Άρθρο
Συνέντευξη με την Βανίνα Τζουντιτσελί μέλος του NPA στη Γαλλία: Η Γαλλία σε “Κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης”

Οι αντιστάσεις απέναντι στην κήρυξη της κατάστασης έκτακτης ανάγκης έχουν αρχίσει. Ποιες μορφές παίρνουν και από πού προέρχονται;

Μόνο 6 βουλευτές ψήφισαν ενάντια στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης (όλοι οι βουλευτές του Μετώπου της Αριστεράς ψήφισαν υπέρ!), αυτό δίνει μια εικόνα για το κλίμα που επικράτησε στα ΜΜΕ και στα κόμματα μετά τις επιθέσεις της 13ης Νοέμβρη.

Η κυβέρνηση ζήτησε από τον κόσμο να μπει σε περισυλλογή και ότι θα έπρεπε μέσα σ’ αυτή την περίοδο να συσπειρωθούμε για την υπεράσπιση των αξιών μας. Κήρυξε τρεις μέρες εθνικού πένθους, παντού ένα λεπτό σιγής και την προτροπή στον κόσμο να βάλουν τη σημαία στα παράθυρά τους. Όμως για ποιες αξίες μιλάμε όταν η άκρα δεξιά εμφανίστηκε σε πολλές συγκεντρώσεις τιμής στα θύματα με πανό και συνθήματα ενάντια στους μετανάστες και τους μουσουλμάνους, όταν οι ρατσιστικές επιθέσεις πολλαπλασιάζονται, όταν η κυβέρνηση και τα αφεντικά συνεχίζουν τις επιθέσεις ενάντια στους μισθωτούς και τους καταπιεσμένους; Το ίδιο το βράδυ των επιθέσεων, ο Ολάντ ανακοίνωσε σε δημόσια ομιλία δυο μέτρα: την κατάσταση έκτακτης ανάγκης και το κλείσιμο των συνόρων. 24 ώρες μετά, έπαιρνε την απόφαση για βομβαρδισμό της Συρίας.

Εμείς απαντήσαμε ότι αυτή η πίεση ενάντια σε κάθε κινητοποίηση ήταν στην πραγματικότητα η πολιτική αξιοποίηση των επιθέσεων του ISIS, και έπρεπε να αντιπαραθέσουμε άλλες πολιτικές προτάσεις. Αλλιώς το Εθνικό Μέτωπο θα κέρδιζε από αυτή την καταστροφική πολιτική.

Στην πραγματικότητα η συζήτηση δεν ήταν τόσο δύσκολη όσο μετά τις επιθέσεις του Γενάρη ενάντια στο Charlie Hebdo και το εβραϊκό σουπερμάρκετ. Τότε όπως σήμερα, σοκαριστήκαμε από τη βαρβαρότητα αυτών των πράξεων. Αλλά πριν 10 μήνες ήταν πολύ δύσκολο να πει κανείς «δεν είμαι Charlie» όταν ήσουνα ενάντια στην εθνική ενότητα που ακολούθησε. 4 εκ. κόσμου διαδήλωσε τότε στις 11 Γενάρη μαζί με πολλούς αρχηγούς κρατών πίσω από τους Ολάντ, Βάλς και Σαρκοζί. Τώρα πολύς κόσμος φοβήθηκε αλλά και προβληματίστηκε.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν η αντίδραση των άλλων οργανώσεων. Είχαν προγραμματιστεί την επόμενη βδομάδα πολλές απεργίες στο δημόσιο (εφορίες, παιδεία και υγεία), ακυρώθηκαν όλες. Έπειτα, το Σάββατο 21 Νοέμβρη, λόγω της απαγόρευσης μιας διαδήλωσης για τα δικαιώματα των γυναικών, οι οργανώσεις αποφάσισαν επίσης να την ακυρώσουν.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο έπρεπε να γίνει στις 22 Νοέμβρη η ενωτική διαδήλωση αλληλεγγύης στους μετανάστες. Εκεί τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά, κυρίως γιατί μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο υπάρχουν ήδη αρκετά τοπικά δίκτυα αλληλεγγύης που δρούν εδώ και αρκετούς μήνες, αλλά και οι ίδιοι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες χωρίς χαρτιά προβάλανε δυο επιχειρήματα για να κρατήσουμε τη διαδήλωση: ότι αν αποδεχόμασταν την ακύρωση της διαδήλωσης, θα ήταν σημαντική ήττα για το σύνολο των κινητοποιήσεων, ιδιαίτερα αυτή για το κλίμα όπου αναμένονται δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές ενάντια στη σύνοδο κορυφής των αρχηγών κρατών για το κλίμα. Έπρεπε λοιπόν να σταλεί δυνατή απάντηση ανυπακοής. Και αυτό κάναμε! Παρόλη την αποχώρηση των περισσότερων οργανώσεων και τον φόβο πολλών ατόμων που τελικά δεν ήρθανε (κάτω από την απειλή των 6 μηνών φυλακής για όποιον θα διαδήλωνε), πολλές εκατοντάδες διαδήλωσαν με συνθήματα «αλληλεγγύη στους πρόσφυγες και μετανάστες» και «κατάσταση έκτακτης ανάγκης, αστυνομικό κράτος, δεν θα μας εμποδίζουν να διαδηλώνουμε!».

Την επόμενη βδομάδα, ενώ πολλές οργανώσεις αποφάσισαν πάλι να αποδεχτούν την απαγόρευση διαδηλώσεων, πολλές ομάδες της νεολαίας διαμαρτυρήθηκαν: κάποιοι δημοσίευσαν κάλεσμα στα ΜΜΕ για να διαδηλώσουν, άλλοι ανάγκασαν τους υπεύθυνους στα πανεπιστήμια να οργανώσουν πολιτικές συζητήσεις. Το αποτέλεσμα ήταν ότι χιλιάδες διαδήλωσαν στις 29 Νοέμβρη για «να αλλάξουμε το σύστημα, όχι το κλίμα»!

Είχαμε κι άλλους τρόπους αντίστασης στην κατάστασης έκτακτης ανάγκης: σε μια μεγάλη διαδήλωση στην Τουλούζη προς τιμήν των θυμάτων, εμφανίστηκαν ομάδες με πανό που κατηγορούσαν την κατάσταση έκτακτης ανάγκης και την στρατιωτική επέμβαση της Γαλλίας στη Συρία. Είχαμε ενωτική εκδήλωση από πολιτικές οργανώσεις που κατάγγελλαν την κατάσταση έκτακτης ανάγκης και τον πόλεμο και που μάζεψε περισσότερο κόσμο απ’ό,τι συνήθως. Εδώ και κάποιο καιρό, υπάρχουν πολλαπλά καλέσματα, κείμενα για υπογραφές, συναντήσεις, πρωτοβουλίες. Η πιο πετυχημένη ήταν η εκδήλωση «για μια πολιτική ειρήνης, δικαιοσύνης και αξιοπρέπειας» που οργάνωσαν τα δίκτυα ακτιβιστών στις λαϊκές γειτονιές και τους ακτιβιστές ενάντια στην ισλαμοφοβία: ήρθαν πάνω από 600 άτομα.

Γιατί υπάρχουν τόσο αντιφατικές αντιδράσεις;

Υπάρχει στη Γαλλία εδώ και κάποια χρόνια μια παράδοση ανυπακοής που υπάρχει μέσα στο κίνημα: πχ. είχαμε τους «ακτιβιστές θεριστές» ενάντια στα Γενετικά Τροποποιημένα Τρόφιμα, είχαμε εκπαιδευτικούς που αρνήθηκαν να καρφώνουν τους μαθητές χωρίς χαρτιά, χιλιάδες νέοι που αψήφησαν την απαγόρευση κυκλοφορίας όταν έγινε η εξέγερση στα προάστια το 2005, και προπάντως το περασμένο καλοκαίρι δεκάδες χιλιάδες άτομα που κατέβηκαν στους δρόμους του Παρισιού σε αλληλεγγύη με τον παλαιστινιακό λαό ενώ η κυβέρνηση είχε απαγορεύσει αυτές τις διαδηλώσεις. Η αυταρχική στροφή του κράτους μπορεί να του γυρίσει μπούμερανγκ γιατί ο κόσμος έχει την εμπειρία ότι οι άδικοι νόμοι δεν μπορούν να τηρούνται.

Γίνεται, όμως, αγώνας δρόμου. Η καταστολή είναι πολύ σκληρή και δεν πρέπει να την υποτιμήσουμε. Το Εθνικό Μέτωπο χάρηκε που ο Ολάντ εφάρμοσε κάποια μέτρα του προγράμματός του, όπως το τεκμήριο της αυτοάμυνας για την αστυνομία ή την αφαίρεση υπηκοότητας. Για πρώτη φορά είδαμε συναίνεση στη Βουλή απέναντι στο Σύμφωνο Δημοσιονομικής Σταθερότητας: όλη η Βουλή υποστήριξε την αύξηση των εξόδων της αστυνομίας και του στρατού επειδή η «συμφωνία για την ασφάλεια» είναι πιο σημαντική! Η κυβέρνηση προτείνει σήμερα να παρατείνει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης μετά τον Φλεβάρη και να μπουν στο σύνταγμα έκτακτα μέτρα. Από την αρχή της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, η αστυνομία προχώρησε σε πάνω από 2700 έρευνες σε σπίτια και 350 περιορισμούς κατ’οίκον. Αυτό αφορά κατά πλειοψηφία μουσουλμάνους (ή υποτιθέμενους μουσουλμάνους) με την υποψία της «ριζοσπαστικοποίησης» (προσέγγιση με τρομοκρατικές οργανώσεις), αλλά και πολλούς αγωνιστές. Η καταστολή παίρνει ισλαμοφοβικό τόνο άνευ προηγουμένου, πολλά άρθρα περιγράφουν την αυθαιρεσία των στόχων της αστυνομίας.

Τα γκάλοπ δείχνουν ότι η πλειοψηφία του κόσμου στηρίζει τα μέτρα για την ασφάλεια. Στην πραγματικότητα ένα μεγάλο μέρος του κόσμου δεν έγινε αντιδραστικό, αλλά δεν βλέπει διαφορετική λύση. Χρόνια νεοφιλελεύθερης πολιτικής και κατακερματισμού του εργατικού κινήματος δημιούργησαν μοιρολατρία μέσα σε ένα κομμάτι του κόσμου. Πρέπει να βρούμε τους τρόπους να απευθυνόμαστε σ’αυτούς και να τους πείσουμε ότι η καλύτερη δυνατή απάντηση είναι η συλλογική και πολιτική αντίσταση, αντικαπιταλιστική, αντιρατσιστική, αλληλέγγυα και διεθνιστική.

Όμως η συναίνεση που υπήρξε για την εφαρμογή αυτών των κατασταλτικών και ρατσιστικών μέτρων έστρωσε το δρόμο για το ιστορικό σκορ του Εθνικού Μετώπου, που πήρε 6, 8 εκ. ψήφους στις εκλογές της 13ης Δεκέμβρη.

Πώς συνδέονται η λιτότητα, η ισλαμοφοβία και οι στρατιωτικές επεμβάσεις στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή;

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Ολάντ επανεκλέχτηκε το 2012 κυρίως επειδή ο κόσμος δεν ήθελε πια τον Σαρκοζί! Ο κόσμος έχει απομακρυνθεί εδώ και καιρό από το Σοσιαλιστικό Κόμμα, έστω κι αν ακόμα το ψηφίζει. Στο οικονομικό επίπεδο, ο Ολάντ ήταν πάντα με τη συνέχιση των πολιτικών λιτότητας. Και λιγότερο από ένα χρόνο μετά την εκλογή του, ο Ολάντ αποφασίζει την στρατιωτική επέμβαση της Γαλλίας στο Μαλί. Σε σχέση με τον ρατσισμό, εμφανίστηκε στην αρχή λιγότερο αντιδραστικός από τον Σαρκοζί (πχ κατάργησε το Υπουργείο Εθνικής Ταυτότητας), αλλά γρήγορα, η πολιτική του Βαλς στο Υπουργείο Εσωτερικών πολλαπλασίασε τις επιθέσεις ενάντια στους μετανάστες, τους sans-papiers (χωρίς χαρτιά), τους μουσουλμάνους, τους Ρομά, τους κατοίκους των λαϊκών γειτονιών. Όταν πριν ένα χρόνο ο Ολάντ διορίζει τον Βαλς πρωθυπουργό, πρόκειται ήδη για την προώθηση μιας αυταρχικής και ρατσιστικής πολιτικής.

Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος εφαρμόζει από την αρχή μια πολιτική που στηρίζει απόλυτα τα συμφέροντα του MEDEF (γαλλικό ΣΕΒ), στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Από την κρίση του 2008, η Γαλλία έχει ποσοστό κέρδους κατώτερο του μεσαίου της ευρωζώνης, και η κυβέρνηση προσπαθεί από την αρχή να επαναφέρει την ανταγωνιστικότητα των γαλλικών επιχειρήσεων στη διεθνή σκηνή. Έτσι μπορούμε να καταλαβαίνουμε τη συνεκτική ουσία της πολιτικής αυτής της κυβέρνησης από τότε που ανέλαβε: διάλυση των εργατικών κεκτημένων (συνδικαλιστικά δικαιώματα, υπηρεσίες του δημοσίου) στο εσωτερικό, και διατήρηση ή διεύρυνση των ζώνων επιρροής πάνω σε περιοχές που αντιστοιχούν στα συμφέροντα του γαλλικού κεφαλαίου. Ο ίδιος «εχθρός», ένα μείγμα ανάμεσα σε μουσουλμάνους, ισλαμιστές και τρομοκράτες, χρησιμοποιείται στις δυο περιπτώσεις για να δικαιολογήσει αυτήν την πολιτική: βοηθάει στο να «ενώνει αυτό που θα έπρεπε να είναι διαιρεμένο» (οι εργαζόμενοι και τα αφεντικά), και να «διαιρεί αυτούς που θα έπρεπε να είναι ενωμένοι» (οι εργαζόμενοι μεταξύ τους, όποια και ναναι η καταγωγή τους ή η θρησκεία τους).

Αλλά τελικά, πολλές χώρες έχουν γνωρίσει ή γνωρίζουν παρόμοια προσαρμογή στη λογική των αγορών από τα λεγόμενα σοσιαλιστικά κόμματα. Αν στη Γαλλία βλέπουμε μια τέτοια κατρακύλα της πολιτικής του Ολάντ, είναι γιατί, αντίθετα με άλλες χώρες, η καταγγελία αυτής της πολιτικής ήταν πολύ αδύναμη από τα αριστερά, και πολύ δυνατή από δεξιά και προπάντως από την άκρα δεξιά. Αυτό που το συμβολίζει περισσότερο είναι η φάση στις αρχές του 2013 γύρω από το δικαίωμα να παντρεύονται τα ομόφυλα ζευγάρια. Είχαμε στη Γαλλία τότε τεράστιες αντιδραστικές διαδηλώσεις, αλλά πολύ λίγες κινητοποιήσεις για τη στήριξη του δικαιώματος αυτού. Το αποτέλεσμα είναι ότι, ενώ ψηφίστηκε ο νόμος, η κυβέρνηση έχει υποχωρήσει σε σχέση με τις αρχικές δεσμεύσεις της.

Λείπει στην πραγματικότητα στη Γαλλία ένας συνεπής πόλος που να μπορεί να συνδέει σε μόνιμη βάση τις μάχες ενάντια στη λιτότητα, τους αγώνες για την ισότητα των δικαιωμάτων για όλες και όλους, και τη διεθνή αλληλεγγύη (άρα ενάντια στις γαλλικές επεμβάσεις στο εξωτερικό). Τα δίκτυα των ακτιβιστών είναι πολύ διαφορετικά ανάλογα με τις μάχες, και συχνά σκορπισμένα γιατί καμιά συνδικαλιστική ή πολιτική οργάνωση δεν φαίνεται ως ένα πραγματικά αποτελεσματικό εργαλείο στην παρούσα φάση.

Ποια στάση είχε ο Ολάντ απέναντι στην αραβική Άνοιξη και τις αντεπαναστάσεις που την χτύπησαν; Υπάρχει μια συνέχεια στην ιμπεριαλιστική πολιτική του Σαρκοζί και πώς εκφράζεται; Πώς αυτή η εξέλιξη επηρεάζει την άνοδο του Εθνικού Μετώπου;

Μπορούμε να πούμε ότι όσον αφορά την αραβική Άνοιξη, η πολιτική του Ολάντ ήταν ίδια με του Σαρκοζί! Όταν το Γενάρη του 2011 ξεκίνησαν οι αραβικές επαναστάσεις με τη λαϊκή κινητοποίηση στην Τυνησία, είχαμε στη Βουλή διαξιφισμούς ανάμεσα στο ΣΚ και την UMP (δεξιά), ενώ στην ουσία και τα δύο κόμματα στήριξαν μέχρι την τελευταία στιγμή τη δικτατορία: το ΣΚ ανήκει στη Σοσιαλιστική Διεθνή που δεν διέγραψε το RCD, το κόμμα του Μπεν Αλί, παρά μόνο τρεις μέρες μετά την πτώση του, η UMP βρέθηκε εμπλεκόμενη σε σκάνδαλο αποστολής όπλων στη δικτατορία.

Παρόλ’ αυτά τα σκάνδαλα, το ΣΚ και η UMP κατάφεραν να αξιοποιήσουν τις στρατηγικές αντιπαραθέσεις που διαίρεσαν τους λαούς σ’ αυτές τις χώρες και στη δική μας. Προβάλανε αμέσως τις σφαγές που διαπράξανε οι δικτάτορες (στη Λιβύη ή στη Συρία) ή τον κίνδυνο των ισλαμιστών (στην Τυνησία ή στην Αίγυπτο) για να δικαιολογήσουν κάθε είδους επέμβαση. Συμφώνησαν μεταξύ τους και το 2011 για να επέμβουν στρατιωτικά στη Λιβύη (όπως επίσης και στο Μαλί το 2013). Όμως η απόσταση ανάμεσα στους λόγους που προβάλουν για να δικαιολογήσουν τις επεμβάσεις (τη δημοκρατία, τη βοήθεια στους λαούς) και την πραγματικότητα (τη στερέωση των συμφερόντων της Γαλλίας σ’ αυτές τις περιοχές), ξεπροβάλει αμέσως όταν ξέρουμε ότι ο Ολάντ προγραμμάτιζε εδώ και βδομάδες στρατιωτική επέμβαση στη Συρία. Πριν τις επιθέσεις στο Παρίσι, τη δικαιολογούσε με την ανάγκη να στηρίξουμε το λαό της Συρίας ενάντια στη δικτατορία και το ISIS, αλλά από τότε άλλαξε τελείως τα επιχειρήματα του και υποστηρίζει σήμερα την αναγκαιότητα μιας μεγάλης συμμαχίας με τον Πούτιν που στηρίζει ανοιχτά τον Άσαντ.

Μια μεγάλη μερίδα της αριστεράς δυστυχώς αποδέχτηκε πολλές φορές αυτά τα επιχειρήματα, πράγμα το οποίο αποδυναμώνει τρομερά το κίνημα αλληλεγγύης. Στη Βουλή το Μέτωπο της Αριστεράς ταλαντευόταν συνεχώς, και δεν έδωσε καμιά μάχη ενάντια σ’ αυτές τις πολεμικές επιθέσεις: συμφώνησε με την επέμβαση στη Λιβύη, έπειτα διαφώνησε με την παράταση της, απείχε σε σχέση με τον πόλεμο στο Μαλί, και πάλι απείχε στις 25 Νοέμβρη για την παράταση των βομβαρδισμών στη Συρία. Όπως το εξήγησα ήδη, η απουσία μιας σοβαρής πολιτικής μάχης ενάντια σε όλες τις δυναμικές που ενισχύουν τον εθνικισμό δεν μπορεί παρά να μας οδηγήσει στην καταστροφή την οποία παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια στη Γαλλία: την άνοδο του Εθνικού Μετώπου (στην οποία όμως μπορούμε να αντισταθούμε).

Τι έκανε η αριστερά απέναντι σ’ αυτά; Η στήριξη στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι μια έκπληξη ή είναι η συνέχεια μιας σειράς υποχωρήσεων (όπως το 2005 με τη μαντήλα, ή με το Charlie Hebdo);

Πιστεύω ότι έδωσα ήδη κάποιες απαντήσεις σ’ αυτό. Όμως η κρίση μέσα στο Μέτωπο της Αριστεράς που άνοιξε με την ψήφο του υπέρ της κατάστασης έκτακτης ανάγκης δεν έχει προηγούμενο. Τα αποτελέσματά του στις τελευταίες εκλογές είναι συνολικά χαμηλά. Πολλοί ακτιβιστές θεώρησαν σκανδαλώδη την ψήφο των βουλευτών του Μετώπου. Σήμερα οι συζητήσεις για τη στρατηγική έχουν ξαναρχίσει, κυρίως με τους αντικαπιταλιστές αγωνιστές που είχαν επιλέξει να μπουν στο Μέτωπο της Αριστεράς. Διαπερνούνται από δυο βασικά ερωτήματα. Το πρώτο έχει να κάνει με την ανάλυση της περιόδου: είμαστε σε περίοδο στροφής της κοινωνίας προς τα δεξιά και χειροτέρευσης του συσχετισμού δυνάμεων, ή υπάρχουν σημαντικά σημεία αντίστασης που θα έπρεπε να μας βοηθήσουν να αναλύσουμε την περίοδο μάλλον σαν περίοδο πόλωσης; Το δεύτερο, που δένεται με αυτή την ανάλυση, έχει να κάνει με τη σημασία που δίνεται στις εκλογές για το κτίσιμο μιας πολιτικής εναλλακτικής: πρέπει να ξεκινήσουμε από αυτά τα στοιχεία αντίστασης και να βρούμε τους τρόπους να τα απλώσουμε, ή οι εκλογές είναι κεντρικό ζήτημα για την αυτοπεποίθηση της δικής μας πλευράς;

Πώς συνεχίζουμε; Πώς στηρίζουμε τους μετανάστες και τους πρόσφυγες στο Παρίσι, στο Καλαί αλλά και σε όλη την Ευρώπη;

Κτίζεται ένα ενωτικό μέτωπο ενάντια στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης, το οποίο θα κάνει καμπάνια ενάντια στην παράταση των νόμων για την ασφάλεια. Είναι βασικό, μέσω αυτής της καμπάνιας, να καταφέρουμε να συσπειρώσουμε όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις, και γι’ αυτό πρέπει οπωσδήποτε να δυναμώσουμε τους δεσμούς με τις οργανώσεις που βρίσκονται στις λαϊκές γειτονιές και με τα δίκτυα ενάντια στην ισλαμοφοβία.

Έχει ξεκινήσει επίσης μέσα σε διάφορα δίκτυα η συζήτηση για το κτίσιμο ενός κινήματος ενάντια στις στρατιωτικές επεμβάσεις της Γαλλίας.

Λόγω των δυνάμεων μας και της γενικής πολιτικής κατάστασης, είναι πάρα πολύ σημαντικό να συνεχίσουμε και να απλώσουμε τις κινητοποιήσεις αλληλεγγύης με τους πρόσφυγες και τους sans-papiers. Αυτό έχει γίνει ένα από τα στοιχεία της πολιτικής κρίσης της άρχουσας τάξης σε ευρωπαϊκό επίπεδο: οι χιλιάδες μετανάστες που πεθαίνουν έξω από τις πόρτες της Ευρώπης-φρούριο, οι δεκάδες χιλιάδες των άλλων που επιβιώνουν μέσα σε απαράδεκτες συνθήκες, όπως στη ζούγκλα του Καλαί, αυτό αποκαλύπτει τη βαρβαρότητα του κόσμου μέσα στο οποίο ζούμε.

Όποιος δηλώνει την ανθρωπιά του μέσα από την άρνηση αυτής της πολιτικής φτάνει στην αμφισβήτηση των βάσεων του καπιταλιστικού συστήματος που δίνει τη δυνατότητα στο 1% των πιο πλούσιων να κρατάνε το 50% του παγκόσμιου πλούτου, ληστεύοντας τα πλούτη, στηρίζοντας τις δικτατορίες, επεμβαίνοντας στρατιωτικά στις περιοχές που εποφθαλμιούν όπως τη Μέση Ανατολή, καταστρέφοντας το οικοσύστημα. Και όποιος στρατεύεται στο κίνημα αλληλεγγύης στους μετανάστες μπαίνει στο δρόμο της λαχτάρας για ελευθερία και αξιοπρέπεια.

Προγραμματίζουμε στη Γαλλία άλλες διαδηλώσεις στήριξης στους πρόσφυγες. Θέλουμε να ξανακάνουμε γρήγορα την ίδια διαδήλωση όπως στις 22 Νοέμβρη, με ακόμα περισσότερο κόσμο. Και στηριζόμαστε επίσης στο πρόγραμμα που προτείνει η ΚΕΕΡΦΑ. Στις 23 Γενάρη οργανώνουμε ενωτική διαδήλωση στο Καλαί για να ανοίξουν τα σύνορα με τη Βρετανία και εδώ και δυο χρόνια ανταποκρινόμαστε στο κάλεσμα για αντιρατσιστικές και αντιφασιστικές διαδηλώσεις, που φέτος θα γίνουν στις 19 Μάρτη. Ο διεθνισμός μας δίνει και αυτό!.