Άρθρο
Η Πολιτική Οικονομία των τελεσίγραφων

Εξώφυλλο του τευχους 111

Όλοι οι προπαγανδιστές του Ναι θεωρούσαν σαν αυταπόδεικτη αλήθεια ότι η κρίση χρέους είναι ελληνικό πρόβλημα και κατά συνέπεια, όσο η κυβέρνηση καθυστερούσε να υπογράψει μια συμφωνία με τους «εταίρους-δανειστές» τόσο η οικονομική κατάσταση χειροτέρευε. Οι πιο ανεγκέφαλοι έφταναν στο σημείο να προσθέτουν ότι αυτό ήταν μια «κρυφή ατζέντα» του ΣΥΡΙΖΑ που ήθελε την επιδείνωση για να κάνει το χατήρι της αντικαπιταλιστικής αριστεράς –όπως ο Αντώνης Καφετζόπουλος που ήταν ομιλητής στη συγκέντρωση του Ναι στο Καλλιμάρμαρο και βγήκε στο ΣΚΑΙ για να πει ότι η κυβέρνηση καθοδηγείται από την …ΑΝΤΑΡΣΥΑ!

Πέρα από τέτοιες γελοιότητες, όμως, το ζήτημα της σχέσης ανάμεσα στην ελληνική κρίση και τη γενικότερη εικόνα του καπιταλισμού είναι υπαρκτό. Ακριβώς την ίδια βδομάδα του δημοψηφίσματος στην Ελλάδα, η είδηση που διεκδικούσε να εκτοπίσει τις ελληνικές εξελίξεις από τα πρωτοσέλιδα του διεθνούς τύπου ήταν η δραματική πτώση του Χρηματιστήριου της Σαγκάης. Οι Financial Times έβαλαν σε δεύτερη μοίρα το κινδυνολογικό άρθρο τους που «αποκάλυπτε» σχέδιο κουρέματος των καταθέσεων στην Ελλάδα κατά 30%, για να δώσουν την πρώτη θέση στο πρωτοσέλιδο του Σαββάτου 4 Ιούλη στην είδηση ότι η πτώση στη Σαγκάη έφτασε στο 30% μέσα στις προηγούμενες τρεις βδομάδες και ότι «οι διεθνείς επενδυτές ανησυχούν για την οικονομία της Κίνας»! Το σχετικό ρεπορτάζ υπογράμμιζε αυτές τις ανησυχίες καθώς οι κινεζικές αρχές δεν είχαν κατορθώσει να ανακόψουν την πτώση με μια σειρά παρεμβάσεις. 

Δίπλα στις ανησυχίες για τον έναν γίγαντα της παγκόσμιας οικονομίας, ήρθαν στην επιφάνεια και τα προβλήματα στο νούμερο 1: «Η κρίση χρέους στην πίσω αυλή της Αμερικής» ήταν ο τίτλος ανάλυσης στην ίδια εφημερίδα για το Πουέρτο Ρίκο που είναι τμήμα των ΗΠΑ και χρωστάει 72 δις δολάρια. Το χρέος αυτό όχι μόνο δεν είναι βιώσιμο, αλλά και δεν διαφαίνεται κανένα σχέδιο «διάσωσης» καθώς το ΔΝΤ δεν μπορεί να παρέμβει (αφού το Πουέρτο Ρίκο δεν είναι ανεξάρτητο κράτος) και η Ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Ομπάμα δεν θέλει.

Όσοι χάνουν από τα μάτια τους τις συστημικές και διεθνείς διαστάσεις της κρίσης, καταφεύγουν σε θεωρίες συνομωσίας. Και οι μεν δεξιοί απολογητές του καπιταλισμού και της ΕΕ απλά γελοιοποιούνται και είναι καθήκον μας να ξεσκεπάζουμε τα παραμύθια τους. Αλλά υπάρχει πρόβλημα με τις απόψεις μέσα στην Αριστερά που κατεβαίνουν σε αντίστοιχο επίπεδο.

Μέσα στο πεντάμηνο των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και τους «θεσμούς», υπήρχαν πολλές αυταπάτες ότι ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης θα κατάφερναν να αξιοποιήσουν τις αντιθέσεις ανάμεσα στο ΔΝΤ και την ΕΕ. Πολλοί πίστευαν ότι υπάρχει ένας καταμερισμός ρόλων, του στιλ «ο καλός μπάτσος και ο κακός μπάτσος». Άλλοτε προβαλλόταν το ΔΝΤ στο ρόλο του «καλού» (αναγνωρίζει ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο, θεωρεί ότι τυχόν κούρεμα θα το επιβαρυνθούν οι ευρωπαίοι), και άλλοτε η Κομισιόν και η ΕΚΤ (η «φιλία» του Γιουνκέρ ήταν «ατού» του Τσίπρα, ενώ ο Βαρουφάκης είχε ξεκινήσει τη διαπραγμάτευση με την πεποίθηση ότι η ΕΚΤ δεν θα παίξει πολιτικά παιχνίδια).

Τελικά, στη γνωστή συνάντησή τους στο Βερολίνο οι Μέρκελ, Ντράγκι, Λαγκάρντ, Ολάντ και Ντάισελμπλουμ διαμόρφωσαν τους όρους του τελεσίγραφου παίρνοντας τις χειρότερες πλευρές όλων των «θεσμών»: καμιά ελάφρυνση του χρέους, κανένα συνοδευτικό «αναπτυξιακό πακέτο», όχι φορολόγηση στα κέρδη, μόνο σκληρή μονόπλευρη λιτότητα.

Αυτό είναι το πραγματικό πρόσωπο των κορυφαίων διαχειριστών ενός συστήματος μέσα στη χειρότερη κρίση του εδώ και δεκαετίες. Δεν χωράει καμιά αυταπάτη για συμβιβασμούς μαζί τους. Ο αντικαπιταλισμός είναι μονόδρομος.