Άρθρο
Κρίση χρέους, έτος οκτώ

Πολλά σωματεία έχουν εντάξει στα αιτήματα του

Ο Πάνος Γκαργκάνας γράφει για τις αιτίες της κρίσης χρέους, τις αποτυχίες των διαχειριστών και την επικαιρότητα της διαγραφής.

 

Η συζήτηση για το χρέος έχει ανοίξει ξανά διάπλατα. Το 2014 ήταν χρονιά όπου οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούσαν δεδομένο ότι η κρίση χρέους βρίσκεται πίσω μας.1 Μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2015 η εικόνα αυτή άλλαξε άρδην με κραυγές για άμεσο κίνδυνο χρεοκοπίας. Γιατί συμβαίνει αυτό;


Προφανώς, ένα μέρος της εξήγησης έχει να κάνει με πολιτικές σκοπιμότητες: οι ίδιοι φίλοι των Σαμαροβενιζέλων που πέρυσι ζωγράφιζαν την προοπτική με ρόδινα χρώματα για να στηρίξουν τα σενάρια της εξόδου από τα μνημόνια χάρη στα πρωτογενή πλεονάσματα του προϋπολογισμού, τώρα κινδυνολογούν ασύστολα.


Ωστόσο, αν αυτό είναι ένα στοιχείο για την εξαλλοσύνη των ΜΜΕ που υπηρετούν τη δεξιά αντιπολίτευση, το μόνο που εξηγεί είναι τον αφρό στην επιφάνεια. Δεν είναι αρκετό αν θέλουμε να εξετάσουμε το υπόβαθρο της οικονομικής συγκυρίας. Άλλωστε, σχολιαστές που έκαναν «προβλέψεις» ότι η ώρα της αλήθειας έρχεται αρχικά στο τέλος Φλεβάρη, ύστερα στα μέσα Μάρτη, κατόπιν στις αρχές Απρίλη, έχουν φροντίσει να γελοιοποιηθούν από μόνοι τους. Απλά συνέχισαν να παίζουν το περιβόητο καταστροφολογικό προεκλογικό τρέιλερ της Νέας Δημοκρατίας που έλεγε ότι αν νικήσει η Αριστερά, θα κάνουμε Πάσχα χρεοκοπημένοι.2


Μια ένδειξη για το πόσο πρόκειται για πολιτικά παιχνίδια έρχεται και από το γεγονός ότι μεγάλα κερδοσκοπικά funds που έχουν τοποθετήσει κεφάλαια στην Ελλάδα μετά το άνοιγμα που τους έκανε ο Σαμαράς το 2012, δεν φαίνεται να συμμερίζονται την κινδυνολογία. Σύμφωνα με ρεπορτάζ στις ροζ σελίδες της Καθημερινής η Fidelity, η York Capital, η Blackstone και η J. Paulson and Co διατηρούν σταθερές τις θέσεις τους, ενώ η Fairfax Financial Holdings τις αυξάνει.3 Προφανώς περιμένουν ιδιωτικοποιήσεις και άνοδο των μετοχών.


Φυσικά, σε αυτά τα πολιτικά παιχνίδια οι ντόπιοι και οι διεθνείς φίλοι των Σαμαροβενιζέλων αξιοποιούν το γεγονός ότι μέσα στο 2015 υπάρχουν συγκεντρωμένες πολλές πληρωμές για το χρέος. Σύμφωνα με την Αυγή, οι υποχρεώσεις του ελληνικού δημοσίου για το διάστημα από 6 Μαρτίου μέχρι 21 Δεκεμβρίου φτάνουν τα 29,35 δις ευρώ συνυπολογίζοντας και τα Έντοκα Γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου (ΕΓΕΔ) μαζί με τις πληρωμές προς την ΕΚΤ και το ΔΝΤ.4


Με την ΕΚΤ να απαγορεύει στις ελληνικές τράπεζες την αγορά ΕΓΕΔ και το Eurogroup να αρνείται την εκταμίευση της δόσης των 7,2 δις ευρώ από τα χρήματα του προηγούμενου μνημόνιου, το σκηνικό της ασφυξίας είναι καλά στημένο. Στόχος όλης αυτής της εκστρατείας δεν είναι να μας φωτίσει για το ζήτημα του χρέους, αλλά να ολοκληρώσει αυτό που ονομάστηκε (από τον ίδιο τον Δραγασάκη) «βίαιη ωρίμανση» του ΣΥΡΙΖΑ. Πιέζουν για να κάνουν τη νέα κυβέρνηση σαν τα μούτρα τους και αναπροσαρμόζουν την εικόνα της οικονομίας όπως τους βολεύει: χτες «πέταγε», σήμερα «βουλιάζει».


Είναι απαραίτητο να φύγουμε από τη γελοιότητα αυτών των κραυγών και να επιστρέψουμε στα θεμελιακά ερωτήματα της συζήτησης: Γιατί και πώς δημιουργήθηκε η κρίση χρέους; Γιατί έχουν αποτύχει οι προσπάθειες να ξεπεραστεί εδώ και εφτά ολόκληρα χρόνια; Και ποια μπορεί να είναι η διέξοδος; Είναι εντυπωσιακό ότι ενώ υπάρχουν πολλές θεωρίες γύρω από το πρώτο ερώτημα, δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου απαντήσεις στο δεύτερο και η αντιμετώπιση για το τρίτο παραμένει εγκλωβισμένη στην αναζήτηση κάποιου «μίγματος» από τις παλιές αποτυχημένες συνταγές.


Οι «τεμπέληδες» του νότου και η κρίση


Στη Γερμανία, με τη βοήθεια και του κιτρινισμού της Bild, η κυρίαρχη άποψη είναι ότι πρόκειται για ελληνικό πρόβλημα, αποτέλεσμα κάποιων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της ελληνικής κοινωνίας. Στη χυδαία της εκδοχή, αυτή η άποψη εκφράζεται ρατσιστικά: οι τεμπέληδες του νότου έκαναν πάρτι με δανεικά και τώρα δεν θέλουν να πληρώσουν το τίμημα της απερισκεψίας τους.


Μια πιο «σοφιστικέ» εκδοχή λέει ότι η ελληνική οικονομία έμεινε πίσω γιατί δεν είναι ανταγωνιστική επειδή πάσχει από υπερβολικό κρατικό παρεμβατισμό, είναι η «τελευταία σοβιετική οικονομία» που απέμεινε στην Ευρώπη και επειδή ισχυρά οικονομικά συμφέροντα εμποδίζουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Η Αριστερά με τις ιδεοληψίες της συντηρεί και επιδεινώνει αυτή την κατάσταση, σύμφωνα με αυτές τις απόψεις.


Απόδειξη; Η ευρωπαϊκή «αλληλεγγύη» με το πικρό φάρμακο των μνημόνιων και της τρόικας κατάφερε να βοηθήσει την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, ενώ στην Ελλάδα η αποτυχία οφείλεται στην άρνηση υλοποίησης αυτής της επιτυχημένης συνταγής.


Μπορεί αυτή η αφήγηση να μην μεταφέρεται ατόφια στην εσωτερική συζήτηση στην Ελλάδα, αλλά ο κυρίαρχος πολιτικός λόγος υιοθετεί τα κυριότερα στοιχεία της. Παλιότερα είχαμε τον «εθνάρχη» Καραμανλή να ζητάει να σφίξουμε το ζωνάρι γιατί «καταναλώνουμε περισσότερα από όσα παράγουμε». Ύστερα ακολούθησαν οι κήρυκες του «εκσυγχρονισμού» της περιόδου Σημίτη, όπου εκσυγχρονισμός ήταν οι ιδιωτικοποιήσεις και η απελευθέρωση των αγορών. Στην εποχή των μνημονίων, η κυβερνητική προπαγάνδα θέλησε να ξεχάσουμε πόσες φορές στράφηκαν στη λιτότητα η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, βάφτισε συλλήβδην τις προηγούμενες κυβερνήσεις «αιχμάλωτες του λαϊκισμού και των πελατειακών σχέσεων», για να δώσει νέα ζωή στο ιδεολόγημα ότι για την υπερχρέωση φταίει ο «παραφουσκωμένος» δημόσιος τομέας, οι «υπερβολικές» συντάξεις και το «μη ανταγωνιστικό» επίπεδο των μισθών.


Τι σχέση με την πραγματικότητα έχουν όλα αυτά; Η απάντηση είναι: καμία. Η αύξηση του χρέους δεν είναι ελληνική ιδιαιτερότητα, είναι φαινόμενο σύμφυτο με τη σύγχρονη πορεία του καπιταλισμού σε παγκόσμια κλίμακα. Στην εναρκτήρια συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Αλήθειας του Δημόσιου Χρέους, ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης κατέθεσε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία των διεθνών οργανισμών, το παγκόσμιο ΑΕΠ το έτος 2000 ήταν 50 τρις δολάρια και το παγκόσμιο χρέος ήταν 70 τρις. Το 2007 τα αντίστοιχα νούμερα ήταν 70 τρις δολάρια για το ΑΕΠ και 750 τρις για το χρέος!.5 Μια επταετία οικονομικής μεγέθυνσης κατά 40% διεθνώς συνδυάστηκε με αύξηση του χρέους κατά 1070%.


Στα χρόνια εκείνης της επταετίας, σχεδόν κανένας από τους σημερινούς θεωρητικούς της «ελληνικής ιδιαιτερότητας» δεν μιλούσε για επικίνδυνη αύξηση του χρέους ούτε στην Ελλάδα ούτε πουθενά. Οι πιο πολλοί είχαν καταπιεί τις θεωρίες ότι ακόμη και οι κίνδυνοι από τυχόν επισφαλή δάνεια είχαν εξουδετερωθεί χάρη στις νέες μεθόδους των χρηματοπιστωτικών τεχνικών που κατατεμάχιζαν τα δάνεια και τα ξανασυγκολλούσαν σε νέα «τραπεζικά προϊόντα». Οι συνέπειες από την αδυναμία κάποιων νοικοκυριών να ξεπληρώσουν τα στεγαστικά τους δάνεια ή από τη χρεοκοπία κάποιων επιχειρήσεων ή ακόμη και ολόκληρων κρατών, υποτίθεται ότι είχαν διαχυθεί. Η άνοδος του χρέους έφερνε οικονομική ανάπτυξη χωρίς ρίσκο. Ρίσκο είχε όποιος έμενε έξω από αυτό το πάρτι.


Για την ακρίβεια, εκείνα ήταν χρόνια στα οποία το ελληνικό δημόσιο χρέος έπεφτε ως ποσοστό επί του ΑΕΠ. Η ελληνική συμβολή στη διεθνή άνοδο του χρέους ήταν μικρή σε σύγκριση με άλλες χώρες και είχε να κάνει κύρια με το δανεισμό του ιδιωτικού τομέα.6 Οι έλληνες τραπεζίτες απολάμβαναν τη δυνατότητα να δανείζονται φθηνά από την ΕΚΤ και οι φίλοι τους στις ελληνικές επιχειρήσεις μεγάλωσαν το δανεισμό τους.


Ένα πραγματικό ερώτημα είναι τι απέγιναν εκείνα τα δάνεια, πόσα μετατράπηκαν σε επενδύσεις και πόσα κατέληξαν σε ιδιωτικές καταθέσεις ή «επενδύσεις» σε ακίνητα στο Λονδίνο ή σε κερδοσκοπικά funds του εξωτερικού. Και όσα μετατράπηκαν σε επενδύσεις τι πραγματικά εξασφάλισαν. Εκείνα ήταν χρόνια που οι καπιταλιστές εξασφάλιζαν καλύτερα κέρδη από την εξαγορά μιας τράπεζας στη Ρουμανία ή στην Τουρκία παρά από τη χρηματοδότηση ενός νέου εργοστάσιου στα Οινόφυτα. Αλλά οι αστοί οικονομολόγοι και πολιτικοί προτιμούν να αναζητούν ευθύνες για τη «χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας» στο εργατικό κόστος και όχι στις «επενδυτικές» επιλογές των καπιταλιστών.


Κανένας έξω από τον χώρο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς δεν βάζει αίτημα να ανοίξουν τα βιβλία των εφοπλιστών, των βαρόνων της τουριστικής βιομηχανίας ή του κυκλώματος ιδιωτική υγεία-φάρμακο, για να δούμε το μεγάλο φαγοπότι του ιδιωτικού δανεισμού των επιχειρήσεων. Υπάρχουν δεξιοί «αντιμνημονιακοί» που είναι πρόθυμοι να μιλήσουν για μίζες και σκάνδαλα κάποιων υπουργών, αλλά έχουν μάτια ερμητικά κλειστά για τις ευθύνες της τάξης τους.


Το παγκόσμιο «πάρτι» με τη διόγκωση του φθηνού δανεισμού έφτασε στο τέλος του το 2008. Οι κίνδυνοι από τα επισφαλή δάνεια είχαν όντως διαχυθεί. Έτσι, όταν έσκασε η φούσκα στην αγορά στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ, η κρίση δεν χτύπησε μόνο το αμερικάνικο τραπεζικό σύστημα αλλά το διεθνές. Οι ρίζες της κρίσης βρίσκονταν στην πραγματική οικονομία που είχε αρχίσει να μπαίνει σε ύφεση πριν εκδηλωθεί η τραπεζική κρίση. Η πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους, όπως την ανέλυσε ο Μαρξ, είναι το υπόβαθρο και αυτής της κρίσης του καπιταλισμού. Η κρίση χρέους που επακολούθησε πήρε πρωτοφανείς διαστάσεις. Διαστάσεις που μπορούν να συγκριθούν μόνο με την μεγάλη κρίση της δεκαετίας του 1930.7


Αρκεί μόνο αυτό το γενικό πλαίσιο για τον χαρακτήρα της κρίσης ως συστημικής του ίδιου του καπιταλισμού; Δεν είναι απαραίτητο να εντοπίσουμε και τους παράγοντες που έκαναν την Ελλάδα να είναι μια από τις χώρες που χτυπήθηκε νωρίς και έντονα από την κρίση; Ασφαλώς και είναι. Αλλά και αυτά μπορούν να απαντηθούν μόνο στο πλαίσιο μιας ανάλυσης που τοποθετεί τον ελληνικό καπιταλισμό μέσα στη συγκεκριμένη ιστορική εξέλιξη της σχέσης του με την παγκόσμια οικονομία.8


Το ελληνικό δημόσιο, όπως σχεδόν όλα τα κράτη μετά το 2008, μετέτρεψε μεγάλο μέρος από το ιδιωτικό χρέος σε δημόσιο, δανειζόμενο για να διασώσει το τραπεζικό σύστημα. Αλλά δεν ήταν η πρώτη φορά που έπαιζε αυτό το ρόλο. Είχε προηγηθεί μια αντίστοιχη επιχείρηση στη δεκαετία του 1980, όταν ξανά το ελληνικό τραπεζικό σύστημα κινδύνευε από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των επιχειρήσεων που τότε είχαν μείνει γνωστές με το όνομα «προβληματικές». Τα βάρη από εκείνη την πρώτη διάσωση σήμαιναν ότι το ελληνικό δημόσιο μπήκε στη δεύτερη διάσωση των τραπεζών από μια αφετηρία χειρότερη από άλλα κράτη. Το δημόσιο χρέος ήταν ήδη στα επίπεδα του 100% του ΑΕΠ.9  Καθόλου τυχαία, λοιπόν, η Ελλάδα βρέθηκε στην πρώτη σειρά των χωρών που ονομάστηκαν τότε PIGS. Και όταν ακολούθησαν η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, η ελληνική κρίση, που ήταν αντανάκλαση μιας κατάρρευσης που ξεκίνησε στις ΗΠΑ, μετατράπηκε σε κομμάτι της κρίσης της Ευρωζώνης.


Φταίει η «αρχιτεκτονική» του ευρώ;


Παρόλα αυτά, οι θεωρίες που αναζητούν εξηγήσεις στις «ιδιαιτερότητες» επιμένουν. Ο Βαρουφάκης στην ίδια ομιλία του που αναφέραμε πιο πάνω, ενώ απαντάει στις αντιλήψεις που ρίχνουν την ευθύνη στον ευρωπαϊκό νότο, προχωράει να αναζητήσει τις αιτίες στις ανισορροπίες μέσα στην ευρωζώνη.


Η δημιουργία του ευρώ ένωσε κάτω από κοινό νόμισμα χώρες με πλεονάσματα και χώρες με ελλείμματα, διαπιστώνει αυτή η αντίληψη. Μοιραία, οι πρώτες μετατράπηκαν σε δανειστές των δεύτερων. Αλλά όταν ήρθε το σοκ της κρίσης, δεν υπήρχαν μηχανισμοί απόσβεσης των κραδασμών, όπως υπάρχουν στο εσωτερικό των εθνικών κρατών. Σε κάθε χώρα υπάρχουν περιοχές πιο αναπτυγμένες και περιοχές πιο καθυστερημένες. Στις ΗΠΑ δεν είναι όλες οι Πολιτείες το ίδιο παραγωγικές και το ίδιο ανταγωνιστικές. Στη Γερμανία υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στη Δυτική και την Ανατολική. Μπορούν όμως και συμβιώνουν κάτω από το ίδιο νόμισμα γιατί υπάρχει ενιαίος προϋπολογισμός που εξασφαλίζει μεταβιβαστικές πληρωμές και αμβλύνει τις ανισορροπίες, σύμφωνα με αυτή την αντίληψη. Στην Ευρωζώνη λείπει αυτό το «αμορτισέρ».


Από αυτή την αφετηρία, ο Βαρουφάκης και η κυρίαρχη άποψη στον ΣΥΡΙΖΑ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η λύση βρίσκεται στη μεγαλύτερη ενοποίηση των θεσμών της ευρωζώνης. Να γίνει το δημόσιο χρέος όλων των χωρών-μελών «ευρωπαϊκό» (πχ με την έκδοση ευρωομόλογων), να ενισχυθεί η τραπεζική ενοποίηση (με την εποπτεία όλων των ευρωπαϊκών τραπεζών από την ΕΚΤ), να προχωρήσουν κοινά ευρωπαϊκά επενδυτικά προγράμματα από τις Βρυξέλλες, γενικότερα να προχωρήσει και να βαθύνει η ευρωπαϊκή ενοποίηση.


Γιατί να μπλέκει η Αριστερά με ακρότητες όπως η διαγραφή του χρέους και μακρινές προοπτικές όπως η ανατροπή του καπιταλισμού, όταν μπορεί «να σώσει τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό από τον εαυτό του» (σύμφωνα με την έκφραση του Βαρουφάκη) μεταρρυθμίζοντας την ΕΕ ώστε να αποκτήσει την οικονομική «αρχιτεκτονική» ενός ενιαίου κράτους; Αυτό ήταν και παραμένει το σημείο συνάντησης όλης της δεξιάς πτέρυγας που είναι ηγεμονική στον ΣΥΡΙΖΑ με τη «μετριοπαθή πρόταση» του Βαρουφάκη.10 Η κίνηση του Τσίπρα που έκανε «ανασχηματισμό» της διαπραγματευτικής ομάδας και όρισε συντονιστή τον Τσακαλώτο δεν αναιρεί το γεγονός ότι η ηγετική ομάδα της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ συμμερίζεται αυτή την αντίληψη και διαμορφώνει στρατηγική και τακτική σε αυτή τη βάση.


Η άποψη αυτή πάσχει από πολλές πλευρές. Μια πρώτη παρατήρηση είναι ότι τα «αμορτισέρ» του καπιταλιστικού κράτους πάσχουν μέσα στην περίοδο της κρίσης ακόμη και στα αρχαιότερα προπύργιά τους. Πέρσι είδαμε τη Σκοτία να φτάνει στο παραπέντε της απόσχισης από το βρετανικό «Ηνωμένο Βασίλειο». Φταίει άραγε η αρχιτεκτονική της βρετανικής λίρας γι’ αυτό; Είναι μήπως περιορισμένες οι εξουσίες της βρετανικής κεντρικής τράπεζας ή μήπως «καθυστέρησε» να εφαρμόσει πολιτικές ποσοτικής χαλάρωσης αυτός ο θεσμός που ήταν από τους πρώτους που την υιοθέτησαν;


Η αλήθεια είναι ότι μέσα σε συνθήκες κρίσης οξύνονται οι ανισότητες και οι ανισορροπίες, ακόμη και εκεί όπου ήταν ξεχασμένες γιατί είχαν τάχα θεραπευθεί χάρη σε ενιαίες κρατικές δομές. Το βλέπουμε και στην Ισπανία με την περίπτωση της Καταλονίας που απειλεί να κινηθεί όπως η Σκοτία. Το είχαμε δει ακόμη πιο δραματικά στην παλιά ενιαία Γιουγκοσλαβία που διαλύθηκε μέσα σε μια προηγούμενη κρίση χρέους.


Η εικόνα για την όξυνση των ανισοτήτων γίνεται ακόμη πιο έντονη αν πάρουμε υπόψη τις διαφορές όχι μόνο ανάμεσα σε φτωχές και πλούσιες περιοχές αλλά ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις. Όλοι ομολογούν ότι οι πολιτικές της λιτότητας μεγάλωσαν το χάσμα ανάμεσα στα πλουσιότερα και τα φτωχότερα τμήματα που πληθυσμού. Σπάνια, όμως, παραδέχονται ότι και οι δήθεν αναπτυξιακές πολιτικές όπως η ποσοτική χαλάρωση έχουν την ίδια επίδραση, δηλαδή την όξυνση των ανισοτήτων. Μια μελέτη που αναφέρεται από τους Financial Times, παραδείγματος χάρη, υπολογίζει σε 470 δις δολάρια το ποσό που έχασαν οι μικροκαταθέτες στις ΗΠΑ μέσα από αυτές τις πολιτικές των χαμηλών επιτοκίων και του φθηνού χρήματος για τις τράπεζες.11  Οι συνταξιούχοι, οι μικρομαγαζάτορες ή οι αγρότες που δεν παίζουν τις αποταμιεύσεις τους στα χρηματιστήρια και στις φούσκες ουσιαστικά είδαν το φτηνό χρήμα να πριμοδοτεί τα αρπακτικά των hedge funds. Την ίδια επίδραση έχει και η αντίστοιχη πολιτική της ΕΚΤ. Γι’ αυτό στην Ελλάδα των μνημονίων και της ανθρωπιστικής κρίσης έχουμε το φαινόμενο της αύξησης των πολυεκατομμυριούχων. Η αντίληψη ότι αυτά θα θεραπευθούν με το βάθεμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης γιατί έτσι «θα γίνουμε όλοι ευρωπαίοι» ήταν πάντα εξωπραγματική και σήμερα είναι καθαρά αντιδραστική.


Το πιο αδύνατο σημείο της άποψης που αναζητεί διέξοδο στην ευρωπαϊκή ενοποίηση, όμως, είναι το γεγονός ότι κλείνει τα μάτια στην ευρύτερη εικόνα: δεν είναι μόνο η ευρωζώνη αυτή που δεν έχει ξεφύγει από την κρίση. Δεν αρκεί να ξεπεράσουμε τις «ιδιαιτερότητές» της για να βγούμε από την κρίση, γιατί πολύ απλά η κρίση δεν έχει ξεπεραστεί ούτε στις άλλες βασικές συνιστώσες της παγκόσμιας οικονομίας. Χρειάζεται να δούμε γιατί συμβαίνει αυτό.
Νέος γύρος της κρίσης;


Στις αρχές της χρονιάς, το Παγκόσμιο Ινστιτούτο McKinsey που ελέγχεται από την πολυεθνική εταιρεία οικονομικών συμβούλων McKinsey & Co έδωσε στη δημοσιότητα μια έκθεση με τίτλο «Χρέος και (όχι πολλή) Απομόχλευση».12 Σε αυτήν διαπιστώνεται ότι αντί για μείωση (απομόχλευση) του χρέους, όπως ήταν ο επίσημα διακηρυγμένος στόχος μετά το 2008, σημειώνεται αύξηση του χρέους σχεδόν παντού. Το συνολικό παγκόσμιο χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό, τραπεζικό, επιχειρηματικό και των νοικοκυριών, αυξήθηκε ανάμεσα στο 2007 και το 2014 κατά 57 τρις δολάρια ανεβάζοντας το λόγο του χρέους προς το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά 17 ποσοστιαίες μονάδες. Η ταχύτερη αύξηση σημειώθηκε στο δημόσιο χρέος που ανέβαινε με μέσο ετήσιο ρυθμό 9,3% αυτά τα χρόνια. Στην προηγούμενη από αυτήν επταετία (2000-07) πρωταθλήτριες ήταν οι τράπεζες με μέσο ετήσιο ρυθμό 9,4%.


Η Ελλάδα δεν είναι μόνη σε αυτό το «κατόρθωμα», ούτε καν η πρωταθλήτρια. Και στις 22 αναπτυγμένες οικονομίες αλλά και στις περισσότερες από τις 25 «αναπτυσσόμενες» χώρες που εξέτασε η έκθεση σημειώθηκε άνοδος του χρέους και μάλιστα με ρυθμούς ταχύτερους από το ΑΕΠ. Πρωταθλήτριες ήταν η Ιρλανδία και η Σιγκαπούρη, ενώ απομόχλευση κατέγραψαν (για διαφορετικούς μεταξύ τους λόγους) μόνο η Σαουδική Αραβία, το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Ρουμανία και η Αργεντινή.


Η άνοδος του χρέους σε απόλυτους αριθμούς δεν είναι έκπληξη. Στα χρόνια αυτά όλες οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες συντονίστηκαν για να ρίξουν λεφτά στο τραπεζικό σύστημα. Μέχρι την περσινή χρονιά η αμερικάνικη κεντρική τράπεζα μόνη της τροφοδοτούσε αυτή την αύξηση με ρυθμό 80 δις δολάρια το μήνα. Η Κίνα επίσης κατέγραψε μεγάλες αυξήσεις χρέους, τόσο μεγάλες ώστε έστω κι αν είναι η μεγαλύτερη οικονομία με τους μεγαλύτερους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ, κατάφερε να επιτύχει άνοδο του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ.


Αν η ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία δεν μπόρεσε να μειώσει το βάρος του χρέους συγκριτικά με το ΑΕΠ, καταλαβαίνουμε τι έγινε στις άλλες χώρες. Πουθενά η πολυαναμενόμενη ανάκαμψη μετά τη βουτιά του 2008-09 δεν απέκτησε δυναμική που να φτάνει στα επίπεδα προ κρίσης. Σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ που αναφέρει ο Μάικλ Ρόμπερτς, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ των αναπτυγμένων χωρών ήταν 2,3% στα χρόνια 2001-07, έπεσε στο 1,3% στα χρόνια 2008-14 και προβλέπεται (από την φετινή εαρινή έκθεση του ΔΝΤ) να πάει στο 1,6% τα επόμενα πέντε χρόνια13. Για τις αναπτυσσόμενες χώρες η επιβράδυνση είναι χειρότερη.


Ο ίδιος μαρξιστής οικονομολόγος παρατηρεί ότι η καχεκτική οικονομική πορεία συνδέεται με μεγάλη υποχώρηση του επιπέδου των επιχειρηματικών επενδύσεων. Σε σύγκριση με τις προβλέψεις του ΔΝΤ του 2007 οι επενδύσεις στις αναπτυγμένες οικονομίες στο διάστημα που ακολούθησε ήταν μειωμένες κατά 13%: στις ΗΠΑ κατά 16%, στην Ιαπωνία 18% και σε ορισμένες χώρες της ευρωζώνης κατά 17%!


Οι ενέσεις φθηνού χρήματος δεν τόνωσαν τις επενδύσεις, πολύ απλά γιατί το βασικό κριτήριο των καπιταλιστών δεν είναι το κόστος χρηματοδότησης των επενδυτικών σχεδίων τους αλλά η κερδοφορία τους. Το ποσοστό κέρδους δεν έχει ανακάμψει.


Η εικόνα γίνεται πιο σκοτεινή αν πάρουμε υπόψη μας τη συγκυρία στις ΗΠΑ που θεωρούνται ότι αντιμετώπισαν την κρίση καλύτερα από την Ευρωζώνη. Η ΕΚΤ έχει μπροστά της ένα πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» ύψους 1,8 τρις ευρώ με την ελπίδα ότι ένα μέρος θα φτάσει στις επενδύσεις και θα τονώσει το ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ. Η αμερικάνικη κεντρική τράπεζα, αντίθετα, προσανατολίζεται σε αύξηση του επιτοκίου με το οποίο παρέχει ρευστότητα σε δολάρια. Αυτή η ασυμμετρία μεταφράζεται σε άνοδο του δολαρίου απέναντι στα άλλα νομίσματα και αυτό επιδρά αρνητικά και στην αμερικάνικη οικονομία (πλήττονται οι εξαγωγές της), αλλά και στις αναδυόμενες αγορές που βλέπουν φυγή κεφαλαίων από αυτές τις οικονομίες προς το ισχυρό δολάριο.


Η προηγούμενη φορά που χώρες υπερχρεωμένες με δάνεια σε δολάρια αντιμετώπισαν μια ανοδική πορεία του δολάριου, δηλαδή μια νέα επιδείνωση του χρέους τους, ήταν στη δεκαετία του 1980. Τότε υπέφερε η Λατινική Αμερική (και η Ελλάδα καθώς τα «θαλασσοδάνεια» των τραπεζών που κατάληξαν στις «προβληματικές» ήταν τότε κατά κύριο λόγο σε δολάρια). Σήμερα οι συνέπειες αμερικανικών πρωτοβουλιών που ισχυροποιούν το δολάριο μπορεί να είναι ανυπολόγιστες σε παγκόσμια κλίμακα.


Συμπερασματικά, είναι τελείως αβάσιμος ο ισχυρισμός ότι η κρίση χρέους έχει ξεπεραστεί και απομένει μόνο η ελληνική ιδιαίτερη περίπτωση. Αντίθετα, αυτό που μπορούμε να συμπεράνουμε είναι ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια επόμενη φάση της παρατεταμένης κρίσης, καθώς οι μέχρι τώρα αντιμετωπίσεις έχουν αποτύχει. Στη νέα φάση, όλα τα κράτη μπαίνουν από χειρότερη αφετηρία σε σύγκριση με το ξεκίνημα της κρίσης, γιατί έχουν επιβαρυνθεί από τις αποτυχίες των παρεμβάσεών τους.


Όλα κουβαλάνε ένα φουσκωμένο χρέος που περιορίζει τα περιθώρια νέου κύκλου παρεμβάσεων «διάσωσης» τραπεζών, επιχειρήσεων ή κρατών που κινδυνεύουν. Δεν είναι μόνο ο ελληνικός καπιταλισμός που υποφέρει από τα βάρη των προηγούμενων αποτυχιών του. Ούτε είναι η ανισορροπία βορρά-νότου στην ευρωζώνη το χειρότερο ρήγμα. Η ασυμμετρία δολάριου – ευρώ – γιεν είναι πολύ πιο απειλητική για την παγκόσμια οικονομία στη σημερινή φάση.


Η αποκατάσταση της κερδοφορίας και η δημιουργία μιας αναπτυξιακής ισορροπίας στο σύστημα απαιτεί καταστροφές κεφαλαίων που έχουν διογκωθεί πλασματικά και αυτό δεν γίνεται ομαλά. Γι’ αυτό καταλήγουν σε αδιέξοδα όλοι οι διαχειριστές και στις δυο όχθες του Ατλαντικού (και του Ειρηνικού). Το πραγματικό ερώτημα αφορά στις εναλλακτικές λύσεις που υπάρχουν.


Η αντικαπιταλιστική εναλλακτική


Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, οι πιθανότητες να ξεπληρωθεί το βουνό χρέους που έχει δημιουργηθεί, ή έστω να μειωθεί σε επίπεδα που είναι διαχειρίσιμα, είναι από περιορισμένες έως μηδαμινές. Το ζήτημα της διαγραφής αναδεικνύεται επιτακτικά.


Είναι τραγική οπισθοχώρηση το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αναλαμβάνοντας την κυβέρνηση έκανε πίσω από το αίτημα ακόμη και της μερικής διαγραφής του χρέους. Η επιλογή να διαπραγματευτεί με τους δανειστές μέσα στα πλαίσια της ευρωζώνης επιδιώκοντας έναν «αμοιβαία επωφελή συμβιβασμό» έχει προσφέρει στο πιάτο τη δυνατότητα στους «θεσμούς» να εκβιάζουν ασύστολα.


Ο επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ απάντησε στο αίτημα του ΣΥΡΙΖΑ περί διεθνούς διάσκεψης για το ευρωπαϊκό χρέος λέγοντας ότι μια τέτοια διάσκεψη υπάρχει και είναι το …Eurogroup. Έχοντας με αυτό τον τρόπο αναγορευτεί σε κριτή, παρέπεμψε τα θέματα αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους στη συμφωνία που είχε κάνει ο Σαμαράς με την Τρόικα, δηλαδή ότι αυτά θα εξεταστούν όταν η Ελλάδα θα έχει ολοκληρώσει το πρόγραμμα «μεταρρυθμίσεων» του μνημόνιου. Έτσι τετραγώνισε το φαύλο κύκλο.


Είναι αυταπάτη ότι μια νέα «αναδιάρθρωση» που μπορεί να συμφωνηθεί από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τους δανειστές θα είναι πιο συμφέρουσα από τις απάτες που ζήσαμε με τις «επιμηκύνσεις» του ΓΑΠ και το PSI Παπαδήμου-Βενιζέλου. Θα είναι τεράστια ήττα για την Αριστερά να καταλήξει να διαχειρίζεται τέτοιες συμφωνίες.


Το κενό στρατηγικής που δημιουργείται από τις οπισθοχωρήσεις της κυβέρνησης, δεν μπορεί να καλυφθεί από τις πρωτοβουλίες για τη δημιουργία μιας κοινοβουλευτικής Επιτροπής Αλήθειας του Δημόσιου Χρέους. Έστω και αν η Επιτροπή αυτή δέχτηκε τα πυρά των Σαμαροβενιζέλων, η Αριστερά δεν μπορεί να έχει αυταπάτες ότι θα μάθουμε την αλήθεια για το χρέος υπό την υψηλή εποπτεία του Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου και με φτηνές κορώνες του Καμμένου.


Ο υπουργός Άμυνας που πήγε στην Επιτροπή για το χρέος και μίλησε για ετεροχρονισμένες εξοπλιστικές δαπάνες που φούσκωσαν το έλλειμμα το 2009 με αποτέλεσμα να πέσουμε στα νύχια της Τρόικας, λίγο αργότερα προχώρησε στην εξαγγελία μιας στρατιωτικής παραγγελίας ύψους 500 εκατομμυρίων δολαρίων που βέβαια θα προστεθούν στο δημόσιο χρέος. Αλίμονο αν περιμένουμε από τέτοιους πολιτικάντηδες να ανακαλύψουμε τι έγινε με το χρέος.


Στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όπως η Σοφία Σακοράφα, μπορεί να διατηρούν ελπίδες ότι αυτή η Επιτροπή θα δώσει τη δυνατότητα «να ενημερωθούν οι λαοί της Ευρώπης».14 Αλλά η αντικαπιταλιστική αριστερά έχει υποχρέωση να εξηγεί ότι αυτές οι ελπίδες δεν θα δικαιωθούν μέσα από τέτοιες διαδρομές. Και μόνο το γεγονός ότι όσο καιρό η Επιτροπή ψάχνει την αλήθεια για το χρέος, η κυβέρνηση πληρώνει στο ακέραιο τις υποχρεώσεις προς το ΔΝΤ και τους άλλους δανειστές, πρέπει να είναι αρκετό για να γίνει κατανοητό ότι με αυτό τον συνδυασμό η θέση των εργατών και της Αριστεράς εξασθενίζει αντί να δυναμώνει.


Αν αποδεχθούμε ότι η κυβέρνηση Τσίπρα μπορεί να στραγγίζει τα αποθεματικά και να εφαρμόζει πολιτική συγκράτησης των δαπανών για να πληρώνει τοκοχρεωλύσια, τότε ακόμα και το καλύτερο πόρισμα της Επιτροπής θα είναι άχρηστο, αν και όταν βγει.


Το αίτημα για άμεση, μονομερή και οριστική διαγραφή του χρέους είναι το πιο αιχμηρό εργαλείο που μπορεί να σηκώσει το εργατικό κίνημα απέναντι στους εκβιασμούς της ΕΕ, της ΕΚΤ, του ΔΝΤ και της ντόπιας άρχουσας τάξης.


Οι έλληνες καπιταλιστές, οι εφοπλιστές, οι μεγαλοξενοδόχοι, οι βιομήχανοι, οι κατασκευαστές είναι αυτοί που συσσώρευσαν τα χρέη με τη βοήθεια των τραπεζιτών και τα μετέτρεψαν σε δημόσιο χρέος με τη βοήθεια των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Η άρνηση πληρωμής του χρέους ανοίγει το δρόμο για να πληρώσουν αυτοί που πραγματικά ευθύνονται για όλα τα δεινά της εργατική τάξης.


Η Τρόικα ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ ήταν ο οργανωτής της «αναδιάρθρωσης» του χρέους με το κακόφημο PSI που λεηλάτησε τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων και μετέφερε μεγάλο μέρος του χρέους στην ΕΚΤ. Οι εργάτες δεν έχουν καμιά ευθύνη για αυτό και δεν μπορούν να μπαίνουν στο στόχαστρο εκβιασμών για να πληρωθούν «οι υποχρεώσεις προς τους ευρωπαίους εταίρους μας».


Το «επιχείρημα» ότι αν δεν πληρώσουμε, τα βάρη θα μεταφερθούν στους ευρωπαίους φορολογούμενους είναι καθαρά παραπλανητικό. Ο Τρισέ και ο Ντράγκι διευκόλυναν τους τραπεζίτες, γερμανούς, γάλλους και έλληνες. Η άρνηση να πληρωθεί το χρέος προς την ΕΚΤ είναι βήμα για να ενωθούν οι εργάτες όλης της Ευρώπης ενάντια στους τραπεζίτες και των δικών τους χωρών.


Αυτή την ενότητα έχουμε αρχίσει να χτίζουμε με τους αγώνες των εργατών ενάντια στα Μνημόνια και γι’ αυτό υπάρχει τόση αλληλεγγύη διεθνώς για τη νίκη της Αριστεράς στην Ελλάδα. Οι επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ απειλούν να τη χαραμίσουν. Η πάλη για τη διαγραφή του χρέους μπορεί να της δώσει νέα ώθηση προς όφελος της εργατικής τάξης παντού.

Σημειώσεις

1. Ολοσέλιδο αφιέρωμα στους Financial Times, 7 July 2014 με τίτλο: Signs of revival after years of pain
2. Βλέπε π.χ. δημοσίευμα στη βρετανική Telegraph εδώ: http://www.telegraph.co.uk/finance/economics/11513341/Greece-draws-up-drachma-plans-prepares-to-miss-IMF-payment.html.
3. Καθημερινή, 12 Απριλίου 2015.
4. Η Αυγή, Κυριακή 12 Απριλίου, σελ 6
5. Βλέπε το βίντεο της ομιλίας Βαρουφάκη στο https://www.youtube.com/watch?v=F7pkXxoWKwQ
6. Χαρακτηριστική η μελέτη Coppola στο http://coppolacomment.blogspot.co.uk/2015/03/greeces-real-problem.html
7.  Η σύνδεση της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους με την κρίση χρέους αναλύεται στο κλασικό έργο του Κρις Χάρμαν, «Καπιταλισμός Ζόμπι», έκδοση στα ελληνικά από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο.
8.  Ο Ελληνικός Καπιταλισμός, η Παγκόσμια Οικονομία και η Κρίση, συλλογικό, β΄έκδοση, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, Μάης 2013.
9.  Στο ίδιο, σελ. 58-61.
10.  Περισσότερα για την πρόταση Βαρουφάκη στο άρθρο «Μετριοπαθής, ριζοσπαστική ή αντικαπιταλιστική πρόταση για την αριστερά» στο περιοδικό «Σοσιαλισμός από τα κάτω» Νο 107, Νοέμβρης-Δεκέμβρης 2014.
11. “Weak growth suggests QE might not have been worth the costs”, Financial Times, 11-12 Απρίλη.
12. http://www.mckinsey.com/insights/economic_studies /debt_and_not_much_deleveraging
13. https://thenextrecession.wordpress.com/2015/04/08/ low-investment-is-the-cause-of-low-growth-surprise/
14. Συνέντευξη στην Αυγή, 4 Απρίλη 2015