Άρθρο
Βιβλιοκριτική: Επτά πόλεμοι, τέσσερις εμφύλιοι, επτά πτωχεύσεις, 1821-2016

Επτά πόλεμοι, τέσσερις εμφύλιοι, επτά πτωχεύσεις, 1821-2016

Γ. Β. Δερτιλής

Τιμή 14 ευρώ, 168 σελίδες
Εκδόσεις Πόλις, 2016

 

Όπως δηλώνει και ο τίτλος του βιβλίου, από το 1821 μέχρι σήμερα το νεοελληνικό κράτος έχει εμπλακεί σε εφτά πολέμους, τέσσερις εμφύλιες συγκρούσεις και επτά πτωχεύσεις: αν θέλουμε να καταλάβουμε την κρίση χρέους που ταλανίζει τη χώρα από το 2010, πρέπει να την εντάξουμε στο ευρύτερο πλαίσιο των κρίσεων που έχουν σημαδέψει την νεοελληνική ιστορία. Οι πολεμικές εκστρατείες, οι εμφύλιες συγκρούσεις και οι πτωχεύσεις είναι περιπτώσεις που το κράτος, οι στρατηγικές του και η άρχουσα τάξη που εκπροσωπεί και εκφράζει έρχονται αντιμέτωπες με διλήμματα, αποτυχίες και κινδύνους τεράστιας κλίμακας: δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι πολλές φορές τα τρία αυτά φαινόμενα συνδέονται άμεσα. 

Με βάση όλα αυτά, ένα βιβλίο που μελετάει αυτά τα φαινόμενα στη μακρά τους διάρκεια, γραμμένο από ένα σημαντικό ιστορικό, θα ήταν πολύτιμο και εξαιρετικά χρήσιμο για όσους αναζητούν απαντήσεις. Το γεγονός ότι μέσα σε έξι μήνες το βιβλίο έχει κάνει εφτά εκδόσεις και έχει πουλήσει 21.000 αντίτυπα δείχνει ανάγλυφα πόσο μεγάλη δίψα για απαντήσεις υπάρχει ανάμεσα στον κόσμο. Δυστυχώς, το βιβλίο αυτό είναι μια τεράστια απογοήτευση. 

Η ανάλυση του Δερτιλή βασίζεται σε κάποιες θεμελιακές ιδέες. Οι διαδοχικές κρίσεις χρέους που έχουν σημαδέψει το νεοελληνικό κράτος δημιουργούνται από τους κακούς πολιτικούς, οι οποίοι δανείζονται και χρησιμοποιούν τους κρατικούς πόρους για να εδραιώσουν το πελατειακό κράτος. Οφείλεται επίσης στο ότι οι ψηφοφόροι είναι μια αμόρφωτη πλέμπα που δεν καταλαβαίνει οικονομικά και ως εκ τούτου αποδέχεται τις πράξεις των πολιτικών. Παίζει βέβαια το ρόλο του κι ο εθνικισμός, που κάνει τις ελληνικές κυβερνήσεις να δανείζονται επειδή διατηρούν τις στρατιωτικές δαπάνες σε πολύ υψηλό επίπεδο: ο εθνικισμός είναι κάτι περίεργες ιδέες που υπάρχουν εκεί έξω και καταλαμβάνουν μυστηριωδώς τα μυαλά της αμόρφωτης πλέμπας και των πολιτικάντηδων και τους παρασύρουν σε περιπέτειες και εξάρσεις. Η σωστή εξυπηρέτηση του εθνικού συμφέροντος απαιτεί πολιτικούς όπως ο Βενιζέλος, που ξέρουν να κάνουν συμμαχίες με τους σωστούς ιμπεριαλιστές. Κι επειδή συνήθως η Ελλάδα έχει μόνο πολιτικάντηδες, η μόνη λύση για τις κρίσεις χρέους είναι ο έλεγχος από τους σώφρονες Ευρωπαίους και η πιστή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που επιτάσσουν. 

Ο Δερτιλής φτάνει μάλιστα στο σημείο να γράψει ότι η κυβέρνηση Ζαϊμη μετά τη χρεωκοπία του 1898 εφάρμοσε πιστά τις απαιτήσεις της τότε τρόικας και έτσι μέσα σε λίγα χρόνια φτάσαμε στο θρίαμβο του 1912-20. Το μήνυμα είναι πεντακάθαρο: μόνο όταν βρεθεί κυβέρνηση που θα εφαρμόσει πιστά τις μνημονιακές μεταρρυθμίσεις θα φτάσουμε σε νέους εθνικούς θριάμβους. Αλλά για να γίνει αυτό θα χρειαστεί να ξεμπερδέψουμε με την κληρονομιά του εμφυλίου, που κάνει την πλέμπα αλλά και τους αριστερούς διανοούμενους να αντιλαμβάνονται τα πράγματα με όρους ταξικούς, και να μην αποδέχονται τις μεταρρυθμίσεις ως αναγκαίες για το εθνικό συμφέρον.

Τα παραπάνω δεν είναι δικιά μου καρικατούρα των απόψεων του Δερτιλή: η ανάλυση του είναι τόσο φαιδρή όσο ακούγεται. Στο Μεσοπόλεμο, αντιμέτωπη με μια παγκόσμια οικονομική και γεωπολιτική κρίση, η φιλελεύθερη διανόηση παρήγαγε μια ερμήνεια της κρίσης και ένα σχέδιο εξόδου του επιπέδου του Κέυνς. Το ότι σχεδόν μια δεκαετία μετά την έναρξη της κρίσης το 2008 η φιλελεύθερη διανόηση μπορεί να παράξει μόνο τέτοιες φαιδρότητες ως απάντηση στην κρίση είναι αναμφίβολα μια σημαντική διαπίστωση. Αλλά ακόμα σημαντικότερη είναι η ανάγκη διατύπωσης μιας συνεκτικής μαρξιστικής ερμηνείας ως απάντησης στα ερωτήματα του μαζικού ακροατηρίου που αναζητάει εναλλακτική και είναι αναγκασμένη να καταφεύγει σε βιβλία σαν αυτό του Δερτιλή.

Το πρώτο και βασικό στοιχείο μιας μαρξιστικής ερμηνείας είναι ότι η κρίση χρέους είναι αναπόσπαστο τμήμα μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Αν το ελληνικό χρέος μετά από εφτά χρόνια μνημονίων είναι στο 180% του ΑΕΠ, της Ιαπωνίας είναι στο 230% και της Ιταλίας στο 130%. Η κρίση χρέους δεν είναι φαινόμενο της διεφθαρμένης Ψωρωκώσταινας, αλλά αγγίζει τις πιο μεγάλες οικονομίες του πλανήτη. Χωρίς μια ερμηνεία των αιτίων αυτής της κρίσης,καμιά ανάλυση δεν μπορεί να εξηγήσει στα σοβαρά γιατί οι αγορές και οι κυβερνήσεις αδυνατούν να βγουν από αυτή την κρίση μια δεκαετία μετά την έναρξη της, αλλά αντίθετα τη βλέπουν να βαθαίνει. Χωρίς την έννοια της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους δεν μπορεί κανείς να εξηγήσει τόσο την έλλειψη επενδύσεων σε παγκόσμια κλίμακα, όσο και τις χρηματοπιστωτικές φούσκες. Παρά τις ανοησίες περί πιστής εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων που θα μας βγάλει από την κρίση, τα μέτρα των μνημονίων δεν στοχεύουν παρά να γεμίζουν τον πίθο των δαναϊδων του χρέους τσακίζοντας τις κοινωνικές δαπάνες και να μειώσουν το κόστος της εργασίας ανατρέποντας τις κατακτήσεις δεκαετιών. Το αποτέλεσμα τους δεν θα είναι η ανάκαμψη, αλλά το βάθεμα της κρίσης.

Το δεύτερο σημείο αφορά στον κομβικό ρόλο που παίζει το κράτος για να μπορούν οι καπιταλιστές να πλουτίζουν. Από αυτήν την άποψη, ο βασικός πυρήνας του δημόσιου χρέους είναι το αποτέλεσμα της κρατικής παρέμβασης προς όφελος των καπιταλιστών. Την δεκαετία του 1980 το δημόσιο χρέος γιγαντώθηκε επειδή το κράτος ανέλαβε τα χρέη των προβληματικών επιχειρήσεων που είχαν φαλήρει οι Νιάρχοι και οι Μποδοσάκηδες, προκειμένου να σώσει και αυτούς αλλά και τις τράπεζες που τους είχαν δανείσει. Τη δεκαετία του 2010 δεκάδες δις έχουν πάει για τη διάσωση των τραπεζών, που δάνειζαν τους Ψυχάρηδες και τους Αναστασιάδηδες με τα γνωστά θαλασσοδάνεια. Το χρέος δεν είναι δικό μας, αλλά των καπιταλιστών που το δημιούργησαν.

Το τρίτο σημείο είναι ότι δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε το ελληνικό κράτος και τον ελληνικό καπιταλισμό σα να είναι το ίδιο πράγμα από το 1821 μέχρι το 2017, όπως κάνει ο Δερτιλής. Η υπανάπτυκτη αγροτική οικονομία του 1821 δεν είχε μεγάλη σχέση με την εκβιομηχανιζόμενη Ελλάδα του 1910, ούτε με τον ελληνικό καπιταλισμό της δεκαετίας του 1990 που εξαγόραζε επιχειρήσεις σε όλα τα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη. Χωρίς μια ανάλυση της εξέλιξης της ελληνικής οικονομίας και του τρόπου με τον οποίο συνδέεται με την παγκόσμια οικονομία, χωρίς ανάλυση των στρατηγικών των ελλήνων καπιταλιστών και του κράτους και του ρόλου που φιλοδοξούν να παίξουν σε διαφορετικές περιόδους καταλήγουμε σε ανιστορικές αναλύσεις σαν αυτή του Δερτιλή. Μια τέτοια μαρξιστική ανάλυση είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ, και για να καταλάβουμε το παρελθόν, αλλά και για να δώσουμε τις μάχες του μέλλοντος.