Τσίπρας, Ερντογάν και Αναστασιάδης συνομιλούν αλλά και απειλούν, πάντα ανάμεσα σε ...Λωζάννη, Ζυρίχη και Γενεύη. Ο Πάνος Γκαργκάνας τοποθετεί αυτό το τρίγωνο στο ευρύτερο πλαίσιο των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και της κρίσης.
“Ο Όμιλος Βρακοφόρων Κρήτης επέλεξε μια μαντινάδα με αναφορές στον Πρόεδρο της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν, για να ευχηθεί στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
«Ο πρόεδρος της γείτονος μας έχει πια τροζάνει / και μας κουνά το δάχτυλο δείχνοντας τη Λωζάνη / μα πρέπει μια απάντηση ξεκάθαρη να πάρει / πως το Αιγαίο το βαστούν οι Έλληνες φαντάροι» ήταν η μαντινάδα που είπε στον Πρόεδρο ο πρόεδρος των βρακοφόρων.” (σύμφωνα με το ρεπορταζ του in.gr)
Ακόμη και τα Χριστουγεννιάτικα κάλαντα χρησιμοποίησε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος για να ενισχύσει την εκστρατεία που έχει ξεκινήσει για να “ενώσει το έθνος κατά των νέων τουρκικών προκλήσεων”. Τους τελευταίους μήνες πληθαίνουν διαρκώς τα σημάδια αυξανόμενης (ευτυχώς φραστικής μέχρι στιγμής) έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Στις 29 Σεπτέμβρη, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Χουριέτ, ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν μιλώντας σε συνέλευση της τοπικής αυτοδιοίκησης είπε:
«Το 1920 μας έδειξαν τη Συνθήκη των Σεβρών για να μας πείσουν το 1923 για τη Συνθήκη της Λωζάννης. Και κάποιοι προσπάθησαν να μας το παρουσιάσουν αυτό ως νίκη. Με τη Συνθήκη της Λωζάννης δώσαμε στους Έλληνες τα νησιά, που αν φωνάξεις από τις ακτές του Αιγαίου, θα ακουστείς απέναντι. Είναι αυτό νίκη;».1
Από εκείνη τη στιγμή και μετά, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας τριγυρνάει σε διάφορες τελετές και επαναλαμβάνει όπου σταθεί και όπου βρεθεί ότι η Συνθήκη της Λωζάννης είναι τμήμα του διεθνούς δικαίου και ότι όποιος την παραβιάσει θα υποστεί κυρώσεις. Έφτασε μάλιστα να αναφωνήσει «Μολών λαβέ».
Ο Πάνος Καμμένος, ηγέτης των Ανεξάρτητων Ελλήνων και υπουργός Άμυνας του Αλέξη Τσίπρα, έτρεξε να υπερακοντίσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Μια πρώτη κίνηση ήταν να δηλώσει ότι αν καταργηθεί η Συνθήκη της Λωζάννης θα επιστρέψουμε στη Συνθήκη των Σεβρών. Όπως είναι γνωστό, με τη Συνθήκη των Σεβρών το 1920 στην Ελλάδα παραχωρούνταν τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος και η ανατολική Θράκη μέχρι τη γραμμή της Τσατάλτζας κοντά στην Κωνσταντινούπολη. Η περιοχή της Σμύρνης έμενε υπό την ονομαστική επικυριαρχία του Σουλτάνου αλλά θα διοικούνταν από Έλληνα Αρμοστή ως εντολοδόχο των Συμμάχων-νικητών του Α΄ Παγκόσμιου Πόλεμου, και θα μπορούσε να προσαρτηθεί στην Ελλάδα μετά από πέντε χρόνια με δημοψήφισμα.
Ποτέ άλλοτε τα τελευταία είκοσι χρόνια δεν είχε διατυπωθεί από επίσημα χείλη τέτοια απειλή. Μόνο το 1996 με την κρίση των Ιμίων είχαν έρθει στην επιφάνεια σχέδια του τότε Α/ΓΕΕΘΑ Ναύαρχου Λυμπέρη για βομβαρδισμό της Σμύρνης.
Υπάρχουν βέβαια πάρα πολλοί που δεν θεωρούν τον Καμμένο σοβαρό πρόσωπο. Αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι είναι ο υπουργός Άμυνας της χώρας και ότι αντίστοιχη δήλωση έκανε και ο υπουργός Εξωτερικών Κοτζιάς (μιλώντας ως επικεφαλής της κίνησης Πράττω, όπως είπε, και όχι ως ΥπΕξ). Η επόμενη κίνηση του Καμμένου ήταν να οργανώσει επίσκεψη κοινοβουλευτικής αντιπροσωπείας σε ακριτικά νησιά, στη Ρω και στο Καστελλόριζο με τη συμμετοχή βουλευτών της Χρυσής Αυγής. Το μήνυμα που ήθελε να δώσει ήταν σαφές: η εθνική ομοψυχία μπροστά στην τουρκική πρόκληση είναι τόσο κατεπείγουσα ώστε δίνει συγχωροχάρτι ακόμη και στους νεοναζί δολοφόνους.
Μπορεί ο Καμμένος να πέτυχε ακριβώς το αντίθετο, καθώς η πρωτοβουλία του προκάλεσε αντιδράσεις και μέσα στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, κατάφερε να τροφοδοτήσει τον κύκλο των προκλητικών δηλώσεων στην απέναντι όχθη. Η τουρκική αντιπολίτευση κατηγόρησε την κυβέρνηση Ερντογάν ότι έχει πάψει να διεκδικεί 18 νησιά στο Αιγαίο και ότι ξεπουλάει τους τουρκοκύπριους!
Γιατί υπάρχει αυτή η εξέλιξη; Πρόκειται για ασκήσεις πατριδοκαπηλίας εσωτερικής κατανάλωσης; Μέχρι πού μπορεί να φτάσουν τέτοιοι τυχοδιωκτισμοί; Ποιο είναι το υπόβαθρο για έξαρση τέτοιων κρουσμάτων;
Η κρίση στην Τουρκία
Το πρώτο στοιχείο που χρειάζεται να πάρουμε υπόψη είναι η ραγδαία επιδείνωση της κρίσης στην Τουρκία. Στα ΜΜΕ (και όχι μόνο) κυριαρχεί το κλισέ ότι, μετά το εκεί αποτυχημένο πραξικόπημα εναντίον του, ο Ερντογάν είναι πανίσχυρος: προχωράει σε μαζικές εκκαθαρίσεις στο στρατό, στη δικαιοσύνη, στην εκπαίδευση, αξιοποιεί την επιβολή κατάστασης έκτακτης ανάγκης για να καταστείλει κάθε αντιπολίτευση και στρώνει το δρόμο για να πάρει τις προεδρικές υπερεξουσίες που διεκδικούσε- ένας σύγχρονος “Σουλτάνος”.
Μια δραματική διάψευση αυτής της εικόνας ήρθε με τη δολοφονία του Πρέσβη της Ρωσίας στην Άγκυρα από έναν αστυνομικό των ειδικών δυνάμεων. Ούτε τον στενό πυρήνα των δυνάμεων καταστολής δεν ελέγχει ο “Σουλτάνος”. Οι θεωρίες περί οργανωμένης προβοκάτσιας με στόχο να εμποδιστεί η προσέγγιση Τουρκίας-Ρωσίας δεν μπορούν να συγκαλύψουν το γεγονός ότι ο εκτελεστής πυροβόλησε τον πρεσβευτή μπροστά στις κάμερες και δήλωσε ότι το κάνει για να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι για τη σφαγή στο Χαλέπι, πριν πέσει ο ίδιος νεκρός από τις σφαίρες των συναδέλφων του.
Αυτό το συμβάν συμπυκνώνει τις αντιφάσεις που συγκλονίζουν την τουρκική κοινωνία και αποσταθεροποιούν όλους τους παραδοσιακούς θεσμούς της.
Ο πρώτος αποσταθεροποιητικός παράγοντας είναι ο πόλεμος στη Συρία και στο Ιράκ. Η νίκη του Άσαντ στο Χαλέπι είναι ένα σκληρό πλήγμα για τον Ερντογάν, ο οποίος είχε αυτοπροβληθεί ως προστάτης των σουνιτικών πληθυσμών της Συρίας και δύναμη εκδημοκρατισμού των καθεστώτων της Μέσης Ανατολής. Το πλήγμα είναι διπλό. Κονταίνει τις φιλοδοξίες τις άρχουσας τάξης της Τουρκίας να αναδειχθεί σε καθοριστικό παράγοντα στην περιοχή και ταυτόχρονα εξαγριώνει τη λαϊκή βάση των κομμάτων, ιδιαίτερα του Ερντογάν, που βλέπει τα αδέρφια της να σφαγιάζονται αβοήθητα από αυτούς που υπόσχονταν να τα σώσουν.
Ο τούρκικος καπιταλισμός είχε απέραντες βλέψεις διείσδυσης στα κενά που άφηναν οι αποτυχίες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Στο Ιράκ, είχε μετατρέψει τις κουρδικές περιοχές που ελέγχει ο Μπαρζανί σε οικονομικό προτεκτοράτο. Όταν ξέσπασε το κύμα των εξεγέρσεων που ανέτρεψε τον Μπεν Αλί στην Τυνησία και τον Μουμπάρακ στην Αίγυπτο, υπήρχαν διαδηλώσεις στον αραβικό κόσμο όπου εμφανίζονταν πλακάτ με τη φωτογραφία του Ερντογάν. Για να προωθήσει αυτή την επιρροή, ο Ερντογάν δεν είχε διστάσει το 2010 να το παίξει προστάτης του “Στόλου της ελευθερίας” που επιχείρησε να σπάσει τον αποκλεισμό της Γάζας και χτυπήθηκε δολοφονικά από το Ισραήλ. Συγκρούστηκε το 2013 με τον Σίσι που ανέτρεψε πραξικοπηματικά τον Μούρσι, τον εκλεγμένο πρόεδρο της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην Αίγυπτο. Και τάχθηκε από την αρχή υπέρ της αποχώρησης του Άσαντ στη Συρία.
Αυτά ήταν βήματα μιας διεισδυτικής διπλωματίας ενός οικονομικά ανερχόμενου παίκτη. Η Τουρκία επί Ερντογάν είχε μετατραπεί από χώρα που είχε ανάγκη τα δάνεια του ΔΝΤ σε χώρα μέλος της ομάδας των G20 και δυναμικό κομμάτι των BRICS, των αναδυόμενων αγορών μαζί με τη Βραζιλία, τη Νότια Αφρική, την Ινδία. Αυτή η ανοδική πορεία έχει ανακοπεί και οικονομικά και γεωπολιτικά.
Η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 1,8% σε ετήσια βάση το τρίτο τρίμηνο του 2016 για πρώτη φορά μετά από εφτά χρόνια.2 Η βουτιά είναι ιδιαίτερα οδυνηρή μετά από ρυθμούς ανάπτυξης που χτυπούσαν μέχρι πάνω από 10% και έχει προοπτική παραπέρα επιδείνωσης καθώς η τουρκική λίρα παραπαίει. Το νόμισμα έχει χάσει περίπου 20% της αξίας του απέναντι σε δολάριο και ευρώ μέσα στο 2016 και οι ανησυχίες ότι οι επιχειρήσεις δεν θα μπορούν να ξεπληρώσουν τα δάνεια που έχουν πάρει σε ξένο νόμισμα φουντώνουν.
Η κυβέρνηση έχει αναγκαστεί να κάνει εκκλήσεις στον πατριωτισμό των καταθετών να μετατρέψουν τα ποσά που κατέχουν από δολάρια σε χρυσό ή λίρες. Οικονομικά, τέτοιες εκκλήσεις δεν έχουν καμιά προοπτική καθώς η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ ανεβάζει τα επιτόκια και το δολάριο ανεβαίνει. Μέσα στον Νοέμβρη οι ξένοι επενδυτές φυγάδευσαν από την Τουρκία κεφάλαια αξίας 2,6 δις δολαρίων και οι Τούρκοι καταθέτες στράφηκαν προς το δολάριο με ρυθμό 1 δις μέσα στην τελευταία βδομάδα του ίδιου μήνα.3 Πολιτικά, βέβαια, μια τέτοια πατριωτική εκστρατεία δεσμεύει κυβέρνηση και αντιπολίτευση να ανεβάζουν τους εθνικιστικούς τόνους σε μια περίοδο γεωστρατηγικής ήττας.
Μετά τις αποτυχίες του Τζορτζ Μπους που έκανε τους πολέμους στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ και έμπλεξε τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό σε κατοχές που είχαν αιματηρό κόστος για να κρατηθούν, η προεδρία Ομπάμα αντιπροσώπευε μια στροφή που ονομάστηκε επιγραμματικά ως χρήση “soft power” αντί για “hard power”. Αντί για νέες στρατιωτικές επεμβάσεις, η σταθεροποίηση της κατάστασης υποτίθεται ότι θα γινόταν με διπλωματία και τοπικές συμμαχίες. Η οκταετία Ομπάμα τελείωσε με πλήρη αποτυχία και αυτής της επιλογής. Σταθερότητα είναι η μόνη λέξη που δεν ταιριάζει στην εικόνα ούτε στη Λιβύη, ούτε στη Συρία και το Ιράκ. Οι επιπτώσεις για όλους τους παίκτες της περιοχής που επένδυσαν σε αυτά τα σχέδια είναι άμεσες και ιδιαίτερα για τον Ερντογάν.
Αντί για “ειρηνική” οικονομική και διπλωματική διείσδυση στην περιοχή βρίσκεται μπλεγμένος σε έναν πόλεμο που δεν μπορεί να κερδίσει. Ο τούρκικος στρατός έχει μπει στη Συρία όχι όπως φαντάζονταν οι πολιτικές και στρατιωτικές ηγεσίες του ως απελευθερωτής και προστάτης των πληθυσμών, αλλά σε μια απεγνωσμένη επιχείρηση να εμποδίσει τη συνένωση των κούρδικων περιοχών κατά μήκος των τουρκικών συνόρων. Είναι μια επέμβαση που συνεχώς αναδεικνύει την ανάγκη για συμβιβασμούς ταυτόχρονα και με τις ΗΠΑ και με τη Ρωσία σε πείσμα των προσπαθειών του Ερντογάν να ντύσει “αντιμπεριαλιστικά” τη ρητορική του. Μπορεί να βγάζει κραυγές ενάντια στο αμερικάνικο “λόμπι των επιτοκίων”, αλλά υπακούει στις αμερικάνικες εντολές να μην περάσει ο τουρκικός στρατός στα ανατολικά του Εφράτη. Μπορεί να κατέρριψε ένα ρώσικο μαχητικό πριν ένα χρόνο διεκδικώντας τον έλεγχο του εναέριου χώρου στη Βόρεια Συρία, αλλά κατάληξε να συνεργάζεται με τον Πούτιν την ώρα που έπεφτε το Χαλέπι. Στο Ιράκ, οι αμερικάνοι και οι σύμμαχοί τους πολιορκούν τη Μοσούλη αλλά κρατούν σε απόσταση τα στρατεύματα του Ερντογάν.
Πολιτικά το κόστος από αυτόν τον βρόμικο πόλεμο είναι τεράστιο. Η πολιτική ενσωμάτωσης των Κούρδων της Τουρκίας που ήταν “δημοκρατικό παράσημο” του Ερντογάν έχει καταρρεύσει. Κάθε βδομάδα υπάρχουν κηδείες στρατιωτών που έχουν χάσει τη ζωή τους στις μάχες και μέσα στη Συρία και στις κουρδικές περιοχές μέσα στην Τουρκία. Με αυξανόμενη συχνότητα υπάρχουν νεκροί από τις βομβιστικές επιθέσεις μέσα στις μεγάλες πόλεις και στην ίδια την Ιστανμπούλ. Οι πρόσφυγες από τη Συρία και οι συμπαραστάτες τους που είχαν βγει στους δρόμους το βράδι του πραξικοπήματος, τώρα αισθάνονται προδομένοι. Το καθεστώς του Σίσι, του οποίου οι εφημερίδες είχαν πανηγυρίσει για το πραξικόπημα στην Τουρκία, τώρα πανηγυρίζει για τη νίκη του Άσαντ στο Χαλέπι.
Ένας ολόκληρος κόσμος που πίστευε ότι ο Ερντογάν περιορίζει τις δυνατότητες του στρατού να επεμβαίνει στην πολιτική ζωή της Τουρκίας, τώρα τον βλέπει να ξεπλένει τους χουντικούς της Εργκένεκον και της “Βαριοπούλας” και να συνεργάζεται μαζί τους στις μαζικές εκκαθαρίσεις της κρατικής μηχανής. Όσες διώξεις και να κάνει ο Ερντογάν στους βουλευτές του HDP, δεν μπορεί να σβήσει τον αντίκτυπο των δηλώσεων που είχε κάνει ο ηγέτης του HDP Ντεμιρτάς απευθυνόμενος στον ίδιο: “Οι επικεφαλής των τανκς και των πυροβόλων που στέλνατε [κατά των Κούρδων] στην Τσίζρε, στο Σινράκ, στο Σουρ αποδείχθηκαν όλοι πραξικοπηματίες. Εσείς συλλαμβάνατε εμάς και αυτοί σας ετοίμαζαν πραξικόπημα”.4
Οι ανταγωνισμοί
Οι αντιδράσεις της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα απέναντι σε αυτή την τρελή πορεία του Ερντογάν μέσα στην κρίση του είναι απαράδεκτες. Έχει καταφέρει ταυτόχρονα και να συνεργάζεται με την τούρκικη κυβέρνηση σε βάρος των προσφύγων και να την ανταγωνίζεται και στο Αιγαίο και στην Κύπρο, ανεβάζοντας το θερμόμετρο της έντασης.
Επίσημα, η εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ φοράει τον μανδύα της “υπευθυνότητας” που αρμόζει σε μια “νησίδα ομαλότητας στο ταραγμένο τρίγωνο Ουκρανία-Λιβύη-Μέση Ανατολή”. Στην ουσία συμμετέχει σε όλες τις αντιδραστικές επιχειρήσεις ιμπεριαλιστικής σταθεροποίησης της περιοχής διεκδικώντας ανταλλάγματα για τον ελληνικό καπιταλισμό.
Ο Τσίπρας, ο Κοτζιάς και ο Μουζάλας διεκδικούν την πατρότητα της Συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας για τους πρόσφυγες που επέβαλε η Μέρκελ με τον Ερντογάν. Ο επίσημος στόχος αυτής της ρύθμισης είναι ανοιχτά ρατσιστικός καθώς επιδιώκει να περιορίσει τις “προσφυγικές ροές”. Αντί για διαδικασίες υποδοχής, βοήθειας και ένταξης για τους πρόσφυγες προβλέπει μηχανισμούς αποκλεισμού, ελέγχου και εγκλεισμού. Ενδίδει σε όλα τα ισλαμοφοβικά στερεότυπα και δίνει αέρα σε όλες τις ακροδεξιές εκστρατείες παντού στην Ευρώπη. Αυτό είναι ζωντανή εμπειρία τώρα πια, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στις άλλες χώρες.
Αλλά το πρόβλημα δεν περιορίζεται εκεί. Η άλλη όψη αυτής της “ειρηνικής συνεργασίας” μεταξύ των κυβερνήσεων της ΕΕ και της Τουρκίας είναι η ανοχή (για να μην πούμε στήριξη) της δράσης του τουρκικού στρατού στα σύνορα με τη Συρία. Τυπικά, τα ανταλλάγματα που εξασφάλισε ο Ερντογάν από την ΕΕ είναι κάποια δισεκατομμύρια ως άμεση χρηματοδότηση για τη διαχείριση των προσφύγων και κάποιες υποσχέσεις για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με την ΕΕ. Στην πράξη, η ΕΕ έδωσε τις ευλογίες της για την εισβολή του τουρκικού στρατού στη Συρία. Η Γαλλία, η Βρετανία, η Δανία και το Βέλγιο είναι χώρες μέλη της ΕΕ που συμμετέχουν στους βομβαρδισμούς στο Ιράκ και στη Συρία στο πλευρό των ΗΠΑ. Η Γερμανία και η Πολωνία προσφέρουν στρατιωτικές υπηρεσίες όπως εναέριο ανεφοδιασμό των βομβαρδιστικών αυτών των χωρών.5
Επίσημα, η ελληνική κυβέρνηση το μόνο που ζητάει είναι να δείξουν κατανόηση οι “εταίροι-δανειστές” της ΕΕ για τα βάρη που επωμίζεται σε αυτά τα πλαίσια για χάρη “όλης της Ευρώπης”. Αυτό είναι από μόνο του προβληματικό. Μετατρέπει τους πρόσφυγες σε πιόνι στις μνημονιακές διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με την Τρόικα. Αλλά ούτε αυτό το πρόβλημα περιορίζεται εκεί. Η διεκδίκηση ανταλλαγμάτων απλώνεται και σε τομείς που έχουν να κάνουν με τους ελληνοτουρκικούς ανταγωνισμούς και τους οξύνουν.
Ένα τέτοιο πεδίο αφορά στο Αιγαίο. Παραδοσιακά από το 1973, όταν επί χούντας έγιναν προσπάθειες για να κηρυχθεί το Αιγαίο ως “αρχιπέλαγος” σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και να κλείσουν τα θαλάσσια περάσματά του με ένα καθεστώς ελέγχου ασφυκτικό, αντίστοιχο με τα στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων, ο ελληνικός καπιταλισμός επιδιώκει να κατοχυρώσει έναν παρόμοιο έλεγχο στα πάντα δυτικά του FIR Αθηνών -στον εναέριο χώρο, στη θάλασσα και στην υφαλοκρηπίδα.6
Το καλοκαίρι του 1974, η τότε τουρκική κυβέρνηση Ετσεβίτ διακήρυξε ότι τυχόν επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο σε 12 μίλια θα θεωρηθεί αιτία πολέμου (casus belli). Γιατί σύμφωνα με εκτιμήσεις7 μια τέτοια κίνηση θα σήμαινε ότι τα διεθνή ύδατα στο Αιγαίο θα περιορίζονταν από 49% της επιφάνειας σε 19% με το ελληνικό μερίδιο να ανεβαίνει από το 43% στο 71,5%. Από τότε, παρά τις κατά καιρούς εξάρσεις, καμιά κυβέρνηση είτε της Ελλάδας είτε της Τουρκίας δεν έχει φτάσει να τραβήξει αυτό το σκοινί στα άκρα.
Σήμερα, η κυβέρνηση Τσίπρα θεωρεί ότι είναι φιλειρηνικό αίτημα το να βάζει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων την άρση του casus belli. Είναι άραγε κατοχύρωση της ειρήνης και φιλίας των λαών το να λυθούν τα χέρια αυτής ή μιας μελλοντικής κυβέρνησης να ανεβάσει τα χωρικά ύδατα στα 12 μίλια; Σε μια περίοδο όπου συγκεντρώνονται ναυτικές δυνάμεις των ισχυρότερων ιμπεριαλιστικών κρατών στην ανατολική Μεσόγειο, ένας αυξημένος έλεγχος στα περάσματα του Αιγαίου είναι ισχυρό χαρτί εμπλοκής στα πολεμικά παιχνίδια τους και διεκδίκησης ανταλλαγμάτων.
Ήδη από αφορμή τις ΝΑΤΟϊκές περιπολίες στα θαλάσσια σύνορα με την Τουρκία για ενίσχυση της Frontex, έχουν ανοίξει προστριβές. Η κυβέρνηση Τσίπρα στις συναντήσεις του ΝΑΤΟ τάσσεται υπέρ της συνέχισης των περιπολιών, η κυβέρνηση Ερντογάν τάσσεται κατά. Η ελληνική διπλωματία υπολογίζει ότι οι περιπολίες του ΝΑΤΟ δημιουργούν προηγούμενο ελέγχου για το ποιος περνάει προς το Αιγαίο δυτικά από τα ελληνοτουρκικά θαλάσσια σύνορα, η τουρκική διπλωματία θέλει να αποφύγει τέτοια προδικασμένα. Και οι δυο παίζουν με τους ανταγωνισμούς ΗΠΑ-Ρωσίας (που ενδιαφέρονται οι μεν ΗΠΑ να στέλνουν πολεμικά πλοία στη Μαύρη Θάλασσα ανεξέλεγκτα, η δε Ρωσία στην ανατολική Μεσόγειο) και με τη φωτιά. Δεν είναι μόνο λόγοι εσωτερικής κατανάλωσης που οδηγούν Τούρκους πολιτικούς να θυμούνται ξανά βραχονησίδες στο Αιγαίο και τους Καμμένους να αγκαλιάζουν τους Κασιδιάρηδες στην υπεράσπισή τους.
Ακόμη πιο οξυμένο πεδίο αντιπαράθεσης έχει ανοίξει στην ανατολική Μεσόγειο. Εκεί το επίδικο είναι ο ορισμός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της κάθε χώρας. Δηλαδή της θαλάσσιας περιοχής όπου η κάθε συγκεκριμένη χώρα έχει αποκλειστικό δικαίωμα αξιοποίησης των πόρων είτε πρόκειται για αλιεία είτε για υποθαλάσσια κοιτάσματα φυσικού αερίου και πετρελαίου. Εκμεταλλευόμενη την επιδείνωση των σχέσεων της Τουρκίας με την Αίγυπτο και το Ισραήλ, η ελληνική διπλωματία προσπαθεί να κατοχυρώσει μια τεράστια ΑΟΖ που συνορεύει με της Κύπρου ανατολικά και της Αιγύπτου νότια, περιορίζοντας την Τουρκία σε μια μικρή λωρίδα κοντά στα παράλιά της. Για χάρη αυτής της εκστρατείας, ο Αλέξης Τσίπρας έχει σφίξει ξανά και ξανά το χέρι του στρατάρχη Σίσι.
Αυτή η κόντρα είναι ξεκινημένη από πολλά χρόνια, αλλά σήμερα έχει πάρει μεγαλύτερες διαστάσεις. Η θαλάσσια περιοχή νότια από το Καστελλόριζο, εξαιτίας της καίριας γεωγραφικής θέσης που κατέχει για τον ορισμό των ΑΟΖ, έχει γίνει πεδίο αεροναυτικών επιδείξεων δύναμης με τα Γενικά Επιτελεία Ελλάδας και Τουρκίας να “δεσμεύουν” εναλλάξ την περιοχή για “ασκήσεις έρευνας και διάσωσης” και άλλα παρόμοια. Η διαμάχη σπρώχνει την Ελλάδα πιο βαθιά στην αγκαλιά του αντιδραστικού άξονα με το Ισραήλ και μετατρέπει για άλλη μια φορά την Κύπρο σε γήπεδο ελληνοτουρκικής αναμέτρησης.
Η Κύπρος
Στις 8-12 Γενάρη 2017 είναι προγραμματισμένη μια συνάντηση στη Γενεύη με αντικείμενο το μέλλον της Κύπρου. Αρχικά θα συναντηθούν οι ηγέτες των δυο πλευρών, Αναστασιάδης και Ακιτζί για να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις από το σημείο που τις άφησαν στην προηγούμενη συνάντησή τους στο Μον Πελεράν της Ελβετίας. Και στη συνέχεια θα βρεθούν μαζί με άλλους ηγέτες σε μια συνάντηση που η τουρκοκυπριακή ηγεσία θεωρεί ότι θα είναι πενταμερής (με συμμετοχή των “εγγυητριών δυνάμεων” Ελλάδα-Τουρκία-Βρετανία) ενώ η ελληνοκυπριακή πλευρά τη θέλει πολυμερή (με συμμετοχή των πέντε μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και της ΕΕ). Το αν θα γεφυρωθούν οι απόψεις αρκετά ώστε να διαφαίνεται δυνατότητα συμφωνίας προβλέπεται να κριθεί σε μια συνάντηση Τσίπρα-Ερντογάν που θα προηγηθεί. Σε περίπτωση συμφωνίας θα ακολουθήσουν δημοψηφίσματα και στο βορρά και στο νότο της Κύπρου.
Και μόνο αυτό το διαδικαστικό σκηνικό είναι αρκετό για να καταρρίψει τους ισχυρισμούς ότι αυτή τη φορά πρόκειται για κάτι διαφορετικό από το Σχέδιο Ανάν που απορρίφθηκε με το δημοψήφισμα των ελληνοκυπρίων το 2004. Τυπικά, αυτή τη φορά το σχέδιο επανένωσης διαμορφώνεται από τις ηγεσίες των δυο κοινοτήτων. Στην πράξη, όλες οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις θέλουν να έχουν ξανά λόγο στη “λύση” του κυπριακού μέσα σε συνθήκες όπου η γειτονιά της Κύπρου φλέγεται ξανά.
Έγραφε ο Νίκος Λούντος τότε: “Στις κρίσιμες τελευταίες μέρες πριν από τα δημοψηφίσματα στην Κύπρο, κανείς δεν μπορούσε πλέον να κρύψει ότι το εύρος όσων αφορούσε το σχέδιο Ανάν ξεπερνούσε κατά πολύ τα 9 250 τετραγωνικά χιλιόμετρα του νησιού. Ο Κόλιν Πάουελ σε καθημερινή επικοινωνία με τον Χριστόφια, έντονες ανακοινώσεις του Λευκού Οίκου, πιέσεις του ευρωπαϊκού Επιτρόπου Γκίντερ Φερχόιγκεν, απειλές του Χαβιέ Σολάνα, μέχρι και συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου το ενδιαφέρον συγκέντρωνε η στάση της Ρωσίας και της Κίνας. Η λύση του προβλήματος που αφορά 800 χιλιάδες ανθρώπους σε ένα μικρό νησί της Μεσογείου έφτασε να κινητοποιήσει όλες τις μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη”.8 Και για επιβεβαίωση, παρέθετε απόσπασμα από ένα άρθρο του Καρλ Μπιλντ, ειδικού επίτροπου τότε της ΕΕ για τα Βαλκάνια:
“Το σχέδιο Ανάν δεν αφορά μόνο ένα διχασμένο νησί στην ανατολική Μεσόγειο, ή τις σχέσεις ανάμεσα σε δυο σημαντικές χώρες που διαμορφώνουν τα σύνορα ανάμεσα στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή. Είναι κρίσιμης σημασίας στην αναζήτηση της ειρήνης και της σταθερότητας σε ολόκληρη τη μεταοθωμανική περιοχή που απλώνεται από το Μπίχατς στη Βοσνία βορειοδυτικά μέχρι τη Βασόρα στον Περσικό Κόλπο στα νοτιοανατολικά”.
Αυτή η “μεταοθωμανική περιοχή” βρίσκεται σήμερα ακόμη πιο αποσταθεροποιημένη από ό,τι ήταν τότε που ξεδιπλωνόταν η εκστρατεία του Μπους στο Ιράκ. Τότε ακόμα δεν υπήρχε αμφισβήτηση για τα σύνορα που είχαν χαράξει οι νικητές του Α΄ Παγκόσμιου Πόλεμου με τις γραμμές Σάικς-Πικό, όπως υπάρχει σήμερα. Και βέβαια τότε η Ρωσία δεν είχε την παρουσία που έχει τώρα στη Συρία. Οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις είναι σήμερα πιο επείγουσες και πιο ανταγωνιστικές μεταξύ τους.
Πώς επηρεάζει αυτό την Κύπρο; Όπως πάντα, πολύ άμεσα εξαιτίας των βρετανικών βάσεων. Σύμφωνα με την έκθεση του βρετανικού κοινοβουλίου που αναφέραμε και πιο πάνω, “Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει τη δεύτερη μεγαλύτερη συμβολή στους αεροπορικούς βομβαρδισμούς στο Ιράκ και στη Συρία. Βρετανικά αεροσκάφη έχουν εκτελέσει πάνω από 3.000 αποστολές στα πλαίσια της Επιχείρησης Shader και μέχρι τις αρχές Νοεμβρίου 2016 είχαν χτυπήσει στόχους του ISIS στο Ιράκ και στη Συρία 1115 φορές (1048 και 67 αντίστοιχα). ...Η βάση της RAF στο Ακρωτήρι (στην Κύπρο) αποτελεί το κύριο επιχειρησιακό κέντρο για τα αεροσκάφη στην περιοχή”.
Το “αβύθιστο αεροπλανοφόρο”, λοιπόν, βρίσκεται σε πλήρη δράση και όλοι οι μεγάλοι “παίκτες” στη Μεσανατολική σκακιέρα θέλουν να έχουν λόγο στη διαμόρφωση της μελλοντικής διακυβέρνησής του. Οι δυο “μητέρες πατρίδες” αντιμετωπίζουν όπως πάντα αυτή την εξέλιξη ως ευκαιρία για να προωθήσουν τα δικά τους συμφέροντα πάνω στις πλάτες των απλών ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων που θα ήθελαν να συνυπάρξουν ειρηνικά στο νησί τους.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν έχει μετακινήσει την παραδοσιακή ελληνική διπλωματία ούτε ρούπι προς τα αριστερά, προς φιλειρηνική κατεύθυνση. Συνεργάζεται με το δεξιό ελληνοκύπριο Πρόεδρο Αναστασιάδη στην προώθηση του άξονα με το Ισραήλ και στη συνεργασία με την Αίγυπτο του Σίσι. Στηρίζει τη λογική “εδαφικές υποχωρήσεις από τους τουρκοκύπριους ως αντάλλαγμα για την συμμετοχή τους σε ένα ομόσπονδο κυπριακό κράτος”, μια λογική που κρατάει επί δεκαετίες τους τουρκοκύπριους όμηρους χωρίς καμιά αναγνώριση της ύπαρξής τους. Είναι εντυπωσιακά υποκριτικό το πόσο πολιτικές δυνάμεις που είναι λάτρεις του “ευρωπαϊκού κεκτημένου” και του “πολιτικού πολιτισμού” της ΕΕ, που εκστασιάζονται για το πώς η Γαλλία και η Γερμανία “άφησαν πίσω τους πολέμους” και δημιούργησαν την “ενωμένη Ευρώπη”, όταν φτάνουν στην Κύπρο ζητάνε πλήθος γεωπολιτικές διευθετήσεις ως προϋποθέσεις για να συνυπάρχουν δυο λαοί στο ίδιο νησί.
Το πιο κρίσιμο αίτημα Τσίπρα-Αναστασιάδη αυτή την περίοδο είναι η απόσυρση των τουρκικών στρατευμάτων από τον τουρκοκυπριακό βορρά. Ούτε ο Ερντογάν ούτε ο Ακιτζί δεν αποδέχονται αυτή τη θέση. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, μια μεγάλη πλειοψηφία των τουρκοκυπρίων επίσης την απορρίπτει.
Όσο αφορά τους απλούς τουρκοκύπριους, αυτό είναι κατανοητό: γιατί να αισθανθούν ασφαλείς όταν έχουν πίσω τους μια ιστορία δεκαετιών με επιθέσεις από επίσημες και ανεπίσημες ελληνοκυπριακές συμμορίες και μάλιστα σήμερα όπου η γύρω περιοχή βυθίζεται σε αιματηρές συγκρούσεις; Γιατί οι οποιεσδήποτε συνταγματικές ρυθμίσεις θα έχουν καλύτερη τύχη από τις “εγγυήσεις” των Συμφωνιών της Ζυρίχης και του Λονδίνου που κατέληξαν σε συγκρούσεις;9
Αλλά βέβαια οι δυνάμεις που θα καθίσουν γύρω από το τραπέζι της Γενεύης δεν νοιάζονται για τους απλούς ανθρώπους της Κύπρου. Νοιάζονται για τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην περιοχή και κυνηγούν να αναβαθμίσουν η κάθε μια τη δική της θέση. Υποχώρηση της Τουρκίας στην Κύπρο μεταφράζεται σε αναβάθμιση των ελληνικών θέσεων στην ανατολική Μεσόγειο με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα κοιτάσματα φυσικού αερίου και τον στρατηγικό ρόλο της. Αυτά τα στοιχεία πρυτανεύουν σε αυτή τη διαδικασία και η κυβέρνηση της “πρώτη φορά αριστεράς” βρίσκεται χωμένη ως το λαιμό.
Υπάρχει εναλλακτική; Η επαναστατική αριστερά απορρίπτει την εμπλοκή στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και το επικίνδυνο γαϊτανάκι του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού. Όταν κρινόταν το σχέδιο Ανάν, το Socialist Workers Party από τη Βρετανία, το Devrimci Sosyalist Isci Partisi από την Τουρκία, η Εργατική Δημοκρατία από την Κύπρο και το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα από την Ελλάδα είχαμε παρέμβει με κοινή διακήρυξη για να το απορρίψουμε και να δεσμευτούμε στην οικοδόμηση του αντιπολεμικού και του αντικαπιταλιστικού κινήματος στις χώρες μας και διεθνώς, προτείνοντας “Υποστήριξη στους ελληνοκύπριους και στους τουρκοκύπριους που ενώνονται για να παλέψουν για ένα κοινό μέλλον χωρίς εξωτερικούς εκβιασμούς και εσωτερικούς εθνικούς ανταγωνισμούς”.10
Είναι μια αντιμετώπιση που παραμένει επίκαιρη σήμερα στο ακέραιο. Η θέση μας είναι στο πλευρό της Αριστεράς στην Τουρκία που αγωνίζεται ενάντια στον πόλεμο του Ερντογάν στη Συρία, στο Ιράκ και στις κουρδικές περιοχές. Στο πλευρό των ελληνοκύπριων και τουρκοκύπριων διαδηλωτών που δίνουν κοινούς αγώνες.11
Πάνω απ' όλα, χρειάζεται μέσα στην ίδια μας τη χώρα να συγκρουστούμε με τις πατριδοκάπηλες δυνάμεις και την προσαρμογή της κυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου στην πολιτική τους. Το όχι στον πόλεμο είναι το απαραίτητο συμπλήρωμα της εργατικής αντίστασης στα μνημόνια και στον ρατσισμό. Ο κόσμος που αγκάλιασε τους πρόσφυγες του πολέμου σε πείσμα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στην περιοχή μας δεν θα πάει να πολεμήσει για να μπορούν τα αφεντικά σε Αθήνα και Άγκυρα να συναγωνίζονται ποιος θα είναι σε θέση να εξυπηρετεί καλύτερα τα ανταγωνιστικά συμφέροντα ΗΠΑ-ΕΕ-Ρωσίας στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο. Δεν θέλουμε ούτε τον πόλεμό τους ούτε τα “ανταλλάγματά” τους που μόνο φέρετρα και προσφυγιά (πέρα από τα μνημόνια) μπορούν να φέρουν. n
Σημειώσεις
1. (βλέπε το άρθρο “Σημαία μας δεν είναι η Συνθήκη της Λωζάνης αλλά ο κοινός αγώνας με τους εργάτες της Τουρκίας” στην Εργατική Αλληλεγγύη στις 11-10-2016, στο http://ergatiki.gr/article.php?issue=1244&id=14485)
2. (Financial Times 13 December 2016)
3. (Financial Times 7 December 2016)
4. (βλέπε περισσότερα στο άρθρο του Νίκου Λούντου “Η Τουρκία μετά την αποτροπή του πραξικοπήματος” στο περιοδικό Σοσιαλισμός από τα κάτω Νο 118, Σεπτέμβρης-Οκτώβρης 2016 και στην Εργατική Αλληλεγγύη στο φύλλο 27 Ιούλη)
5. (βλέπε σχετικά την έκθεση του βρετανικού κοινοβουλίου στο http://researchbriefings.parliament.uk/ResearchBriefing/Summary/SN06995. Για την ελληνική εμπλοκή με την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στο Συνασπισμό 67 χωρών υπό την ηγεσία των ΗΠΑ για την καταπολέμηση του ISIS-ISIL βλέπε https://en.wikipedia.org/wiki/Military_intervention_against_ISIL#Involvement_by_countr).
6. (βλέπε σχετικά το άρθρο “Ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1974” στο βιβλίο “Πώς θα σταματήσουμε την απειλή του πολέμου”, έκδοση του Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου το 1996 και στο περιοδικό Σοσιαλισμός από τα κάτω Νο 12, Ιούνης-Ιούλης 1974, http://socialismfrombelow.gr/pdf/12.pdf).
7. (βλέπε στο βιβλίο “Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις 1923-1987” -συλλογικό Θ.Βερέμης κ.α.- σελ. 208)
8. (βλέπε περιοδικό Σοσιαλισμός από τα κάτω, Νούμερο 49, Μάης-Ιούνης 2004)
9. (βλέπε σχετικά και το άρθρο του Λέανδρου Μπόλαρη “Ζυρίχη-το προηγούμενο σχέδιο Ανάν” στο περιοδικό Σοσιαλισμός από τα κάτω Νούμερο 49)
10. (ολόκληρο το κείμενο της Διακήρυξης εδώ: http://socialismfrombelow.gr/pdf/49.pdf, σελίδα 28-29).
11. (βλέπε σχετικά και στα φύλλα της Εργατικής Αλληλεγγύης στις 17/8/2016 και στις 7/12/2016).