Άρθρο
Μια αποκρυπτογράφηση που δεν τελειώνει ποτέ

Ο Πάνος Γκαργκάνας παρουσιάζει το νέο βιβλίο του Αλεξ Καλλίνικος που είναι απαραίτητος εξοπλισμός για την Αριστερά σήμερα.

 

Το βιβλίο του Άλεξ Καλλίνικος «Η Αποκρυπτογράφηση του Κεφάλαιου» που κυκλοφόρησε στα ελληνικά φέτος την άνοιξη είναι χωρίς αμφιβολία το βιβλίο της χρονιάς. Και όχι μόνο. Η προσπάθεια να κατανοήσουμε τη μέθοδο και τις κατακτήσεις της σκέψης του Μαρξ για να τις αξιοποιήσουμε στον αγώνα για να αλλάξουμε τον κόσμο συμπυκνώνει τις αναζητήσεις, τις αγωνίες και τα προχωρήματα χιλιάδων και χιλιάδων αγωνιστών της αριστεράς από τον καιρό του Μαρξ και του Ένγκελς μέχρι σήμερα. 

Πρόκειται για μια προσπάθεια τόσο μακρόχρονη όσο και η πάλη της εργατικής τάξης για την απελευθέρωσή της. Μια προσπάθεια που συμβαδίζει με αυτή την πάλη αλλά δεν περιορίζεται στο να την καθρεφτίζει. Αντίθετα, αγωνίζεται να την εμπλουτίζει με τη γνώση των νόμων κίνησης της κοινωνίας που θέλει να αλλάξει. Σε αυτό τον εμπλουτισμό έρχεται να συμβάλει το βιβλίο.

Έχουμε να κάνουμε, λοιπόν, με ένα φιλόδοξο έργο. Ο ίδιος ο συγγραφέας έχει επίγνωση των δυσκολιών και φροντίζει να προειδοποιήσει τον αναγνώστη λέγοντας «Θα ήθελα, κατ' αρχήν, να ξεκαθαρίσω στους συντρόφους που σκέφτονται να αγοράσουν και να διαβάσουν το βιβλίο μου: δεν πρόκειται για μια εισαγωγή στη Κεφάλαιο. Είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν καλές εισαγωγές στο έργο του Μαρξ στα ελληνικά και θα έπρεπε να διαβάσετε αυτές πρώτα. Και ίσως μετά από αυτό θα έπρεπε να προσπαθήσετε να διαβάσετε τον πρώτο τόμο, τουλάχιστον, από το ίδιο το Κεφάλαιο. Το "Αποκρυπτογραφώντας το Κεφάλαιο" είναι, αν το θέλετε, ένα πιο απαιτητικό έργο».1

Άλλωστε, ο ίδιος ο Καλλίνικος έχει γράψει ένα βιβλίο που παίζει το ρόλο της εισαγωγής στη ζωή και το έργο του Μαρξ.2 Τώρα προχωράει πιο πέρα. Τι σημαίνει αυτό συγκεκριμένα;

Πρώτα απ’ όλα, τη διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στη μέθοδο του Μαρξ και στη διαλεκτική του Χέγκελ. Όπως είναι γνωστό, ο Μαρξ είχε γράψει ότι 

«η δική μου διαλεκτική μέθοδος δεν είναι μόνο διαφορετική από την Χεγκελιανή, μα είναι το κατευθείαν αντίθετό της. Για τον Χέγκελ, η ζωντανή λειτουργία του ανθρώπινου εγκέφαλου, δηλαδή το προτσές της νόησης -που με το όνομα ‘Ιδέα’ το μετατρέπει μάλιστα σε αυθυπόστατο υποκείμενο- είναι ο δημιουργός του πραγματικού, ενώ ο πραγματικός κόσμος αποτελεί μόνο την εξωτερική, φαινομενική μορφή της ‘Ιδέας’. Για μένα, αντίθετα, το ιδεατό δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά το πώς ο υλικός κόσμος αντικατοπτρίζεται από το ανθρώπινο μυαλό και μεταφράζεται σε μορφές σκέψης. (…) Δήλωσα ανοιχτά μαθητής αυτού του ισχυρού διανοητή και έφτασα ακόμη, εδώ κι εκεί, στο κεφάλαιο για τη θεωρία της αξίας, να φλερτάρω με τους τρόπους έκφρασής του. Η μυθοποίηση που υφίσταται η διαλεκτική στα χέρια του Χέγκελ δεν τον εμποδίζει καθόλου να είναι ο πρώτος που παρουσίασε με τρόπο συνολικό και συνειδητό τη γενική μορφή με την οποία λειτουργεί. Στον Χέγκελ η διαλεκτική στέκεται με το κεφάλι κάτω. Πρέπει να την γυρίσουμε ώστε να στέκεται σωστά, για να ανακαλύψουμε τον ορθολογικό πυρήνα μέσα στο μυθοποιημένο κέλυφος».3

Μαρξ και διαλεκτική

Πώς, όμως, κατάφερε ο Μαρξ να γυρίσει τη διαλεκτική με τα πόδια κάτω; Την απάντηση δίνει ο ίδιος ο Μαρξ με αυτό που ονόμασε «ανοδική πορεία από το αφηρημένο στο συγκεκριμένο». Ο Καλλίνικος μας βοηθάει να ανακαλύψουμε πώς διαμορφώθηκε αυτή η μεθοδολογία της ανοδικής πορείας και την αξία που έχει. Ως συνοπτική περιγραφή, δανείζεται από τον Ζεράρ Ντυμενίλ την έκφραση “dosed abstraction” («δοσολογημένη αφαιρετική διαδικασία») και από τον Φρεντ Μόσλεϋ την έκφραση “sequential determination of key variables” («διαδοχικός προσδιορισμός των κύριων μεταβλητών»).4

Οι «δόσεις» αυτής της «διαδοχικής» αφαιρετικής διαδικασίας δεν προκύπτουν αυθαίρετα. Ο Μαρξ πατάει πάνω στον Χέγκελ και στον Ρικάρντο και παίρνει σταδιακά τις αποστάσεις του και από τους δυο. Αλλά η αποστασιοποίηση δεν γίνεται απλά μελετώντας τις αντιφάσεις των ιδεών των μεγάλων διανοητών. Γίνεται μέσα από τα ζητήματα που αναδεικνύουν οι πραγματικές ιστορικές, πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις. Οι θεωρητικές έννοιες με τις οποίες αναλύουμε την πραγματικότητα δεν προκύπτουν απλά θεωρητικά αλλά με διαδοχικές αφαιρέσεις που πατάνε στη μελέτη των δεδομένων. Ο Καλλίνικος προσεγγίζει το έργο του Μαρξ από αυτή τη σκοπιά.

Αυτή η αντιμετώπιση δεν είναι καινούργια. Στηρίζεται σε μια μεγάλη παράδοση. Ο Γκράμσι, παραδείγματος χάρη, γράφει στα Τετράδια της Φυλακής, ότι «οι ιδέες δεν γεννιούνται από άλλες ιδέες, ούτε οι φιλοσοφίες από άλλες φιλοσοφίες. Είναι μια συνεχώς ανανεούμενη έκφραση της πραγματικής ιστορικής εξέλιξης».5

Ο Τόνι Κλιφ, που υπήρξε ο πολιτικός δάσκαλος του Άλεξ Καλλίνικος, αφιερώνει ένα τμήμα της βιογραφίας που έγραψε για τον Λένιν στην επίδραση που άσκησαν ο Κλαούζεβιτς και ο Ένγκελς πάνω στη διαλεκτική σκέψη του Λένιν. Εκεί θυμίζει συγκεκριμένα την παρομοίωση που κάνει ο Κλαούζεβιτς με την καρποφορία στη φύση:

«Για να ευθυγραμμίσει κανείς τον κόσμο των εννοιών με τον πραγματικό κόσμο, ‘χρειάζεται να καταφύγει στα αντίστοιχα αποτελέσματα της εμπειρίας, διότι, όπως πολλά φυτά καρποφορούν μόνο όταν δεν πετούν ψηλά βλαστάρια, έτσι και στις πρακτικές τέχνες τα θεωρητικά φύλλα και λουλούδια δεν πρέπει να ξεπετιούνται πολύ μακριά, αλλά να κρατιούνται κοντά στην εμπειρία που είναι και το σωστό τους έδαφος’».6

Αξιοποιώντας αυτή την παράδοση, ο Καλλίνικος συγκροτεί μια γεροδεμένη αφήγηση για το πώς η μελέτη των πραγματικών εξελίξεων γύρω του βοηθούσε τον Μαρξ να διαμορφώνει τις έννοιες με τις οποίες μπορούσε να βαδίζει από το αφηρημένο στο συγκεκριμένο. Τα θεωρητικά προχωρήματα αναδεικνύονται πάντοτε ενταγμένα στη διαλεκτική διαδικασία αντιμετώπισης των προβλημάτων του πραγματικού κόσμου.

Ήδη από το δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου, ο Καλλίνικος συνδέει τη μελέτη των οικονομικών κρίσεων της εποχής του από τον Μαρξ με την διαμόρφωση της θεωρίας του για τις κρίσεις, την οποία παρουσιάζει στο έκτο κεφάλαιο. Γράφει:

«Ποιο ήταν, λοιπόν, το πρόβλημα με το οποίο ήρθε αντιμέτωπος ο Μαρξ, όταν ξεκίνησε το κείμενο που κατέληξε να γίνει γνωστό ως Grundrisse; Όπως έχουμε δει, το ξέσπασμα μιας παγκόσμιας οικονομικής και χρηματιστικής κρίσης που ξεκίνησε στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη συνέχεια απλώθηκε στη Βρετανία και την οικονομία ολόκληρου του υπόλοιπου κόσμου [το 1857], είχε παρακινήσει τον Μαρξ να ασχοληθεί ξανά με τις οικονομικές του μελέτες».7

Εκείνη την περίοδο «ο Μαρξ ήταν ένας από τους σημαντικότερους και πιο πολυδιαβασμένους δημοσιογράφους της εποχής του, ένας φημισμένος εμπειρογνώμονας για το σύνολο των οικονομικών και χρηματιστικών θεμάτων».8 Και βέβαια συνδύαζε τη δημοσιογραφική παρακολούθηση των οικονομικών εξελίξεων με την πολιτική δράση. Όπως υπογραμμίζει ο Καλλίνικος, ο Μαρξ πρωτοστάτησε στον αγώνα που έδωσε η Πρώτη Διεθνής ενάντια στη στρατιωτική επέμβαση της Βρετανίας στον αμερικάνικο Εμφύλιο Πόλεμο, και είχε αισιόδοξη αντιμετώπιση ακόμη και όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά, γιατί πίστευε ότι η συμμετοχή Μαύρων στο στρατό των Βορείων επαναστατικοποιούσε τον πόλεμο.

Μπορεί όλα αυτά να έπαιξαν ρόλο στους αργούς ρυθμούς με τους οποίους ο Μαρξ προχωρούσε τη συγγραφή του Κεφάλαιου με αποτέλεσμα να πέσει στους ώμους του Ένγκελς η ολοκλήρωσή του, αλλά ταυτόχρονα έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της μεθοδολογίας του και το ξεκαθάρισμα των αναλυτικών εννοιών που χρησιμοποιεί. Όσο για τους αργούς ρυθμούς, δεν είχαν να κάνουν μόνο με την τελειομανία του Μαρξ στο θεωρητικό επίπεδο, αλλά και με τον όγκο των εμπειρικών μελετών που τη συνόδευε: όπως γράφει ο Ένγκελς «ο δεύτερος τόμος θα είχε προ καιρού εκδοθεί [αλλά] μόνο τα βιβλία που αφορούν τα στατιστικά στοιχεία για τη Ρωσία φθάνουν τα δυο κυβικά μέτρα». 9

Την ίδια προσέγγιση έχει ο Μαρξ στην αντιφατική σχέση του με τον Ρικάρντο. Ο Ντέιβιντ Ρικάρντο δεν ήταν «μόνο» ένας θεωρητικός της Πολιτικής Οικονομίας, αλλά ένας ενεργός μέτοχος στην οικονομική και πολιτική ζωή της Βρετανίας στην ταραχώδη περίοδο των Ναπολεόντιων Πολέμων.10

Ο Καλλίνικος ανατρέχει με εξαιρετικό τρόπο τόσο στις ιστορικές εξελίξεις όσο και στις θεωρητικές διαμάχες, για να παρουσιάσει την πορεία με την οποία ο Μαρξ κατάφερε να προχωρήσει την εργασιακή θεωρία της αξίας. Θυμίζει την εργατική αναταραχή που ξέσπασε μετά το τέλος των πολέμων και τη φρίκη του Ρικάρντο μετά τη σφαγή των εργατών στο Πιτερλού τον Αύγουστο του 1819. Και παράλληλα διανθίζει αυτό το τμήμα του βιβλίου με συνδέσεις και αναλογίες με το σήμερα, ανάμεσα π.χ. στον Νόμο για τις Τράπεζες του 1844 και στην πολιτική της Θάτσερ, ή ανάμεσα στον Προυντόν και την άποψη του Τζορτζ Μονμπιό για τα αρνητικά επιτόκια. 

Εντοπίζει τις επιρροές που δέχθηκε ο Μαρξ από τις διαμάχες εκείνης της περιόδου για το Χρήμα και οι οποίες του επέτρεψαν δημοσιογραφικά «την περίοδο της έξαψης του οικονομικού πανικού, το Νοέμβρη του 1857, [να προβλέπει] με ακρίβεια ότι εφόσον η κρίση θα επιδεινωθεί λόγω των περιορισμών που επέβαλε ο Νόμος στη δυνατότητα της Τράπεζας της Αγγλίας να παράγει πιστωτικό χρήμα, ο Νόμος θα πρέπει να ανασταλεί όπως συνέβη και κατά τη διάρκεια της κρίσης του 1847».11

Μέσα από μια τέτοια πλούσια αναδρομή ο συγγραφέας μάς οδηγεί στο πώς «ο μετασχηματισμός των αξιών σε τιμές παραγωγής επιτρέπει στον Μαρξ ν’ αποφύγει τα σφάλματα του Ρικάρντο».12

Με τη μετριοφροσύνη που τον χαρακτηρίζει, ο Καλλίνικος δηλώνει σε μια υποσημείωση σε αυτό το σημείο ότι «Εξαιτίας της ανεπάρκειάς μου, απέχω από τις αντιπαραθέσεις που αφορούν στο ‘πρόβλημα του μετασχηματισμού’ σε αυτό το βιβλίο». Στην πραγματικότητα, ισχύει και σε αυτόν τον τομέα η προειδοποίηση του συγγραφέα που αναφέραμε στην αρχή. Το διάβασμα του βιβλίου του προϋποθέτει μια εξοικείωση με τα ζητήματα και για να είμαστε συγκεκριμένοι, το βιβλίο του Κρις Χάρμαν «Καπιταλισμός Ζόμπι» είναι απαραίτητο για όσους θέλουν να κατανοήσουν τις συνδέσεις ανάμεσα στην εργασιακή θεωρία της αξίας και την μαρξιστική θεωρία για τις κρίσεις. Άλλωστε, ο Καλλίνικος αναφέρεται ρητά στον Χάρμαν και στον διάλογο μαζί του τόσο στο κεφάλαιο για τη Μέθοδο και τον Χέγκελ (σελίδα 228), όσο και στο τελευταίο κεφάλαιο για το Σήμερα (σελίδα 467).

Ένα σημείο στο οποίο αξίζει να σταθούμε, είναι τα όρια των μαθηματικών λύσεων του «προβλήματος του μετασχηματισμού». Έχουν υπάρξει πολλές (και χρήσιμες) τέτοιες απόπειρες. Ο Πιέρο Σράφα, ο οποίος υπήρξε επιμελητής της έκδοσης των έργων του Ρικάρντο, έκανε ίσως την πιο πλούσια συμβολή σε αυτόν τον τομέα με το έργο του «The production of commodities by means of commodities».13

Τέτοιες προσεγγίσεις μπορεί να δώσουν κάποιες χρήσιμες ιδέες για το ρόλο διάφορων μεταβλητών στη λειτουργία της καπιταλιστικής οικονομίας (συγκεκριμένα στην περίπτωση του Σράφα για το ρόλο του τομέα παραγωγής εμπορευμάτων που δεν επανέρχονται ούτε στην παραγωγή ούτε στην κατανάλωση, όπως η πολεμική βιομηχανία), αλλά δεν μπορούν να αναγορευθούν σε «γενικό μοντέλο» που εκφράζεται με ένα σύστημα εξισώσεων. Ο Χάρμαν κάνει τη βασική παρατήρηση ότι τέτοια συστήματα εξισώσεων θεωρούν ως δεδομένη την ταυτόχρονη αλλαγή των μεταβλητών τους, ενώ στην πραγματικότητα οι αλλαγές επέρχονται σε διαφορετικούς χρόνους.14

Κρίση, ποσοστό κέρδρους και “φούσκες”

Ο Καλλίνικος θυμίζει την παρατήρηση του Ρόμαν Ροσντόλσκι ότι «κάθε επανάσταση στις παραγωγικές δυνάμεις που λαμβάνει χώρα σε κοινωνική κλίμακα βάζει τέλος στη δεδομένη κατάσταση ισορροπίας των τομέων παραγωγής και οδηγεί μέσω κρίσεων και αναταράξεων κάθε είδους, σε μια νέα προσωρινή ισορροπία».15 Ένα σύστημα εξισώσεων δεν μπορεί να αποδώσει αυτές τις βίαιες μεταβάσεις από προσωρινή ισορροπία σε προσωρινή ισορροπία. Αυτή είναι μια προειδοποίηση σε όσους επιχειρούν να μαντέψουν το μέλλον του καπιταλισμού προεκτείνοντας έναν μαθηματικό τύπο σε οριακές τιμές (π.χ. αν τα ρομπότ αντικαταστήσουν την ανθρώπινη εργασία στην παραγωγή).

Ο Καλλίνικος αποφεύγει τις φορμαλιστικές παγίδες και υπερασπίζεται με ουσιαστικό τρόπο τη σπουδαιότητα της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους για τη μαρξιστική θεωρία των κρίσεων. Η ενότητα «Διαστάσεις της κρίσης» στο έκτο κεφάλαιο είναι ίσως το αποκορύφωμα του βιβλίου, όπου σμίγουν οι επεξεργασίες του συγγραφέα για τη μέθοδο του Μαρξ και τη λογική του Κεφάλαιου ανοίγοντας δυνατότητες για την κατανόηση της κρίσης του σύγχρονου καπιταλισμού.

Πιο συγκεκριμένα, ομαδοποιεί τους παράγοντες που εντοπίζει ο Μαρξ ως στοιχεία που οδηγούν τον καπιταλισμό σε κρίσεις σε τρεις κατηγορίες: η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει τα στοιχεία που ανοίγουν τη δυνατότητα να υπάρξουν κρίσεις (η διακοπή της κυκλοφορίας χρήμα-εμπόρευμα-χρήμα), η δεύτερη περιλαμβάνει τους παράγοντες που επηρεάζουν την πορεία των κρίσεων (η σχέση μισθών, ανεργίας και επενδύσεων) και η τρίτη τους αποφασιστικούς μηχανισμούς (πτώση του ποσοστού κέρδους και πανικός στις χρηματαγορές).16

Μέσα από αυτή την επεξεργασία, πετυχαίνει δυο σημαντικά ξεκαθαρίσματα. 

Το πρώτο αφορά τις αντιλήψεις που πιστεύουν ότι η κρίση έρχεται μέσα από την άνοδο των μισθών. Μια αντίληψη που έχει τις ρίζες της στον Ρικάρντο αλλά στη σύγχρονη εποχή έχει υιοθετηθεί από εργατίστικα ρεύματα της αριστεράς και ιδιαίτερα της αυτονομίας. Στην πραγματικότητα, το επίπεδο των μισθών είναι μεταβλητή που καθορίζεται από τις άλλες και όχι το αντίθετο. Το σύστημα πάσχει από δικές του αντικειμενικές αντιφάσεις που το ωθούν στην κρίση. Δεν χρειάζεται να «ενοχοποιήσουμε» τους μισθούς για να αποδείξουμε το ρόλο της εργατικής τάξης ως υποκείμενο της ανατροπής του συστήματος.

Για την ακρίβεια, ο ίδιος ο Καλλίνικος προχωράει στη συνέχεια στην υπεράσπιση της εργατικής τάξης από τις αντιλήψεις που τείνουν να την κατακερματίσουν, παραδείγματος χάρη σε προλεταριάτο και «πρεκαριάτο», θυμίζοντας και τα λόγια της Ρόζας Λούξεμπουργκ: «Το κατώτατο στρώμα των ενδεών και των περιθωριοποιημένων που βρίσκουν δουλειά δύσκολα ή και καθόλου δεν είναι με κανένα τρόπο αποβράσματα εκτός της επίσημης κοινωνίας όπως τους παρουσιάζει η αστική τάξη για ευνόητους λόγους, αλλά αντίθετα συνδέονται μέσω μιας ολόκληρης αλυσίδας ενδιάμεσων βημάτων με το ανώτερο, με την καλύτερη θέση, στρώμα των βιομηχανικών εργατών. (…) οι βιοτικές συνθήκες του κατώτατου στρώματος του προλεταριάτου ακολουθούν τους ίδιους νόμους της καπιταλιστικής παραγωγής και το προλεταριάτο αποτελεί ένα οργανικό σύνολο, μια κοινωνική τάξη οι ποικίλες διαβαθμίσεις στέρησης και καταπίεσης της οποίας μπορούν να γίνουν αντιληπτές σωστά μόνο με βάση τον καπιταλιστικό νόμο των μισθών ως σύνολο».17

Το ξεκαθάρισμα ότι το επίπεδο των μισθών δεν είναι η καθοριστική μεταβλητή είναι χρήσιμο και απέναντι στις κεϋνσιανές θεωρίες που βλέπουν το ξεπέρασμα της κρίσης μέσα από την αύξηση της ζήτησης. Όσο οι καπιταλιστές ελέγχουν τις αποφάσεις για τις επενδύσεις με κριτήριο το αναμενόμενο ποσοστό κέρδους, τα όποια κίνητρα μέσα από την αυξημένη ζήτηση πέφτουν σε τοίχο. Χρειαζόμαστε τη μαρξιστική κατανόηση της λογικής του καπιταλισμού για να υπερβούμε αυτό το φράγμα.

Ένα δεύτερο ξεκαθάρισμα στο οποίο επιμένει ο Καλλίνικος είναι η σχέση ανάμεσα στην πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους και τα φαινόμενα της χρηματοπιστωτικής φούσκας. Πολλοί αναλυτές στέκονται στο δεύτερο σκέλος αυτής της σχέσης και το αναγορεύουν σε καθοριστικό ή φτάνουν ακόμη και να το ανεξαρτητοποιούν. Ιδιαίτερα μετά την κρίση του 2008 με τη χρεοκοπία της Λίμαν Μπράδερς, οι θεωρίες για financialisation (χρηματιστικοποίηση) γνωρίζουν άνθηση. Αλλά, όπως σημειώνει ο Καλλίνικος για την περίπτωση του Κώστα Λαπαβίτσα «η βασική του αδυναμία έγκειται στον ισχυρισμό ότι χρηματοοικονομικό κέρδος δεν προέρχεται μόνο από την απόσπαση υπεραξίας η οποία έχει δημιουργηθεί στη διαδικασία της παραγωγής αλλά επίσης και ‘απαλλοτριώνοντας εισόδημα και χρηματικά αποθέματα άλλων μέσω της λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος’».18

Η αποσύνδεση του ρόλου των τραπεζών από τη διαδικασία συσσώρευσης κερδών μέσα από την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης στην παραγωγική διαδικασία μπορεί να ικανοποιεί το διαδεδομένο αίσθημα ενάντια στους τραπεζίτες ως αρπακτικά αλλά χάνει από τα μάτια της την πραγματική δυναμική του καπιταλισμού σαν σύστημα. Κοντεύουν δέκα χρόνια από το ξέσπασμα της σημερινής κρίσης και οι τράπεζες δεν έχουν καταφέρει να ξεφύγουν από το ρόλο του αδύναμου κρίκου (βλέπε πχ την τωρινή κρίση της Ντόιτσε Μπανκ). Ο λόγος για αυτό δεν είναι ότι οι τράπεζες έχουν πάψει να λεηλατούν πχ τα σπίτια των εργατών, αλλά το γεγονός ότι η οικονομία δεν ανακάμπτει. Χωρίς ανάκαμψη της ευρύτερης κερδοφορίας μέσα από την παραγωγή, οι τραπεζίτες είναι ανίσχυροι.

Ολόκληρο το βιβλίο είναι ένας συνεχής διάλογος με όλο το φάσμα των διανοούμενων που αναφέρονται στον Μαρξ, θετικά ή αρνητικά. Αυτό είναι μια από τις δυσκολίες του βιβλίου καθώς το φάσμα των «συνομιλητών» είναι τεράστιο. Αλλά είναι αναμφίβολα πλούτος. Ο Καλλίνικος είναι ανοιχτός στον εντοπισμό της όποιας χρήσιμης συμβολής του καθένα που μπήκε στον κόπο να δουλέψει πάνω στις ιδέες του Μαρξ, αλλά δεν διστάζει να ξεκαθαρίσει τα λάθη όπου κι αν τα εντοπίζει. 

Προφανώς αυτό ισχύει για τον Αλτουσέρ που έχει την τιμητική του, με ξεχωριστό παράρτημα στο τέλος. Όμως ο Καλλίνικος απαντάει εμπεριστατωμένα στην «επιστημολογική ρήξη» που επιχειρεί να τοποθετήσει ο Αλτουσέρ ανάμεσα στο νεαρό και τον «ώριμο» Μαρξ.

Πιο επείγουσες είναι οι παρατηρήσεις που κάνει ο Καλλίνικος για τη δουλειά του Ντέιβιντ Χάρβεϊ, ο οποίος ασκεί μαζική επιρροή στους αντικαπιταλιστές ακτιβιστές του αγγλοσαξονικού κόσμου και όχι μόνο. Αναγνωρίζει ανεπιφύλακτα τη συμβολή του Χάρβεϊ, παραδείγματος χάρη στην εξαιρετική πρωτοποριακή μελέτη των αλλαγών που πέρασε ο καπιταλισμός την εποχή που έγραφε ο Μαρξ και τη σχέση τους με τη χωροταξία.19

Αλλά όταν φτάνει στη θεωρία των κρίσεων, αναδεικνύει την αδυναμία του Χάρβεϊ να συλλάβει τη σύνδεση ανάμεσα στην πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους και τις χρηματοπιστωτικές κρίσεις καθώς και την λαθεμένη στάση του να αποδίδει τις κρίσεις σε ένα πλήθος παράγοντες χωρίς συνοχή.20

Έχουμε να κάνουμε, λοιπόν, με ένα βιβλίο που έχει όλα τα δύσκολα γνωρίσματα μιας φιλοσοφικής μελέτης, αλλά ταυτόχρονα έχει την ικανότητα να ακουμπάει τα πιο άμεσα ζητήματα που απασχολούν τη σύγχρονη αριστερά. Όπως γράφει ο ίδιος ο συγγραφέας στον επίλογο «Οι αντιπαραθέσεις για την ερμηνεία του Κεφάλαιου [του Μαρξ] έχουν ως υπόβαθρο πολιτικούς προβληματισμούς (…) αυτό που τις χρωματίζει είναι η εμπειρία του καπιταλισμού στη νεοφιλελεύθερη εποχή του. Η μαρξιστική αριστερά βρέθηκε αντιμέτωπη με δυο σχετιζόμενες ερωτήσεις: κατόρθωσε η νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση του καπιταλισμού να βάλει το σύστημα σε μια νέα τροχιά ανάπτυξης; Κατόρθωσε επίσης να πολτοποιήσει την εργατική τάξη σε τέτοιο βαθμό ώστε να είναι ανίκανη να δράσει ως συλλογικό υποκείμενο;».21

Ο Καλλίνικος «αποκρυπτογραφεί» το Κεφάλαιο για να μας προτείνει απαντήσεις ικανές να εξοπλίσουν τους αντικαπιταλιστές του σήμερα. Και καταφέρνει κάτι παραπάνω. Να μας εξοπλίσει για να συνεχίσουμε την αποκρυπτογράφηση μέχρι να ξεπεράσουμε όλες τις προκλήσεις του καπιταλισμού μέσα στην κρίση του και να φτάσουμε στην ανατροπή του. 

Σημειώσεις

1. Μιλώντας στις εκδηλώσεις «Μαρξισμός 2016», βλέπε στο περιοδικό «Σοσιαλισμός από τα κάτω» Νο 117, Ιούνης-Ιούλης 2016.

2. «Οι επαναστατικές ιδέες του Καρλ Μαρξ», Μαρξιστικό βιβλιοπωλείο, 1η έκδοση στα ελληνικά 1998.

3. Στον επίλογο στη δεύτερη γερμανική έκδοση του Κεφάλαιου (1873). https://www.marxists.org/archive/marx/works/download/pdf/Capital-Volume-I.pdf. Αναφέρεται από τον Άλεξ Καλλίνικος στο «Αποκρυπτογράφηση» στη σελίδα 120.

4. Η Αποκρυπτογράφηση του Κεφάλαιου, σελ. 216

5. Antonio Gramsci, Selections from the Prison Notebooks, Lawrence and Wishart, London 1971, σελ.200-1, “Against Byzantinism”.

6. Τόνι Κλιφ, Λένιν, τόμος 1 «1893-1914, Τα χρόνια της συγκρότησης των Μπολσεβίκων», εκδόσεις Εργατική Δημοκρατία, 1995, σελ.262-3. Η παραπομπή στον Κλαούζεβιτς είναι στο βιβλίο του «On War», αγγλική έκδοση 1971, σελ.91.

7. Η Αποκρυπτογράφηση του Κεφάλαιου, σελ. 128

8. Μίκαελ Κραίτκε, “The first World Economic Crisis: Marx as an Economic Journalist”, αναφέρεται από τον Καλλίνικος στο «Αποκρυπτογράφηση» σελ. 62

9. Η Αποκρυπτογράφηση του Κεφάλαιου, σελ. 59. 

10. Βλέπε σχετικά και τη βιογραφία του Ρικάρντο στο βιβλίο του Ισαάκ Ίλιτς Ρούμπιν «Ιστορία των Οικονομικών Θεωριών» («A History of Economic Thought»), Κριτική, 1993 

11. Η Αποκρυπτογράφηση του Κεφάλαιου, σελ. 138

12. Η Αποκρυπτογράφηση του Κεφάλαιου, σελ. 165

13. Piero Sraffa, Παραγωγή εμπορευμάτων μέσω εμπορευμάτων, Σύγχρονα θέματα, 1985

14. Κρις Χάρμαν, Καπιταλισμός Ζόμπι, σελίδα 74 στην αγγλική έκδοση

15. Roman Rosdolsky, The Making of Marx’s Capital, London 1977, σελ. 495-6. Αναφέρεται στο «Αποκρυπτογράφηση» στη σελ. 415

16. Η Αποκρυπτογράφηση του Κεφάλαιου, σελ. 385

17. Rosa Luxemburg, Introduction to Political Economy, The Complete Works of Rosa Luxemburg, σελ. 289. Αναφέρεται από τον Καλλίνικος στο «Αποκρυπτογράφηση» σελ 497.

18. Κώστας Λαπαβίτσας, Κέρδος χωρίς παραγωγή, σελ 222. Αναφέρεται από τον Καλλίνικος στο «Αποκρυπτογράφηση» σελ 471.

19. Η Αποκρυπτογράφηση του Κεφάλαιου, σελ. 390-1

20.Η Αποκρυπτογράφηση του Κεφάλαιου, σελ. 458-9

21. Η Αποκρυπτογράφηση του Κεφάλαιου, σελ. 502