Ο Σωτήρης Κοντογιάννης γράφει για τη συνεχιζόμενη κρίση στην Ευρωζώνη.
Είναι αλήθεια ότι η "ποσοτική χαλάρωση" που ανακοίνωσε στα τέλη του περασμένου Γενάρη ο Μάριο Ντράγκι αποτελεί στροφή 180 μοιρών στην νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Και είναι επίσης αλήθεια ότι αυτή η στροφή αποφασίστηκε σε πείσμα των ενδοιασμών, των αντιρρήσεων, των διαμαρτυριών -ακόμα και των απειλών- της γερμανικής πλευράς. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι υπάρχει κάτι το "προοδευτικό" στη νέα νομισματική πολιτική. Η "ποσοτική χαλάρωση" δεν σημαίνει ούτε κατά ένα χιλιοστό "χαλάρωση" της σκληρής πολιτικής λιτότητας πάνω στην οποία είναι οικοδομημένη η Ευρωζώνη. Ούτε πρόκειται να δώσει κάποια διέξοδο στο τρομαχτικό πρόβλημα της υπερχρέωσης που ταλανίζει εδώ και πέντε τουλάχιστον χρόνια την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όχι δεν πρόκειται να "βρέχει ευρώ" όπως έτρεξαν να γράψουν τον Γενάρη (μέσα στην περίοδο των προεκλογικών αντεγκλήσεων) κάποια μέσα μαζικής ενημέρωσης. Για την ακρίβεια, ακριβώς το αντίθετο θα συμβεί: αυτό που ανάγκασε τον Ντράγκι και την πλειοψηφία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ στη στροφή είναι η δραματική επιδείνωση, τους τελευταίους μήνες, της κρίσης που έχει χτυπήσει τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. "Για την ΕΚΤ", έγραφε τον Γενάρη ο Βόλφγκανγκ Μύνχαου, ο ευρωπαϊκός σχολιαστής της εφημερίδας Financial Times, "είναι ένα μεγάλο βήμα... Αλλά ταυτόχρονα είναι ένα σημάδι για το πόσο απελπιστικά έχουν γίνει τα πράγματα...".
Τι είναι, όμως, ακριβώς η "ποσοτική χαλάρωση"; Και τι είναι αυτό που τρόμαξε τόσο πολύ τον Ντράγκι ώστε να τον αναγκάσει σε μια τόσο μεγάλη στροφή; Θα πετύχει ή θα βυθιστεί η Ευρώπη ακόμα πιο βαθιά στην κρίση; Τι θα σημάνει για τις χώρες του Ευρωπαϊκού νότου; Οι εργάτες και οι φτωχοί έχουν να περιμένουν κάτι από την "ποσοτική χαλάρωση"; Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να τα εξηγήσουμε όλα αυτά μέσα από πέντε βασικές ερωτήσεις και απαντήσεις.
1. Τι είναι η ποσοτική χαλάρωση;
Η "ποσοτική χαλάρωση" είναι μια "μη συμβατική" προσπάθεια αύξησης της ποσότητας του χρήματος που βρίσκεται σε κυκλοφορία μέσα στην Ευρωζώνη. Οι κεντρικές τράπεζες έχουν το "προνόμιο" της έκδοσης χρήματος -δηλαδή, με απλά λόγια, ελέγχουν τα πιεστήρια. Αλλά τα πειστήρια, ενώ μπορούν να τυπώσουν με ευκολία εκατοντάδες νέα εκατομμύρια μέσα σε μερικά λεπτά (για την ακρίβεια χρειάζονται μόνο μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου, αφού δεν μιλάμε συνήθως ούτε για πραγματικά πιεστήρια, ούτε για πραγματική εκτύπωση αλλά για ηλεκτρονική έκδοση νέου χρήματος) δεν μπορούν να εξασφαλίσουν κιόλας ότι τα δισεκατομμύρια αυτά θα φτάσουν πράγματι στην οικονομία -να γίνουν "χρήμα σε κυκλοφορία". Για να γίνει αυτό πρέπει να "πειστούν" οι αγορές να τα πάρουν. Η Κεντρική Τράπεζα, φυσικά, δεν τα χαρίζει αυτά τα λεφτά στους φτωχούς -τα δανείζει στις εμπορικές τράπεζες οι οποίες στη συνέχεια τα δανείζουν στις επιχειρήσεις, τις κυβερνήσεις και τους καταναλωτές.
Το βασικό εργαλείο που χρησιμοποιούν οι κεντρικές τράπεζες για να "πείσουν" τις αγορές να πάρουν το νέο χρήμα που έχουν τυπώσει είναι τα επιτόκια. Όταν θέλουν να "σπρώξουν" περισσότερο χρήμα στις αγορές ρίχνουν τα επιτόκια χαμηλότερα. Όταν θέλουν να μειώσουν την κυκλοφορία, τα αυξάνουν. Τον Γενάρη του 2002, όταν κυκλοφόρησαν τα πρώτα τυπωμένα ευρώ (τυπικά το ευρώ υπήρχε από το 1999) το βασικό επιτόκιο με το οποίο δάνειζε η ΕΚΤ τις ευρωπαϊκές εμπορικές τράπεζες ήταν 4.25%. Σήμερα έχει φτάσει στο 0.3% -στο κατώτατο δυνατό όριο, με άλλα λόγια.
Αυτό είναι και το βασικό πρόβλημα σήμερα του Ντράγκι. Η ΕΚΤ πιέζεται να αυξήσει την ποσότητα του χρήματος σαν αντίδοτο στην στασιμότητα της οικονομίας. Αλλά το όπλο των επιτοκίων έχει ήδη, προ πολλού, εξαντληθεί. Για αυτό αναγκάζεται να καταφύγει στο "μη συμβατικό" πρόγραμμα της "ποσοτικής χαλάρωσης".
Ο στόχος του προγράμματος είναι να διοχετεύσει (τουλάχιστον) 1.14 τρις φρέσκα ευρώ στις αγορές μέσα από την αγορά ομολόγων κρατών μελών ή ευρωπαϊκών επιχειρήσεων. Το πρόγραμμα θα διαρκέσει μέχρι τον Σεπτέμβρη του 2016 και ο στόχος του Ντράγκι είναι να "σπρώχνει" 60 δισεκατομμύρια κάθε μήνα.
Η αγορά ομολόγων ήταν μέχρι τώρα ταμπού για την ΕΚΤ. Οι ευρωπαϊκές συνθήκες απαγορεύουν ρητά την χρηματοδότηση κρατικών ελλειμμάτων κατευθείαν από τα πιεστήρια της κεντρικής τράπεζας. Η αλήθεια είναι ότι η ΕΚΤ έχει κάποια ομόλογα στα χέρια της: την περίοδο της όξυνσης της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη με την απογείωση των επιτοκίων των υπερχρεωμένων χωρών στα ύψη, ο Ντράγκι είχε προχωρήσει σε μαζικές αγορές, κύρια Ισπανικών και Ιταλικών τίτλων, με στόχο τη δημιουργία τεχνητής ζήτησης που θα έσπρωχνε τα επιτόκια προς τα κάτω. Οι αγορές αυτές, όμως, πραγματοποιήθηκαν στη "δευτερογενή αγορά" (δηλαδή αγόραζε ομόλογα που είχαν ήδη εκδοθεί και βρίσκονταν στα χέρια ιδιωτών επενδυτών) και δεν χρηματοδοτήθηκαν από την έκδοση νέου χρήματος. Αυτή τη φορά τα πράγματα είναι διαφορετικά.
2. Γιατί πιέζεται ο Ντράγκι να αυξήσει την ποσότητα του χρήματος σε κυκλοφορία;
Η Ευρωζώνη βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με το φάντασμα του αποπληθωρισμού. Τον περασμένο Δεκέμβρη ο δείκτης τιμών καταναλωτή έπεσε για πρώτη φορά μετά το ταραχώδες 2009 (την πρώτη χρονιά μετά την κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερς) σε αρνητικά επίπεδα στην Ευρωζώνη. Και από όσα όλα δείχνουν η καθοδική πορεία των τιμών συνεχίστηκε και τους επόμενους μήνες: στη Γερμανία οι τιμές των καταναλωτικών προϊόντων έπεσαν κατά 0.5% τον Γενάρη, ενώ η πτώση συνεχίστηκε, με κάπως μικρότερους ρυθμούς και τον Φλεβάρη. Στην Ισπανία, μια από τις χώρες που έχουν, όπως και η Ελλάδα, χτυπηθεί άγρια από την κρίση ο πληθωρισμός είναι σταθερά αρνητικός εδώ και 8 μήνες.
Η πτώση των τιμών των καταναλωτικών προϊόντων μπορεί να μοιάζει, από πρώτη άποψη, θετική εξέλιξη για τους εργάτες και τους φτωχούς: το "καλάθι του νοικοκυριού" γεμίζει πιο εύκολα όταν οι τιμές είναι χαμηλότερες. Αλλά μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες για την οικονομία. Ο αποπληθωρισμός ήταν ένα από τα στοιχεία που έκαναν την ύφεση του Μεσοπολέμου "μεγάλη" μετά το Κραχ του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης τον Οκτώβρη του 1929.
Στην πραγματικότητα και ο υψηλός πληθωρισμός και ο πολύ χαμηλός (αρνητικός) είναι εξίσου επικίνδυνος για την καπιταλιστική οικονομία. Οι μεγάλες διακυμάνσεις στις τιμές των καταναλωτικών προϊόντων διαταράσσουν τον "φυσιολογικό" κύκλο αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Όταν, για παράδειγμα, πέφτουν οι τιμές, τα κεφάλαια που έχουν ήδη επενδυθεί σε πρώτες ύλες χάνουν ένα κομμάτι της αξίας τους. Αντίθετα, ο υψηλός πληθωρισμός ζημιώνει τα κεφάλαια που βρίσκονται ακόμα στην αρχή του κύκλου επένδυσης, σε χρηματική μορφή, κατατεθειμένα πχ στις τράπεζες σε αναμονή της συγκέντρωσης του κρίσιμου κεφαλαίου για την υλοποίηση της επένδυσης.
Οι Κεντρικές Τράπεζες μπορούν να αντιμετωπίσουν σχετικά εύκολα έναν μέτριο πληθωρισμό. Το μόνο που χρειάζεται να κάνουν είναι να ανεβάσουν τα επιτόκια: ό,τι χάνουν οι καπιταλιστές που έχουν τα λεφτά τους στις τράπεζες από τον πληθωρισμό το παίρνουν πίσω με τη μορφή του τόκου. Αλλά δεν μπορούν να κάνουν τίποτα αντίστοιχο όταν ο πληθωρισμός πέφτει κάτω από το μηδέν. Δεν μπορούν ούτε να "αποζημιώσουν" τους καπιταλιστές για τις ζημιές που έχουν από τα κεφάλαια που έχουν μετατρέψει πχ ήδη σε πρώτες ύλες. Ούτε μπορούν να "τιμωρήσουν" αυτούς που τα έχουν ακόμα στις τράπεζες, επιβάλλοντας αρνητικά επιτόκια: το μόνο που θα κατάφερναν θα ήταν να τους αναγκάσουν να "αδειάσουν" τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς με ανυπολόγιστες συνέπειες για το τραπεζικό σύστημα.
Για αυτό έχει πέσει τέτοιος πανικός στην ΕΚΤ. Για αυτό καταφεύγει ο Ντράγκι στο "μη συμβατικό" μέτρο της ποσοτικής χαλάρωσης.
3. Θα καταφέρει η "ποσοτική χαλάρωση" να αποτρέψει το φάντασμα του αποπληθωρισμού;
Οι πιθανότητες να πετύχει το πρόγραμμα του Ντράγκι τους στόχους του κυμαίνονται ανάμεσα στο ελάχιστο και το μηδέν. Από τα 60 δισεκατομμύρια που θα "τυπώνει" κάθε μήνα και για τους επόμενους 19 μήνες η ΕΚΤ, ελάχιστα μόνο θα φτάσουν στην πραγματική οικονομία.
Η ποσοτική χαλάρωση δεν είναι το πρώτο "μη συμβατικό" μέτρο στο οποίο καταφεύγει μέσα στη σημερινή κρίση ο Ντράγκι. Προηγήθηκαν δυο προγράμματα "Συναλλαγών Μακροχρόνιας Αναχρηματοδότησης" (LTRO1 και LTRO2) στα τέλη του 2011 και τις αρχές του 2012 μέσω των οποίων η ΕΚΤ προσέφερε πάνω από ένα τρις ευρώ στις τράπεζες της Ευρωζώνης σε χαμηλότοκα, τριετή δάνεια. Το αποτέλεσμα των LTRO ήταν μια τρύπα στο νερό: από τα 1000 περίπου δισεκατομμύρια που μοίρασε ο Ντράγκι σχεδόν ούτε μια δεκάρα δεν έφτασε στην πραγματική οικονομία. Τα περισσότερα κατέληξαν είτε στις μαύρες τρύπες των ίδιων των τραπεζών, είτε στην κερδοσκοπία -σε φούσκες στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Η μοίρα της "ποσοτικής χαλάρωσης" δεν θα είναι, όπως όλα δείχνουν και πολύ διαφορετική.
Ούτε είναι η ΕΚΤ η πρώτη που δοκιμάζει να αντιμετωπίσει το φάντασμα του αποπληθωρισμού μέσα από την "ποσοτική χαλάρωση". Ο εφευρέτης της "ποσοτικής χαλάρωσης" ήταν η Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας. Η Ιαπωνία βρέθηκε στο ίδιο ακριβώς σημείο που βρίσκεται σήμερα η Ευρωζώνη στα τέλη της δεκαετίας του 1990: η οικονομία βρισκόταν σε ύφεση, οι τιμές των προϊόντων έπεφταν, οι τράπεζες βρίσκονταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και η Κεντρική Τράπεζα είχε ήδη εξαντλήσει τα συμβατικά της "όπλα" ρίχνοντας τα επιτόκια πρακτικά στο μηδέν. Η "ποσοτική χαλάρωση" ήταν μια απελπισμένη προσπάθεια της Κεντρικής Τράπεζας να διοχετεύσει νέο χρήμα στις τράπεζες (με την ελπίδα ότι κάποια από αυτά θα έφταναν στην αγορά) ανταλλάσσοντας τους απαξιωμένους τίτλους που είχαν στα θησαυροφυλάκια τους με φρέσκο χρήμα. Το πρόγραμμα τέθηκε σε εφαρμογή το 2001 και εγκαταλείφθηκε πέντε χρόνια αργότερα χωρίς να έχει να επιδείξει την παραμικρή επιτυχία. Το 2013 η Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας εγκαινίασε ένα ακόμα πιο φιλόδοξο πρόγραμμα "ποσοτικής χαλάρωσης" που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, χωρίς και πάλι κάποιο εμφανές αποτέλεσμα. Τον περασμένο μήνα η ιαπωνική οικονομία άρχισε και πάλι να "φλερτάρει" με τον αποπληθωρισμό.
Τα μόνα "επιτυχημένα" παραδείγματα ποσοτικής χαλάρωσης έρχονται από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία: και οι δυο εγκαινίασαν επιθετικά προγράμματα αγοράς τίτλων από τις τράπεζες στα τέλη του 2008 που υποτίθεται ότι συνέβαλλαν σημαντικά στην αντιμετώπιση των κραδασμών από την κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερς. Καμιά από τις δυο, όμως, δεν έχει ξεπεράσει μέχρι σήμερα πραγματικά τα προβλήματα που κληροδότησε η κρίση: στις ΗΠΑ ο πληθωρισμός έπεσε τον Γενάρη ξανά σε αρνητικά επίπεδα. Η τελευταία φορά που είχε συμβεί αυτό ήταν τον Οκτώβρη του 2009.
4. Γιατί δεν δουλεύει η ποσοτική χαλάρωση;
Ο λόγος είναι εξαιρετικά απλός: οι "υγιείς" επιχειρήσεις δεν έχουν καμιά διάθεση να πάρουν οποιοδήποτε δάνειο -όσο χαμηλά και να είναι τα επιτόκια και όσο ευνοϊκοί και να είναι οι όροι δανεισμού. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο καπιταλισμός σήμερα είναι η πτώση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, που καταστρέφει κάθε "επενδυτική ευκαιρία". Γιατί να επενδύσει πχ μια αυτοκινητοβιομηχανία σε μια νέα γραμμή παραγωγής, όταν τα αναμενόμενα ποσοστά κέρδους από τη νέα επένδυση βρίσκονται σχεδόν στο μηδέν; Καλύτερα να αφήσει τα κέρδη της να κάθονται στους τραπεζικούς της λογαριασμούς, περιμένοντας τις "καλύτερες μέρες". Ή να τα "επενδύσει" σε κάποια κερδοσκοπική φούσκα στις "εξωτικές" αγορές των πρώτων υλών, του συναλλάγματος ή των αναδυόμενων οικονομιών. Οι "υγιείς" επιχειρήσεις, με άλλα λόγια, κάθονται ήδη πάνω σε ένα βουνό από λεφτά -από συσσωρευμένα παλιά κέρδη τα οποία δεν ξέρουν τι να τα κάνουν. Και φυσικά δεν έχουν καμιά διάθεση να μεγαλώσουν αυτό το βουνό με τα δανεικά του Ντράγκι.
Όσο για τις άλλες επιχειρήσεις, τις "προβληματικές", αυτές έχουν τεράστια ανάγκη από δανεικά: είναι κατά κανόνα υπερχρεωμένες, τα ταμεία τους είναι άδεια, δυσκολεύονται ακόμα και να βρουν λεφτά να αγοράσουν τις απαραίτητες πρώτες ύλες ή να πληρώσουν στην ώρα τους τους εργαζόμενους τους. Αλλά καμιά τράπεζα δεν είναι διατεθειμένη να πάρει το ρίσκο να δανείσει και άλλο επιχειρήσεις που είναι ήδη στο "κόκκινο".
Το ίδιο το πρόγραμμα του Ντράγκι είναι σαφές ότι δεν απευθύνεται στις "προβληματικές" επιχειρήσεις, ούτε στα "προβληματικά" κράτη: τα ομόλογα που θα μπορεί να αγοράζει η ΕΚΤ στα πλαίσια της "ποσοτικής χαλάρωσης" θα πρέπει να είναι "αξιόχρεα" -δηλαδή οι εκδότες να έχουν αξιολογηθεί θετικά από τους οίκους αξιολόγησης. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το κόστος, σε περίπτωση χρεοκοπίας (όπου όταν έρθει η ώρα της ωρίμανσης το κράτος ή η εταιρία που είχε εκδόσει το ομόλογο δεν είναι σε θέση να το εξοφλήσει), επιμερίζεται κατά 80% στην κεντρική Τράπεζα του Κράτους μέλους στην οποία ανήκει ο εκδότης και κατά 20% μόνο στην ΕΚΤ. Με απλά λόγια, η "εγγύηση" αυτών των τίτλων, παρόλο που έχουν αγοραστεί από την ΕΚΤ, θα εξακολουθεί να βαραίνει τα κράτη μέλη.
5. Μπορεί η Ελλάδα να επωφεληθεί από τα φτηνά επιτόκια της ποσοτικής χαλάρωσης για να ελαφρύνει το βάρος του δημόσιου χρέους;
Ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Κατ' αρχήν ο αποπληθωρισμός από μόνος του κάνει το χρέος ολοένα και πιο δυσβάστακτο: με αποπληθωρισμό πχ 1% και στάσιμη παραγωγή, το ονομαστικό ΑΕΠ (σε ευρώ) θα είναι στο τέλος της χρονιάς 1% μικρότερο από ότι ήταν την προηγούμενη. Το ύψος του χρέους, όμως, παραμένει ακριβώς το ίδιο.
Δεύτερον, ο Ντράγκι φρόντισε να ξεκαθαρίσει ότι τα ομόλογα των χωρών του ευρωπαϊκού νότου μπορούν να επιλεγούν για αγορά από την ΕΚΤ μόνο εφόσον οι χώρες βρίσκονται σε "πρόγραμμα", σε κάποιο μνημόνιο δηλαδή. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, έχει επιβάλλει και πρόσθετους περιορισμούς: πχ η ΕΚΤ δεν μπορεί να διακρατεί πάνω από το 1/3 των ομολόγων που βρίσκονται σε κυκλοφορία για τον κάθε "εκδότη". Η ΕΚΤ έχει ήδη στα χέρια της το 1/3 σχεδόν των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου. Δηλαδή, δεν μπορεί να αγοράσει ούτε ένα σεντς πρόσθετου χρέους από την Ελλάδα -εκτός βέβαια αν η Ελλάδα εξοφλήσει στο μεταξύ κάποια από τα παλιά της ομόλογα (πχ αυτά που λήγουν τον ερχόμενο Ιούλη).
Τρίτον, ποτέ μέχρι σήμερα η "ποσοτική χαλάρωση" δεν έχει οδηγήσει σε κάποια μείωση της υπερχρέωσης. Πρόσφατα η McKinsey, μια από τις πιο "έγκυρες" εταιρίες συμβούλων στον κόσμο έδωσε στην δημοσιότητα μια μελέτη για το χρέος -δημόσιο και ιδιωτικό. Τα συμπεράσματα της έκθεσης είναι ανατριχιαστικά: η αύξηση του χρέους, γράφει η McKinsey, προχωράει με γρηγορότερους ρυθμούς από ότι η αύξηση του ΑΕΠ. Με απλά λόγια, ο πλανήτης ολόκληρος βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στην υπερχρέωση.
Οι χώρες όπου εφαρμόστηκε η "ποσοτική χαλάρωση" δεν αποτελούν εξαίρεση: στην κορυφή της λίστας της McKinsey βρίσκεται η Ιαπωνία. με ένα χρέος (ιδιωτικό και δημόσιο) που φτάνει σήμερα στο 400% του ΑΕΠ. Η Βρετανία είναι στην 13 θέση, (χρέος 252%), οι ΗΠΑ στην 16η (χρέος 233%). Και οι τρεις αύξησαν τα χρέη τους μέσα στην επταετία 2007-14 που καλύπτει η έκθεση: κατά 64% του ΑΕΠ η Ιαπωνία, 30% η Βρετανία και 16% οι ΗΠΑ.
6. Μήπως η αποτυχία αναγκάσει τώρα τον Ντράγκι και τους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εγκαταλείψουν την πολιτική του ακραιφνούς νεοφιλελευθερισμού και της σκληρής λιτότητας;
Πρόκειται για καταστροφική αυταπάτη. Ο νεοφιλελευθερισμός έχει πράγματι χρεοκοπήσει -αυτό γίνεται καθημερινά όλο και πιο φανερό. Αλλά οι άρχουσες τάξεις δεν έχουν με τι να τον αντικαταστήσουν. Η οικονομία, επτά σχεδόν χρόνια μετά την κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερς εξακολουθεί να παραπαίει, χωρίς κανένα σημάδι πραγματικής βελτίωσης στον ορίζοντα. Αλλά κανένας δεν έχει να προτείνει κάποιο "φάρμακο" που να μπορεί να γιατρέψει τις πληγές του. Και όσο δεν βρίσκουν φάρμακο τα αφεντικά θα παραμένουν προσκολλημένα σε αυτά που ξέρουν -ακόμα και αν τους οδηγούν σιγά-σιγά στην καταστροφή.
Οι εργάτες και οι φτωχοί δεν έχουν να περιμένουν τίποτα από την άλλη πλευρά. Αυτό που χρειάζεται είναι να οργανώσουν τη σύγκρουσή τους και με την ίδια την άρχουσα τάξη και με τους "θεσμούς" της, όπως είναι η ΕΚΤ, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Ο καπιταλισμός δεν πρόκειται να πέσει από μόνος του. Τα αφεντικά είναι κυριολεκτικά αδίστακτα, όταν πρόκειται για τα συμφέροντά τους. Την προηγούμενη φορά, την περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης προτίμησαν να σπρώξουν την ανθρωπότητα στον Παγκόσμιο Πόλεμο αντί να παραιτηθούν από τα προνόμιά τους.
Τα εγγόνια τους που κυβερνάνε σήμερα τον κόσμο δεν είναι ούτε κατά ένα χιλιοστό καλύτερα. Είναι ικανά να κάνουν τα ίδια -και ακόμα χειρότερα. Δεν πρέπει να τους αφήσουμε.