση, για να μην αφήσουν το ΕΑΜ ανεξέλεγκτο να μονοπωλεί τον αντιστασιακό αγώνα, ενώ παράλληλα είχαν την αμέριστη στήριξη των Βρετανών.

Από την κριτική της, όμως, δεν ξεφεύγει ούτε η ηγεσία του ΕΑΜ, η οποία δέχεται να υπογράψει τη συμφωνία του Θερίσου. Σύμφωνα μ’ αυτήν οι δύο οργανώσεις (ΕΑΜ και ΕΟΚ) θα βρίσκονταν σε συνεννόηση και συνεργασία. Και αυτά την ώρα που στην υπόλοιπη Ελλάδα έχουν αρχίσει οι συγκρούσεις ΕΛΑΣ-ΕΔΕΣ. Κι όλα, βέβαια, με την παρότρυνση των Βρετανών, που υπολόγιζαν να γίνει η Κρήτη μέλος της Κοινοπολιτείας. Ήδη, λοιπόν, από το Φλεβάρη του ’44 μεθοδεύουν τη διάλυση του ΕΛΑΣ, ενώ παράλληλα προσπαθούν να στρατολογήσουν κόσμο στην ΕΟΚ και προωθούν τα σαμποτάζ ως τρόπο αντίστασης, για να αποφύγουν τη λαϊκή συμμετοχή. Το ίδιο ενδιαφέρον για το νησί δείχνουν και οι Αμερικανοί, που τον Ιούνη του ’44 στέλνουν αντιπροσωπεία ως προπομπό του σχεδίου Τρούμαν. Εντωμεταξύ το Μάη του ’44 οι Γερμανοί συλλαμβάνουν τους Εβραίους της πόλης, επιβιβάζουν σε πλοίο, το οποίο τελικά βυθίζουν οι Βρετανοί μεσοπέλαγα, σκορπίζοντας το θάνατο σε όλους τους Εβραίους των Χανίων, καθώς και σε αιχμαλώτους Εαμοελασίτες που μεταφέρονταν από τις φυλακές της Αγιάς στην Αθήνα κι από κει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Παράλληλα, όλο το καλοκαίρι του ’44 εντείνεται η αντικομμουνιστική προπαγάνδα στα Χανιά με λασπολογίες και εκτελέσεις αγωνιστών, οι οποίες πολλαπλασιάζονται όσο πλησιάζει το φθινόπωρο και η ώρα της αποχώρησης των Γερμανών από την Ελλάδα. Κύριο όργανο ενάντια στους αγωνιστές είναι η εφημερίδα «Παρατηρητής», που εκφράζει τους εθνικόφρονες της πόλης, με φιλοναζιστικές απόψεις. Σημειωτέον ότι η εν λόγω εφημερίδα εξακολουθεί να κυκλοφορεί στην πόλη ως όργανο της «Χρυσής Αυγής». Τον Αύγουστο του ’44 οι Γερμανοί εκκενώνουν την ανατολική Κρήτη και συγκεντρώνονται στη δυτική, ενώ οι «σύμμαχοι» από το Κάιρο συνιστούν ψυχραιμία, όχι εξεγέρσεις μέχρι να δοθεί το σύνθημα. Ταυτόχρονα, οι εθνικόφρονες της πόλης προμηθεύονται όπλα από τους Γερμανούς, για να αντιμετωπίσουν τους κομμουνιστές. Την ίδια περίοδο ο «αντιστασιακός» Μητσοτάκης ζητά και πετυχαίνει τον όρο να μη χτυπά το ΕΑΜ τις δυνάμεις κατοχής, παρά μόνο με την έγκριση της ΕΟΚ.

Στις 11/10/44 εκκενώνεται το Ηράκλειο από τους Γερμανούς, αλλά όχι και τα Χανιά, όπου ξεκινά ένας κατοχικός χειμώνας με πείνα, κακουχίες και μαυραγορίτες να πλουτίζουν. Παρόλ’ αυτά, μόνη έγνοια του Μητσοτάκη είναι πώς θα αποφύγει την είσοδο του ΕΛΑΣ στην πόλη, όταν φύγουν οι Γερμανοί. Ο αποδεκατισμός του ΕΛΑΣ, λοιπόν, είναι βολικός γι’ αυτόν. Και γι’ αυτό το λόγο η ΕΟΚ μένει αμέτοχη στη μεγάλη μάχη των Κεραμειών, όπου ο ΕΛΑΣ αντιμετωπίζει τους Γερμανούς. Παράλληλα, όμως, έχει κι η ηγεσία του ΕΑΜ τις ευθύνες της, αφού το Δεκέμβρη του ’44, όταν η Αθήνα συγκλονιζόταν από τα Δεκεμβριανά, στην Κρήτη το ΕΑΜ τηρούσε στάση αναμονής και άφηνε την πρωτοβουλία για απόφαση στους Άγγλους.

Όλ’ αυτά, δίνουν τη δυνατότητα στους Γερμανούς να μείνουν στα Χανιά ως τον Ιούλη του ’45, αν και σα σκιά του εαυτού τους, αφού η Γερμανία έχει υπογράψει ανακωχή με τους συμμάχους ήδη από το Μάη του ’45. Περισσότερο, όμως, δίνουν το χρόνο στους Άγγλους και στους εθνικόφρονες «πατριώτες» να καταλάβουν τις νευραλγικές θέσεις στη διοίκηση, ιδίως μετά την υπογραφή της συνθήκης της Βάρκιζας, που για την Κρήτη επιβεβαιώθηκε με τη συνθήκη του Φρε και η οποία προέβλεπε αφοπλισμό του ΕΛΑΣ αλλά όχι και της ΕΟΚ.

Παρά τις εξαιρετικές περιγραφές, η απλότητα του μύθου και η τεχνική του αφηγημένου λόγου σου δίνουν την αίσθηση ότι η Δούκα βιάζεται να προσπεράσει ό,τι θεωρεί ασήμαντο για να φτάσει στην ουσία, δηλαδή την πραγματική ιστορία της περιόδου. Και πράγματι το έργο διακρίνεται από ιστορική ακρίβεια, αφού εμφανώς η συγγραφέας έχει μελετήσει μια σειρά από ιστορικές πηγές, πολλές από τις οποίες απαριθμούνται στο έργο. Μπορεί σε ορισμένα σημεία να κουράζει, ιδίως τον αναγνώστη που δεν έχει άμεση γνώση της περιοχής και των ανθρώπων, με την πληθώρα ονομάτων και τοπωνυμίων που παρατίθενται. Όμως είναι ένα βιβλίο που αξίζει να διαβάσουμε, όχι μόνο γιατί αναφέρεται σ’ ένα άγνωστο κομμάτι της ιστορίας, αλλά κυρίως γιατί παρά τα ξεπουλήματα του ΚΚΕ και την τελική επικράτηση των φιλοκατοχικών και άδικων, η Δούκα μας προτρέπει να διεκδικήσουμε το δίκιο, ακόμα κι αν «είναι ζόρικο πολύ». Και νομίζω πως στην περίοδο που ζούμε δεν έχουμε παρά να συμφωνήσουμε μαζί της.

Μάρω Δούκα, Τιμή 21,70€, 567 σελίδες, Εκδόσεις Πατάκη