Οι άρχουσες τάξεις στην Ευρώπη επιμένουν σκληρά στις πολιτικές λιτότητας, αλλά, όπως εξηγεί ο Σωτήρης Κοντογιάννης, ανησυχούν για τις εργατικές αντιστάσεις
Ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο στον απόηχο της τελευταίας ελληνικής κρίσης: το όραμα της “Ευρώπης των λαών” είναι νεκρό. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει καμιά σχέση ούτε με το διαφωτισμό, ούτε με τη δημοκρατία, ούτε με την αλληλεγγύη ούτε με καμιά άλλη από τις αξίες πάνω στις οποίες υποτίθεται ότι είχε οικοδομηθεί. Οι εκβιασμοί, τα τελεσίγραφα και οι απειλές απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση διέλυσαν μέσα σε λίγες μέρες κάθε αυταπάτη, ξεγύμνωσαν την “πολιτισμένη Ευρώπη” από κάθε πέπλο και έδειξαν, γυμνό, το πραγματικό της πρόσωπο: το αποκρουστικό πρόσωπο μιας γερασμένης άρχουσας τάξης, τυφλωμένης από τη φιλαργυρία και τον εγωισμό της, ικανής να σύρει για μια χούφτα Ευρώ τον πλανήτη ολόκληρο για τρίτη φορά στην ιστορία στον θάνατο και την καταστροφή.
Η ελληνική κρίση έφερε ξανά στην επιφάνεια όλα τα παλιά στερεότυπα και τις ξεχασμένες, υποτίθεται, διαιρέσεις ανάμεσα στις κυρίαρχες τάξεις της “γηραιάς ηπείρου”. Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας “αρπάχτηκε” με τον Μάριο Ντράγκι, τον διοικητή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ο Ματέο Ρέντζι, ο πρωθυπουργός της Ιταλίας “συνωμότησε” με τον Φρανσουά Ολάντ, τον πρόεδρο της Γαλλίας για να αναχαιτίσουν το γερμανικό σχέδιο για την “προσωρινή” αποπομπή της Ελλάδας από την Ευρωζώνη.
Στη Γαλλία το περιοδικό ευρείας κυκλοφορίας Marianne έβαλε την Άνγκελα Μέρκελ, την καγκελάριο της Γερμανίας, στο εξώφυλλό του -στολισμένη με το πρωσικό κράνος και την επιγραφή “η αυτοκράτειρα των δανειστών”. Στη Γερμανία η γνωστή και μη εξαιρετέα κιτρινοφυλλάδα Bild “απάντησε” και αυτή με μια φωτογραφία της Μέρκελ, -να ψάχνει απεγνωσμένα την τσάντα της. “Πόσο βαθιά πρέπει να χώσει η Γερμανία το χέρι στην τσέπη”, έγραφε η λεζάντα. Και από κάτω ακολουθούσαν οι φωτογραφίες του Ρέντζι, του Ντέιβιντ Κάμερον (του πρωθυπουργού της Βρετανίας), του Μάρτιν Σούλτς (του προέδρου του Ευρωκοινοβουλίου) και του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ (του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής). "Να ποιοι θέλουν να αρπάξουν τα λεφτά μας".
Απόλυτη αξία
Η κρίση έχει βαθύνει το χάσμα ανάμεσα στις άρχουσες τάξεις σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της γης -για αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία. Δεν βρισκόμαστε όμως ούτε στο 1914 ούτε στο 1940. Η πραγματική αντιπαράθεση δεν είναι ούτε ανάμεσα στα κράτη, ούτε ανάμεσα στα έθνη. Αυτό που έχει πάρει αβυσσαλέες διαστάσεις είναι το ρήγμα ανάμεσα στις τάξεις, ανάμεσα στους εργοδότες και τους εργάτες, ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς.
Οι ηγέτες της Ευρώπης μπορεί να διαφωνούν για την αποπομπή της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Η Ιταλία, όπου το δημόσιο χρέος έχει ξεπεράσει πλέον το 130%, αισθάνεται πολύ πιο ευάλωτη απέναντι σε μια νέα οικονομική αναταραχή (πχ μια νεα Λήμαν Μπραδερς) από ό, τι η Γερμανία. Και η Γαλλία είναι σίγουρα αντίθετη με τα σχέδια του Σόιμπλε, που θέλει να αξιοποιήσει την οικονομική υπεροχή της Γερμανίας για να επιβληθεί σε όλη την Ευρώπη.
Παρά τις διαφωνίες τους, όμως, αυτές υπάρχει μια “αξία” η οποία δεν τίθεται από κανέναν σε αμφισβήτηση: η πολιτική της διαρκούς λιτότητας. Ο Ντόναλντ Τουσκ, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου το είπε ανοιχτά σε μια συνέντευξή του στα μέσα Ιούλη στην εφημερίδα Financial Times. “Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι η λιτότητα είναι μια απολύτως θεμελιώδης αξία”, είπε. Η αμφισβήτηση αυτής της “υπέρτατης αξίας” αποτελεί θανάσιμο κίνδυνο για την Ευρώπη.
Η λιτότητα δεν είναι απλά και μόνο "απόλυτη αξία" για την ενωμένη Ευρώπη: είναι η απόλυτη πραγματικότητα. Στη Γερμανία της Μέρκελ και του Σόιμπλε ο φετινός προϋπολογισμός θα είναι, για πρώτη φορά ύστερα από μισό αιώνα ισοσκελισμένος ενώ οι προϋπολογισμοί των επόμενων χρόνων αναμένεται να κλείσουν με ένα μικρό (για το μέγεθος της οικονομίας) πλεόνασμα 10 - 20 δις Ευρώ. Αυτή η "επιτυχία" οφείλεται εν' μέρει, είναι αλήθεια στα εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια που πληρώνει η Γερμανία για το δημόσιο χρέος της. Πάνω απ' όλα, όμως, οφείλεται στην πολιτική της μόνιμης, άγριας λιτότητας. Οφείλεται στην διαβόητη "Αντζέντα 2010" της σοσιαλδημοκρατικής διακυβέρνησης του Γκέρχαντ Σρέντερ (1998-2005). Οφείλεται στο νέο πακέτο λιτότητας -το σκληρότερο στην ιστορία του γερμανικού κράτους σύμφωνα με την Deutsche Welle- που ανακοίνωσε η Μέρκελ τον Ιούνη του 2010 με στόχο την εξοικονόμηση 80 δισεκατομμύρια Ευρώ από τον προϋπολογισμό μέσα στην επόμενη τετραετία.
Η σκληρή λιτότητα είναι ο κανόνας και στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, τη Γαλλία. Τον Μάρτη του 2014, ύστερα από μια σύντομη "αριστερή παρένθεση" (την κυβέρνηση του Ζαν-Μαρκ Εϊρώ) ο Φρανσουά Ολάντ, που είχε εκλεγεί το 2012 με την υπόσχεση να σταματήσει την πολιτική της λιτότητας, παρέδωσε την πρωθυπουργία στον Μανουέλ Βαλς, έναν ακραίο, σκληροπυρηνικό νεοφιλελεύθερο "σοσιαλιστή". Το πρώτο πράγμα που έκανε η νέα κυβέρνηση ήταν να ανακοινώσει ένα νέο φιλόδοξο διετές σχέδιο λιτότητας ύψους 50 δις Ευρώ που θα προέλθουν κατά κύριο λόγο από το πάγωμα των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, τις περικοπές στη δημόσια υγεία και τα κοινωνικά επιδόματα. Ο Εμμανουέλ Μακρόν, έναν πρώην τραπεζίτης που ανέλαβε το υπουργείο “Παραγωγικής Ανασυγκρότησης”,(!) επέβαλε, σχεδόν πραξικοπηματικά, χωρίς συζήτηση στη Βουλή, ένα αντεργατικό πακέτο μέτρων που προβλέπει μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, εισιτήριο στα δημόσια νοσοκομεία, περιορισμούς στα εργατικά δικαιώματα και νέες και μειώσεις στα πραγματικά μεροκάματα που ξεσήκωσαν θύελλα μέσα στα συνδικάτα.
Στην Ιταλία η κυβέρνηση του Ματέο Ρέντζι ψήφισε πρόσφατα ένα πακέτο λιτότητας ύψους 28 δις Ευρώ. Το δημόσιο χρέος της Ιταλίας βρίσκεται πάνω από το 130% του ΑΕΠ. Παρά τα αλλεπάλληλα κύματα λιτότητας των τελευταίων χρόνων (τον Σεπτέμβρη του 2011 η ιταλική βουλή είχε εγκρίνει ένα ακόμα πακέτο περικοπών με στόχο να εξοικονομήσει 100 δις από τον προϋπολογισμό μέσα στα επόμενα χρόνια) το χρέος συνεχίζει να ανεβαίνει. Οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης έχουν υποβαθμίσει από το 2008 μέχρι σήμερα πολλές φορές την πιστοληπτική ικανότητα της Ιταλίας -που βρίσκεται σήμερα στα επίπεδα της Ισλανδίας, της Ινδίας και του Καζακστάν (ΒΒΒ- σύμφωνα με την S&P).
Η σκληρή λιτότητα είναι ο κανόνας και για τη Βρετανία -παρόλο που δεν ανήκει στην Ευρωζώνη και δεν δεσμεύεται από το όριο του 3%. Τον Ιούλη ο Τζορτζ Όζμπορν, ο υπουργός Οικονομικών του Κάμερον ανακοίνωσε ένα ακόμα πακέτο περικοπών με στόχο την άμεση "εξοικονόμηση" 37 δις λιρών (50 δις Ευρώ) από τον προϋπολογισμό μέσα στην ερχόμενη πενταετία. Από αυτά τα μισά σχεδόν (16.6 δις λίρες) θα προέλθουν από περικοπές στο κράτος πρόνοιας.
Και το ίδιο ακριβώς μοτίβο επαναλαμβάνεται, χωρίς πρακτικά καμιά εξαίρεση, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες: η λιτότητα είναι πράγματι η "απόλυτη αξία" στην "ενωμένη Ευρώπη".
Ο Κεϋνσιανισμός δεν λειτουργεί
Εδώ στην Ελλάδα οι προσπάθειες της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ να λοξοδρομήσει, έστω, από τον δρόμο της σκληρής λιτότητας συντρίφθηκαν από την άρνηση των δανειστών να κάνουν ακόμα και την παραμικρή υποχώρηση. Ο Τσίπρας, όμως, δεν ήταν ούτε ο μόνος, ούτε ο πρώτος που προσπάθησε να ακολουθήσει έναν άλλο δρόμο.
Ο Βαλς είναι ο δεύτερος πρωθυπουργός της προεδρίας Ολάντ στη Γαλλία. Ο πρώτος ήταν ο Ζαν-Μαρκ Εϊρώ. Το πρώτο πράγμα που έκανε μετά τον διορισμό του τον Μάη του 2012 ήταν να επιτεθεί στην Τρόικα για τον στραγγαλισμό της Ελλάδας. Το δεύτερο ήταν να επιχειρήσει μια “αντινεοφιλελεύθερη” τροφή καταργώντας ορισμένες πολιτικές των κυβερνήσεων του Σαρκοζί: η ηλικία συνταξιοδότησης επανήλθε στα 60 χρόνια ενώ εξήντα περίπου χιλιάδες εκπαιδευτικοί που είχαν απολυθεί από το δημόσιο επέστρεψαν στα σχολεία τους. Στη συνέχεια η κυβέρνηση επέκτεινε την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε μισό εκατομμύριο περίπου ανασφάλιστους, έδωσε κίνητρα στις επιχειρήσεις για την απασχόληση νέων και αύξησε τον φορολογικό συντελεστή για τα πολύ υψηλά εισοδήματα στο 75%.
Ο Εϊρώ δεν είχε καμιά πρόθεση ούτε να αψηφίσει τους κανόνες της Ευρωζώνης για τα ελλείμματα και τα χρέη ούτε να έρθει σε σύγκρουση με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακριβώς το αντίθετο συνέβαινε. Το πρόγραμμα του Ολάντ προέβλεπε, παράλληλα με την ακύρωση των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων του Σαρκοζί και τον μηδενισμό των ελλειμμάτων μέσα σε μια πενταετία. Τα "φιλολαϊκά" μέτρα του Αϊρώ είχαν πρώτα και κύρια σαν στόχο να δώσουν μια αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία.
Το σχέδιο απέτυχε. Τα ελλείμματα παρέμειναν πεισματικά πάνω από το 4% του ΑΕΠ, ενώ το δημόσιο χρέος συνέχισε να ανεβαίνει. Η οικονομία παρέμεινε "κολλημένη" (με πρακτικά μηδενικούς ρυθμούς ανάπτυξης) και η ανεργία (10%, ενώ είναι διπλάσια για τους νέους) δεν έδειξε την παραμικρό σημάδι βελτίωσης. Τον Μάρτη του 2014 ο Ολάντ ξήλωσε την κυβέρνηση Εϊρώ και η Γαλλία επέστρεψε στον "ορθό" δρόμο της λιτότητας.
Η “αντινεοφιλελεύθερη” στροφή απέτυχε για έναν πολύ απλό λόγο: απέτυχε γιατί το σύστημα παγκόσμια, βρίσκεται σε τέλμα. Απέτυχε γιατί η κρίση που έχει χτυπήσει τον πλανήτη από το 2007-8 δεν διορθώνεται με "ασπιρίνες". Απέτυχε γιατί η πολιτική της "τόνωσης της οικονομίας" μέσα από τις "παλιές, καλές κεϋνσιανές" συνταγές της κρατικής παρέμβασης, ακόμα και σε μια οικονομία με το μέγεθος της Γαλλία, δεν μπορεί να λειτουργήσει.
Το βασικό πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει η παγκόσμια οικονομία είναι, όπως και τη δεκαετία του 1930, η χαμηλή κερδοφορία και η (συνακόλουθη) έλλειψη επενδύσεων. Η λύση που πρότεινε ο Κέυνς ήταν η παροχή κινήτρων στις επιχειρήσεις (φοροαπαλλαγές, αύξηση της ζήτησης μέσα από την στήριξη του εισοδήματος των εργατών και των ανέργων κλπ). Οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες σε ολόκληρο τον κόσμο έχουν "σπρώξει" εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια μέσα στην τελευταία επταετία στην "ιδιωτική πρωτοβουλία" μέσα από τα διάφορα προγράμματα "ανακεφαλαιοποίησης", "ποσοτικής χαλάρωσης", κλπ. Από αυτά μόνο ένα ελάχιστο ποσοστό, όμως, έφτασε στην "πραγματική οικονομία". Ο κύριος όγκος κατευθύνθηκε στην κερδοσκοπία.
Η κρίση δεν μπορεί να ξεπεραστεί με "κίνητρα" σε αυτούς που την δημιούργησαν. Η λύση βρίσκεται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Αυτό που χρειάζεται είναι να πάρουμε τον έλεγχο της οικονομίας στα δικά μας χέρια, έτσι ώστε να αποδεσμεύσουμε την παραγωγή και την απασχόληση από το κριτήριο του κέρδους. Οι καπιταλιστές δεν πρόκειται, φυσικά, να δεχτούν ποτέ μια οποιαδήποτε λύση που θέτει σε κίνδυνο την ηγετική τους θέση στην κοινωνία και τα προνόμιά τους. Θα πρέπει να την επιβάλλουμε με τα "όπλα" του εργατικού κινήματος: τη διαδήλωση, την απεργία, την κατάληψη, την ανυπακοή.
Το εργατικό κίνημα
Η πολιτική της λιτότητας έχει πυροδοτήσει μαζικές αντιδράσεις από τους εργάτες και τους φτωχούς σε όλες σχεδόν της ευρωπαϊκές χώρες. Η Ελλάδα, με τις 30 γενικές απεργίες είναι η κορυφή του παγόβουνου και όχι η εξαίρεση μέσα στην "Ενωμένη Ευρώπη". Μαζικές κινητοποιήσεις έχουν ξεσπάσει μέσα στα πέντε χρόνια των μνημονίων σε όλες τις χώρες του "ευρωπαϊκού νότου". Οι αντιδράσεις, όμως, δεν περιορίζονται μόνο στις χώρες που έχουν χτυπηθεί άγρια από την κρίση.
Το πρώτο εξάμηνο του 2015 ήταν ένα από τα πιο "θερμά", από άποψη κινητοποιήσεων, στην ιστορία της Γερμανίας. Άνοιξε με τις μεγάλες διαδηλώσεις του κινήματος "Blockuppy" μπροστά από το κτήριο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τον Μάρτη στην Φρανκφούρτη -κινητοποιήσεις που μετατράπηκαν σε "μάχη" με μολότοφ και δακρυγόνα ανάμεσα στους διαδηλωτές και την αστυνομία. Και συνεχίστηκε με ένα απεργιακό κύμα που, όπως έγραφε η βρετανική εφημερίδα The Guardian, "έθεσε σε αμφισβήτηση το γερμανικό μοντέλο". Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2015 χάθηκαν συνολικά 350 χιλιάδες ημέρες εργασίας στη Γερμανία. Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, το 2010 είχαν χαθεί συνολικά (μέσα σε 12 μήνες) όλες και όλες 28 χιλιάδες ημέρες εργασίας από απεργίες.
Τον τόνο έδωσαν οι μηχανοδηγοί της Deutsche Bahn ακινητοποιώντας τον Μάη για μια ολόκληρη εβδομάδα το σιδηροδρομικό δίκτυο της χώρας (που διακινεί εκατομμύριο επιβάτες). Τελικά η επιχείρηση κατάφερε να σταματήσει τις απεργίες μόνο με μεγάλες παραχωρήσεις απέναντι στο συνδικάτο -και αφού είχαν καθηλωθεί τα τρένα τουλάχιστον 11 φορές μέσα στο χρόνο. Ήταν η μεγαλύτερη απεργία στην ιστορία της Deutsche Bahn. Και οι μηχανοδηγοί δεν ήταν μόνοι: απεργίες ξέσπασαν και στους παιδικούς σταθμούς, τα αεροδρόμια, τα νηπιαγωγεία, τα νοσοκομεία, τα ταχυδρομεία -για να αναφέρουμε μερικούς μόνο από τους κλάδους στους οποίους ξέσπασαν εργατικές κινητοποιήσεις. Το απεργιακό κύμα, εκτιμούν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν πρόκειται να κοπάσει.
Στη Γαλλία η απεργία που ξέσπασε ενάντια στο νόμο Μακρόν έκλεισε ακόμα και τον πύργο του Άιφελ -το σύμβολο του Παρισιού που επισκέπτονται πάνω από 7 εκατομμύρια τουρίστες κάθε χρόνο. Στη βάση του είχε τοποθετηθεί μια ταμπέλα που έγραφε ότι είναι κλειστός λόγω απεργίας -που υπερψηφίστηκε από το 90% του προσωπικού. Μαζικές διαδηλώσεις πλημμύρισαν τη μέρα αυτή (9 Απρίλη 2015) σε πάνω από 70 γαλλικές πόλεις.
Τις ίδιες μέρες απεργούσαν οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας (48ωρη απεργία) ενώ η απεργία στον ραδιοσταθμό "Radio France" συνεχιζόταν για τέταρτη εβδομάδα.
Στη Βρετανία χιλιάδες διαδηλωτές πλημμύρισαν τους δρόμους του Λονδίνου και της Γλασκόβης το Σάββατο 20 Ιούνη ενάντια στην πολιτική της λιτότητας της κυβέρνησης του Κάμερον. Σύμφωνα με τους διοργανωτές, η συμμετοχή στο συλλαλητήριο του Λονδίνο ξεπέρασε τις 250 χιλιάδες. Ακολούθησε μια εντυπωσιακή, μαζική πορεία από την Τράπεζα της Αγγλίας προς το κοινοβούλιο.
Αυτή η αναγέννηση του εργατικού κινήματος στην Ευρώπη έχει συνοδευτεί από μια στροφή προς τα αριστερά. Και πάλι η Ελλάδα μπορεί να βρίσκεται στην πρωτοπορία αλλά δεν αποτελεί εξαίρεση. Στην Ισπανία το Podemos, ένα κόμμα που κινείται στα χνάρια του ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκτήσει μαζικό ακροατήριο. Στη Βρετανία η υποψηφιότητα του Τζέρεμι Κόρμπιν για την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος έχει αναπτερώσει τις ελπίδες χιλιάδων αγωνιστών -και έχει γίνει εφιάλτης για τους θιασώτες της λιτότητας. Μπορεί οι δυνατότητες (και τα σχέδια) αυτών των κινήσεων να είναι πολύ περιορισμένες (η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ είναι διδακτική) όμως δεν παύουν να αντανακλούν μια μαζική μεταστροφή στη συνείδηση ενός μεγάλου κομματιού της εργατικής τάξης. Η άρχουσα τάξη έχει επίγνωση των κινδύνων που κουβαλάει αυτή η στροφή προς τα αριστερά.
“Αυτή η ψευδαίσθηση της ριζοσπαστικής αριστεράς ότι υπάρχει κάποια εναλλακτική λύση στο παραδοσιακό ευρωπαϊκό όραμα της οικονομίας... είναι επικίνδυνη για την Ευρώπη”, έλεγε ο Τουσκ στην συνέντευξή του στους Financial Times. Αυτό που με ανησυχεί, είπε, δεν είναι ο κίνδυνος της οικονομικής μετάστασης της κρίσης από την Ελλάδα στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτό που με ανησυχεί είναι ο κίνδυνος της ιδεολογικής μετάστασης: “Η ατμόσφαιρα είναι παρόμοια με αυτή που επικρατούσε το 1968... Αισθάνομαι μια ίσως όχι επαναστατική διάθεση, αλλά μια ανυπομονησία. Και όταν η ανυπομονησία γίνεται κοινωνική εμπειρία... αυτή είναι εισαγωγή της επανάστασης”.