Βιβλιοκριτική
Βιβλιοκριτική: Αλεξάνδρα Κολοντάι - Το γυναικείο ζήτημα

Τιμή 14€, 288 σελίδες

Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή 2016

 

Ο δρόμος για την απελευθέρωση

Το βιβλίο «Το γυναικείο ζήτημα –από την πρωτόγονη κοινωνία στη σύγχρονη εποχή» της Αλεξάνδρας Κολοντάι, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, αποτελεί μία ιστορική αναδρομή στη θέση της γυναίκας από την πρωτόγονη κοινωνία μέχρι το σύγχρονο καπιταλισμό. Το βιβλίο αποτελεί ταυτόχρονα και ένα πανόραμα των μαχών που έδωσε το γυναικείο κίνημα από τα πρώτα του βήματα, την περίοδο της γαλλικής επανάστασης, μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα. 

H Κολοντάι αφιέρωσε όλη της τη ζωή παλεύοντας ενάντια στη γυναικεία καταπίεση, με στόχο να γίνει το γυναικείο ζήτημα υπόθεση ολόκληρου του εργατικού κινήματος, έχοντας καθαρό ότι η ταξική πάλη κόντρα στο καπιταλιστικό σύστημα για μία σοσιαλιστική κοινωνία θα οδηγήσει στο ξεπέρασμά της. Έδωσε τη μάχη για την οργάνωση των γυναικών μέσα στα συνδικάτα και το επαναστατικό κόμμα. Το 1908, η Κολοντάι, οργάνωσε το Πανρωσικό συνέδριο Γυναικών στην Πετρούπολη. Το 1907, μαζί με την Κλάρα Τσέτκιν πήραν την πρωτοβουλία να συγκαλέσουν το πρώτο διεθνές συνέδριο σοσιαλιστριών γυναικών στην Στουτγάρδη. Το 1910 στο δεύτερο συνέδριο στην Κοπεγχάγη, υιοθετήθηκε η 8η Μάρτη ως Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας. Ο πρώτος εορτασμός έγινε το 1911 και συνεχίστηκε μέχρι το ξέσπασμα του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, πριν φτάσει να γίνει η αρχή της Ρώσικης Επανάστασης το 1917.

Μετά την επανάσταση η Κολοντάι έγινε Λαϊκός Κομισάριος για την Κοινωνική Πρόνοια. Αλλά ακόμη και τότε συνέχισε να δίνει τη μάχη κατά της γυναικείας καταπίεσης με την ίδρυση του Ζενοτντέλ ή "Τμήμα Γυναικών" το 1919. Η οργάνωση αυτή δούλευε για την βελτίωση των συνθηκών της ζωής των γυναικών, κυρίως της υπαίθρου, με στόχο την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, της σεξιστικής συμπεριφοράς των ανδρών και την υπεράσπιση των νέων νόμων περί γάμου, εκπαίδευσης και γυναικείας εργασίας που τέθηκαν σε εφαρμογή μετά την επανάσταση. Το Ζενοτντέλ έκλεισε τελικά το 1930. 

Το βιβλίο «Το γυναικείο ζήτημα –από την πρωτόγονη κοινωνία στη σύγχρονη εποχή» αποτελεί κομμάτι αυτής της προσπάθειας. Βασίζεται σε δώδεκα διαλέξεις που έδωσε η ίδια η συγγραφέας την άνοιξη του 1921 στο πανεπιστήμιο Σβερντλόβ του Λένινγκραντ σε φοιτήτριες που προετοιμάζονταν για να δουλέψουν στους γυναικείους τομείς. Στόχος της Κολοντάι ήταν να αποχτήσουν τα νέα κορίτσια μία γενική άποψη της μαρξιστικής θεωρίας πάνω στο γυναικείο ζήτημα, αναδεικνύοντας ότι η γυναικεία καταπίεση είναι γέννημα θρέμμα της ταξικής κοινωνίας και μπορεί να ξεπεραστεί μέσα από την ανατροπή της, κόντρα στις απόψεις των φεμινιστριών της εποχής που υποστήριζαν ότι η καταπίεση οφείλεται στη σύγκρουση ανάμεσα στα δύο φύλα. 

Μέσα από μία εντυπωσιακή ιστορική αναδρομή που ξεκινά από την πρωτόγονη κοινωνία, τη φεουδαρχία, την περίοδο της άνθισης της βιοτεχνικής παραγωγής και την περίοδο του καπιταλισμού, η Κολοντάι επιχειρεί να γκρεμίσει τον αστικό μύθο της «γυναικείας φύσης», με βάση την οποία η γυναικεία ιδιαιτερότητα οδήγησε με φυσικό τρόπο στην υποταγή της στον άντρα «που υπάρχει από καταβολής κόσμου και έτσι δεν γίνεται ν’ αλλάξει». Το βασικό σκεπτικό που διαπερνά όλο το βιβλίο είναι ότι ο ρόλος της γυναίκας στην κοινωνία, τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματά της όσο και τα δικαιώματα στο γάμο, καθορίζονται από τη θέση της στην παραγωγή.

Την περίοδο του πρωτόγονου κομμουνισμού η γυναίκα απολάμβανε όχι μόνο την απόλυτη ισότητα δικαιωμάτων μέσα στη φυλή αλλά πολλές φορές κατείχε και ηγετική θέση, ιδιαίτερα στις αγροτικές φυλές. Ο λόγος ήταν γιατί οι γυναίκες ασχολήθηκαν με τη γεωργία που ήταν ζωτικής σημασίας για την επιβίωση της φυλής. 

Η θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία ανατράπηκε όταν ο πρωτόγονος κομμουνισμός αντικαταστάθηκε από ένα κοινωνικό- οικονομικό σύστημα βασισμένο πάνω στην ιδιοκτησία και το εμπόριο και η κοινωνία άρχισε να χωρίζεται σε τάξεις, κάτι που οφείλεται με τη σειρά του στη δυνατότητα συσσώρευσης των αγαθών μέσα από τη ανάπτυξη των εργαλείων και των τεχνών. Η γεωργία έχασε σιγά σιγά την αξία της αφού έγινε δουλειά για σκλάβους. Η συνέπεια της ατομικής ιδιοκτησίας ήταν ότι χρειάζονταν πλέον ένα οικιακό νοικοκυριό σε αντίθεση με το κοινοτικό νοικοκυριό που υπήρχε στην προηγούμενη περίοδο. Το αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία μιας οικογένειας κλειστής και απομονωμένης όπου η γυναίκα μετατράπηκε σε όργανο τεκνοποίησης και υποδουλώθηκε στην εξουσία του πατέρα και του συζύγου σε όλη τη διάρκεια των αιώνων. 

Η περιγραφή της Κολοντάι για τη θέση της γυναίκας στο Μεσαίωνα και το πώς αντιμετωπίστηκε από τη Καθολική Εκκλησία ίσως είναι γροθιά για όλα τα σημερινά ισλαμοφοβικά στερεότυπα, για την καταπίεση της γυναίκας στο Ισλάμ. “Όσο πιο έξυπνη και καλλιεργημένη ήταν μία γυναίκα τόσο περισσότερο κινδύνευε να χαρακτηριστεί μάγισσα από τον κλήρο”. Ανάμεσα στον 15ο-17ο αιώνα, χιλιάδες υποτιθέμενες μάγισσες ανέβηκαν στην πυρά, όπου καίγονταν ζωντανές αφού καταδικάζονταν για επαφές με το διάβολο. Όπως εξηγεί, η Κολοντάι ο Χριστιανισμός υποστήριζε την ύπαρξη μιας “αμαρτωλής φύσης” της γυναίκας, με αποτέλεσμα ακόμα και βίαιες διώξεις σε βάρος γυναικών λόγω εγκυμοσύνης εκτός γάμου. Σε όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα (ακόμα και σήμερα στην Πολωνία) οι γυναίκες προσπάθησαν να αποτινάξουν από πάνω τους αυτά τα σεξιστικά στερεότυπα, παλεύοντας για το δικαίωμα στην έκτρωση και στο ελεύθερο διαζύγιο. 

Τις πρώτες απαρχές του γυναικείου κινήματος η Κολοντάι τις εντοπίζει στην περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης. Περιγράφει μάλιστα μία γυναικεία διαδήλωση που οργανώθηκε το 1780 και βάδισε προς τις Βερσαλλίες. Οι τεχνίτριες, οι αγρότισσες, εργάτριες που δούλευαν στο σπίτι, στο εργοστάσιο ή στη βιομηχανία και που υπέφεραν απάνθρωπα από την πείνα και μισούσαν την αριστοκρατία, στρατεύτηκαν στον αγώνα για μία καινούργια Γαλλία. 

Όμως η Γαλλική Επανάσταση δεν κατόρθωσε να αλλάξει ριζικά τη ζωή των γυναικών, παρά το γεγονός ότι οι γυναίκες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο. Μπορεί με το Σύνταγμα της Γαλλίας ή της Αμερικής να καταργήθηκε η Δουλεία ωστόσο δεν παραχωρήθηκαν στη γυναίκα ίσα δικαιώματα. Ο αγώνας για το δικαίωμα της γυναικείας ψήφου και το δικαίωμα εκλογιμότητας ήταν η κυριότερη διεκδίκηση των φεμινιστριών την περίοδο του 19ου αιώνα. 

Ο καπιταλισμός ανάγκασε τη γυναίκα στη μαζική είσοδό της στην παραγωγή και δημιούργησε έτσι την απαραίτητη προϋπόθεση για την ανεξαρτητοποίησή της από τον άντρα. Όμως, όπως τονίζει η Κολοντάι παρά το γεγονός αυτό, υπάρχει πάντα μία «αξεπέραστη αντίφαση» ανάμεσα στη σημασία της γυναικείας εργασίας και την εξαρτημένη και χωρίς δικαιώματα θέση της γυναίκας μέσα στην οικογένεια και την κοινωνία. Αυτή η αντίφαση είναι η πηγή της καταπίεσης αλλά ταυτόχρονα και η αιτία που γεννά την αντίσταση των γυναικών ενάντια στις διακρίσεις. 

Ακριβώς αυτή η διαδικασία συνέβη στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, μία περίοδος αποφασιστικής καμπής για τα δικαιώματα της γυναίκας. Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο ο αριθμός των εργαζόμενων γυναικών εκτινάχθηκε. Στην περίοδο 1914 -1918 η γυναικεία εργασία αυξήθηκε σε διάφορους κλάδους ανάμεσα στο 70% με 400%. Όμως οι μισθοί των γυναικών εξακολουθούσαν να είναι χαμηλότεροι των αντρών. Αυτή η τεράστια αντίφαση γέννησε τεράστιες αντιστάσεις από την πλευρά των γυναικών. 

Ήδη από την άνοιξη του 1915 οι εργάτριες του Βερολίνου οργάνωσαν μία μαζική διαδήλωση προς το Ράιχσταγκ. «Στις περισσότερες χώρες έγιναν βίαιες στάσεις ενάντια στον πόλεμο και τον πληθωρισμό. Στο Παρίσι το 1916 οι γυναίκες ρίχτηκαν στα μαγαζιά και λεηλάτησαν τις αποθήκες του κάρβουνου. Τον Ιούνη του 1916 η Αυστρία γνώρισε έναν πραγματικό τριήμερο ξεσηκωμό, όταν οι γυναίκες άρχισαν να διαδηλώνουν ενάντια στον πόλεμο και τον πληθωρισμό. Μετά την κήρυξη του πολέμου και στη διάρκεια της επιστράτευσης οι γυναίκες ξάπλωναν στις γραμμές του τρένου για να εμποδίσουν έστω και για μερικές ώρες την αναχώρηση των στρατιωτών για την κόλαση του πολέμου». Το αποκορύφωμα ήταν η εξέγερση των γυναικών της Ρωσίας στις 23 Φλεβάρη του 1917 (ημέρα της γυναίκας) που έμελλε να γίνει η αρχή της Ρώσικης Επανάστασης. Ετσι κάτω από την πίεση των επαναστατικών αναταραχών που συγκλόνισαν την Ευρώπη μετά τον πόλεμο και κυρίως εξ αιτίας της επανάστασης στη Ρωσία, η αστική τάξη αναγκάστηκε να παραχωρήσει σε ορισμένα σημεία δικαιώματα στις γυναίκες. 

Στα τελευταία κεφάλαια του βιβλίου η Κολοντάι μιλά για τις τεράστιες αλλαγές που έφερε στη ζωή των γυναικών η εργατική δημοκρατία στη Ρωσία. Από τα δικαιώματα στο ελεύθερο διαζύγιο. Από τη νομοθεσία για την προστασία της μητρότητας, τους παιδικούς σταθμούς αλλά κυρίως τη συμμετοχή των γυναικών όχι μόνο στην παραγωγική διαδικασία αλλά στον εργατικό έλεγχο όλης της κοινωνίας μέσα από το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στα εργατικά συμβούλια. 

Όπως λέει η Κολοντάι στο κλείσιμο του βιβλίου: «αν η δικτατορία της ατομικής ιδιοκτησίας κρατούσε δούλα τη γυναίκα για αιώνες ολόκληρους. Χάρη στη δικτατορία του προλεταριάτου, η γυναίκα μπορεί σήμερα να κατακτήσει την ελευθερία της».