Το σκάνδαλο με τις αγορές "δομημένων" ομολόγων από Ασφαλιστικά Ταμεία έφερε στην επιφάνεια πόσο επείγον είναι να υπάρξει εναλλακτική λύση απέναντι στη Νέα Δημοκρατία. Για όσους διατηρούσαν αμφιβολίες ως προς τα πού οδηγεί το πρόγραμμα "μεταρρυθμίσεων" του Καραμανλή, το σκάνδαλο αυτό είναι αποκαλυπτικό. Τα "δομημένα ομόλογα" είναι η τελευταία λέξη στις διεθνείς χρηματαγορές. Ο "εκσυγχρονισμός" της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας που ξεκίνησε ο Σημίτης και θέλει να επιταχύνει ο Καραμανλής κατάφερε να φέρει αυτή την "τελευταία λέξη" και εδώ. Τα αποτελέσματα τα βλέπουν τα έκπληκτα μάτια χιλιάδων ανθρώπων καθώς εκατομμύρια ευρώ πετάνε από τα Ταμεία των εργαζομένων στα θησαυροφυλάκια των τραπεζιτών και στις ...βαλίτσες των χρηματιστών.
Ποιος μπορεί να αντιμετωπίσει αυτά τα σκάνδαλα; Κατά σύμπτωση, το νέο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ δημοσιοποιήθηκε τη μέρα ακριβώς που ξεκινούσαν οι αποκαλύψεις για τις δραστηριότητες της "Ακρόπολις Χρηματιστηριακή" σε βάρος του Ταμείου των Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΕΑΔΥ).(βλέπε Τα Νέα 2/3/2007). Προφανώς οι συντάκτες του προγράμματος δεν είχαν προβλέψει τις διαστάσεις που θα έπαιρνε το σκάμδαλο. Αλλιώς θα είχαν φροντίσει να αποφύγουν διακηρύξεις όπως:
"Αρωγός στην προσπάθεια αυτή (για την εδραίωση ισχυρών πολυεθνικών Ομίλων ικανών να αναδειχθούν σε εθνικούς και περιφερειακούς πρωταθλητές) οφείλει να σταθεί ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα προσαρμοσμένο στις νέες συνθήκες απελευθέρωσης της κίνησης των κεφαλαίων, ώστε η Ελλάδα να αναδειχθεί σε χρηματοοικονομικό "μυαλό" στην ευρύτερη περιοχή μας. Στο πλαίσιο αυτό θα προχωρήσουμε στην ενιαία εποπτεία των Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων, των Ασφαλιστικών Εταιρειών, του Χρηματι-στηρίου και της κεφαλαιαγοράς και των μη-τραπεζικών χρηματοπιστωτικών θεσμών με βάση τους σύγχρονους κανόνες."
Είναι δυνατόν να συνδιαστούν οι διακηρύξεις για διαφάνεια και πάταξη της διαφθοράς με τον στόχο να γίνει η Ελλάδα ο χρηματοοικονομικός εγκέφαλος της γύρω περιοχής; Τέτοιοι καπιταλιστικοί στόχοι απαιτούν την προσαρμογή στις "συνθήκες απελευθέρωσης της κίνησης κεφαλαίων", δηλαδή στη νεοφιλελεύθερη πολιτική της απελευθέρωσης των αγορών. Γι αυτό, το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ είναι γεμάτο από δεσμεύσεις στις νεοφιλελεύθερες προσαρμογές, έστω και αν προσπαθεί να τις ντύσει με υποσχέσεις για "διαμόρφωση ενός σύγχρονου κοινωνικού κράτους".
Kαπιταλισμός και κερδοσκοπία
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Η κερδοσκοπία, η "σπέκουλα", είναι συνυφασμένη με τον καπιταλισμό. Δεν το λέει ο Μαρξ, το προβάλουν οι Financial Times. Διαβάστε τι έγραφαν στις 5 Απρίλη από αφορμή τις απόπειρες του Σαρκοζί να δημαγωγήσει προεκλογικά:
"Τα σχόλιά του περί χρηματιστικής κερδοσκοπίας είναι ανησυχαστικά -και ίσως επικίνδυνα- λανθασμένα...Με τις επιθέσεις του κατά των hedge funds, o κ.Σαρκοζί προσπαθεί να διαχωρίσει την καταστροφική χρηματιστική κερδοσκοπία από την ενάρετη βιομηχανική επένδυση, λες και ένας τέτοιος διαχωρισμός θα μπορούσε ποτέ να είναι εφικτός... Οι εξαίρετοι χρηματιστές της Γαλλίας θα μπορούσαν να του εξηγήσουν ότι η κερδοσκοπία είναι ο σφυγμός της αγοράς. Καταγγέλοντας την κερδοσκοπία, το μόνο που κάνει είναι να δαιμονοποιεί τον καπιταλισμό".
Αυτή είναι η πιο έγκυρη φωνή του σύγχρονου καπιταλισμού και υπερασπίζεται ασύστολα το δικαίωμα στην κερδοσκοπία ακόμα και απέναντι σε έναν δικό τους πολιτικό όπως ο Σαρκοζί.
Από την εποχή του Μάρξ ακόμα, κανένας καπιταλιστής δεν μπορεί να καρπωθεί την υπεραξία που παράγουν οι εργάτες "του" χωρίς να βγει στην αγορά. Οποιο κι αν είναι το προϊόν που παράγουν, κανένας καπιταλιστής δεν μπορεί να τους πληρώσει σε είδος, ούτε μπορεί να λειτουργήσει κρατώντας το πλεόνασμα σε είδος. Πρέπει να βγει έξω να πουλήσει τα προϊόντα, να αγοράσει πρώτες ύλες, να δανειστεί για να αγοράσει μηχανήματα, με δυο λόγια να αντιμετωπίσει όλα τα ερωτήματα σχετικά με το πού βρίσκονται οι τιμές για τα προϊόντα του και τις πρώτες ύλες του και τα επιτόκια τόσο για τα δάνεια όσα και για τις καταθέσεις του. Οι αποφάσεις του για το πότε πουλάει, πότε αγοράζει, πότε καταθέτει και πότε δανείζεται δεν ακολουθούν αυτόματα τους ρυθμούς της παραγωγής. Αντίθετα περιέχουν πάντα το στοιχείο της κερδοσκοπίας, έχουν πάντα χαρακτήρα στοιχήματος για το αν θα ανέβουν ή θα πέσουν οι τιμές και τα επιτόκια.
Αν αυτά ήταν αποφάσεις του ατομικού επιχειρηματία πριν από 150-200 χρόνια, στον 20ο αιώνα των μεγάλων μονοπωλιακών επιχειρήσεων και των πολυεθνικών ο υπολογισμός του ρίσκου -δηλαδή ο υπολογισμός των πιθανοτήτων για την άνοδο ή την πτώση τιμών και επιτοκίων- έγινε ολόκληρη επιστήμη. Και οι δυνατότητες για στοιχήματα πάνω στις κινήσεις των μετοχών, των συναλλαγματικών ισοτιμιών και κάθε είδους δείκτη των Χρηματιστηρίων και των αγορών πήραν θηριώδεις διαστάσεις.
Ιστορικά, τα φαινόμενα αυτά κορυφώθηκαν στη δεκαετία του 1920, μέχρι το Κραχ του 1929 και την τεράστια κρίση του Μεσοπολέμου. Ακολούθησαν χρόνια κρατικού παρεμβατισμού και περιορισμών στις κινήσεις κεφαλαίων και στην κερδοσκοπία μέχρι περίπου τα τέλη της δεκαετίας του 1970. Μετά από το τότε κύμα κρίσεων όμως, αρχισε η επέλαση του νεοφιλελευθερισμού που κατεδάφισε εκείνους τους περιορισμούς. Οι «φούσκες» του Μεσοπολέμου ωχριούν μπροστά στις διαστάσεις που έχει πάρει η χρηματιστική κερδοσκοπία στο τέλος του 20ου και στις αρχές του 21ου αιώνα. Μια σειρά παράγοντες συντελούν προς αυτή την κατεύθυνση.
Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι σήμερα οι «παίκτες» είναι τεράστιοι. Είναι και οι διαστάσεις του "γηπέδου" που έχουν επεκταθεί. Οι περιορισμοί στην ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων έχουν ισοπεδωθεί ύστερα από τόσα χρόνια κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού σε όλες τις χώρες. Δίπλα στις μεγάλες τράπεζες, οι χρηματιστικοί βραχίονες των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων κινητοποιούν κολοσιαία ρευστά διαθέσιμα, αναζητώντας τη μάξιμουμ απόδοση μέσα από τα πιο πολύπλοκα στοιχήματα από τη μια άκρη του κόσμου ως την άλλη. Ειδικές πολυεθνικές επιχειρήσεις διαχείρισης του ρίσκου (τα λεγόμενα hedge funds) ασχολούνται αποκλειστικά με αυτή την κερδοσκοπία. Και όλα αυτά τα χαρακτηριστικά γιγαντώνονται από τη διεθνή συγκυρία του παγκόσμιου καπιταλισμού τα τελευταία χρόνια.
Μετά τους πανικούς του 1998, τότε που κατέρρευσαν η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ επέβαλε μια πολιτική χαμηλών επιτοκίων για να συντηρήσει τους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης με φτηνό χρήμα. Με τη συνεργασία και της Κίνας, που συγκεντρώνει χάρη στις εξαγωγές της τεράστια αποθεματικά σε δολάρια τα οποία επενδύει σε αμερικάνικα ομόλογα, αυτή η πολιτική κράτησε την παγκόσμια οικονομία μακρυά από την ύφεση, παρά τους κλυδωνισμούς του 1998 και του 2001. Ταυτόχρονα όμως, το φθηνό χρήμα έφερε τεράστια επέκταση του δανεισμού και άφθονο "ζεστό αέρα" για όλων των ειδών τις φούσκες της κερδοσκοπίας - στην αγορά ακινήτων στις ΗΠΑ, στα Χρηματιστήρια Πρώτων Υλών (με το πετρέλαιο, το χαλκό, τη σόγια, το χρυσό σε ύψη ρεκόρ), στη λεγόμενη δευτερογενή αγορά ομολόγων, με κάθε είδους "παράγωγα" χρηματοοικονομικά προϊόντα.
Αντί για τις κλασικές τοποθετήσεις των ρευστών διαθεσίμων και αποθεματικών σε καταθέσεις ή ομόλογα με σταθερό επιτόκιο, άρχισε να κυριαρχεί η τοποθέτηση σε "δομημένα" ομόλογα που στηρίζονται σε πολύπλοκα στοιχήματα για το τι απόδοση θα έχουν. Σύμφωνα με τους Financial Times, "η αγορά παραγώγων έχει φτάσει πια σε μέγεθος μεγαλύτερο από την παραδοσιακή αγορά με βάση το ρευστό". Τα Ασφαλιστικά Ταμεία, που είναι διεθνώς από του ς μεγαλύτερους επενδυτές στην αγορά διαχείρισης αποθεματικών σταθερού εισοδήματος, αντιμετωπίζουν τεράστιες πιέσεις να στραφούν στα νέα "παράγωγα", "δομημένα" χρηματοοικονομικά προϊόντα.
Αυτή είναι η δίνη που τράβηξε μέσα της τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους και ένα πλήθος Ασφαλιστικά Ταμεία στην Ελλάδα προς μεγάλη χαρά των μικρών και μεγάλων Πρινιωτάκηδων και των πολιτικών φίλων τους. Στη δύναμη αυτών των αγορών υποκλίνονται ο Καραμανλής και οι υπουργοί του. Απότοκα αυτής της μεγάλης κερδοσκοπίας είναι τα σκάνδαλα με τους "γαλάζιους" χρηματιστές και τις αρπαχτές τους.
Εδώ είναι το σημείο που αναδεικνύονται οι μεγάλες προγραμματικές επιλογές. Το νέο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ μπορεί να αποδοκιμάζει τις σκανδαλώδεις πρακτικές της ΝΔ, αλλά αρνείται να ξεμυτίσει έστω και ένα βήμα μακριά από τις επιλογές του νεοφιλελευθερισμού.
Eπιθετικοί στόχοι
Είδαμε ήδη τι λέει για τη φιλοδοξία να γίνει η Ελλάδα χρηματοοικονομικός εγκέφαλος της περιοχής. Αντίστοιχοι είναι οι στόχοι και σε άλλους τομείς. Συνολικά εκτιμάει ότι "οι περιοχές της Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής και του Ευξείνου αποτελούν στρατηγικής σημασίας πεδία για την ενίσχυση της παρουσίας της χώρας μας". Και σε άλλο σημείο προσθέτει "Θέλουμε η Ελλάδα και οι επιχειρήσεις της να έχουν μεγαλύτερο μερίδιο στις παγκόσμιες, ευρωπαϊκές και περιφερειακές αγορές."
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια βλέπει τη ΔΕΗ παραδείγματος χάρη "να είναι μοχλός ανάπτυξης... οικοδομώντας στρατηγικές συμμαχίες για την επέκτασή της στις γειτονικές χώρες με εξαγορές ορυχείων και μονάδων και συμμετοχή σε μεγάλα ενεργειακά έργα". Και βέβαια "δεσμευόμαστε να στηρίξουμε τον παγκόσμιο πρωταθλητιμό της ελληνικής ποντοπόρου ναυτιλίας, επιδιώκοντας τη μέγιστη δυνατή συμβολή της στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας".
Mε απλά λόγια, τα “φυσικά μονοπώλια” θα τα λυμαίνονται ελεύθερα ιδιωτικές εταιρείες “παροχής υπηρεσιών”.
Μετά από τόσες δεσμεύσεις στους επιθετικούς στόχους του ελληνικού καπιταλισμού, είναι επόμενο να ακολουθούν δεσμεύσεις που υπηρετούν αυτούς τους στόχους με όλες τις κλασικές πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού.
"Οι ιδιωτικοποιήσεις, μετοχοποιήσεις και οι ποικίλες μορφές συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα δεν αποτελούν αυτοσκοπό αλλά μέσο εφόσον υπάρχουν οφέλη που διαχέονται στους φορολογούμενους και στους καταναλωτές....Στις υποδομές και τα δίκτυα εφόσον αποτελούν "φυσικά μονοπώλια" (λιμάνια, αεροδρόμια, σιδηροδρομικές γραμμές, ενεργειακά δίκτυα, σταθερές δικτυακές υποδομές των τηλεπικοινωνιών) το δημόσιο θα διατηρήσει το ρυθμιστικό του ρόλο, ενώ θα απελευθερώσει στον ανταγωνισμό τις υπερκείμενες επιχειρήσεις προσφοράς υπηρεσιών, είτε αυτές προέρχονται από το δημόσιο είτε από τον ιδιωτικό τομέα..."
Μετά από όλα αυτά, τι απομένει από τις "δεσμεύσεις" του Γ.Παπανδρέου για "κοινωνικό κράτος";
"Μέσα στην πρώτη τετραετία, το ΠΑΣΟΚ θα διπλασιάσει τον αριθμό των παιδικών σταθμών". Με ποιον τρόπο; "Θα ενθαρρύνουμε την εταιρική κοινωνική ευθύνη για τη δημιουργία ιδιωτικών δομών προσχολικής φροντίδας και εκπαίδευσης κινητοποιώντας τις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις (καθιερώνοντας έκπτωση των σχετικών δαπανών από το φόρο ή τα κέρδη τους)." Φοροαπαλλαγές για τις επιχειρήσεις για να αποκτήσουν "εταιρική κοινωνική ευθύνη"! Η ίδια υπόσχεση για φοροαπαλλαγές επαναλαμβάνεται και σε άλλη ενότητα του προγράμματος με στόχο την αύξηση των επενδύσεων.
Τα ίδια και χειρότερα στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης. Ο κανονισμός για τα Βαρέα και Ανθυγιεινά θα αναμορφωθεί ώστε "να αποτυπώνει τις πραγματικές σημερινές συνθήκες εργασίας μέσα από επιστημονική τεκμηρίωση." Δηλαδή; Θα μπουν στα ΒΑΕ οι κλάδοι που το διεκδικούν ή αντίθετα θα διαγραφούν μια σειρά παραδοσιακοί κλάδοι; Οσο για το καφτό θέμα της διαχείρισης των Ταμείων "δημιουργούμε το Εθνικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης, ένα "συλλογικό πορτοφόλι" που θα επενδύει στις αγορές με τη στρατηγική και την τακτική των διαχειριστών αμοιβαίων κεφαλαίων εγγυημένης απόδοσης... Στο Εθνικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης θα εισρέουν έσοδα από την αξιοποίηση της Δημόσιας ακίνητης περιουσίας, τις μετοχοποιήσεις Δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών και άλλες πηγές". Προφανώς αυτό είναι γραμμένο πριν από την αποκάλυψη του σκάνδαλου με τα "δομημένα" ομόλογα. Αλλά δεν πήραν υπόψη τους ούτε τα διεθνή σκάνδαλα που είχαν προηγηθεί. Στη Βολιβία ένα τέτοιο "Κεφάλαιο Αλληλεγγύης" με λεφτά μετοχοποιήσεων είχε φτιάξει ο προηγούμενος Πρόεδρος, αυτός που έφυγε κυνηγημένος με ελικόπτερο από το περικυκλωμένο με διαδηλωτές Προεδρικό Μέγαρο!
Ο κατάλογος με τα νεοφιλελεύθερα ατοπήματα που προσπαθούν να μασκαρευτούν σε "κοινωνική πολιτική" μοιάζει ατελείωτος. Για τους αγρότες παραδείγματος χάρη, το ΠΑΣΟΚ υπόσχεται ότι "το διοικητικό κόστος για τη διανομή και τις πληρωμές των δικαιωμάτων της νέας ΚΑΠ θα βαρύνει αποκλειστικά το κράτος και όχι τους αγρότες." Ετσι ο αγροτικός κόσμος μπορεί να κοιμάται ήσυχος. Το κοινωνικό κόστος της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της ΕΕ θα πέσει στις πλάτες του, αλλά το ΠΑΣΟΚ θα φροντίσει για το διοικητικό κόστος αυτής της "μεταρρύθμισης".
Ισως το πιο χαρακτηριστικό κομμάτι του προγράμματος είναι αυτό που αναφέρεται στην Παιδεία, εκεί όπου η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, κάτω από την πίεση του κινήματος, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη συναίνεση με τη ΝΔ για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Η στροφή αυτή αποδεικνύεται καθαρά τακτική, καθώς το πρόγραμμα επαναλαμβάνει όλες τις ιδέες σύνδεσης της Παιδείας με τις επιχειρήσεις σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
"Το επιχειρείν, η καινοτομία, η πρωτοβουλία και η ανάληψη εύλογων επιχειρηματικών κινδύνων είναι οργανικά στοιχεία της νέας αναπτυξιακής κουλτούρας που χρειάζεται η χώρα. Γι αυτό και είναι ανάγκη να ενταχθεί παραγωγικά η διάσταση της επιχειρηματικότητας στη διδασκαλία της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης." Αυτά αναφέρονται στο κεφάλαιο Ισχυρές Επιχειρήσεις στην Παγκόσμια Οικονομία. Το κεφάλαιο Γνώση για Ολους συμπληρώνει:
"Θέλουμε τα πανεπιστήμια να μπορούν να ανταγωνιστούν δημιουργικά για να εξασφαλίσουν οικονομικούς πόρους για προγράμματα έρευνας, να συνεργαστούν με επιχειρήσεις. Δεσμευόμαστε στην αύξηση της δημόσιας χρηματοδότησης της έρευνας, στην ενθάρρυνση της ιδιωτικής χρηματοδότησης της έρευνας μέσα από το φορολογικό σύστημα." Ξανά φοροαπαλλαγές για τις επιχειρήσεις λοιπόν, για να απλώσουν την κοινωνική ευαισθησία τους από τους παιδικούς σταθμούς μέχρι τα ερευνητικά προγράμματα των πανεπιστημίων.
Δεν είναι περίεργο επομένως, ότι η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε να πείσει τους συνέδρους στην επανίδρυση της Νεολαίας του, παρά τις μεθοδεύσεις από ένα τόσο έμπειρο στα οργανωτικά στέλεχος όπως ο Σκανδαλίδης. Οι συμβιβασμοί που πρότεινε απορρίφθηκαν και οι σύνεδροι επέβαλαν ψήφισμα ενάντια στα "μη-κρατικά" πανεπιστήμια.
Η ανταρσία στο Συνέδριο της Νεολαίας είναι προάγγελος για το μέλλον του νέου προγράμματος του ΠΑΣΟΚ. Η νεοφιλελεύθερη ουσία του δεν καταφέρνει να συγκαλυφθεί πίσω από τις διακηρύξεις για μια "δίκαιη κοινωνία" και τις υποσχέσεις για 950 ευρώ σύνταξη στο ζευγάρι αγροτών και 1000 ευρώ για κάθε φτωχό νεογέννητο παιδί.
Το πραγματικό ζήτημα που προκύπτει είναι ποιον προσανατολισμό θα πάρουν αυτές οι ανταρσίες, τι εναλλακτική προοπτική θα ανοίξει η Αριστερά. Ο νεοφιλελευθερισμός έχει γίνει βρόμικη λέξη στα μυαλά χιλιάδων ανθρώπων. Η σύγκρουση μαζί του μπορεί να συσπειρώνει πλειοψηφικά κινήματα, όπως αποδείχθηκε με τις καταλήψεις στην Ελλάδα και την αντίσταση στο Νόμο Πρώτης Απασχόλησης στη Γαλλία. Αλλά το μέλλον αυτών των κινημάτων χρειάζεται μια Αριστερά που προβάλει εναλλακτική λύση. Αλλιώς υπάρχει ο κίνδυνος είτε του κατακερματισμού όπως στη Γαλλία, είτε των εκβιασμών από μια κεντροαριστερή κυβέρνηση όπως στην Ιταλία.
Eργατικός έλεγχος
Είναι ανάγκη λοιπόν, να ανοίξουμε τη συζήτηση για τις γνήσιες απαντήσεις στο νεοφιλελευθερισμό, για τις αντικαπιταλιστικές λύσεις. Το σκάνδαλο με τα «δομημένα» ομόλογα και τα Ασφαλιστικά Ταμεία φέρνει στο προσκήνιο το ερώτημα ποιος ελέγχει αυτόν τον πλούτο. Θα τολμήσει κανένας να μιλήσει για εργατικό έλεγχο; Είναι καιρός να βγει η Αριστερά στο προσκήνιο και να διακηρύξει ότι δεν υπάρχει κανένα άλλο αξιόπιστο αντίδοτο στην καταστροφική κερδοσκοπική μανία του σύγχρονου καπιταλισμού. Αν θέλουμε να είναι πραγματικά αξιόπιστη η διακήρυξη ότι η Παιδεία, η Υγεία, η Κοινωνική Ασφάλιση είναι δημόσια αγαθά και όχι εμπορεύματα, τότε πρέπει να βαδίσουμε σ αυτό το δρόμο. Το δρόμο της σύγκρουσης με τον καπιταλισμό, για να πάρει η εργατική τάξη στα χέρια της τον πλούτο που παράγει.
Προφανώς αυτός ο προσανατολισμός ανοίγει μια πλούσια συζήτηση για τις επιλογές της Αριστερας. Με ποιον τρόπο δηλαδή μπορεί να συνδιάζει την πιο πλατειά συσπείρωση ενάντια στις νεοφιλελεύθερες επιθέσεις με την πιο ξεκάθαρη προοπτική ότι οι εναλλακτικές απαντήσεις βρίσκονται στον αντικαπιταλισμό.
Σήμερα υπάρχει μεγάλη σύγχυση γύρω απο αυτά τα ζητήματα. Στο ένα άκρο υπάρχουν οι υποστηρικτές της άποψης ότι ο αντικαπιταλισμός δεν χωράει στα προγράμματα της Αριστεράς γιατί εμποδίζει την οικοδόμηση πλατειών μετώπων ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό. Πρόκειται για το κλασικό λαθεμένο δίλημμα που παραδοσιακά προβάλουν οι πιο δεξιές πτέρυγες. Το 1936 στη Γαλλία οι καταλήψεις των εργοστασίων θεωρήθηκαν έξω από το πρόγραμμα της Αριστεράς για να μην προβοκαριστούν οι σύμμαχοι της μέσα στην κυβέρνηση του Λαικού Μετώπου. Το αποτέλεσμα ήταν ότι εκείνη η κυβέρνηση που ήρθε μεσα από μια από τις μεγαλύτερες ανατάσεις του κινήματος κατάληξε απλά μια κεντροαριστερή κυβέρνηση. Αυτό που πάντα ξεχνάνε τέτοιες δεξιές απόψεις είναι το ταξικό περιεχόμενο που δίνει δύναμη στο κίνημα. Κλαδεύοντάς το στην πραγματικότητα το αποδυναμώνουν, την ώρα που εμφανίζονται ως θεματοφύλακες της ενότητας.
Τέτοιες απόψεις συνδιάζουν συνήθως και άλλο ένα λάθος. Βλέπουν τις εναλλακτικές λύσεις της Αριστεράς μόνο σε κυβερνητικό επίπεδο, ξεκόβουν τη σύνδεση νεοφιλελευθερισμού και καπιταλισμού και θεωρούν ότι η λύση βρίσκεται απλά και μόνο στην αλλαγή κυβερνητικής πολιτικής. Ετσι μετατρέπουν το Πρόγραμμα της Αριστεράς σε πρόταση κυβερνητικού προγράμματος και περιορίζουν το κίνημα στο ρόλο υποστηρικτή μιας μελλοντικής αντινεοφιλελεύθερης κυβέρνησης. Αυτό οδηγεί κατευθείαν στην αγκαλιά του κάθε Πρόντι.
Η αφετηρία της Αριστεράς πρέπει να βρίσκεται στο άλλο άκρο. Δεν υπάρχουν κυβερνητικές πολιτικές, όσο καλοπροαίρετες κι αν είναι, που να μπορούν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της εργατικής τάξης χωρίς σύγρουση με τους καπιταλιστές έξω από τα θεσμικά πλαίσια των υπουργείων και του κοινοβούλιου. Το μάξιμουμ που μπορεί να επιτύχει μια αριστερή κυβέρνηση αν μείνει πιστή στις υποσχέσεις για φιλεργατικά μέτρα, είναι να προκαλέσει την οργή των καπιταλιστών. Η επίλυση αυτής της σύγκρουσης είναι υπόθεση του κινήματος από τα κάτω, χρησιμοποιώντας τη συλλογική δύναμη των εργατών για να επιβάλει την εργατική εξουσία και τον εργατικό έλεγχο. Αν ξεχάσουμε αυτή την προοπτική, ή ακόμα χειρότερα αν την απομονώσουμε ως "αριστερίστικη", τότε καταστρέφεται όλη η αξιοπιστία των προγραμματικών διακηρύξεων της Αριστεράς. Είναι σαν να φτιάχνουμε πύρινα μανιφέστα που στην πρώτη κρίση θα γυρίσουν οι ίδιοι οι μελλοντικοί υπουργοί να τα κηρύξουν ανεφάρμοστα, όπως γίνεται αυτή τη στιγμή στην Ιταλία. Από αυτή την άποψη, πιο μεγάλη πολιτική αξία θα είχε μια ανοιχτή διαφωνία με τους συμβιβασμούς της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης από όλα τα μανιφέστα του ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό δεν σημαίνει ότι χρειάζεται να πέσουμε στο άλλο λάθος, που είναι η σεχταριστική απομόνωση της Αριστεράς σε ένα προγραμματικό "πλαίσιο" έξω από τους αγώνες του κινήματος. Καθαρότητα προοπτικής δεν σημαίνε άρνηση να παλέψουμε για άμεσα αιτήματα που βρίσκονται πιο κάτω από το μάξιμουμ "πλαίσιο". Αν οι εργάτες μιας επιχείρησης απεργούν για αύξηση 10% στους μισθούς η οποία δεν θα τους ανεβάσει στα επίπεδα του "1300 ευρώ κατώτατο μισθό", τότε προφανώς η απάντηση δεν είναι να τους κάνει η Αριστερά κήρυγμα ότι έχουν λάθος αίτημα. Ακόμα και το πιο "μικρό" αίτημα, όταν βάζει σε κίνηση την εργατική τάξη, έχει τη δυναμική να αναδείξει όλο το γνήσιο πρόγραμμα της Αριστεράς, Αυτό έχει αποδειχθεί άπειρες φορές στην ιστορία. Από τους θρυλικούς τυπογράφους της ρώσικης επανάστασης του 1905 που ζητούσαν να πληρώνονται για τη στοιχειοθεσία των σημείων στίξης και έφτασαν ως τα Σοβιέτ. Μέχρι το τωρινό κίνημα των καταλήψεων που γέμισε τα αμφιθέατρα με το ("αμυντικό" και "μερικό") αίτημα ενάντια στην Αναθεώρηση του Αρθρου 16, ξεπερνώντας τον κατακερματισμό των αριστερών παρατάξεων και τα διαφορετικά "πλαίσια" τους.
Ενα πρόγραμμα με γενικά σωστά αιτήματα μπορεί να εγκλωβίσει την Αριστερά στο ρόλο του αφηρημένου προπαγανδιστή καλών ιδεών και να της στερεί τον πρωτοπόρο ρόλο του πρωταγωνιστή στη δράση. Αυτό πήγε να πάθει η ΚΝΕ στις καταλήψεις πριν κάνει στροφή και αυτό το πάθημα εξακολουθεί να μην έχει γίνει μάθημα σε αυτό το τμήμα της Αριστεράς.
Χρειάζεται ευελιξία στη συγκεκριμενοποίηση των διεκδικήσεων με κριτήριο τα μέτωπα που ανοίγει ο ίδιος ο κόσμος με τη δράση του. Αλλά αυτή η τακτική ευελιξία προϋποθέτει μια στρατηγική "ακαμψία", μια αταλάντευτη σταθερότητα στην αντικαπιταλιστική προοπτική. H Aριστερά έχει αρχές, έχει στρατηγική να ανατρέψει αυτό το σύστημα και έτσι διαθέτει κριτήρια για να αναπτύξει μια διαλεκτική σχέση με τις διεκδικήσεις της τάξης, να συγκεκριμενοποιεί και να γενικεύει ταυτόχρονα. Ετσι μπορούμε να προχωρήσουμε για να χτίσουμε τις γνήσιες απαντήσεις της Αριστεράς και τη δύναμη του κινήματος που θα τις επιβάλει.