Άρθρο
Φοιτητικές καταλήψεις
Η Αργυρή Ερωτοκρίτου γράφει για τις μάχες του φοιτητικού κινήματος.
Η μάχη που εξελίσσεται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς δεν έχει κλείσει. Η χρόνια ξεκίνησε με την προσπάθεια της κυβέρνησης να ξηλώσει οικονομικές και πολιτικές κατακτήσεις. Οι οικονομικές επιθέσεις συμπυκνώθηκαν σε τρία μείζονα ζητήματα: την απειλή για τις διαγραφές 180.000 φοιτητών, την κατάρρευση ΑΕΙ-ΤΕΙ που ακολούθησε με την απόλυση-διαθεσιμότητα διοικητικού προσωπικού και την οικονομική ασφυξία των ιδρυμάτων αφού η χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό έχει μειωθεί 80% την τελευταία πενταετία.
Από την άλλη η επίθεση στο άσυλο, η καταστολή και η προσπάθεια συρρίκνωσης του ρόλου που παίζουν τα συλλογικά όργανα φοιτητών και εργαζομένων στη διοικηση των σχολών είναι τα σκέλη των πολιτικών επιθέσεων. Οι προσπάθειες της (πρώην) κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ να περάσει όλα αυτά είναι μέτρα που είχαν αποπειραθεί να επιβάλουν και στο παρελθόν πολλές κυβερνήσεις. Κυβερνήσεις όμως που έφτασαν να αναγκάζονται σε άτακτη υποχώρηση μπροστά σε κινήματα φοιτητικών καταλήψεων και απεργιών από το προσωπικό των πανεπιστημίων.
Αυτός ο τρόπος απάντησης του φοιτητικού κινήματος και των εργαζομένων στις σχολές πατάει σε μια ολόκληρη παράδοση αγώνων στη χώρα μας που εξοργίζουν την κυρίαρχη τάξη καθώς “αυτά δε συμβαίνουν σε καμία άλλη χώρα στον πλανήτη”. Έχουν κάθε λόγο να φοβούνται.
Φραγμοί
Χρειάζεται να εξετάσουμε γιατί η άρχουσα τάξη και οι κυβερνήσεις έχουν ανάγκη αυτές οι επιθέσεις να περάσουν και ταυτόχρονα να απαντήσουμε στα επιχειρήματα περί “μειοψηφιών” που κάνουν καταλήψεις, φοιτητών που “βαριούνται” να κάνουν μάθημα κλπ.
Για τις διαγραφές των φοιτητών και την εφαρμογή του ανώτατου ορίου φοίτησης η κυβέρνηση του Σαμαρά επιστράτευσε κάθε λογής επιχειρήματα: “αιώνιοι φοιτητές, σπουδάζουν δύο δεκαετίες, κοστίζουν στο δημόσιο κλπ”. Ήταν τα ίδια επιχειρήματα που συνόδευαν το μέτρο της διαθεσιμότητας του Μητσοτάκη για τους “τεμπέληδες” δημόσιους υπαλλήλους και φυσικά δεν προσεγγίζουν ούτε στο ελάχιστο την πραγματικότητα. Το μόνο κόστος των “αιωνίων” για το δημόσιο είναι το φύλλο χαρτί που χρησιμοποιούν στις εξεταστικές τους αφού χάνουν το δικαίωμα σε όποια φοιτητική παροχή μετά τα έξι χρόνια.
Στην ουσία η προσπάθεια για διαγραφές φοιτητών εξυπηρετεί δύο σκοπούς. Ο πρώτος είναι να πεταχτούν μαζικά έξω από τις σχολές τα παιδιά της εργατικής τάξης. Πρόκειται για ένα μέτρο που εντείνει τους ταξικούς φραγμούς στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Όσοι φοιτητές αναγκάζονται να δουλέψουν για να βγάλουν τις σπουδές τους – και με αυτό τον τρόπο καθυστερούν να πάρουν το πτυχίο τους – βλέπουν την πόρτα εξόδου. Έτσι κι αλλιώς με την ανεργία να βρίσκεται στα ύψη η άρχουσα τάξη δεν χρειάζεται να δαπανά λεφτά και για άλλους πτυχιούχους άνεργους. Από την άλλη αυτό το μέτρο προσπαθεί να πειθαρχήσει τους φοιτητές που δεν έχουν ξεπεράσει, με βάση το πρόγραμμα σπουδών, το όριο φοίτησής τους. Η όποια σκέψη για κινητοποιήσεις ή καταλήψεις να απειλείται από χαμένα εξάμηνα που εν τέλει να κοστίζουν το δικαίωμα στη μόρφωση.
Αυτό το μέτρο όμως είναι αναγκαίο για την κυβέρνηση και τις πρυτανικές αρχές και για έναν άλλο λόγο. Έρχεται να αποκαταστήσει (προς τα κάτω πάντα) το διαταραγμένο ισοζύγιο εκπαιδευτικού και διοικητικού προσωπικού με τον αριθμό των φοιτητών. Είναι ουσιαστικά το απαραίτητο συμπλήρωμα στο γεγονός ότι έχουν να γίνουν προσλήψεις μελών ΔΕΠ τα τελευταία πέντε χρόνια και στις διαθεσιμότητες-απολύσεις εκατοντάδων διοικητικών υπαλλήλων.
Στα πέντε μνημονιακά χρόνια η χρηματοδότηση των προϋπολογισμών των σχολών έχει πέσει στο ναδίρ. Ο Προϋπολογισμός που ψήφισε η απερχόμενη κυβέρνηση για το 2015 μειώνει κατά 6% τη χρηματοδότηση των σχολών. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την ουσιαστική υποβάθμιση της ποιότητας των σπουδών. Η μη πρόσληψη διδακτικού προσωπικού φτάνει στο σημείο να κλείνουν ολόκληροι τομείς των ιδρυμάτων. Για παράδειγμα η συνταξιοδότηση του μέλους ΔΕΠ που διδάσκει Βιοχημεία στο Χημικό του ΕΚΠΑ σημαίνει και την κατάργηση της διδασκαλίας του μαθήματος. Επιπλέον μία σειρά από σχολές με εργαστήρια αναστέλλουν τη λειτουργία τους. Η Ιατρική Αθήνας δεν μπορεί να κάνει εργαστήρια ανατομίας επειδή απολύθηκε ο μοναδικός ταριχευτής και οι φοιτητές Αρχιτεκτονικής στο Βόλο δεν μπορούν να φτιάχνουν τις μακέτες τους γιατί απολύθηκε ο ξυλουργός της σχολής. Την ίδια στιγμή μειώνεται δραστικά ο αριθμός των συγγραμμάτων που παίρνουν οι φοιτητές, οι οποίοι εξαναγκάζονται (όσοι μπορούν) να αγοράζουν πολλά απαραίτητα βιβλία.
Αυτή η ασφυκτική οικονομική κατάσταση ανοίγει το δρόμο στην ιδιωτικοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από την πίσω πόρτα. Από την είσοδο επιχειρήσεων που θα χρηματοδοτούν έδρες, μεταπτυχιακά προγράμματα κ.α. μέχρι την επιβολή διδάκτρων σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο και την εισαγωγή ιδιωτικών εργολαβιών φύλαξης και καθαριότητας στις σχολές. Η διοίκηση του ΤΕΙ Αθήνας είχε εξαγγείλει τον προηγούμενο μήνα τη δημιουργία “Ηλεκτρονικού Κουμπαρά” για την ενίσχυση των πόρων του Ιδρύματος μέσα από δωρεές ιδιωτών με το δικαίωμα φυσικά να ιδρύουν επώνυμες έδρες και να χρησιμοποιούν τις κτηριακές εγκαταστάσεις του Ιδρύματος.
Η άρχουσα τάξη και οι κυβερνήσεις της δεν έχουν παραιτηθεί από την προσπάθεια για ακόμα μεγαλύτερα ανοίγματα και σύνδεση των πανεπιστημίων με τις επιχειρήσεις. Αναζητούν ένα νέο πεδίο κερδοφορίας μέσα από την είσοδό τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Όλα αυτά δεν σημαίνουν βελτίωση των σπουδών ή της λειτουργίας των σχολών όπως μας λένε. Το να χρηματοδοτούν επιχειρήσεις τα πανεπιστήμια σημαίνει ότι η λειτουργία τους εξαρτάται από το αν επιφέρουν κέρδη για τα αφεντικά. Αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα σχολές να απειλούνται με κλείσιμο, ενώ σχολές όπως οι πολυτεχνικές ή ιατρικές να κάνουν έρευνα για τις ανάγκες κατασκευαστικών εταιρειών ή φαρμακοβιομηχανιών και όχι για τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας.
Από την άλλη οι εργολαβίες κοστίζουν πολύ περισσότερο από το να υπήρχε μόνιμο προσωπικό για φύλαξη, καθαριότητα, σίτιση, οι συνθήκες στις οποίες αναγκάζονται να δουλεύουν οι εργαζόμενοι είναι συνθήκες γαλέρας. Ακόμα και το αποτέλεσμα των υπηρεσιών που παρέχουν οι ιδιωτικές εργολαβίες είναι κατά πολύ χειρότερο σε σχέση με αυτό που παρείχε το μόνιμο προσωπικό.
Προφανώς για να περάσουν όλες αυτές οι επιθέσεις είναι αναγκαία η περιστολή της δημοκρατίας στις σχολές και το τσάκισμα κάθε συλλογικής διαδικασίας. Οι Πρυτάνεις πλέον, αφού πρώτα εγκριθεί η υποψηφιότητά τους από το Συμβούλιο Ιδρύματος, εκλέγονται με ηλεκτρονικές ψηφοφορίες, από τις οποίες αποκλείονται οι φοιτητές και οι εργαζόμενοι. Όσοι υποψήφιοι δεν συμφώνησαν με τους νέους νόμους του υπ. Παιδείας απορρίφθηκε η υποψηφιότητά τους. Σε αυτή την προσπάθεια λογοδοτούν και οι δηλώσεις του Φορτσάκη το Νοέμβρη για ανάγκη κατάργησης των Φοιτητικών Συλλόγων και αντικατάστασής τους από ηλεκτρονικά δημοψηφίσματα γιατί έτσι εκφράζεται η “σιωπηλή πλειοψηφία”.
Πρυτανικές Αρχές και Συμβούλια Ιδρύματος αναλαμβάνουν να παίξουν το ρόλο που δεν μπορεί να παίξει η αστυνομία στις σχολές. Έτσι, κάτω από τα επιχειρήματα για κέντρα ανομίας, παραβατικές συμπεριφορές, διακίνηση ναρκωτικών και πολλά άλλα, κρύβεται ο στόχος της καταστρατήγησης του ασύλου. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το ότι η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ άρπαξε την ευκαιρία για να επαναφέρει την πρότασή της για πανεπιστημιακή αστυνομία (την είχε ξεχάσει μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου το 2008) και άρση του ασύλου με απλή καταγγελία στην αστυνομία. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα του κλειδώματος του κτηρίου της Πρυτανείας που επέβαλε ο Φορτσάκης το φθινόπωρο για να σταματήσει την κατάληψη από τους φοιτητικούς συλλόγους και το σωματείο των διοικητικών υπαλλήλων. Απαγόρευσε την έξοδο (!) των εργαζομένων και την είσοδο μελών των σωματείων, της ΑΔΕΔΥ αλλά και της επιθεώρησης εργασίας. Ο ρόλος των σεκιουρητάδων που θέλουν να φέρουν παντού, δεν θα είναι η φύλαξη του πανεπιστημίου – κάτι που γινότανε αποτελεσματικά από τους φύλακες – αλλά η καταστολή.
Κίνημα
Απέναντι σε όλες αυτές τις προσπάθειες το κίνημα των καταλήψεων που ξεδιπλώθηκε το τελευταίο διάστημα έχει πετύχει σημαντικές νίκες. Οι διαγραφές έχουν μείνει στα χαρτιά, οι ηλεκτρονικές ψηφοφορίες για τους φοιτητές ξεχνιούνται και οι Πρυτάνεις αναγκάζονται να αποδέχονται ότι πρέπει να επιστρέψουν οι διοικητικοί υπάλληλοι που είναι σε διαθεσιμότητα στις θέσεις τους.
Επιπλέον σμπαράλιασε τα επιχειρήματα περί αντιδημοκρατικών μειοψηφιών. Τους τελευταίους μήνες είδαμε να γίνονται γενικές συνελεύσεις σε συλλόγους που είχαν να συνεδριάσουν χρόνια και επιπλέον να έχουν απαρτίες χωρίς τη συμμετοχή της ΔΑΠ όπως έγινε στο Πάντειο και το Πα.Πει.
Παράλληλα να γίνονται οι ιστορικά μεγαλύτερες συνελεύσεις σε διάφορες σχολές όπως έγινε στο Πανεπιστήμιο του Ρεθύμνου με χίλιους πεντακόσιους φοιτητές ή στη Νομική με εφτακόσιους ή στην Καλών Τεχνών. Η κυβερνητική παράταξη της ΔΑΠ πίστευε ότι θα σαμποτάρει τις καταλήψεις με τη μη συμμετοχή της στις Συνελεύσεις με στόχο να μη βγαίνει η απαρτία αλλά δεν τα υπολόγισε σωστά. Η κυβέρνηση με τις πρυτανικές αρχές επέλεξε να παίξει το χαρτί της καταστολής κάνοντας λοκ-άουτ όπως έγινε στη Νομική και επιστρατεύοντας τα ΜΑΤ πριν από το τριήμερο του Πολυτεχνείου. Ούτε αυτή η τακτική δούλεψε και τους γύρισε σε μπούμερανγκ. Ακόμα περισσότερες σχολές μπήκαν σε καταλήψεις, η διαδήλωση του Πολυτεχνείου ήταν από τις μαζικότερες των τελευταίων χρόνων με δεκάδες χιλιάδες φοιτητών να βαδίζουν στα μπλοκ των Φοιτητικών τους Συλλόγων στις 17 Νοέμβρη. Επιπλέον το κύμα των καταλήψεων τροφοδότησε και το εργατικό κίνημα. Οι σχολές έδωσαν δυναμικά το παρών τους και στη Γενική Απεργία στις 27 Νοέμβρη ανοίγοντας το δρόμο για το ξήλωμα της κυβέρνησης του Σαμαρά.
Έχουμε φτάσει στο σημείο όπου δύσκολα μπορεί κανένας να αρνηθεί τη διάλυση που αντιμετωπίζουν οι σχολές. Στις 12-13 Δεκέμβρη η Σύνοδος Πρυτάνεων κατέληξε σε διάφορες προτάσεις για αυτά τα ζητήματα που θεωρητικά συγκρούονται με το Υπουργείο. Τέσσερις πρυτάνεις από αυτούς (μεταξύ των οποίων ο Γκόλιας του ΕΜΠ και ο Φορτσάκης του ΕΚΠΑ) με συνέντευξή τους στο “Βήμα” της Κυριακής στις 28/12 δηλώνουν την έναρξη “κινήματος των Πρυτάνεων”.
Χρειάζεται να δούμε προσεκτικά ότι σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει κάτι “κινηματικό” ούτε στη Σύνοδο ούτε και στους τέσσερις. Χαρακτηριστικά διαμαρτύρονται για το ότι δεν μπορούν να καλυφθούν οι ανάγκες όλων των φοιτητών από τα Ιδρύματα και αντιπροτείνουν ο αριθμός των εισακτέων να καθορίζεται από τις ίδιες τις σχολές σε συνεργασία με την ΑΔΙΠ1 και το Υπουργείο, κάτι που θα σημάνει δραματική μείωση των εισακτέων δεδομένης της υποχρηματοδότησης. Από την άλλη το “κίνημα” των τεσσάρων προωθεί την αναζήτηση πόρων σε “ευεργέτες” του “παραγωγικού ιστού” της χώρας. Όλα αυτά ευθυγραμμίζονται με τους νόμους που προσπαθούν να εφαρμόσουν οι κυβερνήσεις στα ΑΕΙ και ΤΕΙ τα τελευταία χρόνια. Το “όραμα” των τεσσάρων πρυτάνεων είναι το ίδιο με αυτό των Συμβουλίων Ιδρυμάτων που συγκροτήθηκαν σε κάθε σχολή με το νόμο της Διαμαντοπούλου λίγα χρόνια νωρίτερα.
Προοπτική
Το φοιτητικό κίνημα έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο γκρέμισμα της κυβέρνησης των Σαμαροβενιζέλων. Μπροστά μας έχουμε την προοπτική για μια κυβέρνηση που θα έχει το ΣΥΡΙΖΑ στο κέντρο της. Είναι κρίσιμο πώς θα συνεχίσουμε μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις. Η ανατροπή που υπόσχεται ο ΣΥΡΙΖΑ έχει συγκεκριμένα δια ταύτα στις σχολές.
Θα χρειαστεί να επαναφέρουμε τα βασικά αιτήματα του φοιτητικού κινήματος για ενιαία δημόσια και δωρεάν παιδεία για όλους, καθώς και το αίτημα για ελεύθερη πρόσβαση σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Ενιαία και αποκλειστική χρηματοδότηση δηλαδή από τον κρατικό προυπολογισμό και κατάργηση του σφαγείου των πανελλαδικών εξετάσεων. Από και και πέρα θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε και μία σειρά από άλλα ζητήματα. Μπορεί να αλλάξει ο υπουργός Παιδείας αλλά τι θα γίνει με τους πρυτάνεις της βίας και των ιδιωτικοποιήσεων; Θα επιστρέψουν στη δουλειά τους όλοι οι διαθέσιμοι-απολυμένοι διοικητικοί υπάλληλοι; Θα προσληφθεί μόνιμο προσωπικό καθαριότητας σε κάθε σχολή; Θα πεταχτούν οι εργολαβίες από τη σίτιση; Θα καλυφθούν οι ανάγκες για δωρεάν μεταφορές και στέγαση; Και το πιο βασικό, θα ανέβει η χρηματοδότηση για να έχουμε πραγματικά τη δημόσια και δωρεάν παιδεία;
Αυτά δεν είναι ερωτήματα τα οποία έχουμε την πολυτέλεια να περιμένουμε με δεμένα τα χέρια αν θα τα υλοποιήσει η επόμενη κυβέρνηση, αλλά οδηγός δράσης για το φοιτητικό κίνημα. Η συνέχιση των κινητοποιήσεων και των καταλήψεων μέχρι την υλοποίηση των αιτημάτων του φοιτητικού κινήματος είναι και η καλύτερη εγγύηση ότι δεν θα περάσουν οι εκβιασμοί της άρχουσας τάξης και των αγορών ούτε τα σχέδια των πρυτάνεων. Έχουμε να δώσουμε τη μάχη ότι θα αποκατασταθεί η δημοκρατία στις σχολές ξεκινώντας από το ξήλωμα των πρυτάνεων που εκλέχθηκαν με ηλεκτρονικές ψηφοφορίες από τις οποίες αποκλείστηκε η πλειοψηφία των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας και προχωρώντας παραπέρα για διεύρυνση αυτής της δημοκρατίας. Θέλουμε να κάνουν κουμάντο οι γενικές συνελεύσεις των φοιτητών, των εργαζομένων και των καθηγητών για όλα τα ζητήματα των σχολών. Από τη φύλαξη, τη χρηματοδότηση μέχρι τα προγράμματα σπουδών.
Όλα αυτά είναι ξεκινημένες μάχες. Η αντικαπιταλιστική αριστερά στις σχολές, τα σχήματα της ΕΑΑΚ, καθόρισαν το προηγούμενο διάστημα τον τόνο των συνελεύσεων και των καταλήψεων.
Κατάφεραν σε αυτές τις μάχες να τραβήξουν και τα κομμάτια της ρεφορμιστικής Αριστεράς, περισσότερο την ΑΡΕΝ του ΣΥΡΙΖΑ, λίγο λιγότερο το ΜΑΣ του ΚΚΕ. Είναι στοίχημα για το επόμενο διάστημα να διεκδικήσουμε ότι η ανατροπή δεν θα μείνει στα μισά του δρόμου και οι φοιτητές θα βρίσκονται στο πλευρό του εργατικού κινήματος, ως αντιπολίτευση από τα κάτω για να το εξασφαλίσουμε αυτό.
Σημειώσεις
1. ΑΔΙΠ-Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας, κάνει τις αξιολογήσεις στις σχολές. Έδωσε άριστα στην αξιολόγηση του Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών του Παν/μιου Ιωαννίνων μία σχολή που δεν έχει δικό της κτήριο – ούτε εργαστηριακές εγκαταστάσεις και συστεγάζεται με τα γραφεία των διοικητικών υπαλλήλων.