Βιβλιοκριτική
Βιβλιοκριτική: Συλλογικό έργο. Eπιμέλεια: Χρήστος Λάσκος, Δημοσθένης Παπαδάτος - Αναγνωστόπουλος: Το ΟΧΙ που έγινε ΝΑΙ

Το “Όχι που έγινε Ναι” είναι μια συλλογή κειμένων γραμμένων από πρώην στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2012-2015. Το βιβλίο χωρίζεται σε τέσσερα κεφάλαια. Το πρώτο καλύπτει την περίοδο της πορείας του ΣΥΡΙΖΑ προς την εκλογική νίκη (2012-2014). Το δεύτερο τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, από τον Γενάρη ως το δημοψήφισμα. Το τρίτο τις ημέρες του Ιούλη του 2015, “από το θρίαμβο του δημοψηφίσματος στο πραξικόπημα των θεσμών”. Και το τέταρτο την περίοδο που άνοιξε με τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, τη δημιουργία της Λαϊκής Ενότητας και την επανεκλογή του Τσίπρα τον περασμένο Σεπτέμβρη.

Το βιβλίο προσπαθεί να δώσει απαντήσεις στο βασικό ερώτημα της εποχής: τι πήγε στραβά; Γιατί απέτυχε η κυβέρνηση της “πρώτη φορά αριστερά”; Πως έγινε το Όχι Ναι; Όπως γράφουν οι Χρήστος Λάσκος και Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος, οι επιμελητές της έκδοσης, στην εισαγωγή τους “ήταν άραγε η συστημική προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ κεραυνός εν αιθρία -ένα είδος επιβεβαίωσης ότι η εξουσία αντικειμενικά (δια)φθείρει; ... Η μήπως έχουν δίκιο αυτοί που κάνουν λόγο για προδοσία”;

Το πρώτο πράγμα που απορρίπτει το βιβλίο είναι η αφήγηση της ίδιας της κυβέρνησης: “τι άλλο μπορούσαν να κάνουν στις 12 Ιουλίου η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός μιας μικρής χώρας μπροστά στους ωμούς εκβιασμούς των δανειστών;” Το Τρίτο Μνημόνιο ήταν το μικρότερο κακό...

“Η θέση μας είναι ότι ούτε το κλείσιμο της 'αριστερής παρένθεσης' με την υπογραφή του Τρίτου Μνημονίου... ούτε πολύ περισσότερο η αποδοχή του ως πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, ερήμην του 61,3% ... είχαν οτιδήποτε το νομοτελειακό”.

“Την επαύριο του νικηφόρου δημοψηφίσματος η κυβέρνηση θα μπορούσε να είχε απευθυνθεί στην ελληνική κοινωνία παρουσιάζοντάς της την κατάσταση ως είχε - χωρίς εξιδανικεύσεις, εφησυχασμούς και δημαγωγίες... Θα μπορούσε να είχε παραιτηθεί, διασφαλίζοντας την ενότητα του ΣΥΡΙΖΑ, άρα και τις προϋποθέσεις επανόδου του χωρίς πλέον τις αυταπάτες ενός απλοϊκού αντιμνημονιακού κυβερνητισμού. Αντί για αυτό προτιμήθηκε η εξιδανίκευση της ήττας στη διαπραγμάτευση, η παραμονή στην εξουσία πάση θυσία ... η προσχώρηση τελικά σε έναν μνημονιακό κυβερνητισμό...”. (Λάσκος και Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος στην εισαγωγή).

Αυτό δεν σημαίνει ότι ασπάζονται την απλοϊκή θεωρία της προδοσίας. Κάθε άλλο. Αν υπάρχει κάτι που διαπερνάει όλα σχεδόν τα κείμενα είναι η πεποίθηση ότι τα προβλήματα δεν ξεκίνησαν ούτε στις 20 Φλεβάρη (με την πρώτη υποχώρηση της κυβέρνησης Τσίπρα απέναντι στην Τρόικα) ούτε στις 12 Ιούλη (με την υπογραφή του Τρίτου Μνημονίου). “Στην πραγματικότητα η μετάλλαξη έχει ξεκινήσει νωρίτερα, αν και με λιγότερο ορατό τρόπο. Έχει ρίζες στον τρόπο που δομήθηκε το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ...” (Πέτρος Σταύρου 24.8.2015).

“Αν έχει κάποια αξία η αναδρομή στο πως φτάσαμε στη συνθηκολόγηση της 12ης Ιουλίου, είναι ότι μας επιτρέπει να πάμε ένα βήμα παραπέρα απ' όλη αυτή τη σχεδιολογία που κατακλύζει το δημόσιο λόγο των αριστερών: να δούμε ότι το εκάστοτε 'σχέδιο' ρήξης πριν απ' όλα απαιτεί ένα υποκείμενο -αυτό που ο ΣΥΡΙΖΑ, ήδη από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν ανέλαβε να οικοδομήσει.” (Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος, 8.8.2015).

Ποιο ήταν λοιπόν το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ; Πρώτα και κύρια η έλλειψη εσωτερικής δημοκρατίας, σύμφωνα με τον ίδιο τον Χρήστο Λάσκο (22.8.2015):

“Δεν είναι λοιπόν αυτές οι εξηγήσεις (που επικαλείται η κυβέρνηση για την συνθηκολόγηση με τους δανειστές). Είναι πολλές άλλες. Αν κάτι, δε, τις διατρέχει είναι πως στη βάση τους εμφανίζεται πάντοτε ως σταθερά η παραβίαση της δημοκρατίας. Και ένα πολύ καλό παράδειγμα είχαμε πριν από δυο μόλις μέρες με την προκήρυξη των εκλογών. Δεν είναι μόνο πως τα κομματικά αγρόν ηγόραζον... Είναι, κυρίως, η απόλυτη και επιδεικτική περιφρόνηση του αρχηγικού κέντρου (απέναντι στις αποφάσεις των κομματικών οργάνων)...”.

Και το ίδιο συμπέρασμα επαναλαμβάνουν, σε διάφορους τόνους, όλα σχεδόν τα κείμενα του τρίτου και του τέταρτου (η περίοδος μετά τη 12 Ιούλη) μέρους του βιβλίου.

Η έλλειψη δημοκρατίας ήταν πράγματι ένα από τα προβλήματα του ΣΥΡΙΖΑ. Ο κόσμος έκφρασε μαζικά την αντίθεσή του στις προτάσεις της Τρόικας και με τη μαζική του συμμετοχή στα συλλαλητήρια για το Όχι και με το 61% στην κάλπη. Αλλά δεν είχε κανένα μηχανισμό για να ελέγξει στη συνέχεια πως θα χρησιμοποιούσε η κυβέρνησή “του” αυτό το Όχι.

Αλλά αυτό είναι ένα πρόβλημα που μόνο πρωτόγνωρο δεν είναι. Οι εργάτες της Χιλής δεν είχαν το 1973 κανένα μηχανισμό για εμποδίσουν την κυβέρνηση του Αλιέντε να παραδώσει τον έλεγχο του στρατού στον στρατηγό Πινοτσέτ (που χρησιμοποίησε στη συνέχεια τη δύναμή του για να οργανώσει πραξικόπημα, να ανατρέψει την κυβέρνηση και να δολοφονήσει τον Αλιέντε μαζί με δεκάδε χιλιάδες εργάτες). Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν (και είναι) από την αρχή ένα ρεφορμιστικό κόμμα: ένα κόμμα που πίστευε ότι θα μπορούσε να αξιοποιήσει το αστικό κράτος προς όφελος των “λαϊκών στρωμάτων”. Το αποτέλεσμα ήταν, όπως έχει συμβεί πάντα στην ιστορία, η συνθηκολόγηση και η καταστροφή.

Τι μπορεί να γίνει σήμερα; Ενιαία απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν έχει να προσφέρει το βιβλίο. Ο Ανδρέας Καρίτζης (22.12.2015) υποστηρίζει ότι “αντί να επικεντρωνόμαστε αποκλειστικά στην πολιτική εκπροσώπηση των λαϊκών τάξεων, πρέπει να συμβάλουμε στη διαμόρφωση αυτόνομων ανθεκτικών και δυναμικών δικτύων συνεταιριστικών παραγωγικών μονάδων”. Η μεθοδολογία της αριστεράς, γράφει στηριζόταν ως τώρα στην παραδοχή ότι οι “ελίτ δεσμεύεται από τους κανόνες της δημοκρατικής αντιπροσωπευτικής λειτουργίας... Εδώ και καιρό, όμως, οι ελίτ δεν δεσμεύονται από αυτούς τους κανόνες”. Το εύλογο ερώτημα, βέβαια, είναι πότε ακριβώς δεσμεύονταν;

Άλλοι πάλι πιστεύουν ότι η λύση είναι η δημιουργία ενός νέου ΣΥΡΙΖΑ -χωρίς όμως τις “δυσλειτουργίες” που τον οδήγησαν στη “μετάλλαξη”. “Στο ΣΥΡΙΖΑ υπήρχαν τρία, αν όχι τέσσερα κόμματα, με διαφορετική στρατηγική αντίληψη το καθένα, και στο τέλος έκανε ότι ήθελε η ηγετική ομάδα”. (Ηλίας Ιωακείμογλου, 17.10.2015). “Για αυτό νομίζω ότι αυτό που χρειαζόμαστε είναι η μορφή του μετώπου... Σε ένα μέτωπο, ένα αριστερό αντιμνημονιακό μέτωπο, δεν θα χρειαστεί να λύσουμε τα μεγάλα ζητήματα της στρατηγικής”.

Η απάντηση, όμως, βρίσκεται σε αντιδιαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση. Πρώτον οι εργάτες (και οι φτωχοί) δεν μπορούν να αλώσουν “από τα μέσα” τον καπιταλισμό, όπως έκανε η αστική τάξη την εποχή της φεουδαρχίας -όπως λέει ο Καρίτζης. Η απελευθέρωση της εργατικής τάξης ξεκινάει -δεν τελειώνει- με την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας. Δεύτερον η ταχτική δεν είναι ποτέ ανεξάρτητη από την στρατηγική. Δεν υπάρχουν διαφορετικές ταχτικές που υπακούν στον ίδιο στόχο: εξυπηρετούν διαφορετικούς στόχους.

Ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε για έναν πολύ απλό λόγο: γιατί η στρατηγική του “Σοσιαλισμού από τα πάνω” είναι αποτυχημένη. Και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει όσες οργανωτικές ή προγραμματικές “διορθώσεις” και αν κάνουμε. Αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι μια διαφορετική εκδοχή του ΣΥΡΙΖΑ αλλά μια δυνατή αντικαπιταλιστική αριστερά που θα μπορεί να στηρίζει τον πραγματικό πρωταγωνιστή της ιστορίας, το εργατικό κίνημα.