Άρθρο
Η κληρονομιά της αντίστασης στη Χούντα

Η Μαρία Στύλλου γράφει για την κρίση που οδήγησε στη δικτατορία, για τα όρια του ρεφορμισμού αλλά και για τη νέα επαναστατική αριστερά που ξεπήδησε από την αντιχουντική πάλη.

 

“Στον καπιταλισμό η αιωνιότητα της δημοκρατίας είναι αμφίβολη. Η διάρκεια της εξαρτάται από τη δυνατότητα που έχει το κεφαλαιοκρατικό καθεστώς να παρατείνει την ταξική κυριαρχία, την κοινωνική ηγεμονία του”.1 

Αυτή η παρατήρηση που κάνει ο Σεραφείμ Μάξιμος για τη δικτατορία του Πάγκαλου, είναι χρήσιμη και για τη στρατιωτική δικτατορία στις 21 Απρίλη 1967. Η κυρίαρχη τάξη στην Ελλάδα προσπάθησε μετά το τέλος του εμφύλιου, τη δεκαετία του '50 και το πρώτο μισό του '60, να ξαναστήσει τον έλεγχό της και την κυριαρχία της που είχαν κλονιστεί την περίοδο της ναζιστικής κατοχής και της Αντίστασης, αλλά βρέθηκε αντιμέτωπη με ανυπέρβλητες δυσκολίες. 

Πάνω απ' όλα βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα κίνημα που ενώ έλπιζε ότι μπορούσε να το ελέγξει μετά την ήττα του στον εμφύλιο, δεν τα κατάφερε. Καθόταν πάνω σε ένα καζάνι που κόχλαζε πάρα τις διώξεις του μετεμφυλιακού κράτους. Έτσι προχώρησε στο μόνο όπλο που θεωρούσε ότι μπορούσε να είναι αποτελεσματικό: το κάλεσμα του στρατού να αναλάβει την εξουσία σαν μοναδικός εγγυητής της σταθερότητας. Ο στρατός σχημάτισε κυβέρνηση, κατάργησε τη Βουλή και τα κόμματα, διόρισε εγκάθετους στα συνδικάτα, έβγαλε παράνομες τις απεργίες και τις διαδηλώσεις και ανέστειλε το σύνταγμα του 1952.

Η δικτατορία έγινε στις 21 Απρίλη, σχεδόν πέντε βδομάδες πριν από τις επόμενες εκλογές που είχαν οριστεί για τις 28 Μάη του 1967. Οι προηγούμενες εκλογές είχαν γίνει πριν από τρία χρόνια, τον Φλεβάρη του 1964, τότε που η Ένωση Κέντρου με αρχηγό τον Γεώργιο Παπανδρέου, κέρδισε με μεγάλη πλειοψηφία τις εκλογές (52,7%) και σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση. Η ΕΡΕ είχε πάρει 35,2% και η ΕΔΑ 11,8%.

Εκείνη η τριετία δεν χαρακτηρίζεται από ομαλότητα. Η μεγαλύτερη πολιτική ανωμαλία ήταν η πραξικοπηματική επέμβαση των ανακτόρων τον Ιούλη του 1965. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, σε στενή συνεργασία με την ηγεσία του στρατού, την ηγεσία της ΕΡΕ και με ένα κομμάτι από την Ένωση Κέντρου, έδιωξε την κυβέρνηση Παπανδρέου και διόρισε δική του. Ήταν μια κίνηση που επιβεβαίωνε ότι για την κυρίαρχη τάξη το πέρασμα από το κοινοβούλιο στη δικτατορία καθορίζονταν από τις αντιδράσεις που αντιμετώπιζαν και από τη δυνατότητα να τις ελέγχουν. 

Οι αντιδράσεις απέναντι στο βασιλικό πραξικόπημα πολύ γρήγορα έφυγαν από τον έλεγχο της Ένωσης Κέντρου, ακόμη και της ΕΔΑ. Τα Ιουλιανά του 1965 ήταν εξέγερση των εργατών και της νεολαίας, ουσιαστικά σήμαναν την αρχή του ξεσηκωμού που ονομάστηκε Μάης του ‘68 και αγκάλιασε όλη την Ευρώπη και όχι μόνο. Ο κόσμος που είχε δώσει το '58 τη νίκη στην ΕΔΑ και τη δυνατότητα να γίνει η Αριστερά αξιωματική αντιπολίτευση, για πρώτη φορά στην ιστορία από την ίδρυση του ΚΚΕ, δεν το έβαλε κάτω. Εβδομήντα μέρες στους δρόμους, δεν άφηνε τα σχέδια των ανακτόρων και των αποστατών της Ένωσης Κέντρου να περάσουν.

Η εξέγερση των Ιουλιανών δεν θα τελείωνε χωρίς την υποχώρηση του Γ. Παπαναδρέου απέναντι στο Παλάτι και χωρίς τους συμβιβασμούς της ηγεσίας της ΕΔΑ. Το αποτέλεσμα ήταν μια κυβέρνηση των αποστατών με πρωθυπουργό τον Στεφανόπουλο που σχηματίστηκε τον Σεπτέμβρη του '65 και κράτησε μέχρι το Δεκέμβρη του 1966. Ακολούθησε μια “υπηρεσιακή” κυβέρνηση και την Άνοιξη του 1967 σχηματίστηκε κυβέρνηση της ΕΡΕ με πρωθυπουργό τον Κανελλόπουλο και υπόσχεση ότι θα προχωρούσε σε εκλογές στις 28 Μάη. Ήταν μια κυβέρνηση συνεργασίας ΕΡΕ και Ε.Κ., με την ανοχή της ΕΔΑ που αντί για εκλογές άνοιξε το δρόμο για τη Χούντα, γιατί είχε μέσα της όλα τα συγκοινωνούντα δοχεία με τους συνομώτες του στρατού και των ανακτόρων.

Το υπόβαθρο της δικτατορίας

Ο ελληνικός καπιταλισμός είχε στόχο να γίνει μέλος της ΕΟΚ χρησιμοποιώντας και αξιοποιώντας τη στρατηγική του θέση (ανάμεσα στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή) και την προνομιακή του θέση στην Κύπρο. Τι το καλύτερο για τον ελληνικό καπιταλισμό από το να ελέγχει το αβύθιστο αεροπλανοφόρο σε μια περιοχή όπου το παλιό ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, Γαλλία και Μεγάλη Βρετανία, είχε ηττηθεί και οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στις δυο νέες υπερδυνάμεις, ΗΠΑ και Ρωσία, αναβάθμιζαν το ρόλο της Ελλάδας στην περιοχή; 

Η Μέση Ανατολή είχε γίνει πεδίο σκληρών αντιπαραθέσεων ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ρωσία, ο πόλεμος στο Βιετνάμ δυσκόλευε τη δυνατότητα των ΗΠΑ να ανοίξουν ένα νέο πολεμικό μέτωπο στην περιοχή, και η ελληνική διπλωματία αναζητούσε τρόπους για να αξιοποιήσει τη συγκυρία, πράγμα που δεν ήταν εύκολο. Χρειάζονταν ελιγμοί ανάμεσα στην παραδοσιακή ιμπεριαλιστική παρουσία της Μ. Βρετανίας και τη νέα αμερικάνικη ηγεμονία, ανοίγονταν νέοι ανταγωνισμοί με την Τουρκία, ενώ ούτε ο κυπριακός καπιταλισμός δεν ήταν ελεγχόμενος από το “εθνικό κέντρο” όπως φιλοδοξούσε η Αθήνα.2

Οι ελληνικές επεμβάσεις στην Κύπρο βρέθηκαν στην αφετηρία της πολιτικής κρίσης που οδήγησε στη Χούντα. Η σύγκρουση των Ανακτόρων με τον Παπανδρέου το 1965 είχε στο επίκεντρό της τον έλεγχο του υπουργείου Άμυνας και τις διαφωνίες για το ρόλο των ελληνικών στρατευμάτων στην Κύπρο. Το πραξικόπημα της 21 Απρίλη 1967 έγινε τις παραμονές του πολέμου που εξαπέλυσε το Ισραήλ κατά των αράβων γειτόνων του εκείνο το καλοκαίρι, του πολέμου “των 7 ημερών”. 

Εξίσου κεντρικός ήταν ο ρόλος του κυπριακού στην κρίση που κατέληξε στην κατάρρευση της δικτατορίας το 1974. Το πραξικόπημα Ιωαννίδη-Σαμσών ενάντια στον Μακάριο που ζητούσε την απομάκρυνση των ελλήνων αξωματικών από το νησί έφερε τους ελληνοτουρκικούς ανταγωνισμούς σε παροξυσμό και τη Χούντα σε διάλυση καθώς έχασε τον πόλεμο.

Οι δεσμοί του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού με τη Χούντα δεν πρέπει να μας κάνουν να ξεχνάμε τις προσπάθειες του ελληνικού καπιταλισμού να αναδειχθεί σε τοπικό υποϊμπεριαλισμό και όλες τις αντιφάσεις που αυτές οι εξορμήσεις δημιουργούσαν.

Σε όλους αυτούς τους χειρισμούς, η κυρίαρχη τάξη δεν κινιόνταν με λυμένα τα χέρια. Οι δυσκολίες δεν προέρχονταν μόνο από τις εξελίξεις στη διεθνή συγκυρία, αλλά από το κίνημα. Το εργατικό κίνημα, τις απεργίες και τις αντιστάσεις απέναντι στις επιλογές των Ελλήνων καπιταλιστών που επιδίωκαν να γίνουν μια ανταγωνιστική δύναμη μέσα στη νέα Κοινή Αγορά. Οι συνομιλίες για σύνδεση με την ΕΟΚ είχαν αρχίσει από τις αρχές του '60. 

Είναι μύθος ότι τάχα οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είχαν δημοκρατική στάση σε αντίθεση με την αμερικάνικη εμπλοκή στο πραξικόπημα. Όπως γράφαμε πριν από δέκα χρόνια στις σελίδες αυτού του περιοδικού “Η Ελλάδα δεν ήταν χρήσιμη για τον έλεγχο της Μέσης Ανατολής μόνο για τις ΗΠΑ αλλά και για την Ευρώπη. Ο Μεϊνό στο βιβλίο του «Το στρατιωτικό Πραξικόπημα του Απριλίου του 1967» γράφει πώς «ο Φανφάνι, Υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας, όταν έγινε το πραξικόπημα δήλωσε οτι η απόφαση της επιβολής κυρώσεων κατά της Ελλάδας θα είχε σαν συνέπεια «την δημιουργία ενός επικίνδυνου προηγούμενου, αναμείξεως στις υποθέσεις μια χώρας μέλους». Και όπως διαπιστώνει ο Μεϊνό στο παραπάνω βιβλίο «Κάτω απο τις συνθήκες αυτές ήταν μάλλον απίθανο, ατομικά ή σαν σύνολο, να έδιναν οι ευρωπαϊκές χώρες στα διαβήματα τους εναντίον των συνταγματαρχών μια διάσταση ή ένα περιεχόμενο που να εξασθένιζε πραγματικά το ενδιαφέρον και την αξία που έχει η Ελλάδα σαν κρίκος της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας της Δύσεως».3 

Από τη δική τους μεριά, οι έλληνες καπιταλιστές ήθελαν να αξιοποιήσουν αυτό το ενδιαφέρον για την Ελλάδα σαν “μπαλκόνι” της Ευρώπης στη Μέση Ανατολή και προσδοκούσαν ότι θα εξασφάλιζαν ως αντάλλαγμα τη μετατροπή της σε οικονομική βάση για δικές τους εξορμήσεις στην Κοινή Αγορά. Όλα τα μεγάλα ονόματα του ελληνικού εφοπλισμού προχωρούσαν εκείνη την περίοδο σε επενδύσεις σε τράπεζες, ναυπηγεία, βιομηχανίες, τουρισμό. 

 Το εργατικό κίνημα, το φοιτητικό κίνημα, το αντιπολεμικό κίνημα ήταν τα μεγάλα εμπόδια για όλους αυτούς τους στόχους και τις βλέψεις της κυρίαρχης τάξης στην Ελλάδα. Το χειρότερο γι' αυτούς ήταν ότι έβλεπαν να ξαναδημιουργείται αυτό που πίστευαν ότι τσάκισαν με το τέλος του εμφύλιου. Ούτε οι εξορίες, ούτε οι φυλακίσεις, ούτε οι εκτελέσεις, ούτε ολόκληρο το μετεμφυλιακό νομικό οπλοστάσιο δεν μπόρεσε να εμποδίσει όχι μόνο τους αγώνες, αλλά και την επανεμφάνιση και το δυνάμωμα της αριστεράς. Η ΕΔΑ το 1958 βγήκε δεύτερο κόμμα με 25% και 79 βουλευτές, αλλά πέρα από τα ποσοστά που έπαιρνε στις εκλογές, είχε ξανά αναδειχτεί σε πολιτική δύναμη που κανένας δεν μπορούσε να αγνοήσει.

Οι απόπειρες να σταματήσουν αυτή τη δυναμική σημάδεψαν τη δεκαετία πριν από το 1967. Σε κάθε βήμα που έκανε η κυβέρνηση της ΕΡΕ για να σταθεροποιήσει τον έλεγχό της, να σταματήσει τους αγώνες και να περιορίσει το ρόλο της Αριστεράς, συναντούσε δυνατή απάντηση από το στρατόπεδο του κινήματος.

Τις εκλογές του 1958 και την άνοδο της ΕΔΑ ακολούθησε η ανάπτυξη των φοιτητικών αγώνων όπου η νεολαία της ΕΔΑ έπαιζε καθοριστικό ρόλο. Η Αριστερά μεγάλωσε μέσα στα Πανεπιστήμια αλλά και μέσα στα εργοστάσια και τους καινούργιους εργατικούς χώρους, όπως η οικοδομή που μαζικοποιούνταν στις πόλεις και ιδιαίτερα στην Αθήνα με την εσωτερική μετανάστευση. Άρχισαν οργανωμένες προσπάθειες για να κερδηθούν τα συνδικάτα. 

Δημιουργήθηκε η κίνηση των 115 εργατικών σωματείων που πάλευε ταυτόχρονα σε τρία μέτωπα.4 Το πρώτο ήταν η οργάνωση των αγώνων από τα κάτω, γιατί αν περίμενε από τις διορισμένες ηγεσίες της ΓΣΕΕ, των Εργατικών Κέντρων και των Ομοσπονδιών, εκείνες οι μάχες δεν θα δίνονταν ποτέ. Το δεύτερο ήταν η μάχη για τον εκδημοκρατισμό των συνδικάτων. Για να μπορούν να γράφονται στα συνδικάτα όλοι οι εργαζόμενοι και όχι μόνο όσοι μπορούσαν να αποκτήσουν “πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων”. Και για να προχωρήσουν τα συνδικάτα σε ελεύθερες και δημοκρατικές εκλογές σε όλα τα επίπεδα, από τα πρωτοβάθμια σωματεία και τις Ομοσπονδίες μέχρι τη ΓΣΕΕ. Και βέβαια το τρίτο μέτωπο ήταν οι πολιτικές μάχες, από τη διεκδίκηση του γιορτασμού της Πρωτομαγιάς μέχρι τη στήριξη του κινήματος για την ειρήνη και τον αφοπλισμό.

Η ΕΡΕ μετά το 1958 προχώρησε σε κλιμάκωση των επιθέσεων. Χρησιμοποίησε τη βία και τη νοθεία στις εκλογές του 1961 και έφτασε να προχωρήσει στη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη το Μάη του 1963 στη Θεσσαλονίκη σε συνεργασία με αυτό που ονομάστηκε “παρακράτος”, στην πραγματικότητα φασιστικές ομάδες, απομεινάρια των ταγμάτων ασφαλείας της ναζιστικής κατοχής.

Εκείνη η κλιμάκωση της τρομοκρατίας γύρισε μπούμερανγκ. Η ΕΡΕ κατέρρευσε, ο Καραμανλής έφυγε για το Παρίσι με ψεύτικο διαβατήριο, το φοιτητικό κίνημα και οι εργατικές κινητοποιήσεις άρχισαν να επιβάλλουν την ατζέντα στην οποία ήταν υποχρεωμένη να αναφέρεται και η Ένωση Κέντρου που αναδείχθηκε στην κυβέρνηση.

Οι αντιδράσεις και η κρίση της Αριστεράς

Το πρωί της δικτατορίας ο κόσμος περίμενε απεγνωσμένα το κάλεσμα για να βγει στους δρόμους και να αντιδράσει. Όμως αυτό το κάλεσμα δεν ήρθε ποτέ. Δεν ήρθε από την ΕΡΕ και την Ε.Κ. γιατί αρχικά προσπαθούσαν να ξεκαθαρίσουν ποιοί βρίσκονταν πίσω από το πραξικόπημα. Εάν ήταν οι στρατηγοί (με τους οποίους είχε κανάλια και συνεννοήσεις η ηγεσία της δεξιάς σε όλο το προηγούμενο διάστημα) ή χούντα των συνταγματαρχών. Ο Αλέξης Παπαχελάς έχει δώσει πλούσιες περιγραφές για τις βυζαντινές διαδικασίες ανάμεσα στα κυκλωματα της δεξιάς, των ανακτόρων, της αμερικάνικης πρεσβείας και τις κλίκες των πραξικοπηματιών μέσα στις ένοπλες δυνάμεις.5

Η πραγματικότητα ήταν ότι κανένας από τους δυο δεν ήθελε να καλέσει σε ανοιχτή αντίσταση γιατί φοβόταν τις αντιδράσεις. Τα Ιουλιανά ήταν ο φόβος και ο τρόμος γιατί το πεζοδρόμιο είναι ανεξέλεγτο. Ιδιαίτερα μετά από μια διετία που ο κόσμος είχε σιχαθεί και τους δύο – και την ΕΡΕ που είχε ματώσει για να την ξεφορτωθεί αλλά και τον Γεώργιο Παπανδρέου που προχώρησε σε συμβιβασμό με τα ανάκτορα, το στρατό και όλο το επιτελείο που τον ανέτρεψε το 1965.

Μπορούσε ένα κάλεσμα στον κόσμο να βγει στους δρόμους να εμποδίσει το πραξικόπημα; Η εμπειρία από το τι έγινε το καλοκαίρι του 2016 στην Τουρκία είναι διδακτική: ένα στρατιωτικό πραξικόπημα κατέρρευσε μέσα σε μια νύχτα όταν ο κόσμος βγήκε στους δρόμους. Αλλά ο Κανελλόπουλος ως πρωθυπουργός τον Απρίλη του 1967 δεν τόλμησε να κινηθεί ούτε καν όπως ο Ερντογάν το 2016.

Η μόνη δύναμη που μπορούσε να παίξει αυτόν το ρόλο, να καλέσει ανοιχτά σε αντίσταση, ήταν η ΕΔΑ. Αλλά δεν το έκανε γιατί η κεντρική επιλογή της ήταν οι συμβιβασμοί και οι υποχωρήσεις, ήδη από το προηγούμενο διάστημα σε όλα τα επίπεδα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ομολογία του Κύρκου για το ρόλο του την ημέρα της κηδείας του Γρηγόρη Λαμπράκη: “Όταν φτάσαμε στην οδό Αναπαύσεως, στο δρόμο που οδηγούσε προς το νεκροταφείο, είχε μαζευτεί ένα τεράστιο πλήθος και υπήρχε το πρόβλημα πώς θα διαλυθεί. Εμείς δεν θέλαμε τη σύγκρουση, αλλά ο κόσμος δεν ήξερε ότι εμείς δεν θέλουμε τη σύγκρουση. Δεν ήξερε ποια ήταν η “γραμμή”. Και ήταν η εποχή που η “γραμμή” ακούγονταν. Τότε, λοιπόν, και με την εντολή της οργανωτικής επιτροπής ανέβηκα στις πλάτες κάποιων διαδηλωτών, έβγαλα ένα λογύδριο, έλεγα μερικά πράγματα και κατέληγα: Τώρα να διαλυθούμε ήσυχα και θα μεταφέρουμε το μήνυμα αυτής της γιγάντιας εκδήλωσης και στην τελευταία γειτονιά της Αθήνας και της χώρας. Για να συνεχίσουμε στην ίδια κατεύθυνση”.6

Η ηγεσία της ΕΔΑ είχε αποδεχθεί τη λογική ότι η απάντηση απέναντι στη δεξιά ήταν το περίφημο “θα τους ταράξουμε στη νομιμότητα”. Το κόστος φάνηκε τραγικά στις 21 Απρίλη 1967.

Τα συναισθήματα του κόσμου της Αριστεράς τα συνοψίζει εύστοχα ένα ιστορικό της στέλεχος, ο Στέφανος Στεφάνου: "Η μεγάλη όμως κρίση της καινούργιας μου οικογένειας ήταν η δικτατορία του Παπαδόπουλου, η σύλληψή μου στις έξι παρά τέταρτο το πρωί της μαύρης Παρασκευής και η τετράχρονη εξορία μου στη Γυάρο και στη Λέρο. Η πρώτη σκέψη ήταν ότι κηρύχτηκε η δικτατορία που δεν περιμέναμε πριν τις εκλογές του Μαϊου, κατά την επίσημη εκδοχή του κόμματος, όπως αυτή υποστηρίχτηκε από την καθημερινή σχετική αρθρογραφία της Αυγής".7

Αυτή η άποψη ήταν γενικευμένη μέσα στα μέλη, τα στελέχη και τον κόσμο της ΕΔΑ, αμέσως μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα. Στα κρατητήρια, στην ασφάλεια, στις φυλακές, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ακόμα και στους θαλάμους βασανιστηρίων του ΕΑΤ-ΕΣΑ, κυριαρχούσε αυτή η συζήτηση. "Τι έγινε και κάναμε αυτό το λάθος;", "Πώς αφήσαμε το στρατό να κάνει πραξικόπημα;", "Γιατί η ηγεσία δεν ήταν προετοιμασμένη να το σταματήσει;", "Γιατί δεν μας κάλεσαν να βγούμε στο δρόμο και να οργανώσουμε την αντίσταση;".

Η κρίση που φούντωνε μέσα στην ΕΔΑ, ιδιαίτερα μετά τα Ιουλιανά, πήρε εκρηκτικές διαστάσεις μετά το πραξικόπημα. 

Το Φλεβάρη του '68 γίνεται η 12η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, όπου η πλειοψηφία, με γραμματέα τον Κολιγιάννη, καθαιρεί από το Πολιτικό Γραφείο τους Δημητρίου, Παρτσαλίδη και Ζωγράφου, σαν “φραξιονιστές”. Όπως αναφέρει ο Μάκης Μαϊλης σε σχετικό άρθρο στον Ριζοσπάστη: “Ειδικά για τον Μήτσο Παρτσαλίδη, που καταδείχτηκε ως επικεφαλής της φραξιονιστικής ομάδας, αναφέρθηκε:

«Ο σ. Μ. Π. στη Δυτική Ευρώπη πρόβαλε στελέχη που είχαν απόψεις αντίθετες με τη γραμμή και τις αρχές του Κόμματος, (...) που πρωτοστατούν σε διασπαστική φραξιονιστική δουλειά στο Λονδίνο και στο Παρίσι κατά του ΚΚΕ και της ΕΔΑ (Δραγούμης, Φ. Ηλιού) που οργάνωσαν Διασπαστική Διάσκεψη της ΕΔΑ στο Παρίσι (Φ. Ηλιού κ.ά.) και στέλνουν φραξιονιστικά γράμματα προς διάφορες κατευθύνσεις».8

Η σύγκρουση που υπόβοσκε ανάμεσα στο ΚΚΕ και στην ΕΔΑ παίρνει εκρηκτικές διαστάσεις. Η ηγεσία του ΚΚΕ κατηγορεί την ηγεσία της ΕΔΑ για δεξιές αποκλίσεις προσπαθώντας να διώξει από πάνω της την ευθύνη. Οι εξελίξεις οδηγούν και στην επίσημη διάσπαση. Οι διαγραμμένοι προχωρούν στη συγκρότηση του ΚΚΕ εσωτερικού και με τη σειρά τους κατηγορούν το ΚΚΕ (εξωτερικού όπως το βάφτισαν) ότι οι επιλογές του και η πολιτική του είναι ξεκομμένες από τις εξελίξεις στην Ελλάδα και από τις ανάγκες και τα καθήκοντα της αριστεράς.

Αυτό που ήρθε σαν αποτέλεσμα της δικτατορίας, στην πραγματικότητα έκφραζε μια παρατεταμένη διαφωνία και σύγκρουση που έρχονταν ξανά και ξανά. Τα διεθνή γεγονότα του 1956, το 20ο συνέδριο του ΚΚΣΕ, το ματοκύλισμα της ουγγαρέζικης επανάστασης από τα ρώσικα τανκς, είχαν δημιουργήσει μεγάλες ρωγμές μέσα στα Κ.Κ. στη Δύση. Μια σειρά από Κομμουνιστικά Κόμματα της Δύσης είχαν αρχίσει να απομακρύνονται από το ανατολικό μπλοκ και να στηρίζουν τη στρατηγική τους και τις επιλογές τους σε συνεργασίες μέσα στην ίδια την Ευρώπη. Η Συμφωνία της Ρώμης και η δημιουργία της ΕΟΚ λειτούργησε σαν ευκαιρία στα Κ.Κ. της Ιταλίας και της Γαλλίας, για να αλλάξουν αντιμετώπιση, και να συνεργαστούν με τη δική τους αστική τάξη. Αυτές είναι οι απαρχές του Ευρωκομμουνισμού όπου διάφορα Κομμουνιστικά Κόμματα, στην Ισπανία, στην Ιταλία, και με πολλά πισωγυρίσματα στη Γαλλία, απομακρύνονται από την καθοδήγηση και τη στενή συνεργασία με τη Μόσχα.

 Ο ίδιος προσανατολισμός είχε αρχίσει να εκφράζεται και σε ένα κομμάτι της ηγεσίας της ΕΔΑ. Ενδεικτική είναι η 'Εβδομάδα σύγχρονης σκέψης' που οργανώθηκε τον Μάη του 1965 από τις εκδόσεις Θεμέλιο.9 Ήταν μια βδομάδα με συζητήσεις όπου η προσπάθεια ήταν να πείσουν το ακροατήριο γιατί ο εκκολαπτόμενος “Ευρωκομμουνισμός” είναι ο μαρξισμόςτης εποχής και η λογική συνέχεια των αποφάσεων του 20ού συνεδρίου της ΕΣΣΔ. 

Εάν ψάχνει κανένας σήμερα πού βρίσκονται οι ρίζες των συμβιβασμών, των υποχωρήσεων και της υπογραφής του 3ου και του 4ου Μνημόνιου από την κυβέρνηση του Τσίπρα, δεν έχει παρά να κοιτάξει στις τοποθετήσεις των ομιλητών σ'εκείνη την εβδομάδα. Ο Αντόνιο Πεζέντι από το Κ.Κ. Ιταλίας στηρίζει τη συμμετοχή της χώρας του στην ΕΟΚ και καλεί την ΕΔΑ να πάρει αντίστοιχη θέση. 

Τα αποτελέσματα της διάσπασης του '68 άρχισαν να φαίνονται αμέσως το επόμενο διάστημα: μόνο ένα μικρό κομμάτι από τον κόσμο της αριστεράς που πήρε μέρος στις διαδικασίες και τις συζητήσεις ακολούθησε ένα από τα δυο μέρη - το ΚΚΕ ή το ΚΚΕ(εσ.).10 Ο περισσότερος κόσμος, παλιοί και νέοι αριστεροί, άρχισε να δημιουργεί νέα σχήματα και νέες οργανώσεις. Είναι η περίοδος που και στην Ελλάδα όπως και διεθνώς ξαναχτίζεται μια νέα αριστερά και επαναστατικές οργανώσεις: “Πάνω σε αυτό το έδαφος άρχισαν να φυτρώνουν ομάδες στα αριστερά των παραδοσιακών ηγεσιών, ιδιαίτερα ανάμεσα στους χιλιάδες μετανάστες και φοιτητές της Δυτικής Ευρώπης. Ήδη πριν από τη δικτατορία υπήρχαν οι Φίλοι Νέων Χωρών, η Αναγέννηση-ΟΜΛΕ καθώς και οι σύντροφοι του Σωτήρη Πέτρουλα. Μέσα στις νέες συνθήκες ιδρύεται το ΕΚΚΕ, αναπτύσσεται η ΕΔΕ (πρόδρομος του σημερινού ΕΕΚ), ο Φώντας Λάδης εκδίδει στην Ιταλία «Τα άλλα ΝΕΑ», ο Γιώργος Βότσης και ο Περικλής Κοροβέσης συνεργάζονται για να συσπειρώσουν μια κίνηση από «Επαναστατικές Σοσιαλιστικές Ομάδες» γύρω από το περιοδικό «Επανάσταση» και την εφημερίδα «Η Μαμή». Μέσα από αυτή την «ομπρέλα» βγήκε η ΟΣΕ”.11 

Ο Μάης του '68 - Γενικευμένη αντίσταση

Το 1967 έμοιαζε μια χρονιά που οι κυρίαρχες τάξεις καθόριζαν τη διεθνή ατζέντα και ο απλός κόσμος δεν είχε παρά να κουνάει το κεφάλι και να αποδέχεται αυτά που σύμβαιναν. Αυτές ήταν οι κυρίαρχες απόψεις που καθόριζαν και τα κόμματα της αριστεράς όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά διεθνώς. Οι ΗΠΑ κλιμάκωναν τον πόλεμο στο Βιετνάμ, η εργατική κυβέρνηση του Χάρολντ Ουίλσον στη Βρετανία συγκρούονταν με τα συνδικάτα και έβγαζε την απεργία των ναυτεργατών παράνομη, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα - τρεις χώρες του ευρωπαϊκού νότου - ήταν κάτω από δικτατορίες, και από παντού έμοιαζε ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει. Η σταθερότητα επικρατούσε παντού, δεν υπήρχε περιθώριο για αντίσταση - Ή καλύτερα, όπως υποστήριζαν τότε (και σήμερα) τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, τα πράγματα αλλάζουν μόνο από τα πάνω και μόνο έτσι προχωράμε.

 Το 1967 είναι γεμάτο από δράσεις και πρωτοβουλίες που προετοίμαζαν το μεγάλο '68 - Όποιοι δεν καταλάβαιναν τι ζούσαν δεν μπορούσαν να οργανώσουν και το μέλλον. "Όποιος δεν βιάζεται να γεννηθεί, βιάζεται να πεθάνει", όπως τραγουδούσε ο Μπομπ Ντύλαν το 1965, ή όπως ο Μαρξ επισήμανε έναν αιώνα πριν τον Ντύλαν, όταν τα πράγματα αλλάζουν, αλλάζει και η σχέση των ανθρώπων μεταξύ τους. Όσο μικρές και αν είναι οι αλλαγές, το τελικό αποτέλεσμα βάζει σε αμφισβήτηση ό,τι θεωριόνταν σταθερό μέχρι τότε. 

Το 1968 ξεκίνησε με την επίθεση των Βιετκόγκ στη Σαϊγκόν. Στις 31 Γενάρη, μέρα Πρωτοχρονιάς για τους Βιετναμέζους, οι κάτοικοι των πολυτελών ξενοδοχείων της Σαϊγκόν ξύπνησαν από κρότους που θεώρησαν σαν ότι ήταν βεγγαλικά λόγω της Πρωτοχρονιάς. Πολύ γρήγορα ο αμερικανικός στρατός έκανε την πολύ επώδυνη ανακάλυψη ότι οι αντάρτες του Βόρειου Βιετνάμ είχαν φτάσει έξω από τις πόρτες τους και τα στρατόπεδα τους. Ο Φλεβάρης είναι ο μήνας με τα μεγαλύτερα αντιπολεμικά συλλαλητήρια σε όλον τον κόσμο. Η ήττα του αμερικανικού στρατού και η προέλαση του απελευθερωτικού στρατού του Βιετνάμ, απλώθηκε σαν φλόγα σε όλες τις πρωτεύουσες και τα πανεπιστήμια. 

Η ιστορία δεν προχωράει με τον ίδιο ρυθμό πάντοτε και παντού. Πολλές φορές σε ένα βράδυ συμβαίνουν γεγονότα που δεν είχαν συμβεί την τελευταία δεκαετία και που παίζουν καθοριστικό ρόλο για τις εξελίξεις. Αυτή ήταν η νύχτα ανάμεσα στις 10 και 11 Μάη του '68 στο Παρίσι. Ένα απόγευμα που ξεκίνησε με ένα μεγάλο φοιτητικό και μαθητικό συλλαλητήριο, προχώρησε σε σύγκρουση με την αστυνομία, ενάντια στις ειδικές δυνάμεις που χρησιμοποίησε η κυβέρνηση για να σταματήσει το άπλωμα της διαδήλωσης, και την προσπάθεια να τη διαλύσουν με δακρυγόνα, βόμβες κρότου λάμψης, δολοφονικά χτυπήματα με γκλόμπς, ακόμα και με σφαίρες. Τη Δευτέρα 13 Μάη τα συνδικάτα κάλεσαν σε απεργία και διαδήλωση. Η συμμετοχή εκείνη τη μέρα ξεπερνάει τον αριθμό των μεγάλων διαδηλώσεων που έγιναν στο Παρίσι αμέσως μετά την απελευθέρωση από τους ναζί το 1944. Την επόμενη μέρα οι εργάτες ξεκίνησαν τις καταλήψεις των εργοστασίων και οι φοιτητές-μαθητές τις καταλήψεις των σχολών και των σχολείων.

Αυτό που ακολούθησε ήταν το άπλωμα από το Παρίσι σε όλη τη Γαλλία και στη συνέχεια σε όλη την Ευρώπη, σε Δύση και Ανατολή. Ένα τεράστιο κύμα εξέγερσης άρχισε να απλώνεται στην Ιταλία (το καυτό φθινόπωρο), στην Τσεχοσλοβακία (η άνοιξη της Πράγας), στη Γερμανία, στη Γιουγκοσλαβία. Ακόμα και κράτη που βρίσκονταν κάτω από σκληρές δικτατορίες δεν έμειναν ανεπηρέαστα. 

Στην Ελλάδα ξεκίνησαν οι σχολές και ακολούθησαν οι παράνομες απεργίες: για το ασφαλιστικό (από τότε!), στην Ολυμπιακή, στα πράσινα λεωφορεία, στα τρόλεϊ, στο Μαδέμ Λάκο....12­­­­ Η κατάληψη της Νομικής το Φλεβάρη του 1973 ήταν η πρόβα τζενεράλε που οδήγησε στο Πολυτεχνείο. Η άποψη ότι για να πέσει η χούντα χρειάζεται μια πλατιά συνεργασία με όλα τα κόμματα που είναι αντιχουντικά βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα κίνημα που δεν είχε καμιά εμπιστοσύνη στα πολιτικά κόμματα και στηριζόταν στη δική του αντίσταση και οργάνωση. 

Μετά από τόσες δεκαετίες, όλα τα κόμματα “τιμούν” τους ήρωες του Πολυτεχνείου. Αλλά αυτό δεν μπορεί να αναιρέσει τη σκληρή πολιτική μάχη που έδωσε η εξέγερση μέσα στη Χούντα ενάντια στις απόψεις που στήριζαν τη ¨φιλελευθεροποίησή” της. Όπως την άνοιξη του 1967 η ρεφορμιστική αριστερά είχε αυταπάτες για την πορεία προς τις εκλογές που υποσχόταν η κυβέρνηση Κανελλόπουλου, το φθινόπωρο του 1973 έτρεφε τις ίδιες ελπίδες για πορεία προς εκλογές με την κυβέρνηση Μαρκεζίνη και προσπαθούσε να συγκρατήσει τους εξεγερμένους του Πολυτεχνείου. Στο διάστημα ανάμεσα στο Νοέμβρη του ‘73 και την πτώση της Χούντας, οι καταγγελίες ότι η εξέγερση προβοκάρισε τα ανοίγματα έπεφταν σύννεφο, όχι μόνο από την πλευρά των Κύρκων, αλλά και από την πλευρά του ΚΚΕ με τις συκοφαντίες για τους “προβοκάτορες του Ρουφογάλη”.

Για να φτάσουμε στην ύπαρξη μιας επαναστατικής αριστεράς που έδωσε εκείνη την πολιτική μάχη, υπήρξε τεράστια αλλαγή στις ιδέες. Ενδεικτικό είναι το εισαγωγικό σημείωμα στο περιοδικό Επανάσταση Νο7 (χειμώνας 1970-71) και που εκφράζει μια από τις πολλές προσπάθειες που γίνονταν εκείνη την περίοδο για την διαμόρφωση της επαναστατικής αριστεράς και επαναστατικών πρωτοβουλιών.

"Τα θεσμικά πλαίσια της ελληνικής κοινωνικής ζωής είναι πια διάτρητα, πέρα από κάθε ελπίδα επισκευής. Κορυφαία στιγμή στη διαδικασία κοινωνικής αποσύνθεσης ήταν η επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας. Εξάλλου η ίδια η χούντα σαν κοινωνικό φαινόμενο είναι ένας συμπυκνωμένος εκφραστής της βαθειάς χρεοκοπίας αξιών, ιδεολογιών, και προγραμμάτων που χαρακτηρίζουν την κοινωνία. Η συγκλονιστική αυτή κρίση θεσμών και ιδρυμάτων, η βαθειά κρίση συνείδησης, που σαρώνει τον τόπο δεν έχει αφήσει τίποτε απείραχτο. Δεν υπάρχει σκοτεινή γωνία του ιδιωτικού ή συλλογικού νού που να μην την έχει σαρώσει, δεν υπάρχει ηθική αξία, ιδεολογία ή νοητικός εθισμός που να μην τον έχει βάλει υπό αμφισβήτηση. Κοντολογής διαπιστώνεται ότι οι τρόποι σκέψης, τα ιδεολογικά ερείσματα που επικρατούσαν πριν από τις 21-4-67, είναι αδύνατον να προσφέρουν λύσεις στα κολοσιαία προβλήματα που η κοινωνία αντιμετωπίζει...".13

Το περιοδικό Επανάσταση κυκλοφορούσε σε όλη την Ευρώπη και στην Ελλάδα. Η πολιτική συζήτηση, η κυκλοφορία περιοδικών και εφημερίδων αμέσως μετά τον Μάη του '68, ήταν δεμένη με την διαμόρφωση της νέας επαναστατικής αριστεράς σε όλο τον κόσμο. Σ' αυτήν την περίοδο βρίσκονται και οι ρίζες της διαμόρφωσης και συγκρότησης της ΟΣΕ (Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση) που στη συνέχεια έγινε Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα. Η πρώτη εφημερίδα που έβγαλε η ΟΣΕ τον Φλεβάρη του '7214 ξεκινάει με το άρθρο "Ν' απαντήσουμε στη στροφή δεξιά!". Αφορμή γι' αυτό το άρθρο είναι τα ανοίγματα που έκαναν τα παλιά πολιτικά κόμματα προς τη Χούντα. Οι συνομιλητές ήταν πολλοί και επώνυμοι: υπουργοί της ΕΡΕ, γεφυροποιοί της Ένωσης Κέντρου με το συγκρότημα Λαμπράκη, συνδικαλιστικά στελέχη της διορισμένης από τη χούντα ΓΣΕΕ, και πάνω απ' όλα οι πρόεδροι του ΣΕΒ και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών. Όλος αυτός ο συρφετός, θυμίζει τους πίνακες του Γκρος, με στρατηγούς, τραπεζίτες και πολιτικούς αντάμα. Δίνοντας όλη αυτή την εικόνα το άρθρο κλείνει προβάλλοντας έναν άλλο δρόμο και προοπτική για να παλέψουμε τη Χούντα.

"Μπροστά σε τέτοιες εξελίξεις, το ταξικό περιεχόμενο του αντιδικτατορικού αγώνα είναι σήμερα πιο καθαρό από ποτέ... Η οργάνωση των εργαζομένων μαζών ώστε να διεξάγουν αποτελεσματικά αυτούς τους αγώνες και μάλιστα με μορφή που να αποκλείει τα περιθώρια των "δημοκρατικών αστών (και των ρεφορμιστών) για μεσολάβηση, είναι ο μόνος συνεπής αντιδικτατορικός αγώνας... Το βάρος για την προώθηση αυτών των αγώνων πέφτει στην επαναστατική αριστερά. Πρέπει να καταγγελλουμε τη στροφή προς τα δεξιά, να προπαγανδίσουμε ενάντια στα αντιλαϊκά μέτρα της χούντας, να οργανώσουμε την αντίδραση των οργανωμένων μαζών στην οικονομική, πολιτική και φυσική καταπίεση από τους καπιταλιστές...".

Η κληρονομιά που μας άφησε η αντίσταση στη Χούντα δεν είναι μόνο τα πολύτιμα πολιτικά διδάγματα για τη φύση του αστικού κράτους και τα όρια του ρεφορμιστικού δρόμου. Είναι η αφετηρία για την επανεμφάνιση μιας αριστεράς επαναστατικής που παλεύει για την ανατροπή αυτού του συστήματος. Αυτή η επαναστατική αριστερά που ξεκίνησε πριν 45 χρόνια μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις σήμερα. n

Σημειώσεις

1. Σεραφείμ Μάξιμος, "Κοινοβούλιο ή δικτατορία", 1928. Το βιβλίο εκδόθηκε από τις εκδόσεις Στοχαστής το 1975. Ο Σεραφείμ Μάξιμος γεννήθηκε το 1899, συμμετέχει στο ΚΚΕ από την ίδρυσή του, είναι βασικός οργανωτής της μεγάλης πανεργατικής απεργίας τον Αύγουστο του 1923, συμμετέχει στην ηγεσία του ΚΚΕ μαζί με τον Παντελή Πουλιόπουλο αλλά διαγράφεται το 1928 ως μέλος της αριστερής αντιπολίτευσης. Ακολουθεί κοινή πορεία για μια περίοδο με την αριστερή αντιπολίτευση αλλά στη συνέχεια διαφοροποιείται και ασχολείται κύρια με τη δημοσιογραφία. Πέθανε το 1962.

­2. Για τις μεγάλες ανακατατάξεις του 1956, βλέπε σχετικά στα άρθρα του τεύχους 118 του περιοδικού Σοσιαλισμός από τα κάτω που είναι αφιερωμένο σε εκείνη τη χρονιά.

3. Μαρία Στύλλου, “Σαράντα χρόνια από τη Χούντα”, Σοσ­ιαλισμός από τα κάτω Νο 62, Μάρτης Απρίλης 2007.

4. Δημήτρης Λιβιεράτος, “Η Κίνηση των 115 σωματείων”, Προσκήνιο 2003.

5. Αλέξης Παπαχελάς, “Ο βιασμός της ελληνικής δημοκρατίας”, Εστία, 1997, ιδιαίτερα στο κεφάλαιο 6 “Η προετοιμασία του πραξικοπήματος”.

6. Στο βιβλίο “Οι δυο όψεις της ιστορίας” του Λευτέρη Μαυροειδή, εκδόσεις Δελφίνι, 1997, σελ.440.

7. Στέφανος Στεφάνου, "Ένας από τους πολλούς της Ελληνικής Αριστεράς 1941-1971", σελ. 972, εκδόσεις Θεμέλιο

8. http://www.rizospastis.gr/story.do?id=4815772 

9. Το "Θεμέλιο" τότε ήταν ο εκδοτικός οίκος της ΕΔΑ

10. βλέπε σχετικά και στην Εργατική Αλληλεγγύη Νο 1270, 19 Απρίλη 2017: “Τη μέρα που έγινε η χούντα, ήμουν στο Παρίσι και το βράδυ έγινε αμέσως μια συγκέντρωση στη Μιουτιουαλιτέ που μαζεύτηκε όλος ο κόσμος, οι φοιτητές και όχι μόνο, η νεολαία της ΕΔΑ. Άρχισε μια σκληρή συζήτηση και το βασικό της θέμα ήταν με τι στρατηγική πάμε. Η συνέλευση εκείνη ήταν η αρχή όχι μόνο μιας τεράστιας κρίσης της ΕΔΑ, που φάνηκε καθαρά μετά από ένα χρόνο, αλλά της δημιουργίας ουσιαστικά νέων οργανώσεων και κινήσεων πέρα από την ΕΔΑ, της δημιουργίας της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Όχι ότι δεν υπήρχε τίποτε πιο πριν, αλλά πλέον εκφραζόταν σε μαζικό επίπεδο”. Συνέντευξη της Μαρίας Στύλλου στον Γιώργο Πίττα. http://ergatiki.gr/article.php?id=15737&issue=1270

11. Πάνος Γκαργκάνας, “40 χρόνια με τη σημαία της σοσιαλιστικής επανάστασης”, Σοαιαλισμός από τα κάτω Νο 89, Νοέμβρης-Δεκάμβρης 2011, http://socialismfrombelow.gr/article.php?id=381

12. Ματίνα Λέτσα, “Εργατικοί αγώνες στην περίοδο της δικτατορίας”, εκδόσεις Τολίδη

13. Περιοδικό Επανάσταση, Νο 7 (χειμώνας 1970-71), άρθρο Γιατί οι "επαναστατικές σοσιαλιστικές ομάδες"

14. Η Μαμή Νο 14, Φλεβάρης 1972. Όλα τα τεύχη της Μαμής που βγήκαν στη δικτατορία περιλαμβάνονται στο αφιέρωμα "Οι ρίζες της επαναστατικής αριστεράς στην Ελλάδα", Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο.