Παιδιά πίσω από ένα αγκαθωτό συρματόπλεγμα στ
Ο Γιώργος Πίττας αναλύει το πώς και το γιατί η ανθρωπότητα έφτασε στα Μεσάνυχτα της Ιστορίας.
Τριακόσιοι περίπου επιζώντες του Ολοκαυτώματος συμμετείχαν φέτος στις 27 Γενάρη στην εκδήλωση μνήμης που έγινε στο Αουσβιτς για τα 70 χρόνια από την απελευθέρωση του στρατοπέδου από τα ρωσικά στρατεύματα.
Εξι εκατομμύρια Εβραίοι, εξοντώθηκαν στην διάρκεια του Β’Παγκοσμίου Πολέμου, σε ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα που γνώρισε η ανθρωπότητα. Ο Ρίτσαρντ Έβανς παρουσιάζει συνοπτικά τον αριθμό και τον τρόπο εξόντωσης: «Συνολικά στη διάρκεια του πολέμου περίπου 3 εκατομμύρια Εβραίοι εξοντώθηκαν στα στρατόπεδα θανάτου, 700.000 εξοντώθηκαν σε φορτηγά αερίων, και 1,3 εκατομμύριο εκτελέστηκαν από τις Ομάδες Δράσης των Ες-Ες, μονάδες της αστυνομίας και συμμαχικές δυνάμεις ή βοηθητικές πολιτοφυλακές. Περίπου ένα εκατομμύριο Εβραίοι πέθαναν από πείνα, ασθένειες ή την κτηνωδία των Ες-Ες και τις εκτελέσεις σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και ιδίως στα γκέτο που είχε δημιουργήσει το Τρίτο Ράιχ στα κατεχόμενα εδάφη».1
Σε συνθήκες, που 70 χρόνια μετά, ανοιχτοί και κρυφοί φασίστες και νεοναζί κάνουν ξανά αισθητή την παρουσία τους στην Ευρώπη, τεράστια σημασία έχει όχι μόνο να θυμόμαστε, αλλά να αναζητήσουμε τις αιτίες που οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα.
Οι ναζί
Το «Γερμανικό Εργατικό Κόμμα» (DAP), στο όνομα του οποίου αργότερα προστίθεται το Εθνικοσοσιαλιστικό και αλλάζει σε (NSDAP) ιδρύεται το 1919, την επαύριο της καταστολής της εξέγερσης των Σπαρτακιστών από τα Freikorps, τα «ελεύθερα σώματα», τις παραστρατιωτικές ομάδες που οργάνωσε στρατολογώντας κυρίως εθνικιστές απογοητευμένους βετεράνους του πολέμου η γερμανική άρχουσα τάξη σε συνεργασία με τη Σοσιαλδημοκρατία. Το 1920 θα αποτελέσουν τη μαγιά για τη δημιουργία του στρατιωτικού κλάδου του ναζιστικού κόμματος, των SA, των ταγμάτων εφόδου.
Το ναζιστικό κόμμα διαμορφώθηκε και ρίζωσε μέσα στο θερμοκήπιο των αντεπαναστατικών αποπειρών της γερμανικής άρχουσας τάξης από το 1919 και μετά. Το διάστημα 1918-1923 η Γερμανία ήταν σε επαναστατική κατάσταση: Η εργατική τάξη είχε πετύχει να σταματήσει τον πόλεμο, να οδηγήσει στην κατάρρευση τη Γερμανική Αυτοκρατορία του Μπίσμαρκ που αντικαταστάθηκε από τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης στην κυβέρνηση της οποίας συμμετείχαν οι σοσιαλδημοκράτες. Η νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία σήμανε το δυνάμωμα του KPD, του ολοένα και πιο δυνατού κομμουνιστικού κόμματος, στο οποίο ο γερμανικός καπιταλισμός έβλεπε τον κίνδυνο της επανάληψης μιας επιτυχούς επανάστασης.
Το 1923 οι ναζί επιχείρησαν να πάρουν την εξουσία με το λεγόμενο πραξικόπημα της μπυραρίας στο Μόναχο, αλλά ήταν πολύ λίγοι και αδύναμοι για να πετύχουν κάτι τέτοιο. Προσπάθησαν να χτίσουν την επιρροή τους από τη μια παίζοντας το χαρτί του εθνικισμού για να κερδίσουν από τη δυσαρέσκεια που δημιουργούσε η φτώχεια, οι πολεμικές αποζημιώσεις που έπρεπε να καταβάλει η ηττημένη Γερμανία και η κατάληψη από τη Γαλλία, την ίδια χρονιά, της βιομηχανικής περιοχής του Ρουρ. Και από την άλλη, προσπαθώντας να τρομοκρατήσουν στο δρόμο την οργανωμένη εργατική τάξη και την Αριστερά, ελπίζοντας στην στήριξη της στρατιωτικής ελίτ και της γερμανικής άρχουσας τάξης.
Οι εκπρόσωποι της βαριάς βιομηχανίας στη Γερμανία ήταν έξαλλοι ενάντια στην Δημοκρατία της Βαϊμάρης που χαρακτήριζαν «κράτος των συνδικάτων», της οποίας η δέσμευση για ένα κράτος πρόνοιας και συλλογικές συμβάσεις, υποτίθεται, κόστιζαν στο γερμανικό καπιταλισμό. Οι ναζί προσπαθούσαν με τα τάγματα εφόδου που αριθμούν χιλιάδες μέλη να τσακίσουν τις εργατικές οργανώσεις, αποζητώντας την υποστήριξη του μεγάλου κεφαλαίου. Ομως ακόμα κι έτσι, οι δυνάμεις της Αριστεράς υπερτερούν αριθμητικά. Στις εκλογές που έγιναν το 1928 οι ναζί θα πάρουν μόλις 2,6% των ψήφων, εκλέγοντας 12 βουλευτές, ενώ το SPD είχε 153 και το KPD 54. Για να τσακιστεί το εργατικό κίνημα, χρειαζόταν κάτι παραπάνω, χρειαζόταν ένα μαζικό αντιδραστικό κίνημα.
Το οικονομικό κραχ και η καταστροφική ύφεση που ακολούθησε δημιούργησε το υλικό πάνω στο οποίο μπορούσαν να δουλέψουν οι ναζί για να πετύχουν ένα τέτοιο άλμα: Ήταν τα εκατομμύρια των χτυπημένων από την κρίση μικροαστών εμπόρων, ιδιοκτητών, αγροτών που σε αντίθεση με τους εργαζόμενους δεν είχαν την οργανωμένη συλλογικότητα στο χώρο εργασίας, που χαρακτηρίζει την εργατική τάξη, τα συνδικάτα και τα κόμματά της, για να αντιδράσουν.
Ο Τρότσκι ήταν αυτός που πρώτος συνέλαβε τη δύναμη του φασισμού σαν ένα μαζικό αντιδραστικό κίνημα αυτών που βρίσκονται ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργατική τάξη. Αυτό το αντιδραστικό κίνημα για να υπάρξει χρειαζόταν μια ψευτο-επαναστατική ιδεολογία. Η σύμμειξη του φυλετικού ρατσισμού με μια ψευτο-επαναστατική ρητορική αποτέλεσε το τσιμέντο για που έδεσε τον σκληρό πυρήνα των ναζί σε οργανωμένη δύναμη.
Οι ναζί διακατέχονταν από φυλετικό ρατσισμό στο στόχαστρο του οποίου στη διαβάθμιση κάτω-κάτω ήταν οι Εβραίοι, οι «υπεύθυνοι για τις αδικίες», τη φτώχεια και τις ταξικές αντιθέσεις που διαιρούσαν το «Γερμανικό Εθνος». Ελεγε χαρακτηριστικά ο Χίτλερ: «Πόσο υπέροχα συνεργάζονται ο Εβραίος χρηματιστής και ο Εβραίος ηγέτης των εργατών. Ο Μωυσής Κουν, από τη μια ενθαρρύνει τους όμοιους του να αρνηθούν τα αιτήματα των εργατών, ενώ ο αδελφός του Ισαάκ στο εργοστάσιο χειραγωγεί τους εργάτες». Οι «Γερμανοί νοικοκυραίοι» μπορούσαν, αν ενωθούν, να βάλουν ένα τέλος σε όλα αυτά, βγάζοντας από τη μέση τη «γενεσιουργό αιτία», τους Εβραίους.
Εδώ χρειάζεται να ξεκαθαρίσουμε ότι ο ρατσισμός δεν ήταν χαρακτηριστικό ούτε της γερμανικής κοινωνίας ούτε της «φύσης» των Γερμανών. Πρόκειται για «εξηγήσεις» που πέρα από το ότι αποδέχονται τον φυλετικό ρατσισμό από την ανάποδη επιπλέον δεν αποδεικνύονται και ιστορικά: Οι χώρες οι οποίες στις αρχές του 20ου αιώνα «φημίζονταν» για αντισημιτισμό ήταν η Γαλλία και η Ρωσία, όπου υπό την καθοδήγηση του Τσάρου και της εκκλησίας είχαν οργανωθεί πογκρόμ εναντίον των Εβραίων με αποτέλεσμα χιλιάδες Πολωνοί και Ρώσοι Εβραίοι να διαφεύγουν στη Γερμανία για να γλυτώσουν από το τσαρικό καθεστώς. Οσον αφορά στη γερμανική εργατική τάξη, χιλιάδες μέλη καθώς και ηγέτες, των Αριστερών κομμάτων ήταν Εβραίοι - ο ίδιος ο Μαρξ είχε εβραϊκή καταγωγή.
Ο αντισημιτισμός των ναζί (και όχι μόνο των Γερμανών ναζί) ήταν ο δηλητηριώδης καρπός όλων των εκφάνσεων της κυρίαρχης ιδεολογίας του αναπτυγμένου καπιταλισμού. Οι Εβραίοι δεν διώκονταν για να αλλάξουν θρησκεία, αλλά γιατί ήταν μια βλαβερή για την ανθρωπότητα «ράτσα». Ο βιολογικός ρατσισμός των ναζί πατούσε σε ψευτο-«επιστήμες», όπως η «Ευγονική» και ο «Κοινωνικός Δαρβινισμός» που ανθούσαν το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Πατούσε στην ιμπεριαλιστική «ανωτερότητα» των δυτικοευρωπαίων, που στην περίπτωση της Γερμανίας αφορούσε τους Εβραίους και τους Σλάβους της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης με τους οποίους σύμφωνα με τον Χιτλερ οι Γερμανοί θα ανταγωνίζονταν για τον έλεγχο των παραγωγικών πηγών της Ανατολής. Πατούσε πάνω στο φόβο ενάντια στις κατώτερες «επικίνδυνες τάξεις» που απειλούσαν τα θεμέλια της κοινωνίας. Όλα αυτά μαζί οι ναζί τα πλάσαραν κομμένα και ραμμένα στα μέτρα των τρομοκρατημένων και εξοργισμένων από την κρίση μεσοστρωμάτων.
Ταυτόχρονα, η ναζιστική ιδεολογία πλασαριζόταν σαν «επαναστατική» με την περιορισμένη έννοια ότι θεωρούσε το «εβραϊκό τραπεζιτικό κεφάλαιο» υπεύθυνο για όλα τα προβλήματα της γερμανικής κοινωνίας». Απέναντι στην καπιταλιστική κρίση και τις ταξικές συγκρούσεις της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης προέτασσε την ουτοπία της Volksgemeinschaft, μιας φυλετικά καθαρής κοινότητας όπου το γερμανικό κεφάλαιο και η εργατική τάξη έχουν συμβιβαστεί έχοντας επιτέλους στο τιμόνι τον μπακάλη, τον μικροπαραγωγό. Η υποτιθέμενη κοινή βιολογική «ράτσα» ένωνε τους γερμανούς όλων των τάξεων ενάντια στους εβραίους και άλλες «κατώτερες ράτσες».
Ο φασισμός γίνεται κράτος
Το Γενάρη του 1933 ο Χίντεμπουργκ, για λογαριασμό της άρχουσας τάξης διόρισε τον Χίτλερ στη θέση του καγκελάριου.
«Ο γερμανικός φασισμός, όπως και ο ιταλικός, ήρθε στην εξουσία στηριζόμενους στους μικροαστούς που μετέτρεψε σε πολιορκητικό κριό ενάντια στις οργανώσεις της εργατικής τάξης και τους θεσμούς της δημοκρατίας. Αλλά φασισμός στην εξουσία δεν σημαίνει μικροαστοί στην εξουσία, αντίθετα είναι η πιο αδίστακτη δικτατορία του μονοπωλιακού κεφαλαίου» έγραφε ο Τρότσκι,2 που καλούσε μέχρι το τέλος την εργατική τάξη και την Αριστερά σε ένα Ενιαίο Μέτωπο που θα μπορούσε να τσακίσει τους φασίστες ανοίγοντας το δρόμο για την επανάσταση.
Με το που βρέθηκαν στην εξουσία, ο Χίτλερ και οι υποστηρικτές του χρησιμοποίησαν το καθεστώς τρόμου που εξαπέλυσαν ενάντια στην εργατική τάξη για να δείξουν την χρησιμότητά τους σε αυτούς που τους έφεραν στην εξουσία. Συνδικάτα, κόμματα, εργατικές οργανώσεις, σύλλογοι, ελευθεροτυπία. ό, τι δεν ελέγχονταν από τους ναζί καταργήθηκε. Δεκάδες χιλιάδες κατέληξαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Όπως γράφει ο βιογράφος του Χίτλερ Ιαν Κέρσοου: «Ακριβώς αυτή η εξάρτηση από τον Χίτλερ και ο ενθουσιασμός να υποστηρίξουν τα πιο ανηλεή μέτρα που χαρακτήρισαν τις πρώτες βδομάδες και μήνες του νέου καθεστώτος ήταν η εγγύηση ότι η αδυναμία των παραδοσιακών ελίτ θα απογυμνωνόταν εντελώς τα χρόνια που θα ακολουθούσαν».3
Όμως με αυτόν τον τρόπο πετύχαιναν κάτι άλλο πολύ πιο σημαντικό: να αποκτήσουν τον σχεδόν αποκλειστικό έλεγχο του κράτους. Οι ελπίδες της κυρίαρχης τάξης να περιλάβει τους ναζί σαν μικρούς συνέταιρους στο νέο καθεστώς σύντομα έσβησαν. Η γερμανική άρχουσα τάξη, που νόμισε ότι μπορούσε να χρησιμοποιήσει τους ναζί για να κάνουν τη βρώμικη δουλειά, σύντομα διαπίστωσε ότι με αυτόν τον τρόπο ναι μεν πέτυχε να αυξήσει τον πλούτο της και να εξασφαλίσει τα συμφέροντά της, αλλά ο έλεγχος ανήκε πλέον στους ναζί.
Το 1937-38 οι ναζί είχαν ήδη πετύχει να αποκαθηλώσουν από αρχηγούς του στρατού μέχρι οικονομολόγους που χάραζαν την οικονομική πολιτική της Γερμανίας για δεκαετίες. Ακόμη περισσότερο, υπό τους ναζί το γερμανικό κράτος αναπτύσσεται σε μια ανεξάρτητη πηγή οικονομικής δύναμης και εξουσίας, ιδιαίτερα μετά την επιβολή του τετραετούς πλάνου 1936-40 από τον Γκέρινγκ που αναδεικνύεται σε κυρίαρχη μορφή στην διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής. Η δημιουργία της Reichswerke Hermann Göring μιας γιγάντιας πολυεθνικής υπό τον έλεγχο του κράτους και του ίδιου, ανταγωνιστική με τις άλλες πολυεθνικές, ήταν χαρακτηριστική αυτής της τάσης.
Η Reichswerke Hermann Göring με μισό εκατομμύριο εργάτες, το 1941, ήταν ήδη η μεγαλύτερη εταιρία της Ευρώπης και ίσως και του κόσμου. Σε αντίθεση με τις σταλινικές αναλύσεις του «ΚΜΚ», του λεγόμενου «κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού» όπου το κράτος υποβιβάζεται απλά σε όργανο των μονοπωλίων, οι ναζί χρησιμοποίησαν τον έλεγχο του κράτους για να έχουν άμεση πρόσβαση στην διαδικασία της συσσώρευσης κεφαλαίου.
Κατάφεραν να μετατρέψουν την πολιτική εξουσία σε οικονομική δύναμη. Ο Χίτλερ μπορούσε να βάζει τους δικούς του όρους στο ιδιωτικό γερμανικό κεφάλαιο, καταφέρνοντας να χτίζει ταυτόχρονα ένα τεράστιο διαρκώς αυξανόμενο κρατικό κεφάλαιο. Αυτή η στροφή ήταν κομμάτι μιας συνολικότερης τάσης προς τον κρατικό καπιταλισμό σαν απάντηση στην κατάρρευση της παγκόσμιας αγοράς τη δεκαετία του ’30, από την σταλινική ΕΣΣΔ στο Νιού Ντιλ του Ρούσβελτ στις ΗΠΑ. Όμως σε κάθε περίπτωση, το ναζιστικό καθεστώς σεβάστηκε στη συντριπτική τους πλειοψηφία τους γερμανούς καπιταλιστές των οποίων η οικονομική δύναμη έμεινε ανέπαφη.
Ο Άλεξ Καλλίνικος, στην ανάλυσή του για το Ολοκαύτωμα4 χαρακτηρίζει αυτή τη σχέση σαν μια «συγκρουσιακή συνεταιρική σχέση» που βασιζόταν σε μια ορισμένη σύγκλιση συμφερόντων ανάμεσα στους ναζί και τμήματα του γερμανικού κεφαλαίου, που μοιραζόταν κοινούς σκοπούς: Την καταστροφή της οργανωμένης εργατικής τάξης και ένα πρόγραμμα ιμπεριαλιστικής εξάπλωσης στην Ανατολή.
Η πεποίθηση των ναζί ότι η επιβίωση του γερμανικού καπιταλισμού της δεκαετίας του ’30 μακροπρόθεσμα θα εξαρτιόταν από την δημιουργία μιας μεγάλης Γερμανικής Αυτοκρατορίας στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη (που παρεμπιπτόντως περιελάμβανε εκατομμύρια Εβραίους) ήταν κοινός τόπος με τα περισσότερα κομμάτια του μεγάλου κεφαλαίου και τους στρατιωτικούς.
Η ανάπτυξη αυτού του, έτοιμου για κεραυνοβόλο πόλεμο, καρτέλ (καπιταλιστικών ελίτ-στρατιωτικών ελίτ και ναζιστικού κράτους) σήμανε περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση των ναζί μέσα από τη συμμετοχή τους στην εξουσία. Τα SS εξελίχθηκαν σε μια τεράστια γραφειοκρατική αυτοκρατορία εκατοντάδων χιλιάδων, με κέντρο την RSHA, τη Γενική Διεύθυνση Ασφαλείας του Ράιχ, τη γνωστή Γκεστάπο, το δικό τους στρατό τα Waffen SS, και την WVHA που είχε υπό τον έλεγχό της τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Οι αρχηγοί τους, ο Χίμλερ και ο Χάιντριχ έβλεπαν τους εαυτούς τους σαν τους φρουρούς της ναζιστικής ιδεολογίας. Ο Χίμλερ είχε εμμονή να αναδιοργανώσει τη γερμανική αγροτιά με ένα μαζικό πρόγραμμα αγροτικής εγκατάστασης στην Ανατολή, μόλις έπεφτε στα γερμανικά χέρια.
Είναι προφανές ότι ο έλεγχος του κράτους από τους ναζί δεν οδήγησε στην «εξημέρωση» αλλά σε ακόμα περισσότερη ριζοσπαστικοποίηση τους. Το ίδιο και η πολεμική προετοιμασία.
Αντισημιτισμός, πηγαίνοντας για πόλεμο
Το ναζιστικό κόμμα οργάνωσε το πογκρόμ της 9ης Νοέμβρη του 1938 που έμεινε στην ιστορία σαν η "Νύχτα των Κρυστάλλων". Πάνω από 400 Εβραίοι δολοφονήθηκαν, εκατοντάδες Συναγωγές κάηκαν, εβραϊκά νεκροταφεία βανδαλίστηκαν, σπίτια κατεδαφίστηκαν, διαμερίσματα ερειπώθηκαν, ενώ χιλιάδες εβραϊκά καταστήματα καταστράφηκαν και λεηλατήθηκαν. 30.000 Εβραίοι στάλθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Η «νύχτα των Κρυστάλλων», μετά από δημόσια προτροπή του Γκέμπελς ήταν το αποκορύφωμα του τρίτου κύματος αντισημιτισμού της ναζιστικής Γερμανίας. Το πρώτο κύμα είχε ξεσπάσει το 1933, αμέσως μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία που με δυο νόμους απαγόρευσε στους εβραίους να εργάζονται στο δημόσιο και σε μια σειρά από δουλειές. Το δεύτερο κύμα ήρθε δυο χρόνια αργότερα, το 1935, με τους «Νόμους της Νυρεμβέργης» που όριζαν τους Εβραίους σαν «φυλή» και διέτασσαν τον διαχωρισμό τους από τους «Αρίους» απαγορεύοντας, ανάμεσα σε άλλα, τους γάμους και τις σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ τους.
Το Γενάρη του 1939, με τον πόλεμο προ του πυλών, ο Χίτλερ απευθύνει την από τους ναζί αποκαλούμενη «προφητεία» του ότι «αν τα εβραϊκά συμφέροντα σύρουν τα έθνη σε ένα νέο πόλεμο, το αποτέλεσμα δεν θα είναι η μπολσεβικοποίηση του πλανήτη, αλλά η εξολόθρευση της εβραϊκής φυλής στην Ευρώπη».
Αυτή και πολλές άλλες διαταγές του Χίτλερ και των συνεργατών του προκαθόρισαν το χαρακτήρα του επερχόμενου Ολοκαυτώματος, θα ήταν όμως λάθος να περιορίσει κανείς το Ολοκαύτωμα, απλά σαν αποτέλεσμα διαταγών. Όπως αναφέρει ο Αλεξ Καλίνικος «η αναγνώριση του ρόλου του Χίτλερ δεν έρχεται σε αντίθεση με μια ανάλυση που διαφωτίζει την πολυπλοκότητα της διαδικασίας που οδήγησε στο Αουσβιτς».5
Όπως το θέτει ο ιστορικός Χανς Μόμσεν, το Ολοκαύτωμα ήταν «το αποτέλεσμα ενός σωρευτικού σπιράλ ριζοσπαστικοποίησης»6 του φασισμού, μιας ριζοσπαστικοποίησης που έμελλε να φτάσει στα ύψη με το ξέσπασμα του πολέμου.
Πριν ακόμα από τον πόλεμο υπηρεσίες των ναζί ασχολούνταν με την κατάστρωση του μυστικού «Γενικού Σχεδίου Ανατολή», το οποίο προέβλεπε την κατάκτηση όλης της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και την αντικατάσταση όλων των Εβραίων (και μεγάλου μέρους των Σλαβικών πληθυσμών μέσα από εκτοπίσεις και σταδιακή εξόντωση μέσω υποσιτισμού, κακουχιών, καταναγκαστικής εργασίας) από Γερμανούς εποίκους, μετατρέποντας σε λίγες δεκαετίες αυτήν την τεράστια έκταση σε γερμανικό έδαφος.
Το 1939 ο γερμανικός στρατός εισέβαλε στην Πολωνία, ενώ ο ρωσικός στρατός έκανε το ίδιο από τα ανατολικά, λίγο μετά από την υπογραφή του Συμφώνου Μολότοφ-Ρίμπεντροπ. Την εισβολή στην Πολωνία ακολούθησε η ίδρυση των πρώτων Γκέτο στις μεγάλες πόλεις, όπου εκατομμύρια Εβραίοι εκδιώκονται από τα σπίτια τους και στριμώχνονται σε αποκλεισμένες μικρές συνοικίες. Χιλιάδες να αρχίσουν να χάνουν τη ζωή τους έρμαια των αρρωστιών και του προμελετημένου υποσιτισμού.
Η εισβολή στην ΕΣΣΔ
Το Ολοκαύτωμα στην ουσία ξεκινάει με τη γιγάντια εισβολή του γερμανικού, ουγγρικού, ρουμανικού και ιταλικού στρατού στην ΕΣΣΔ. Για τους ναζί, αλλά και για τη γερμανική άρχουσα τάξη, δεν θα ήταν άλλος ένας πόλεμος. Θα ήταν ένας πόλεμος εξολόθρευσης (vernichtunskrieg) ενάντια στους υπάνθρωπους Σλάβους και τους «Εβραιομπολσεβίκους αφέντες τους» για να υπάρξει ο αναγκαίος «ζωτικός χώρος» (lebensraum) για το «Γερμανικό Εθνος». Τα σχέδια των γερμανικών επιτελείων εκτιμούσαν ότι 30 εκατομμύρια πολίτες της ΕΣΣΔ θα έχαναν τη ζωή τους από πείνα και κακουχίες προκειμένου να εξυπηρετούνται οι ανάγκες της γιγάντιας στρατιωτικής μηχανής. Στο «Σχέδιο Πείνα», (Der Hungerplan) που κατάρτισαν οι ναζί γραφειοκράτες και η διοίκηση της Βέρμαχτ την παραμονή της εισβολής στην ΕΣΣΔ, ο ρατσισμός και ο αντισημιτισμός των ναζί βρισκόταν σε πλήρη σύμπλευση με την «ορθολογική» βαρβαρότητα του ιμπεριαλισμού και του αστικού κράτους.
Με την επιχείρηση «Μπαρμπαρόσα» ο Χίτλερ επιδίωκε την επανάληψη ενός νέου νικηφόρου κεραυνοβόλου πολέμου σαν και αυτούς στην Πολωνία, τη Γαλλία και τα Βαλκάνια, ώστε μέχρι τον ερχομό του χειμώνα του 1942 να έχει τσακίσει την ΕΣΣΔ και εν συνεχεία να επιβάλει με αυτόν τον τρόπο στη Βρετανία να συνθηκολογήσει - έχοντας κερδίσει το «ζωτικό χώρο» που θα του επέτρεπε να αναμετρηθεί αργότερα με το γίγαντα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Την εισβολή του γερμανικού στρατού στην ΕΣΣΔ ακολουθούσαν τέσσερα Εinsatzgruppen, οι ναζιστικές μονάδες «ειδικής δράσης» με διαταγές, τυπικά, να εξοντώνουν την «εβραιομπολσεβίκη ιντελιγκέντσια». Πρακτικά, τον Ιούνη και τον Ιούλη, τους δύο πρώτες μήνες της επιχείρησης Μπαρμπαρόσα αυτές οι ομάδες εκτελούσαν με πολυβόλα τον εβραϊκό άρρενα πληθυσμό, τους τσιγγάνους και τους πολιτικούς κομισάριους.
Για τα SS ήταν μια ευκαιρία να δείξουν ότι έχουν την πρωτοκαθεδρία στο ζήτημα της «επίλυσης του εβραϊκού ζητήματος», δηλαδή της εξόντωσης των Εβραίων, αυξάνοντας την επιρροή τους ανάμεσα στις πολλές ανταγωνιστικές γραφειοκρατίες του ναζιστικού καθεστώτος. Ετσι μόνο στη Λιθουανία τον Ιούνιο και τον Ιούλιο εκτελέστηκαν περίπου 12.000 κυρίως Εβραίοι. Όμως ο Αύγουστος του 1941 σημαδεύτηκε με κλιμάκωση των εκτελέσεων σε όλο τον εβραϊκό πληθυσμό, γυναίκες και παιδιά, με αποτέλεσμα την εκτέλεση 120.000 ανθρώπων, των 2/3 του εβραϊκού πληθυσμού της χώρας.
Ήδη, στο τέλος του καλοκαιριού του 1941 είχε γίνει φανερό ότι η ρωσική αντίσταση είχε πετύχει την αναστολή της τελικής κατάληψης των εδαφών της Ανατολής, μετά το πέρας του βαριού ρωσικού χειμώνα, για το καλοκαίρι του 1942. Αυτή η παράταση των στρατιωτικών επιχειρήσεων για τα επιτελεία δραστηριοποίησε την επιστροφή στη «ρασιοναλιστική» (υποτίθεται) εμμονή περί «αναγκαίων πηγών ανεφοδιασμού» του στρατού, σύμφωνα με τα οποία οι Εβραίοι ήταν «άχρηστα στόματα». Οσον αφορά στους Εβραίους της Δύσης, αυτό μεταφραζόταν σε ανάγκη για επιτάχυνση της εκτόπισής τους προς την Ανατολή πριν τη λήξη του πολέμου.
Όμως στο μεταξύ, η τεράστια έκταση που ήδη είχαν καταλάβει οι ναζί στην «Ανατολή», την Πολωνία, την Ουκρανία και εδάφη της ΕΣΣΔ περιελάμβανε ολοένα και μεγαλύτερους πληθυσμούς Εβραίων. Επιπλέον, ο Χίμλερ, που ήταν μεταξύ άλλων και «Επίτροπος για την Αναδιοργάνωση του Γερμανικού Εθνους», πίεζε για μετεγκατάσταση των εθνικά Γερμανών (που στο μεταξύ παρέμεναν σε στρατόπεδα εποίκων) στα εδάφη που καταλαμβάνονταν με τους ναζί Γκαουλάιτερ να αυξάνουν το ζήλο τους για να παρέχουν περιοχές «ελεύθερες από Εβραίους».
Για τους αξιωματούχους των ναζί το «εβραϊκό ζήτημα» είχε άρχισε να αποκτά και ένα επιπλέον χαρακτήρα, αυτόν ενός γραφειοκρατικού εφιάλτη. Όπως έλεγε ο Γενικός Κυβερνήτης της Πολωνίας Χανς Φρανκ «δεν μπορούμε να εκτελέσουμε πυροβολώντας 3,5 εκατομμύρια Εβραίους… αλλά θα λάβουμε μέτρα μεγάλης κλίμακας που θα οδηγήσουν στον αφανισμό τους».
Στο μεταξύ την επίθεση της Ιαπωνίας ενάντια στις ΗΠΑ στο Περλ Χάρμπορ στον Ειρηνικό Ωκεανό, ακολούθησε η κλιμάκωση εκ μέρους του Χίτλερ με την κήρυξη του πολέμου εναντίον των ΗΠΑ τον Δεκέμβρη του 1941. Ο Χίτλερ θεώρησε ότι είναι η κατάλληλη στιγμή, να χτυπήσουν «όλα τα σφυριά μαζί», ελπίζοντας ότι οι ΗΠΑ δεν θα μπορούσαν να ανταποκριθούν σε ένα διπλό πόλεμο στον Ειρηνικό και στην Ευρώπη, ενώ ταυτόχρονα θα πετύχαινε να σταματήσει ο ανεφοδιασμός της Βρετανίας και τη Ρωσίας από τις ΗΠΑ.
Σε αντίθεση με την επιχείρηση Μπαρμπαρόσα ενάντια στην ΕΣΣΔ, που κρατήθηκε μυστική στη Γερμανία, την κήρυξη του πολέμου στις ΗΠΑ συνόδευσε ένα μαζικό κύμα προπαγάνδας εκ μέρους του Γκέμπελς στο εσωτερικό, για ένα «κοινό σχέδιο του Ρούσβελτ, του Στάλιν και των άγγλων για εξόντωση όλων των Γερμανών υπό την καθοδήγηση των Εβραίων». Σύμφωνα με το ημερολόγιο του Γκέμπελς, την επόμενη μέρα της κήρυξης του πολέμου «…όσον αφορά το εβραϊκό ζήτημα, ο Ηγέτης ήταν αποφασισμένος να ξεμπερδεύει με αυτό. Ο παγκόσμιος πόλεμος είναι εδώ, ο αφανισμός των εβραίων πρέπει να είναι αναγκαία συνέπεια».
Η τελική λύση
Στις 20 Γενάρη του 1942 μια ολιγομελής σύσκεψη στο προάστιο Βάνζεε του Βερολίνου αποφάσισε να βρει λύση στο πρόβλημα του συντονισμού της πολυδαίδαλης γραφειοκρατίας του κράτους και του ναζιστικού κόμματος για την ολοκλήρωση της «Τελικής Λύσης του Εβραϊκού Ζητήματος», την εξόντωση όχι μόνο των Εβραίων της Γερμανίας ή της Ανατολής αλλά όλων των χωρών της Ευρώπης.
Όταν γίνεται η σύσκεψη στο Βάνζεε, ήδη από τον Οκτώβρη του 1941 έχει ξεκινήσει η συστηματική εξόντωση των Εβραίων μέσα σε αεροστεγώς κλειστά φορτηγά των οποίων τα καυσαέρια κατέληγαν στο εσωτερικό τους ενώ ήδη διαμορφώνονταν τα πρώτα στρατόπεδα με αποκλειστικό στόχο την εξόντωση.
Το μεγαλύτερο, το Άουσβιτς, ήταν ένα συγκρότημα στρατοπέδων. Ενα από αυτά το Αουσβιτς ΙΙΙ παρείχε σκλάβους-εργάτες στην IG Farben, τη μεγαλύτερη γερμανική επιχείρηση, ενώ αλλού η Siemens και η Krupp είχαν τα δικά τους «παραρτήματα». Όμως στο Αουσβιτς διαμορφώθηκε μια οργανωμένη βιομηχανική γραμμή που παρήγαγε αποκλειστικά θάνατο που τελειοποιήθηκε με τη χρήση του δηλητήριου Zycklon B και εξαφάνιση με καύση των νεκρών σε τεράστιους κλίβανους. Τα στρατόπεδα στη Τρεμπλίνκα, το Μπέλζετς και το Σόμπιμπορ χτίστηκαν ειδικά για το σκοπό της εξόντωσης των Εβραίων, στα πλαίσια της λεγόμενης «Επιχείρησης Ράϊνχαρντ». Το Κέλλμνο και το Μαϊντάνεκ, στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας, επιστρατεύτηκαν επίσης για τις ανάγκες της εξόντωσης.
Στις 31 Δεκέμβρη 1942, σχεδόν 2 εκατομμύρια Εβραίοι είχαν ήδη εξοντωθεί, όμως οι ελπίδες των ναζί για ένα γρήγορο τέλος του πολέμου (που είχε ενθαρρύνει η εύκολη καλοκαιρινή προέλαση προς το Στάλινγκραντ) είχαν αρχίσει να διαλύονται. Το 1943 ο γερμανικός στρατός γνώρισε την συντριβή και τη μαζική αιχμαλωσία στο Στάλινγκραντ, αποχώρησε ηττημένος από την Β. Αφρική, έχασε τη μάχη του Κουρσκ, ενώ οι Σύμμαχοι αποβιβάστηκαν στη Σικελία και το καθεστώς του Μουσολίνι κατέρρευσε. Στη Γερμανία ξεκινούσε ένα κύμα συμμαχικών βομβαρδισμών που ισοπέδωνε τη μια πόλη μετά την άλλη.
Ηταν φανερό ότι ο πόλεμος χάνεται. Και όμως ακόμα και μέσα σε αυτές τις συνθήκες της επερχόμενης συντριβής, τρένα, μηχανές και ανθρώπινο δυναμικό, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιούνται για τις πολεμικές ανάγκες, συνέχιζαν να χρησιμοποιούνται προκειμένου τα στρατόπεδα εξόντωσης να γεμίζουν με νέες αφίξεις Εβραίων, πλέον από όλη την κατεχόμενη Ευρώπη. Τον Μάρτιο-Αύγουστο του 1943 εκτοπίστηκαν οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης. Μισό εκατομμύριο Εβραίοι της Ουγγαρίας οδηγήθηκαν στο Αουσβιτς το καλοκαίρι του 1944, ένα χρόνο αργότερα. Στόχος πλέον του ναζιστικού καθεστώτος δεν ήταν η εξόντωση όλων των Εβραίων μέχρι τη νίκη, αλλά η εξόντωση και το σβήσιμο του εγκλήματος πριν την τελική συντριβή.
Ούτε οι πολεμικές ανάγκες, ούτε το άμεσο κέρδος μπορεί να εξηγήσει το Ολοκαύτωμα. Ο εκτοπισμός εκατομμυρίων Εβραίων και η ιδιοποίηση των περιουσιών τους από το ναζιστικό και τα συμμαχικά προς αυτό καθεστώτα προσέφερε ένα τεράστιο οικονομικό όφελος. –όμως η εξόντωση; Κάποιες εταιρίες που σχετίζονταν με την εξόντωση των Εβραίων σίγουρα είχαν τεράστια κέρδη. Αλλά για το σύνολο του γερμανικού καπιταλισμού (σε συνθήκες που επιστράτευε εργάτες από όλη την Ευρώπη για να δουλεύουν στα εργοστάσια που συντηρήσουν την πολεμική μηχανή που αγκομαχούσε), η έστω καταναγκαστική εργασία εκατομμυρίων ειδικευμένων και μη Εβραίων εργατών, θα ήταν χιλιάδες φορές πιο επικερδής από τη βιομηχανία θανάτου του Αουσβιτς που παρήγαγε, μαλλιά, χρυσά δόντια και ανθρώπινη στάχτη-λίπασμα για τις καλλιέργειες των ναζί.
Το Ολοκαύτωμα ήταν προϊόν ενός αντιδραστικού κινήματος, του ακραίου φασισμού, του ναζισμού και των παρανοϊκών ρατσιστικών ψευτοεπαναστατικών «οραμάτων» του, που συνεχίστηκε μέχρι και την τελική τους διάψευση. Όμως, ο ναζισμός έγινε μαζικό κίνημα στη διάρκεια της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης που γνώρισε ποτέ ο καπιταλισμός. Για να εξουδετερώσει την απειλή μιας νέας εργατικής επανάστασης, αλλά και για να λύσει τις διαφορές του με τους άλλους μεγάλους ιμπεριαλισμούς της εποχής, που είχε αφήσει ανοιχτές ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, το γερμανικό κεφάλαιο συμμάχησε με τον ναζισμό που κατάφερε να πάρει σχεδόν εξ ολοκλήρου τον έλεγχο του αστικού κράτους, και του οποίου η ρατσιστική, αντισημιτική και ψευτοεπαναστατική ιδεολογία οδήγησε, μέσα σε συνθήκες άγριου ιμπεριαλιστικού πολέμου, στο Ολοκαύτωμα.
Με απλά λόγια, ο γερμανικός καπιταλισμός δεν χρειαζόταν το Ολοκαύτωμα, χρειαζόταν τους ναζί. Αλλά οι ναζί χρειάζονταν το Ολοκαύτωμα. n
Σημειώσεις
1. Richard J. Evans, Το Τρίτο Ράιχ Στον Πόλεμο
2. Λέον Τρότσκι, H πάλη ενάντια στον φασισμό
3. Ι. Κέρσοου, Χίτλερ
4. Alex Callinicos, Plumbing the Depths: Marxism and the Holocaust, 2001
5. To ίδιο
6. Η. Mommsen, From Weimar to Auschwitz