Άνισο αποτέλεσμα
Το βιβλίο, που κυκλοφόρησε στα τέλη της περασμένης χρονιάς, έχοντας ως αφετηρία το ότι «η Οκτωβριανή επανάσταση υπήρξε ένα ορόσημο του 20ου αιώνα», βάζει στόχο του να δώσει απαντήσεις σε μια σειρά «καίρια ερωτήματα», όπως γράφει και ο επιμελητής της έκδοσης στον πρόλογό του: «Ποιοι παράγοντες επέτρεψαν στους Μπολσεβίκους να καθοδηγήσουν με επάρκεια την επανάσταση; Ήταν αναπόφευκτος ο μετέπειτα εκφυλισμός και αποτελεί άραγε αποτέλεσμα του μπολσεβικισμού και διάψευση της μαρξιστικής θεωρίας; Τι από τις θετικές δυνατότητες του Οκτώβρη υλοποιήθηκε και ποιες εναλλακτικές δυνατότητες υπήρχαν ώστε να αποφευχθεί η αρνητική έκβαση;».
Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που παρουσιάζει η συγκεκριμένη έκδοση έγκειται κύρια στο ότι αποτελείται από μια συλλογή κειμένων πολλών συγγραφέων που από διαφορετικές – και μερικές φορές αντιθετικές – οπτικές γωνίες επιχειρούν να παρουσιάσουν ξεχωριστές πλευρές της Οκτωβριανής Επανάστασης, των κατακτήσεών της και των προσώπων που έπαιξαν σημαντικό ρόλο σε αυτήν, αλλά και πλευρές του σταλινικού καθεστώτος που την ακολούθησε.
Η επιλογή των κειμένων και των συγγραφέων τους, αλλά και η άποψη του ίδιου του επιμελητή, τάσσεται εξ αρχής με την αντίληψη ότι ο σταλινισμός ΔΕΝ ήταν συνέχεια του μπολσεβικισμού. Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη: στο πρώτο παρουσιάζονται κείμενα μπολσεβίκων ηγετών της περιόδου 1917-24, όπως του Μπουχάριν, του Τρότσκι, του Ζινόβιεφ, του Κάμενεφ, του Λουνατσάρσκι, του Ράντεκ. Είναι εντυπωσιακό ότι το στοιχείο που διαπερνά τα περισσότερα από αυτά είναι ο διεθνής χαρακτήρας της ρώσικης επανάστασης. Όχι μόνο – όπως θα περίμενε ο αναγνώστης – στα τέσσερα κείμενα του Τρότσκι, αλλά και στα άρθρα του Μπουχάριν («μια διαρκής νίκη του προλεταριάτου είναι αδιανόητη χωρίς την υποστήριξη του δυτικο-ευρωπαϊκού προλεταριάτου...») και των άλλων μπολσεβίκων. Επίσης, μια διαπίστωση που δύσκολα χάνει κανείς διαβάζοντας το πρώτο μέρος του βιβλίου, είναι ότι αν και τα κείμενα είναι γραμμένα σε πολύ δύσκολες συνθήκες και παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις που έχουν οι συγγραφείς, όλα κινούνται πάνω στις βασικές κατευθύνσεις που χάραξε ο Οκτώβρης – διεθνισμός, εξουσία των εργατών, πανηγύρι των καταπιεσμένων. Κατά τη γνώμη μου, ιδιαίτερη προσοχή αξίζει να δώσει κανείς στην εισήγηση του Τρότσκι για τη βιομηχανία στο 12ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος το 1923. Σε αυτήν ο Τρότσκι εξηγεί βήμα το βήμα με ποιο τρόπο θα πρέπει να ξεπεραστεί βαθμιαία η ΝΕΠ στην κατεύθυνση μιας προσεκτικά σχεδιασμένης εκβιομηχάνισης που θα ενισχύει τη θέση της εργατικής τάξης και χωρίς να έλθει το εργατικό κράτος σε μια μετωπική σύγκρουση με την αγροτιά. Σε αυτό το κείμενο αναγνωρίζει κανείς το χάος που χωρίζει μια τέτοια προσέγγιση από τη ραγδαία εκβιομηχάνιση και τη βίαιη κολεκτιβοποίηση που επέβαλε το σταλινικό καθεστώς στα τέλη της δεκαετίας του '20 και οδήγησε εκατομμύρια εργάτες κι αγρότες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και στο θάνατο.
Το δεύτερο μέρος του βιβλίου παρουσιάζει μαρτυρίες και αναλύσεις που γράφτηκαν – όχι μόνο από μαρξιστές – από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του '20 μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Ανάμεσα τους ξεχωρίζουν: το κείμενο του βρετανού ριζοσπάστη ιστορικού Ε. Χ. Καρ για τα προβλήματα καθυστέρησης που είχε αρχίσει να αντιμετωπίζει η ρώσικη οικονομία την εποχή του θανάτου του Στάλιν σε συνδυασμό με τις εναλλακτικές προτάσεις που είχαν καταθέσει ο Μπουχάριν και ο Τρότσκι (παίρνοντας θέση κατά του πρώτου)· του Άλμπερτ Αϊνστάιν που υπερασπίζεται τη σχεδιασμένη οικονομία απέναντι στην καπιταλιστική αγορά, επισημαίνοντας ταυτόχρονα τον κίνδυνο της γραφειοκρατίας· της αμερικανίδας δημοσιογράφου και φίλης του Τζον Ριντ, Μπέσι Μπέτι, που σκιαγραφώντας την Αλεξάνδρα Κολοντάι, δίνει μια εικόνα της θέσης των γυναικών και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν στη Ρωσία ακόμα και μετά την επανάσταση· του ισπανού κομμουνιστή Φ. Κλαουντίν που εκθειάζει την αντίληψη του Τρότσκι για το ενιαίο μέτωπο που θα μπορούσε να αποτρέψει την επικράτηση του ναζισμού στη Γερμανία και αναλύει το πώς το ΚΚ Ισπανίας με εντολές του Στάλιν «έγινε ουρά των φιλελεύθερων αστικών δυνάμεων» και πρόδωσε την επανάσταση. Πολύ ενδιαφέρον, ακριβώς επειδή προέρχεται μέσα από τα σπλάχνα της ίδιας της γραφειοκρατίας, είναι το κείμενο του μετέπειτα γραμματέα του ΚΚΣΕ, του Ν. Χρουστσόφ. Αν και για προφανείς λόγους διακρίνεται από επιδερμική και εντελώς προσωπικού τύπου κριτική στον Στάλιν, αποκαλύπτει όχι μόνο τον τερατώδη ρόλο του στις εκκαθαρίσεις όλων των παλιών μπολσεβίκων τη δεκαετία του '30, αλλά και διαλύει το μύθο του «μεγάλου ηγέτη» στη διάρκεια του πολέμου ενάντια στην γερμανική εισβολή παρουσιάζοντας τον Στάλιν ως «πανικοβλημένο και εντελώς απροετοίμαστο» να αντιμετωπίσει την επίθεση.
Το τρίτο και τελευταίο μέρος του βιβλίου περιέχει κείμενα που γράφτηκαν μετά το 1989 και είναι το πιο αδύναμο. Τρία είναι τα κείμενα που ξεχωρίζουν: η καταπληκτική ανάλυση της Άννα Τσεν για τον Αϊζενστάιν και τις ταινίες του (μεταφρασμένη από το περιοδικό International Socialism), το άρθρο της Έλλης Παππά για Το Λουτρό, το τελευταίο θεατρικό έργο του Μαγιακόφσκι, και η βασισμένη σε πρόσφατα στοιχεία αποκαλυπτική έρευνα του Ο. Πασχαλινά για το λιμό που κτύπησε το 1932-33 τη Ρωσία ως συνέπεια της βίαιης κολεκτιβοποίησης και έστειλε στο θάνατο εκατομμύρια αγρότες. Το κείμενο του Γ. Τόλιου που επιχειρεί να εξηγήσει τις «Οικονομικές αιτίες κατάρρευσης του “υπαρκτού σοσιαλισμού” στην ΕΣΣΔ», ενώ κάνει τις πραγματικές διαπιστώσεις για τη στασιμότητα της ρωσικής οικονομίας, καταλήγει να υπερασπίζεται τις μεταρρυθμίσεις του Γκορμπατσόφ ως σοσιαλιστική διέξοδο από την κρίση.
Δυστυχώς, παρά τα αρκετά καλά κείμενα που υπάρχουν, το βιβλίο ως σύνολο χαρακτηρίζεται από αποσπασματικότητα και απέχει πολύ από να πετύχει αυτό που διεκδικεί: να δώσει μια συνεκτική, έστω και από διαφορετικές οπτικές γωνίες, απάντηση στα ερωτήματα που θέτει στον πρόλογο ο επιμελητής. Το πρόβλημα δεν βρίσκεται τόσο στις διαφορετικές προσεγγίσεις· αυτές θα μπορούσαν να συνεισφέρουν στη σφαιρικότητα της εικόνας. Το πρόβλημα βρίσκεται στην άποψη του ίδιου του επιμελητή που από το ξεκίνημα έχει φροντίσει να κατευθύνει τον αναγνώστη – πράγμα βέβαια που έχει επηρεάσει και την επιλογή των κειμένων. Σχεδόν όλα τα συμπεράσματα που εξάγει ο Χ. Κεφαλής στη μακροσκελή εισαγωγή του για το πώς εκφυλίστηκε ο Οκτώβρης και τι εναλλακτικές διέξοδοι υπήρχαν, είναι σε λάθος κατεύθυνση και συχνά έρχονται σε αντίθεση και με τα ίδια τα κείμενα που παρατίθενται. Σύμφωνα με την εισαγωγή του επιμελητή «η υπαρκτή σοσιαλιστική δομή [της ΕΣΣΔ] γεννούσε διαρκώς τάσεις που έτειναν να υπερβούν τη σταλινική διαστροφή». Αυτό επιβεβαιώθηκε από «κατοπινά γεγονότα, όπως το 20ο Συνέδριο και η Περεστρόικα». Ο Τρότσκι «δεν προσδιόριζε με ακρίβεια τι μπορούσε να οικοδομηθεί στην ΕΣΣΔ... και... παρέκκλινε σπασμωδικά προς την ακρότητα της ταχείας κολεκτιβοποίησης». Επίσης, ο Τρότσκι επιμένοντας για «την ανάγκη μιας πολιτικής επανάστασης για την ανατροπή της γραφειοκρατίας... παράβλεπε τις δυνατότητες μιας εσωτερικής μεταρρύθμισης του καθεστώτος που φάνηκαν αργότερα με το 20ο συνέδριο και την Περεστρόικα». Διαβάζουμε ακόμα πως ο Τρότσκι κακώς ήρθε «σε αντιπαράθεση με την επιλογή των Λαϊκών Μετώπων» τη δεκαετία του '30 και ότι έτσι «οδήγησε τις τροτσκιστικές ομάδες στην απομόνωση»!
Ύστερα από τα παραπάνω, δεν είναι καθόλου περίεργο γιατί στον ογκώδη αυτό τόμο δεν υπάρχουν καθόλου κείμενα του Τόνι Κλιφ ή άλλων μαρξιστών που, στηριγμένοι στην πρωτοπόρα ανάλυση του Τρότσκι για τον εκφυλισμό της Οκτωβριανής Επανάστασης, ερμηνεύουν τον σταλινισμό με βάση τη θεωρία του κρατικού καπιταλισμού. Είναι κρίμα, γιατί το εγχείρημα μιας συλλογής κειμένων για τον «Οκτώβρη και την εποχή μας», θα έπρεπε να έχει μια καλύτερη τύχη. Προσωπικά προτείνω στους πιθανούς αναγνώστες καλύτερα να αγνοήσουν την εισαγωγή και τα σχόλια του επιμελητή. Τα ίδια τα κείμενα δίνουν μια πολύ πιο καλή εικόνα. Αλλά αν θέλετε μια σφαιρική περιγραφή και ανάλυση προτείνω να διαβάσετε τα δυο βιβλία του Τόνι Κλιφ που πραγματικά απαντούν στα ερωτήματα του προλόγου: το «Κρατικός Καπιταλισμός στη Ρωσία» και την τετράτομη βιογραφία του Λέον Τρότσκι.
Επιμέλεια, πρόλογος, εισαγωγή: Χρήστος Κεφαλής, Τιμή 25€, 599 σελίδες, Εκδόσεις Τόπος