9 Δεκέμβρη, διαδήλωση στο Aιγάλεω ενάντια στι
Aυξάνεται ο αριθμός των επιθέσεων σε μετανάστες. H Kατερίνα Θωίδου εξηγεί γιατί οι ένοχοι βρίσκονται ψηλά.
Στις 8-9 Δεκέμβρη έγινε στη Λισαβόνα η δεύτερη Σύνοδος Κορυφής ΕΕ-Αφρικής με τη συμμετοχή 53 αρχηγών κρατών χωρών της Αφρικής και των πρωθυπουργών των 27 χωρών της ΕΕ.
Η σύνοδος παρουσιάστηκε ως ιστορικής σημασίας γιατί όπως ανακοινώθηκε επίσημα, «διαμόρφωσε νέα σελίδα στις σχέσεις ΕΕ και Αφρικής». Τυπικά στην ατζέντα της συζήτησης ήταν η μετανάστευση, το εμπόριο, οι κλιματικές αλλαγές και τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά στην πραγματικότητα το βασικό θέμα ήταν πώς οι χώρες της ΕΕ θα καταληστεύσουν ακόμη περισσότερο την Αφρική και πώς θα επιβάλουν μεγαλύτερους φραγμούς στους μετανάστες.
Ο στόχος της Συνόδου ήταν να εξαναγκασθούν οι χώρες τις Αφρικής να υπογράψουν νέες εμπορικές συμφωνίες που θα προέβλεπαν την πλήρη απελευθέρωση του εμπορίου, με την κατάργηση των δασμών για όλα τα προϊόντα που εξάγει η ΕΕ στην Αφρική. Αν εφαρμοστεί αυτή η συμφωνία, που είναι πρόταση του ΠΟΕ, θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη εξαθλίωση τους φτωχούς αγρότες και την εργατική τάξη της Αφρικής. Αυτή η πρόταση, παρ’ όλες τις πιέσεις, απορρίφθηκε από τους αρχηγούς κρατών της Αφρικής και έτσι η σύνοδος δεν κατέληξε πουθενά..
Το τραγικό της υπόθεσης ήταν ότι ενώ οι πρωθυπουργοί της Ευρώπης προωθούν την πλήρη απελευθέρωση του εμπορίου, την ίδια στιγμή πιέζουν για να μπουν ακόμα μεγαλύτεροι φραγμοί στην διακίνηση των ανθρώπων. Αυτή την πολιτική υποστήριξε στη Σύνοδο και η ελληνική αντιπροσωπεία, με επικεφαλής τον Καραμανλή. Είπε ότι οι χώρες ΕΕ και Αφρικής «είναι ανάγκη να ευθυγραμμιστούν σε ένα κοινό μέτωπο εναντίον όλων των παράνομων δραστηριοτήτων που έχουν σχέση με τη λαθρομετανάστευση και την εμπορία ανθρώπων και θα πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους στον τομέα αυτό σε πνεύμα συναντίληψης για την κοινή ευθύνη. Η σύναψη και η πιστή εφαρμογή συμφωνιών επανεισδοχής θεωρείται επιβεβλημένη», τόνισε ο Καραμανλής στη Σύνοδο.
Στην πραγματικότητα η πολιτική των κλειστών συνόρων της ΕΕ έχει οδηγήσει τα τελευταία 20 χρόνια στο θάνατο 12.000 μεταναστών, που έχασαν τη ζωή τους στην προσπάθειά τους να γλιτώσουν από την πείνα και τον πόλεμο. Οι κυβερνήσεις της ΕΕ έχουν σαν στόχο να κάνουν αυτή τη δολοφονική πολιτική ακόμα πιο σκληρή. Στα τέλη Νοέμβρη του 2007 ψηφίστηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο νέα Κοινοτική Οδηγία που προβλέπει την «εναρμόνιση των πρακτικών απέλασης των χωρών της ΕΕ». Αυτή η Κ.Ο. μετατρέπει όλους τους μετανάστες σε εγκληματίες και προβλέπει την σύλληψη, φυλάκιση και άμεση απέλαση όσων μεταναστών κατοικούν και εργάζονται «παράνομα» στις χώρες της ΕΕ. Επίσης προβλέπεται ποινή 5ετούς απαγόρευσης επιστροφής στο έδαφος της Ευρώπης.
Σύμφωνα με τη ΜΚΟ «Ευρώπη-Φρούριο», 11.120 μετανάστες έχουν χάσει τη ζωή τους από το 1988 έως το τέλος του 2006 στην προσπάθειά τους να περάσουν τα ευρωπαϊκά σύνορα. Από αυτούς 3.870 αγνοούνται στη θάλασσα. Στα θαλάσσια σύνορα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, 766 άνθρωποι πνίγηκαν και άλλοι 402 αγνοούνται. Σε αυτούς πρέπει να προσθέσουμε τουλάχιστον άλλους 120 νεκρούς και αγνοούμενους, που προστέθηκαν ως τον Οκτώβριο του 2007.
Η Ελλάδα είναι το σταυροδρόμι του θανάτου για χιλιάδες μετανάστες από την Αφρική και την Ασία που προσπαθούν να μετακινηθούν προς την Ευρώπη. Εχει την πρώτη θέση στην εφαρμογή της δολοφονικής πολιτικής των κλειστών συνόρων. Το 2007 μόνο, οι ελληνικές αρχές συνέλαβαν στα ελληνικά νησιά περίπου 7.000 μετανάστες. Την ίδια στιγμή υπάρχουν άπειρες καταγγελίες για την απάνθρωπη μεταχείριση και τους βασανισμούς των μεταναστών από το Λιμενικό και ιδιαίτερα για το κέντρο κράτησης μεταναστών της Σάμου, οι οποίες δεν έχουν ποτέ διερευνηθεί. Επιπλέον μετά το σκάνδαλο των απαγωγών των Πακιστανών μεταναστών, βγήκαν στην επιφάνεια τα βρόμικα παιχνίδια συνεργασίας της ελληνικής κυβέρνησης με την Πρεσβεία του Πακιστάν, για τη σύνταξη μαύρης λίστας «ανεπιθύμητων» μεταναστών οι οποίοι είτε συναντούν εμπόδια να έρθουν νόμιμα στην Ελλάδα είτε παρακολουθούνται από την αστυνομία και απελαύνονται.
Αυτή η πολιτική είναι που αφήνει περιθώρια στο ΛΑΟΣ και στις φασιστικές συμμορίες να σκορπίζουν το ρατσιστικό δηλητήριο της προπαγάνδας κατά των μεταναστών και να οργανώνουν πογκρόμ στις γειτονιές. Το Παρατηρητήριο Κατά του Ρατσισμού και της Ξενοφοβίας μιλά για υπερδιπλασιασμό των ρατσιστικών επιθέσεων σε βάρος μεταναστών μέσα στο 2007 σε σχέση με πέρσι, αφού από 16 επιθέσεις κατά μεταναστών το 2006, μέσα στο 2007 αναφέρθηκαν 35 περιστατικά. Αυτή η αύξηση δεν είναι τυχαία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το 2007 ήταν η χρονιά που το ακροδεξιό κόμμα ΛΑΟΣ έγινε κοινοβουλευτικό κόμμα και η προπαγάνδα κατά των μεταναστών νομιμοποιήθηκε να ακούγεται από τη βουλή και τα κανάλια σαν επίσημη πολιτική θέση. Αυτή η προπαγάνδα σε συνδυασμό με την ανοχή της αστυνομίας, δίνει το πράσινο φως σε διάφορα φασιστοειδή να επιτίθονται σε σπίτια μεταναστών με στόχο να τους τρομοκρατήσουν και να τους διώξουν από τις γειτονιές που κατοικούν εδώ και χρόνια.
Δεν είναι όμως μόνο οι φασίστες που ευθύνονται για αυτά τα κρούσματα ρατσισμού. Υπεύθυνη είναι και η πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ. Η αποκάλυψη του σκανδάλου των απαγωγών από την Πακιστανική Κοινότητα έβγαλε στην επιφάνια ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει εναρμονιστεί με την πολιτική της ισλαμοφοβίας των ΗΠΑ και του Μπους, που μαζί με την επίθεση στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, έβαλε στο στόχαστρο όλους τους μουσουλμάνους, ταυτίζοντάς τους με την Αλ Κάιντα και την τρομοκρατία. Οι Πακιστανοί μετανάστες μπήκαν στο στόχαστρο και της ελληνικής κυβέρνησης, της ΕΥΠ και της αστυνομίας, γιατί προσπάθησε να παίξει αυτό το χαρτί. Οι βασανισμοί των Πακιστανών στο αστυνομικό τμήμα της Ομόνοιας, που αποκαλύφθηκαν πριν μερικά χρόνια, ήταν μετά τις απαγωγές το δεύτερο μεγάλο σκάνδαλο που αποκάλυψε ότι η αστυνομία με τις ευλογίες του υπουργείου Δημόσιας Τάξης είναι ο ενορχηστρωτής αυτής της ρατσιστικής πολιτικής. Ετσι δεν είναι τυχαίο ότι μέσα σε διάστημα δύο μηνών έγιναν επιθέσεις σε σπίτια Πακιστανών μεταναστών στο Ρέντη και στο Αιγάλεω.
Η πολιτική της ΕΕ, της κυβέρνησης της ΝΔ και η παρουσία του ΛΑΟΣ στη βουλή, σημαίνει ότι χρειάζεται η κλιμάκωση της αντιρατσιστικής δράσης το επόμενο διάστημα. Οι αντιρατσιστικές οργανώσεις χρειάζεται ταυτόχρονα να πρωτοστατήσουν σε δύο πράγματα. Σε ιδεολογικό επίπεδο να δίνουν την κόντρα με τα επιχειρήματα της κυρίαρχης τάξης και της κυβέρνησης της ΝΔ, ότι δήθεν οι μετανάστες φταίνε για την ανεργία, τη φτώχεια, την εγκληματικότητα και την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής στις γειτονιές και την ίδια στιγμή να δίνουν τη μάχη κατά του ρατσισμού με όσο πιο μαζικούς όρους γίνεται.
Δεν υπάρχει καμία απόδειξη που να δικαιολογεί το ρατσιστικό ψέμα ότι για την αύξηση της ανεργίας ευθύνεται η αύξηση της μετανάστευσης. Αντίθετα όλα τα στοιχεία συνηγορούν ακριβώς στο αντίθετο. Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε η διευθύντρια του ΕΚΚΕ Χάρις Συμεωνίδου, σε εκδήλωση του κέντρου πληροφόρησης και τεκμηρίωσης για τον ρατσισμό «Αντιγόνη», αποδεικνύεται ότι χωρίς τη μετανάστευση η αναλογία ασφαλισμένων προς συνταξιούχους θα ήταν ακόμη χαμηλότερη. «Εχει υπολογιστεί ότι το 1 εκατομμύριο μεταναστών που βρίσκονται στην Ελλάδα καταβάλλουν το 11% των εισφορών που εισπράττουν τα ασφαλιστικά ταμεία» αναφέρει η έρευνα. Ο 1 στους 4 ασφαλισμένος στο ΙΚΑ είναι μετανάστης, εκ των οποίων το 50% είναι αλβανικής καταγωγής, με αμέσως επόμενες κατηγορίες Ρώσους, Βούλγαρους, Ρουμάνους, Πακιστανούς. «Η εισφοροδιαφυγή και εκμετάλλευση του εργατικού δυναμικού των μεταναστών (και των Ελλήνων) έχει αποτέλεσμα σημαντικούς διαφεύγοντες πόρους από το σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης η οποία ήταν 100 δισ. δραχμές το 1993 και το 2001 έφτασε το 1 τρισ. δραχμές τον χρόνο».
Αλλο πόρισμα που έδωσε το ΙΜΕΠΟ «Ινστιτούτο Μεταναστευτικής Πολιτικής» αναφέρει «Οι μετανάστες (νόμιμοι και παράνομοι) συμβάλλουν κατά 2,7% στο ΑΕΠ της χώρας, δημιουργούν το 2,8% του εισοδήματος και συνιστούν το 2,5% της απασχόλησης. Η έλευσή τους έχει προκαλέσει αύξηση των θέσεων εργασίας, μείωση των τιμών και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων, αλλά έχει πλήξει τα φτωχά νοικοκυριά με αρχηγό χωρίς εργασιακή εξειδίκευση, για τα οποία χρειάζεται ειδική μέριμνα. Οσο περισσότερο ενσωματώνονται τόσο αυξάνεται η συμβολή τους στην ευημερία της χώρας» (ΙΜΕΠΟ, Κόντη-Ζωγραφάκη, Μητράκου).
Αν ισχύουν όλα αυτά το ερώτημα που δημιουργείται είναι γιατί οι κυβερνήσεις αρνούνται να νομιμοποιήσουν τους μετανάστες και να ανοίξουν τα σύνορα στα αδέρφια μας που προσπαθούν με κίνδυνο τη ζωή τους να έρθουν στην Ευρώπη;
Η απάντηση είναι γιατί η άρχουσα τάξη κερδίζει από το ρατσισμό. Πρώτον γιατί όσο οι μετανάστες εργαζόμενοι παραμένουν στην παρανομία, τόσο μεγαλώνει η εκμετάλλευσή τους και άρα τα κέρδη των εργοδοτών. Το δεύτερο είναι ότι η άρχουσα τάξη έχει συμφέρον να κρατά την εργατική τάξη διασπασμένη, για να μπορεί να την εκμεταλλεύεται περισσότερο. Οσο υπάρχουν μετανάστες στην παρανομία, που εργάζονται χωρίς ασφάλιση και αμείβονται κάτω από τις συλλογικές συμβάσεις, τόσο μεγαλώνουν οι πιέσεις για να εργάζονται και οι ντόπιοι εργαζόμενοι με χειρότερες συνθήκες εργασίας. Το τρίτο είναι το ιδεολογικό. Οι μετανάστες πάντα χρησιμοποιούνται ως «αποδιοπομπαίοι τράγοι», στους οποίους κάθε φορά μπορούν οι από πάνω να φορτώνουν τα βάρη και να αποπροσανατολίζουν την εργατική τάξη για όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Για τη φτώχεια, την ανεργία, τα χάλια της δημόσιας παιδείας και υγείας φταίνε οι μετανάστες και όχι οι περικοπές και η λιτότητα, μας λένε.
Γι’ αυτό στην πάλη κατά του ρατσισμού χρειάζεται να ξεκινάμε από την αφετηρία ότι ο ρατσισμός δεν έχει να κάνει με τη φύση των ανθρώπων αλλά είναι ένα ψέμα που καλλιεργείται από τα πάνω, από την κυρίαρχη τάξη, για να μπορεί να διασπά την ενότητα της εργατικής τάξης. Η πάλη για τη νομιμοποίηση των μεταναστών και το άνοιγμα των συνόρων είναι ένα αίτημα αντικαπιταλιστικό που έρχεται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα του καπιταλισμού στην Ελλάδα και παγκόσμια.
Την ίδια στιγμή όμως χρειάζεται να παλέψουμε για να μπορούν οι μετανάστες που είναι ήδη εδώ, να ζουν με αξιοπρέπεια. Εκτός από τη νομιμοποίηση όλων έχουμε να παλέψουμε και για μία σειρά άλλες κατακτήσεις. Να διεκδικήσουμε να φτιαχτούν σχολεία για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας για τους μετανάστες, με ευθύνη του Υπουργείου Παιδείας και όχι να καλύπτουμε αυτή την βασική ανάγκη στα πλαίσια ιδιωτικών πρωτοβουλιών, ακόμα και αν ξεκινούν από αντιρατσιστικές οργανώσεις. Να διεκδικήσουμε την εγγραφή στα σχολεία όλων των παιδιών των μεταναστών, νόμιμων ή «παράνομων» και τη λειτουργία της Πρόσθετης Διδακτικής Στήριξης για να έχουν επιπλέον βοήθεια. Την ισότιμη πρόσβαση των μεταναστών με ή χωρίς χαρτιά στη Δημόσια Υγεία. Την χορήγηση δικαιώματος ψήφου και όλα τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Δίνοντας αυτές τις μάχες μέσα στα συνδικάτα, στις γειτονιές, στις σχολές και τα σχολεία με μαζικούς όρους, μπορούμε να σπάσουμε το φόβο και την τρομοκρατία των ρατσιστών και να απομονώσουμε τα φασιστοειδή όπου τολμούν να κάνουν την εμφάνισή τους. Όπως στο Ρέντη και στο Αιγάλεω, που η απάντηση δόθηκε με μαζικές αντιρατσιστικές συγκεντρώσεις, όπου η Συμμαχία Σταματήστε τον Πόλεμο και η Πακιστανική Κοινότητα διοργάνωσαν δύο μαζικά αντιρατσιστικά συλλαλητήρια τα οποία αγκαλιάστηκαν από τους Δήμους, τα συνδικάτα και τους τοπικούς φορείς. Παλεύοντας το ρατσισμό με αυτό τον προσανατολισμό έχουμε τη δύναμη να απομονώσουμε τους φασίστες και να τσακίσουμε τη ρατσιστική πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ, ανοίγοντας ταυτόχρονα το δρόμο για να κατακτήσουμε νέες νίκες κόντρα στο σύστημα που γεννά την φτώχεια, την ανεργία και το ρατσισμό.