Άρθρο
Καθηγητές και εργατική τάξη

Εξώφυλλο του τευχους 58

Ο Σωτήρης Κοντογιάννης εξηγεί γιατί ο αγώνας φοιτητών, καθηγητών είναι κοινός.

Το φοιτητικό κίνημα βρήκε, μέσα στα πανεπιστήμια, έναν πολύτιμο σύμμαχο στις κινητοποιήσεις του ενάντια στον νόμο-πλαίσιο της Γιαννάκου: το διδακτικό προσωπικό, τους συλλόγους των καθηγητών των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Η ΠΟΣΔΕΠ, ομοσπονδία των καθηγητών, δεν τάχθηκε απλά και μόνο στα λόγια ενάντια στην «εισβολή» της ιδιωτικοποίησης και της αγοράς που ενορχηστρώνει η κυβέρνηση: οι καθηγητές συμμετείχαν μαζικά και οργανωμένα, σε όλες τις κινητοποιήσεις ενάντια στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις της Γιαννάκου και του Καραμανλή.

Που στηρίζεται, όμως, αυτή η συμμαχία; Πόσο σταθερή μπορεί να είναι; Ταυτίζονται τα συμφέροντα των καθηγητών με τα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηφίας των φοιτητών -με τα συμφέροντα των παιδιών της εργατικής τάξης που παλεύουν για να συνεχίσουν να απολαμβάνουν τα όποια δικαώματα στην εκπαίδευση έχουν κατακτήσει, με τους αγώνες τους, οι προηγούμενες  γενιές; Ανήκουν οι καθηγητές των πανεπιστημίων στην εργατική τάξη,  ή μήπως ανήκουν σε κάποιο άλλο, «ανώτερο» στρώμα της κοινωνίας -σε μια προνομιούχα ελίτ με συμφέροντα όχι μόνο διαφορετικά αλλά και αντιδιαμετρικά αντίθετα από τα συμφέροντα των απλών ανθρώπων;

Μέσα στο ίδιο το φοιτητικό κίνημα η άποψη ότι τα συμφέροντα και ο ρόλος των καθηγητών μέσα στα πανεπιστήμια είναι «αντιδραστικός» είναι πλατιά διαδεδομένη. Η ΠΟΣΔΕΠ έχει κάνει πολλές και μεγάλες κινητοποιήσεις τα τελευταία χρόνια -τον Ιούνη του 2002 οι καθηγητές είχαν κατέβει σε απεργία διαρκείας μέσα στην περίοδο των εξετάσεων- για τις συντάξεις, τους μισθούς και τους όρους εργασίας τους. Η συμπαράσταση όμως που βρήκαν από τις φοιτητικές παρατάξεις ήταν μικρή. Γιατί να συμπαρασταθούν σε μια «συντεχνιακή» κινητοποίηση μιας, από την φύση της, αντιδραστικής κοινωνικής «τάξης»;

Αυτή η αντιμετώπιση είναι ριζικά λανθασμένη. Οι καθηγητές των πανεπιστημίων δεν αποτελούν, κατ' αρχήν μια ενίαια, ομοιογενή ομάδα. Ο Αλογοσκούφης ήταν, μέχρι πριν από δυο χρόνια, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Τι σχέση, όμως, μπορεί να έχει ο μεγαλοκαθηγητής και (υποψήφιος τότε ακόμα) υπουργός με τους λέκτορες «συναδέφους» του που απεργούσαν εκείνη την εποχή διεκδικώντας, ανάμεσα στα άλλα,  αύξηση στις αποδοχές τους των 1300 Ευρώ το μήνα;  Η μεγάλη πλειοψηφία του διδακτικού προσωπικού των πανεπιστημίων ανήκει, ξεκάθαρα, στην εργατική τάξη.

Αυτοί που υποστηρίζουν ότι οι καθηγητές των πανεπιστημίων αποτελούν ένα, από την φύση του, αντιδραστικό κοινωνικό στρώμα προσπαθούν να δικαιολογήσουν την άποψή τους με βάση μια ολόκληρη σειρά από χαρακτηριστικά και ιδιότητες που διαχωρίζουν, υποτίθεται, το διδακτικό και επιστημονικό προσωπικό των ΑΕΙ από τους εργατες: οι αμοιβές τους, τα ωράρια, οι συνθήκες εργασίας, το αντικείμενο της εργασίας τους, το στυλ, οι ιδέες τους, ο ρόλος τους στην κοινωνία, -τα πάντα- λένε δεν έχουν καμιά σχέση με τον τρόπο με τον οποίο ζει και δουλεύει η εργατική τάξη.

Η εργατική τάξη, όμως, δεν καθορίζεται ούτε από το επίπεδο τη αμοιβής, ούτε από το είδος της εργασίας που επιτελεί, ούτε από το τις ιδέες που έχουν οι ίδιοι οι εργάτες και οι εργάτριες, ούτε από τον τρόπο ζωής, ούτε από το στυλ. Το αφεντικό ενός μικρού ψιλικατζίδικου κερδίζει, κατά κανόνα, πολύ λιγότερα από όσα παίρνει, για παράδειγμα, ένας έμπειρος ηλεκτροσυγκολητής στα ναυπηγεία -παρόλο που μπορεί να κρατάει το μαγαζί του μέχρι αργά τα μεσάνυχτα ανοιχτό και να ξεθεώνει τους λιγοστούς του υπαλλήλους στη δουλειά. Δεν υπάρχει όμως η παραμικρή αμφιβολία ότι ο ηλεκτροσυγκολητής ανήκει στην εγατική τάξη ενώ ο μικροεργοδότης-ψιλικατζής, αν και πιο φτωχός, όχι.

Ο χωρισμός της κοινωνίας σε τάξεις δεν στηρίζεται σε υποκειμενικά κριτήρια. Είναι αντικειμενικός. Είναι, όπως έλεγε ο Μαρξ, «η αντανάκλαση της εκμετάλλευσης στην δομή της κοινωνίας». Η κοινωνία δεν χωρίζεται αυθαίρετα σε κάποια σύνολα ανθρώπων με τα τάδε και τάδε κοινά χαρακτηριστικά: χωρίζεται σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους, σε δυο τάξεις, εξαρτημένες η μια από την άλλη, που βρίσκονται, όμως ταυτόχρονα, σε μόνιμο πόλεμο μεταξύ τους.

Οι εργάτες είναι άμεσα εξαρτημένοι από τους καπιταλιστές: η εργατική τάξη χρειάζεται μηχανές,  πρώτες ύλες, εργοστάσια για να δουλέψει. Αυτά, όμως, είναι «κεφάλαιο» στην σημερινή κοινωνία -και το κεφάλαιο βρίσκεται αποκλειστικά κάτω από τον έλεγχο των καπιταλιστών. Οι εργάτες, όντας αποκομένοι από τα μέσα παραγωγής, είναι αναγκασμένοι να δουλεύουν, για ένα μεροκάματο, για κάποιον από τους καπιταλιστές για να εξασφαλίσουν τα προς το ζειν.

Και οι καπιταλιστές, όμως, είναι εξίσου εξαρτημένοι από τους εργάτες. Η απλήρωτη δουλιά των εργατών -η υπεραξία όπως την ονόμαζε ο Μάρξ- αποτελεί την μοναδική πηγή των κερδών τους.  Χωρίς τους εργάτες δεν μπορεί να υπάρξει ούτε παραγωγή, ούτε κέρδος, ούτε συσσώρεση -ούτε κεφάλαιο δηλαδή. Η κοινωνική τάξη είναι, για τον Μαρξ, μια κοινωνική σχέση. Αυτή η εξάρτηση είναι που κάνει την θέση της εργατικής τάξης τόσο ισχυρή.

Αυτό που καθορίζει τελικά, σύμφωνα με αυτά, το σε ποιά τάξη ανήκει κάποιος ή κάποια είναι άμεσα δεμένο με την σχέση του με τα μέσα παραγωγής. Στην εργατική τάξη ανήκει κάποιος που είναι αποκομένος από τα μέσα παραγωγής και είναι αναγκασμένος να πουλάει την «εργατική του δύναμη» -να νοικιάζει δηλαδή τον εαυτό του για ένα οκτάωρο σε κάποιο αφεντικό- για να ζήσει. Στην αστική τάξη, την τάξη των καπιταλιστών, ανήκουν αυτοί που κατέχουν ή έχουν τον έλεγχο πάνω στο κεφάλαιο -που ελέγχουν τα μέσα παραγωγής και το αναγκαίο «μεταβλητό κεφάλαιο» για να αγοράσουν την απαραίτητη «εργατική δύναμη» και να την βάλουν να δουλέψει για αυτούς.

Ο «ορισμός» αυτός μοιάζει πολύ καθαρός και ακριβής -η πραγματικότητα, όμως είναι πολύ πιο μπερδεμένη και αντιφατική. Η πρώτη δυσκολία ξεκινάει από το γεγονός ότι υπάρχουν μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού που δεν μοιάζουν να χωράνε σε καμιά από τις δύο αντίπαλες τάξεις: ο μικροκαταστηματάρχης, ο οδοντίατρος της γειτονιάς, ο επιπλοποιός που δουλεύει μόνος του -ολοι αυτοί δεν ανήκουν, προφανώς, ούτε στην αστική ούτε στην εργατική τάξη. Αποτελούν ένα κοινωνικό «μικροαστικό μεσόστρωμα» που στέκεται ανάμεσα στις δυο τάξεις, παλατζάροντας ιδεολογικά και πολιτικά πότε προς τη μια μεριά και πότε προς την άλλη.

Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχουν και μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού που μοιάζουν να έχουν αντιφατική ταξική θέση. Ο μάνατζερ μιας μεγάλης πολυεθνικής επιχείρησης ανήκει, προφανώς, καθαρά στην αστική τάξη -παρόλο, όμως, που μπορεί να μην διαθέτει ούτε μια μετοχή της επιχείρησης που διευθύνει και να πληρώνεται όχι με βάση τα κέρδη αλλά με μισθό. Αυτό που τον κάνει, ξεκάθαρα, μέλος της άρχουσας τάξης είναι ο έλεγχος που απολαμβάνει πάνω στο κεφάλαιο. Κάτω από τον μάνατζερ, στην πυραμίδα της ιεραρχίας της επιχείρησης, όμως, υπάρχουν εκατοντάδες «στελέχη» -διευθυντές, προϊστάμενοι τμημάτων, υπεύθυνοι έργων κλπ- που πληρώνονται και αυτοί με μισθό (κατά κανόνα πολύ-πολύ κατώτερο από τον μισθό ενός μάνατζερ), έχουν ένα μέρος της «ευθύνης» για την λειτουργία της επιχείρησης και μια άλλοτε μεγαλύτερη και άλλοτε μικρότερη δικαιοδοσία πάνω στην οργάνωση του τμήματός τους.

Πρόκειται για μια κατηγορία εργαζομένων που έχει μεγαλώσει ραγδαία μέσα στα τελευταία χρόνια. Στις αναπτυγμένες οικονομίες οι «χαρτογιακάδες» -οι εργαζόμενοι στα γραφεία, από τους γραμματείς και τους δακτυλογράφους μέχρι τους μάνατζερ και τους διευθυντές- έχουν ξεπεράσει, εδώ και δυο δεκαετίες περίπου, σε αριθμό τους εργάτες στην βιομηχανία. Οι ίδιοι οι απολογητές του καπιταλισμού προσπάθησαν να αξιοποίησουν αυτή την ραγδαία αύξηση των «χαρτογιακάδων» για να υποστηρίξουν ότι ο σύγχρονος καπιταλισμός έχει πια εξαφανίσει την εργατική τάξη. Την θέση του παλιού, μαυρισμένου από τον καπνό της μηχανής, μαχητικού εργάτη, έλεγαν, έχει πάρει σήμερα ο μοντέρνος, καλοντυμένος και απολίτικος εργαζόμενος του γραφείου. Οπως ήταν φυσικό, οι απόψεις αυτές, δεν άφησαν ούτε την αριστερά αλώβητη: η εργατική τάξη, πέθανε, έλεγαν διάφοροι γνωστοί διανοούμενοι της αριστεράς. Καιρός να αποχαιρετίσουμε το προλεταριάτο.

Στην πραγματικότητα, όμως, αυτή η νέα μεγάλη ομάδα των «χαρτογιακάδων» δεν είναι ενιαία: στην ουσία αποτελείται από τρείς ξεχωριστές ομάδες. Στην κορυφή βρίσκεται μια μικροσκοπική ομάδα αστών -οι μάνατζερ και οι μεγαλοδιευθυντές, αυτοί που έχουν δικαιοδοσία να κλείσουν ένα τμήμα, να πουλήσουν μια από τις θυγατρικές της επιχείρησης ή να απολύσουν χιλιάδες εργαζόμενους. Στον πάτο της πυραμίδας βρίσκονται χιλιάδες απλοί εργαζόμενοι -δακτυλογράφοι, λογιστές, πωλητές, κλητήρες. Οι μισθοί τους διαφέρουν ελάχιστα από τον μισθό του ανειδίκευτου εργάτη στην βιομηχανία και η μοναδική τους δικαιοδοσία είναι να ακολουθούν τις εντολές. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι αυτή η μάζα των ανθρώπων ανήκει στην εργατική τάξη. Το υπόλοιπο κομμάτι που βρίσκεται στο μέσο τη πυραμίδας -τα «μικρο στελέχη»- ανήκουν πραγματικά στο μεσόστρωμα: όσο το αφεντικό είναι δυνατό και το σύστημα μοιάζει να στέκει στα πόδια του, τα μικροστελέχη ταυτίζονται με τα αφεντικά: σε αυτούς δεν χρωστάνε, άλλωστε, τους φουσκωμένους τους μισθούς, το κινητό ή ακόμα και το αυτοκίνητο της εταιρείας; Οταν το σύστημα αρχίζει να κλονίζεται και το εργατικό κίνημα να δείχνει τα δόντια αρχίζουν, συχνά, να αλλοιθορίζουν προς την άλλη πλευρά.

Η ραγδαία αύξηση των «χαρτογιακάδων» στην οικονομία συνοδεύτηκε από την εξίσου ραγδαία διεύρυνση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Οι επιχειρήσεις θα ήταν αδύνατο να εξασφαλίσουν όλες αυτές τις ειδικότητες που έχουν ανάγκη -μηχανικούς, προγραμματιστές, οικονομικούς αναλυτές, νομικούς, διοικητικά στελέχη κλπ- χωρίς την μαζικοποίηση των πανεπιστημίων. Τον 19ο αιώνα οι καπιταλιστές είχαν την πολυτέλεια να κρατάνε αυτές τις δουλιές για τους εαυτούς τους και τους έμπιστους φίλους τους. Οι σημερινές ανάγκες έχουν εξαλείψει ολοκληρωτικά αυτή την δυνατότητα. Οτι όμως ισχύει για τις ίδιες τις επιχειρήσεις ισχύει και για τα εκπαιδευτικά ιδρύματα -είτε είναι δημόσια, είτε ιδιωτικά. Η συντριπτική πλειοψηφία των καθηγητών προέρχεται από την εργατική τάξη και ξέρει πολύ καλά, από πρώτο χέρι, τι σημαίνει φτώχεια ή θυσίες «για να σπουδάσει το παιδί».

Οι καθηγητές είναι οι «χαρτογιακάδες» της ανώτατης εκπαίδευσης. Οι ίδιες διακρίσεις που υπάρχουν μέσα στις επιχειρήσεις υπάρχουν και μέσα στο διδακτικό προσωπικό των Πανεπιστημίων. Στην κορυφή της πυραμίδας βρίσκονται καθηγητές σαν τον Αλογοσκούφη ή τον Ζολώτα -υπουργοί, τραπεζίτες,  μεγαλοεργολάβοι, επιχειρηματίες κάθε είδους και ειδικότητας. Στον πάτο της πυραμίδας βρίσκονται χιλιάδες «εργάτες του πνεύματος» -απλοί άνθρωποι που επενδύουν στην απεργία και τον συλλογικό αγώνα τις ελπίδες τους για ένα καλύτερο αύριο. Και στην μέση υπάρχουν τα «στελέχη» -αυτοί που προσπαθούν να «χωθούν» στις μπίζνες της κορυφής για να αρπάξουν ένα ξεροκόματο.

Για τα στελέχη, η εισβολή της αγοράς στα πανεπιστήμια, είναι «ευκαιρία»: η αγορά σημαίνει ερευνητικά συμβόλαια, συνεργασίες με ιδιωτικές επιχειρήσεις, κέρδη. Για τους «εργάτες του πνεύματος» σημαίνει μείωση της χρηματοδότησης, ανταγωνισμός από τα ιδιωτικά πανεπιστήμια που σπρώχνει τους μισθούς προς τα κάτω, απολύσεις, ανασφάλεια. Η συμμετοχή τους στον «πόλεμο» ενάντι στην Γιαννάκου δεν είναι ούτε περιστασιακή ούτε τυχαία. Ο αγώνας είναι κοινός.