Άρθρο
O Mάης στην Ελλάδα

Εξώφυλλο του τευχους 58

Το σύνθημα του Γαλλικού Μάη “Τα θέλουμε όλα” δεν ανήκει στο παρελθόν. Οι φοιτητές μαζί με τα συνδικάτα αποφασίζουν από τώρα την συνέχεια, γράφει ο Νίκος Λούντος.

Το κίνημα των καταλήψεων που σάρωσε τα Πανεπιστήμια όλης της χώρας από το Μάη ήταν ένας πραγματικός οδοστρωτήρας. Οδοστρωτηρας γιατί τίποτα δεν είναι ίδιο μετά τις καταλήψεις, ούτε για τον κόσμο που παλεύει και νιώθει μια πρωτοφανή αυτοπεποίθηση, ούτε και για την κυβέρνηση που υπέστη μια καθαρή ήττα.

Αρκεί να δει κανείς την αμηχανία με την οποία αντιμετωπίστηκε από τα κοινοβουλευτικά κόμματα και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης το κίνημα των καταλήψεων για να καταλάβει πόσο εκρηκτικές ήταν οι εξελίξεις.

Οι εφημερίδες, ακόμη και της αντιπολίτευσης, άφησαν να περάσουν βδομάδες με γύρους συνελεύσεων που αποφάσιζαν καταλήψεις για να καταλάβουν ότι κάτι πέρα από τα συνηθισμένα συμβαίνει μέσα στις σχολές. Τα δελτία ειδήσεων δεν αφιέρωναν ούτε δευτερόλεπτο για τις φοιτητικές κινητοποιήσεις.

Η Μαριέττα Γιαννάκου είχε έτσι όλη την άνεση να μιλάει περί «μειοψηφιών» φοιτητών και καθηγητών που αντιτίθενται στις μεταρρυθμίσεις και υπερασπίζονται τα κεκτημένα τους.

Υπήρχε ένας καθοριστικός παράγοντας που τους έδινε την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να αγνοήσουν το κίνημα.

Η επίθεση που προετοίμαζε η Γιαννάκου στην δημόσια παιδεία με το νόμο-πλαίσιο αλλά και η αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος ήταν το τμήμα του κυβερνητικού προγράμματος της ΝΔ που είχε την πιο ανοιχτή συναίνεση από πλευράς ηγεσίας ΠΑΣΟΚ.

Οι «εκσυγχρονιστές» αρθρογράφοι είχαν γίνει οι πιο ανοιχτοί υπερασπιστές των «μεταρρυθμίσεων» και έκαναν κριτική στη Γιαννάκου ότι καθυστερεί και δεν είναι πολύ «τολμηρή».

Δίπλα σ' αυτή τη συναίνεση της συμφοράς, η στάση του ΚΚΕ έμοιαζε με την τελευταία δικλείδα ασφαλείας για την επιτυχία της Γιαννάκου. Η παράταξη του ΚΚΕ στα Πανεπιστήμια, η ΠΚΣ, τάχθηκε ενάντια στο κύμα καταλήψεων και τις πρώτες βδομάδες αποτελούσε τον κύριο πόλο συσπείρωσης του μπλοκ «αντι-κατάληψης».

Τα «κουκιά» λοιπόν ήταν μετρημένα. Οι φοιτητικές εκλογές είχαν γίνει ενάμισυ μήνα πριν το ξέσπασμα των καταλήψεων. Το άθροισμα ΔΑΠ και ΠΑΣΠ στα ΑΕΙ ήταν 66%. Η ΠΚΣ είχε πάρει 15,5%. Με απλή αριθμητική, αυτοί που αντιδρούσαν στην επίθεση Γιαννάκου με καταλήψεις ήταν όντως μειοψηφίες.

Κι όμως, ο κόσμος είχε πολύ περισσότερο μυαλό από αυτούς τους αναλυτές που έκαναν τέτοιου είδους λογαριασμούς. Στις 26 Μάρτη, λίγο μετά τη νίκη των φοιτητών στη Γαλλία, η Ελευθεροτυπία είχε δημοσιεύσει μια αποκαλυπτική δημοσκόπηση. Στην ερώτηση: «Θα έχουμε στο μέλλον στη χώρα μας μεγάλες κινητοποιήσεις της νεολαίας όπως στη Γαλλία;», το 72% είχε απαντήσει Ναι. Στην ερώτηση «Οι κινητοποιήσεις των γάλλων φοιτητών εκφράζουν κάτι παροδικό ή μια βαθειά κοινωνική κρίση», το 73,4% διάλεγε τη δεύτερη απάντηση.

Φαίνεται πως η κυβέρνηση, αλλά και η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και οι σύμβουλοί τους δεν είχαν πάρει το μάθημα από το γαλλικό Μάρτη. Χρειάστηκε να το πάρουν τελικά από πρώτο χέρι.

Ολοι οι δεδομένοι συσχετισμοί σαρώθηκαν. Ο μηχανισμός της ΔΑΠ, ένας μηχανισμός που στήνεται εδώ και δεκαετίες μέσα στα Πανεπιστήμια για να μπορεί να σπάει κινητοποιήσεις απέτυχε παταγωδώς. Η «ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, Πρώτη δύναμη», το καμάρι της δεξιάς από το 40% των εκλογών κατέληξε να διασύρεται μέσα στα γεμάτα αμφιθέατρα, παίρνοντας μερικές δεκάδες ψήφους, ανίκανη να κινητοποιήσει υποστηρικτές της για να έρθουν και να μπλοκάρουν τις κινητοποιήσεις. Μέσα σε λίγες βδομάδες, ήταν λες και επιστρέφαμε σε πολιτικούς συσχετισμούς μεταπολίτευσης όταν λεγόταν πως οι ΔΑΠίτες στα αμφιθέατρα ήταν λιγότεροι και από τα γιαούρτια που εισέπραταν. Ο Αντώνης Καρακούσης στα ΝΕΑ περιέγραψε ως εξής την ανατροπή του τελευταίου μήνα: «H εξάπλωση του κύματος καταλήψεων σοκάρισε τις κομματικές Νεολαίες, οι οποίες αναγκάστηκαν να ανασκευάσουν θέσεις και πολιτικές. Προκλήθηκαν συγκρούσεις στην KNE, η ΠΑΣΠ έφθασε να χαρακτηρίζει προσωπικές τις απόψεις του κ. Παπανδρέου για τα μη κρατικά Πανεπιστήμια και η ΔΑΠ έμεινε μόνη κι έρημη, με τους εκπροσώπους της να «τρώνε» γιαούρτια και αυγά χωρίς δεύτερη κουβέντα».

Αυτό που συνέβη στα αμφιθέατρα έκανε θρύψαλα ένα μύθο που χτιζόταν χρόνια. Ηταν μια από τις αγαπημένες καραμέλες κάθε δεξιού σχολιαστή αλλά και της απογοητευμένης Αριστεράς ότι οι νέοι έχουν γίνει συντηρητικοί. Δημοσκοπήσεις επί δημοσκοπήσεων που δείχνουν ότι οι νέοι εμπιστεύονται το στρατό, την εκκλησία και την οικογένεια έγιναν επανειλημένα πρωτοσέλιδα. Οι νέοι ήταν απολίτικοι, αδιάφοροι, συντηρητικοί, εγωιστές. Και ξαφνικά πλημμύρισαν κατά χιλιάδες τα αμφιθέατρα, προχώρησαν στις πιο πολιτικές συνελεύσεις της τελευταίας δεκαπενταετίας τουλάχιστον και αποφάσισαν μαζικά καταλήψεις και διαδηλώσεις.

Πώς όμως φτάσαμε σ' αυτή την κοσμογονική αλλαγή; Είναι αδύνατον να εξηγήσει κανείς όλη αυτή την ορμή μόνο με βάση το νόμο της Γιαννάκου. Η επίθεση της Γιαννάκου ήταν η αφορμή για να βγει στους δρόμους η ριζοσπαστικοποίηση που συσσωρεύεται στη νεολαία τα τελευταία χρόνια. Είναι μια ριζοσπαστικοποίηση που εκφράστηκε με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους.

Οι φοιτητές που σήμερα είναι πρωτοετείς και δευτεροετείς ήταν οι μαθητές που κατέβαιναν με τα σχολεία τους στα αντιπολεμικά συλλαλητήρια του 2003. Οι σημερινοί φοιτητές είναι οι νέοι που συμμετείχαν στο αντικαπιταλιστικό κίνημα από το 1999 και μετά, που κατέβηκαν στις διαδηλώσεις αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη που έφεραν την επιτυχία του 4ου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ.

Ο Μάης του 2006 ήταν ο μήνας στον οποίο το αντικαπιταλιστικό κίνημα μπήκε μαζικά μέσα στα αμφιθέατρα. Εσπασε ένα «άβατο» που χρόνια τώρα προσπαθούσε να κρατήσει από τη μια μεριά η ΔΑΠ και από την άλλη οι δυνάμεις της Αριστεράς οι οποίες τόνιζαν τον «ιδιαίτερο χαρακτήρα» του φοιτητικού χώρου.

Πίσω από το ξέσπασμα των καταλήψεων υπάρχει η χρεοκοπία του νεοφιλελευθερισμού. Η επίθεση Γιαννάκου είναι η προσπάθεια εφαρμογής της «νεοφιλελεύθερης συνταγής» στην Παιδεία. Από τη μια μεριά επίθεση στα δικαιώματα και περικοπές στις δημόσιες δαπάνες. Λιγότεροι φοιτητές, για λιγότερα χρόνια, χωρίς δωρεάν συγγράματα, χωρίς δωρεάν σίτιση και στέγαση. Οσο πιο φτωχός είσαι τόσο λιγότερες δυνατότητες έχεις για να σπουδάσεις. Από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο και από το Γυμνάσιο στο Λύκειο χιλιάδες παιδιά φτωχών οικογενειών πετιούνται έξω από την εκπαιδευτική διαδικασία μέσω των απανωτών εξετάσεων και της πίεσης προς τα ιδιωτικά φροντιστήρια. Από το Λύκειο προς το Πανεπιστήμιο στήνεται το μεγάλο φράγμα για να πετάξει τους περισσότερους απ' έξω. Η βάση του 10 που έχει ήδη περάσει, η απαγόρευση των μεταγραφών και ο περιορισμός των ετών σπουδών που προωθεί η Γιαννάκου είναι μέτρα που θέλουν να διώξουν ακόμη περισσότερους νέους εκτός δημόσιας παιδείας.

Από την άλλη, τα «φιλέτα» της ανώτατης εκπαίδευσης χαρίζονται στην αγορά. Είτε μέσα από τη συμμετοχή των εταιριών στα εκπαιδευτικά προγράμματα, ακόμη και καθορίζοντας προγράμματα σπουδών και μεταπτυχιακά. Είτε αρπάζοντας κερδοφόρα κομμάτια, όπως οι εκδόσεις και η σίτιση. Είτε με την ίδρυση ιδιωτικών «Πανεπιστημίων».

Αυτού του τύπου οι «λύσεις» όμως έχουν χάσει κάθε νομιμοποίηση στα μάτια της πλειοψηφίας του κόσμου. Οι φοιτητές των καταλήψεων είπαν καθαρά ότι «το σύστημά σας δε δουλεύει», μας βάζετε να ανταγωνιζόμαστε μεταξύ μας από το Δημοτικό μέχρι τις Πανελλαδικές, για να καταλήξουμε σε σχολές που δεν διαλέξαμε, για να παρακολουθήσουμε μαθήματα που δεν μας εκφράζουν, μέσα σε διαλυμένα ιδρύματα. Αναγκάζετε εμάς και τις οικογένειές μας να πληρώνουμε από την πρώτη δημοτικού μέχρι το πτυχίο δεκάδες χιλιάδες ευρώ στους ιδιώτες και όλα αυτά για να καταλήξουμε με έναν τίτλο που δεν μας διασφαλίζει τίποτα. Η πιο πιθανή μας κατάληξη είναι η ανεργία, ή μια δουλειά άσχετη με τις σπουδές μας με μισθό που δε φτάνει για να ζήσουμε. Και τώρα θέλετε να πάρετε πίσω ακόμη και αυτά τα λίγα δικαιώματα που έχουμε, να μας βάλετε να πληρώνουμε τα βιβλία μας, και να εξαρτάται η μόρφωσή μας από τα ανεβοκατεβάσματα των δεικτών του χρηματιστηρίου.

Αυτή η αντίληψη είναι πλειοψηφική. Στις 18 Ιούνη, δημοσκόπηση της Ελευθεροτυπίας έδειξε πως το 78,4% προτείνει ενίσχυση και εκσυγχρονισμό των Δημόσιων Πανεπιστημίων και όχι ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων.

Είναι ένας κόσμος που είδε τι σημαίνει «ιδιωτική πρωτοβουλία» στα νοσοκομεία: υπερκέρδη για τον Κοντομηνά και τον Αποστολόπουλο αλλά διάλυση για το ΕΣΥ. Είδε τι σημαίνει ιδιωτική ασφάλιση. Είδε τους ιδιώτες στη ναυτιλία να φέρνουν όχι μόνο αυξήσεις στα εισιτήρια αλλά και διάλυση της ακτοπλοϊας και σαπιοκάραβα-φέρετρα. Είδε τις μετοχές τύπου Enron από θησαυροί να γίνονται παλιόχαρτα. Είδε τις ιδιωτικές αεροπορικές εταιρίες να φέρνουν εγκλήματα τύπου Ηλιος. Βλέπει τους ιδιώτες να προσπαθούν να διαλύσουν τη ΔΕΗ και τον ΟΣΕ. Και δε θέλει τα Πανεπιστήμια να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο. Οπως δε θέλει να υπάρχουν άλλα νοσοκομεία για τους φτωχούς και άλλα για τους πλούσιους, δεν θέλει ιδιαίτερα Πανεπιστήμια για τους πλούσιους και λέει Οχι στους ιδιώτες.

Πριν από πέντε χρόνια, όταν γινόταν η διαδήλωση της Γένοβας, λίγοι έδωσαν την πρέπουσα σημασία στο 52% του κόσμου που δήλωνε πως στέκεται στο πλευρό των διαδηλωτών. Αυτό το 52% σήμερα έχει γίνει 60% που στις δημοσκοπήσεις στηρίζει τις καταλήψεις και καταγγέλει τη βία της αστυνομίας.

Δεν είναι λοιπόν μόνο η χρεοκοπία του συστήματος που έβγαλε τους φοιτητές στο δρόμο. Δεν είναι μόνο η απογοήτευση. Κυρίως είναι η ελπίδα γιατί έχει διαμορφωθεί ένα αντίπαλο δέος, κι αυτό είναι το αντικαπιταλιστικό κίνημα.

Πριν από κάποια χρόνια έπιανε ακόμα το επιχείρημα «Και τι άλλο έχετε να προτείνετε; Υπάρχει ο μονόδρομος της ιδιωτικοποίησης που προχωράει σε όλη την Ευρώπη και τον κόσμο». Σήμερα όλοι ξέρουν πως σε όλη την Ευρώπη, εργάτες και φοιτητές δίνουν μάχη ενάντια στη νεοφιλελεύθερη επίθεση. Οι συναντήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ έχουν προσπαθήσει να συντονίσουν αυτή την αντίσταση. Πόλεμο με την παιδεία της αγοράς δεν έχουν μόνο οι φοιτητές στην Ελλάδα. Ξέρουν ότι δίνουν την ίδια μάχη που δίνουν οι φοιτητές στην Αγγλία ενάντια στα δίδακτρα, οι φοιτητές στην Ιταλία ενάντια στις περικοπές. Τις ίδιες μέρες με τα ελληνικά πανεπιστήμια, εκατοντάδες χιλιάδες μαθητές στη Χιλή πλημμύριζαν τους δρόμους στην άλλη άκρη του κόσμου.

Η νίκη του Οχι στο δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα στη Γαλλία και την Ολλανδία πέρσι έδειξε σε ολόκληρο τον κόσμο ότι πλέον οι δυνάμεις που οργανώνουν τη νεοφιλελεύθερη επίθεση δεν «παίζουν μπάλα» μόνες τους. Στην καρδιά της Ευρώπης έχει επιστρέψει για τα καλά η Πολιτική.

Και πάνω απ' όλα υπήρχε το παράδειγμα του γαλλικού Μάρτη. Το σύνθημα «εδώ θα γίνει της Γαλλίας» ήρθε αμέσως στην Ελλάδα. Ο Μάρτης έδειξε ότι όχι μόνο μπορούμε να παλεύουμε αλλά μπορούμε και να νικάμε. Οι καταλήψεις και οι απεργίες στη Γαλλία ανάγκασαν τον ντε Βιλπέν να πάρει πίσω το νόμο CPE για την πρώτη απασχόληση, μια από τις κεντρικές επιλογές της δεξιάς κυβέρνησης της Γαλλίας.

Ο γαλλικός Μάρτης είχε γίνει εκτός των άλλων αφορμή και για συζήτηση σχετικά με την επικαιρότητα του Μάη του '68. Από μόνη της αυτή η συζήτηση είναι φοβερή εξέλιξη, αν σκεφτεί κανείς ότι ως τώρα η συνηθισμένη κουβέντα ήταν για το περιβόητο «τέλος της Μεταπολίτευσης». Τώρα η υποχώρηση της Γιαννάκου ξανανοίγει τη συζήτηση για το Μάη του '68 και την προοπτική του κινήματος. Οι καταλήψεις έγιναν για πολλές βδομάδες εργαστήρια πολιτικής συζήτησης για όλα τα θέματα από τα πιο απλά ως τα πιο στρατηγικά.

Μέχρι τώρα το ερώτημα «Και αν νικήσουμε τι θα γίνει;» έμπαινε με αρνητικό τρόπο, από την Αριστερά που δεν ήθελε να προχωρήσει σε δράση. Ενας ιδιότυπος ψευτο-αντικαπιταλισμός με κύριο εκφραστή την ΠΚΣ αλλά και τμήματα των ΕΑΑΚ έφερνε σαν επιχείρημα το ότι έτσι κι αλλιώς δεν μπορούμε να ανατρέψουμε τον καπιταλισμό οπότε δεν υπάρχει ανάγκη για κοινή δράση. Χρόνια τώρα οι συνελεύσεις αναλώνονταν σε κούφιες αντιπαραθέσεις πλαισίων που χάριζαν την πρωτοβουλία κινήσεων στη ΔΑΠ.

Οι καταλήψεις ανέτρεψαν αυτή την άσχημη παράδοση. Τώρα το ερώτημα για την προοπτική, για πρώτη φορά μετά τη Μεταπολίτευση ανοίγει στα ελληνικά Πανεπιστήμια με θετικό τρόπο. Προκύπτει οργανικά μέσα στον κόσμο που δίνει τη μάχη με τη Γιαννάκου.

Και η απάντηση που έρχεται από το Μάη του '68 είναι επίκαιρη: «Δε θέλουμε πολλά. Τα θέλουμε όλα». Η κυβέρνηση Καραμανλή έκανε ένα βήμα πίσω. Τώρα είναι η ευκαιρία να την πάρουμε στο κυνήγι. Οχι μόνο να πετάξει στα σκουπίδια το νόμο πλαίσιο αλλά να μην τολμήσει καμιά νεοφιλελεύθερη επίθεση όχι μόνο στην Παιδεία αλλά ούτε στο Ασφαλιστικό, ούτε στις εργασιακές σχέσεις, ούτε στις ΔΕΚΟ, ούτε πουθενά.

Για να το καταφέρουμε χρειαζόμαστε ένα ακόμη δίδαγμα από το Μάη του '68. Οτι ο αγώνας δεν πρέπει να μείνει μόνο «στα αδύναμα χέρια των φοιτητών» αλλά να περάσει στα «στιβαρά χέρια των εργατών». Οι φοιτητές στο Μάη του '68 αποτέλεσαν τον σπινθήρα. Ανάγκασαν τα συμβιβασμένα συνδικάτα να βγουν σε απεργίες συμπαράστασης. Και αυτές οι απεργίες έγιναν αφορμή για τους νέους εργάτες να φτιάξουν καινούργια συνδικάτα παντού, να οργανώσουν καταλήψεις σε όλα τα εργοστάσια και τους εργατικούς χώρους, εμπνευσμένοι από τους φοιτητές. Τότε ήταν που έπιασε πανικός την κυβέρνηση του ντε Γκολ.

Αυτό θα είναι η μεγαλύτερη νίκη του φοιτητικού κινήματος. Να καταφέρει μέσα από τη νίκη του να δώσει έμπνευση στην εργατική τάξη να δώσει νικηφόρες μάχες με την κυβέρνηση του Καραμανλή.

Σήμερα έχουμε ένα χαρακτηριστικό που μας φέρνει σε καλύτερη θέση από το Μάη του '68. Τότε οι επαναστατικές οργανώσεις μόλις έκαναν τα πρώτα τους βήματα. Είχαν μηδαμινή εμπειρία και ελάχιστη αξιοπιστία. Αντίθετα οι ρεφορμιστικές οργανώσεις, κυρίως το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας είχε το κύρος, αφού αναγκάστηκε να συμμετάσχει στην έκρηξη του Μάη, να κηρύξει την υποχώρηση για χάρη των εκλογών. Είχε την οργανωτική δύναμη να στείλει τα μέλη του να κλείσουν με το ζόρι τις καταλήψεις στα εργοστάσια.

Στο φετινό γύρο των καταλήψεων η ΠΚΣ έβλεπε ακόμη και μέλη της να περνάνε με το μπλοκ της κατάληψης, αδύναμη να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα με τη στάση της κατά των καταλήψεων. Η ΠΑΣΠ, πολλές φορές πιο αδύναμη, δεν τόλμησε να υπερασπιστεί την ταύτιση του Γιώργου Παπανδρέου με τα σχέδια της Γιαννάκου. Προτίμησε, και καλά έκανε, να ταχθεί με το ρεύμα των καταλήψεων, όμως δεν έκανε την παραμικρή προσπάθεια να οργανώσει και να συνεισφέρει στο κίνημα.

Οσοι συμμετείχαν στο κίνημα των καταλήψεων είδαν πόσο κρίσιμος παράγοντας είναι να υπάρχει μια Αριστερά αποφασισμένη να ξεπεράσει τους συμβιβασμούς, όχι μόνο στα λόγια αλλά και στην πράξη, οργανώνει για την επιτυχία των κινητοποιήσεων, παίρνει πρωτοβουλίες, δουλεύει ανοιχτά και ενωτικά, αλλά ταυτόχρονα ανοίγει την συζήτηση και την αντιπαράθεση. Η Πρωτοβουλία Γένοβα στις σχολές είναι ένα δίκτυο που έβαλε στόχο να παίξει αυτό το ρόλο από την αρχή, καλώντας σε «καταλήψεις σε όλες τις σχολές, στο δρόμο της Γαλλίας» ήδη από το Μάρτη. Ολοι παραδέχονται ότι τα κατάφερε σε βαθμό δυσανάλογο προς το μέγεθός της.

Οι μάχες συνεχίζονται και από το Σεπτέμβρη θα κλιμακωθούν. Δεν πρέπει να μείνουμε για πολύ με αυτή τη δυσαναλογία, όχι μόνο στις σχολές αλλά παντού. Ο Μάης του '68 έγινε αφορμή για να γεννηθεί η επαναστατική αριστερά. Το σημερινό κίνημα μπορεί και πρέπει να κάνει αυτή την αριστερά μαζική, γιατί την έχει ανάγκη.