Σαράντα χρόνια από την επαναστατική έκρηξη του Mάη ‘68. H Mαρία Στύλλου εξηγεί γιατί τα διδάγματά του είναι πολύτιμα σήμερα.
Στις 13 Μάη του 1968 η ιστορία άρχισε να τρέχει. Ένα εκατομμύριο εργάτες απεργούν και διαδηλώνουν στο Παρίσι με συνθήματα «Αντίο Ντεγκόλ», «Δέκα χρόνια είναι αρκετά», «Είναι μόλις η αρχή». Ήταν η μεγαλύτερη διαδήλωση μετά την απελευθέρωση του 1944. Μέχρι τότε η ηγεσία της CGT είχε τον έλεγχο το τι αντιδράσεις θα υπάρχουν. Τι μορφή θα πάρουν οι αγώνες και οι απεργίες: στην πλειοψηφία τους 24ωρες ξεκομμένες μεταξύ τους, μάχες που ο ένας εργατικός χώρος δεν ήξερε τι έκανε ο διπλανός του.
Μετά τις 13 Μάη έχασαν τον έλεγχο. Μέσα σε μια βδομάδα 10 εκατομμύρια εργάτες είχαν κατέβει σε γενική απεργία. Τα περισσότερα εργοστάσια ήταν καταλημμένα, στις περισσότερες πόλεις είχαν δημιουργηθεί επιτροπές δράσης που έλεγχαν τα τρόφιμα, τις τιμές, τον συντονισμό. Οι φοιτητές για πρώτη φορά ανακαλύπτουν την εργατική τάξη και οργανώνουν διαδηλώσεις από τις σχολές, που ήταν κι αυτές σε κατάληψη, προς τα διάφορα εργοστάσια.
Το κύμα των καταλήψεων ξεκίνησε στις 14 Μάη στο εργοστάσιο κατασκευής αεροπλάνων στην Ναντη και επεκτάθηκε στα ναυπηγεία, στις τρεις αυτοκινητοβιομηχανίες Ρενό, Πεζό, Σιτροέν και στην συνέχεια στις Τράπεζες, στις ασφαλιστικές εταιρείες ακόμα και στα θέατρα. Έπαψαν να λειτουργούν τα τρένα, τα λεωφορεία, τα ταχυδρομεία. Η απεργία απλώθηκε παντού και επηρέασε όλη την κοινωνία. Οι αγρότες διαδήλωναν ενάντια στις τιμές της ΕΟΚ και μέσα στον στρατό δημιουργήθηκαν επιτροπές φαντάρων που δήλωναν αλληλέγγυοι με τους απεργούς.
Είκοσι χρόνια πριν τον Μάη του ’68 κανένας δεν μπορούσε να το φανταστεί. Ο καπιταλισμός έμπαινε σε περίοδο παρατεταμένης οικονομικής ανάπτυξης και πολιτικής σταθερότητας. Ο «καπιταλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο» έμοιαζε ότι δούλευε με ή χωρίς την συμμετοχή των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στις κυβερνήσεις. Παντού στην Δύση τα Κ.Κ. και τα συνδικάτα στήριζαν το «μεταπολεμικό οικονομικό θαύμα», παρόλο που προπαγάνδιζαν «τον ανατολικό παράδεισο». Στην Γαλλία η πιο δυνατή συνομοσπονδία, η CGT, ήταν κάτω από τον έλεγχο του Κομμουνιστικού Κόμματος. Στην Γαλλία και την Ιταλία η εκλογική δύναμη των Κομμουνιστικών Κομμάτων κυμαινόταν γύρω στο 20%-25%. Όμως αυτές οι πολιτικές δυνάμεις καθόντουσαν πάνω σε ένα ηφαίστειο, ιδιαίτερα από τις αρχές της δεκαετίας του ’60, που δεν το είχαν προβλέψει.
Αυτό που λειτούργησε σαν σπίθα για να ανάψει η πυρκαγιά ήταν το φοιτητικό κίνημα. Η μεταπολεμική μαζικοποίηση των Πανεπιστημίων ήταν μεν αναγκαία για τον καπιταλισμό, αλλά αποδείχτηκε σημείο αποσταθεροποίησης για το σύστημα. Νέος κόσμος που προερχόταν όχι μόνο από μία μικρή ελίτ της αστικής τάξης, ερχόταν αντιμέτωπος με καθυστερημένες συνθήκες και ιδέες. Απο τα βιβλία και τα αμφιθέατρα μέχρι τη μούχλα του συστήματος που εκφράζονταν μέσα απο τις πιο αποπνικτικές ιδέες της ψυχροπολεμικής περιόδου. Η αστυνομία είχε το ελεύθερο να μπαίνει μέσα στις σχολές, να ελέγχει τις συγκεντρώσεις, τις «εξωσχολικές» δραστηριότητες των φοιτητών, τα πάντα. Παράλληλα συνεργάζονταν με τις πανεπιστημιακές αρχές για να τιμωρήσουν τους ταραξίες. Η κατάσταση στα Πανεπιστήμια λίγο διέφερε στην δεκαετία του ’50 από αυτή στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Στις αρχές του ’60 η κατάσταση αλλάζει ένα νέο κίνημα γεννιέται. Στην Ιαπωνία η φοιτητική οργάνωση Ζενγκαγκούρεν κινητοποιεί εκατομμύρια κόσμου, ανατρέπει την κυβέρνηση και ματαιώνει στη επίσκεψη του Προέδρου των ΗΠΑ Αϊζενχάουερ. Στο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας γίνεται κατάληψη για το δικαίωμα των φοιτητών να χρησιμοποιούν το χώρο του Πανεπιστημίου για πολιτικές δραστηριότητες. Στην Οικονομική Σχολή του Λονδίνου οι φοιτητές προχωράνε σε κατάληψη ενάντια στον διορισμό του νέου διευθυντή που είχε σχέσεις με το ρατσιστικό καθεστώς στην Ζιμπάμπουε (τότε ονομαζόταν Ροδεσία). Στο Παρίσι οι φοιτητές καταλαμβάνουν την Σορβόννη ενάντια στις αστυνομικές επιθέσεις.
Οι φοιτητές το Μάη του ’68, έπαιξαν ρόλο πυροκροτητή, αλλά δεν ήταν αυτοί που έδωσαν το κεντρικό χτύπημα στην κυρίαρχη τάξη που έκανε τους καπιταλιστές να τρέμουν. Αυτό τον ρόλο τον ανέλαβε η εργατική τάξη.
Στις δεκαετίες του ’50 και του ΄60 η λέξη της μόδας ήταν η «αστυφιλία». Στα σχολεία έβαζαν έκθεση για τα κακά της αστυφιλίας και αυτοί που αρίστευαν ήταν όσοι χρησιμοποιούσαν τα πιο περιφρονητικά και χλευαστικά σχόλια για την νέα εργατική τάξη, για τους νεολαίους, γυναίκες και άντρες, που άφηναν τα χωριά τους και πήγαιναν στις πόλεις να βρούνε δουλειά στα γιαπιά και στα καινούργια εργοστάσια.
Στην Γαλλία το ποσοστό των αγροτών το 1950 ήταν 30%, το 1967 είχε πέσει στο 16%. Στην Ιταλία τα αντίστοιχα νούμερα έπεσαν από το 40% στο 25%. Τα νούμερα της εργατικής τάξης αυξήθηκαν κατά 2,7 εκατομμύρια στην Γαλλία και 1,2 εκατομμύρια στην Ιταλία. Στην Ελλάδα ο αγροτικός πληθυσμός έπεσε από το 57% το 1951 στο 46% το 1971 και η απασχόληση στην βιομηχανία ανέβηκε από το 16% στο 25%. Οι οικοδόμοι από 70.000 το 1950 έφτασαν τις 255.000 το 1971. Για να βρει δουλειά ένας νέος, ακόμα και την πιο χειρότερη και κακοπληρωμένη, στην Ελλάδα χρειαζόταν χαρτί κοινωνικών φρονημάτων ή την συμφωνία του αστυνομικού τμήματος της περιοχής. Στην Γαλλία και την Ιταλία είχαν άλλες δυσκολίες. Όποιος έχει δει ταινίες του ιταλικού κινηματογράφου εύκολα διακρίνει τον ρατσισμό σε βάρος των μεταναστών από τον νότο στα εργοστάσια του βορρά.
Η εξέγερση των φοιτητών επηρέασε την ριζοσπαστικοποίηση των νέων εργατών. Στην Αθήνα το 1961 ο συνδυασμός φοιτητικής διαδήλωσης και απεργίας οικοδόμων έχει μείνει στην ιστορία του κινήματος. Η αστυνομία έτρεχε να κρυφτεί απο τις πέτρες και ξύλα, το συνδικάτο οικοδομών άργησε να ξανακηρύξει απεργία και η ΕΔΑ τράβηξε το αυτί στα μέλη της που συμμετείχαν στην σύγκρουση. Οι νέοι εργάτες σε όλη την Ευρώπη βρέθηκαν πολύ κοντά στην φοιτητική εξέγερση και έκαναν την επιλογή να το σκάνε από την δουλειά και να πηγαίνουν στις κατειλημμένες σχολές και στα φοιτητικά συλλαλητήρια.
Το έναυσμα για τον Μάη του ’68 ήρθε από το Βιετνάμ τον Γενάρη της ίδιας χρονιάς. Το Eθνικοαπελευθερωτικό Mέτωπο οργάνωσε γενικευμένη επίθεση τη μέρα της βιετναμέζικης Πρωτοχρονιάς (Τετ) ενάντια στον αμερικάνικο στρατό και γελοιοποίησε την πρώτη υπερδύναμη καταλαμβάνοντας την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Σαϊγκόν. Ήταν η αρχή του τέλους. Μετά απο την επίθεση της Τετ ήταν σαφές οτι οι ΗΠΑ θα έχαναν τον πόλεμο. Τον Μάρτη οργανώθηκαν τα μεγαλύτερα αντιπολεμικά συλλαλητήρια σε όλες τις πρωτεύουσες. Στο Λονδίνο οι διαδηλωτές έφτασαν μέχρι την Αμερικάνικη Πρεσβεία στην Γκρόσβενορ Σκουέαρ και συγκρούστηκαν με την έφιππη αστυνομία που προσπαθούσε να τους εμποδίσει να μπουν στην πρεσβεία.
Στο Παρίσι οι φοιτητές συνέχισαν τις διαδηλώσεις μέσα στον Μάη. Η φοιτητική διαδήλωση την Παρασκευή το βράδυ στις 10 Μάη χτυπήθηκε βάναυσα από τα ΜΑΤ. Η συνέχεια ήταν μάχη σώμα με σώμα με την αστυνομία όχι μόνο από τους φοιτητές αλλά και απ’ όλο τον κόσμο που ήρθε για συμπαράσταση. Την επόμενη μέρα, τα συνδικάτα που μέχρι τότε μιλούσαν για «προβοκάτορες», αναγκάστηκαν να καλέσουν απεργία για την Δευτέρα 13 Μάη. Αυτό που ξεκίνησε σαν φοιτητική διαμαρτυρία, μετατράπηκε στη μεγαλύτερη Γενική Απεργία της ιστορίας. Μέσα σ’ αυτά τα γεγονότα το ζήτημα που άνοιξε ήταν εάν μπορούσε η ανατροπεί ηςκυβέρνηση και με ποια προοπτική;
Ο συνδυασμός
Τρία ήταν τα στοιχεία που έκαναν τον Μάη μια παγκόσμια εξέγερση. Το πρώτο ήταν η κρίση της αμερικάνικης ηγεμονίας που δεν μπορούσε να κερδίσει τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Το δεύτερο η κρίση στις αυταρχικές μορφές ελέγχου μιας νέας εργατικής τάξης και τρίτο η κρίση του σταλινισμού στο ανατολικό μπλοκ. Ο συνδυασμός και των τριών μαζί μέσα στην ίδια περίοδο βοήθησε να περάσει η φλόγα της εξέγερσης απο την Γαλλία σε όλη την Ευρώπη συγκλονίζοντας οτιδήποτε σταθερό υπήρχε μέχρι τότε, από Δύση μέχρι την Ανατολή.
Η έκρηξη, παρόλο που δεν είχε κεντρική πολιτική έκφραση, ήταν μεταδοτική. Στην Ιταλία το Kαυτό φθινόπωρο του ΄69 και οι απεργίες κράτησαν πολύ περισσότερο απ’ ότι ο Γαλλικός Μάης. Στην Τσεχοσλοβακία τα ρωσικά τανκς μαζί με τους συμμάχους του Συμφώνου της Βαρσοβίας σύντριψαν την Άνοιξη της Πράγας τον Αύγουστο του 1968, αλλά πέρασε πολύς χρόνος μέχρι να ομαλοποιηθεί η κατάσταση. Η σοβιετική εισβολή προκάλεσε κρίση στα κομμουνιστικά κόμματα της δύσης που κάποια διαφοροποιήθηκαν και κάποια στήριξαν την επέμβαση της Ρωσίας.
Η φλόγα του Μάη κράτησε περίπου για μια δεκαετία και μέσα σ’ αυτή δημιουργήθηκαν και μεγάλωσαν οι οργανώσεις της επαναστατικής Αριστεράς. Όταν ξεκίνησε ο Μάης οι οργανώσεις της επαναστατικής Αριστεράς ήταν πολύ μικρές. Στην Γαλλία υπήρχαν τρεις τροτσκιστικές οργανώσεις και καμία δεν είχε περισσότερα μέλη απο μερικές εκατοντάδες. Η επικράτηση του σταλινισμού στην Ρωσία και των σταλινικών Κ.Κ στην Δύση είχε θάψει κάτω από την λάσπη όλη την επαναστατική παράδοση. Ο Τρότσκι, η Ρόζα, ο Γκράμσι ήταν απαγορευμένα αναγνώσματα για τα μέλη των Κ.Κ. Τα βιβλία τους στην Ελλάδα, πριν από την δικτατορία, κυκλοφορούσαν επιλεκτικά και για να βρεις Τρότσκι έπρεπε να ψάξεις πολύ βαθιά στα ράφια κάποιου βιβλιοπωλείου. Ειδικότερα των παλαιοπωλείων που λειτουργούσαν γύρω από την Νομική.
Εάν το 1953 η Αριστερά έκλαιγε για το χαμό του Στάλιν, του μεγάλου πατερούλη, το 1968 τα παιδιά των παλιών στελεχών του κόμματος έγραφαν στους τοίχους του Παρισιού το τσιτάτο του Τρότσκι «Η ανθρωπότητα θα ευτυχήσει όταν ο τελευταίος καπιταλιστής κρεμαστεί με τα άντερα του τελευταίου γραφειοκράτη». Στην Ιταλία μετά το Kαυτό Φθινόπωρο δημιουργήθηκαν τρεις μεγάλες επαναστατικές οργανώσεις με τριάντα χιλιάδες η κάθε μία και με καθημερινές εφημερίδες. Στην Πορτογαλία η επιρροή των επαναστατών ήταν μεγάλη στο κίνημα του στρατού που ανάτρεψε την δικτατορία και έπαιξε μεγάλο ρόλο στην επόμενη περίοδο. Στην Ελλάδα οι επαναστάτες πρωτοστάτησαν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Η επαναστατική Αριστερά μετά τον Μάη σε όλη την Ευρώπη κατάφερε να επηρεάζει την μαχητικότητα ενός τεράστιου αριθμού εργατών. Το ότι οι επαναστατικές οργανώσεις δεν είχαν παντού την ίδια ανάπτυξη και μια σειρά απ’ αυτές πέρασαν από κρίσεις και συρρικνώσεις αυτό είναι αποτέλεσμα και των ιδεών που κυριαρχούσαν και της αλλαγής της συγκυρίας.
Μπορούσε να γίνει επανάσταση;
Οι απεργίες δεν έκλεισαν αυθόρμητα. Παντού τα κομμουνιστικά κόμματα και τα συνδικάτα έτρεξαν να υπογράψουν τον συμβιβασμό που τους πρότειναν οι κυβερνήσεις. Στην Γαλλία η CGT έκανε προσπάθεια να κατακερματίσει την γενική απεργία και να απομονώσει τον ένα χώρο από τον άλλο. Αυτό που ξεκίνησε σαν ένα τεράστιο εργατικό κίνημα, φρόντισε να το μετατρέψει σε διμερείς διαπραγματεύσεις με επιμέρους εργοδότες.
Διέλυσε τις απεργιακές επιτροπές και όπου μπορούσε έβαζε εμπόδιο σε κάθε συντονισμό. Η γραφειοκρατία της CGT στην Ρενό Μπιγιανκούρ αρνήθηκε στις 23 Μάη να συναντηθεί με την αντιπροσωπεία απο το εργοστάσιο της Ρενό Φλεν (και τα δύο εργοστάσια ήταν της Ρενό, αλλά βρισκόντουσαν σε διαφορετικά μέρη). Δυστυχώς δεν υπήρχε πανεθνική οργάνωση αρκετά δυνατή για να μπορέσει να πιέσει για την δημιουργία απεργιακών επιτροπών δημοκρατικά εκλεγμένων απ’ όλους τους εργάτες, συνδικαλισμένους ή μη, που θα πίεζαν στην πράξη για τον συντονισμό. Εάν αυτό είχε κατορθωθεί τότε η κατάσταση θα έμοιαζε πιο πολύ με τα σοβιέτ το 1917 στην Ρωσία ή με τα εργατικά συμβούλια στην Ουγγαρία το 1956.
Η CGT υπόγραψε στις 27 Μάη συμφωνία (η συμφωνία της Γκρενέλ) με τα αφεντικά και την κυβέρνηση που έδινε κάποιες αυξήσεις στους απεργούς με αντάλλαγμα το κλείσιμο των απεργιών. Ακόμα και μετά απ’ αυτή την συμφωνία είχε τεράστιες δυσκολίες να γυρίσει τον κόσμο πίσω, τους πήρε τρεις βδομάδες. Κι αυτό με πιέσεις και με ελιγμούς απο εργοστάσιο σε εργοστάσιο.
Το βασικό επιχείρημα που χρησιμοποιούσε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας και όλα τα άλλα στην συνέχεια για να κλείσουν τις απεργίες και να πάνε σε εκλογές ήταν ότι τα αιτήματα είχαν ικανοποιηθεί. Το κίνημα πάλευε, υποστήριζαν, μόνο για οικονομικές μεταρρυθμίσεις: αυξήσεις, λιγότερες ώρες κτλ. Όμως αυτό ήταν σε σύγκρουση και με την πραγματικότητα και με το πώς αλλάζουν οι συνειδήσεις. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ στο βιβλίο της «Μαζική Απεργία, Κόμμα και συνδικάτα» εξηγεί πώς σε μια γενική απεργία δεν υπάρχουν σινικά τείχη που να χωρίζουν την οικονομική από την πολιτική μάχη: «Το κίνημα δεν προχωράει μόνο προς μια κατεύθυνση απο τον οικονομικό στον πολιτικό αγώνα. Μπορεί να γίνει και το αντίστροφο. Και αυτό συμβαίνει όχι μόνο σε μια γενική απεργία, αλλά και στην επανάσταση... Υπάρχει αλληλεπίδραση ανάμεσα στους δύο αγώνες... Οι οικονομικές διεκδικήσεις των εργατών ενάντια στο κεφάλαιο τους ενισχύουν για να προχωρήσουν στις πολιτικές μάχες».
Η ταξική συνείδηση δεν είναι ένα «φυσικό» αποτέλεσμα μιας αντικειμενικής πραγματικότητας, όπως υποστηρίζουν μηχανιστικά οι χυδαίοι υλιστές. Ούτε το «αυθόρμητο» αποτέλεσμα μιας υποκειμενικής στάσης. Η συνειδητοποίηση της τάξης είναι το αποτέλεσμα και της οργανωμένης δράσης και της αντικειμενικής πραγματικότητας.
Ο χαρακτηρισμός του Τρότσκι για την κατάσταση στην Γαλλία τον Μάη-Ιούνη του ’36 είναι πολύ χρήσιμος και για το ’68:
«Η κατάσταση είναι επαναστατική, όσο επαναστατική μπορεί να είναι παίρνοντας υπόψη την μη-επαναστατική πολιτική των κομμάτων της εργατικής τάξης. Με μεγαλύτερη ακρίβεια, η κατάσταση είναι προεπαναστατική. Για να φτάσει η κατάσταση στην πλήρη ωριμότητα, χρειάζεται να υπάρξει μια άμεση, τολμηρή χωρίς ενδοιασμούς κινητοποίηση των μαζών με σύνθημα την κατάληψη της εξουσίας και τον σοσιαλισμό».
Αντί γι’ αυτό το Κ.Κ Γαλλίας συμφώνησε με τον Ντε Γκολ να προκηρύξει εκλογές τον Ιούνη. Το αποτέλεσμα; Το Κ.Κ είδε την δύναμή του σ’ αυτές τις εκλογές να πέφτει. Η ηγεσία του Γ.Κ.Κ χρέωσε την εκλογική ήττα στους «αριστεριστές» που «τρόμαξαν» τον κόσμο και ψήφισε δεξιά. Ήταν μια αστεία δικαιολογία που διέγραφε όλο αυτό το τεράστιο κίνημα μόνο και μόνο για να απομονώσει την επαναστατική Αριστερά.
Οι άρχουσες τάξεις δεν άργησαν να αξιοποιήσουν τη στάση αυτών των ηγεσιών. Οι καπιταλιστές είχαν τρομάξει από τον Μάη και γι’ αυτό παντού ζήτησαν την συνεργασία με τα συνδικάτα και τα ρεφορμιστικά κόμματα, σοσιαλδημοκρατικά και κομμουνιστικά, για να μπορέσουν να ελέγξουν την κατάσταση. Ήξεραν ότι χρειάζονται την μεσολάβηση σε όλες τις χώρες και την εξασφάλισαν.
Στην Ιταλία οι ρεφορμιστές κράτησαν την ίδια τακτική όπως στην Γαλλία. Χρησιμοποίησαν την τακτική του κατακερματισμού των απεργιών με στόχο να κρατήσουν την μαχητικότητα των εργατών σε κανάλια που επέτρεπαν τους συμβιβασμούς. Παρόλα αυτά, και εδώ είχαν δυσκολίες να κλείσουν τις απεργίες. Η συνεργασία των ρεφορμιστικών κομμάτων με την κυρίαρχη τάξη για να βάλουν φρένο στο κίνημα οδήγησε σε ευρύτερες εξελίξεις. Νέα ρεφορμιστικά κόμματα βγήκαν στο προσκήνιο όπως το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Μιτεράν στην Γαλλία, το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Σοάρες στην Πορτογαλία, το ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα, του Γκονζάλες στην Ισπανία.
Ενώ ταυτόχρονα τα Κ.Κ προχώρησαν ακόμα πιο πολύ τα δεξιά τους ανοίγματα. Το Ιταλικό Κ.Κ έγινε ευρωκομμουνιστικό και κήρυκας του ιστορικού συμβιβασμού, το Κ.Κ Γαλλίας μπήκε στο «κοινό πρόγραμμα» του Μιτεράν, στην Ισπανία υπόγραψε το Σύμφωνο της Μονκλόα, όπου τα συνδικάτα συμφώνησαν με εργοδοσία και κυβέρνηση το πάγωμα των εργατικών διεκδικήσεων. Στην Ελλάδα το δίλημμα «Καραμανλής ή τανκς» χάρισε για επτά ολόκληρα χρόνια τον έλεγχο στον Καραμανλή.
Το κίνημα του Μάη έδωσε μια δυναμική που κράτησε χρόνια. Συγκλόνισε την καρδιά του καπιταλισμού στη Δυτική Ευρώπη, γκρέμισε δικτατορίες στην περιφέρεια. Αναγέννησε το εργατικό κίνημα και ξαναζωντάνεψε τις επαναστατικές ιδέες. Η ρεφορμιστική Αριστερά χαράμισε τις ευκαιρίες και έστω κι αν γνώρισε πρόσκαιρες δόξες συμμετέχοντας σε κυβερνήσεις, οδηγήθηκε σε μια μακρόχρονη υποχώρηση στις δεκαετίες του ’80 και του ’90. Mόλις τώρα βγαίνουμε απ’ αυτό τον κατήφορο. Και τα διδάγματα του Μάη μας είναι πολύτιμα.