2011. Διαδήλωση στην Ταχρίρ.
Συνέντευξη με τον Ουασίμ Ουαγκντί από τους Επαναστάτες Σοσιαλιστές. Ο Ουασίμ μίλησε στον Κώστα Πίττα.
Τι ατμόσφαιρα επικρατεί στην Αίγυπτο τέσσερα χρόνια μετά το ξέσπασμα της επανάστασης;
Η επανάσταση που ξέσπασε το Γενάρη του 2011 τρόμαξε την άρχουσα τάξη όσο ποτέ άλλοτε, αλλά έλειπε η ηγεσία που θα την οδηγούσε στην τελική νίκη. Χάθηκε, αλλά είναι σημαντικό ότι η εργατική τάξη δεν τσακίστηκε μετά από μια μετωπική σύγκρουση με το καθεστώς. Η βασική κοινωνική δύναμη της επανάστασης παραμένει ζωντανή.
Πριν την επανάσταση κανείς δεν πίστευε ότι με τον Μουμπάρακ παντοδύναμο, με μια βάρβαρη αστυνομία που μετρούσε εκατοντάδες χιλιάδες μέλη, με το στρατό να επεμβαίνει στην εσωτερική καταστολή, θα μπορούσε κανείς να πετύχει μια έστω και μικρή νίκη. Αλλά στις 28 Γενάρη του 2011, όλος ο κόσμος είδε ότι δεν χρειάστηκε πάνω από μισή μέρα για να σμπαραλιαστεί αυτή η αστυνομική δύναμη που ήταν η ισχυρότερη σε όλη τη Μέση Ανατολή. Από τότε μέχρι και σήμερα, η επανάσταση έχει γίνει κοινός παρανομαστής σε όλα τα πολιτικά ρεύματα.
Η άρχουσα τάξη ταρακουνήθηκε από τα θεμέλιά της. Έχασε τον έλεγχο. Οι μάζες στην Αίγυπτο την έκαναν να χεστεί πάνω της. Τον πρώτο χρόνο της επανάστασης, η αφρόκρεμα της αιγυπτιακής άρχουσας τάξης, οι οικονομικοί και πολιτικοί ηγέτες της, ήταν όλοι στη φυλακή, ενώ ο κόσμος ήταν στους δρόμους και στις απεργίες!
Γι’ αυτό ο στρατός έκανε το πραξικόπημα τον Ιούλη του 2013, τυπικά ενάντια στον Μόρσι και τους Αδελφούς Μουσουλμάνος, αλλά στην ουσία για να βάλει τέλος στην επαναστατική έκρηξη και να διώξει τον κόσμο από τους δρόμους. Οργάνωσε, δηλαδή, μια αντεπανάσταση. Και τώρα, με την άγρια καταστολή, θέλει να μας κάνει να τα ξεχάσουμε όλα αυτά. Όμως, δεν είναι εύκολο για τον Σίσι να το πετύχει. Γιατί ο κόσμος έχει την εμπειρία ότι ήταν αυτός με τη δύναμή του που ανάγκασε την ίδια την άρχουσα τάξη, πριν τέσσερα χρόνια, να φυλακίσει την ίδια την ηγεσία της.
Σε ποια κατάσταση είναι το εργατικό κίνημα μετά την επιβολή του στρατιωτικού πραξικοπήματος;
Το εργατικό κίνημα μπήκε στην επανάσταση μόνο με τέσσερα ανεξάρτητα συνδικάτα [μη ελεγχόμενα από το κράτος]. Μέσα σε δυο χρόνια, δημιούργησε πάνω από 800 ανεξάρτητα συνδικάτα που εξακολουθούν να υπάρχουν. Είχαμε παραδείγματα αυτοδιαχείρισης και εργατικού ελέγχου. Οι εργάτες σε μια μεγάλη αγρο-βιομηχανική μονάδα δούλεψαν το εργοστάσιο κάτω από εργατικό έλεγχο για ένα χρόνο. Το ίδιο έγινε και στη σιδηρουργία-χαλυβουργία Κούτα, όπου οι εργάτες αντάλλαξαν μηνύματα συμπαράστασης με τους συναδέλφους τους στην ΒΙΟΜΕΤ στην Ελλάδα. Φυσικά, αυτά τα πειράματα αυτοδιαχείρισης δεν υπάρχουν σήμερα.
Όμως, η εργατική τάξη δεν νικήθηκε μετά από μια μετωπική επίθεση. Δεν είχαμε μαζικούς σκοτωμούς στους δρόμους, τανκς στα εργοστάσια, σφαγές στις εργατογειτονιές. Αυτό, σε μακροπρόθεσμη βάση είναι πολύ σημαντικό. Γιατί μας δίνει ελπίδα ότι η όλα είναι ανοιχτά, ότι η εργατική τάξη μπορεί να προχωρήσει ξανά σε ανταρσίες, πιθανότατα συντομότερα απ’ όσο κι οι ίδιοι νομίζουμε.
Ας δούμε κάποιες στατιστικές για τις εργατικές κινητοποιήσεις πριν και μετά τις 30 Ιούνη του 2013. (Το πρώτο εξάμηνο αυτής της χρονιάς είχαμε την κυβέρνηση του Μόρσι και των Αδελφών Μουσουλμάνων και το δεύτερο εξάμηνο το στρατιωτικό καθεστώς Σίσι). Τους τρεις μήνες πριν την πτώση του Μόρσι, η αιγυπτιακή εργατική τάξη έφτασε σε ένα ιστορικό ρεκόρ: δυο κινητοποιήσεις κάθε μια ώρα! Ένα εσωτερικό έγγραφο του υπουργείου Εργασίας έλεγε ότι «όπως πάνε τα πράγματα πλησιάζουμε σε μια δεύτερη επανάσταση». Μετά τις 30 Ιούνη αυτό σταμάτησε. Το 2013 είχαμε 2.293 εργατικές κινητοποιήσεις, αλλά το 85% από αυτές έγιναν το πρώτο εξάμηνο και μόνο 15% το δεύτερο.
Όμως, το 2014 η τάξη άρχισε να δείχνει πάλι τη μαχητικότητά της. Οι στατιστικές δίνουν μια άνοδο των «διαμαρτυριών». Πολύ αργή άνοδο, αλλά σημαντική μέσα στις νέες συνθήκες. Έγιναν 761 απεργίες. Πολύ λίγες σε σχέση με την περίοδο της επανάστασης, αλλά τεράστιο βήμα σε μια περίοδο αντεπανάστασης. Μια από αυτές τις απεργίες – στα νοσοκομεία και γενικότερα στη δημόσια υγεία όπου συμμετείχαν γιατροί, νοσηλευτές, διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό, φαρμακοποιοί – κράτησε 82 μέρες, από τον Γενάρη μέχρι τον Μάρτη του 2014. Οι εργάτες κι οι εργάτριες στις χαλυβουργίες του Χαλουάν και στις κλωστοϋφαντουργίες της Μαχάλα αλ Κούμπρα (όπου βρίσκονται οι «ταξιαρχίες» της εργατικής τάξης) κατέβηκαν σε απεργία δυο φορές. Να προσθέσουμε και 464 «διαμαρτυρίες» – κύρια συγκεντρώσεις, πολλές από αυτές μπροστά στα υπουργεία, κάτι που φυσικά είναι παράνομο μέσα σε συνθήκες δικτατορίας – και περίπου 400 διαδηλώσεις και 159 μικρής διάρκειας καθιστικές διαμαρτυρίες μέσα σε εργατικούς χώρους. Να σημειώσω ότι το καθεστώς έχει στα σκαριά ένα νέο νόμο που ταυτίζει την «παύση εργασίας», δηλαδή την απεργία, με «τρομοκρατική πράξη»!
Μια άλλη ιστορία είναι η Καμπάνια για ένα Δίκαιο Εργασιακό Νόμο. Το καθεστώς θέλει να προωθήσει ένα νέο νόμο για να επιβάλει τον έλεγχό του πάνω στο εργατικό κίνημα. Ενάντια σ’ αυτό έχει συσταθεί μια πρωτοβουλία στην οποία συμμετέχουν πολλοί συνδικαλιστές, αγωνιστές από τους Επαναστάτες Σοσιαλιστές κι άλλες αριστερές οργανώσεις, ακόμα και μια διάσπαση των Αδελφών Μουσουλμάνων από την εποχή της επανάστασης. Παράλληλα, υπάρχει και μια άλλη καμπάνια που ονομάζεται Ελευθερία για τα Συνδικάτα. Τέλος, κάτι σημαντικό ήταν τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών για το συνδικάτο των δημοσιογράφων (που ήταν οι πρώτες επί Σίσι), όπου ο υποψήφιος του καθεστώτος υπέστη συντριπτική ήττα από τον υποψήφιο της αντιπολίτευσης.
Πώς αντιμετώπισε η αριστερά το στρατιωτικό πραξικόπημα τον Ιούλη του 2013;
Δυστυχώς η βασική λογική του μεγαλύτερου μέρους της αριστεράς ήταν ότι «χρειάζεται να στηρίξουμε τους στρατιωτικούς, αλλιώς θα ξανάρθουν οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι». Η λογική, δηλαδή, που, σε τελική ανάλυση, θεωρούσε ότι ο στρατός είναι “προοδευτικός” απέναντι στους “οπισθοδρομικούς” ισλαμιστές. Αυτή η πολιτική είχε καταστροφικά αποτελέσματα για το κίνημα. Μετά τις 30 Ιούνη του 2013, αυτό που επηρέασε αρνητικά τη μαχητικότητα της εργατικής τάξης δεν ήταν τόσο η καταστολή, όσο η ατμόσφαιρα αναμονής για το τι είδους κατάσταση θα ακολουθήσει. Στην καλλιέργεια του κλίματος αναμονής συνέβαλε η πλειοψηφία της αριστεράς και της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας – και μάλιστα της φρέσκιας συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας των ανεξάρτητων συνδικάτων. Ο ηγέτης της μεγαλύτερης ανεξάρτητης εργατικής ομοσπονδίας κάλεσε τους εργάτες να σταματήσουν τις απεργίες και μετά έγινε υπουργός Εργασίας στην κυβέρνηση των στρατιωτικών.
Προφανώς η σταλινική ή νασερική παράδοση της αριστεράς στην Αίγυπτο, που θεωρεί σαν μεγαλύτερο εχθρό τους Ισλαμιστές, έχει παίξει το μεγαλύτερο ρόλο γι’ αυτήν την πολιτική. Αυτό φάνηκε και συγκεκριμένα στις διαδηλώσεις της 30 Ιούνη 2013 ενάντια στην τότε κυβέρνηση του Μόρσι και των Αδελφών Μουσουλμάνων. Όλη η αριστερά – και οι Επαναστάτες Σοσιαλιστές – συμμετείχαμε σε αυτές τις διαδηλώσεις γνωρίζοντας ότι υπήρχε η πιθανότητα να επωφεληθούν οι στρατιωτικοί. Αλλά ενώ εμείς μοιράζαμε μια προκήρυξη προειδοποιώντας γι’ αυτόν το κίνδυνο και καλώντας για το βάθεμα της επανάστασης, η υπόλοιπη αριστερά έβαζε τις ελπίδες της στην παρέμβαση των στρατιωτικών, καλώντας για την «ενότητα στρατού και λαού». Ενώ εμείς από την πρώτη στιγμή καταγγείλαμε σαν πραξικόπημα ενάντια στην ίδια την επανάσταση την επέμβαση του στρατού, η υπόλοιπη αριστερά την είδε με ανακούφιση. Η κεντρική τους ιδέα ήταν πως «ο,τιδήποτε είναι καλύτερο από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους».
Τι συνέβαινε, όμως, πραγματικά; Το καθεστώς Μόρσι δεν ήταν «φασιστικό», όπως υποστήριζε η πλειοψηφία της αριστεράς. Ήταν αυταρχικό, αλλά ήταν και αντιφατικό και πάνω απ’ όλα ήταν εξαιρετικά αδύναμο: η άρχουσα τάξη ήταν εναντίον του, οι ιμπεριαλιστές ήταν εναντίον του, η εργατική τάξη ήταν εναντίον του – σε βαθμό που η κυβέρνηση των Αδελφών Μουσουλμάνων να περιμένει το ξέσπασμα μιας «δεύτερης επανάστασης». Τι θα έπρεπε να κάνει η αριστερά; Ήταν η ευκαιρία να παλέψει για το βάθεμα της επανάστασης, όχι για την παράδοσή της στο στρατό. Όμως, η άποψη που κυριαρχούσε μέσα στην αριστερά ήταν ότι ο στρατός δεν είναι εχθρός της επανάστασης, ότι είναι ένας «πατριωτικός φιλολαϊκός στρατός», ότι το πρόβλημα είναι με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους που από τότε είχαν αρχίσει να αποκαλούν «ισλαμοφασίστες».
Εξακολουθεί η αριστερά – ή τέλος πάντων το μεγαλύτερο μέρος της – να υποστηρίζει και σήμερα το καθεστώς του Σίσι; Και αν ναι, γιατί;
Ναι, συνεχίζει να το υποστηρίζει. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και όταν θέλουν να κάνουν κάποια κριτική στον Σίσι, μοιάζουν εντελώς αναξιόπιστοι. Δεν μπορείς να επιτίθεσαι στο καθεστώς επειδή στέλνει την αστυνομία να χτυπήσει μια διαδήλωση, αλλά να του προσφέρεις υποστήριξη γενικά.
Για παράδειγμα, πριν λίγο καιρό ένας αστυνομικός πυροβόλησε και σκότωσε εν ψυχρώ μια αριστερή διαδηλώτρια. Το βίντεο έκανε το γύρο του κόσμου. Ο Σίσι αναγκάστηκε υποκριτικά να δηλώσει ότι ο αστυνομικός θα τιμωρηθεί σκληρά. Τελικά, οι κατηγορίες που αποδόθηκαν στον αστυνομικό ήταν για «ακούσια πρόκληση θανάτου από χτύπημα»! Ακόμα χειρότερα, οι 17 αυτόπτες μάρτυρες κατηγορίας σύρθηκαν στα δικαστήρια για «παράβαση του νόμου που απαγορεύει τις διαδηλώσεις». Και παρόλα αυτά, ο ηγέτης του κόμματος στο οποίο ανήκε η δολοφονημένη διαδηλώτρια, της Λαϊκής Σοσιαλιστικής Συμμαχίας, βγήκε δημόσια και …ευχαρίστησε τον Σίσι για τις δηλώσεις του! Λίγο καιρό πριν μια 17χρονη διαδηλώτρια των Αδελφών Μουσουλμάνων δολοφονήθηκε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Με εξαίρεση τους Επαναστάτες Σοσιαλιστές, κανείς στην αριστερά δεν είπε τίποτα, αγνόησαν το γεγονός. Για έναν ολόκληρο χρόνο, κατηγορούν κάθε πράξη αντίστασης ότι «θέλει να φέρει πίσω τους Ισλαμιστές». Έτσι, έφτασαν να καταγγέλλουν ακόμα και τις συγκεντρώσεις για την επέτειο της επανάστασης το 2015, ενώ ταυτόχρονα δεν λένε κουβέντα για τους 41.000 πολιτικούς κρατούμενους στις φυλακές του Σίσι.
Γιατί το κάνουν αυτό; Μεγάλο μέρος από την αριστερά υποστηρίζει ότι οι Ισλαμιστές είναι σκληροί φασίστες. Άρα θα πρέπει να συμμαχήσουμε με το στρατό, δηλαδή την «κανονική» αστική τάξη, ενάντια στους «φασίστες». Κάποιοι άλλοι λένε ότι πρέπει να υποστηρίξουμε το καθεστώς γιατί είναι «μη θρησκευτικό» και αυτό σημαίνει εξ ορισμού πως είναι πιο προοδευτικό από ένα θρησκευτικό καθεστώς. Πέρα από το γεγονός ότι αυτό δεν ισχύει γενικά, το καθεστώς Σίσι κάθε άλλο παρά «μη θρησκευτικό» είναι. Και οι δυο παραπάνω αντιλήψεις μοιάζουν σαν επανάληψη των ρεφορμιστικών συμμαχιών της πολιτικής των Λαϊκών Μετώπων, όπου τον ρόλο της “προοδευτικής αστικής τάξης” τον παίζει …ο στρατός.
Υπάρχει μια τρίτη άποψη που δέχεται μεν ότι οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι δεν είναι φασίστες ή γενικά “σκοταδιστές”, αλλά υποστηρίζει ότι η διαμάχη στην Αίγυπτο είναι απλά ανάμεσα σε δυο μερίδες της άρχουσας τάξης. Αλλά όταν η μια μερίδα έχει με το μέρος της τους βιομήχανους, τους τραπεζίτες, το στρατό, την αστυνομία, τα δικαστήρια, τα ΜΜΕ, την κρατική γραφειοκρατία και τους ιμπεριαλιστές, τότε η άλλη μερίδα τι έχει; Το μόνο που πετυχαίνει η αριστερά με τέτοιες απόψεις είναι να προσφέρει μεγαλύτερη αξιοπιστία στο καθεστώς και στην αντεπανάσταση.
Άρα οι αντιλήψεις περί «ισλαμοφασισμού» έχουν παίξει σοβαρό αρνητικό ρόλο συνολικά πάνω στη στρατηγική και την τακτική της αριστεράς απέναντι στη δικτατορία.
Καταστροφικό ρόλο. Όχι μόνο στη στρατηγική της απέναντι στον Σίσι, αλλά σε σχέση με το πώς αντιλαμβάνεται τον αντιδραστικό ρόλο του αιγυπτιακού καπιταλισμού στη Μέση Ανατολή. Η εμφάνιση και η άνοδος του αντιδραστικού ISIS στο Ιράκ και τη Συρία έδωσε νέα ώθηση στη φιλολογία για τους «ισλαμοφασίστες» που υποτίθεται ότι αποτελούν «τον κύριο κίνδυνο». Το εντυπωσιακό είναι ότι και το καθεστώς και το μεγαλύτερο μέρος της αριστεράς χρησιμοποιούν τον ίδιο όρο για να περιγράψουν τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Εμείς πιστεύουμε ότι αν οι επαναστάσεις στον αραβικό κόσμο είχαν προχωρήσει περισσότερο δεν θα υπήρχε το ISIS σήμερα. Το ISIS είναι μια εκδήλωση της υποχώρησης του επαναστατικού κύματος. Οι αριστεροί υποστηριχτές του Σίσι λένε ακριβώς το ανάποδο: «Αν δεν είχαμε υποστηρίξει το στρατό, τώρα θα βρισκόμασταν στη θέση του Ιράκ και της Συρίας με ένα αντίστοιχο ISIS πάνω μας».
Η αλήθεια, όμως, είναι ότι το ISIS τώρα έχει αποκτήσει προσβάσεις ακόμα και στο Σινά, μέσα στην Αίγυπτο. Και σήμερα, ο Σίσι και η Σαουδική Αραβία συμμαχούν με το ISIS και την Αλ Κάιντα, στην επέμβαση στην Υεμένη. Να σημειώσω ότι η αριστερά στην Αίγυπτο δεν πήρε καν πρωτοβουλία να καλέσει σε κινητοποιήσεις συμπαράστασης στους Παλαιστίνιους όταν το Ισραήλ εισέβαλλε στη Γάζα πριν μήνες. Έγινε ολόκληρη σφαγή στη Γάζα, αλλά στην Αίγυπτο δεν κουνήθηκε φύλλο. Κι αυτό σε μια χώρα που ο λαός της έχει τεράστια παράδοση σκληρών αγώνων συμπαράστασης στους Παλαιστίνιους μέχρι πρόσφατα. Ο λόγος γι’ αυτό δεν είναι μόνο επειδή η αριστερά δεν ήθελε να κοντράρει τον Σίσι και την απαγόρευση των διαδηλώσεων. Είναι και το ότι έχει υιοθετήσει μια θέση «ουδετερότητας» ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Χαμάς.
Η καταστροφική αντίληψη που έχει για τους Ισλαμιστές, είναι ο ένας λόγος που η αριστερά υποστηρίζει το καθεστώς. Ο δεύτερος είναι ότι είναι μια εθνικιστική-πατριωτική αριστερά, όχι διεθνιστική. Θέλει μια “εθνικά ισχυρή Αίγυπτο” και φυσικά ο αιγυπτιακός καπιταλισμός είναι πιο ισχυρός με τη δικτατορία του Σίσι παρά με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.
Θα ήθελα να κλείσω λέγοντας ότι η επανάσταση μάς έδειξε στην πράξη ότι το πιο σημαντικό συστατικό για τη νίκη της είναι ένα επαναστατικό εργατικό κόμμα. Μας το έδειξε και με θετικό και με αρνητικό τρόπο. Θετικά, επειδή αν και ήμασταν μια μικρή οργάνωση, αποκτήσαμε τεράστια επιρροή σε σύγκριση με το μέγεθός μας. Είδαμε στην πράξη το πώς οι επαναστατικές ιδέες και οργάνωση μπορούν να επηρεάσουν την κίνηση των μαζών σε μια επαναστατική κατάσταση. Αρνητικά, επειδή μόνο ένα επαναστατικό κόμμα ριζωμένο στους εργατικούς χώρους θα μπορούσε να κατευθύνει την ενέργεια των μαζών ενάντια στο κράτος, ξεπερνώντας τους ρεφορμιστές ηγέτες. Και αυτό είναι πραγματικά το τι χρειάζεται να κάνουμε τώρα σαν Επαναστάτες Σοσιαλιστές. Να προσπαθήσουμε να χτίσουμε, μέσα στην ήττα, τους πυρήνες ενός τέτοιου επαναστατικού κόμματος.