23 Ιούλη 1975, η πρώτη επέτειος από την κατάρρευση της Χούντας «γιορτάστηκε» με μάχες απέργων - αστυνομίας. Ο Κώστας Πίττας θυμίζει πως οι εργάτες σημάδεψαν τη Μεταπολίτευση.
Σαράντα χρόνια πριν, στις 23 Ιούλη του 1975, έκλεινε ένας χρόνος από την κατάρρευση της δικτατορίας στην Ελλάδα. Η Νέα Δημοκρατία είχε κερδίσει τις εκλογές τον προηγούμενο Νοέμβρη με άνετη πλειοψηφία. Στο προεδρικό μέγαρο γινόντουσαν πυρετώδεις προετοιμασίες για την οργάνωση της πρώτης γιορτής της “αποκατάσταση της δημοκρατίας” με καλεσμένο όλο τον επίσημο πολιτικό κόσμο. Μια φιέστα διατράνωσης της “αναγκαίας εθνικής ενότητας” υπό την αιγίδα του αδιαμφισβήτητου “εθνάρχη” Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Όμως, για τους εργάτες η πρώτη επέτειος από την πτώση της χούντας δεν γιορτάστηκε με σαμπάνιες και καπνιστούς σολομούς, αλλά με απεργία, διαδήλωση, συγκρούσεις και άγριο ξύλο στους δρόμους της Αθήνας. Η 23 Ιούλη 1975 σφράγισε την σύγχρονη ιστορία της εργατικής τάξης στην Ελλάδα σαν η μέρα της μεγάλης εξέγερσης των οικοδόμων. Μια κορυφαία στιγμή της έκρηξης που ξεκίνησε το φθινόπωρο του 1974 και σημάδεψε όλη την περίοδο της Μεταπολίτευσης – και το κίνημα μέχρι σήμερα. Δέκα χρόνια μετά τα Ιουλιανά, το 1975 ήταν η χρονιά της μαζικής εφόδου του εργατικού κινήματος στο πολιτικό προσκήνιο.
Η 23 Ιούλη των οικοδόμων
Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 οι 200.000 οικοδόμοι ήταν ο μαζικότερος κλάδος του εργατικού κινήματος με μια τεράστια παράδοση μαχητικών αγώνων. Όμως, η παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε το 1973 και η επίδρασή της και στην κατασκευαστική βιομηχανία είχε αρχίσει να κάνει φανερά τα σημάδια της ανεργίας σε ολόκληρο τον κλάδο. Η κυβέρνηση Καραμανλή με νομοθετικά διατάγματα είχε φροντίσει να διατηρήσει στην ηγεσία όλων των μεγάλων συνδικαλιστικών οργανώσεων τους ίδιους ανθρώπους που είχε διορίσει η χούντα. Το ίδιο συνέβαινε και με την Ομοσπονδία των οικοδόμων που επικεφαλής είχε έναν προχουντικό εργατοπατέρα και συνεργάτη της δικτατορίας (τον διαβόητο Λυκιαρδόπουλο). Απέναντι στους πουλημένους “συνδικαλιστές” της Ομοσπονδίας η βάση των οικοδόμων άρχισε να οργανώνεται στα πρωτοβάθμια κλαδικά σωματεία (μπετατζήδες, υδραυλικοί, πλακάδες, σοβατζήδες κλπ) και γύρω από τη Συντονιστική Επιτροπή, όπου είχε δύναμη η αριστερά –κύρια το ΚΚΕ και το ΚΚΕεσ., αλλά και οργανώσεις της επαναστατικής αριστεράς σαν την ΟΜΛΕ, την ΟΚΔΕ, την ΟΣΕ (από την οποία προήλθε το ΣΕΚ) και άλλες. Αυτά τα σωματεία μαζί με τη Συντονιστική Επιτροπή και σε κόντρα με τους εργατοπατέρες κάλεσαν την απεργία για τις 23 Ιούλη με αιτήματα κατά της ανεργίας, αυξήσεις στα μεροκάματα και εκδημοκρατισμό του συνδικάτου.
Το θέατρο Περοκέ στην πλατεία Καραϊσκάκη όπου ήταν καλεσμένη η απεργιακή συγκέντρωση αποδείχθηκε πολύ μικρό για να χωρέσει τους απεργούς. Η πλατεία πλημμύρισε και ύστερα από μαζική απαίτηση του κόσμου αποφασίστηκε πορεία στο υπουργείο Εργασίας. Η αστυνομία έκλεισε την Αγίου Κωνσταντίνου και απαγόρεψε την πορεία από κεντρικούς δρόμους. Ήταν από τις πρώτες εμφανίσεις των ΜΑΤ που πίσω τους είχαν τις “αύρες” –τα θωρακισμένα αστυνομικά οχήματα που εκτόξευαν δακρυγόνα. Η απρόκλητη επίθεση των ΜΑΤ άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου. Μετά από μια πρώτη υποχώρηση, οι διαδηλωτές οργανώθηκαν σε πολυπληθείς ομάδες και αρπάζοντας καδρόνια και τούβλα από τις παρακείμενες οικοδομές έτρεψαν την αστυνομία σε φυγή.
Από τις 12 το μεσημέρι μέχρι αργά το βράδυ όλη η περιοχή του κέντρου της Αθήνας ανάμεσα σε Μεταξουργείο, πλατεία Κουμουνδούρου, πλατεία Κοτζιά, Πατησίων, Χαυτεία, Εξάρχεια μέχρι τη λεωφόρο Αλεξάνδρας έμοιαζε με πεδίο μάχης. Παντού υπήρχαν οδοφράγματα και φωτιές που άναβαν οι απεργοί για αντιμετωπίσουν τα δακρυγόνα. Δίπλα στους οικοδόμους βρέθηκαν εκατοντάδες συμπαραστάτες. Ανάμεσά τους πολλοί φοιτητές, που εκείνες τις μέρες ξεκινούσαν κινητοποιήσεις ενάντια σε ένα νομοσχέδιο της κυβέρνησης που ήθελε να μετατρέψει τους φοιτητικούς συλλόγους σε …Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου για να ελέγξει το φοιτητικό κίνημα. Τα συνθήματα που δονούσαν την ατμόσφαιρα ήταν «δεν έγινε ο Νοέμβρης για τον Καραμανλή» και «το Πολυτεχνείο ήταν η αρχή, θα ‘ρθει κι η σειρά του Καραμανλή», ενώ οι αστυνομικοί αποδοκιμάζονταν με το σύνθημα «αυτοί σκοτώσαν τ’ αδέρφια μας». Το μήνυμα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, ενάμιση χρόνο πριν, πλανιόταν σαν φάντασμα πάνω την Αθήνα.
Οι συγκρούσεις σταμάτησαν μόνο όταν αποχώρησε η αστυνομία από τους δρόμους. Οι τραυματίες ήταν δεκάδες, το ίδιο και οι προσαγωγές και οι συλλήψεις διαδηλωτών. Φλωράκης, Κύρκος και Ανδρέας Παπανδρέου αναγκάστηκαν να δηλώσουν ότι δεν θα παραστούν στη δεξίωση στο Προεδρικό Μέγαρο. Παρόλα αυτά, οι ηγεσίες της κοινοβουλευτικής αριστεράς κράτησαν αποστάσεις από τους διαδηλωτές απεργούς, υποστηρίζοντας ότι τα επεισόδια έγιναν από “προβοκάτορες”.
Όμως, η πραγματικότητα ήταν πως η αντίσταση των οικοδόμων στις 23 Ιούλη στραπατσάρισε τη φιέστα του Καραμανλή και τους ευσεβείς πόθους της άρχουσας τάξης για “ομαλότητα” και “εθνική ομοψυχία” εκείνη την πρώτη “επέτειο της Δημοκρατίας”.
Έφοδος στον ουρανό
Η μαχητική αντίσταση και η αποφασιστικότητα των οικοδόμων στις 23 Ιούλη δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Ήταν αποτέλεσμα της αυτοπεποίθησης και της ριζοσπαστικοποίησης που έφεραν οι μεγαλειώδεις αγώνες “από τα κάτω” τους προηγούμενους μήνες – κύρια στα εργοστάσια, αλλά όχι μόνο.
Ο Καραμανλής κράτησε ανέπαφους όλους τους αντιδημοκρατικούς χουντικούς μηχανισμούς μέσα στα συνδικάτα. Όμως, αυτό δεν εμπόδισε τους εργάτες και τις εργάτριες να περάσουν στην αντεπίθεση. Ο κόσμος που είχε μόλις ρίξει τη χούντα είχε την αυτοπεποίθηση ότι μπορεί να συγκρουστεί με τους μικρούς δικτάτορες μέσα στο χώρο δουλειάς –αφεντικά, διευθυντές και επιστάτες. Ένιωθε τη δύναμη ότι θα κάνει ένα μικρό “Πολυτεχνείο” μέσα σε κάθε εργοστάσιο. Από εμπειρία και οργάνωση υπήρχαν πολύ λίγα πράγματα έτοιμα. Οι αγώνες των τελευταίων χρόνων της χούντας είχαν δώσει μόνο μια μικρή μαγιά, ενώ λίγοι ήταν αυτοί που κρατούσαν μια συνέχεια από τα Ιουλιανά του '65.
Η πρώτη απεργία ξέσπασε με αφορμή απολύσεις στο εργοστάσιο της Νάσιοναλ Καν στην Ελευσίνα τον Οκτώβρη του 1974, συνδέοντας τα οικονομικά αιτήματα με τη διεκδίκηση ελεύθερου συνδικαλισμού. Οργανώθηκε από μια απεργιακή επιτροπή και σε όλη τη διάρκειά της συμμετείχαν και οι Πακιστανοί εργάτες που δούλευαν στο εργοστάσιο. Η φωτογραφία με το πλακάτ “εργάτες ενωμένοι” σε ελληνικά και ουρντού έγινε σύμβολο κοινής πάλης ντόπιων και μεταναστών εργατών. Αμέσως μετά τις εκλογές του Νοέμβρη που κερδίζει η Νέα Δημοκρατία, κατεβαίνουν σε απεργία οι εργάτες στο εργοστάσιο εμφιάλωσης ΗΒΗ, στην πολυεθνική των τηλεπικοινωνιών ΙΤΤ και στο εργοστάσιο ιματισμού ΠΑΛΚΟ. Η χρονιά θα κλείσει με την απεργία των οδηγών στα τρόλεϊ της Αθήνας, των εργαζομένων στην Ολυμπιακή που τότε ανήκε στον Ωνάση και το μεγάλο αγώνα των σπουδαστριών μαιών στο μαιευτήριο “Έλενα”.
Ήταν μόνο η αρχή. Το 1975, αυτό που αρχικά φαινόταν σαν μια σειρά ξεκομμένες απεργίες μετατρέπεται σε μια σαρωτική λαίλαπα. Κομβικό σημείο ήταν η μάχη για τη διαδήλωση της πρώτης μεταχουντικής Πρωτομαγιάς. Η κυβέρνηση την απαγόρευσε με τη δικαιολογία ότι έπεφτε μέσα στη Μεγάλη Βδομάδα. Οι δεξιοί εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ και του ΕΚΑ αποφάσισαν την “αναβολή” της και σε αυτό συμφώνησαν και οι ηγεσίες του ΚΚΕ, του ΚΚΕεσ. και του ΠΑΣΟΚ. Η Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ) και άλλες οργανώσεις της επαναστατικής αριστεράς κάλεσαν τον κόσμο να απεργήσει και να διαδηλώσει ανήμερα την Πρωτομαγιά στην πλατεία Κοτζιά. Παρά την καταστολή και τις συλλήψεις αγωνιστών που αφισσοκολούσαν το κάλεσμα και τα μπλόκα της αστυνομίας γύρω από την Κοτζιά, η διαδήλωση έγινε με κεντρικό σύνθημα “κόκκινη Πρωτομαγιά – πρωτοπόρα εργατιά”. Το απεργιακό κύμα γενικεύτηκε. Σε ένα κείμενο της ΟΣΕ καταγράφεται η έκρηξη του τριμήνου Μάης-Ιούνης-Ιούλης '75:
“Μέσα σ' αυτή την περίοδο, στην Αθήνα και στον Πειραιά κατεβαίνουν οι εργάτες της ΙΤΤ [τηλεπικοινωνίες], της Πίτσος [ηλεκτρικά είδη], του Σαρακάκη [αμαξώματα], της Εσκιμό [ηλεκτρικά], της Βιοχρώμ [χρωματουργία], της Ανατόλια [ταπητουργία], της Τριαντέξ [ιματισμός], της ΕΒΓΑ [γαλακτοβιομηχανία], της ΕΤΜΑ [συνθετικές ίνες], της Φούλγκορ [καλώδια], της Ιζόλα [ηλεκτρικά], της Κάλας [αλάτι], οι οικοδόμοι κ.ά. Η Θεσσαλονίκη προηγείται και μάλιστα μέχρι σημείου να αγκαλιάσει το απεργιακό κύμα ταυτόχρονα τα βασικότερα εργοστάσια της πόλης. Απεργούν οι εργάτες της Βιοχάλκο [μεταλλουργία], του Τομ Πάππας [διυλιστήριο], της Εθύλ-Ελλάς [χημικά], οι εργάτες υγραερίου, οι λιμενεργάτες. Στην Ελευσίνα, εκτός απ' τον αγώνα των εργατών του Ναυπηγείου Ανδρεάδη, που είχε ξεσηκώσει όλα τα γύρω εργοστάσια, κινητοποιήθηκαν και οι εργάτες των υαλουργείων του Μποδοσάκη, της Πετρόλα και της Βιέξ. Ούτε η επαρχία έμεινε ανέγγιχτη απ' το απεργιακό κύμα: αγώνες έγιναν και στη Θήβα, τη Λάρισα, την Πάτρα [χαρτοποιία Λαδόπουλου], στη Χαλκιδική [μεταλλωρύχοι Μάδεμ Λάκκο] και την Καβάλα”.1
Τα αιτήματα είναι τα ίδια: όχι στις απολύσεις, συλλογικές συμβάσεις και αυξήσεις, ελεύθερος συνδικαλισμός και σωματείο, να φύγουν οι αυταρχικοί διευθυντές και οι προϊστάμενοι που είχαν συνεργαστεί με τη χούντα. Οι περισσότερες είναι απεργίες διαρκείας (πχ 93 μέρες στο Λαδόπουλο, 82 στο Μάδεμ Λάκκο, 37 στα Ναυπηγεία Ελευσίνας). Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας έγιναν 99 απεργίες διαρκείας πάνω από ένα μήνα! Και σχεδόν παντού, ο έλεγχος της πορείας του αγώνα βρίσκεται στα χέρια των απεργιακών επιτροπών και των γενικών συνελεύσεων. Χαρακτηριστικό τους είναι η αλληλεγγύη.
Σε μια προκήρυξη των απεργών της Ανατόλια, τον Ιούνη του '75, φαίνεται πόσο σημαντικός ήταν ο συντονισμός και η συμπαράσταση σε αυτές τις απεργίες από τα κάτω: “Είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε τον αγώνα μέχρι να δικαιωθούν τα αιτήματά μας, όπως και οι συνάδελφοί μας στη Νάσιοναλ Καν, στο Μάδεμ Λάκκο, στην ΙΤΤ, στον Πίτσο και αλλού. Αδέλφια μας εργάτες, ο αγώνας μας είναι και δικός σας αγώνας. Ζητάμε τη δική σας συμπαράσταση και όλων εκείνων που πιστεύουν στα δίκαια αιτήματά μας. Σας καλούμε να έρθετε στο χώρο της απεργίας”.
Η απεργία των οικοδόμων στις 23 Ιούλη έδειξε ότι αυτό το απεργιακό κύμα πολύ δύσκολα θα έκανε πίσω. Το φθινόπωρο οι αγώνες στα εργοστάσια κλιμακώνονται. Η απεργία στη χαρτοποιία ΜΕΛ της Θεσσαλονίκης γίνεται σύμβολο. Ξεκινάει στις 1 Σεπτέμβρη και κρατάει 78 μέρες. Στη διάρκειά της οι απεργοί κατεβαίνουν στην Αθήνα και εγκαθίστανται στα Προπύλαια όπου κάνουν τις γενικές συνελεύσεις τους. Οργανώνεται ένα πελώριο κίνημα συμπαράστασης που στηρίζει τον αγώνα τους με κάθε μέσο (συναυλίες οικονομικής ενίσχυσης, διαδηλώσεις, ομάδες που ενημερώνουν για την απεργία). Η κυβέρνηση στέλνει αστυνομία να τους διώξει από τα Προπύλαια. Οι απεργοί υπερασπίζονται το χώρο μαζί με συμπαραστάτες. Αποφασίζουν τελικά να πάνε στο Πολυτεχνείο φωνάζοντας “Το δρόμο τον δείχνει ο Νοέμβρης”. Σε μια ανακοίνωσή τους έγραφαν: “Βαδίσαμε στο Πολυτεχνείο, εκεί όπου φοιτητές κι εργάτες πριν δυο χρόνια, άρχισαν το ξήλωμα του φασισμού κι άνοιξαν το δρόμο για τους αγώνες της εργατιάς”. Ήταν η έμπρακτη ανακήρυξη του πανεπιστημιακού ασύλου. Το άσυλο δεν ήταν αποτέλεσμα καμιάς νομοθεσίας. Ήταν κατάκτηση αγώνων, όπως αυτός της ΜΕΛ, που έπαιρναν σαν οδηγό δράσης την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Τελικά οι εργάτες αποφασίζουν να γυρίσουν στη Θεσσαλονίκη. Μπαίνουν μέσα στο εργοστάσιο, κάνουν κατάληψη και βάζουν μπρος τις μηχανές κάτω από το δικό τους έλεγχο. Η εργοδοσία υποχώρησε. Οι εργάτες της ΜΕΛ πέτυχαν αυξήσεις 20-26%, καταβολή των μεροκάματων της απεργίας και επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων.
Η συμπαράσταση ήταν το κλειδί σε κάθε αγώνα. Στην Πάτρα, για παράδειγμα, καθημερινά εκατοντάδες άνθρωποι πήγαιναν τρόφιμα στους απεργούς του Λαδόπουλου, οι φοιτητές οργάνωσαν μια πολύ μαζική συναυλία οικονομικής ενίσχυσης στο πανεπιστήμιο και μια συγκέντρωση συμπαράστασης μάζεψε πάνω από 10.000 εργαζόμενους και νεολαία στο κέντρο της πόλης.
Όμως, το 1975 δεν ήταν μόνο η έκρηξη του “εργοστασιακού συνδικαλισμού”. Η έφοδος του εργατικού κινήματος συμπαρέσυρε συνολικά την κοινωνία: από τους αγρότες της Ηλείας που κατέβηκαν με τα τρακτέρ τους σε πορεία προς την Αθήνα και τους φτωχούς παραπηγματούχους του Περάματος που διεκδικούσαν το δικαίωμα στη στέγη, μέχρι το λαό των Σπάτων που αγωνιζόταν ενάντια στην κατασκευή του νέου αεροδρόμιου και τη νεολαία που πάλευε σε πανεπιστήμια και σχολεία. Αυτή η έκρηξη συνεχίστηκε και την επόμενη χρονιά.
Η διετία 1975-1976 ήταν ο ελληνικός “Μάης του 68”. Ένα ηφαίστειο μαχητικής εργατικής δράσης από τα κάτω και αριστερής ριζοσπαστικοποίησης για εκατομμύρια ανθρώπους. Με τους αγώνες τους πέτυχαν κατακτήσεις που ακόμα και σήμερα η άρχουσα τάξη προσπαθεί να πάρει πίσω. Για να έχουμε μια μικρή αίσθηση αυτών των κατακτήσεων, ανάμεσα στο 1974 και το 1980 οι βιομηχανικοί εργάτες κέρδισαν αυξήσεις 337,4%, όταν το ίδιο διάστημα ο πληθωρισμός έτρεχε με 241,0%. 2
Αριστερά
Για να αντιμετωπιστεί το κύμα των εργοστασιακών αγώνων η άρχουσα τάξη χρειάστηκε μια πιο συντονισμένη επίθεση. Από τη μια, μαζικές απολύσεις των πιο μαχητικών εργατών που πρωταγωνίστησαν στις μάχες. Από την άλλη, κυβερνητική κάλυψη και στήριξη αυτού του κύματος απολύσεων και πειθάρχησης των εργατών. Ο απεργοσπαστικός νόμος 330 που ψηφίστηκε το Μάη του '76 ήταν η κορύφωση της επίθεσης. Στις 24-25 Μάη του '76 έγινε η πρώτη 48ωρη γενική απεργία της Μεταπολίτευσης. Στις οδομαχίες που έδωσε ο οργισμένος κόσμος η κοινοβουλευτική αριστερά ανακάλυψε ξανά “προβοκάτορες”, όπως στις 23 Ιούλη.
Το κύμα ριζοσπαστικοποίησης της Μεταπολίτευσης κάθε άλλο παρά σταμάτησε το '76. Αυτό που συνέβη όμως ήταν ότι με τη βοήθεια της καταστολής και του ν. 330, ενισχύθηκαν οι απόψεις που έλεγαν πως οι αγώνες από τα κάτω δεν μπορούν να έχουν μέλλον και επομένως η λύση έπρεπε να έρθει “πολιτικά”, μέσα από τις εκλογές. Οι απόψεις, δηλαδή, που υποστήριζαν το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και το ΚΚΕεσ.
Η εργατική καταιγίδα μπορούσε να φτάσει πολύ πιο μακριά, να σαρώσει το σύστημα στο πέρασμά της. Αυτό δεν έγινε και οι ευθύνες σε μεγάλο βαθμό πέφτουν στη ρεφορμιστική αριστερά που σε καμιά περίπτωση δεν επιδίωξε να οδηγήσει το κίνημα σε ρήξη με τις αστικές επιλογές. Όπως γράφει ένα κείμενο της ΟΣΕ το Σεπτέμβρη του 1975, διατυπώνοντας ανησυχίες για το μέλλον του κινήματος:
“Παρ’ όλες τις επιμέρους διαφωνίες τους τα δυο ΚΚΕ προωθούν την ίδια ρεφορμιστική πολιτική της ‘εδραίωσης της δημοκρατίας’… Αναλαμβάνουν να συγκρατήσουν τους αγώνες της εργατικής τάξης και του λαού μέσα στα όρια ανοχής αυτής της ‘δημοκρατίας’… Κάθε ανέβασμα των αγώνων φέρνει τους ρεφορμιστές μπροστά στο δίλημμα: είτε υιοθετούν μαχητική στάση, οπότε διακινδυνεύουν την εμπιστοσύνη των αστών ‘συνεργατών’, είτε στρέφονται ενάντια στον αγώνα και διακινδυνεύουν να χάσουν την επιρροή τους πάνω στους καλύτερους αγωνιστές. [Έτσι] προσπαθούν να αποφύγουν τέτοια διλήμματα κομματιάζοντας και απομονώνοντας τους αγώνες, αποφεύγοντας τις πολιτικές προεκτάσεις τους, συκοφαντώντας σαν προβοκάτσια κάθε κλιμάκωση των αγώνων. Μ’ αυτήν την πολιτική έπαιξαν ρόλο διαλυτικό”.3
Οι δυνάμεις της επαναστατικής αριστεράς έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην προσπάθεια να συνδεθούν οι εργατικοί αγώνες μεταξύ τους, αλλά και για να οργανωθεί η αλληλεγγύη στις γειτονιές, στις σχολές και τα σχολεία. Οι πρωτοβουλίες της ΟΣΕ, για παράδειγμα, μέσα από τη δημιουργία Τοπικών Επιτροπών και Τοπικών Συλλόγων σε μια σειρά γειτονιές της Αθήνας, για να απλωθεί η συμπαράσταση, ήταν καθοριστική σε απεργίες όπως της Τριαντέξ ή της ΜΕΛ. Δυστυχώς η επαναστατική αριστερά ήταν πολύ μικρή για να καθορίσει συνολικά την πορεία του κινήματος –ιδιαίτερα αν προσθέσουμε και τα ιδεολογικά προβλήματα της σταλινικής κληρονομιάς που κουβαλούσε το μεγαλύτερο τμήμα της που ήταν οι μαοϊκές οργανώσεις– και με ελάχιστες ρίζες στους εργατικούς χώρους. Όπως διαπιστώνει το ίδιο κείμενο της ΟΣΕ: “Ο περιορισμός της επιρροής της επαναστατικής αριστεράς βασικά στο φοιτητικό χώρο… είναι η πιο σημαντική απ’ όλες τις αδυναμίες, ιδιαίτερα στη σημερινή φάση που το κίνημα προβάλλει όλο και πιο αποφασιστική αντίσταση… Γι’ αυτό πρέπει να δυναμώσουμε την παρουσία των δυνάμεων της επαναστατικής αριστεράς σε αυτούς τους αγώνες, να δώσουμε τις πολιτικές μάχες εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η σύγκρουση κι όχι εκεί που θα θέλαμε να βρίσκεται”.4
Σαράντα χρόνια μετά από κείνη την τελευταία πύρινη έφοδο της εργατικής τάξης, η εμπειρία ενός δυνατού κινήματος από τα κάτω, με μια επαναστατική αριστερά πολύ πιο ριζωμένη στους χώρους δουλειάς και με πολύ καθαρότερες ιδέες, μπορεί να βάλει τα εχέγγυα ότι αυτή τη φορά οι αγώνες δεν θα μείνουν στη μέση. n
Σημειώσεις
1. Περιοδικό “Σοσιαλιστική Επανάσταση” νο 1 (Σεπτέμβρης 1975), σελ. 20
2. Σπύρος Σακελλαρόπουλος, Η Ελλάδα στη μεταπολίτευση. Πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις 1974-1988, σελ. 525
3. Περιοδικό “Σοσιαλιστική Επανάσταση” νο 1 (Σεπτέμβρης 1975), σελ. 17
4. Περιοδικό “Σοσιαλιστική Επανάσταση” νο 1 (Σεπτέμβρης 1975), σελ. 18-19