Άρθρο
Γαλλικός ιμπεριαλισμός

Η μάχη της Αλγερίας

 

Ο Λέανδρος Μπόλαρης θυμίζει τις βαθιές ρίζες των Γαλλικών επεμβάσεων.

 

 

Μετά τις επιθέσεις της 13 Νοέμβρη ο Φρανσουά Ολάντ, δήλωσε από το βήμα της Εθνοσυνέλευσης ότι η Γαλλία βρίσκεται σε πόλεμο. Στην πραγματικότητα, η Γαλλία βρισκόταν «σε πόλεμο» πολύ πριν από αυτές τις επιθέσεις ή εκείνες του Γενάρη στο Charlie Hebdo. Με το πρόσχημα της καταπολέμησης της ισλαμικής τρομοκρατίας, ο γαλλικός ιμπεριαλισμός εντείνει την στρατιωτική παρουσία του και τις επεμβάσεις του σε ένα τεράστιο τόξο που ξεκινάει από την Δυτική Αφρική και καταλήγει στο Περσικό Κόλπο.

Το 2011 η Γαλλία, με πρόεδρο τον Σαρκοζί, πρωτοστάτησε στη δυτική επέμβαση στην Λιβύη. Στη συνέχεια ήρθε η επέμβαση στο Μαλί το 2013. Η «Επιχείρηση Barkhane» το 2014 έφερε γαλλικές στρατιωτικές μονάδες στο Μαλί, στη Μπουρκίνα Φάσο, στο Τσαντ,  στη Μαυριτανία και στον Νίγηρα. Τον Σεπτέμβρη του 2014 τα γαλλικά βομβαρδιστικά άρχισαν να πλήττουν στόχους στο Ιράκ. Από τότε έχουν πραγματοποιήσει περισσότερα από 200 πλήγματα. Η ναυαρχίδα του γαλλικού στόλου, το πυρηνοκίνητο αεροπλανοφόρο Σαρλ ντε Γκολ (το μοναδικό παγκοσμίως εκτός αμερικάνικου πολεμικού ναυτικού) βρίσκεται στον Περσικό Κόλπο για να τα συντονίζει. Τον Σεπτέμβρη του 2015 οι βομβαρδισμοί επεκτάθηκαν στην Συρία.1

«Η Γαλλία σκοπεύει να είναι παρούσα…»

Αυτή η εντατικοποίηση του «γαλλικού επεμβατισμού» έχει τις απαρχές της στην επαύριον της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ και των υπόλοιπων καθεστώτων του κρατικού καπιταλισμού στην Ανατολική Ευρώπη, το 1989-91. Ήταν και είναι ένα μέσο να διατηρήσει η Γαλλία «το στάτους της σε ένα ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον».2

Όπως θύμιζε μια παλιότερη ανάλυση: «Οι αβεβαιότητες της μετά τον Ψυχρό Πόλεμο εποχής βάρυναν ιδιαίτερα στους πολιτικούς και στρατιωτικούς υπολογισμούς των αρχών της δεκαετίας του ’90 καθώς η θέση και η σημασία της Γαλλίας στις παγκόσμιες υποθέσεις αμφισβητούταν όλο και περισσότερο. Αυτή η αμφισβήτηση εκφραζόταν με τον πιο έντονο συμβολικά τρόπο στο ζήτημα της μόνιμης θέσης της Γαλλίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, με ισχυρισμούς ότι οικονομικοί γίγαντες όπως η Ιαπωνία είχαν μεγαλύτερο δικαίωμα σε αυτή τη θέση από μια μεσαίου μεγέθους, αν και πυρηνική, δύναμη όπως η Γαλλία».3

Από τότε οι γαλλικές κυβερνήσεις πίνουν νερό στο όνομα του ΟΗΕ και της «διεθνούς νομιμότητας». Πολλοί στην Αριστερά έπαιρναν τοις μετρητοίς τέτοιες διακηρύξεις. Είτε θετικά, δίνοντας κάλυψη στις «ανθρωπιστικές» επεμβάσεις απέναντι σε γενοκτονικούς εθνικισμούς και αυταρχικά καθεστώτα (από την Ρουάντα μέχρι την πρώην Γιουγκοσλαβία). Είτε αρνητικά: ο ΟΗΕ όπως και άλλοι «υπερεθνικοί» οργανισμοί υποτίθεται ότι εκφράζανε μια νέα κατάσταση όπου τα κράτη και οι ανταγωνισμοί τους πήγαιναν στο περιθώριο και αυτό που αναδυόταν ήταν ένας κόσμος όπου μια υπερεθνική άρχουσα τάξη λεηλατούσε πόρους και ανθρώπινες ζωές. Το κοινό σημείο ήταν η εκτίμηση ότι η μαρξιστική ανάλυση για τον ιμπεριαλισμό ανήκε στο μουσείο.

Βέβαια, όπως επισημαίνει το ίδιο άρθρο «μια μυριάδα πιο χαμερπών πολιτικών υπολογισμών διαμόρφωναν την γαλλική πορεία». Το 1992 ο τότε πρωθυπουργός Μπερεγκοβουά είχε δηλώσει, με αφορμή την απόφαση του ΟΗΕ για επέμβαση στην Σομαλία ότι: «Η Γαλλία σκοπεύει να είναι παρούσα…». Όχι, για τα υψηλά ανθρωπιστικά ιδεώδη, αλλά για να κρατήσει με την στρατιωτική ισχύ της τη θέση που έχανε οικονομικά και να την διασφαλίσει σε ένα κόσμο που έμοιαζε να κυριαρχείται από μια μεγάλη υπερδύναμη. Ήταν ένα σύστημα διεθνών σχέσεων και ανταγωνισμών πολύ διαφορετικό από εκείνο που είχε επικρατήσει για περισσότερο από σαράντα χρόνια –από το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.

Περίοδοι του ιμπεριαλισμού

Εκατό χρόνια πριν ο Λένιν ανέλυε το «νεότατο στάδιο του καπιταλισμού»,4 τον ιμπεριαλισμό. Δεν κατασκεύαζε ένα υπεριστορικό σχήμα με μια λίστα από οικονομικά κριτήρια για το ποιο κράτος μπορεί να θεωρηθεί ιμπεριαλιστικό και ποιο όχι. Ο σκοπός του ήταν να αναλύσει τον καπιταλισμό της εποχής του για να βγάλει πολιτικά συμπεράσματα για την πάλη εναντίον του. Επέμενε ότι ο μιλιταρισμός, οι κούρσες των εξοπλισμών, το μοίρασμα του σε αποικίες και σφαίρες επιρροής, ήταν έκφραση του τυφλού ανταγωνισμού για το κέρδος που βρίσκεται στην καρδιά της λογικής του συστήματος.

Τα κεφάλαια είχαν γίνει τόσο μεγάλα είχαν απλωθεί διεθνώς, που πλέον χρειάζονταν την ενεργή ανάμειξη του κράτους και πάνω απ’ όλα την στρατιωτική του ισχύ για να επικρατήσουν στο μεταξύ τους ανταγωνισμό. Με τη σειρά της αυτή η στρατιωτική ισχύς εξαρτιόταν απόλυτα από το επίπεδο ανάπτυξης της βαριάς βιομηχανίας, των συγκοινωνιών (σιδηρόδρομοι για παράδειγμα). Το βιομηχανοποιημένο σφαγείο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ήταν αποτέλεσμα αυτών των ανταγωνισμών.

Ο Λένιν επικέντρωνε τα πυρά του στις απόψεις του Κάουτσκι, του γνωστότερου θεωρητικού της Δεύτερης Διεθνούς. Ο Κάουτσκι πίστευε ότι ο ιμπεριαλισμός είναι η πολιτική προσάρτησης αγροτικών περιοχών του πλανήτη από τα βιομηχανικά κράτη. Και πίστευε ότι οι άρχουσες τάξεις αυτών των χωρών μπορούν να φτάσουν σε μια αμοιβαία επικερδή συνεννόηση για το μοίρασμα του κόσμου, τον «υπεριμπεριαλισμό», χωρίς στρατιωτικούς ανταγωνισμούς και πολέμους.

Ο Λένιν υποστήριζε αντίθετα, ότι η περίοδος που άνοιγε θα χαρακτηριζόταν από την όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, είτε έπαιρναν «ειρηνική» ή πολεμική μορφή. Γιατί ο συσχετισμός οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης που είχαν αποτέλεσμα μια μοιρασιά δεν μένει σταθερός αντίθετα αλλάζει οδηγώντας στην ανάγκη για «ξαναμοίρασμα» όχι μόνο αγροτικών περιοχών αλλά και «των πιο βιομηχανικών». Επισημαίνει επίσης κάτι που θυμίζει τους σημερινούς ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς. Το «άρπαγμα εδαφών» δεν το έκαναν οι Μεγάλες Δυνάμεις «τόσο για τον εαυτό τους, όσο για την εξασθένιση του αντιπάλου και την υπόσκαψη της ηγεμονίας του (για την Γερμανία, το Βέλγιο έχει ιδιαίτερη σημασία σαν σημείο στήριξης ενάντια στην Αγγλία. Για την Αγγλία, η Βαγδάτη, σαν σημείο στήριξης ενάντια στη Γερμανία κλπ)».5

Αυτός που επιβεβαιώθηκε στα χρόνια που ακολούθησαν ήταν ο Λένιν (και ο Μπουχάριν) κι όχι ο Κάουτσκι. Η ειρήνη αποδείχτηκε ένα διάλειμμα, κατά το οποίο οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί άρχισαν να οξύνονται, ιδιαίτερα μετά το ξέσπασμα της κρίσης το 1929 για να φτάσουν στο νέο καταστροφικό παροξυσμό του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.

Όμως, από το 1945 και μετά η εικόνα άρχισε να αλλάζει. Οι στρατιωτικοί ανταγωνισμοί ανάμεσα στις παλιές Μεγάλες Δυνάμεις κόπασαν. Οι αποικίες γίνονταν η μια μετά την άλλη ανεξάρτητα κράτη. Αυτό που κυριαρχούσε ήταν ο Ψυχρός Πόλεμος, ανάμεσα σε δυο αντίπαλα στρατιωτικο-οικονομικά μπλοκ, με επικεφαλής τις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ. Και όπως έχει εξηγήσει ο Κρις Χάρμαν, αυτή την αλλαγή:

«Την συνόδευσε και κάτι αναπάντεχο με βάση τις θεωρίες του Λένιν και του Μπουχάριν για τον ιμπεριαλισμό. Από τη στιγμή που απαλλάχτηκαν από τις αποικίες τους, κάθε δυτική οικονομία συμμετείχε σε μια οικονομική άνθιση που διήρκεσε περισσότερο από ένα τέταρτο του αιώνα… Στην πραγματικότητα, η κινητήριος δύναμη αυτής της άνθισης ήταν ακριβώς ο ψυχροπολεμικός ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός ανάμεσα στις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ, με τις τεράστιες εξοπλιστικές δαπάνες τους. Αντί να δημιουργηθεί ένα ‘περίσσευμα’ κεφαλαίου στις ανεπτυγμένες χώρες, εμφανίστηκε έλλειψη, και οι εξαγωγές κεφαλαίων έμειναν στα πολύ χαμηλά επίπεδα που είχαν πέσει στην κρίση της δεκαετίας του ‘30».6

Αυτή η μετάβαση από τον «κλασσικό» ιμπεριαλισμό στον ιμπεριαλισμό του Ψυχρού Πολέμου δεν έγινε αυτόματα και ομαλά. Η Βρετανία και η Ολλανδία προσπάθησαν μέχρι τη δεκαετία του ’50 να κρατήσουν τις αποικιακές αυτοκρατορίες τους προκαλώντας ποταμούς αίματος από την Κένυα μέχρι την Ινδονησία. Το ίδιο έκανε και ο γαλλικός ιμπεριαλισμός.

Από την Γαλλική Ινδοκίνα…

Τα σημερινά Βιετνάμ,7 Λάος και Καμπότζη ήταν από το τέλος του 19ου αιώνα γαλλικές αποικίες ή προτεκτοράτα. Το Τονκίν, το σημερινό βόρειο Βιετνάμ, ήταν η καρδιά της γαλλικής «παρουσίας» στη Απω Ανατολή. Ο γαλλικός ιμπεριαλισμός υποστήριζε ότι εκτελούσε μια «εκπολιτιστική αποστολή» (mission civilisatrice) εκεί, όπως σε όλες τις κτήσεις του. Στην πραγματικότητα, προωθούσε τις φιλοδοξίες και τα συμφέροντά του με κόστος το αίμα και τον ιδρώτα των ντόπιων αγροτών και εργατών.

Η κατασκευή του σιδηροδρόμου Χαϊφόνκ-Κουμέι στην πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα συμπυκνώνει τη λογική των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών εκείνης της εποχής. Ένα τεράστιο έργο, σχεδόν 1.000 χιλιομέτρων, ένωσε το μεγάλο λιμάνι του βορείου Βιετνάμ με την πρωτεύουσα της επαρχίας Γιουνάν στην Κίνα. Το έργο είχε την ενθουσιώδη υποστήριξη του «αποικιακού λόμπι» στην Γαλλική Εθνοσυνέλευση. Υποτίθεται ότι θα άνοιγε την κινέζικη αγορά στα γαλλικά προϊόντα και θα δημιουργούσε ένα αντίπαλο δέος στο ρόλο του Χονγκ-Κονγκ, της βρετανικής αποικίας.

Την ίδια υποστήριξη είχε και από την Comité des Forges, το σύνδεσμο βαριάς βιομηχανίας. Η επένδυση θα ήταν μια τονωτική ένεση μετά τις δυσκολίες της Μακράς Ύφεσης των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα και μια ανακούφιση από το ανταγωνισμό των μεγάλων αμερικάνικων καρτέλ (Κάρνεγκι-Ροκφέλερ) που διεκδικούσαν την πρωτιά στην αγορά χάλυβα.

Τελικά ο σιδηρόδρομος δεν δικαίωσε ούτε τις οικονομικές ούτε τις στρατιωτικές φιλοδοξίες του γαλλικού ιμπεριαλισμού. Αυτό δεν ήταν παρηγοριά για τους 24.000 «κούληδες» που πέθαναν από τις κακουχίες στη διάρκεια της κατασκευής του.8

To 1930 οι μισοί αγρότες στο βορρά και το κέντρο και το 75% στο νότο του Βιετνάμ ήταν άκληροι, εργάτες γης ή νοίκιαζαν από τους γαιοκτήμονες (Γάλλους και Βιετναμέζους).9 Η βαριά φορολογία, η καταναγκαστική εργασία στα ορυχεία, στη κατασκευή δρόμων, στις φυτείες καουτσούκ (το δεύτερο εξαγωγικό προϊόν μετά το ρύζι) είχε προκαλέσει κινήματα και τοπικές εξεγέρσεις, όπως το 1908 στο κεντρικό Βιετνάμ.

Το καλοκαίρι του 1940, η Ιαπωνία εισέβαλε στο βόρειο Βιετνάμ και μετά από σύντομες, αλλά σκληρότατες μάχες, η κυβέρνηση του Βισύ υπέγραψε μια συμφωνία με βάση την οποία τα στρατεύματά της εγκαταστάθηκαν σε όλη τη χώρα, αλλά η διοίκηση παρέμεινε στα χέρια των γαλλικών αποικιακών αρχών, που έπαιρναν εντολές από το Βισύ. Όταν τελικά η Ιαπωνία παραδόθηκε τον Σεπτέμβρη, η γαλλική κυβέρνηση δεν διέθετε επί τόπου δυνάμεις για να διεκδικήσει την αποικία της. Χρειάστηκε η συνδρομή των Βρετανών, με ένα εκστρατευτικό σώμα δέκα χιλιάδων ανδρών, για να επανακτήσουν τον έλεγχο της πρωτεύουσας Σαϊγκόν στο νότο.

Όμως, απέναντί τους πλέον είχαν το εθνικο-απελευθερωτικό κίνημα του Βιετνάμ, με επικεφαλής το ΚΚ Ινδοκίνας.10 Τον Σεπτέμβρη του 1945 ο Χο Τσι Μινχ είχε ανακηρύξει τη Δημοκρατία του Βιετνάμ και για τους επόμενους 18 μήνες αναζητούσε, στα διαλείμματα των συγκρούσεων, έναν συμβιβασμό με τους Γάλλους (και την εύνοια των Αμερικάνων).

O πόλεμος άρχισε τυπικά τον Νοέμβρη του 1946. Οι Γάλλοι στρατηγοί και γραφειοκράτες σύντομα ανακάλυψαν ότι μπορεί να κρατούν τις μεγάλες πόλεις και κάποιες κεντρικές αρτηρίες επικοινωνίες, αλλά η υπόλοιπη χώρα περνούσε στον έλεγχο των «βιετ-μινχ». Στα τέλη του 1949 ο Λαϊκός Στρατός του ΚΚ Κίνας και του Μάο είχε πλέον επικρατήσει στον εμφύλιο πόλεμο. Οι βιετ-μινχ άρχισαν να παίρνουν βοήθεια από το βορρά.

Για τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό χτύπησε ο συναγερμός. Η «Ασία» γινόταν «κόκκινη». Έτσι, από την άνοιξη του 1950, η κάνουλα της αμερικάνικης «βοήθειας» οικονομικής και στρατιωτικής, άνοιξε. Το 1950 η αμερικάνικη «βοήθεια» ήταν 100 εκατομμύρια δολάρια, το 1954 είχε φτάσει στο 1 δις, ίση δηλαδή με το 80% της γαλλικής πολεμικής προσπάθειας. Την ίδια χρονιά 100.000 τόνοι αμερικάνικων εφοδίων το μήνα κατέληγαν στο γαλλικό εκστρατευτικό σώμα στην Ινδοκίνα.11

Οι ΗΠΑ χρηματοδοτούσαν τον γαλλικό πόλεμο στο Βιετνάμ, αλλά δεν ήταν αυτές που είχαν το πάνω χέρι στη διεξαγωγή του τόσο στρατιωτικά, όσο, κυρίως, πολιτικά. Κατά τη γνώμη τους, ο πόλεμος της Γαλλίας θύμιζε πολύ «παλιά αποικιοκρατία», παρά τις προσπάθειες των γαλλικών κυβερνήσεων να πείσουν για το αντίθετο.

Η προσπάθεια των Γάλλων στρατηγών να πετύχουν μια αποφασιστική νίκη στην αναμέτρηση με τους βιετ-μινχ, είχε να κάνει πολύ και με τον ανταγωνισμό με τους Αμερικάνους «συμμάχους». Τον Απρίλη του 1954, υπό την αιγίδα και την παραίνεση των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ θα ξεκινούσε οι «ειρηνευτικές συνομιλίες» για την Ινδοκίνα στην Γενεύη. Η Γαλλία χρειαζόταν μια θεαματική νίκη. Το ίδιο όμως και οι Βιετμίνχ.

Το αποτέλεσμα ήταν η θρυλική μάχη του Ντιεν-Μπιε-Φου, μια κοιλάδα με το ομώνυμο χωριό στο κέντρο της, κοντά στα σύνορα με το Λάος. Οι γάλλοι αλεξιπτωτιστές την κατέλαβαν τον Νοέμβρη του 1953 και την οχύρωσαν. Στη συνέχεια η οχύρωση επεκτάθηκε και οι ενισχύσεις αυξήθηκαν. Η μάχη ξεκίνησε τον Μάρτη. Στις 7 Μάη η φρουρά του Ντιεν Μπιε Φου παραδόθηκε.

Η ήττα της Γαλλίας στο Ντιεν-Μπιε-Φου είχε τεράστιο αντίκτυπο. Ένας αποικιακός λαός, οι «κίτρινοι» που οι αποικιοκράτες θεωρούσαν ανίκανους για τίποτα πέρα από σκληρή δουλειά, είχαν ταπεινώσει μια μεγάλη στρατιωτική δύναμη.

…Στην Αλγερία

Για την Αλγερία ο αντίκτυπος ήταν άμεσος και δραματικός. Τον Νοέμβρη του 1954 το FLN, (Μέτωπο Εθνικής Απελευθέρωσης) πραγματοποίησε τις πρώτες επιθέσεις σε γαλλικούς στόχους. Ήταν η αρχή μιας αναμέτρησης που θα έφερνε μισό εκατομμύριο Γάλλους στρατιώτες στη χώρα –το μέτρο της επιστράτευσης των κληρωτών δεν είχε χρησιμοποιηθεί στον πόλεμο στην Ινδοκίνα. Κι ο αντίκτυπος ενός πολέμου που από την αρχή ήταν ιδιαίτερα βρόμικος, είχε δραματικές επιπτώσεις στο εσωτερικό της Γαλλίας.

Η Αλγερία, σε αντίθεση με την Ινδοκίνα, ήταν από τα μέσα του 19ου αιώνα επίσημα γαλλικό έδαφος, χωρισμένο σε (τρία) «διαμερίσματα», δηλαδή νομούς, ακριβώς όπως η μητροπολιτική Γαλλία. Με τη διαφορά ότι ο ντόπιος πληθυσμός έχασε τα δικαιώματα και τη γη του. Το 1936, μια χούφτα Γάλλων εποίκων κατείχε το 40% της γης.12 Χέρι-χέρι με τη φτώχεια πήγαινε ο ρατσισμός. Η Γαλλική Δημοκρατία υποτίθεται ότι ενσάρκωνε τα ιδανικά της «ελευθερίας, της ισότητας και της αδελφότητας». Όμως, οι μουσουλμάνοι της Αλγερίας ήταν μεν υπήκοοι αυτής της Δημοκρατίας αλλά όχι πολίτες της. Όχι μόνο δεν διέθεταν δικαίωμα ψήφου αλλά ο περίφημος Κώδικας που ίσχυε μέχρι το 1946 πρόβλεπε αμέτρητους μεγάλους και «μικρούς» περιορισμούς: μέχρι και για το προσκύνημα στη Μέκκα χρειαζόταν άδεια από τις «αρμόδιες αρχές».

Το FLN προσπάθησε να ισοφαρίσει την τεράστια υπεροπλία των αποικιοκρατών δίνοντάς τους μια γεύση του πολέμου κοντά τους. Το 1956-57, οι ευρωπαϊκές γειτονιές του Αλγερίου συγκλονίζονται από τις εκρήξεις βομβών και τις επιθέσεις των ειδικών ομάδων της «αυτόνομης ζώνης» του FLN στην πρωτεύουσα. Ο Ιταλός σκηνοθέτης Τζίλο Ποντεκόρβο έχει αποθανατίσει αυτή την σκληρή αναμέτρηση στο αριστούργημά του «Η Μάχη του Αλγερίου».

Στην Γαλλία αρχικά ο πόλεμος στην Αλγερία είχε πλατιά αποδοχή. Στις αρχές του 1956, η νεοεκλεγμένη κυβέρνηση με επικεφαλής τον σοσιαλιστή Γκι Μολέ ζήτησε από τη βουλή έκτακτες εξουσίες για να κερδίσει τον πόλεμο. Τον υποστήριξε ακόμα και η αντιπολίτευση, ακόμα και οι κομμουνιστές βουλευτές. Ο Μολέ παρουσίαζε τον πόλεμο ως αναμέτρηση της δημοκρατίας με την «τρομοκρατία» αλλά και των κοσμικών αρχών του «Διαφωτισμού» με το «αντιδραστικό ισλάμ».

Την πραγματικότητα του πολέμου την απέδιδε πολύ καλύτερα ένας λοχίας της Λεγεώνας των Ξένων σε ένα γράμμα του το 1957: «Αν κάποια μέρα γίνει μια νέα Δίκη της Νυρεμβέργης, θα κριθούμε όλοι ένοχοι. Κάθε μέρα κάνουμε ένα Οραντίρ»13 (μια αναφορά στο Oradour sur Glane, το χωριό στη νοτιοδυτική Γαλλία που ισοπέδωσαν τον Ιούνη του 1944 οι ναζί, σφάζοντας 642 κατοίκους).

Σουέζ: η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται και χάνει

Τον Ιούλη του 1956 ο Νάσερ της Αιγύπτου ανακοίνωσε σε μια τεράστια συγκέντρωση την εθνικοποίηση της Διώρυγας του Σουέζ. Με μια κίνηση από τα χέρια των Μεγάλων ιμπεριαλιστικών Δυνάμεων το σύμβολο αλλά και μια βασική οικονομική αρτηρία της ισχύος τους. Ο Νάσερ έγινε ο ήρωας του «αραβικού πεζοδρομίου». Το καθεστώς του ήταν, επίσης, και ο ισχυρότερος υποστηρικτής του FLN στην Αλγερία.

Τον Οκτώβρη του 1956 σε μια μυστική συνάντηση που έγινε στις Σέβρες, κοντά στο Παρίσι, οι εκπρόσωποι των κυβερνήσεων της Βρετανίας, της Γαλλίας και του Ισραήλ, κατέστρωσαν ένα σχέδιο για να ξεφορτωθούν τον Νάσερ. Στις 29 Οκτώβρη οι Ισραηλινοί μπήκαν στο Σινά. Ο αιγυπτιακός στρατός αντιστάθηκε, αλλού περισσότερο αλλού λιγότερο πετυχημένα. Στις 31 Οκτώβρη βρετανικά αεροπλάνα βομβάρδισαν το Κάιρο. Και έξι μέρες μετά, βρετανικά και γαλλικά στρατεύματα μπήκαν στο Πορτ Σάιντ -στην είσοδο της Διώρυγας. Οι Γάλλοι αλεξιπτωτιστές της 10ης Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας υπό τον στρατηγό Μασού θα γινόταν λίγους μήνες μετά «διάσημοι» για τα βασανιστήρια και τις «εξαφανίσεις υπόπτων» στη Μάχη του Αλγερίου.

Όμως, το καθεστώς του Νάσερ δεν συνθηκολόγησε ούτε κατέρρευσε. Επίσης, οι ΗΠΑ που δεν έτρεφαν καμιά συμπάθεια για τον Νάσερ, δεν είχαν καμιά διάθεση να στηρίξουν τις αποικιακές περιπέτειες της Γαλλίας και της Βρετανίας. Κατέθεσαν ένα ψήφισμα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ που απαιτούσε την άμεση κατάπαυση του πυρός. Η ΕΣΣΔ το στήριξε. Η Βρετανία και η Γαλλία το μπλόκαραν με το βέτο τους, αλλά το μήνυμα είχε σταλεί. Η αγγλική λίρα άρχισε να κατρακυλάει στις διεθνείς αγορές. Και μετά από λίγες μέρες οι Βρετανοί και οι Γάλλοι αποσύρθηκαν από το Σουέζ.

Μέχρι το 1956, το σιωνιστικό κράτος του Ισραήλ στηριζόταν στην βοήθεια της Βρετανίας και της Γαλλίας. Από αυτήν είχε προμηθευτεί τα μαχητικά Mystere που κάλυψαν την εισβολή στο Σινά. Από κει και πέρα οι ΗΠΑ πήραν την πρωτοκαθεδρία.

Κρίση

Η αποτυχία στο Σουέζ δεν σήμαινε το τέλος του πολέμου στην Αλγερία. Αντίθετα, η κυβέρνηση ντι Μολέ κλιμάκωσε τον πόλεμο. Όμως, την ίδια στιγμή η άρχουσα τάξη διχαζόταν για το ποια πρέπει να είναι η συνέχεια. Πόσο άξιζε η Αλγερία; Το 1956, ο Ρεημόν Καρτιέ, ο διευθυντής του γνωστού περιοδικού Paris Match έγραψε ένα άρθρο στο οποίο αναρωτιόταν: γιατί η κυβέρνηση ξοδεύει όλα αυτά τα κονδύλια σε αυτές τις υπεράκτιες περιοχές ενώ θα μπορούσε να τα ξοδέψει στη «μητρόπολη» για να εκσυγχρονίσει την οικονομία και να κάνει την Γαλλία πιο ανταγωνιστική;14

Αυτή η κρίση οδήγησε στην πτώση της 4ης Γαλλικής Δημοκρατίας.

Στις 13 Μάη του 1958 μια χούντα στρατηγών, με επικεφαλής τους στρατηγούς Μασού και Σαλάν (βετεράνοι της Ινδοκίνας και οι δυο) κατέλαβαν την εξουσία στο Αλγέρι και απαίτησαν το σχηματισμό «κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας» για να «μη χαθεί η Αλγερία». Ο Μασού τέλειωσε το ραδιοφωνικό μήνυμά του με το «Ζήτω ο Ντε Γκολ». Στη συνέχεια κατέλαβαν την Κορσική και ετοίμασαν σχέδια για την κατάληψη του Παρισιού.

Δεν χρειάστηκε να προχωρήσουν. Τον Ιούνη ο ντε Γκολ ανέλαβε τα ηνία της κυβέρνησης, έχοντας πάρει τη δέσμευση ότι θα κυβερνήσει έξι μήνες με διατάγματα και ότι το Σύνταγμα θα αλλάξει –δίνοντας μεγάλες υπερεξουσίες στον Πρόεδρο.

Το FLN δεν κατάφερε να νικήσει στρατιωτικά το γαλλικό στρατό. Υπήρχαν περίοδοι το 1959 και 1960 που έμοιαζε να έχει σβήσει ως στρατιωτική δύναμη στο εσωτερικό. Όμως, δεν έχασε τη μαζική υποστήριξή του, αντίθετα τη μεγάλωσε. Και ο γαλλικός στρατός ποτέ δεν κατάφερε να επικρατήσει οριστικά.

Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα, ο Ντε Γκολ άλλαξε στάση. «Σας κατανοώ» είχε πει στα εκστατικά πλήθη των εποίκων που τον χαιρετούσαν με το σύνθημα «Αλγερία γαλλική!» στην επίσκεψή του στο Αλγέρι. Όμως, η συνέχιση της οικονομικής αιμορραγίας και η διεθνής απομόνωση ήταν εμπόδια για την επίτευξη των κύριων στόχων του γαλλικού καπιταλισμού. Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις, η Αλγερία έγινε ανεξάρτητη με τις Συμφωνίες του Εβιάν τον Ιούλη του 1962. Ο αγώνας είχε κοστίσει τριακόσιες χιλιάδες νεκρούς.

Αυτοί που κυβερνούσαν τον γαλλικό ιμπεριαλισμό ανακάλυψαν ότι μπορούσαν να ζήσουν και χωρίς την Αλγερία. Το τέλος της αποικιοκρατίας σήμανε τη δυνατότητα να στραφεί στην Ευρώπη, στην οικοδόμηση αυτού που σήμερα είναι η Ε.Ε μαζί με την Γερμανία.

Στα παλιά λημέρια

O σημερινός, «πολυπολικός» ιμπεριαλισμός είναι με τη σειρά του διαφορετικός από της προηγούμενης φάσης. Από μια άποψη θυμίζει τον ιμπεριαλισμό των αρχών του 20ου αιώνα: «παγκοσμιοποίηση» αλλά και στρατιωτικο-πολιτικοί ανταγωνισμοί για την πρωτοκαθεδρία σε ολόκληρες περιοχές του πλανήτη. Προφανώς η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται κι αυτό ισχύει και για την ιστορία του ιμπεριαλισμού. Όμως, σήμερα βλέπουμε την ανάδυση στρατιωτικοπολιτικών ανταγωνισμών από τη Νότια Κινεζική Θάλασσα μέχρι την Ουκρανία και από κει στη Μέση Ανατολή και την Αφρική.

Ο γαλλικός ιμπεριαλισμός ποτέ δεν παραιτήθηκε από την προσπάθεια να ελέγξει περιοχές όπως η Δυτική Αφρική ακόμα και στις «σταθερές» μέρες του Ψυχρού Πολέμου από τη δεκαετία του ’60 μέχρι τη δεκαετία του ‘80. Σήμερα γυρίζει ξανά στα παλιά του λημέρια στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική. Είναι το ίδιο εγκληματικός, βάρβαρος και αντιδραστικός όπως ήταν όταν ισοπέδωνε χωριά στο Βιετνάμ και την Αλγερία ή δολοφονούσε Αλγερινούς στους δρόμους του Παρισιού.

Σημειώσεις

1. David A. Graham, “What Is France Doing in Syria?”, 15/11/2015, http://www.theatlantic.com/international/archive/2015/11/france-syria-iraq-isis/416013/

2. Jean Baptiste Jeangène, Olivier Schmitt, “Frogs of War: Explaining the new French military interventionism”, 14/10/2015, http://warontherocks.com/2015/10/frogs-of-war-explaining-the-new-french-military-interventionism/

3. Rachel Utley (1998) The new French interventionism, Civil Wars, 1:2, 83-103, DOI: 10.1080/13698249808402375

4. Το πιο γνωστό προϊόν αυτής της ανάλυσης είναι η μπροσούρα «Ιμπεριαλισμός Το Ανώτατο Στάδιο του Καπιταλισμού» που γράφτηκε στα μέσα του 1916 –αν και ο Λένιν στο κείμενό του χρησιμοποιεί το επίθετο «νεότατο», το πιο πρόσφατο στάδιο παρά το «ανώτατο».

5. Β. Ι Λένιν, «Ιμπεριαλισμός…», Σύγχρονη Εποχή 2009, σελ. 106.

6. Chris Harman, “Analysing Imperialism”, International Socialism 99 (Summer 2003), https://www.marxists.org/archive/harman/2003/xx/imperialism.htm Το κείμενο περιλαμβάνεται σαν επίμετρο στο Ν. Μπουχάριν, Ιμπεριαλισμός και Παγκόσμια Οικονομία, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο 2004.

7. Χωρισμένο σε τρεις επαρχίες: Τονκίν στο βορρά, Ανάμ στο κέντρο και Κοτσίντσάϊνα στο νότο.

8. Jean-François Rousseau, An imperial railway failure: the Indochina–Yunnan railway, 1898–1941, The Journal of Transport History, Volume 35, No. 1 (June 2014), http://wp.geog.mcgill.ca/seamassif/files/2014/09/rousseau_2014.pdf

9. Stanley Karnow, Vietnam: A History, The Viking Press 1983, σ.σ. 117—118.

10. Είχε ιδρυθεί το 1930 και παρά το όνομά του ήταν ουσιαστικά ένα βιετναμέζικο κόμμα με μια χούφτα μέλη στην Καμπότζη και ακόμα λιγότερα στο Λάος.

11. Spencer C Tucker, Vietnam, Routledge 1999, σ.σ. 57, 68.

12. Martin Evans, Algeria: France’s Undeclared War, Oxford 2012, Kindle Location 742.

13. Martin Evans, ο.π. Kindle Location 3267.

14. Evans, οπ, Kindle Location 3.773.