Άρθρο
Kραχ - Πού πάει ο καπιταλισμός;

Oι τεράστιες ζημιές των τραπεζικών κολοσσών π

H ύφεση κτυπά την μητρόπολη του καπιταλισμού, τις ΗΠΑ-  Πώς τα παιχνίδια των τραπεζών με την στέγη μεταμορφώθηκαν σε βόμβα που απειλεί τα θεμέλια του συστήματος. H xειρότερη πιστωτική κρίση από την δεκαετία του ’80. Γράφει ο Μωυσής Λίτσης*.

Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την παγκόσμια οικονομία, για να παραφράσουμε την ιστορική ρήση του Καρλ Μαρξ, αυτό της ύφεσης. Για μία ακόμη φορά μέσα σε μια δεκαετία το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα βιώνει κρίση, με επίκεντρο αυτή τη φορά τη μητρόπολη του καπιταλισμού τις ΗΠΑ, με την αμερικανική οικονομία να βρίσκεται προ των πυλών της ύφεσης εξαιτίας της κατάρρευσης της αγοράς ακινήτων και των χρεών των τραπεζών.

Τα πρωτοσέλιδα του διεθνούς οικονομικού τύπου είναι γεμάτα από προειδοποιήσεις για την ύφεση που έρχεται,  την εντεινόμενη χρηματιστηριακή αναταραχή και τις προσπάθειες των κεντρικών τραπεζών πότε με πακέτα έκτακτης ενίσχυσης, πότε με μειώσεις των επιτοκίων να αποτρέψουν το…κακό. «Οι οικονομολόγοι λένε ότι το 2008 θα είναι  μια χρονιά που καλύτερα να την ξεχάσουμε», έγραφε στις αρχές Ιανουαρίου, αρθρογράφος μίας από τις πιο γνωστές ιστοσελίδες χρηματιστηριακής ενημέρωσης, της MarketWatch, ενώ τα διεθνή πρακτορεία έδιναν έμφαση στο γεγονός ότι το φετινό χρηματιστηριακό ξεκίνημα στην Αμερική, ήταν το χειρότερο από το 1932, χρονιά που κορυφωνόταν η μεγάλη οικονομική κρίση του κραχ του 1929, που οδήγησε τον τότε Αμερικανό πρόεδρο να προχωρήσει στην πολιτική του «νιου ντιλ».

Το γνωστό πρακτορείο οικονομικών ειδήσεων Μπλούμπεργκ, αναφερόμενο πρόσφατα στην πιστωτική κρίση και τις ζημιές εκατομμυρίων που ανακοινώνουν η μία μετά την άλλη οι αμερικανικές τράπεζες, χαρακτηρίζει την κατάρρευση της στεγαστικής αγοράς υψηλού ρίσκου, γνωστής ως subprime, χειρότερη κρίση και από αυτήν του χρέους του Τρίτου Κόσμου την δεκαετία του ’80, όταν το Μεξικό και οι ευνοούμενες της Ουάσιγκτον δικτατορίες της Λατ. Αμερικής δεν μπόρεσαν, λόγω των υψηλών επιτοκίων να ξεπληρώσουν τα «θαλασσοδάνεια» που έδινε η αμερικανική κυβέρνηση για να στηρίξει τον πόλεμο κατά του…κομμουνισμού.

Οι αμερικανικές και βρετανικές τράπεζες, που ήταν οι κυριότεροι παίκτες στην αγορά των subprime δανείων, έχουν ανακοινώσει από τον Αύγουστο που ξέσπασε η διεθνής πιστωτική κρίση παραγραφές χρεών 50 δις. δολαρίων, οι οποίες εκτιμάται ότι θα φθάσουν στα 400-500 δις. δολάρια.

Άλλωστε και τη δεκαετία του ’20, πριν το ομώνυμο κραχ του ’29, είχε προηγηθεί η κατάρρευση της αγοράς ακινήτων στην Φλόριντα, γεγονός που ο γνωστός Αμερικανός οικονομολόγος μελετητής του κραχ Τζον Κένεθ Γκαλμπρέϊθ θεωρεί ως το πρώτο σημάδι για το κακό που θα έρχονταν λίγα χρόνια αργότερα. 

Οι αμερικανικές τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρίες και εταιρίες ακινήτων έβγαζαν ένα εκατ. δολάριο τον χρόνο την δεκαετία του ’20, μέχρι το κραχ τον Οκτώβριο του 1929. Οι τράπεζες έχασαν 500 εκατ. δολάρια το 1930, 1,7 δις. δολάρια το 1931 και 2 δις. δολάρια το 1932. 

Κάθε φορά  που η κρίση χτυπά την πόρτα των καπιταλιστικών μητροπόλεων, τα μέσα ενημέρωσης  υπενθυμίζουν τις ζοφερές ημέρες του κραχ του ’29, που οδήγησαν την Αμερική στη Μεγάλη Ύφεση με τα 14 εκατ. ανέργους, τα συσσίτια, αλλά και τη μεγαλύτερη ριζοσπαστικοποίηση της εργατικής τάξης, που ανάγκασαν τον πρόεδρο Ρούσβελτ να εκπονήσει την πολιτική του «νιου ντιλ», ένα κεϊνσιανό πρόγραμμα κρατικής παρέμβασης που για την αμερικανική δεξιά, θεωρούνταν για χρόνια συνώνυμο του «σοσιαλισμού».

 Το 1929 είναι ωστόσο ήδη εδώ για εκατομμύρια απόκληρους Αμερικανούς που ούτε «Μπλούμπεργκ» παρακολουθούν, ούτε «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ» διαβάζουν, πληρώνοντας τις επιπτώσεις του νεοφιλελευθερισμού που άρχισε να ξηλώνει ό,τι είχε απομείνει από τη «χρυσή» εποχή του «νιου ντιλ» και της σοσιαλδημοκρατικής συναίνεσης στην Ευρώπη. Μόνο που τα πράγματα χειροτερεύουν τώρα και αυξάνουν τις στρατιές των απόκληρων, των ανέργων και των ανασφαλών Αμερικανών, που φοβούνται ότι θα είναι το επόμενο θύμα της οικονομικής ύφεσης.  

 Πόσο μάλλον που τα διεθνή μέσα ενημέρωσης γεμίζουν ήδη με αναλύσεις που προαναγγέλλουν τον επόμενο κρίκο στην αλυσίδα που ετοιμάζεται να σπάσει: τα δάνεια που αφορούν τα υψηλά εισοδήματα και την «κανονική» αγορά ακινήτων και τις πιστωτικές κάρτες. Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους πανικόβλητος ανακοινώνει πακέτο μέτρων εφάμιλο αυτού που ανακοίνωσε μετά την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, ύψους 150 δις. δολαρίων, ενώ οι υποψήφιοι για τις προεδρικές εκλογές, προσπαθούν να σαγηνέψουν τους ψηφοφόρους με υποσχέσεις για την οικονομία, μιας και απότι φαίνεται οι ΗΠΑ τα μαζεύουν ούτως ή άλλως από το Ιράκ.

Στην τελευταία σύνοδο των Αμερικανών Δημάρχων, ένα σώμα που δημιουργήθηκε το 1932 για να αντιμετωπιστεί με όρους φιλανθρωπίας η πείνα και η ανέχεια που είχε προκαλέσει το κραχ του ’29, τα στοιχεία για την κατάσταση της άλλης Αμερικής, των φτωχών και των ανέργων ήταν ιδιαιτέρως αποκαλυπτικά.

Οι αιτήσεις για έκτακτη επισιτιστική βοήθεια αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 10% σε 15 από τις 23 αμερικανικές μεγαλουπόλεις που περιλαμβάνει το δείγμα της έκθεσης για την Πείνα και τους Αστέγους. Στο Ντιτρόιτ, την πρωτεύουσα της αμερικανικής βιομηχανίας οι αιτήσεις έχουν αυξηθεί κατά 35%.  Το πρακτορείο Ρόιτερ αναφέρθηκε πρόσφατα εκτενώς στην αύξηση τον τελευταίο καιρό των ανθρώπων που ζουν σε σκηνές στις ισπανόφωνες φτωχότερες περιοχές της Καλιφόρνια, κάνοντας παραλληλισμούς με τις εικόνες που περιγράφει ο γνωστός Αμερικανός συγγραφέας Τζον Στάϊμπεκ στα «Σταφύλια της Οργής», περιγράφοντας τις κοινωνικές επιπτώσεις της Μεγάλης Οικονομικής Κρίσης του ’30 στις ζωές εκατομμυρίων Αμερικανών.

Οι κατασχέσεις κατοικιών αναμένεται να φθάσουν στα 1,4 εκατομμύρια το 2008, αφήνοντας όχι μόνο εκατομμύρια Αμερικανούς άστεγους, αλλά στερώντας από τους αμερικανικούς δήμους μία πηγή σημαντικών εσόδων, άρα και τη δυνατότητα άσκησης μιας στοιχειώδους κοινωνικής πολιτικής για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων νεόπτωχων, που αναζητούν καταφύγιο στις υπηρεσίες των δήμων, των εκκλησιαστικών και ανθρωπιστικών οργανώσεων.

Σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά δεδομένα, ένας στους δέκα Αμερικανούς, 36,5 εκατ., ζει στο όριο φτώχειας. Από αυτούς τα 13 εκατ. παιδιά. Ο αριθμός των αστέγων φθάνει στις 700.000, με την ανεργία να εκτινάσσεται ήδη στο 5%. Κι όλα αυτά πριν επισήμως η αμερικανική οικονομία μπει σε ύφεση, η οποία από τους συμβατικούς οικονομολόγους ορίζεται ως δύο τρίμηνα συνεχούς αρνητικής  ανάπτυξης. 

Η κατάρρευση της αμερικανικής φούσκας στα ακίνητα, αρχίζει και παρασύρει ανάλογες φούσκες, στη Βρετανία, την Ισπανία και την Ιρλανδία, με ορατές ήδη, ειδικά στην πρώτη, τις επιπτώσεις της νέας κρίσης. Η Ελλάδα δεν είναι εξαίρεση, παρά την μικρότερη ένταξή της στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Η ελληνική αγορά ακινήτων έχει όλα τα χαρακτηριστικά φούσκας-στην οικοδομή και τα ευρωπαϊκά πακέτα στηρίχτηκε η «υπερανάπτυξη» των τελευταίων ετών-ενώ οι ελληνικές τράπεζες, ακόμη και αν δεν έχουν παίξει σε subprime δάνεια, αρχίζουν και σφίγγονται λόγω της στενότητας στη διεθνή ρευστότητα.

Οι τράπεζες έχουν αυξήσει στα ύψη τα επιτόκια που δίνουν στα μεταξύ τους δάνεια(βλέπε διατραπεζική αγορά), καθώς φοβούνται η μία την άλλη μετά το φιάσκο των subprime στην Αμερική, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται να βρουν ρευστό. Στην Αμερική τράπεζες όπως η Citigroup, ψάχνει σωτήρες σε άραβες μεγιστάνες, κινεζικά και ασιατικά κεφάλαια, ενώ στην Ελλάδα ανακάλυψαν ξανά το ταμιευτήριο, δίνοντας υψηλά επιτόκια για προθεσμιακές καταθέσεις και μεγάλα ποσά.

Η Ελλάδα είναι εξίσου υπερχρεωμένη με την Αμερική και άλλες καπιταλιστικές χώρες, που στηρίζουν την ανάπτυξη όχι στο εισόδημα, αλλά στην πίστωση, μέσω των πιστωτικών καρτών και τα κάθε μορφής καταναλωτικά και άλλα δάνεια. Το 2% με 2,5%, κάπου 90.000 νοικοκυριά σε σύνολο δύο εκατομμυρίων δανειοληπτών δεν πληρώνει τα χρέη του, ενώ ο αντίστοιχος αριθμός νοικοκυριών έχει δανεισθεί χρήματα που ξεπερνούν το 40% του εισοδήματός του και κάνει αγώνα δρόμου για να πληρώσει τις δόσεις του. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει ζητήσει από τις τράπεζες να διαγράψουν επισφαλή χρέη τριών δις. ευρώ, ώστε τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να μειωθούν στα 7 από 10 δις. ευρώ στο τέλος του 2007.

Τη πρωτιά στη μη εξυπηρέτηση έχουν τα χρέη προς τις πιστωτικές κάρτες και ακολουθούν τα καταναλωτικά δάνεια, τα δάνεια αυτοκινήτου και τα στεγαστικά. Στη στεγαστική πίστη, με βάση τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, πρόβλημα εμφανίζει το 3,4%, δηλαδή 2,2 δις. ευρώ και στην καταναλωτική πίστη δεν εξυπηρετείται κανονικά το 6,6%, δηλαδή 2 δις. ευρώ.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Νοεμβρίου 2007 το σύνολο των στεγαστικών δανείων ανέρχονταν σε 61 δις. ευρώ, της καταναλωτικής πίστης σε 30,1 δις. ευρώ από τα οποία τα 22 δις. ευρώ είναι καταναλωτικά και 8,1 δις. ευρώ είναι χρέη πιστωτικών καρτών.

Πώς όμως ξεκίνησαν όλα; Το 2000 κατέρρεε η χρηματιστηριακή φούσκα dot. Com, η οποία ήταν το τελευταίο επεισόδιο σε μία δεκαετία κρίσεων (παρά τη μεγάλη ανάπτυξη στις ΗΠΑ και τον κόσμο), που άρχισε από την κρίση της Ασίας του 1997(με κύριο θύμα την αναπτυγμένη Ιαπωνία), επεκτάθηκε στις αναδυόμενες αγορές της Ρωσίας και της Λατ. Αμερικής (θυμηθείτε τι έγινε στην Αργεντινή) και άρχισε να σκάει στα μούτρα της αμερικανικής καπιταλιστικής μητρόπολης και τις άλλες δυτικές οικονομίες. 

Μπροστά στο αδιέξοδο  η αμερικανική κεντρική τράπεζα, η Fed άρχισε να μειώνει τα επιτόκια προκειμένου να διευκολύνει τις τράπεζες και τους χρηματιστές της Γουόλ Στριτ να δανειστούν ξανά νέο χρήμα για να το ρίξουν ξανά στα χρηματιστήρια και τα ποικίλα χρηματιστηριακά προϊόντα. Ήλθε και η 11η Σεπτεμβρίου και ο φόβος για ολοκληρωτική παράλυση της αμερικανικής οικονομίας, που συνέτεινε στο να πέσουν τα επιτόκια στο επίπεδο ρεκόρ του 1%. Το χρηματιστήριο από μόνο του δεν μπορούσε να δημιουργήσει μία νέα φούσκα, με το παραμύθι των dot. Coms να έχει καταρρεύσει και τα χρηματιστηριακά σκάνδαλα (βλέπε Enron) να πνίγουν την Αμερική.

Το νέο ζεστό φθηνό χρήμα άρχισε να διοχετεύεται στην αγορά ακινήτων δημιουργώντας μία νέα φούσκα και συνθήκες υπερανάπτυξης. Τα ακίνητα χρησίμευαν ως εχέγγυο για ακόμη μεγαλύτερο δανεισμό, ενώ τα φτωχότερα στρώματα των Αμερικανών(κυρίως έγχρωμοι και ισπανόφωνοι) πίστεψαν πως ήλθε η ώρα να ζήσουν το δικό τους αμερικανικό όνειρο, τονώνοντας παράλληλα την κατανάλωση. Η αμερικανική υπερκατανάλωση- το 70% του αμερικανικού ΑΕΠ στηρίζεται στην κατανάλωση- οδηγούσε την οικονομία σε  ανάκαμψη, αν και ο πόλεμος του Ιράκ και το αυξανόμενο οικονομικό του κόστος συν τις πολιτικές περιπλοκές, δεν κατάφερε να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση της «νέας οικονομίας» της εποχής Κλίντον.

Οι αμερικανικές τράπεζες ανακάλυψαν στην κοινότητα των Αφροαμερικανών και Ισπανόφωνων που μην έχοντας δυνατότητες πρόσβασης στο «κανονικό» αμερικανικό πιστωτικό σύστημα, λόγω και των άτυπων διακρίσεων μεταξύ λευκών και έγχρωμων που εξακολουθούν να ισχύουν στην Αμερική, παρά την τυπική κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων, στράφηκαν σε μια νέου τύπου μορφής στεγαστικών δανείων, τα λεγόμενα δάνεια subprime, δάνεια υψηλού ρίσκου. Τα δάνεια αυτά έδιναν εξειδικευμένες εταιρίες ως υπεργολάβοι μεγάλων τραπεζών και είχαν υψηλότερο επιτόκιο από αυτό της αγοράς, αλλά, που όσο τα επιτόκια της κεντρικής τράπεζας ήταν φθηνά, παρέμεναν και αυτά ελκυστικά.

Επιπλέον τα χρέη που άρχισαν να συσσωρεύονται όταν τα επιτόκια άρχισαν να αυξάνονται από το 2004 και μετά, οι τράπεζες τα έκαναν «τίτλους», πακέτα τα οποία μεταπωλούσαν οπουδήποτε, σε άλλες τράπεζες του εξωτερικού, διαθέσιμους επενδυτές, ακόμη και σε επαρχιακές κωμοπόλεις, μέχρι τον μακρινό νορβηγικό βορρά  χωρίς οι άνθρωποι να έχουν ιδέα από χρηματοοικονομικά, στηριζόμενοι απλά στην καλή πίστη. Κάτι δηλαδή σαν τα δομημένα ομόλογα, τίτλους που στηριζόντουσαν σε πολύπλοκες υποθέσεις για μελλοντικές αποδόσεις, που «ανίδεοι χρηματιστές» φόρτωσαν στα συνταξιοδοτικά ταμεία στη χώρα μας, υπό την πλήρη κάλυψη(και το σχετικό αντίτιμο) κουμπάρων και μεσαζόντων της κυβέρνησης.

Από το 2006 η αμερικανική αγορά ακινήτων άρχισε να κάθεται, οι τιμές να πέφτουν, άρα και η αξία τους ως ενέχυρο για τα διάφορα δάνεια. Παράλληλα όλο και περισσότεροι Αμερικανοί πετιόντουσαν στο δρόμο χωρίς να μπορούν να πληρώσουν τις πολλαπλασιαζόμενες δόσεις, λόγω της αύξησης των επιτοκίων. Στις αρχές του 2007, ο κόσμος ανακάλυψε τη λέξη «subprime», καθώς άρχισαν οι πτωχεύσεις των πρώτων εταιριών που έδιναν τέτοιου είδους δάνεια και η Γουόλ Στριτ τρίκλιζε. Στην αρχή φάνταζε ως ένα ακόμη συνηθισμένο επεισόδιο στις καθημερινές διακυμάνσεις της Γουόλ Στριτ, τον Αύγουστο είχε όμως εξελιχθεί σε μία διεθνή πιστωτική κρίση, καθώς κανείς δεν ήξερε πόσα και πού βρισκόντουσαν αυτού του είδους τα δάνεια-οι τράπεζες δεν ανέγραφαν καν στους ισολογισμούς τους τη χορήγηση των δανείων subprime και των συναφών με αυτά χρηματιστηριακών προϊόντων-με αποτέλεσμα η μία μετά τις άλλες οι τράπεζες να ανακοινώνουν ζημιές εκατ. δολαρίων, προκαλώντας πανικό στα χρηματιστήρια και ανεβάζοντας το κόστος του χρήματος, αφού καμία τράπεζα δεν εμπιστευόταν να δανείσει πια στην άλλη.

Ακόμη και τράπεζες που δεν είχαν σχέση με αυτού του είδους τα δάνεια όπως η βρετανική Northern Rock, έφθασε στα όρια της χρεοκοπίας, με σκηνές που θύμιζαν Αργεντινή, καθώς οι χιλιάδες καταθέτες μην έχοντας εμπιστοσύνη στις διακηρύξεις της κυβέρνησης, έτρεχαν να πάρουν τα λεφτά τους, αδειάζοντας τα ταμεία της τράπεζας. Η Northern Rock, συνεχίζει να αναζητά αγοραστή, και η σοσιαλφιλελεύθερη Βρετανία του Γκόρντον Μπράουν δεν έχει αποκλείσει ακόμη και το ενδεχόμενο εθνικοποίησής της.

Η αμερικανική οικονομία άλλωστε, που είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο και πρότυπο για την περαιτέρω επέκταση του νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη, όπου οι αντοχές του κοινωνικού κράτους είναι μεγαλύτερες, στηρίζεται εδώ και χρόνια σε πήλινα πόδια, στον υπερδανεισμό.

Τα ενυπόθηκα δάνεια από 1,8 τρις. δολάρια έχουν φθάσει στα 8,2 τρις. δολάρια, το καταναλωτικό χρέος από 2,7 τρις. δολάρια σε 11 τρις. δολάρια, το εθνικό χρέος ξεπερνά τα 9 τρις. δολάρια, ενώ το αμερικανικό εμπορικό έλλειμμα φθάνει στα 765 δις. δολάρια. Στην Τάιμς Σκουέαρ, την κεντρική πλατεία της Νέας Υόρκης έχει στηθεί εδώ και χρόνια μετρητής χρέους, όπου σαν ταρίφα ταξί γράφει κάθε μέρα πόσο αυξάνεται το αμερικανικό χρέος.

Χάρη στην στρατιωτική της ισχύ και το γεγονός ότι το δολάριο δεν είναι απλά αμερικανικό αλλά παγκόσμιο νόμισμα, η Αμερική καταφέρνει να μετακυλά την κρίση στις πλάτες του υπόλοιπου κόσμου, που τρέμει ότι αν φτερνιστεί η Γουόλ Στριτ θα παγώσει ολόκληρο το καπιταλιστικό σύμπαν, όπως γίνεται άλλωστε τόσες και τόσες φορές, με τα χρηματιστήρια όταν πέφτουν.

Στο σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο ζούμε σήμερα ένα ανεστραμμένο κεϊνσιανισμό. Για δεκαετίες οι κυβερνήσεις, ιδίως των σοσιαλδημοκρατικών και σοσιαλιστικών κομμάτων,  λοιδορήθηκαν ότι χρεώνονται για να ασκήσουν κοινωνική πολιτική. Σήμερα η ανάπτυξη της Αμερικής, των άλλων μεγάλων καπιταλιστικών χωρών ακόμη και της Ελλάδας, στηρίζεται στο ιδιωτικό χρέος, το χρέος που συσσωρεύεται από τις πιστωτικές κάρτες, τα καταναλωτικά και τα στεγαστικά δάνεια, μέσω των οποίων οι καπιταλιστές προσπαθούν να τονώσουν τη ζήτηση, συμπιέζοντας από την άλλη το εισόδημα, δημιουργώντας μία ψευδαίσθηση ευημερίας, αλλά που και αυτή κάποια στιγμή σπάει, όταν τα επιτόκια αυξάνονται για να αντιμετωπιστεί ο πληθωρισμός.

Ένα φαύλος κύκλος, με το χρηματιστηριακό-τραπεζικό κεφάλαιο να μετατρέπει πλέον σε εμπόρευμα, χρηματιστηριακό προϊόν, τα πάντα: από τις υποθήκες για τη λήψη στεγαστικού δανείου έως τα ασφαλιστήρια ζωής(πριν καιρό διαβάσαμε στο περιοδικό Μπίζνεσγουϊκ, ότι στην Αμερική έχει αρχίσει να ανθεί μέχρι και η αγορά «ομολόγων θανάτου», ομόλογα που στηρίζονται σε ασφαλιστήρια ζωής, τα οποία προπληρώνουν χρηματιστηριακές εταιρίες και τράπεζες, μεταπουλώντας τα σε άλλους επενδυτές).

Οι κυβερνήσεις προς το παρόν προσπαθούν με τονωτικές ενέσεις ρευστότητας προς τις τράπεζες να ρίξουν χρήμα στην αγορά, μειώνοντας παράλληλα τα επιτόκια(εκτός από την ΕΚΤ), ευελπιστώντας ότι όταν περάσει η μπόρα των αμερικανικών ακινήτων, κάποια άλλη φούσκα θα βρεθεί για να δημιουργήσει ξανά συνθήκες ανάπτυξης.

 Από την άλλη πιέζουν, όπως είδαμε και με τις δηλώσεις Αλογοσκούφη, τους εργαζόμενους να μην ζητήσουν «υπερβολικές αυξήσεις», θέλοντας να φορτώσουν το βάρος της κρίσης στον απλό κόσμο, που ούτε τράπεζες διευθύνει, ούτε δάνεια χορηγεί, ούτε παίζει με ακίνητα, πετρέλαιο, δημητριακά και οτιδήποτε άλλο.

Η κρίση της δεκαετίας του ’90, έγινε η αφορμή για να αποκαθηλωθεί η συναίνεση της Ουάσιγκτον και η νεοφιλελεύθερη ατζέντα της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης.  Η τωρινή κρίση, σε συνδυασμό με το αμερικανικό Βατερλό στο Ιράκ, μπορεί να βοηθήσει την αριστερά να κερδίσει ακόμη περισσότερο στον πόλεμο των ιδεών χρησιμοποιώντας την εμπειρία του απλού κόσμου για να δείξει το ποιος πράγματι φταίει για την κρίση.

H αριστερά πρέπει να δώσει ακόμη μεγαλύτερη έμφαση για την ανάγκη μιας ορθολογικής οργάνωσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος με βάση τα συμφέροντα των απλών ανθρώπων, για τον δημοκρατικό έλεγχο της πιστωτικής και νομισματικής πολιτικής, παράλληλα με τους αγώνες που δίνει σε  τοπικό και διεθνές επίπεδο, κατά των πολιτικών του νεοφιλελευθερισμού, της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, του πολέμου και των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων όπου γης.

 

*Δημοσιογράφος στην «Ελευθεροτυπία» και μέλος των «Financial Crimes»