Εργατικά συμβούλια στη Βουδαπέστη αντιμετώπα με σοβιετικά τανκς! Ο Λέανδρος Μπόλαρης θυμίζει την ιστορική προσπάθεια των εργατών στην Ουγγαρία να δείξουν ότι σοσιαλισμός ερήμην της εργατικής τάξης δεν υπάρχει.
Στα τέλη του 1956 ένας Άγγλος δημοσιογράφος που είχε κάνει ρεπορτάζ για κάποιες μέρες στην επαναστατημένη Ουγγαρία, έγραφε για τα όργανα εξουσίας που είχαν ανθίσει πριν την τσακίσουν τα ρωσικά τανκς:
«Λόγω της αυθόρμητης γέννησής τους, της σύνθεσής τους, της αίσθησης ευθύνης, της αποτελεσματικής οργάνωσης στον εφοδιασμό και στην τήρηση της τάξης, της σοφίας με την οποία χειρίστηκαν τα ρωσικά στρατεύματα, και πολύ περισσότερο, λόγω της εντυπωσιακής ομοιότητας με τα συμβούλια των εργατών, αγροτών και φαντάρων στην Ρωσία των επαναστάσεων του 1905 και του Φλεβάρη του 1917, αυτές οι επιτροπές, το δίκτυο των οποίων απλώθηκε σε όλη την Ουγγαρία, ήταν ιδιαιτέρως ομοιογενείς. Ήταν ταυτόχρονα όργανα της εξέγερσης - η συσπείρωση αντιπροσώπων εκλεγμένων στα εργοστάσια και τα πανεπιστήμια, τα ορυχεία και τις στρατιωτικές μονάδες- και όργανα λαϊκής αυτοκυβέρνησης που εμπιστεύονταν ο ένοπλος λαός… η εμφάνιση σε ηγετικές θέσεις καθημερινών ανδρών, γυναικών και νέων που ήταν φιμωμένοι από την AVH[Αστυνομία Κρατικής Ασφάλειας]. Η επανάσταση τους έσπρωξε μπροστά, ξύπνησε την περηφάνια και την ανεκδήλωτη μέχρι τώρα ικανότητα οργάνωσης, τους έβαλε να δουλέψουν για το χτίσιμο μιας πραγματικής δημοκρατίας».1
O δημοσιογράφος ήταν ο Πίτερ Φράϊερ. Δεν ήταν κάποιος «τυχαίος». Μέλος της νεολαίας του ΚΚ και μετά του κόμματος, το 1947 απολύθηκε από την αστική εφημερίδα που δούλευε γιατί αρνήθηκε να αποκηρύξει τον κομμουνισμό. Το 1956 ήταν επί εννιά χρόνια δημοσιογράφος της Daily Worker, της εφημερίδας του κόμματος. Οι ανταποκρίσεις του από την Ουγγαρία πετσοκόβονταν και σύντομα πήγαν στο καλάθι των αχρήστων. Όμως, ο Φράϊερ δεν έμεινε σιωπηλός -τις αναδημοσίευσε σε ένα βιβλίο με τίτλο “Ουγγρική Τραγωδία” και σύντομα διαγράφτηκε από το κόμμα.
Η περίπτωση του Φράϊερ είναι ενδεικτική για το σοκ που προκάλεσε η Ουγγρική Επανάσταση και η καταστολή της στην Αριστερά διεθνώς. Χιλιάδες αγωνιστές/τριες των κομμουνιστικών κομμάτων ήρθαν σε ρήξη με τις ηγεσίες τους που στήριξαν την σφαγή της Επανάστασης. Ευρύτερα, η συζήτηση για το τι είναι τα καθεστώτα του ανατολικού μπλοκ άνοιξε για πρώτη φορά τόσο πλατιά στην Αριστερά και θα συνέχιζε να έμενε ανοιχτή.
Η επανάσταση ξεκινάει
Στις 12 Οκτώβρη ο Γιούρι Αντρόποφ, πρέσβης τότε της Ρωσίας στην Βουδαπέστη, ενημέρωνε με ένα εμπιστευτικό σημείωμα για το περιεχόμενο της συνομιλίας του με τον Έρνο Γκέρο, τον γραμματέα του ουγγρικού κόμματος. Ο Γκέρο ήταν «ανήσυχος» και εκτιμούσε ότι:
«η κύρια πηγή κινδύνου είναι ότι ενώ τρεις τέσσερις μήνες πριν μόνο η διανόηση έκφραζε τη δυσαρέσκειά της, τώρα το κλίμα της δυσαρέσκειας απλώνεται και στους εργάτες, για να μην αναφερθούμε στους αγρότες που βρίσκονται στα πρόθυρα της εξέγερσης.»2
Στις 23 Οκτώβρη έγινε μια διαδήλωση στη Βουδαπέστη για συμπαράσταση στη Πολωνία και στη «μεταρρυθμιστική» της ηγεσία. Η πρωτοβουλία είχε έρθει από τους κύκλους των μεταρρυθμιστών διανοούμενων και των φοιτητών που συμμετείχαν στον «κύκλο Πέτοφι».3 Στις δημόσιες συζητήσεις αντιπαραθέσεις που οργάνωνε έφταναν πλέον να συμμετέχουν χιλιάδες. Σε μια τέτοια «χαοτική» εκδήλωση στο πανεπιστήμιο είχε ριχτεί την προηγούμενη μέρα η πρόταση για τη διαδήλωση.
Αρχικά, το υπουργείο Εσωτερικών έδωσε άδεια για τη διαδήλωση. Μετά επικράτησε ο πανικός και η διαδήλωση απαγορεύτηκε. Όμως, όταν ο διοικητής της αστυνομίας εξήγησε ότι δεν διαθέτει επαρκείς δυνάμεις για την εφαρμογή της απαγόρευσης, η άδεια ξαναδόθηκε. Αυτές οι ταλαντεύσεις σε διάστημα λίγων ωρών έδειχναν ότι το καθεστώς έχανε τον έλεγχο.
Η διαδήλωση ήταν γιγάντια, οι μαρτυρίες μιλάνε για 200 χιλιάδες ανθρώπους στο δρόμο. Με τους φοιτητές που ξεκινούσαν από τις σχολές ενώνονταν εργάτες από τις εργατογειτονιές του νησιού Τσέσπελ στα νότια και της Ούπεστ (Νέα Πέστη) στα βόρεια. Ο Γκέρο απ’ το ραδιόφωνο απείλησε ότι η «εργατική τάξη θα υπερασπίσει με κάθε τρόπο τη λαϊκή δημοκρατία». Κι αυτές οι απειλές εκτοξεύονταν την στιγμή που η πραγματική εργατική τάξη διαδήλωνε στη Βουδαπέστη και στις άλλες μεγάλες πόλεις.
Ένα τεράστιο πλήθος κατευθύνθηκε στην πλατεία Ηρώων στην οποία δέσποζε ένας τεράστιος ανδριάντας του Στάλιν. Οι αρχικές απόπειρες να γκρεμιστεί ήταν άκαρπες μέχρι που κατέφτασε: «μια ομάδα εργατών με σκάλες, συρματόσχοινα και οξυγονοκολλήσεις και άρχισε να κόβει το άγαλμα στο ύψος των γονάτων. Τελικά έπεσε… Μέσα σε λίγες στιγμές το πλήθος άρχιζε να το κομματιάζει και να παίρνει κομμάτια σαν σουβενίρ. Μέσα σε κραυγές χαράς το κεφάλι σύρθηκε στους δρόμους μέχρι το Εθνικό Θέατρο. Τη νύχτα το μόνο που είχε απομείνει στο βάθρο ήταν οι μπρούτζινες μπότες του Στάλιν που έφταναν στο ύψος ενός ανθρώπου».4
Ταυτόχρονα, τα πλήθη που πολιορκούσαν το κτίριο της ραδιοφωνίας απαιτώντας να διαβαστεί το ψήφισμα της συγκέντρωσης, βρέθηκαν αντιμέτωπα με τους ασφαλίτες της AVH. Μετά τα δακρυγόνα, ήρθαν οι ξιφολόγχες και οι σφαίρες. Και μέσα σε λίγες ώρες η Βουδαπέστη είχε μετατραπεί σε πεδίο μάχης.
Τα ρωσικά τανκς βγήκαν στους δρόμους να καταστείλουν την «αντεπανάσταση». Το ξημέρωμα της 24ης Οκτώβρη βρήκε τη Βουδαπέστη να συγκλονίζεται από τις ριπές των πολυβόλων και τις εκρήξεις των οβίδων και των βομβών. Χιλιάδες εργάτες, νεολαίοι (πολλοί έφηβοι) σχημάτισαν αυτοσχέδιες ομάδες που ανέλαβαν να αντιμετωπίσουν την ρωσική επίθεση.
Μονάδες του στρατού ενώθηκαν με τους διαδηλωτές μοιράζοντας όπλα και μπήκαν στη μάχη ενάντια στα ρωσικά τανκς. Η πιο διάσημη ήταν η μονάδα το ταγματάρχη Παλ Μάλετερ στο στρατώνα Κίλιαν. Οι περισσότερες στρατιωτικές μονάδες έμειναν «ουδέτερες». Στις υπόλοιπες περιοχές της χώρας ξεδιπλώθηκε το ίδιο μοτίβο. Διαδηλώσεις, χτύπημα από την AVH με δεκάδες δολοφονημένους σε πολλές περιπτώσεις, κατάρρευση των «κρατικών και κομματικών αρχών».
Ταυτόχρονα, στις 24 Οκτώβρη συγκροτήθηκε βιαστικά μια κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Ίμρε Νάγκι. Παλιό στέλεχος του ΚΚ, ο Νάγκι είχε κάνει πρωθυπουργός το 1953-55 και μετά είχε καθαιρεθεί και διαγραφεί από το κόμμα. Η δημοτικότητά του ήταν αναμφισβήτητη όμως η κυβέρνησή του δεν διέθετε δικιά της ιδιαίτερη δύναμη. Χρειαζόταν να κολυμπήσει με το ποτάμι της επανάστασης από τη μια και να προσπαθήσει να διαπραγματευτεί μια συμφωνία με την Ρωσία. Αρχικά, ότι ο συμβιβασμός έμοιαζε ότι θα δουλέψει: Στις 29 Οκτώβρη η ρωσική ηγεσία συμφώνησε να αποσύρει τις μονάδες της από την Βουδαπέστη.
Εργατικά συμβούλια
Όμως, η καρδιά της επανάστασης χτυπούσε αλλού. Στα εκατοντάδες εργατικά συμβούλια και επαναστατικές επιτροπές που ξεπηδούσαν μέσα από την Γενική Απεργία που είχε ξεκινήσει αυθόρμητα. Για παράδειγμα, το συμβούλιο της Ούπεστ, συγκροτήθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της 24ης Οκτώβρη, όταν οι εργάτες της περιοχής κατέλαβαν το τοπικό δημαρχείο. Σύμφωνα με μια μαρτυρία η ατμόσφαιρα «θύμιζε Χειμερινά Ανάκτορα του 1917». Το συμβούλιο συνδύαζε την παθιασμένη πολιτική συζήτηση με την οργάνωση της ζωής στην περιοχή.
Συγκρότησε επιτροπές για την περιφρούρηση κρατουμένων (διευθυντών, ασφαλιτών κλπ) πολιτοφυλακή, επιτροπή για τον εφοδιασμό, μια άλλη για την έκδοση προκηρύξεων και εφημερίδων, μια επιτροπή σύνδεσης με τις εργοστασιακές επιτροπές της περιοχής και τα άλλα συμβούλια, ακόμα και μια για τον συντονισμό με το συμβούλιο που είχε αναλάβει το λιμενικό του Δούναβη.
Ένα άλλο παράδειγμα είναι το συμβούλιο του εργοστασίου Egyesült Izzó στην ίδια περιοχή, με δέκα χιλιάδες εργάτες. Συγκροτήθηκε κι αυτό στις 24 του μηνός, αποτελούνταν από 71 μέλη και στις 27 ανακοίνωσε ότι έχει πάρει υπό τον έλεγχό του το εργοστάσιο. Τα πρώτα μέτρα ήταν η απόλυση της διεύθυνσης, το κάψιμο των φακέλων του προσωπικού, η κατάργηση της αμοιβής με το κομμάτι και η αύξηση των μισθών. Ο Λάγιος Γκαράι, ένα από τα μέλη του συμβουλίου εξηγούσε: «Τέλειωσε πια η εποχή που τα αφεντικά αποφάσιζαν για τη δική μας μοίρα».5
Στις 31 Οκτώβρη, μια συνάντηση 24 εργοστασιακών συμβουλίων της Βουδαπέστης διακήρυξε: «Το ανώτερο σώμα στο εργοστάσιο είναι το δημοκρατικά εκλεγμένο εργατικό συμβούλιο... Ο διευθυντής είναι υπάλληλος του εργοστασίου. Αυτός και οι ανώτεροι υπάλληλοι εκλέγονται από το εργατικό συμβούλιο. Είναι υπόλογος στο εργατικό συμβούλιο για κάθε ζήτημα».6
Ποιο ήταν το ενοποιητικό στοιχείο αυτού του κύματος πρωτοβουλιών και αυτό-οργάνωσης; Η απαίτηση να αποσυρθούν ολοκληρωτικά τα ρωσικά στρατεύματα από τη χώρα καταρχήν. Το δεύτερο ήταν η σχεδόν ομόφωνη θέση ότι η νέα Ουγγαρία δεν θα γυρίσει στην προ του 1945 κατάσταση, τα μέσα παραγωγής δεν θα επέστρεφαν στα χέρια των παλιών καπιταλιστών και ευγενών. Αντίθετα, έπρεπε να περάσουν στον γνήσιο δημοκρατικό έλεγχο των εργατών και εργατριών. Μπορεί οι εμιγκρέδες του παλιού καθεστώτος στη Βιέννη και σε άλλες πρωτεύουσες να παρίσταναν το φίλο των «μαχητών της ελευθερίας» αλλά η επιρροή τους ήταν ασήμαντη.
Στην Ουγγαρία διαμορφωνόταν μια κατάσταση δυαδικής εξουσίας. Η κυβέρνηση Νάγκι απολάμβανε της υποστήριξης και της εμπιστοσύνης των εργατικών συμβουλίων και επαναστατικών επιτροπών αλλά δεν τα έλεγχε. Έκανε κινήσεις για να εξασφαλίσει τη δημοτικότητά της: την 1η Νοέμβρη ο Νάγκι δήλωσε ότι η Ουγγαρία θα είναι ουδέτερη χώρα και θα ξεκινούσε τη διαδικασία αποχώρησης από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας και επίσης υποσχέθηκε ελεύθερες εκλογές.
Όμως, το δίλημμα παρέμενε. Ποιος θα ελέγχει τη νέα Ουγγαρία; Τα συμβούλια θα γινόταν ένα συμπλήρωμα του κρατικού μηχανισμού και οι επιλογές θα έμεναν στην κυβέρνηση, δηλαδή τη γραφειοκρατία; Ή η κυβέρνηση θα ελέγχονταν από τα συμβούλια; Το Συμβούλιο του Μίσκολσκ, μιας βιομηχανικής πόλης στα βόρεια της Βουδαπέστης, ζήτησε: «Η κυβέρνηση πρέπει να προτείνει τη δημιουργία ενός Επαναστατικού Εθνικού Συμβουλίου, βασισμένου στα εργατικά συμβούλια των διαφόρων περιφερειών της Βουδαπέστης και αποτελούμενο από δημοκρατικά εκλεγμένους αντιπροσώπους από αυτά τα συμβούλια. Την ίδια στιγμή το παλιό κοινοβούλιο πρέπει να διαλυθεί».7
Δεύτερη φάση
Αυτές οι διεργασίες διακόπηκαν από την δεύτερη ρωσική επίθεση. Η απόφαση είχε παρθεί από την ρωσική ηγεσία την 1 Νοέμβρη με την επιμονή του «μεταρρυθμιστή» και «ανθρωπιστή» Χρουστσόφ. Η «Επιχείρηση Ανεμοστρόβιλος» ξεκίνησε στις 4 το πρωί της 4 Νοέμβρη. Οι συσχετισμοί πυρός ήταν συντριπτικοί, παρόλα αυτά ο ρωσικός στρατός χρειάστηκε τρεις μέρες για να συντρίψει τα σημεία αντίστασης στην Βουδαπέστη. Το τελευταίο προπύργιο το Τσέσπελ έπεσε στις 11 Νοέμβρη. Αυτή η περιοχή ήταν γνωστή από την επανάσταση του 1919 ως «κόκκινο Τσέσπελ». Τίμησε αυτό τον τίτλο.
Παρόμοιες μάχες εκτυλίχτηκαν σε όλα τα βιομηχανικά κέντρα της χώρας. Στις 7 Νοέμβρη το εργατικό συμβούλιο του γιγάντιου συγκροτήματος χαλυβουργίας στη Ντουναπέντελε, μια νέα βιομηχανική πόλη, ανακοίνωνε ότι η πόλη είναι περικυκλωμένη από ρωσικές μονάδες και ότι: «Σε αυτή την πόλη όλοι οι κάτοικοι είναι εργάτες και κρατάνε την εξουσία στα χέρια τους. Ο πληθυσμός της πόλης είναι οπλισμένος. Δεν πρόκειται να την παραδώσουν για αυτοί έχτισαν τα εργοστάσια και τα σπίτια με τα ίδια τους τα χέρια. Οι εργάτες θα υπερασπίσουν την πόλη από τον φασισμό αλλά και από τα σοβιετικά στρατεύματα».8
Ο ρωσικός στρατός έφερνε μαζί του μια κυβέρνηση εγκαθέτων που την είχε βαφτίσει «εργατο-αγροτική». Επικεφαλής της ήταν ο Γιάνος Κάνταρ, μέχρι τη 1 Νοέμβρη υπουργός του Νάγκι. Το πρόβλημα αυτής της κυβέρνησης ήταν ότι βρισκόταν αντιμέτωπη με την ισχύ των εργατικών συμβουλίων που παρέμενε τεράστια. Το ένα μετά το άλλο δήλωναν ότι δεν αναγνωρίζουν την κυβέρνηση του «προδότη Κάνταρ»... Η Γενική Απεργία συνεχιζόταν.
Η πιο κρίσιμη εξέλιξη ήταν η συγκρότηση, στις 14 Νοέμβρη, του Κεντρικού Εργατικού Συμβουλίου της Μείζονος Βουδαπέστης (KMT),9 ένα σώμα που το αποτελούσαν δυο ανακλητοί αντιπρόσωποι από κάθε περιφερειακό εργατικό συμβούλιο της περιφέρειας της πρωτεύουσας. Η ιδέα για την συγκρότησή του είχε ριχτεί από τις 31 Οκτώβρη αλλά η κυβέρνηση Νάγκι είχε καταφέρει να την αναβάλλει.
Ο ίδιος ο τρόπος που συγκροτήθηκε είναι μάθημα προλεταριακής οργάνωσης και δημοκρατίας. Η πρώτη συνάντηση έγινε στις 13 Νοέμβρη αλλά δεν προχώρησε στην συγκρότηση του συμβουλίου από αυτήν απουσιάζανε αντιπρόσωποι με πληρεξούσια από σημαντικά εργοστάσια και έτσι δεν θα ήταν αντιπροσωπευτικό. Την επόμενη μέρα, στις 14, όταν οι αντιπρόσωποι φτάσανε στο δημαρχείο της Ούπεστ το βρήκανε περικυκλωμένο από ρωσικά τανκς. Δεν σαστίσανε, αλλά οργανωμένα πήγαν στο εργοστάσιο Egyesült Izzó, στο οποίο εξελισσόταν παράλληλα άλλες συνελεύσεις και συγκεντρώσεις. Την συγκρότηση του συμβουλίου την παρακολούθησαν -με δικαίωμα λόγου- 4.000 με 5.000 εργάτες!
Το KMT αντιπροσώπευε το ανώτατο σημείο που έφτασε η οργάνωση της εργατικής τάξης στην επανάσταση. Ήταν ένα όργανο που χρειάστηκε να πάρει πολιτικές αποφάσεις, να διαπραγματευτεί με την κυβέρνηση και τους Ρώσους. Και ήταν ένα δημοκρατικό όργανο: η απόφαση για την παύση της Γενικής Απεργίας στις 15 Νοέμβρη, πάρθηκε ύστερα από έντονη συζήτηση και διαφωνίες. Όταν στις 21 Νοέμβρη προσπάθησε να συγκροτήσει ένα Πανεθνικό Εργατικό Συμβούλιο, τα ρωσικά τανκς περικύκλωσαν το γήπεδο που θα γινόταν η συνέλευση. Η απάντηση ήταν μια διήμερη γενική απεργία που παρέλυσε τα πάντα.
Όταν η κυβέρνηση Κάνταρ ανασυγκρότησε το κατασταλτικό μηχανισμό της, πέρασε στην επίθεση. Τον Δεκέμβρη άρχισαν οι μαζικές συλλήψεις των ηγετών των εργατικών συμβουλίων. Στις 8 Δεκέμβρη μονάδες του ρωσικού στρατού και τις AVH άνοιξαν πυρ σε μια διαδήλωση ανθρακωρύχων στην πόλη Σαλγκονταριάν στα βορειοανατολικά της Βουδαπέστης. Ο απολογισμός ήταν 52 νεκροί κα 150 τραυματίες. Η γενική απεργία που κάλεσε το ΚΜΤ στις 11-12 Δεκέμβρη ήταν απόλυτα πετυχημένη, αλλά θα ήταν και η τελευταία: τα μέλη του είχαν ήδη συλληφθεί. Στις 5 Γενάρη η «εργατο-αγροτική κυβέρνηση» ανακοίνωσε ότι επιβάλλεται η ποινή θανάτου σε όποιον αρνηθεί να «επιστρέψει στη δουλειά»…
Η συνέχεια ήταν ένα όργιο, οι δίκες και οι εκτελέσεις που κράτησαν χρόνια. Τα πιο διάσημα θύματα ήταν ο ίδιος ο Νάγκι και τρεις υπουργοί του που εκτελέστηκαν τον Ιούνη του 1957 (ένας από τους συλληφθέντες υπουργούς της κυβέρνησης Νάγκι που γλύτωσε την εκτέλεση ήταν ο μεγάλος μαρξιστής φιλόσοφος Γκιόργκι Λούκατς).
Όμως, υπήρχαν πολλοί άλλοι, ο ανθός της εργατικής τάξης: Ο Ιστβαν Ανγκιάλ και ο Ότο Ζιρμάι, εργάτες που ήταν επικεφαλής των μαχητών της οδού Τιζμπολμπ. Στις 7 Νοέμβρη (την επέτειο της Επανάστασης του Οκτώβρη) είχαν υψώσει το κόκκινο λάβαρο στα οδοφράγματά τους. Ο Ζίνος Μπαρίνι, που είχε ιδρύσει την Ένωση Νέων Εργατών του Τσέσπελ και με «κόκκινο μαντήλι στο λαιμό» έπαιξε ηγετικό ρόλο στην μαχητική ομάδα της οδού Τόμπα. Οι εκτελέσεις, σύμφωνα με τα πρακτικά των δικών, τις αναφορές στο τύπο και τις μαρτυρίες κρατουμένων, έφτασαν τις 2.000 με 2.500.10
Κρίση
Οι επαναστάσεις δεν ξεσπάνε επειδή απλά οι εκμεταλλευόμενοι «δεν αντέχουν άλλο». Χρειάζεται και ένα άλλο στοιχείο: η κρίση και η φαγωμάρα στην άρχουσα τάξη που ανοίγει ρωγμές για να εκφραστεί η συσσωρευμένη δυσαρέσκεια.
Τον Μάρτη του 1953 πέθανε ο Στάλιν. Ο θάνατός του άνοιξε στην άρχουσα τάξη της Ρωσίας καυγάδες για το ποιες μεταρρυθμίσεις χρειάζονταν για να εκσυγχρονιστεί το καθεστώς. Τα μηνύματα ότι το καζάνι είχε αρχίζει να βράζει έρχονταν το ένα μετά το άλλο.
Στα μέσα του Ιούνη του 1953 οι εργάτες στο Ανατολικό Βερολίνο κατέβηκαν σε απεργία που απλώθηκε σε όλα τα βιομηχανικά κέντρα της Ανατολικής Γερμανίας και χρειάστηκε η επέμβαση των ρωσικών τανκς για να κατασταλεί.11 Τον Ιούλη ξέσπασε η απεργία των εξόριστων στα στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας (ορυχεία) στη Βορκούτα της Ρωσίας, που πυροδότησε εξεγέρσεις και σε άλλα στρατόπεδα.12
Τον Φλεβάρη του 1956 έγινε το 20ο συνέδριο του ΚΚΣΕ και εκεί ο Ν. Χρουστσόφ αποφάσισε να δώσει ένα σκληρό μήνυμα στις πτέρυγες της άρχουσας τάξης που αντιμάχονταν τις κινήσεις προσαρμογής που έκανε στη νέα κατάσταση. Ήταν η περίφημη «μυστική εισήγηση» με την οποία διέλυσε συστηματικά το μύθο του «μεγάλου Στάλιν». Τα εγκλήματα του Στάλιν ήταν κοινό μυστικό βέβαια ιδιαίτερα στα ηγετικά στρώματα της γραφειοκρατικής άρχουσας τάξης. Παρόλα αυτά η επίσημη αναγνώρισή τους (όχι όλων βέβαια) προκάλεσε σεισμό. Αρχικά, η ρωσική ηγεσία προσπάθησε να βάλει το τζίνι ξανά μέσα στο μπουκάλι με απαγόρευση κάθε περαιτέρω συζήτησης.
«Ψωμί και Ελευθερία»
Στις 28 Ιούνη 1956 οι εργάτες στο εργοστάσιο ΖΙSPO στο Πόζναν κατέβηκαν σε απεργία και αποφάσισαν να διαδηλώσουν στο κέντρο της πόλης. Το θέαμα 16 χιλιάδων απεργών με πανό και πλακάτ που ζητούσαν «ψωμί», «μεγαλύτερους μισθούς, χαμηλότερες τιμές», ηλέκτρισε την ατμόσφαιρα. Η απεργία απλώθηκε και η διαδήλωση μεγάλωνε σαν αφρισμένο ποτάμι.
Κατά τις 10 το πρωί, περίπου 100 χιλιάδες διαδηλωτές είχαν πλημμυρίσει την Πλατεία Στάλιν, την κεντρική πλατεία της πόλης μπροστά από το δημαρχείο. Ήταν περίπου το 1/3 του πληθυσμού της πόλης. Απαιτούσαν την άμεση ικανοποίηση των αιτημάτων των απεργών.
Η οργή ήταν συσσωρευμένη και ξέσπασε. Οι διαδηλωτές επιτέθηκαν στο δημαρχείο και στο κτίριο που στέγαζε τα γραφεία του ΠΕΕΚ και τα κατέστρεψαν. Μια μαρτυρία περιγράφει πως οι διαδηλωτές πέταγαν τα κομματικά εμβλήματα από το μπαλκόνι μαζί με τα πορτραίτα των κομματικών ηγετών αλλά ότι «μόνο τα πορτραίτα του Λένιν γλύτωσαν τον εξευτελισμό· σε ένδειξη σεβασμού τα γύρισαν να ‘κοιτάνε’ τον τοίχο».13
Μια οικονομική απεργία, είχε μετατραπεί σε πολιτική εξέγερση. Ο απολογισμός ήταν 78 νεκροί -οι 64 πολίτες, και περισσότεροι από 400 τραυματίες. Δίπλα στο αίτημα «Ψωμί» είχε προστεθεί το αίτημα «Ελευθερία» και «έξω οι Ρώσοι».14
Η πρώτη απάντηση του καθεστώτος στην εξέγερση του Πόζναν ήταν να την αποδώσει στη δράση «πρακτόρων της Δύσης». Ετοίμασε και μια μεγάλη θεαματική δίκη για πάνω από 300 συλληφθέντες. Όμως, η συνέχεια ήταν η αποκλιμάκωση της καταστολής.
Το Πόζναν είχε πυροδοτήσει ένα κύμα αλληλεγγύης και αυτοπεποίθησης. Η αμφισβήτηση άρχισε να γενικεύεται και να εκφράζεται δημόσια. Στα εργοστάσια άρχισαν να συγκροτούνται εργοστασιακά συμβούλια, που διεκδικούσαν λόγο στις οικονομικές αποφάσεις και την γνήσια εκπροσώπηση των εργατικών αιτημάτων. Ένα κύμα απεργιών, συγκεντρώσεων και διαδηλώσεων σάρωνε τη χώρα.
Ελπίδα και σύμβολο της μεταρρυθμιστικής πτέρυγας της γραφειοκρατίας γινόταν ο Βλάντισλαβ Γκομούλκα. Ένα παλιό στέλεχος του ΚΚ που είχε καθαιρεθεί από τα αξιώματά του το 1948 και είχε κάνει φυλακή από το 1951 μέχρι το 1954.
Η κρίση του καθεστώτος έφτασε στο αποκορύφωμά της όταν ο Γκομούλκα εκλέχτηκε γραμματέας του ΠΕΕΚ τον Οκτώβρη και απαίτησε την αποχώρηση του υπουργού Άμυνας, του στρατάρχη Ροκοσόφσκι (στρατάρχης του ρωσικού στρατού). Τα ρωσικά στρατεύματα άρχισαν πολεμικά γυμνάσια και ρωσικά πολεμικά πλοία εμφανίστηκαν έξω από το Γκντανσκ. Ο ίδιος ο Χρουστσόφ, συνοδευόμενος από όλη σχεδόν τη ρωσική ηγεσία, πήγε στην Βαρσοβία για να βάλει τον Γκομούλκα στη θέση του στις 19 Οκτώβρη.
Τελικά, στην συνάντηση που είχαν οι δυο «μεταρρυθμιστές» ήρθαν σε συμβιβασμό. Ο Γκομούλκα θα έμενε στη θέση του –αφού απείλησε ότι ο πολωνικός στρατός θα αντισταθεί σε ρωσική επέμβαση. Αλλά και ο Χρουστσόφ πήρε την υπόσχεση ότι η συμμαχία με την Ρωσία θα έμενε ανέπαφη και ότι θα έμπαινε χαλινάρι στο εργατικό κίνημα.
Όμως, τον Οκτώβρη του 1956 το εργατικό κίνημα ήταν ακόμα ενεργό. Η Πολωνία είχε εμπνεύσει την διαδήλωση του πυροδότησε την επανάσταση στην Βουδαπέστη. Με την σειρά της η Ουγγρική Επανάσταση «απειλούσε» να ανάψει ξανά τη φωτιά της εργατικής εξέγερσης στην Πολωνία σε ακόμα μεγαλύτερη κλίμακα. Ακόμα και στην «ήσυχη» γειτονική Ρουμανία είχαν ξεκινήσει φοιτητικές διαδηλώσεις στο Βουκουρέστι, στο Ιάσιο και στην Τιμισοάρα, το κέντρο της ουγγρικής μειονότητας στην Ρουμανία. Γι’ αυτό το λόγο ο Χρουστσόφ επέλεξε το δρόμο της καταστολής και της σφαγής.
Από τον πόλεμο
στον κρατικό καπιταλισμό
Η δυναμική της κρίσης και της εξέγερσης στο ανατολικό μπλοκ το 1956 πήγαζε από την ταξική φύση αυτών των κοινωνιών. Ήταν κρατικοί καπιταλισμοί, όχι σοσιαλιστικές κοινωνίες. Η ανατροπή, κυριολεκτικά αντεπανάσταση, είχε γίνει στις αρχές της δεκαετίας του ’30. Τότε η γραφειοκρατία στην Ρωσία έβαλε μπροστά να χτίσει μια οικονομική και στρατιωτική υπερδύναμη που θα «φτάσει και θα ξεπεράσει» τη Δύση.
Η άρχουσα τάξη με την σιδερένια πυγμή του Στάλιν συμπύκνωσε μέσα σε λίγα χρόνια την πορεία που πήρε σχεδόν δυο αιώνες για να γίνει πχ ο βρετανικός καπιταλισμός μια μεγάλη βιομηχανική δύναμη -με όλη τη φρίκη που σήμαινε αυτό για τους εργάτες. Η κινητήρια δύναμη που καθόριζε τους ρυθμούς και της προτεραιότητες της οικονομίας δεν ήταν οι ανάγκες των εργατών. Ήταν ο στρατιωτικός ανταγωνισμός με τη Δύση.
Αυτό το μοντέλο μεταφυτεύτηκε στις χώρες που βρέθηκαν στη ρωσική σφαίρα επιρροής μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.
Στη Δύση οι ρεφορμιστές κάθε απόχρωσης υπόσχονταν ότι θα πάρουν την κυβέρνηση με εκλογές και στη συνέχεια θα ελέγξουν φέτα τη φέτα του κράτος προς όφελος των εργατών. Στην ανατολική Ευρώπη τα σταλινικά κόμματα έλεγξαν το κράτος με τη «ψήφο» των ρωσικών τανκς. Στην πρώτη περίπτωση η φιλοδοξία ήταν να διαχειριστούν τον μονοπωλιακό καπιταλισμό. Στη δεύτερη να χτίσουν τον κρατικό καπιταλισμό κατά εικόνα και ομοίωση της Ρωσίας. Η ανατροπή της παλιάς τάξης πραγμάτων δεν ήταν πουθενά έργο της εργατικής τάξης και της δράσης της.
Η Ουγγαρία έγινε «Λαϊκή Δημοκρατία» και «σοσιαλιστική» με τα ρωσικά τανκς και με την βαθμιαία απόκτηση ελέγχου σε θέσεις κλειδιά του παλιού κρατικού μηχανισμού από το κομμουνιστικό κόμμα.
Τον Δεκέμβρη του 1944 στην πόλη Ντέμπρεσεν ορκίστηκε μια προσωρινή κυβέρνηση με την στήριξη του ρωσικού στρατού και ενώ ακόμα οι μάχες με τους Γερμανούς μαίνονταν. Πρωθυπουργός αυτής της κυβέρνησης ήταν ο στρατηγός Μπέλα Μίκλος ντε Ντολνάκ. Ο στρατηγός ανήκε στον στενό κύκλο του δικτάτορα «αντιβασιλέα» ναυάρχου Χόρτι που κυβερνούσε την Ουγγαρία ύστερα από την συντριβή της πρώτης Ουγγρική Επανάστασης το 1919.
Ο Χόρτι ήταν σύμμαχος του Χίτλερ και ο στρατηγός Μίκλος είχε λάβει το παράσημο του Μεγαλόσταυρου του Σιδηρού Σταυρού από τον Χίτλερ τον Δεκέμβρη του 1941. Τον Οκτώβρη του 1944 με εντολή του Χόρτι υπέγραψε ανακωχή με τον ρωσικό στρατό που ήδη είχε μπει στη χώρα. Αυτή η κυβέρνηση κράτησε μέχρι τον Νοέμβρη του 1945.
Το Φλεβάρη του 1952, ο Ματίας Ράκοσι, γραμματέας του ΚΜΡ (ΚΚ Ουγγαρίας)15 και «ο καλύτερος Ούγγρος μαθητής του Στάλιν», θα εξηγούσε τον τρόπο σε μια ομιλία του σε ανώτερους αξιωματούχους του καθεστώτος. Ήταν η περίφημη «τακτική του σαλαμιού» όπως την αποκάλεσε. Μια «φέτα» του κρατικού μηχανισμού τη φορά. Πρώτα ο στρατός, μετά τα υπόλοιπα. Και όπως δήλωσε: «ένα κομμάτι κρατήσαμε για τον εαυτό μας από την αρχή και δε δεχτήκαμε καμιά μοιρασιά: την υπηρεσία ασφαλείας».16
Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που εθνικοποιήθηκε η βιομηχανία. Το 1944, το 1/3 της ουγγρικής βιομηχανίας βρισκόταν ήδη στα χέρια του γερμανικού κεφαλαίου. Με την Συμφωνία του Πότσνταμ η Ρωσία απέκτησε το δικαίωμα να κατάσχει αυτή την περιουσία. Τον Σεπτέμβρη του 1945 τέθηκε υπό ιδιοκτησία μεικτών ρωσο-ουγγρικών (κρατικών) επιχειρήσεων. Τρία χρόνια μετά, το 1948, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι η Μεγάλη Δευτέρα θα είναι αργία. Όταν οι εργάτες γύρισαν στη δουλειά την επόμενη, ανακάλυψαν ότι τα εργοστάσια ήταν «δικά τους» για την ακρίβεια ήταν κρατικά.17 Η κρατικοποίηση δεν προήλθε από τη δράση των εργατών ούτε είχε σκοπό να ικανοποιήσει τις ανάγκες τους.
Η προτεραιότητα ήταν να γίνει η Ουγγαρία χώρα του «σιδήρου και του άνθρακα» με ιλιγγιώδεις ρυθμούς γιατί αυτό επίτασσε το φούντωμα του Ψυχρού Πολέμου με τη Δύση. Η μια πλευρά αυτής της κούρσας ήταν το χάος που διέψευδε τους ισχυρισμούς ότι η οικονομία λειτουργούσε με βάση το «επιστημονικό σχέδιο». Τον Σεπτέμβρη του 1956 ο πρόεδρος της Στατιστικής Υπηρεσίας δήλωνε ότι: «εξαιτίας των χιλιάδων τροποποιήσεων στο πλάνο ούτε οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας γνωρίζουν ποιο είναι το Πλάνο».
Η άλλη πλευρά ήταν η ένταση της εκμετάλλευσης. Σύμφωνα με τα επίσημα ουγγρικά στοιχεία, η παραγωγή της βαριάς βιομηχανίας διπλασιάστηκε ανάμεσα στο 1949 και το 1956 (1949=100, 1956=205) ενώ οι πραγματικοί κατά κεφαλήν μισθοί έμειναν ουσιαστικά στάσιμοι (1949=100, 1956=116). Και υπήρχαν περίοδοι που οι μισθοί έπεσαν πολύ κάτω, ανάμεσα στο 1950-52 μειώθηκαν 20%.18
Ο συνδυασμός της εκμετάλλευσης με την καταπίεση συσσώρευσε τα υλικά για την έκρηξη του 1956.
Σε Δύση και Ανατολή
Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 οι άρχουσες τάξεις σε Δύση και Ανατολή θεωρούσαν ότι είχαν τον πλήρη έλεγχο της κατάστασης στην Ευρώπη και στον κόσμο ολόκληρο. Οι ΗΠΑ από τη μια και η Ρωσία από την άλλη εξασφάλιζαν την πειθαρχία στα δυο μπλοκ του Ψυχρού Πολέμου. Αυτή η εικόνα άρχιζε να ραγίζει, όμως. Η ανάπτυξη των αντιαποικιακών, εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων αποσταθεροποιούσε την Μέση Ανατολή, την Ν.Α Ασία, την Αφρική και ανάμεσα στ’ άλλα έβαζε και σε δοκιμασία τις σχέσεις ανάμεσα στους δυτικούς ιμπεριαλιστές. Η Ουγγρική Επανάσταση ξέσπασε τη στιγμή που οι ΗΠΑ είχαν να αντιμετωπίσουν τον «πονοκέφαλο» της Κρίσης του Σουέζ στην Αίγυπτο.
Οι ΗΠΑ και τα άλλα κράτη του «ελεύθερου κόσμου» δεν έχασαν την ευκαιρία για μια μεγάλη προπαγανδιστική εκστρατεία υπέρ των Ούγγρων μαχητών. Στον ΟΗΕ οι δυτικοί διπλωμάτες έκαναν πύρινες καταγγελίες, το περιοδικό Time ανακήρυξε ως «άνθρωπο της χρονιάς» τον «Ούγγρο μαχητή της ελευθερίας». Ο ραδιοσταθμός της CIA «Ελεύθερη Ευρώπη» που εξέπεμπε στις γλώσσες του ανατολικού μπλοκ έκανε εκπομπές για τη τεχνική του ανταρτοπόλεμου στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και σε κάποιες εκπομπές άφηνε να εννοηθεί ότι «έρχεται δυτική βοήθεια».
Όμως, όλα αυτά ήταν λόγια και οι αυταπάτες ενός μεγάλου τμήματος των εξεγερμένων για τις δυτικές Δημοκρατίες διαψεύστηκαν σκληρά. Ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ και το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας αιφνιδιάστηκαν από την Ουγγρική Επανάσταση και σχεδόν αμέσως κατέληξαν στην απόφαση να μην κάνουν τίποτα που θα διακινδύνευε το «λιώσιμο των πάγων» του Ψυχρού Πολέμου με την Ρωσία.19
Η ρωσική προπαγάνδα μιλούσε για «χιλιάδες» Ούγγρους «φασίστες εμιγκρέδες» που μεταφέρονταν από την Βιέννη στη Βουδαπέστη με …αερογέφυρα, για χιλιάδες όπλα που προμήθευε η CIA. Στην πραγματικότητα, όπως ομολογούν και απόρρητες εσωτερικές ιστορίες της CIA, όταν ξέσπασε η επανάσταση η «Υπηρεσία» διέθετε έναν (αριθμός 1!) πράκτορα στη Βουδαπέστη.20 Η βρετανική ΜΙ6 είχε εκπαιδεύσει πράγματι εμιγκρέδες στην Αυστρία, αλλά τα δίκτυά της στην Ουγγαρία είχαν σαρωθεί ήδη από το 1952.
Στην πραγματικότητα η Ουγγρική Επανάσταση ήταν η έμπρακτη διάψευση της ιδεολογίας του «ελεύθερου κόσμου». Φιλελεύθεροι και συντηρητικοί απολογητές της Δύσης διακήρυτταν σε όλους τους τόνους ότι αυτό που επικρατούσε πίσω από «Σιδηρούν Παραπέτασμα» ήταν μια ολοκληρωτική κοινωνία όπου οι εργάτες είχαν μεταβληθεί σε πειθήνια ρομπότ -το «1984» το μυθιστόρημα του Τζορτζ Όργουελ έγινε η βίβλος αυτών των απόψεων. Η απελευθέρωση θα ερχόταν από τα πάνω και από τα έξω.
Κι όμως, οι εργάτες στην Πολωνία και μετά στην Ουγγαρία απέδειξαν ότι δεν είχαν χάσει τη συλλογικότητα και την αυτενέργεια που χαρακτηρίζει την εργατική τάξη στον καπιταλισμό. Όταν κινήθηκαν το έκαναν με τα παραδοσιακά όπλα της εργατικής τάξης, την οργάνωση στο χώρο δουλειάς, την απεργία, τη διαδήλωση.
Τον Οκτώβρη του 1956 τα εργατικά συμβούλια εμφανίστηκαν για μια ακόμα φορά μετά το 1917 και το 1936. Και μάλιστα όχι σε κάποια μακρινή γωνιά, αλλά στο κέντρο της Ευρώπης. Σε μια περίοδο που το σύστημα έμοιαζε να έχει αφήσει οριστικά πίσω τις επαναστατικές αμφισβητήσεις από τα κάτω, η εργατική τάξη έμπαινε ξανά στο προσκήνιο της ιστορίας.
Ήταν μια συνταρακτική εξέλιξη, ιδιαίτερα για τους αγωνιστές/τριες της Αριστεράς που είχαν ήδη αρχίσει να αμφισβητούν τον σταλινισμό τα προηγούμενα χρόνια. Οι άμεσες επιπτώσεις για τα κομμουνιστικά κόμματα διέφεραν από χώρα σε χώρα, όμως όπως είχε γράψει ο Λένιν σε διαφορετικές περιστάσεις «ο πάγος έσπασε ο δρόμος χαράχτηκε».
Η άποψη ότι σε εκείνες τις κοινωνίες δεν χτιζόταν ο σοσιαλισμός, αλλά ο κρατικός καπιταλισμός άρχιζε να κερδίζει έδαφος και να συζητιέται στην «εκτός των τειχών» Αριστερά που άρχισε να διαμορφώνεται και να μεγαλώνει. Ήταν μια συζήτηση που θα αποκτούσε ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις γιατί η εργατική τάξη δεν είχε πει την τελευταία της λέξη και στην Δύση και στην Ανατολή.
Το 1968 η εξέγερση των εργατών και της νεολαίας πέρασε από την Δύση στην Ανατολή -στην Πολωνία, την Γιουγκοσλαβία, με κορύφωση την «Άνοιξη της Πράγας» στην Τσεχοσλοβακία όπου πάλι την τσάκισαν τα ρωσικά τανκς. Το 1980-81 η Πολωνία θα συγκλονιζόταν από τις απεργίες και τις καταλήψεις ενός πανίσχυρου εργατικού κινήματος, που έφτασε να επιβάλλει το δικό του έλεγχο στα κλειδιά της οικονομίας, να φτιάξει ένα πανίσχυρο συνδικάτο (την Αλληλεγγύη) πριν τσακιστεί από τα -πολωνικά- τανκς του στρατηγού Γιαρουζέλσκι.
Το 1989-91 ο κρατικός καπιταλισμός κατέρρευσε κάτω από το συνδυασμό της οικονομικής και πολιτικής κρίσης και των εξεγέρσεων από τα κάτω. Η Ουγγαρία έζησε μια από τις πιο «ομαλές» μεταβάσεις από τον κρατικό στον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό. Όμως, η κληρονομιά του 1956 είναι ζωντανή και απολύτως αναγκαία για την Αριστερά του 21ου αιώνα. Είναι το σύμβολο της επαναστατικής παράδοσης που λέει ότι η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας. n
Σημειώσεις
1. Peter Fryer, οπ, σ.σ. 50-51.
2. The 1956 Hungarian Revolution - A History in Documents, Csaba Bekes, Malcolm Byrne, Janos M. Rainer (ed), CEU Press 2007, σελ. 178. Ο Αντρόποφ θα γινόταν στη συνέχεια αρχηγός της KGB και τον Νοέμβρη του 1982 έγινε γραμματέας του ΚΚΣΕ. Δική του επιλογή ήταν η «προώθηση» του Γκορμπατσόφ.
3. Ο Πέτοφι είναι ο «εθνικός ποιητής» της Ουγγαρίας, ήρωας της Επανάστασης του 1848-49.
4. Hall, σελ. 301.
5. Bob Dent, Budapest 1956 Locations of a drama, Europa 2006, σ.σ. 331-339.
6. Bill Lomax, The Hungarian Revolution, Allison & Busby, 1976, σελ. 141.
7. Chris Harman, Class Struggles in Eastern Europe, Bookmarks 1988, σελ. 158.
8. J.J. Marie and B. Nagy, eds Pologne-Hongrie 1956 (1966) σελ. 222.
9. Balázs Nagy “Budapest 1956: The Central Workers’ Council”, International Socialism, Autumn 1964, https://www.marxists.org/history/etol/newspape/isj/1964/no018/nagy.htm
10. Bill Lomax, “Twenty-Five Years since 1956: The Heritage of the Hungarian Revolution”, Socialist Register, Vol. 19 (1982), http://socialistregister.com/index.php/srv/article/view/5476/2375#.V6UKRvl96Uk
11. «60 χρόνια από την εξέγερση του Βερολίνου», Εργατική Αλληλεγγύη 1077, http://ergatiki.gr/article.php?issue=1077&id=8180
12. Andrea Graziosi, The great strikes of 1953 on Soviet labor camps in the accounts of their participants: A review, Cahiers du monde russe et soviétique Année 1992 Volume 33 Numéro 4 pp. 419-445, http://www.persee.fr/doc/cmr_0008-0160_1992_num_33_4_2327
13. Hall, οπ., σελ. 166.
14. Περισσότερα για την εξέγερση, Λ. Μπόλαρης, «Πόζναν 1956: Αρχή εξεγέρσεων στο Ανατολικό μπλοκ», Εργατική Αλληλεγγύη 1228, http://ergatiki.gr/article.php?issue=1228&id=13946
15. Μετονομάστηκε σε Κόμμα Εργατών Ουγγαρίας (MDP) τον Ιούνη του 1948 με την υποχρεωτική «ενοποίηση» του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος στο «νέο» κόμμα.
16. Peter Fryer, Hungarian Tragedy, Index Books 1997 (1956), σελ. 34.
17. Ygael Gluckstein (Tony Cliff), Stalin’s Satellites in Europe (1952), https://www.marxists.org/archive/cliff/works/1952/stalsats/pt1-ch02.htm Οι πρώτες κρατικοποιήσεις είχαν γίνει το 1946. Το 1948 δημοσιεύτηκε ο νόμος που κρατικοποιούσε κάθε επιχείρηση από 100 εργαζόμενους και πάνω και το 1949 επεκτάθηκε σε όσες είχαν 10 εργαζόμενους και πάνω.
18. Mike Haynes, “Accumulation and Working Class Exploitation, Some Origins of 1956 in Hungary” στο 1956 and All That (Keith Flett ed) CSP 2007, σ.σ. 36, 30 και 39.
19. The 1956 Hungarian Revolution - A History in Documents, οπ, σ.σ. 202, 209-212.
20. Τα σχετικά ντοκουμέντα σε μορφή pdf είναι διαθέσιμα στη σελίδα The National Security Archive (George Washington University) CIA HAD SINGLE OFFICER IN HUNGARY 1956 http://nsarchive.gwu.edu/NSAEBB/NSAEBB206/