To βιβλίο της Δήμητρας Κυρίλλου «Μέση Ανατολή-Αντίσταση στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις» κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2015. Όσο περνούν οι μήνες και πληθαίνουν οι εξελίξεις στην πιο ασταθή περιοχή του κόσμου, τόσο πιο επιτακτική ανάγκη είναι το διάβασμά του από τους αγωνιστές που παλεύουν ενάντια στον ιμπεριαλισμό.
Η Δήμητρα Κυρίλλου, ενεργό μέλος κινημάτων όπως η Συμμαχία Σταματήστε τον Πόλεμο και η Πρωτοβουλία Ένα καράβι για τη Γάζα, ανατρέχει στην ιστορία των χωρών της Μέσης Ανατολής, δίνοντας στον αναγνώστη μια συνολική εικόνα για το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα σε κάθε μια χώρα στην οποία αναφέρεται το βιβλίο.
Ένα βασικό χαρακτηριστικό της προσπάθειάς της είναι ότι αντιπαρατίθεται τόσο στις αντιδραστικές αναλύσεις για τους «καθυστερημένους» λαούς της Μέσης Ανατολής, όσο και τις συνωμοσιολογικές θεωρίες που έχουν απήχηση ακόμα και μέσα στην αριστερά, όπως ότι οι ιμπεριαλιστές μέσα από τους ελιγμούς τους ελέγχουν τα πάντα.
Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε εφτά κεφάλαια που όλα τα διαπερνάει το εξής τριπλό νήμα: ο ρόλος του ιμπεριαλισμού και των τοπικών αρχουσών τάξεων, ο ρόλος του κινήματος και ο ρόλος της αριστεράς.
Ιδιαίτερη αξία έχει η τοποθέτηση της συγγραφέα για το τι είναι ο ιμπεριαλισμός πατώντας πάνω στις αναλύσεις του Λένιν και του Μπουχάριν. Εξηγεί ότι αυτό που κυριαρχεί σήμερα δεν είναι η παντοδυναμία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, αλλά ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε όλες τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Αυτός ο ανταγωνισμός για τον γεωστρατηγικό έλεγχο και το πετρέλαιο της Μέσης Ανατολής προκαλεί αιματηρούς πολέμους, καταστροφή χωρών, εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και πρόσφυγες.
Η ήττα της επέμβασης στο Ιράκ είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της κρίσης που περνάει η μεγαλύτερη ιμπεριαλιστική δύναμη, οι ΗΠΑ. Παρά την ήττα, οι ιμπεριαλιστές δεν έμειναν με σταυρωμένα τα χέρια. Έπαιξαν το χαρτί του θρησκευτικού σεχταρισμού που οδήγησε στην διάλυση της χώρας σε πολλά φέουδα. Στήριξαν τον εκπρόσωπο του σιιτικού κατεστημένου Μαλίκι που σχημάτισε κυβέρνηση, αυτονομήθηκε το Ιρακινό Κουρδιστάν με τοπικό ηγέτη τον φιλοαμερικάνο Μπαρζανί, ενώ μέσα σε αυτές τις συγκρούσεις δημιουργήθηκε η Αλ Κάιντα του Ιράκ με φανατικούς Σουνίτες μαχητές.
Παρά το βρώμικο παιχνίδι των ιμπεριαλιστών, αλλά και των καθεστώτων όπως του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας, υπήρξαν δυνάμεις μέσα στο Ιράκ που αντιστάθηκαν στο θρησκευτικό σεχταρισμό (πχ οι αντάρτες γύρω από τον ριζοσπάστη Σιίτη Μοκτάντα Αλ Σαντρ ή σουνίτικες ομάδες), ενώ ταυτόχρονα συγκρούονταν με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Δεν κατόρθωσαν όμως να συγκροτήσουν μια μη σεχταριστική πολιτική συμμαχία Σουνιτών και Σιιτών με κοινωνικά αιτήματα απέναντι στο Μαλίκι.
Έτσι, η Βαγδάτη από πολυεθνοτική πρωτεύουσα μετατράπηκε σε πόλη με διαχωρισμένους θύλακες. Παρόλα αυτά, στο Ιράκ, όπως και σε άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής, υπάρχει μεγάλη παράδοση της αριστεράς σε αντίθεση με τον μύθο για τις «προαιώνιες» θρησκευτικές αντιπαλότητες. Για παράδειγμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα στο Ιράκ στα τέλη του ’50 έφτασε να έχει 25 χιλιάδες μέλη και να κυριαρχεί στα συνδικάτα.
Η «Αραβική Άνοιξη» (οι εξεγέρσεις και οι κινητοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν μετά το 2011 σε πολλές χώρες της Μέσης Ανατολής) ξέσπασε μέσα στη μεγάλη κρίση τόσο του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού όσο και των αντιδραστικών καθεστώτων σε κάθε χώρα. Για αυτό παντού, από την Αίγυπτο μέχρι τη Συρία, τόσο οι ιμπεριαλιστές όσο και τα τοπικά καθεστώτα επιχείρησαν με κάθε τρόπο να την τσακίσουν.
Στο σχετικό κεφάλαιο του βιβλίου η συγγραφέας θυμίζει πως ξεκίνησαν οι εξεγέρσεις που γκρέμισαν τα καθεστώτα του Μπεν Άλι και του Μουμπάρακ σε Τυνησία και Αίγυπτο αντίστοιχα, δίνοντας στοιχεία από την κοινωνική κατάσταση που οδήγησε σε αυτές τις εξελίξεις.
Πολύ χαρακτηριστικές είναι οι περιγραφές από το πώς κινήθηκε η εργατική τάξη και η νεολαία στην δεκαετία του 2000 στην Αίγυπτο, πως έφτασαν να ριζοσπαστικοποιηθούν μέσα από απεργιακές μάχες (όπως στην υφαντουργία της Μαχάλα Αλ Κούμπρα) και αντιπολεμικές διαδηλώσεις για τον πόλεμο στο Ιράκ ή το Παλαιστινιακό.
Μέσα σε αυτό το κεφάλαιο επίσης δίνει την εικόνα για την άνοδο και την πτώση του πολιτικού Ισλάμ, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα της οργάνωσης των Αδελφών Μουσουλμάνων στην Αίγυπτο.
Όπως αναφέρεται και με άλλα παραδείγματα στο βιβλίο, αυτές οι οργανώσεις μπορεί να κερδίζουν υποστήριξη επειδή προσφέρουν αποκούμπι στα θύματα του ιμπεριαλισμού ή των καθεστώτων σε συνδυασμό με την αδυναμία της αριστεράς, αλλά δεν μπορούν να δώσουν αποτελεσματική λύση.
Δεν συγκρούονται με τον καπιταλισμό ως σύστημα, επιδιώκουν να συγκεράσουν αντίρροπες πολιτικές με αποτέλεσμα να φτάνουν στα όρια τους. Η πτώση του Μόρσι στην Αίγυπτο είναι ένα συγκεκριμένο, χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Ιδιαίτερο κεφάλαιο αφιερώνεται στην επανάσταση που ξεκίνησε το 2011 στη Συρία. Πρωταγωνιστές ήταν η νεολαία και η φτωχολογιά των πόλεων και της υπαίθρου, ακτιβιστές για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες καθώς και όσες οργανώσεις, είτε της αριστεράς είτε του πολιτικού Ισλάμ, είχαν αντέξει στη δικτατορία του Άσαντ. Περιγράφονται με λεπτομέρειες οι προσπάθειες του κινήματος να συγκροτήσει δικούς του θεσμούς (πχ επιτροπές, Ελεύθερος Συριακός Στρατός κ.ά) που όμως δεν κατάφεραν να αποτελέσουν κεντρική πολιτική εναλλακτική.
Ο Άσαντ έσφαξε κυριολεκτικά την επανάσταση χρησιμοποιώντας το θρησκευτικό σεχταρισμό και στρατιωτικοποιώντας πολύ γρήγορα τη σύγκρουση. Η επανάσταση στη Συρία βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση αφού από τη μια είχε να αντιμετωπίσει το βάρβαρο καθεστώς και από την άλλη την απειλή του ISIS που βρήκε περιθώριο να κινηθεί (κάτω και από την ανοχή του καθεστώτος τους πρώτους μήνες).
Όσον αφορά το ISIS η Δήμητρα Κυρίλλου δεν χρησιμοποιεί νεφελώδεις όρους (όπως «ισλαμοφασίστες») που όχι μόνο μπερδεύουν, αλλά ανοίγουν το δρόμο στην ισλαμοφοβία.
Εξηγεί ότι το ISIS είναι μια ένοπλη σεχταριστική οργάνωση τζιχαντιστών που επιδιώκει να κερδίσει κομμάτι της περιοχής για να δημιουργήσει ένα φέουδο που θα το ελέγχει οικονομικά και πολιτικά. Χαρακτηριστικά γράφει ότι η σεχταριστική συνείδηση «δεν είναι απομεινάρι προαιώνιας αντιπαλότητας, αλλά πικρός καρπός του ιμπεριαλισμού».
Στο αντίστοιχο κεφάλαιο περιγράφει πως κατόρθωσε να ξεκινήσει από το Ιράκ και να απλωθεί σε κομμάτια της Συρίας και των γύρω περιοχών. «Θα επιχειρήσουμε μια υλιστική ανάλυση του φαινομένου, προσπαθώντας να δούμε βαθύτερα από την κυρίαρχη αφήγηση ‘’ISIS ίσον η ρίζα του κακού’’. Πρόκειται όχι για ρίζα, αλλά για παραφυάδα της πολιτικής του ιμπεριαλισμού και των κυρίαρχων αστικών τάξεων της περιοχής. Αυτή είναι η ρίζα που πρέπει να κοπεί» αναφέρει.
Η ρίζα του ιμπεριαλισμού που πρέπει να κοπεί χρειάζεται να είναι ο στόχος και για τα κινήματα της Παλαιστίνης και των Κούρδων. Σε σχέση με την Παλαιστίνη η ίδια η συγγραφέας έχει προσωπική εμπειρία από την σύγκρουση με το «μαντρόσκυλο» του ιμπεριαλισμού στην περιοχή, το Ισραήλ.
Τονίζει ότι η αντίσταση των Παλαιστινίων συνεχίζει, αποτελώντας έμπνευση και παράδειγμα για όλο τον αραβικό κόσμο. Στη συνέχεια, υποστηρίζει ότι το κίνημα χρειάζεται να απορρίψει τη λύση των «δύο κρατών». Επισημαίνει ακόμα ότι για να απελευθερωθεί η Παλαιστίνη ο αγώνας πρέπει να ξεφύγει από τα γεωγραφικά όριά της, να δεθεί με τα κινήματα στον υπόλοιπο Αραβικό κόσμο, όπως έγινε με τα κινήματα της «Αραβικής Άνοιξης» παρόλο που έμειναν στη μέση του δρόμου. Για τους Κούρδους θυμίζει πως έχουν πέσει πολλές φορές στην παγίδα να θεωρήσουν κάποιον ιμπεριαλιστή ως σύμμαχό τους (κυρίως οι Κούρδοι του Ιράκ).
Συνολικά το βιβλίο υποστηρίζει ότι η λύση για όλη την περιοχή μπορεί να έρθει από τα κάτω, από το «αραβικό πεζοδρόμιο». Με αναγκαίο το δυνάμωμα της αριστεράς, με πρωταγωνίστρια την αραβική εργατική τάξη και με σύμμαχο το αντιπολεμικό κίνημα στη Δύση.
Διαβάστε το βιβλίο, είναι πολύτιμο όπλο για όλους όσους παλεύουμε ενάντια στον πόλεμο και τον ιμπεριαλισμό. Δίνει την πραγματική εικόνα των λαών που μάχονται για να αλλάξουν την ιστορία της Μέσης Ανατολής, από πεδίο ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών σε μια περιοχή όπου θα επικρατεί η ειρήνη και η αλληλεγγύη.