Το φθινόπωρο ξεκινάει με νέες δυσκολίες για τις κυρίαρχες τάξεις και νέες ευκαιρίες για την Αριστερά, υποστηρίζει η Μαρία Στύλλου.
Στις 16 Σεπτέμβρη συγκαλείται σύνοδος της Ε.Ε. στην Μπρατισλάβα. Η ατζέντα της συζήτησης είναι η αντιμετώπιση του Brexit, τι πρόταση και τι τακτική θα έχουν τα εναπομείναντα 27 μέλη της Ε.Ε. μετά την αποχώρηση της Βρετανίας. Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει ότι η απόφαση δεν είναι αποτέλεσμα «συμφωνίας κυρίων» αλλά η βροντώδης απόφαση του 52% στη Βρετανία ότι θέλουν να φύγουν από την Ε.Ε. Και κανένας από τους 27 δεν ξεχνάει ότι ενώ η πρωτοβουλία για το δημοψήφισμα ξεκίνησε από μερίδα των Τόρυδων και του UKIP, και τα δύο αυτά κόμματα έχουν μπει σε κρίση, ενώ η πρωτοβουλία έχει περάσει στον κόσμο που προσπαθεί και δίνει μάχες ώστε να μετατρέψει την οργή στις κάλπες σε δύναμη για τους εργατικούς αγώνες, για το αντιρατσιστικό κίνημα και για την αριστερά.
Είναι ενδεικτικό ότι μέσα σ’ αυτό το μικρό διάστημα που έχει περάσει από το δημοψήφισμα της 23 Ιούνη, έχει εμφανιστεί το κίνημα «Οι ζωές των Μαύρων μετράνε» (πρωτοβουλία που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ σαν αντίδραση στις απανωτές δολοφονίες των Μαύρων από την αστυνομία) που οργανώνει συγκεντρώσεις και συλλαλητήρια σε όλες τις πόλεις της Βρετανίας. Επίσης, με πρωτοβουλία κινήσεων και συνδικάτων που θέλουν να ξανακερδίσει ο Κόρμπιν την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος, οργανώνονται συγκεντρώσεις με χιλιάδες κόσμου από τον Βορρά μέχρι το Νότο της Αγγλίας και κόσμος μαζικά γράφεται μέλος στους Εργατικούς για να ψηφίσει στις εσωτερικές εκλογές που γίνονται τον Σεπτέμβρη.
Στην αρχή η απόφαση της δεξιάς μερίδας του Εργατικού Κόμματος ήταν ότι η κοινοβουλευτική ομάδα θα αποφασίσει για την καινούργια ηγεσία (αυτό γιατί έχουν την πλειοψηφία). Και επειδή υπήρξαν τεράστιες αντιδράσεις αναγκάστηκαν να δεχθούν ψηφοφορία των μελών, αλλά με τη βοήθεια και των δικαστηρίων προσπαθούν να απαγορεύσουν σ’ αυτούς που γράφτηκαν τους τελευταίους μήνες να ψηφίσουν. Όμως, παρόλα τα εμπόδια που βάζουν, φοβούνται ότι για δεύτερη φορά μπορεί να χάσουν την ψηφοφορία.
Η Μπρατισλάβα είναι πρωτεύουσα της Σλοβακίας, μιας από τα τέσσερα κράτη-μέλη της Ε.Ε. που έχουν στήσει την ομάδα Βίζενγκραντ. Ο πρωθυπουργός της, Ρόμπερτ Φίκο, μαζί με τον Βίκτορ Όρμπαν, πρωθυπουργό της Ουγγαρίας, τον Μίλος Ζέμαν, πρόεδρο της Τσεχίας και τον Γιάροσλαβ Καζίνσκι, πρόεδρο της Πολωνίας, έχουν πάρει τις πιο αντιδραστικές και ρατσιστικές θέσεις για το προσφυγικό – πέρσι πρωτοστάτησαν στο να κλείσουν τα σύνορα της Ευρώπης στους πρόσφυγες, και αρνήθηκαν οποιαδήποτε πρόταση για να μοιραστούν οι πρόσφυγες ανάμεσα στα κράτη μέλη. Ο Όρμπαν, αμέσως μετά την εμφάνιση του Τραμπ στις ΗΠΑ, τάχτηκε αναφανδόν με το μέρος του. Κομμάτι των ρατσιστικών επιχειρημάτων τους ενάντια στους πρόσφυγες είναι ότι οι μουσουλμάνοι καταπιέζουν τις γυναίκες. Ποιοι το λένε αυτό; Αυτοί που το σύμβολο της πολιτικής τους είναι πατρίς, θρησκεία, οικογένεια.
Η θέση τους για την Ε.Ε. είναι ότι πρέπει να στηριχτεί πιο πολύ στην «οικονομική συνεργασία» των κρατών μελών και να μην αναμειγνύεται στην εσωτερική πολιτική τους. Και οι τέσσερις αυτές χώρες μπήκαν στην Ε.Ε. το 2004, πριν 12 χρόνια, όταν οι προοπτικές έμοιαζαν ρόδινες και η ανάπτυξη μονόδρομος, αλλά τώρα τους ήρθε ο ταμπλάς στο κεφάλι. Η ομάδα των τεσσάρων του Βίζενγκραντ είναι ένα ακόμα παράδειγμα, μετά τον πάταγο του Brexit, για την κατάσταση που βρίσκεται η Ε.Ε., και τι ζητήματα έχει να αντιμετωπίσει η ηγεσία της και στη σύνοδο της Μπρατισλάβα και στη συνέχεια.
Η εικόνα που έρχεται από την άλλη μεριά του Ατλαντικού δεν είναι καλύτερη. Στο μεγάλο συμπόσιο της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (Federal Reserve – Ομοσπονδιακή Τράπεζα) που οργανώνεται κάθε Αύγουστο στο Τζάκσον Χοουλ (θέρετρο στο Ουαϊόμινγκ– αντίστοιχο με το Νταβός στην Ελβετία), το κλίμα ήταν πολύ μουντό. Το βασικό ερώτημα ήταν εάν θα προχωρήσουν σε νέα αύξηση των επιτοκίων (η προηγούμενη έγινε πέρσι τον Δεκέμβρη κατά ένα τέταρτο μονάδας – ανέβηκε από 0,25% στο 0,50%). Όμως, όπως κάθε χρόνο αλλά πολύ περισσότερο φέτος, η συζήτηση συγκεντρώθηκε εάν η Τράπεζα έχει τα εργαλεία να αντιμετωπίσει μια νέα οικονομική ύφεση.
Φέτος αυτή η συζήτηση ήταν πιο πιεστική, γιατί οι προβλέψεις ότι η οικονομία των ΗΠΑ θα μπει σε κάμψη μετά από μια περίοδο οικονομικής στασιμότητας παντού, έχει κάνει όλους να ανησυχούν. Η σύναξη της Fed έχει γίνει κάθε χρόνο το κέντρο του ενδιαφέροντος των μεγάλων τραπεζών, των πολυεθνικών και της ηγεσίας των διεθνών οργανισμών – του Δ.Ν.Τ., της Ε.Κ.Τ., αλλά και από την Ιαπωνία. Το τι συζητιέται εκεί μέσα και αποφασίζεται καθορίζει στη συνέχεια και όλους τους άλλους. Η συζήτηση έφτασε μέχρι το ερώτημα εάν μπορεί πια η νομισματική πολιτική και οι κεντρικές τράπεζες να σταματήσουν την ύφεση και την εξάπλωσή της στην παγκόσμια οικονομία, ή εάν χρειάζεται μεγαλύτερη παρέμβαση του κράτους και ενίσχυση της δημοσιονομικής πολιτικής. Από την Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας και της Ευρώπης μπήκε η πολιτική για αρνητικά επιτόκια και πόσο αυτά μπορούν να βοηθήσουν στο να γίνουν καινούργιες επενδύσεις.
Στο τέλος, προσπάθησε η πρόεδρος της Fed, Τζάνετ Γιέλεν, να διασκεδάσει το κλίμα με ένα μήνυμα αισιοδοξίας που κατέληγε «να αφήσουμε για αργότερα – πιθανόν τον Σεπτέμβρη, μετά τα επόμενα στοιχεία για την οικονομία και την απασχόληση – την απόφαση για ανέβασμα των επιτοκίων». Την επόμενη μέρα στα χρηματιστήρια ανέβηκε ελαφρά το δολάριο και έπεσαν οι μετοχές.
Οι κεντρικοί τραπεζίτες της Fed βρέθηκαν τις μέρες που συνεδρίαζαν, περικυκλωμένοι από διαδηλωτές που κρατούσαν πλακάτ και φώναζαν συνθήματα «αυξήσεις στα μεροκάματα μας, όχι στα επιτόκια σας», «πεινάμε και δεν σας αντέχουμε». Το όνομα της κίνησης που οργάνωσε τη διαδήλωση είναι «Fed Up», λογοπαίγνιο με το όνομα της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ και την έκφραση “Μπουχτίσαμε”. Δέκα τραπεζίτες αναγκάστηκαν να αφήσουν το χώρο που συνεδρίαζαν για να κάνουν συνάντηση με τους διαδηλωτές σε ένα κοντινό πάρκο. Η συζήτηση ήταν πολύ ζωηρή – οι απεσταλμένοι της Fed προσπάθησαν να τους πείσουν ότι ενδιαφέρονται για την οικονομική κατάσταση των φτωχών, αλλά δεν φάνηκε να έπεισαν κανέναν. Οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν και την επόμενη μέρα.
Πριν από την Μπρατισλάβα, στις 4-5 Σεπτέμβρη, γίνεται η συνάντηση των G20 στην Κίνα. Εκεί θα συμπληρωθεί ο κύκλος του αδιεξόδου. Στους G20 ξανά θα γίνει συζήτηση για τα μέτρα που χρειάζεται να πάρουν για την αντιμετώπιση της κρίσης όπου, όπως προβλέπει και ένας τραπεζίτης, πολλές από τις χώρες που συμμετέχουν θα υποστηρίξουν μέτρα που θα βάλουν περιορισμούς στο παγκόσμιο εμπόριο και στις συναλλαγές. «Υπάρχουν κίτρινα φωτάκια που ανάβουν διάφορες χώρες για το ελεύθερο εμπόριο», δήλωσε ο Αγκουστίν Κάρστενς, πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας του Μεξικού, που παρακολούθησε τη συνεδρίαση της Fed και τώρα ετοιμάζεται να πάρει μέρος στους G20 στην Κίνα. «Μπορεί η κατάσταση να μην έχει φτάσει στη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του ’30, τότε που ο «προστατευτισμός» έφτασε στο απόγειό του, αλλά υπάρχουν ήδη διάφοροι ηγέτες και επιχειρηματίες που αρχίζουν να καλοβλέπουν τέτοια μέτρα» συνέχισε. Με αντίθετη άποψη θα έρθει η Κίνα που είναι αυτή που φιλοξενεί τους G20. Στην κατάσταση που βρίσκεται η παγκόσμια οικονομία και με την εσωτερική οικονομία της Κίνας να αγκομαχάει καθώς η δική της αγορά έχει στομώσει, συνεχίζει να στηρίζεται στις εξαγωγές. Αυτό σημαίνει ότι οι G20 δεν θα καταλήξουν πουθενά, απλά θα είναι μια ακόμα διαπίστωση όχι μόνο του αδιεξόδου αλλά και των διαφωνιών και των καυγάδων που οξύνονται.
Πολιτικά αδιέξοδα
Οκτώ χρόνια από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και με προοπτική για διέξοδο και καλυτέρευση συνεχώς να μειώνεται, η πολιτική σύγκρουση και οι ανταγωνισμοί έχουν ανεβάσει το θερμόμετρο όχι μόνο στο διεθνές επίπεδο, αλλά και στο εσωτερικό της κάθε χώρας, ακόμα και στις μεγαλύτερες και κυρίαρχους καπιταλισμούς στον πλανήτη.
Οι ΗΠΑ πάνε για εκλογές τον Νοέμβρη με εξελίξεις που δύσκολα συγκρίνονται με οποιαδήποτε προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση, τουλάχιστον από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 και μετά. Πολλοί παρομοιάζουν τον Τραμπ με τον Μπάρυ Γκολντγουότερ, κυβερνήτη της Αριζόνα, και υποψήφιο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για την προεδρία το 1964. Ο Γκολντγουότερ ήταν ακροδεξιός σαν τον Τραμπ, κραυγαλέος αντικομμουνιστής, με επιθέσεις στους μαύρους και σε όποιους αντιδρούσαν στον πόλεμο στο Βιετνάμ. Η θέση του ήταν “όλοι στο μέτωπο” ακόμα και εάν γύριζαν σκοτωμένοι. Στις εκλογές δεν κατάφερε να πάρει πάνω από έξι πολιτείες προς τη μεριά του, απέναντι στον Τζόνσον, υποψήφιο των Δημοκρατικών, που κέρδισε με τεράστια διαφορά. Όμως το κοινό σημείο ανάμεσα στους δύο, τον Γκολντγουότερ και τον Τραμπ, δεν είναι πόσο δεξιοί είναι, αλλά πόσο εκφράζουν την απελπισία ενός κομματιού της κυρίαρχης τάξης που βλέπει ότι χάνει τον έλεγχο, αλλά από την άλλη δεν έχει και τον τρόπο για να κερδίσει.
Το 2017 γίνονται εκλογές στη Γαλλία και στη Γερμανία. Και στις δυο, οι κεντρικοί ηγέτες της Ε.Ε. κινδυνεύουν. Στη Γαλλία ο Ολάντ αμφισβητείται από μέσα από το κόμμα του και ταυτόχρονα έχει να αναμετρηθεί με τη δεξιά – ανοιχτό εάν υποψήφιός της θα είναι ο Σαρκοζί ή ο Ζυπέ – και με την ακροδεξιά – το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν. Στη Γερμανία φοβούνται τον κίνδυνο από το κόμμα AfD, «Εναλλακτική για τη Γερμανία», που έχει εξελιχτεί σε ακροδεξιό και που στηρίζει το μεγαλύτερο μέρος της καμπάνιας του στον ρατσισμό.
Όμως θα ήταν λάθος η εικόνα ότι τα παραδοσιακά κυβερνητικά κόμματα της κυρίαρχης τάξης και στις ΗΠΑ και στη Γαλλία και στη Γερμανία, και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, απλά αμφισβητούνται από την ακροδεξιά.
Στους Φαϊνάνσιαλ Τάϊμς, υπάρχει η παρατήρηση από έναν σχολιαστή ότι «σε όλη την Ευρώπη, οι σοσιαλδημοκράτες δεν έχουν ηττηθεί μόνο από την κεντροδεξιά, έχουν επίσης χάσει από τη δύναμη τους μέσα από την ανάπτυξη της λαϊκίστικης αριστεράς. Στη Βρετανία αυτό έχει φανεί μέσα από την προσπάθεια να πάρει αυτή η αριστερά κάτω από τον έλεγχό της δομές ενός παλιού κόμματος (σημείωση δική μου- εννοεί την εκλογή του Κόρμπιν στην ηγεσία του Εργατικού Κόμματος), ενώ στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης η λαϊκίστικη αριστερά έφτιαξε δικά της κόμματα. Και με τις δυο εκδοχές πάντως, το τελικό αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο: ακόμα και εκεί που η κεντροαριστερά έχει επιβιώσει, έχει ακρωτηριαστεί από δυνάμεις που βρίσκονται στα αριστερά της». (Στήβεν Μπους – ειδικός συνεργάτης στο New Statesman).
Δυο καταστροφικές συμφωνίες
Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, μια κυβέρνηση της αριστεράς με πρόσφατη λαϊκή εντολή και στηριγμένη πάνω στο κίνημα αλληλεγγύης στους πρόσφυγες και στην εργατική αντίσταση, θα μπορούσε να ανατρέψει όλα τα μνημόνια και να πετάξει στα άχρηστα τις συμφωνίες που υπέγραψε και αυτή και η προηγούμενη. Θα μπορούσε να ξεσηκώσει την εργατική τάξη και την αριστερά σε όλη την Ευρώπη διεκδικώντας άμεση διαγραφή των χρεών, κατάργηση όλων των περιορισμών και των όρων για τα ελλείμματα και να εφαρμόσει μέτρα άμεσης αποκατάστασης όλων όσων έχασε η εργατική τάξη από το πρώτο μνημόνιο μέχρι σήμερα.
Υπάρχει αυτή η δυνατότητα; Ο Αλέξης Τσίπρας και η κυβέρνησή του λέει πως όχι, γι' αυτό έχει φτάσει να υπογράψει και να εφαρμόζει πιστά το τρίτο μνημόνιο. Η δική μας απάντηση είναι ότι ναι, η δυνατότητα υπάρχει.
Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση Αντόνιο Κόστα στην Πορτογαλία έχει φτάσει να κινείται αριστερότερα από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Είναι κυβέρνηση του Σοσιαλιστικού κόμματος που στηρίζεται από το Μπλόκο της Αριστεράς και από το Κ.Κ. Και τα δύο αυτά κόμματα βρίσκονται στα αριστερά του σοσιαλιστικού κόμματος, δεν συμμετέχουν στην κυβέρνηση, αλλά συμφώνησαν να μην την ρίξουν εάν προχωρήσει σε «αντιμνημονιακά» μέτρα.
Κάτω απ’ αυτές τις πιέσεις και μετά το Brexit η κυβέρνηση της Πορτογαλίας αγνοώντας τον περιορισμό για το δημόσιο έλλειμμα, ανέβασε τον κατώτατο μισθό στα επίπεδα πριν από το μνημόνιο, καθιέρωσε 35ωρο και έκανε προσλήψεις στο δημόσιο. Στην αρχή υπήρξαν απειλές ότι η Κομισιόν θα τους επιβάλει ποινή, αλλά στο τέλος η ΕΕ πήγε πίσω. Δεν είναι τυχαίο ότι αναγκάστηκε το επιτελείο της Ε.Ε. να υποχωρήσει, όταν το Μπλόκο απείλησε ότι θα ζητήσει δημοψήφισμα με αίτημα την έξοδο από την Ε.Ε. όπως στη Βρετανία.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η Πορτογαλία έχει ξεμπλέξει από μνημόνια, μέτρα και έλεγχο πάνω στα ελλείμματα. Ο Σόιμπλε, όταν συμφώνησε να μην επιβληθεί ποινή στην Πορτογαλία (ο Τσακαλώτος δεν έπαιξε κανένα ρόλο) προχώρησε αμέσως στην απαίτηση για σκληρά μέτρα στον προϋπολογισμό του 2017. Από τον στενό κορσέ της λιτότητας που έχει επιβάλει το επιτελείο της Μέρκελ δεν απαλλάσσεσαι παρά μόνο με σύγκρουση και έξοδο.
Όμως ακόμα και τώρα το Brexit είναι μια τεράστια απειλή που όλοι φοβούνται την επανάληψη. Ενδεικτικό του φόβου και της ανησυχίας στα διευθυντήρια είναι η προετοιμασία για τη σύνοδο της Μπρατισλάβα. Μέρκελ, Ολάντ και Ρέντζι συναντήθηκαν σε αεροπλανοφόρο στα ανοιχτά της Νάπολης, για να συζητήσουν την ατζέντα και πώς θα αντιμετωπίσουν τις ανταρσίες και τους διαφωνούντες.
Είναι κοινό μυστικό πια, ότι η πολιτική των μνημονίων και της λιτότητας λειτουργεί στο να μεγαλώνει την ύφεση. Και αυτό ισχύει με το παραπάνω για την Ελλάδα, όχι μόνο για φέτος αλλά για όλη την επόμενη πενταετία καθώς η κατάσταση διεθνώς επιδεινώνεται. Οι δηλώσεις του Δραγασάκη περί “προϋποθέσεων πραγματικής ανάκαμψης” και του Τσακαλώτου για έξοδο στις αγορές το 2017, θυμίζουν την απόπειρα του Σαμαρά να βγει στις αγορές για προεκλογικούς λόγους το 2014, όπου την πρώτη φορά το δάνειο κόστισε ο κούκος αηδόνι ενώ στη δεύτερη απόπειρα το σταμάτησε στη μέση.
Με τα καινούργια στοιχεία που βγήκαν πρόσφατα διεθνώς για τον κόσμο που ζει στα χειρότερα επίπεδα φτώχειας (με 1,9 δολάριο την ημέρα) η κατάσταση είναι τραγική. Τα παραμύθια που έλεγαν κάποτε οι G8 ότι θα “κάνουν τη φτώχεια ιστορία” μόνο σαν κακόγουστο ανέκδοδτο μπορούμε να τα θυμόμαστε. Η αλήθεια είναι βέβαια ότι η φτώχεια έχει ανέβει και στην Ελλάδα, που είναι στους πρωταγωνιστές. Ιδιαίτερα στη νεολαία όπου τα ποσοστά φτάνουν στα ύψη.
Αλλά ακόμα και στους εργαζόμενους η κατάσταση έχει χειροτερέψει. Ένα μεγάλο κομμάτι των εργαζομένων πληρώνεται με μισθό κατώτερο του ανειδίκευτου εργάτη (το 38% ) ενώ το 58% παίρνει μηνιάτικο κάτω από 1000€. Ακόμη, όμως, και αυτούς τους χτυπημένους μισθούς τους συρρικνώνει η έμμεση φορολογία. Τα φορολογικά έσοδα που εισπράττει το κράτος προέρχονται κατά το 60% από την έμμεση και το υπόλοιπο από την άμεση φορολογία.
Η καινούργια εξέλιξη είναι ότι και οι εταιρίες έχουν τη δυνατότητα να επιβάλουν έξτρα φορολογία, ενδεικτικό το «τέλος» 13€ της Φραπόρτ στα περιφερειακά αεροδρόμια. Είναι ανοιχτό τι θα κάνει η Cosco στο λιμάνι του Πειραιά και τι θα γίνει με τα τιμολόγια του ηλεκτρικού και του νερού εάν γίνουν οι ιδιωτικοποιήσεις της ΔΕΗ και της ΕΥΔΑΠ. Η απεργία των εργαζομένων στον ΟΑΣΘ έδειξε τι σημαίνει ιδιωτικές συγκοινωνίες και στις συνθήκες για τους εργαζόμενους (μένουν απλήρωτοι) και στην τιμή του εισιτηρίου. Τα εισιτήρια των λεωφορείων στη Θεσσαλονίκη είναι ακριβότερα από τα λεωφορεία του ΟΑΣΑ στο λεκανοπέδιο (μέχρι να βάλουν χέρι οι ιδιώτες και σ' αυτά).
Στην πράξη, λοιπόν, η επιμονή της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα ότι θα πετύχει το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% όπως συμφώνησε με το τρίτο μνημόνιο σημαίνει ότι όχι μόνο χαραμίζει τις δυνατότητες για να σπάσει τη λιτότητα αλλά χειροτερεύει την κατάσταση της εργατικής τάξης.
Ένα δεύτερο μεγάλο ανοιχτό μέτωπο είναι να μείνει στα χαρτιά η συμφωνία της Ε.Ε. με την Τουρκία, να ανοίξουν τα σύνορα για τους πρόσφυγες, και να κατακτήσουμε για όλους δουλειές και κατοικία.
Το να πρωτοστατήσει μια κυβέρνηση της Αριστεράς σε μια τέτοια πρωτοβουλία πετυχαίνει τρεις στόχους ταυτόχρονα: κόβει το δρόμο από την ακροδεξιά και τους φασίστες και στην Ελλάδα και διεθνώς, στηρίζει και υποστηρίζει τους μαχητές της Συρίας και εμποδίζει τον Ερντογάν να προχωρήσει σε σφαγές των Κούρδων μαχητών. Οι δυνατότητες για μια τέτοια πρωτοβουλία είναι μεγαλύτερες από προηγούμενα. Το πραξικόπημα στην Τουρκία, η πολιορκία στο Χαλέπι και επίθεση του τουρκικού στρατού στις περιοχές των Κούρδων της Συρίας δεν μπορεί να αφήνει την αριστερά να κρατάει τα μάτια ερμητικά κλειστά.
Πριν μερικά χρόνια, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αντιπολίτευση, έστελνε αντιπροσωπείες στο Κομπάνι και η Αυγή είχε άρθρα για τις απελευθερωμένες ζώνες της Συρίας που ελέγχονται από τους Κούρδους και πρωτοστατούν οι γυναίκες. Τι έγινε, τα ξέχασε όλα; Γιατί; Για να εφαρμόζει μια συμφωνία Μέρκελ-Ερντογάν που πνίγει αυτόν τον κόσμο στα νερά του Αιγαίου, και αφήνει τα περιθώρια στην Τουρκία να βομβαρδίζει ανελέητα αυτές τις περιοχές;
Το δημοψήφισμα στη Βρετανία έβγαλε το Brexit, γιατί και εκεί όπως και σε όλη την Ευρώπη εκατομμύρια κόσμου απεχθάνονται την Ευρωπαϊκή Ένωση, σιχαίνονται τη λιτότητα και είναι αλληλέγγυοι στους πρόσφυγες. Πώς μπορεί μια αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα να μην πρωτοστατεί σ’ αυτή τη μάχη, αλλά αντίθετα να στηρίζει και να στηρίζεται στους πρωταγωνιστές της ισλαμοφοβίας, τον Ολάντ και τον Βαλς; Ακόμα και ένας από τους δυο υποψήφιους της δεξιάς για τις προεδρικές εκλογές στη Γαλλία δηλώνει αντίθετος με την πολιτική αποκλεισμού των μουσουλμάνων, προφανώς ύστερα από τις αντιδράσεις που ξεσήκωσε η απαγόρευση του μπουρκίνι.
Η ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας σε όλη την Ευρώπη βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην πρώτη γραμμή της ρατσιστικής επίθεσης. Ο Ζίγκαρ Γκάμπριελ, ηγέτης του SPD και αντιπρόεδρος στη γερμανική κυβέρνηση, κάνει κριτική στην Μέρκελ γιατί πέρσι άνοιξε τα σύνορα της Γερμανίας και δεν έβαλε περιορισμό στους πρόσφυγες που μπήκαν. Μετά απ’ αυτό, ποιος πραγματικά ανοίγει το δρόμο στο ρατσιστικό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία»; Τι νόημα έχει ο διάλογος που εγκαινίασε επίσημα ο Τσίπρας πηγαίνοντας στη συνάντηση του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος;
Η αλλαγή δεν πρόκειται να έρθει με τα σφιχταγκαλιάσματα με τη Σοσιαλδημοκρατία, ούτε με τη συνάντηση των “χωρών του νότου” που τους πιέζουν τα ελλείμματα. Το ζήτημα δεν είναι εάν έχουν κοινά προβλήματα, αλλά με ποιους δρόμους πάει ο καθένας να τα λύσει. Χτυπώντας το εργατικό κίνημα όπως κάνει ο Ολάντ, ο Ρέντσι και ο Ραχόι ή επιδιώκοντας συνεργασία και συντονισμό με τα εργατικά κινήματα, τα μαχητικά συνδικάτα και τη ριζοσπαστική αριστερά σε όλη την Ευρώπη.
Αυτό δεν θέλει να το κάνει ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ γιατί θα σημάνει σύγκρουση με την Ε.Ε., με ανοιχτή την προοπτική της αποχώρησης. Όμως η ευκαιρία που ανοίγει είναι μεγάλη και δεν πρέπει να τους αφήσουμε να την χαραμίσουν. Γι’ αυτό θα χρειαστεί να πρωτοστατήσει όλη η αριστερά που παλεύει ενάντια στην Ε.Ε. και το ευρώ, που διεκδικεί διαγραφή του χρέους και ανατροπή όλων των μνημονίων. Με πρώτη και καλύτερη την αριστερά που παλεύει για την αντικαπιταλιστική ανατροπή.