Πορεία απεργών στα Nοσοκομεία
Ο Μάης του 2008 είναι ο μήνας που τιμούμε τα 40 χρόνια απο εκείνον τον ιστορικό Μάη του 1968, τον μήνα που σημάδεψε το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Αλλά και οι τρέχουσες εξελίξεις έρχονται να επιβεβαιώσουν οτι η αναφορά στο Μάη του ’68 δεν είναι απλά επετειακή. Η προοπτική ενός νέου «Μάη» ή μιας νέας Μεταπολίτευσης για να μιλήσουμε με πιο ελληνικούς όρους, βρίσκεται ξανά στην ημερήσια διάταξη.
Η Μεταπολίτευση του 1974 ήταν κομμάτι του κύματος που πυροδότησε η έκρηξη του 1968. Η κατάρρευση της δικτατορίας στην Ελλάδα συμβάδισε με την Eπανάσταση των Γαρύφαλλων στην Πορτογαλία και το τέλος του φασισμού στην Ισπανία. Η Χούντα είχε λυγίσει κάτω απο τις συνδυασμένες πιέσεις απο τρεις κατευθύνσεις. Απο τα κάτω, ήταν η εκρηκτική πίεση της νέας ριζοσπαστικοποίησης όπως εκδηλώθηκε με την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Απο τα πάνω, ήταν διπλό το χτύπημα: το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης με την πληθωριστική έκρηξη του 1973-74 συνδυάστηκε με την στρατιωτική ήττα των Συνταγματαρχών στην Κύπρο σαν κατάληξη της επιθετικής εμπλοκής τους στην όξυνση των ανταγωνισμών.
Σήμερα, σχεδόν όλοι οι πολιτικοί σχολιαστές αναφέρονται στην «κρίση του δικομματισμού». Παραδέχονται, δηλαδή, ότι βρισκόμαστε σε μια φάση πολιτικής κρίσης που δεν περιορίζεται στην κοινοβουλευτική αδυναμία της Ν.Δ, που ακροβατεί με πλειοψηφία 1-2 βουλευτών, αλλά επεκτείνεται και στην αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να καρπωθεί τη φθορά της κυβέρνησης. Αυτό που λείπει, όμως, απο αυτούς τους σχολιασμούς είναι η εικόνα ότι και σήμερα το πολιτικό σύστημα του ελληνικού καπιταλισμού βρίσκεται ξανά κάτω από την απειλή των ίδιων πιέσεων, και από τα πάνω και από τα κάτω.
Η απειλή μιας επιδείνωσης της οικονομικής κρίσης ήρθε στο προσκήνιο με ένα δημοσίευμα των Financial Times τόσο ανησυχαστικό ώστε ο Αλογοσκούφης αισθάνθηκε την υποχρέωση να στείλει απαντητική επιστολή που διαβεβαιώνει ότι οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι εξαιρετικές. Μάταιος κόπος. Λίγες μέρες αργότερα ήρθε η συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην Αθήνα και η τριανδρία Τρισέ- Παπαδήμος-Γκαργκάνας επιβεβαίωσαν ότι η απειλή απότομης κάμψης της οικονομικής ανάπτυξης και εκτίναξης του πληθωρισμού είναι υπαρκτή. Το οικονομικό επιτελείο της Ε.Ε απαιτεί από την ελληνική κυβέρνηση να αναλάβει εκστρατεία συμπίεσης των μισθών και «πάταξης των αγκυλώσεων στην αγορά εργασίας». Θέλουν μια νέα και πιο σκληρή επίθεση στο συνδικαλισμό μέσα στους εργατικούς χώρους.
Πρόκειται για μεγάλη «παραγγελιά», ιδιαίτερα τη στιγμή που η κυβέρνηση του Καραμανλή μόλις βγήκε στον αφρό μετά το «μακροβούτι» του Ασφαλιστικού που λίγο έλειψε να της κόψει την ανάσα. Το απεργιακό κύμα του Δεκέμβρη 2007-Μάρτη 2008 ήταν η μεγαλύτερη εργατική έκρηξη εδώ και χρόνια. Όχι μόνο σε όγκο και διάρκεια αλλά και σε βάθος. Σε πολλούς χώρους ξαναζωντάνεψαν πρακτικές ξεχασμένες για πολύ καιρό: συνελεύσεις, απεργιακές φρουρές, παραβίαση του «διευθυντικού δικαιώματος» για το προσωπικό ασφαλείας, σύγκρουση με τα δικαστήρια και την αστυνομία. Το τελευταίο πράγμα που θα μπορούσε να αντέξει ο Καραμανλής είναι ένα νέο φούντωμα τέτοιων απεργιών. Κι όμως, αυτό είναι που του ζητούν η ΕΚΤ και οι πιέσεις της οικονομικής κρίσης.
Για να πάρει ανάσα η ήδη λαχανιασμένη κυβέρνηση πριν βρεθεί σ’ αυτή την νέα δίνη, η Ν.Δ αποζητάει επειγόντως το οξυγόνο της «εθνικής συναίνεσης». Έλπιζε ότι θα το είχε μέσα από την διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης, αλλά οι φοιτητικές καταλήψεις για το Αρθρο 16 τίναξαν αυτό το χαρτί στον αέρα. Ο Καραμανλής με τη Μπακογιάννη αναζήτησαν μια νέα εθνική «σανίδα σωτηρίας» στα Σκόπια, στο βέτο για την ένταξη τους στο ΝΑΤΟ και στην «εθνικά υπερήφανη» διπλωματία των αγωγών με τον Πούτιν.
Πραγματικά, είδαμε μέσα στον Απρίλη μια αντιπολίτευση που είχε οδηγηθεί κάτω από τις πιέσεις του απεργιακού κινήματος για το Ασφαλιστικό να απαιτεί την πτώση της κυβέρνησης, ξαφνικά να στέκεται στο πλευρό της κυβέρνησης για τους χειρισμούς της στο ΝΑΤΟ και στη Μόσχα. Το ΠΑΣΟΚ και ο Γιώργος Παπανδρέου πιο ανοιχτά, το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ πιο αμήχανα συμφώνησαν ότι είναι κοινή θέση των κοινοβουλευτικών κομμάτων η απαίτηση για «γεωγραφικό προσδιορισμό» στο όνομα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Και αποδέχθηκαν τη συμφωνία Καραμανλή – Πούτιν για τον αγωγό φυσικού αερίου σαν καλή διπλωματική κίνηση στην σκακιέρα των Βαλκανίων, διατηρώντας κάποιες επιφυλάξεις για τις οικονομικές λεπτομέρειες που δεν είναι ακόμα γνωστές.
Έκαναν και κάνουν λάθος όχι μόνο από άποψη τακτικής, δίνοντας συναίνεση στην κυβέρνηση την ώρα που βρίσκεται στο ναδίρ της δημοτικότητας, αλλά και από άποψη ουσίας. Οι επιθετικές κινήσεις στην βαλκανική σκακιέρα κοστίζουν πανάκριβα. Για να είναι ο ελληνικός καπιταλισμός ισχυρός «παίκτης», με φιλοδοξίες που φτάνουν ως το σημείο ότι είναι το τοπικό «αφεντικό των Βαλκανίων» που παίζει ρόλο στο όνομα των Σκοπίων, στην ανεξαρτησία του Κοσόβου και στον ενεργειακό χάρτη της περιοχής, το αντίτιμο για την εργατική τάξη είναι τεράστιο.
Είναι η αλλαγή του στρατιωτικού δόγματος από «αμυντικό» σε «αποτρεπτικό», είναι ο πακτωλός των 14,5 δισεκατομμυρίων ευρώ για εξοπλισμούς, είναι οι πιέσεις για θητεία στα 18. Είναι ο κίνδυνος, μέσα στις σημερινές συνθήκες αστάθειας στις διεθνείς σχέσεις που προκαλεί η κρίση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, ότι η Ελλάδα θα βρεθεί σε τυχοδιωκτικές περιπέτειες σε όλο το τόξο από τα βόρεια σύνορά της μέχρι το Αφγανιστάν, περνώντας από την Κασπία, την Κύπρο και την Μέση Ανατολή.
Είναι τραγικό το πόσο χαζοχαρούμενα αντιμετωπίζεται αυτή η πολιτική της κυβέρνησης του Καραμανλή. Ο Δανίκας στα ΝΕΑ βρίσκει ομοιότητες ανάμεσα στον Καραμανλή και τον Ανδρέα Παπανδρέου στην εθνικά υπερήφανη εξωτερική πολιτική και εξηγεί έτσι τη δημοτικότητα του πρωθυπουργού σε ανώτερα επίπεδα από το κόμμα του. Ίσως κάποιος θα έπρεπε να θυμίσει ότι και ο Σημίτης ήταν μόνιμα «πιο δημοφιλής από το κόμμα του» όσο ήταν πρωθυπουργός, πριν φτάσει σήμερα κατά γενική ομολογία να είναι ο άνθρωπος που οδήγησε το ΠΑΣΟΚ στη χειρότερη κρίση.
Ίσως ακόμα πιο σημαντικό είναι να θυμίσουμε ότι και η Χούντα του Ιωαννίδη επιζητούσε διέξοδο σε «εθνικές επιτυχίες» στο Αιγαίο και στην Κύπρο για να ξεφύγει από την κρίση του καθεστώτος μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Όλοι ξέρουμε που κατέληξε εκείνη η εθνική εκστρατεία. Μπορεί τα πράγματα σήμερα να μην έχουν φτάσει σ’ αυτό το σημείο, αλλά αυτό δεν είναι λόγος για συναινέσεις στα βέτο της Μπακογιάννη και στους αγωγούς του Καραμανλή.
Αντίθετα, το άμεσο πρόγραμμα πάλης της Αριστεράς θα έπρεπε να ξεκινάει από τα μέτωπα σύγκρουσης με τις φιλοπόλεμες επιλογές του ελληνικού καπιταλισμού. Καμία συμμετοχή στις ιμπεριαλιστικές εξορμήσεις. Να γυρίσει πίσω ο ελληνικός στρατός από το Αφγανιστάν, τον Λίβανο, το Κόσοβο. Όχι αναγνώριση της «ανεξαρτησίας» του Κοσόβου. Να σταματήσουν τα παζάρια και οι εκβιασμοί για το όνομα των γειτόνων μας, ας διαλέξουν όποιο όνομα θέλουν. Όχι «προτεκτοράτα» στα Βαλκάνια, όχι στις πιέσεις της Ε.Ε, όχι Ευρωστρατός, όχι στην Ευρωσυνθήκη. Να μπει τέρμα στο κυνήγι των εξοπλισμών, λεφτά για προσλήψεις και αυξήσεις όχι για μαχητικά αεροπλάνα, πυραύλους και φρεγάτες.
Η σύνδεση όλων αυτών των αιτημάτων με τους απεργιακούς αγώνες είναι πολύ απλή και άμεση. Δεν χρειάζεται φιλοσοφία για να προβάλουμε ότι η κυβέρνηση που λεηλατεί τα Ασφαλιστικά Ταμεία, αρνείται τις αυξήσεις στους μισθούς και ξεπουλάει τον ΟΤΕ και τα Λιμάνια είναι η ίδια που σπαταλάει δισεκατομμύρια για τους εξοπλισμούς για να έχει μερίδιο στα προτεκτοράτα και τους αγωγούς των Βαλκανίων. Δεν πρόκειται να σώσουμε τον ΟΤΕ κυματίζοντας την γαλανόλευκη, γιατί και η Deutsche Telekom τη γαλανόλευκη διάλεξε σαν σημαία ευκαιρίας για να διεισδύσει στα Βαλκάνια.
Αντίθετα, μπορούμε να φράξουμε το δρόμο στις ιδιωτικοποιήσεις και να ανοίξουμε τον δρόμο για αυξήσεις και επιβολή των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, αν οργανώσουμε την συνέχεια του απεργιακού κινήματος χωρίς αναστολές της απεργιακής δράσης πότε για λόγους κοινοβουλευτικής τακτικής και πότε για λόγους «εθνικού διαλόγου».
Αυτή η προσπάθεια θα πρέπει να οργανωθεί από τα κάτω. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες όχι μόνο σταμάτησαν τις απεργίες του Ασφαλιστικού την ώρα που ήταν στο φόρτε τους, αλλά κατάφεραν να κάνουν την Πρωτομαγιά ένα φιάσκο αντί για συνέχεια των αγώνων. Και συνεχίζουν την ίδια τακτική στις 15 Μάη με χωριστές συγκεντρώσεις της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ την ίδια μέρα, οι μεν για τις ιδιωτικοποιήσεις και οι δε για τις αυξήσεις. Θα χρειαστεί να οργανώσουμε την ενότητα και τη συνέχεια των αγώνων από τα κάτω, βήμα-βήμα, συσπειρώνοντας τους χώρους, πιέζοντας τις ηγεσίες, χτίζοντας τη συμπαράσταση σε κάθε χώρο που βγαίνει μπροστά.
Όλα αυτά είναι μάχες πολιτικές που απαιτούν μια Αριστερά ξεκάθαρη, επίμονη, που δεν χάνει από τα μάτια της την ευρύτερη προοπτική. Μέσα απ’ αυτούς τους αγώνες και την έκβασή τους δεν κρίνονται μόνο τα ποσοστά στις επόμενες δημοσκοπήσεις ή έστω στις Ευρωεκλογές που ακολουθούν, αν η κυβέρνηση του Καραμανλή αντέξει άλλον ένα χρόνο. Κρίνονται οι ταξικοί και πολιτικοί συσχετισμοί με τους οποίους μπορούμε να μπούμε στον επόμενο «Μάη», στην επόμενη Μεταπολίτευση. Το «έπαθλο» δεν είναι με πόσους βουλευτές ή υπουργούς θα βγει η Αριστερά αυτή τη φορά. Είναι η προοπτική να ξεφορτωθούμε το σύστημα που φέρνει ξανά και ξανά κρίση, φτώχεια και πόλεμο. Σ’ αυτή την κατεύθυνση θέλει να βοηθήσει αυτό το τεύχος του «Σοσιαλισμός από τα κάτω» με το αφιέρωμα στον Μάη του ’68 και στις επαναστατικές ιδέες του.