Άρθρο
Απολύσεις, κλεισίματα, «εθελούσιες» ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ!

30/01. Απεργοί της Φριγκογκλάς διαδηλώνουν στ

Οι εργάτες δεν είναι ανίσχυρα θύματα της κρίσης. Η Αντίσταση φέρνει αποτελέσματα. Η Λένα Βερδέ δίνει τα επιχειρήματα, από την Ιστορία μέχρι το σήμερα.

Τα στοιχεία που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα η ΓΣΕΕ για τις απολύσεις τους τελευταίους μήνες –μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης- σε όλη τη χώρα, είναι δραματικά. Μόνο το Φεβρουάριο έγιναν 4.136 απολύσεις, ανεβάζοντας τον αριθμό των απολυμένων του τελευταίου τετράμηνου στις 12.000. Την ίδια χρονική περίοδο 2.824 εργαζόμενοι εξωθήθηκαν σε υποχρεωτικές άδειες και άλλα μέτρα αναγκαστικού χαρακτήρα, όπως διαθεσιμότητες, μείωση ωρών ή ημερών εργασίας.

Η προσπάθεια των καπιταλιστών να φορτώσουν τα βάρη της οικονομικής κρίσης στις πλάτες των εργαζόμενων και της νεολαίας, έχει ξεκινήσει. Ομαδικές απολύσεις, εκ περιτροπής εργασία, μειώσεις προσωπικού, «εθελούσιες εξόδους», ελαστική και μαύρη εργασία, μετατροπή των συμβάσεων εργασίας, είναι οι διαφορετικές «λύσεις» που δοκιμάζουν για να γλιτώσουν την κατάρρευση. Αν συνεχίσουν στους ίδιους ρυθμούς, οι αρχικές εκτιμήσεις των συνδικάτων για 100.000 χαμένες θέσεις εργασίας μέσα στο 2009 θα ξεπεραστούν.

Για να εξασφαλίσουν τον περιορισμό των αντιδράσεων, κυβέρνηση και αφεντικά προσπαθούν είτε να απομονώσουν είτε να διασπάσουν τους εργαζόμενους. Η δημοσκόπηση της V-PRC για τη ΓΣΕΕ τον περασμένο Νοέμβρη, όταν μόλις είχε ξεσπάσει η οικονομική κρίση, αποδείκνυε ότι δεν τα έχουν καταφέρει. Σύμφωνα με την δημοσκόπηση, οι εργαζόμενοι πίστευαν ότι οι εργαζόμενοι στην ίδια επιχείρηση έχουν ίδια συμφέροντα (85%), ανεξάρτητα αν είναι παλιοί ή νέοι (69%), Έλληνες ή αλλοδαποί (62%), ειδικευόμενοι ή ανειδίκευτοι (54%). Αντίθετα μόλις το 3% πίστευε ότι εργαζόμενοι και αφεντικά έχουν κοινά συμφέροντα.

Αν αυτή ήταν η γνώμη των εργατών τον περασμένο Νοέμβρη, δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τι πιστεύουν σήμερα, μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη και τις μάχες που έχουν ξεσπάσει ενάντια στις απολύσεις σε μια σειρά χώρους.

Οι 1200 και πλέον εργαζόμενοι στα εργοστάσια του Λαναρά βρίσκονται ένα χρόνο στο δρόμο ενάντια στο κλείσιμο των εργοστασίων. Οι κινητοποιήσεις τους, αφού ανάγκασαν τον Λαναρά να αποχωρήσει από τα εργοστάσια, εμπόδισαν τις τράπεζες που ανέλαβαν τη διοίκηση να βάλουν λουκέτο. Οι εργαζόμενοι στην Αλτεκ Τέλεκομς –θυγατρική της Αλτεκ- έκαναν ένα ακόμα πιο αποφασιστικό βήμα. Προχώρησαν τον περασμένο Νοέμβρη σε κατάληψη του χώρου εργασίας τους, περιφρουρώντας το εργοστάσιο και τα μηχανήματα, πετυχαίνοντας μερική νίκη για ένταξη πολλών εργαζομένων στη μητρική εταιρία. Ο αγώνας τους έγινε κέντρο για όλους τους εργαζόμενους στις τηλεπικοινωνίες.

Στην Ιντρακόμ οι απολύσεις πάγωσαν ύστερα από την απεργία που έκαναν οι εργαζόμενοι στις 20 Νοέμβρη. Ηταν η πρώτη απεργία στο χώρο από τα τέλη της δεκαετίας του ’80. Στην Cosmote το Σωματείο αποφάσισε στις αρχές Μάρτη 24ωρη απεργία και περιφρούρηση ενάντια στις απολύσεις με βάση την «παραγωγικότητα» των εργαζόμενων. Στο εργοστάσιο της Φριγκογκλάς στην Πάτρα, οι εργαζόμενοι κέρδισαν τη συμπαράσταση όλης της πόλης με την πανπατραϊκή απεργία που κήρυξε το Εργατικό Κέντρο ενάντια στις απολύσεις. Οι εργαζόμενοι στον Αλφα αψήφησαν τις απειλές της νέας διοίκησης του σταθμού αλλά και τα δικαστήρια που έβγαλαν παράνομη τη στάση εργασίας της 4ης Μάρτη και έκαναν μια εντυπωσιακή απεργιακή συγκέντρωση ενάντια στις «εθελούσιες».

Πρόκειται για μερικά μόνο παραδείγματα αντίστασης. Κάθε μία από αυτές τις μάχες όμως, ανέδειξε και ένα χαρακτηριστικό που έχουν αφήσει πίσω τους οι αγώνες των τελευταίων χρόνων και η εξέγερση του Δεκέμβρη. Οι εργαζόμενοι του Λαναρά και του Αλφα την αποφασιστικότητα, οι εργαζόμενοι της Αλτεκ τις δυναμικές μορφές πάλης, οι εργαζόμενοι στην Ιντρακόμ τη ριζοσπαστικοποίηση που επιστρέφει στα παραδοσιακά κομμάτια της εργατικής τάξης, οι εργαζόμενοι στην Cosmote τη ριζοσπαστικοποίηση που γεννιέται στα νέα κομμάτια των εργατών, οι εργαζόμενοι στη Φριγκογλάς τη συμπαράσταση που κερδίζουν οι αγώνες. Ολοι μαζί ότι η σύγκρουση με τους καπιταλιστές, τα «γκόλντεν μπόις» και την κυβέρνηση που τους στηρίζει, τώρα ξεκινά.

Η γενίκευση και η σύνδεση των παραπάνω είναι απαραίτητα για τη δημιουργία ενός δυνατού κινήματος που θα βάλει φρένο στις επιθέσεις. Για να μην περάσει καμιά απόλυση, για να μην μείνει κανένας χώρος και κανένας εργαζόμενος μόνος του, για να μην περάσουν οι μειώσεις των μισθών και η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων.

Η δημιουργία της Επιτροπής ενάντια στις Απολύσεις και την Ανεργία που ξεκίνησε με πρωτοβουλία σωματείων και εργαζόμενων που βρίσκονται στο στόχαστρο, αυτό το ρόλο θέλει και πρέπει να παίξει. Μιας Επιτροπής που θα ενώνει τους αγώνες, θα τους συντονίζει και θα απλώνει τη συμπαράσταση, μετατρέποντας τη μάχη ενάντια στις απολύσεις σε υπόθεση όλης της εργατικής τάξης και των συνδικάτων.

Και φυσικά δεν θα μένει μόνο στο επίπεδο της οργάνωσης αλλά θα συνολικεύει τις διεκδικήσεις, προβάλλοντας το σχέδιο των εργατών απέναντι στην κρίση, όπως είναι η απαγόρευση των απολύσεων, η κρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση για τα αφεντικά κάθε επιχείρησης που προχωρά σε απολύσεις ή κλείσιμο.

Η εκτίμηση ότι μέσα στις πιο δύσκολες συνθήκες, είναι δυνατό να ξεσπάσουν μεγάλοι αγώνες που όχι μόνο θα ανατρέψουν τις επιθέσεις αλλά θα κερδίσουν αιτήματα και θα προσθέσουν νέες κατακτήσεις στο εργατικό κίνημα, πατάει πάνω στις εμπειρίες του παρελθόντος. Η δεκαετία του ’30 ήταν μια τέτοια περίοδος. Και τότε η κρίση του καπιταλισμού με το Κραχ του ’29 σήμαινε μεγάλες ανακατατάξεις στην εργατική τάξη, διέλυε παραδοσιακά της κομμάτια και απασχολούσε καινούργια με τους χειρότερους όρους. Οι αγώνες, όμως, που έδωσαν οι εργάτες και οι εργάτριες, από την Αμερική ως την Ελλάδα, κατάφεραν να αντιστρέψουν την κατάσταση και να φέρουν νέα δικαιώματα και κατακτήσεις. Το δικαίωμα στη σύνταξη ή το δικαίωμα στις διακοπές του καλοκαιριού κερδήθηκαν εκείνη τη δεκαετία, μέσα στη δίνη της κρίσης.

Στις ΗΠΑ, το 1933, ένας στους τέσσερις εργάτες ήταν άνεργος. Σχεδόν ενάμισι εκατομμύριο εργάτες είχαν μείνει άστεγοι και περιφέρονταν αναζητώντας λίγο φαγητό, κατάλυμα και δουλειά. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες της απόγνωσης και της δυστυχίας ξέσπασαν οι πιο σκληρές μάχες. Τον Ιούλη του ’32, κάποιες εκατοντάδες εργάτες σε εργοστάσιο εσωρούχων της Νότιας Καρολίνας αποφάσισαν να διαδηλώσουν ενάντια στην δεύτερη περικοπή μισθού μέσα στη χρονιά. Την επόμενη ημέρα, χιλιάδες εργάτες του κλάδου βγήκαν στο δρόμο. Στο πλάι τους ξεσηκώθηκαν χιλιάδες άνεργοι. Μέσα σε λίγες μέρες, οι εργαζόμενοι κέρδισαν την επαναφορά του μισθού τους.

Το 1934, ξέσπασε η απεργία των λιμενεργατών στο Σαν Φραντσίσκο. Για τους λιμενεργάτες η κρίση είχε σημάνει ότι καθημερινά στέκονταν στην ουρά περιμένοντας κάποιον εργοδότη να τους επιλέξει για δουλειά, μια κατάσταση που οι ίδιοι αποκαλούσαν «αγορά δούλων». Οι πιο μαχητικοί μέσα στο συνδικάτο αποφάσισαν ότι είχε έρθει η ώρα να διεκδικήσουν την απαγόρευση του «δουλεμπόριου». Στις 9 Μάη του ’34, λιμενεργάτες σε 10 πόλεις κατέβηκαν σε απεργία νεκρώνοντας τα λιμάνια. Η απεργία στο Σαν Φραντσίσκο απλώθηκε σε άλλους κλάδους. Μέχρι τις 21 Μάη, 4.500 ναύτες, πυροσβέστες, μάγειροι, σερβιτόροι και άλλοι εργαζόμενοι είχαν κατέβει σε απεργίες συμπαράστασης. Λίγες μέρες μετά, 130.000 εργάτες νέκρωσαν τα πάντα.

Την ίδια περίοδο, κατέβηκαν σε απεργία οι οδηγοί φορτηγών στη Μινεάπολη. Ηταν ένα κομμάτι εργαζόμενων χωρίς ιδιαίτερη εμπειρία συνδικαλιστικής δράσης. Ξεκινούσαν τη δουλειά στις 2 το πρωί,  σταματούσαν στις 6 το απόγευμα. Δούλευαν επτά μέρες τη βδομάδα, δεν πληρώνονταν υπερωρίες και αν κάποιος τολμούσε να πει μια κουβέντα στο αφεντικό απολυόταν. Κι όμως κατάφεραν να οργανώσουν, κερδίζοντας τη συμπαράσταση όλων των εργαζόμενων, των γυναικών αλλά και των ανέργων, τρεις διαδοχικές απεργίες που τσάκισαν τα αφεντικά και δημιούργησαν τους όρους για την αναγέννηση του συνδικαλισμού.

Δύο μήνες αργότερα, η απεργία των εργαζόμενων στην υφαντουργία απλώθηκε σε όλη τη χώρα, με μεγαλύτερη επιτυχία στο Νότο και την Ανατολική Ακτή. Από 27.500 εργάτες οργανωμένους στο συνδικάτο το 1932, ο αριθμός είχε εκτιναχτεί στους 270.000 το 1934. Στις 4 Σεπτέμβρη του ’34, 200.000 εργάτες ξεκίνησαν απεργία. Την επόμενη ημέρα, 350.000 ήταν στο δρόμο. Η συμπαράσταση ήταν κι εδώ το βασικό χαρακτηριστικό. Στο Χέιζελτον της Πενσυλβάνια –σε μια πολιτεία με 47.000 απεργούς- 25.000 εργάτες κατέβηκαν σε γενική απεργία συμπαράστασης. 

Αυτοί οι αγώνες ήταν οι προπομποί για το τεράστιο κύμα εργοστασιακών καταλήψεων του 1937 που έβαλε το συνδικαλισμό μέσα στα κάτεργα της αυτοκινητοβιομηχανίας.

Με παρόμοιο τρόπο, την ίδια περίοδο, κινήθηκαν οι εργάτες και οι εργάτριες απέναντι στην κρίση στην Ελλάδα. Από τα καπνομάγαζα και τα κλωστήρια μέχρι τα υφαντουργία και τα μηχανουργεία, δόθηκαν σκληρές μάχες ενάντια στις απολύσεις, για προσλήψεις και αυξήσεις στα μεροκάματα.

Μία τέτοια μάχη ήταν το 1933 στη Νάουσα. "H πόλη αυτή της Mακεδονίας είχε αναπτυχθεί σε ένα από τα κυριότερα κέντρα της ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας. Kαινούργια πόλη με πολύ προλεταριάτο" αναφέρει ο Δημήτρης Λιβιεράτος στο βιβλίο "Kοινωνικοί Aγώνες στην Eλλάδα 1932-1936". Κόντρα στον εκβιασμό του Λαναρά ότι θα προχωρήσει στην απόλυση 2000 εργατών και εργατριών αν δε του μειωθεί η δημοτική φορολογία, οι εργαζόμενοι κατέβηκαν σε διαδήλωση και δέχτηκαν την επίθεση της αστυνομίας.

Τον Ιούνη του 1933, 5000 καπνεργάτες και καπνεργάτριες στην Καβάλα κατέλαβαν τα καπνομάγαζα διεκδικώντας προσλήψεις, αυξήσεις στα μεροκάματα, αναγνώριση του συνδικάτου. Κέρδισαν τα περισσότερα αιτήματά τους. Την ίδια περίοδο, οι ναυτεργάτες οργανώνονταν σε «επιτροπές καραβιών» καταφέρνοντας να βάλουν φρένο στους εφοπλιστές που, λόγω της αυξημένης ανεργίας, ένιωθαν ελεύθεροι να προσλαμβάνουν και να απολύουν όποιον θέλουν και όποτε θέλουν.

Κι εδώ, κομμάτια εργαζόμενων με μικρή εμπειρίας συλλογικής δράσης βγήκαν στον αγώνα. Tον Aύγουστο του 1935, το Hράκλειο της Kρήτης συγκλονίστηκε από τους εργάτες στη σταφίδα και τους λιμενεργάτες που έφτιαξαν σωματείο, βγήκαν σε απεργία, συγκρούστηκαν με τη χωροφυλακή και για μια μέρα πήραν τον έλεγχο της πόλης στα χέρια τους. Αυτοί οι αγώνες οδήγησαν στα γεγονότα του Μάη του ’36 και της εργατικής εξέγερσης στη Θεσσαλονίκη που έφτασε να αμφισβητήσει ολόκληρο το πολιτικό σύστημα.

Η εξέγερση του Δεκέμβρη 2008, έχοντας διεθνώς χαρακτηριστεί ως η πρώτη εξέγερση της νέας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, έχει ανοίξει διάπλατα δρόμους για ανάλογα κινήματα που θα βάλουν ταφόπλακα στην προσπάθεια κυβέρνησης-αφεντικών να φορτώσουν την σημερινή κρίση στους εργαζόμενους και τη νεολαία. Οι διαστάσεις που πήρε η επίθεση στην Κωνσταντίνα Κούνεβα αυτό δείχνουν.

Η δολοφονική απόπειρα στη συνδικαλίστρια της ΠΕΚΟΠ τον περασμένο Δεκέμβρη έφερε στην επιφάνεια την προσπάθεια των αφεντικών να χτυπήσουν τον συνδικαλισμό, ιδιαίτερα στα κομμάτια των εργαζόμενων που αποτελούν τα πρώτα θύματα της κρίσης. Η δημιουργία της ΠΕΚΟΠ και η δράση της, τους έδειχνε ξεκάθαρα ότι η ριζοσπαστικοποίηση των τελευταίων χρόνων έχει αρχίσει να αγγίζει και τα πιο «αδύναμα» κομμάτια, τις καθαρίστριες, τις μετανάστριες. Ανακαλύπτοντας αυτή την πραγματικότητα, ότι νέα μαχητικά συνδικάτα ξεπηδούν ακόμα και σε χώρους που τα αφεντικά είχαν καταφέρει να κρατήσουν «καθαρούς» από το μικρόβιο του συνδικαλισμού, αποφάσισαν να βγουν στην αντεπίθεση.

Συνέβη το ακριβώς αντίθετο από αυτό που περίμεναν. Η Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης στην Κωνσταντίνα Κούνεβα με τη συμμετοχή 90 και πλέον Σωματείων και Συλλόγων, μια πρωτοβουλία που ξεπήδησε μέσα από την εξέγερση του Δεκέμβρη, έκανε την αντίσταση στη διάλυση των νέων συνδικάτων και τη μάχη ενάντια στην επισφαλή και ανασφάλιστη εργασία υπόθεση όλης της εργατικής τάξης. Το αποτέλεσμα ήταν όχι η συρρίκνωση αλλά το άπλωμα του συνδικαλισμού, όχι η άμυνα μόνο στην εκμετάλλευση και τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, αλλά η άμεση διεκδίκηση αιτημάτων όπως «έξω οι εργολάβοι από τις δημόσιες υπηρεσίες» και «μονιμοποίηση των εργαζόμενων των ιδιωτικών εταιριών στο δημόσιο».

Η πρόσφατη νίκη στον ΗΣΑΠ, η δέσμευση δηλαδή ότι καταγγέλλεται η σύμβαση με την ΟΙΚΟΜΕΤ και ξεκινούν οι διαδικασίες πρόσληψης των καθαριστριών στον ΗΣΑΠ, είναι μια πρώτη νίκη των εργαζόμενων κόντρα στις δουλεμπορικές ιδιωτικές εταιρίες. Και, την ίδια στιγμή, δόθηκε η ευκαιρία σε όλους τους εργαζόμενους να παλέψουν τις ιδιωτικοποιήσεις τμημάτων του δημόσιου τομέα. Οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία και τα συνδικάτα τους, για παράδειγμα, χρόνια καταγγέλλουν την είσοδο των ιδιωτικών συνεργείων στην καθαριότητα ή στην σίτιση των νοσοκομείων. Μόνο τώρα, όμως, μπόρεσαν να παλέψουν συγκεκριμένα την επίθεση, όπως έγινε στο Αγία Ολγα όπου οι εργαζόμενοι κινητοποιήθηκαν για να εμποδίσουν την ΟΙΚΟΜΕΤ να αναλάβει την καθαριότητα στο νοσοκομείο και άνοιξαν δρόμο για τη συνολική μάχη, για να φύγουν οι ιδιώτες από το δημόσιο.

Γι’αυτό έχει τεράστια σημασία σήμερα η οργάνωση μέσα στα συνδικάτα. 

Είναι αυτά που μπορούν να απαντήσουν συλλογικά στις επιθέσεις που φέρνει η κρίση, να ανοίξουν τη συμπαράσταση σε όσους μπαίνουν στο στόχαστρο της κυβέρνησης και των καπιταλιστών, να κερδίσουν νέες κατακτήσεις. Αν δούμε και πάλι την έρευνα της V-PRC για τη ΓΣΕΕ, εκτός από το 66% των συνδικαλισμένων εργατών που απεργεί σχεδόν πάντα στις απεργίες που εξαγγέλλουν τα συνδικάτα, ένα 27% των ασυνδικάλιστων εργατών λέει ότι, αν υπήρχε η δυνατότητα στο χώρο ή στο κλάδο του να δημιουργηθεί σωματείο, θα ήθελε να γίνει μέλος του άμεσα και ένα εντυπωσιακό 10%, παρόλο που δεν καλύπτεται από πουθενά, συμμετέχει σχεδόν πάντα στις απεργίες. Είναι μια δυναμική που χρειάζεται να οργανωθεί για να φέρει νέες νίκες.