Ζοζέφ Αντράς: Για τα Πληγωμένα μας Αδέρφια
Τιμή 12.78€, 134 σελίδες
Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2016
Ο βαθύς ρατσισμός του γαλλικού κράτους
Στις 11 Φλεβάρη του 1957 ο Φερνάν Ιβτόν εκτελέστηκε με αποκεφαλισμό στις φυλακές Μπαρμπερούς στο Αλγέρι. Ήταν μόλις 30 ετών. Προερχόταν από οικογένεια λευκών εποίκων (των λεγόμενων pied noir «μαυροπόδαρων»). Όμως, ήταν εργάτης τορναδόρος, και, όπως ο πατέρας του, συνδικαλιστής και κομμουνιστής. Τον Νοέμβρη του 1956 είχε τοποθετήσει μια βόμβα στο εργοστάσιο ηλεκτρισμού που δούλευε: ήταν πολύ μικρής ισχύος, είχε κατασκευαστεί με αποκλειστικό στόχο να προκαλέσει υλικές ζημιές.
Ο Ιβτόν συνελήφθη, βασανίστηκε άγρια και καταδικάστηκε σε θάνατο. Όλες οι αιτήσεις για απονομή χάριτος, μιας και κανένας δεν είχε σκοτωθεί ή τραυματισθεί, απορρίφτηκαν. Η κυβέρνηση που τις απέρριψε είχε πρωθυπουργό τον σοσιαλιστή Γκυ Μολέ. Υπουργός Δικαιοσύνης και άμεσα υπεύθυνος για την εκτέλεση του Ιβτόν ήταν ο Φρανσουά Μιτεράν, μετέπειτα Πρόεδρος της Γαλλίας.
Το μυθιστόρημα «Για τα πληγωμένα μας αδέρφια», κυκλοφόρησε πέρσι στην Γαλλία κι έκανε αίσθηση. Είναι το πρώτο βιβλίο του Ζοζέφ Αντράς, στον οποίο μάλιστα απονεμήθηκε το λογοτεχνικό βραβείο Γκονκούρ. Ο Αντράς δεν το αποδέχθηκε γιατί, όπως δήλωσε στην επιστολή του στην Ακαδημία Γκονκούρ «ο ανταγωνισμός και η αντιπαλότητα είναι ξένα στο δημιουργικό πνεύμα». Όμως η άρνησή του είχε και πολιτικό νόημα. Όπως είπε σε μια συνέντευξη: «Δεν θέλησα να αφήσω τον Ιβτόν στα χέρια των εκτελεστών του».
Το βιβλίο είναι σύντομο, νευρώδες, και αν και ιστορικό μυθιστόρημα είναι γραμμένο με ύφος ρεπορτάζ. Επίσης, είναι συγκλονιστικό. Θυμίζει τα εγκλήματα της γαλλικής αποικιοκρατίας στην Αλγερία. Για παράδειγμα για τις σφαγές στο Σετίφ και τη Γκελμά τον Μάη του 1945, λέει ο Ιβτόν: «Ιστορίες να χάνεις τον ύπνο σου. Άνθρωποι καμένοι ζωντανοί με βενζίνη, σοδειές λεηλατημένες, σώματα πεταμένα σε πηγάδια…ο στρατός πυροβολούσε ότι κινιόταν για να συντρίψει τις αντιδράσεις. Κι όχι μόνο ο στρατός, αλλά και οι άποικοι οι πολιτοφυλακές, όλη αυτή η φάρα εν χορώ, χορός θανάτου…»
Ακόμα και οι λεπτομέρειες αναδεικνύουν τη μικροψυχία και το βαθύ ρατσισμό του γαλλικού κράτους. Στη φυλακή που κρατείται ο Ιβτόν: «το αποικιοκρατικό σύστημα συνεχίζεται μέχρι εδώ: οι Ευρωπαίοι δικαιούνται δυο κουβέρτες, οι ντόπιοι μόνο μία· οι πρώτοι δυο ντους και δυο ξυρίσματα τη βδομάδα, οι δεύτεροι ένα μόνο».
Η Αλγερινή Επανάσταση ξεκίνησε στα τέλη του 1954, όταν το Μέτωπο Εθνικής Απελευθέρωσης (FLN) έκανε τις πρώτες του ένοπλες ενέργειες. Σύντομα το γαλλικό κράτος βρέθηκε να πολεμάει έναν ολόκληρο λαό μιας χώρας που τη θεωρούσε αναπόσπαστο τμήμα της γαλλικής επικράτειας, όχι κάποιο μακρινό προτεκτοράτο. Κι όσο ο πόλεμος, και τα εγκλήματα, εντεινόταν, τόσο δυνάμωναν και τα διλήμματα για τη γαλλική αριστερά. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας κρατούσε, στην καλύτερη περίπτωση, μια χλιαρή στάση, ευχόμενο γενικόλογα «ειρήνη στην Αλγερία». Το 1956 οι βουλευτές του έφτασαν στο σημείο να ψηφίσουν τα «έκτακτα μέτρα» καταστολής στην Αλγερία. Όμως, ένα μεγάλο κομμάτι της βάσης του, μεσαία στελέχη και ιδιαίτερα στη νεολαία, άρχισαν να βγαίνουν όλο και πιο θαρρετά υπέρ της Αλγερινής ανεξαρτησίας και του αγώνα του FLN.
Αυτό που για το Γαλλικό ΚΚ ήταν «πονοκέφαλος» για το Κομμουνιστικό Κόμμα Αλγερίας ήταν υπαρξιακό δίλημμα. Το κόμμα κουβαλούσε στη πλάτη του τα αμαρτήματα του κόμματος της «μητρόπολης», όπως την συμμετοχή στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» του Ντε Γκολ ανάμεσα στο 1944 με 1947. Η σφαγή του Σετίφ έγινε με τους κομμουνιστές υπουργούς να επιβλέπουν και το ΚΚ Αλγερίας να υπερθεματίζει την καταστολή της «φασιστικής συνομωσίας». Το 1954 το Αλγερινό κόμμα είχε ταχτεί δειλά υπέρ της ανεξαρτησίας από την Γαλλία. Αλλά ποια έπρεπε να ήταν η στάση του απέναντι στον ένοπλο αγώνα του FLN;
Ο Ιβτόν διηγείται, σε τρίτο πρόσωπο, σε ένα συγκρατούμενό του, έναν Ιρακινό αγωνιστή που είχε έρθει να πολεμήσει στις τάξεις του Αλγερινού αντάρτικου: «τα μέλη ήταν διχασμένα και τα στελέχη δεν ήξεραν ποια στάση έπρεπε να κρατήσουν… Ο Φερνάν δεν τις άντεχε πια όλες αυτές τις ατέρμονες διαμάχες, όλη αυτή την αναποφασιστικότητα: Η Αλγερία είχε μπει σε πόλεμο, έπρεπε ν’ ανοίξουν τα μάτια, να δουν την πραγματικότητα να πάψουν να φοβούνται την σύγκρουση. Αλλά το μόνο που τους έλεγαν ήταν να περιμένουν, και προπαντός να σέβονται τη νομιμότητα».
Η οργάνωση «Μαχητές της Απελευθέρωσης» (Combattants de la Libération) ήταν η προσπάθεια να απαντηθεί αυτό το δίλημμα. Ο Ιβτόν εντάχτηκε στις γραμμές της, μαζί με άλλους Ευρωπαίους, Άραβες και Εβραίους κομμουνιστές. Μερικές από τις πιο συγκλονιστικές σελίδες του βιβλίου είναι αυτές που ο Ιβτόν θυμάται τον αδελφικό του φίλο και σύντροφο, τον Ανρί Μαγιό. Το Μάη του 1956, ο στρατιώτης πια Μαγιό, άρπαξε ένα στρατιωτικό καμιόνι με ένα μεγάλο φορτίο όπλων και το οδήγησε στο ραντεβού με τους «κόκκινους μακί (αντάρτες)». Ένα μήνα μετά, το λημέρι τους προδόθηκε κι ο Μαγιό δολοφονήθηκε ενώ «προσπαθούσε να αποδράσει».
Ο Ιβτόν ήταν ο μοναδικός Ευρωπαίος από τους 198 αγωνιστές που οδηγήθηκαν στην γκιλοτίνα από το Γαλλικό κράτος κατά τη διάρκεια του Αλγερινής Επανάστασης. Ήταν μια εκτέλεση για παραδειγματισμό. Δεν ήταν ο μόνος που έδωσε τη ζωή του.
Λίγους μήνες μετά τη δολοφονία του Ιβτόν, τον Ιούνη του 1957 ο Μορίς Οντέν, καθηγητής μαθηματικών, απήχθη, βασανίστηκε και «εξαφανίστηκε» από τους αλεξιπτωτιστές του στρατηγού Μασύ στο Αλγέρι. H 30χρονη Ρεϊμόντ Πεσάρ, νοσοκόμα και κοινωνική λειτουργός, ξεκίνησε απ’ τις ομάδες που έβαζαν βόμβες στη θρυλική «Μάχη του Αλγερίου», βγήκε στο αντάρτικο, πιάστηκε, βασανίστηκε, βιάστηκε και δολοφονήθηκε στα τέλη του 1957.
Αυτό που λείπει από την ελληνική έκδοση του βιβλίου είναι ένα σημείωμα που να παρουσιάζει το ιστορικό πλαίσιο της εποχής που σημάδεψε τις επιλογές του Ιβτόν και τον συντρόφων του. Όμως, αυτό σε τίποτα δεν μειώνει την αξία του ίδιου του βιβλίου που αξίζει να διαβαστεί από όλους και όλες.