Που βάδιζε η Βρετανία μετά το δημοψήφισμα για το Brexit - δεξιά ή αριστερά;
Ο Κώστας Βλασόπουλος δείχνει ότι τώρα ξέρουμε την απάντηση.
Στις αρχές Ιουλίου του 2015 μοιράζαμε προκηρύξεις στη λαϊκή των Εξαρχείων προπαγανδίζοντας το Όχι στο δημοψήφισμα. Βρέθηκα να κουβεντιάζω με δυο Άγγλους δημοσιογράφους. Θα γύριζαν άμεσα στην Αγγλία μου είπαν, για να καλύψουν την προεκλογική εκστρατεία για την ηγεσία του Εργατικού κόμματος που είχε μόλις ξεκινήσει. Είχε αρχίσει να διαφαίνεται ότι ο Τζέρεμι Κόρμπυν, εμβληματικό στέλεχος της αριστεράς των Εργατικών, θα μπορούσε μέχρι και να κερδίσει. Μας ευχήθηκαν καλή τύχη στο δημοψήφισμα, τους ευχηθήκαμε να κερδίσει ο Κόρμπυν. Λίγες μέρες μετά, το δημοψήφισμα κατέγραφε την πιο βαθιά ταξική πόλωση που έχει γνωρίσει η Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες, και μια τεράστια νίκη για την Αριστερά. Λίγες βδομάδες μετά, συνέβαινε το αδιανόητο: ο Κόρμπυν εκλεγόταν πανηγυρικά στην ηγεσία των Εργατικών.
Τα δυο αυτά γεγονότα μπορεί να είχαν διαφορετική μορφή σε κάθε χώρα, αλλά αποτελούν ένα ενιαίο φαινόμενο: είναι αποτέλεσμα της βαθιάς οικονομικής και πολιτικής κρίσης του καπιταλισμού και αντανάκλαση της πόλωσης και της ριζοσπαστικοποίησης των εργατών και της νεολαίας. Κι όμως, στα δύο χρόνια που μεσολάβησαν από το καλοκαίρι του 2015, οι Κασσάνδρες έβλεπαν μόνο ήττες και απογοήτευση. Έξι μήνες πριν, η εκλογή του Τραμπ και η διαφαινόμενη πρωτιά της Λεπέν στη Γαλλία χρησιμοποιούνταν για να σχεδιάσουν ένα ζοφερό σκηνικό παγκόσμιας ακροδεξιάς κυριαρχίας. Τα 13 εκατομμύρια που ψήφισαν τον Σάντερς στις ΗΠΑ και οι μαζικές διαδηλώσεις στην ορκωμοσία του Τραμπ ήταν ήδη ενδείξεις ότι η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Το 20% που απέσπασε ο Μελανσόν στην Γαλλία και άλλαξε τη φορά των Γαλλικών εκλογών ήταν ένα δεύτερο σημάδι. Αλλά το αποτέλεσμα των εκλογών του Ιούνη στη Βρετανία είναι μια τεράστια επιτυχία, που επιβεβαιώνει οριστικά ότι η στροφή στα αριστερά αγγίζει πια την καρδιά του καπιταλισμού και κάνει μια από τις σημαντικότερες και σταθερότερες άρχουσες τάξεις, όπως αυτή της Βρετανίας, να βλέπει εφιάλτες.1
Βρετανικές ιδιομορφίες
Για να καταλάβουμε τη σημασία των βρετανικών εκλογών, χρειάζεται να σταθούμε σε κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Βρετανίας. Το πρώτο ήταν η τεράστια ήττα που υπέστη το εργατικό κίνημα από τη Θάτσερ. Η ήττα της απεργίας των ανθρακωρύχων το 1984-5 σήμαινε μια αντεργατική επίθεση άνευ προηγουμένου. Οι πιο δυνατοί και συνδικαλισμένοι κλάδοι, όπως οι ανθρακωρύχοι, διαλύθηκαν μέσα από τα μαζικά κλεισίματα εργοστασίων, που εξαφάνισαν ολόκληρους κλάδους παραγωγής και έριξαν μεγάλες περιοχές σε μακρόχρονη και βαθιά ανεργία. Οι απεργίες συμπαράστασης απαγορεύτηκαν, ενώ η κήρυξη απεργίας απαιτούσε τόσες προϋποθέσεις και άφηνε τόσα παραθυράκια για να τη βγάλουν παράνομη τα αφεντικά στα δικαστήρια, που οι περισσότεροι κλάδοι δεν γνώρισαν ούτε καν στάση εργασίας για δεκαετίες. Όταν μετά το 2010 η βρετανική ΓΣΕΕ άρχισε να συζητάει το ενδεχόμενο κήρυξης γενικής απεργίας, διαπίστωσε ότι αυτό είναι νομικά αδύνατο! Με λίγα λόγια, η Αγγλία έγινε ότι θα είχε γίνει η Ελλάδα, αν ο Μητσοτάκης είχε καταφέρει να τσακίσει την απεργία της ΕΑΣ το 1992-3.
Η δεύτερη βρετανική ιδιομορφία είχε να κάνει με την Αριστερά. Σε αντίθεση με όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, στη Βρετανία μετά τη δεκαετία του 1950 δεν υπήρχαν μαζικά κόμματα στα αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας. Οι λόγοι γι’ αυτό είναι πολλοί. Ένας βασικός είναι η οργανική σχέση των Εργατικών με τα συνδικάτα: οι Εργατικοί ιδρύθηκαν ως πολιτική εκπροσώπηση των συνδικάτων και τα μέλη των συνδικάτων ήταν μέχρι πρόσφατα αυτόματα και μέλη των Εργατικών. Ο άλλος λόγος είναι το εκλογικό σύστημα. Το βρετανικό κοινοβούλιο αποτελείται από βουλευτές που εκλέγονται σε 650 μονοεδρικές περιφέρειες με πλειοψηφικό σύστημα. Με άλλα λόγια, αν ένα αριστερό κόμμα πάρει 15% των ψήφων πανεθνικά, αλλά δεν έρθει πρώτο ούτε σε μία μονοεδρική περιφέρεια, τότε δεν θα εκλέξει κανένα βουλευτή, παρά το ποσοστό του. Αυτό λοιπόν δημιουργούσε μια τεράστια πίεση στη ρεφορμιστική αριστερά να μην έχει ανεξάρτητη οργάνωση, αλλά να ενταχτεί στους Εργατικούς ως αριστερή πτέρυγα, και με αυτό τον τρόπο να εκπροσωπείται πολιτικά στη βουλή. Πολιτικοί όπως ο Κόρμπυν αυτοπροσδιορίζονται ως μαρξιστές, έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στο εργατικό, αντιπολεμικό και αντιρατσιστικό κίνημα, και συνεργάζονται σταθερά με τους αντικαπιταλιστές: στην υπόλοιπη Ευρώπη θα ηγούνταν κάποιου αριστερού κόμματος όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στη Βρετανία για ιστορικούς λόγους αποτελούσαν την αριστερή πτέρυγα των Εργατικών.
Η αριστερή πτέρυγα αντιπροσώπευε κάποτε μια σημαντική μειοψηφία των Εργατικών. Με τη νεοφιλελεύθερη στροφή της σοσιαλδημοκρατίας από τη δεκαετία του 1990 και μετά, και την ανάρρηση του Τόνι Μπλαιρ στην ηγεσία των Εργατικών, η αριστερή πτέρυγα περιθωριοποιήθηκε. Στα χρόνια των κυβερνήσεων των Μπλαιρ και Μπράουν (1997-2010) οι Εργατικοί αποδέχτηκαν πλήρως το νεοφιλελευθερισμό και τις αγορές. Απελευθέρωσαν τη σπέκουλα στα χρηματιστήρια και τις αγορές ακινήτων, διατήρησαν τους αντεργατικούς νόμους της Θάτσερ, ξεκίνησαν την ιδιωτικοποίηση των νοσοκομείων και των σχολείων. Η συμμετοχή του Μπλαιρ στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις στη Μέση Ανατολή βασίστηκε και δημιούργησε ένα κύμα ισλαμοφοβίας. Με την κρίση του 2008, οι Εργατικοί επέλεξαν να σώσουν τους τραπεζίτες και να βάλουν τους εργάτες να πληρώσουν το μάρμαρο με απολύσεις και περικοπές σε μισθούς και κοινωνικές δαπάνες. Το αποτέλεσμα ήταν να γεμίσουν τον κόσμο με απογοήτευση και να στρώσουν το δρόμο στους Τόρηδες, το κόμμα της δεξιάς, που επανήλθε στην εξουσία το 2010.
Αντιμέτωποι με την οικονομική κρίση, οι Τόρηδες και τα ΜΜΕ επιχείρησαν να ρίξουν την ευθύνη στις «υψηλές» κρατικές δαπάνες για τα προνοιακά επιδόματα και στους μετανάστες, που τάχα εγκληματούν και ρίχνουν τα μεροκάματα. Η προπαγάνδα της κυβέρνησης και των ΜΜΕ γέννησε με τη σειρά της το δικό της τέρας: την αύξηση της επιρροής του UKIP, ενός ακροδεξιού κόμματος που εμφανιζόταν ως αντισυστημικό, με αιχμές το ρατσισμό, τον εθνικισμό και την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ. Στις φτωχές περιοχές που είχαν τσακιστεί από την αποβιομηχάνιση της Θάτσερ και τα χαμηλά μεροκάματα, η νεοφιλελεύθερη στροφή των Εργατικών, που δεν είχαν καμία απάντηση στην κρίση, άφηνε το UKIP ελεύθερο να δημαγωγεί χωρίς αντίπαλο. Η κατάληξη ήταν η συντριβή των Εργατικών στις εκλογές του 2015, όπου έχασαν από τους Τόρηδες με έξι μονάδες διαφορά, ενώ ταυτόχρονα το UKIP έφτανε το εφιαλτικό ποσοστό του 12% και απειλούσε να υπερκεράσει τους Εργατικούς στις πιο υποβαθμισμένες περιοχές.
Ο Κόρμπυν και η αριστερή στροφή
Τα ΜΜΕ και ο πολιτικός κόσμος απέδωσαν την ήττα των Εργατικών στο ότι το κόμμα δεν ήταν αρκετά δεξιό: έπρεπε να υιοθετήσει την ρατσιστική ρητορεία και να διεκδικήσει το διώξιμο των μεταναστών, να αποδεχτεί τη λιτότητα και τις περικοπές, να στηρίξει τις πολεμικές εξορμήσεις του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Στις εσωκομματικές εκλογές των Εργατικών για την ανάδειξη νέου αρχηγού όλοι περίμεναν μια έντονη στροφή ακόμα πιο δεξιά. Ο Κόρμπυν έθεσε υποψηφιότητα ελπίζοντας απλά ότι με την καμπάνια του θα ανάγκαζε τους άλλους υποψήφιους να τοποθετηθούν λίγο πιο αριστερά. Αλλά μέσα σε λίγες βδομάδες έγινε το αδιανόητο. Εκατοντάδες χιλιάδες έσπευσαν να γραφτούν μέλη των Εργατικών, προκειμένου να στηρίξουν την υποψηφιότητα του Κόρμπυν, που εξελέγη πανηγυρικά με απόλυτη πλειοψηφία. Ενώ τα άλλα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην Ελλάδα, την Ολλανδία και τη Γαλλία οδηγούνταν στη συντριβή, στην Αγγλία η ριζοσπαστικοποίηση πήρε τη μορφή της εκλογής μιας ηγεσίας που διεκδικούσε ριζική στροφή στα αριστερά και την ταυτόχρονη μαζική εγγραφή αριστερών μελών στους Εργατικούς, που με 650.000 μέλη έγιναν το μεγαλύτερο κόμμα πανευρωπαϊκά.
Η εκλογή του Κόρμπυν δεν ήρθε από το πουθενά. Η οικονομική κρίση και οι περικοπές χτύπησαν σκληρά το βιοτικό επίπεδο των εργατών, ενώ έκαναν τους πλούσιους πλουσιότερους. Οι ιδέες που έλεγαν ότι το σύστημα λειτουργεί για όλους άρχισαν να αμφισβητούνται μαζικά. Μπορεί η Θάτσερ να είχε καταφέρει σκληρά πλήγματα από τα οποία το βρετανικό εργατικό κίνημα δεν έχει ακόμα αναρρώσει πλήρως, αλλά μετά απο δεκαετίες άρχισαν να εμφανίζονται μαζικές και πετυχημένες απεργίες στα νοσοκομεία και στα σχολεία. Οι ταραχές στο Λονδίνο το καλοκαίρι του 2011 έδειξαν ότι μεγάλο κομμάτι της νεολαίας και των μειονοτήτων ασφυκτιούσε με τις συνθήκες ζωής τους. Και πάνω απ’ όλα, η Βρετανία διέθετε το μαζικότερο αντιπολεμικό και αντιρατσιστικό κίνημα της Ευρώπης, από την εποχή της μεγαλειώδους πορείας των δύο εκατομμυρίων το Φλεβάρη του 2003 ενάντια στον πόλεμο στο Ιράκ. Η εμφάνιση μιας αριστερής εναλλακτικής στη λιτότητα και τον πόλεμο αγκαλιάστηκε μαζικά από τον κόσμο, που είχε νιώσει στο πετσί του τις συνέπειες τους τα προηγούμενα χρόνια.2
Η πολιτική κρίση του Μπρέξιτ
Η πολιτική κρίση του συστήματος που ξεκίνησε με την εκλογή Κόρμπυν συνεχίστηκε με τη προκήρυξη δημοψηφίσματος για την παραμονή της Αγγλίας στην ΕΕ. Η δεξιά κυβέρνηση του Κάμερον έλπιζε ότι προκηρύσσοντας το δημοψήφισμα θα αντιμετώπιζε την πίεση από την ακροδεξιά, και κερδίζοντάς το υπέρ της παραμονής θα ενοποιούσε τη δεξιά υπό τον έλεγχο της. Οι Τόρηδες έσπασαν όμως στα δύο, με τους μισούς υπέρ της παραμονής και τους άλλους ενάντια. Παρότι μακράν πολέμιος της ΕΕ, κάτω από την πίεση της δεξιάς πτέρυγας των Εργατικών ο Κόρμπυν αναγκάστηκε να ταχθεί υπέρ της παραμονής. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η προεκλογική εκστρατεία κυριαρχήθηκε σε συντριπτικό βαθμό από τη δεξιά και την ακροδεξιά. Σε όποιο κανάλι άνοιγες έβλεπες ένα δεξιό να επιχειρηματολογεί υπέρ της παραμονής, διότι αυτό εξυπηρετεί τις επιχειρήσεις, και ένα δεξιό ή ακροδεξιό να χρησιμοποιεί το ρατσισμό για να στηρίξει το Μπρέξιτ.
Το μεγαλύτερο μέρος της αριστεράς πήρε θέση υπέρ της παραμονής, θεωρώντας ότι ήταν ψήφος κατά του ρατσισμού και του εθνικισμού και ότι η επικράτηση του Μπρέξιτ θα ήταν θρίαμβος της ρατσιστικής ακροδεξιάς, που θα οδηγούσε σε ένα όργιο αντίδρασης. Ένα μικρό τμήμα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς υιοθέτησε τελείως διαφορετική στάση, στηρίζοντας την καμπάνια για το αριστερό Μπρέξιτ (Λέξιτ). Υποστήριζε ότι όχι μόνο δεν πρέπει να έχει κανείς αυταπάτες για την ΕΕ, αλλά κι ότι η ψήφος θα καθοριστεί από ταξικά και όχι ρατσιστικά κριτήρια, και το Μπρέξιτ θα σημάνει μια τεράστια κρίση για τη βρετανική άρχουσα τάξη που η αριστερά μπορεί να εκμεταλλευθεί. Για εκατομμύρια ανθρώπους που είχαν βρεθεί στο περιθώριο, το δημοψήφισμα θα ήταν μια μεγάλη ευκαιρία να εκφράσουν την οργή τους μαυρίζοντας το σύστημα και την άρχουσα τάξη. Μπορεί η καμπάνια για την έξοδο να μην κυριαρχούνταν από την αριστερά, αλλά το Μπρέξιτ θα άνοιγε τεράστιες ευκαιρίες.
Η νίκη του Μπρέξιτ στο δημοψήφισμα του Ιουνίου του 2016 επιβεβαίωσε περίτρανα αυτές τις απόψεις. Όσο πιο φτωχή ήταν μια περιοχή, τόσο πιο πιθανό να ψηφίσει υπέρ της εξόδου, όσο πιο πλούσια υπέρ της παραμονής.3 Και το αποτέλεσμα ήταν μια βαθιά κρίση του συνόλου της άρχουσας τάξης. Αντί για ακροδεξιό θρίαμβο, ο Φάρατζ αναγκαζόταν να παραιτηθεί από αρχηγός του UKIP, που έμπαινε σε τροχιά ανεξέλεγκτης κρίσης, και ο Μπόρις Τζόνσον, επικεφαλής των Τόρηδων που ήταν υπέρ της εξόδου, ταπεινωνόταν στις εσωκομματικές εκλογές.
Το αποτέλεσμα έδωσε ταυτόχρονα την αφορμή στη δεξιά πτέρυγα των Εργατικών να διεκδικήσει την παραίτηση του Κόρμπυν, επειδή δεν ήταν αρκετά ένθερμος οπαδός της ΕΕ. 172 Εργατικοί βουλευτές υπέγραψαν πρόταση μομφής στον Κόρμπυν, θεωρώντας δεδομένο ότι δεν θα μπορούσε παρά να παραιτηθεί υπό αυτές τις συνθήκες. Η άρνηση του Κόρμπυν να παραιτηθεί έπαιξε κομβικό ρόλο: ανάγκασε τη δεξιά να πάει σε εσωκομματικές εκλογές, τις οποίες κέρδισε πανηγυρικά ο Κόρμπυν με ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό από το 2015.
Παρά τις δύο εσωκομματικές νίκες, ο Κόρμπυν αντιμετώπισε λυσσαλέα επίθεση από την κυβέρνηση, τα ΜΜΕ και τη δεξιά πτέρυγα των Εργατικών. Οι δεξιές φυλλάδες τον παρουσίαζαν ως παρανοϊκό μαρξιστή και φίλο των τζιχαντιστών: οι κονδυλοφόροι γράφανε ότι ο κόσμος δε θέλει σοσιαλιστικά πειράματα και ότι το αριστερό πρόγραμμα των Εργατικών θα είναι «το πιο μακροσκελές σημείωμα αυτοκτονίας στην ιστορία». Πιστεύοντας αυτή την ηλίθια προπαγάνδα, η Μέη προκήρυξε έκτακτες εκλογές θεωρώντας ότι θα θριαμβεύσει. Λίγες βδομάδες πριν τις εκλογές οι δημοσκοπήσεις προέβλεπαν πανωλεθρία για τους Εργατικούς, που υπολείπονταν μέχρι και 24% των Τόρηδων. Η δεξιά πτέρυγα των Εργατικών πόνταρε στη πανωλεθρία για να ξεφορτωθεί τον Κόρμπυν. Βουλευτές των Εργατικών δήλωναν ανοιχτά στην προεκλογική εκστρατεία ότι δε θα ψήφιζαν ποτέ τον Κόρμπυν για πρωθυπουργό, ή ότι οι ψηφοφόροι εμπιστεύονταν τη Μέη περισσότερο από τον Κόρμπυν.
Βασισμένος πάνω στις εκατοντάδες χιλιάδες που τον εξέλεξαν, ο Κόρμπυν αρνήθηκε να υποκύψει στις δεξιές πιέσεις. Το εκλογικό μανιφέστο του Κόρμπυν έκανε μια δραματική διαφορά στην αλλαγή κλίματος. Προέβλεπε την κρατικοποίηση των σιδηροδρόμων, τη βαριά φορολόγηση των πλουσίων, τη δωρεάν παιδεία με την κατάργηση των πανάκριβων πανεπιστημιακών διδάκτρων, το τέλος των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων. Οι προτάσεις αυτές συνάντησαν τεράστια απήχηση: οι δημοσκοπήσεις άρχισαν να δείχνουν την ψαλίδα να κλείνει δραματικά. Η καμπάνια στηρίχτηκε σε ένα μαζικό ρεύμα εκατοντάδων χιλιάδων ακτιβιστών που εμπνέονταν από την ελπίδα για ριζική κοινωνική αλλαγή.
Στα τέλη Μάη οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Μάντσεστερ και το Λονδίνο έμοιαζαν η μεγάλη ευκαιρία για τους Τόρηδες να χρησιμοποιήσουν την ισλαμοφοβία για να διχάσουν τον κόσμο, φτάνοντας μέχρι του σημείου να δηλώνουν ότι θα καταργήσουν τη νομοθεσία για τα ανθρώπινα δικαιώματα προκειμένου να πιάσουν τους τρομοκράτες. Ο Κόρμπυν αντιστάθηκε στην τρομοϋστερία, δηλώνοντας ότι για την τρομοκρατία ευθύνονται οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις της Δύσης. Το 70% των Βρετανών συμφώνησαν μαζί του – μια απτή απόδειξη της σημασίας των μαχών που έδωσε το αντιπολεμικό κίνημα όλη την προηγούμενη δεκαπενταετία. Η ισλαμοφοβική απόπειρα των Τόρηδων έσπασε τα μούτρα της.
Το αποτέλεσμα των εκλογών ήταν μια πανωλεθρία για τη Μέη και τους Τόρηδες. Αντί να συντρίψουν τον Κόρμπυν και να κερδίσουν τεράστιο αριθμό εδρών, έχασαν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Οι Εργατικοί ανέβηκαν από το 30% του 2015 στο 40%, και επικράτησαν για πρώτη φορά σε περιφέρειες που κέρδιζαν οι Τόρηδες για πάνω από αιώνα. Ένα πρόγραμμα που διεκδικούσε κρατικοποιήσεις και σταμάτημα των ιμπεριαλιστικών πολέμων έφτασε να πάρει 40% σε ένα μεγάλο καπιταλιστικό κράτος. Για πρώτη φορά ψήφισε ένα μεγάλο κομμάτι νέων κάτω των 30 ετών, που συνήθως απείχε: στήριξαν τον Κόρμπυν με ποσοστά πάνω από 60%. Ταυτόχρονα το ακροδεξιό UKIP συντριβόταν, πέφτοντας από το 12% στο 2%. Η αριστερή και αντιρατσιστική καμπάνια του Κόρμπυν πέτυχε να κερδίσει εκατοντάδες χιλιάδες εργατών που είχαν παλιότερα τσιμπήσει στην αντισυστημική δημαγωγία του UKIP. Ήταν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πως η αριστερά που δε φοβάται να συγκρουστεί με τις κυρίαρχες ιδέες μπορεί να κερδίζει μαζικά ακροατήρια.
Μετά τις εκλογές
Ήδη στις πρώτες μέρες μετά τις εκλογές, η μια κρίση διαδέχεται την άλλη. Στους Τόρηδες έχουν βγει τα μαχαίρια, όχι μόνο για τη διαδοχή της Μέη, αλλά και για το τι πολιτική να ακολουθήσουν. Η επιλογή να στηριχτούν στους ακροδεξιούς, ρατσιστές και σεξιστές προτεστάντες του βόρειο-ιρλανδικού DUP για να αποκτήσουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία απειλεί να τινάξει στον αέρα την εύθραυστη ισορροπία μεταξύ καθολικών και προτεσταντών στη Βόρεια Ιρλανδία και διακινδυνεύει να ενώσει το σύνολο του φεμινιστικού, αντιρατσισικού και εργατικού κινήματος σε ένα κοινό αντικυβερνητικό μέτωπο. Ακόμα και τμήματα του κατεστημένου, όπως ο δεξιός πρώην πρωθυπουργός Τζον Μέητζορ, προειδοποίησαν ότι η συμμαχία με το DUP απειλεί ακόμα και την ύπαρξη του βρετανικού κράτους. Η δεξιά είναι επίσης βαθιά διαιρεμένη σε σχέση με το Μπρέξιτ, ανάμεσα σε αυτούς που βάζουν προτεραιότητα την παραμονή στην κοινή αγορά για τα συμφέροντα των Βρετανικών επιχειρήσεων και σε όσους διεκδικούν το «σκληρό Μπρέξιτ» και το κλείσιμο των συνόρων για τους μετανάστες.
Και σαν να μην έφταναν αυτά, ήρθε η φωτιά που ξέσπασε στις 14 Ιούνη στο συγκρότημα εργατικών κατοικιών Γκρένφελ του Λονδίνου με πάνω από 100 νεκρούς, στην πλειοψηφία μαύρους και μουσουλμάνους. Πρόκειται για το προβλέψιμο αποτέλεσμα των περικοπών και απολύσεων που έχουν τσακίσει την πυροσβεστική, και της απόφασης του δεξιού δημοτικού συμβουλίου να χρησιμοποιήσει απαγορευμένα εύφλεκτα υλικά για να βελτιώσει την εξωτερική όψη των εργατικών κατοικιών, προκειμένου να μην ασχημαίνει η θέα των πανάκριβων επαύλεων που τις πλαισιώνουν: όλη η φρίκη και η βαρβαρότητα του καπιταλισμού συμπυκνωμένη σε ένα περιστατικό. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, η εργατική τάξη του Λονδίνου ξεχειλίζει από οργή για τη μαζική ταξική δολοφονία: το πότε και με ποιό τρόπο θα ξεσπάσει είναι ανοιχτό ζήτημα. Η κατάρρευση της κυβέρνησης Μέη είναι απλά θέμα χρόνου.
Για το βρετανικό εργατικό κίνημα και την Αριστερά πρόκειται για μια καθοριστική καμπή. Μετά απο δεκαετίες ηττοπάθειας, εκατομμύρια έχουν πια την ελπίδα ότι μπορούν να δίνουν μάχες και να νικάνε. Οι πρώτες μετεκλογικές δημοσκοπήσεις καταγράφουν αυτό τον ενθουσιασμό και εμφανίζουν τους Εργατικούς να προηγούνται: η ανάδειξη του Κόρμπυν στην πρωθυπουργία είναι πια ορατή στο άμεσο μέλλον. Αλλά θα έχει να λύσει όλα τα ζητήματα που έφερε στο προσκήνιο η εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα. Όχι μόνο θα αντιμετωπίσει το λυσσαλέο πόλεμο των καπιταλιστών, του κρατικού κατεστημένου και των ΜΜΕ, αλλά και το σαμποτάζ της μεγάλης πλειοψηφίας των Εργατικών βουλευτών που ανήκουν στη δεξιά πτέρυγα.
Ένα κομμάτι της αριστεράς στη Βρετανία ελπίζει ότι θα καταφέρει να διώξει τη δεξιά πτέρυγα και να μετατρέψει τους Εργατικούς σε ένα γνήσιο ριζοσπαστικό κόμμα. Παρόμοιες αυταπάτες μοιράστηκε ένα τμήμα της αριστεράς στην Ελλάδα, που συμμετείχε στη δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ με τη γνωστή κατάληξη. Αυτή είναι μια πολύτιμη εμπειρία για την αντικαπιταλιστική αριστερά στη Βρετανία. Η αυτοπεποίθηση των εργατών χρειάζεται να μετατραπεί σε κίνημα στους χώρους δουλειάς και τους δρόμους, που θα οργανώσει απεργίες για αυξήσεις και την αναστροφή της λιτότητας και των περικοπών. Η δημιουργία ενός τέτοιου μαζικού κινήματος είναι απαραίτητη, όχι μόνο για να ανατρέψει τους Τόρηδες και να φέρει τον Κόρμπυν στην κυβέρνηση, αλλά και για να επιβάλλει τις υποσχέσεις για κρατικοποιήσεις, δωρεάν παιδεία, βελτίωση των συνθηκών ζωής και τέλος στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Ο ρόλος οργανώσεων της αντικαπιταλιστικής αριστεράς όπως το SWP, αδελφής οργάνωσης του ΣΕΚ στη Βρετανία, στο να στηρίξουν αυτές τις μάχες, αλλά και να χτίσουν μια μαζική οργάνωση ανεξάρτητη από τα όρια του ρεφορμισμού, θα είναι καθοριστικός στο επόμενο διάστημα.
Τα αποτελέσματα των βρετανικών εκλογών είναι ένα τεράστιο μήνυμα ελπίδας σε παγκόσμιο επίπεδο. Ένα από τα πιο ισχυρά καπιταλιστικά κράτη μπαίνει σε πολύ βαθιά κρίση, με την άρχουσα τάξη του διαιρεμένη και τη δεξιά να έχει υποστεί ταπεινωτική ήττα. Για πρώτη φορά μετά απο δεκαετίες οι εργάτες και η Αριστερά στη Βρετανία επιστρέφουν στο προσκήνιο ορμητικά. Χαρμόσυνα νέα για όσους οραματίζονται ένα κόσμο χωρίς καπιταλισμό και πόλεμο, και ένας πολύτιμος σύμμαχος για το κίνημα στην Ελλάδα.
Σημειώσεις
1. A. Callinicos, ‘Corbyn justified–May humbled: the Left advances’, International Socialism, 155, 2017, http://isj.org.uk/corbyn-justified-may-humbled/.
2. M. Thomas, ‘A house divided: Jeremy Corbyn and the Labour Party’, International Socialism, 154, 2016, http://isj.org.uk/a-house-divided-jeremy-corbyn-and-the-labour-party/
3. C. Kimber, ‘Why did Britain vote Leave?’, International Socialism, 152, 2016, http://isj.org.uk/why-did-britain-vote-leave/